Δευτέρα 5 Ιουνίου 2017

Τζιανλούκα Βιάλι

Ο Ιταλός επιθετικός Τζιανλούκα Βιάλι (Gianluca Vialli), γεννήθηκε στις 9 Ιουλίου του 1964, στη Κρεμόνα, στη Λομβαρδία. Ξεκίνησε την καριέρα του στην Κρεμονέζε το 1980, με τις εμφανίσεις του να εντυπωσιάζουν την  Σαμπντόρια, που τον υπέγραψε το 1984. Κατά τη διάρκεια θητείας του εκεί, κατέκτησε την ιταλική Serie A’, 3 ιταλικά κύπελλα και το Κύπελλο Κυπελλούχων. Μεταγράφηκε στη Γιουβέντους το 1992, κατακτώντας ακόμη ένα Κύπελλο Ιταλίας και πάλι την ιταλική Serie A και επιπλέον ένα ιταλικό Σούπερ Καπ, το UEFA Champions League και το Κύπελλο UEFA. Το 1996 εντάχθηκε στη Τσέλσι για να γίνει παίκτης-προπονητής της την επόμενη σεζόν. Στην Αγγλία κατέκτησε το Κύπελλο, το Λιγκ Καπ, το Κύπελλο Κυπελλούχων και το ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ. Είναι ένας από τους μόλις δέκα (10) ποδοσφαιριστές που έχουν κατακτήσει και τις τρεις ευρωπαϊκές διασυλλογικές διοργανώσεις (Πρωταθλητριών, Κυπελλούχων, UEFA), και ο μόνος επιθετικός! Είναι επίσης ο μόνος παίκτης στην ευρωπαϊκή ποδοσφαιρική ιστορία που έχει μετάλλια νικητή αλλά και μετάλλια φιναλίστ και από τα 3 ευρωπαϊκά Κύπελλα!


Έμεινε στην ιστορία ως ένας από τους λίγους ποδοσφαιριστές που κέρδισαν τίτλους με σύλλογο της ιταλικής περιφέρειας και θεωρείται ως ένας από τα καλύτερους Ιταλούς της γενιάς του! Ικανότατος και ευέλικτος φορ, ήταν σε θέση να παίξει οπουδήποτε κατά μήκος της πρώτης γραμμής, αν και η φυσική του θέση ήταν σέντερ-φορ. Διακρίθηκε για τη δύναμη, τη τεχνική του κατάρτιση και την ικανότητά του στο σκοράρισμα και με τα 2 πόδια, αλλά και με το κεφάλι, προσόντα που έφερναν συγκρίσεις με τον επιθετικό-μύθο του ιταλικού ποδοσφαίρου, τον Λουίτζι Ρίβα (Luigi Riva)! Σε διεθνές επίπεδο, εκπροσώπησε την Ιταλία στο Παγκόσμια Κύπελλα του 1986 και του 1990, τερματίζοντας στη 3η θέση στο δεύτερο τουρνουά. Επίσης, πήρε μέρος στο Euro του 1988, φτάνοντας στους ημιτελικούς, ενώ εξελέγη και στην Ιδανική 11άδα του τουρνουά. Κατά τη διάρκεια της 20ετούς ποδοσφαιρικής του καριέρας, σκόραρε 259 γκολ σε συλλογικό επίπεδο, 16 γκολ με την εθνική ομάδα, και 11 γκολ με την εθνική Νέων της Ιταλίας, συνολικά 286 τέρματα σε περισσότερες από 500 εμφανίσεις.


Έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στην άσημη Πιτσιγκετόνε, όπου τον είδαν τα «λαγωνικά» της Κρεμονέζε και τον ενέταξαν στην ομάδα, με τη φανέλα της οποίας πραγματοποίησε το επαγγελματικό του ντεμπούτο το 1980.  Τα 10 γκολ που πετυχαίνει στην τελευταία του σεζόν, 1983/84 με την Κρεμονέζε, αλλά και τα 23 σε 105 συμμετοχές συνολικά, αποτελούν γι’ αυτόν διαβατήριο ώστε να κάνει το επόμενο βήμα. Η Σαμπντόρια, ξοδεύοντας αρκετά χρήματα για την εποχή, θα τον κάνει δικό της και το άστρο του Βιάλι θα αρχίσει να λάμπει.  Στην Γένοβα, θα αγαπηθεί πολύ. Η Σαμπντόρια μπορεί να μην ανήκε στα μεγάλα ιταλικά κλαμπ, όμως είχε δυναμική και ο Βιάλι προσαρμόστηκε πολύ σύντομα σε αυτό που ήθελε η πόλη. Έναν άνθρωπο δηλαδή, να βγάζει στο γήπεδο όλο τον τσαμπουκά και την τρέλα με την καλή έννοια που ήθελαν οι φίλαθλοι. Μαζί με τον διόσκουρό του, τον Ρομπέρτο Μαντσίνι (Roberto Mancini), δημιούργησαν ένα εξαιρετικό δίδυμο στην επίθεση και η «Σαμπ» άρχισε να μπαίνει στον δρόμο των επιτυχιών.


Κατέκτησε 3 φορές το κύπελλο Ιταλίας, το 1985, το 1988 και το 1989. Τα δύο τελευταία χρόνια, έφτασε και στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων. Τη πρώτη φορά δεν τα κατάφερε κόντρα στη Μπαρτσελόνα, τη δεύτερη όμως, κόντρα στην Άντερλεχτ, πήρε προσωπικά την υπόθεση και με δύο δικά του γκολ κατακτά το τρόπαιο! Εκείνη η Σαμπντόρια, δεν θα μπορούσε να μην φθάσει στην κατάκτηση και ενός σκουντέτο. Το καταφέρνει την περίοδο 1990/91, όταν κερδίζει μέσα σε αποθέωση από τους οπαδούς της το πρωτάθλημα Ιταλίας, με τον Βιάλι να πραγματοποιεί μαγική χρονιά! Το τέλος της επόμενης σεζόν τον βρίσκει ένα βήμα πριν την κατάκτηση της κορυφής και στην Ευρώπη. Στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ, όμως γεύεται το πικρό ποτήρι της ήττας, καθώς χάνει 0-1 από την Μπαρτσελόνα, εξαιτίας ενός πολύ δυνατού φάουλ του Ρόναλντ Κούμαν (Ronald Koeman).


Το καλοκαίρι του 1992, έχοντας συμπληρώσει 223 συμμετοχές με τη φανέλα της Σαμπντόρια και έχοντας πετύχει 85 γκολ, μεταγράφεται στη Γιουβέντους, που θα πληρώσει 12.5 εκατομμύρια ευρώ για να τον κάνει δικό της, θέλοντας να έχει μπροστά από τον Ρομπέρτο Μπάτζιο (Roberto Baggio) έναν παίκτη ο οποίος θα μπορεί να στέλνει εύκολα την μπάλα στα δίχτυα. Οι πρώτες δύο σεζόν του στο Τορίνο δεν ήταν ιδιαίτερα αποδοτικές, ενώ περιέχουν και μπόλικη αμφισβήτηση προς το πρόσωπο του. Το 1993, κόντρα στην Μπορούσια Ντόρτμουντ, η Γιουβέντους κατακτά το κύπελλο UEFA, όμως ο μεγάλος στόχος της «Γηραιάς Κυρίας» παραμένει το «σκουντέτο», έχοντας να το κατακτήσει από το 1986! Ο Τζιοβάνι Τραπατόνι (Giovanni Trapattoni) στην πραγματικότητα δεν τον εμπιστεύεται. Προτιμά τον Αντρέας Μέλερ (Andreas Möller) για την επιθετική του γραμμή, αφήνοντας τον Βιάλι να αισθάνεται δεύτερη επιλογή.


Το καλοκαίρι του 1994 μοιάζει να είναι απογοητευτικό, με τον Ιταλό επιθετικό να βρίσκεται κοντά στην έξοδο. Όμως ήταν πεισματάρης. Ο Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο (Alessandro Del Piero) έπαιρνε την μπαγκέτα από τα χέρια του Ρομπέρτο Μπάτζιο και ο Μαρτσέλο Λίπι (Marcello Lippi) αναλαμβάνει την Γιούβε, με τον Βιάλι να λογίζεται πια ως βασικός. Η Γιουβέντους αλλάζει ρότα προς το καλύτερο και ο ίδιος αρχίζει να παρουσιάζει στοιχεία ηγέτη. Πρώτος θα τρέξει να μαρκάρει, πρώτος θα δώσει το σύνθημα αντεπίθεσης, πρώτος θα σκοράρει, πρώτος θα πανηγυρίσει… Ο Μάιος του 1995 βρίσκει την Γιουβέντους στην κορυφή του ιταλικού πρωταθλήματος μετά από 9 ολόκληρα χρόνια και ο Βιάλι, έχει αυτό που του αξίζει: την αναγνώριση!


Έναν χρόνο νωρίτερα, μολονότι ο σκοράρει στον έναν από τους διπλούς τελικούς του κυπέλλου UEFA, η Γιουβέντους χάνει από την Πάρμα και ο Βιάλι στερείται του δεύτερου ευρωπαϊκού τροπαίου. Όμως η επόμενη σεζόν είναι ονειρική. Η πορεία στην Ευρώπη εκπληκτική και ο τελικός της Ρώμης πραγματικότητα. Αντίπαλος ο πρωταθλητής Ευρώπης Άγιαξ. Η Γιουβέντους είναι πολύ ανώτερη όμως το τελικό 1-1 στέλνει το ματς στα πέναλτι. Εκεί επικρατεί η ψυχραιμία των Ιταλών και ο Τζιανλούκα Βιάλι ως αρχηγός, σηκώνει το τρόπαιο του Τσάμπιονς Λιγκ σε μία από τις κορυφαίες στιγμές της καριέρας του. Το πανηγυρίζει με την ψυχή του, καθώς ξέρει ότι θα είναι και το τελευταίο του με τη φανέλα της «Γηραιάς Κυρίας». Η απόφαση αποχώρησης του είχε παρθεί.




Μετά από 38 γκολ σε 102 αγώνες, το καλοκαίρι του 1996, στα 32 του χρόνια φεύγει από το Τορίνο και την Ιταλία, συνεχίζοντας την καριέρα του στην Αγγλία και την Τσέλσι, αποδεχόμενος την πρόταση του Ρουντ Γκούλιτ (Ruud Gullit)! Οι Λονδρέζοι ήξεραν ότι πόνταραν σε έναν παίκτη γεννημένο νικητή και τροπαιούχο. Δεν θα χάσουν. Ο τρόπος παιχνιδιού του, τον κάνει σύντομα αγαπητό στους Άγγλος οπαδούς, που θα πανηγυρίσουν μαζί του την κατάκτηση του κυπέλλου. Τον Φεβρουάριο του 1998 διαδέχθηκε τον Ολλανδό στον πάγκο της ομάδας. Ως παίκτης-προπονητής, οδήγησε την Τσέλσι στην κατάκτηση του αγγλικού Λιγκ Καπ, του Κυπέλλου Κυπελλούχων και του Σούπερ Καπ Ευρώπης! Το 2000, στον τελικό του Κυπέλλου Αγγλίας, η Τσέλσι επικράτησε με 1-0 της Άστον Βίλα υπό τις οδηγίες του, όμως λίγους μήνες μετά απολύθηκε.


Ήταν μέλος της ιταλικής εθνικής Νέων για τα αντίστοιχα Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα του 1984 και του 1986, όπου οι «ατζούρι» τερμάτισαν 3οι και φιναλίστ αντίστοιχα. Συνολικά εκπροσώπησε την εθνική Νέων της Ιταλίας 20 φορές, σκοράροντας 11 γκολ. Ήταν επίσης ο Πρώτος Σκόρερ στη διοργάνωση του 1986, με 4 γκολ, χάνοντας στον τελικό από την Ισπανία στα πέναλτι. Το 1985, έκανε το ντεμπούτο του για την ανδρική ομάδα, σε φιλικό αγώνα εναντίον της Πολωνίας. Με την «Σκουάντρα Ατζούρα» αγωνίστηκε σε δύο Παγκόσμια Κύπελλα, το 1986 και το 1990, ενώ έπαιξε και στο Euro του 1988. Σκόραρε το πρώτο του διεθνές γκολ, εναντίον της Μάλτας το 1986, σε έναν προκριματικό για το Euro του 1988. Ήταν στην αποστολή της Ιταλίας για τα τελικά της διοργάνωσης στη Γερμανία και σκόραρε το νικητήριο γκολ εναντίον της Ισπανίας στη φάση των ομίλων.


Παρά το γεγονός ότι η Ιταλία αποκλείστηκε από τη Σοβιετική Ένωση στον ημιτελικό μετά την ήττα 0-2, ονομάστηκε στην Ιδανική 11άδα του τουρνουά. Η μεγάλη του ατυχία ήταν ότι πριν το Μουντιάλ του 1990 που διεξήχθη στην πατρίδα του τραυματίστηκε σοβαρά, με αποτέλεσμα να ταλαιπωρείται και να παίξει μόνο σε 3 παιχνίδια. Έκανε την τελευταία του εμφάνιση για τους «ατζούρι» τον Δεκέμβριο του 1992, λόγω των τεταμένων σχέσεών του με τον προπονητή Αρίγκο Σάκι (Arrigo Sacchi), φέρνοντας τη διεθνή του καριέρα σε ένα πρόωρο τέλος, παρά την επιτυχία του σε συλλογικό επίπεδο κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990. Φημολογείται ότι η αιτία ήταν μια φάρσα για τον Σάκι, η οποία ήταν ο λόγος για την αποπομπή του από την εθνική ομάδα. Συνολικά, έκανε 59 εμφανίσεις για την Ιταλία, σκοράροντας 16 γκολ.


Ο Τζιανλούκα Βιάλι, θεωρείται ως ένας από τους Καλύτερους και πιο Συνεπής Ιταλούς στράικερ της γενιάς του, όντας ένας πλήρης, δυναμικός, καθοριστικός και ευέλικτος επιθετικός, ο οποίος ήταν σε θέση να παίξει οπουδήποτε κατά μήκος της πρώτης γραμμής. Σε ολόκληρη τη σταδιοδρομία του, αγωνίστηκε στις πτέρυγες, ή και σε ένα βαθύτερο, υποστηρικτικό ρόλο, αν και η προτιμούμενη θέση του ήταν στο κέντρο της επίθεσης, ως κύριος επιθετικός, όπου μπορούσε να αξιοποιεί καλύτερα την επιθετική του κίνηση και τον οπορτουνισμό του μέσα στην αντίπαλη περιοχή, καθώς και την έφεση στο σκοράρισμα. Ένας παραγωγικός σκόρερ, ήταν γνωστός για τα δυνατά τους σουτ και την ακρίβεια του με τα δύο πόδια, καθώς και το κεφάλι του, η οποία του επέτρεψε να εξαντλεί τις πιθανότητες τόσο εντός όσο και εκτός της περιοχής του πέναλτι. Εκτός από την ικανότητά του στο σκοράρισμα, ήταν επίσης σε θέση να παίζει καλά στο ανοικτό παιχνίδι, δημιουργώντας ευκαιρίες για τους συμπαίκτες του, λόγω της διορατικότητάς του, της τακτικής ευφυΐας του και της μεταβίβασής του, ικανότητες που  περιστασιακά του έδωσαν βαθύτερους ρόλους στη μεσαία γραμμή, ως πλέι-μέικερ ή μεσοεπιθετικός.


Ήταν επίσης προικισμένος με καλή τεχνική ικανότητα, δεξιότητες στη ντρίμπλα και τον έλεγχο της μπάλας, η οποία του επέτρεψε να ελέγχει τις πρώτες μπαλιές, ή να κερδίσει τους αντιπάλους και να διατηρεί την κατοχή υπό πίεση. Ένας γρήγορος, δυνατός, εργατικός και ενεργητικός παίκτης, ήταν προικισμένος με καλό ρυθμό και αντοχή, ενώ ήταν γνωστός για την προθυμία του να πιέζει τους αντιπάλους για να κερδίσει την κατοχή. Θεωρήθηκε ως πρωτοπόρος μιας νέας γενιάς επιθετικών στο ιταλικό ποδόσφαιρο, οι οποίοι συνδυάζαν τεχνική, ικανότητα στο σκοράρισμα, ταχύτητα, εξαιρετικό σωματότυπο και φυσική δύναμη. Λόγω της σωματικής του διάπλασης, της δύναμης και της ευκινησίας, διέπρεψε και στον αέρα, ενώ είχε μια τάση στο να σκοράρει ακροβατικά γκολ από βολέ και ανάποδα ψαλίδια, το οποίο οδήγησε τον προπονητή του στη Γιουβέντους, τον Μαρτσέλο Λίπι  και τον πρόεδρό της, τον Τζιάνι Ανιέλι (Gianni Agnelli), να τον επαινούν συνεχώς, αλλά και να τον συγκρίνουν με τον θρυλικό Ιταλό επιθετικό Λουίτζι Ρίβα. Εκτός από τις ποδοσφαιρικές του δεξιότητες, ήταν επίσης γνωστός για την αφοσίωσή του, τις ηγετικές του ικανότητες, την ισχυρή νοοτροπία και τη χαρισματική επιρροή του στον αγωνιστικό χώρο.


Στη  συνέχεια εργάστηκε δίχως επιτυχία στη Γουότφορντ, προτού αφοσιωθεί στον σχολιασμό ποδοσφαιρικών παιχνιδιών στο «Sky Sport Italia»

PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • •1973–1978: Associazione Sportiva Pizzighettone
  • •1978–1980: Unione Sportiva Cremonese

Επαγγελματική καριέρα

  • •1980–1984: Unione Sportiva Cremonese, 105 (23)
  • •1984–1992: Unione Calcio Sampdoria, 223 (85)
  • •1992–1996: Juventus Football Club, 102 (38)
  • •1996–1999: Chelsea Football Club, 58 (21)
Σύνολο καριέρας: 488 (167)

Διεθνής 

  • •1983–1986: Εθνική Ελπίδων Ιταλίας, 20(11)
  • •1985–1992: Ιταλία, 59 (16)

Προπονητική καριέρα

  • •1998–2000: Chelsea Football Club
  • •2001/02: Watford Football Club

Τίτλοι 

Ως ποδοσφαιριστής

Με τη Sampdoria
  • •Πρωτάθλημα Ιταλίας: 1990/91
  • •Κύπελλο Ιταλίας: 3 (1984/85, 1987/88, 1988/89)
  • •Σούπερ Καπ Ιταλίας: 1991
  • •Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης: 1989/90 και φιναλίστ 1988/89
  • •UEFA Champions League: φιναλίστ 1991/92

Με τη Juventus
  • •Πρωτάθλημα Ιταλίας: 1994/95
  • •Κύπελλο Ιταλίας: 1994/95
  • •Σούπερ Καπ Ιταλίας: 1995
  • •UEFA Champions League: 1995/96
  • •Κύπελλο UEFA: 1992/93 και φιναλίστ 1993/94

Με τη Chelsea
  • •Κύπελλο Αγγλίας: 1996/97
  • •Λιγκ Καπ Αγγλίας: 1997/98
  • •Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης: 1997/98
  • •Ευρωπαϊκό  Super Cup: 1998

Προσωπικές Διακρίσεις

  • •Πρώτος Σκόρερ Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Νέων: 1986 με 4 γκολ
  • •Μέλος Ιδανικής 11άδας Διοργάνωσης Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος: 1988
  • •Πρώτος Σκόρερ Διοργάνωσης Κυπέλλου Κυπελλούχων: 1989/90 με 7 γκολ 
  • •Πρώτος Σκόρερ Διοργάνωσης Κυπέλλου Ιταλίας: 1988/89 με 13 γκολ
  • •Πρώτος Σκόρερ Ιταλικού Πρωταθλήματος Serie A: 1990/91 με 19 γκολ
  • •Παίκτης της Χρονιάς από το αγγλικό περιοδικό «World Soccer»: 1995
  • •Μέλος του Hall of Fame του Ιταλικού Ποδοσφαίρου: 2015

Ως προπονητής 

Με τη Chelsea
  • •Κύπελλο Αγγλίας: 1999–2000
  • •Λιγκ Καπ Αγγλίας: 1997/98
  • •FA Charity Shield: 2000
  • •Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης: 1997/98
  • •Ευρωπαϊκό  Super Cup: 1998

Τιμές 

  • •Ιππότης 5ης Κλάσης: Μετάλλιο της Τιμής της Ιταλικής Δημοκρατίας: 1991

ΠΗΓΕΣ: cobrasports.grballeto.gr