Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2015

ΠΑΟΚ - Μπαρτσελόνα: Η βραδιά των αστεριών στην Τούμπα

Πρόκειται για μία απ' τις μεγαλύτερες επιτυχίες του ελληνικού ποδοσφαίρου σε συλλογικό επίπεδο, μιας και επιτεύχθηκε εναντίον μιας ομάδας που είχε στις τάξεις της διεθνείς άσσους, όπως ο Johan Cruijff (Γιόχαν Κρόιφ), ο Johan Neeskens (Γιόχαν Νέεσκενς), ο Juan Manuel Asensi (Χουάν Μανουέλ Ασένσι), ο Pina Marcial (Μαρθιάλ), ο Hugo Sotil (Χούγκο Σοτί), ο Mario Marinho (Μάριο Μαρίνιο), ο Carles Rexach (Κάρλες Ρέσακ) κ.α.!

Η βραδιά της 16ης Σεπτεμβρίου του 1975 λοιπόν, ήταν η βραδιά των μεγάλων αστέρων στην κατάμεστη Τούμπα! Κόπηκαν 45.200 εισιτήρια, ρεκόρ για το γήπεδο, αλλά και ρεκόρ εισπράξεων την εποχή εκείνη για ολόκληρο το ελληνικό ποδόσφαιρο! Ο ΠΑΟΚ, στημένος άψογα στον αγωνιστικό χώρο από τον αείμνηστο Gyula Lóránt, πήρε μεγάλη νίκη με 1-0, με γκολ του Γιώργου Κούδα στο 73ο λεπτό!


Το σκορ ήταν φτωχό. Όχι γιατί δεν εξασφάλιζε τίποτα για τη ρεβάνς, αλλά γιατί η απόδοση του ΠΑΟΚ ήταν για κάτι παραπάνω. Αξίζει να αναφερθεί ότι, στο 59ο λεπτό, ο Αχιλλέας Ασλανίδης είχε πετύχει άλλο ένα γκολ με απ' ευθείας κτύπημα φάουλ, το οποίο όμως ακυpώθηκε γιατί κανείς δεν κατάλαβε ότι ο διαιτητής το είχε σφυρίζει έμμεσο έξω από την περιοχή!

Οι δύο «Ιπτάμενοι Ολλανδοί», Cruijff και Neeskens είχαν ξαναεπισκεφθεί την Τούμπα και το 1973, στον φιλικό αγώνα ΠΑΟΚ – Ajax 1-1 και τη φορά αυτή παραδέχτηκαν ότι ο ΠΑΟΚ ήταν πολύ καλύτερος από τότε! Eξαιρετικό το κοινό, βoήθησε τρομερά την ομάδα! 
«Εκπληκτικός ο κόσμος του ΠΑΟΚ!» 
ήταν η δήλωση του Johan Cruijff, μετά το τέλος του αγώνα. Στη ρεβάνς της Βαρκελώνης, ο ΠΑΟΚ, ηττήθηκε με 6-1 και αποκλείστηκε.

Στα αξιοπερίεργα ότι, ο αγώνας αυτός έγινε Τρίτη, γιατί την Τετάρτη (επίσημη μέρα των ευρωπαϊκών κυπέλλων, τότε) αγωνιζόταν για το Κύπελλο Πρωταθλητριών ο ...Ολυμπιακός με τη FC Dynamo Kyiv (Δυναμό Κιέβου) στην … Τούμπα (!!!), Την διάλεξε για έδρα, λόγω τιμωρίας του «Γεώργιος Καραϊσκάκης» από τον αγώνα με την Celtic (Σέλτικ) το 1974! Για την ιστορία, ο αγώνας είχε λήξει ισόπαλος 2-2 ενώ είχαν κοπεί 36.680 εισιτήρια!



Πηγή δημοσίευσης: Αναμνήσεις ΜΙΑΣ φανέλας

Ο τσιγγάνος

Οι «τσιγγάνοι» δεν ζουν πολύ. Γνωστό αυτό. Είναι ο τρόπος της ζωής τους και η αναζήτηση νέας στέγης που τους … κόβει χρόνια. Και ποιος να τόλεγε ότι ο ποδοσφαιρικός … τσιγγάνος, Dirceu José Guimarães, όπως είναι το πλήρες όνομά του θα ακολουθούσε την ίδια μοίρα!

Έπαιξε σε 15 ομάδες (!) και πήρε μέρος σε τρία Mundial με την εθνική Βραζιλίας. Αλλά κι εδώ ήταν άτυχος. Δεν πήρε τίτλο στην Ευρώπη, πληρώνοντας το τίμημα να παίζει σε μικρότερης δυναμικότητας ομάδες που τον πλήρωναν καλύτερα!
Ξεκίνησε την καριέρα του το … 
  • 1970 έως το 1972 στην Coritiba FC (Κοριτίμπα) (26 εμφανίσεις / 1 γκολ)
  • 1973 έως το 1976 στην Botafogo (Μποταφόγκο) (52 / 9)
  • 1976 στην Fluminense (Φλουμινένσε) (22 / 2)
  • 1977–1978 στην Vasco da Gama (Βάσκο ντα Γκάμα) (25 / 2)
  • 1978–1979 στην América 45 / 2)
Ξενιτεύτηκε για πρώτη φορά στην Ισπανία, από το …
  • 1979 έως το 1982 στην Atlético Madrid (Ατλέτικο Μαδρίτης) (84 / 18)
και κατόπιν δοκίμασε την τύχη του στην Ιταλία και το Campionato, από το …
  • 1982–1983 στην Hellas Verona (Βερόνα) (29 / 2)
  • 1983–1984 στην SSC Napoli (Νάπολι) (30 / 5)
  • 1984–1985 στην Ascoli (Άσκολι) (27 / 5)
  • 1985–1986 στην Como (Κόμο ( 25 / 2)
  • 1986–1987 στην Avellino (Αβελίνο) (23 / 6)
Μετά, ο χαρισματικός «γυρολόγος» χαφ, επέστρεψε στα πάτρια εδάφη φορώντας ξανά την φανέλα της Vasco da Gama, το 1988. Κάπου εκεί, τελείωσε η καριέρα του σε επαγγελματικό επίπεδο. Στη συνέχεια, αγωνίστηκε ακόμα σε 4 ομάδες ποδοσφαίρου σάλας, στις ΗΠΑ και την Βραζιλία!

Με τη εθνική Βραζιλίας συμμετείχε σε τρία Mundial και δεν κέρδισε κανένα!
  • Το 1974 δεν ήταν και η καλύτερη Βραζιλία. Με παίκτες του 1970, γερασμένους, έπεσε επάνω στη δυνατή Ολλανδία.
  • Το 1978 ήταν η χούντα του Jorge Rafael Videla (Βιντέλα) στην Αργεντινή που τους σταμάτησε, με τη βοήθεια και του Ramón Quiroga (Ραμόν Κιρόγα), του τερματοφύλακα του Περού, που δέχτηκε έξι γκολ για να περάσουν οι Αργεντίνοι στον τελικό!
  • Το 1982 ήταν ήδη μεγάλος. Βασικό στέλεχος της πιο μαγικής, ίσως, ποδοσφαιρικής ομάδας που έχει δει αυτός ο πλανήτης, έπεσε πάνω στην καλύτερη Ιταλία όλων των εποχών, του δαιμονισμένου Paolo Rossi (Πάολο Ρόσι)
Τον είπαν τσιγγάνο, επειδή άλλαζε τις ομάδες σαν τα πουκάμισα! Σκοτώθηκε στα 43 του χρόνια, όμως πρόλαβε να ζήσει πολλά! Στο Empoli (Έμπολι), στην Ιταλία, είχε εταιρεία που νοίκιαζε λιμουζίνες, ενώ στην Ancona (Ανκόνα) είχε ανοίξει ένα μπαρ το οποίο ονόμασε «Το Φως του Φεγγαριού»! Μέχρι το τέλος της ζωής του έπαιζε ποδόσφαιρο! Είχε γεννηθεί στις 15 Ιουνίου 1952.

Διαβάστε περισσότερα για την ζωή του Dirceu

Πηγή δημοσίευσης: Αναμνήσεις ΜΙΑΣ φανέλας - retrosport

ΑΕΚ - Πόρτο: Η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή νίκη της ΑΕΚ

Στις 13 Σεπτεμβρίου του 1978, στον πρώτο αγώνα του Α’ γύρου για το «Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης», της περιόδου 1978-1979, στο «Στάδιο Νίκος Γκούμας» στη Νέα Φιλαδέλφεια, η ΑΕΚ του Ferenc Puskás (Φέρεντς Πούσκας) συντρίβει με 6-1 την FC Porto (Πόρτο)! 

Ένα εντυπωσιακό αποτέλεσμα που προκάλεσε πάταγο στην Ευρώπη και που ουσιαστικά πέρασε την ΑΕΚ από τον πρώτο αγώνα στον δεύτερο γύρο. Η μεγαλύτερη ΑΕΚ όλων των εποχών, ενισχυμένη πια και με τον Μίμη Δομάζο, διέσυρε την πρωταθλήτρια Πορτογαλίας, σε μια βραδιά ποδοσφαιρικής τελειότητας. 

Στον πάγκο υπήρχε πλέον ο Ferenc Puskás, αλλά η ομάδα ήταν η ίδια (με τον Μίμη Δομάζο στη θέση του Μίμη Παπαϊωάννου), που είχε κατακτήσει το νταμπλ του 1978! Αλλά, και σε μεγάλο βαθμό η ίδια που είχε φτάσει ως τα ημιτελικά του Κυπέλλου UEFA το 1977. Ήταν μια ομάδα αστέρων που ευτύχησε να συνδυάσει την κλάση της με πολύ μεγάλη ρέντα εκείνο το βράδυ, καθώς προηγήθηκε με 3-0 στο 20’, με 4-0 στο ημίχρονο και είχε κλείσει το σκορ από το 60’! 

Τα γκολ άρχισαν από τόσο νωρίς, ώστε η μετάδοση της ΕΡΤ έχασε το πρώτο γκολ, του Dušan Bajević (Ντούσαν Μπάγεβιτς), στο 3’, με κεφαλιά, από σέντρα του Τάκη Νικολούδη! Το γκολ δεν υπάρχει σε κανένα βίντεο αρχείου! Ο κορυφαίος της βραδιάς, Χρήστος Αρδίζογλου, έκανε με ατομική προσπάθεια το 2-0 στο 16΄και ο Bajević με νέα κεφαλιά, μετά από ωραία σέντρα του Θωμά Μαύρου, το 3-0, στο 20’. Το σκορ ημιχρόνου έκλεισε με το βολέ του Κύπριου Τάσου Κωνσταντίνου στο 39’! 

Η Πόρτο μείωσε στο 50’ με τον Toni μετά από λάθος του Λάκη Νικολάου και τότε ήταν που φάνηκε πόσο πολύ ήθελε η μπάλα την ΑΕΚ εκείνο το βράδυ. Όταν στο 58’ η ΑΕΚ κέρδισε φάουλ, ο Νικολάου, ήθελε να … πατσίσει το λάθος του και το κατάφερε! Ο Νικολούδης εκτέλεσε το φάουλ και ο Νικολάου έκανε με κεφαλιά το 5-1. Δύο λεπτά μετά, οι 27.752 φίλαθλοι (5.570.760 δρχ. οι εισπράξεις) παραληρούσαν με το 6-1 από τον Θωμά Μαύρο μετά από σέντρα του Αρδίζογλου. 


Μετά τη λήξη, νικητές και ηττημένοι δεν πίστευαν αυτό που είχαν δει. «Έχετε ξαναδεί τόσο μεγάλη ομάδα;» δήλωνε εκστασιασμένος ο δημιουργός της, Λουκάς Μπάρλος! Ακόμα και ο παρατηρητής της UEFA εγκωμίαζε την ΑΕΚ! Ο Τάκης Νικολούδης ομολόγησε ότι «… τώρα πάμε στην Πορτογαλία για τουρισμό!». Όμως αυτό, λίγο έλειψε να… κάψει την ΑΕΚ που, βρέθηκε να αγωνιά στη ρεβάνς ακόμα και για την πρόκριση, καθώς έχασε με 4-1 (από 0-1!). Δεν θα μπορούσε, όμως, μια τέτοια νίκη να ανατραπεί. 


Η ΑΕΚ προκρίθηκε στον 2ο γύρο του «Κυπέλλου Πρωταθλητριών» και στην επόμενη φάση, αντιμετώπισε την πρωταθλήτρια Αγγλίας Nottingham Forest FC (Νότιγχαμ Φόρεστ) του Brian Clough (Μπράιαν Κλάφ), από την οποία αποκλείστηκε με δύο ήττες. 

Πρώτη φορά Ευρώπη

 Το «Κύπελλο Πρωταθλητριών Ομάδων Ευρώπης», ο πρόγονος του σημερινού «Champions League» (Τσάμπιονς Λιγκ), είναι η κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση της UEFA και ξεκίνησε την περίοδο 1955-1956, με την ονομασία «European Cup» (Ευρωπαϊκό Κύπελλο). Τρία (3) χρόνια μετά την έναρξη του θεσμού, την περίοδο 1958-1959, καλείται για πρώτη φορά ελληνική ομάδα να εκπροσωπήσει τη χώρα μας στην κορυφαία τη τάξει ευρωπαϊκή διασυλλογική διοργάνωση. Το «βαρύ φορτίο» έπεσε στον τότε πρωταθλητή Ελλάδας, Ολυμπιακό ΣΦ Πειραιώς, ο οποίος κληρώθηκε με την τουρκική Beşiktaş J.K. (Μπεσίκτας). Λόγω όμως του τεταμένου κλίματος της εποχής στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η ομάδα του Πειραιά, σε συνεννόηση με την Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία αρνήθηκε να αγωνισθεί και παραιτήθηκε της πρόκρισης! Έτσι, οι «Ερυθρόλευκοι» αποκλείστηκαν άνευ αγώνα και το ελληνικό ντεμπούτο στο «Κύπελλο Πρωταθλητριών» πήρε παράταση για ένα ακόμη χρόνο.


Για πρώτη φορά, λοιπόν, ελληνική ομάδα μετέχει σε ευρωπαϊκή διασυλλογική διοργάνωση, την περίοδο 1959-1960. Είναι ο πρωταθλητής της προηγούμενης χρονιάς, πάλι ο Ολυμπιακός, του Ιταλού τεχνικού Bruno Vale (Μπρούνο Βάλε). Αντίπαλός του, η ιταλική AC Milan (Μίλαν), την οποία υποδέχτηκε στο «Ποδηλατοδρόμιο», μετέπειτα «Στάδιο Γεώργιος Καραϊσκάκης», στις 13 Σεπτεμβρίου του 1959 στις 16.30 το μεσημέρι, αφού το γήπεδο δεν διέθετε προβολείς! Σύγκριση μεταξύ των δύο ομάδων δεν υπήρχε. Οι περισσότεροι φίλαθλοι όμως, είδαν το ματς αυτό ως μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να παρακολουθήσουν μια ομάδα από τις καλύτερες στην Ευρώπη. Τηλεόραση δεν υπήρχε τότε και η δυνατότητα να δεις από κοντά κάποιους παίκτες μεγάλης αξίας δεν υπήρχε. Διαιτητής του αγώνα ήταν ο Αυστριακός Fritz Seipelt (Φριτς Σάιπελτ), με επόπτες γραμμών τους συμπατριώτες του Haberfelder (Χαμπερφέλντερ) και Seiten (Σάϊτεν)

Το παιχνίδι έληξε ισόπαλο 2-2. Ο Κώστας Παπάζογλου, στο 19ο λεπτό, με κεφαλιά άνοιξε το σκορ, μετά απο εκτέλεση κόρνερ του Ηλία Υφαντή. Ο José Altafini (Ζοζέ Αλταφίνι), στο 33ο λεπτό, θα ισοφαρίσει, επίσης με κεφαλιά, ύστερα από ολιγωρία των Θανάση Σούλη και Μίμη Στεφανάκου, σε σέντρα του Giancarlo Danova (Τζιανκάρλο Ντανόβα). Στο 45ο λεπτό, ο Ηλίας Υφαντής, με ονειρώδη προσπάθεια ανάμεσα στους Vincenzo Occhetta (Βιντζέντζο Οκέτα) και Cesare Maldini (Τζέζαρε Μαλντίνι), μετά από μπαλιά ακριβείας του Θανάση Μπέμπη, θα δώσει ξανά το προβάδισμα στους «Ερυθρολεύκους», με 2-1. Αυτό ήταν και το σκορ ημιχρόνου. Το τελικό αποτέλεσμα, 2-2,  διαμορφώθηκε από κεφαλιά πάλι του Altafini στο 76ο λεπτό, ύστερα από εκτέλεση φάουλ από αριστερά του Nils Liedholm (Νιλς Λίντχολμ), που κέρδισε ο ίδιος από τον Κώστα Πολυχρονίου.

Κόπηκαν 20.482 εισιτήρια, τα οποία απέφεραν το εκπληκτικό ρεκόρ των 1.268.000 δρχ, ποσό απίστευτο για την εποχή! Αναλυτικά πουλήθηκαν:
  • 5.482 αριθμημένα εισιτήρια και εισπράχθηκαν 548.200 δρχ.
  • 14.000 απλά εισιτήρια και εισπράχθηκαν 700.000 δρχ.
  • 1.000 στρατιωτικά εισιτήρια και εισπράχθηκαν 20.000 δρχ.
Από την αφαίρεση των φόρων και των κρατήσεων του γηπέδου οι «Ερυθρόλευκοι» έβαλαν καθαρά στο ταμείο τους 640.691 δρχ. Από αυτές πλήρωσαν 100.000 δρχ για έξοδα διοργάνωσης και άλλα 250.000 για το ταξίδι της ρεβάνς στην Ιταλία. Τότε δεν υπήρχαν τηλεοπτικά δικαιώματα και τα σχετικά. Απλά στο τότε «Κύπελλο Πρωταθλητριών», η γηπεδούχος ομάδα έπαιρνε όλα τα χρήματα από τα εισιτήρια του αγώνα στην έδρα της!


Στα αξιοσημείωτα …
  • Ο ύμνος του Ολυμπιακού παίχτηκε 32 φορές από τα μεγάφωνα του γηπέδου μέχρι να αρχίσει το ματς.
  • Οι μαυραγορίτες εισιτηρίων ήταν φαινόμενο συνηθισμένο για την εποχή. Αρκετοί λοιπόν είχαν προμηθευτεί πολλά εισιτήρια που τα πουλούσαν σε αστρονομικές τιμές. Αυτό περίμεναν να γίνει και λίγο πριν το ματς. Όμως τότε το Φάληρο έμοιαζε περισσότερο εξοχή. Έπρεπε να πάρεις το τρένο και να πας. Οι περισσότεροι φίλαθλοι ξέροντας ότι δεν υπάρχουν «μαγικά χαρτάκια» αποφάσισαν να μείνουν σπίτι και ν’ ακούσουν το ματς από το ραδιόφωνο. Οι μαυραγορίτες δεν βρήκαν αγοραστές κι αναγκάστηκαν να πουλήσουν εισιτήρια κάτω του κόστους!
  • Ο αγώνας είχε ξεσηκώσει όλους τους Έλληνες φιλάθλους. Ακόμα και τους αντίπαλους του Ολυμπιακού, Έλληνες ποδοσφαιριστές. Έτσι, αντιπροσωπεία ποδοσφαιριστών του Παναθηναϊκού με τους Γιάννη Νεμπίδη, Κώστα Λινοξυλάκη και Σωτήρη Αγγελόπουλο, επισκέφθηκαν τους «Ερυθρόλευκους» στο ξενοδοχείο που είχαν καταλύσει, τους προσέφεραν ανθοδέσμη, φωτογραφήθηκαν μαζί τους και τους ευχήθηκαν «Καλή Επιτυχία»!
Στη ρεβάνς, στις 23 Σεπτεμβρίου, ο πρωταθλητής Ελλάδος ηττήθηκε με 3-1 στο «San Siro» («Σαν Σίρο») και αποκλείστηκε απ’ τη συνέχεια του θεσμού.

Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2015

Η Ομάδα - Φάντασμα

Ως «La Selección Fantasma» (Η Ομάδα Φάντασμα), είναι καταγεγραμμένη στην Παγκόσμια Ποδοσφαιρική Ιστορία, η «εναλλακτική» εθνική ομάδα της Αργεντινής, η οποία «επιστρατεύτηκε» τον Σεπτέμβριο του 1973 από τον τότε εθνικό προπονητή Ομάρ Σίβορι (Omar Sívori), με στόχο να αντιμετωπίσει την εθνική ομάδα της Βολιβίας, στην πρωτεύουσα της δεύτερης, την Λα Παζ, που βρίσκεται σε υψόμετρο 4.000 μέτρων στην οροσειρά των Άνδεων. Οι ιδιαιτερότητες για τους οργανισμούς που δεν έχουν συνηθίσει να αγωνίζονται σε τέτοιες συνθήκες είναι πολλές και δυσεπίλυτες, με κυριότερη την έλλειψη οξυγόνου και αποτέλεσμα αρκετές ομάδες να αντιμετωπίζουν τρομερά προβλήματα κατά την διάρκεια των αγώνων σε αυτό το υψόμετρο.


Με τον όρο αυτό εννοούνται, η ειδικών συνθηκών προετοιμασία παράλληλα με την παντελή έλλειψη οργάνωσης από την Αργεντίνικη Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία, αλλά και την έλλειψη οποιασδήποτε δημοσιογραφικής ενημέρωσης και όλες αυτές οι καταστάσεις που αντιμετώπισαν σε ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες αυτοί οι άνθρωποι και διαδραματίστηκαν για ένα χρονικό διάστημα περίπου 75 ημερών πριν τον αγώνα. Το παιχνίδι πραγματοποιήθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου του 1973 στο ''Εστάδιο Ολίμπικο Ερνάντο Σίλες'' της Λα Παζ μπροστά σε 30.000 θεατές και έληξε με νίκη της Αργεντινής με 1-0, μια νίκη που της έδωσε και μεγάλο πλεονέκτημα για την πρόκριση στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974, στην Δυτική Γερμανία, που δεν ήθελε να χάσει για κανένα λόγο, μιας και ΔΕΝ είχε συμμετάσχει στην διοργάνωση του Μέξικο το 1970 και ήταν η επόμενη διοργανώτρια! Πολλοί από του ποδοσφαιριστές αυτούς, πέραν του γεγονότος ότι συμμετείχαν σε μια εξαντλητική διαδικασία γνωρίζοντας ότι ΔΕΝ θα αγωνιστούν στον συγκεκριμένο αγώνα, δεν ξανακλήθηκαν ποτέ ξανά στην εθνική ομάδα!


Τα προκριματικά για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974 στην Νότιο Αμερική, γίνονταν με ένα σύστημα το οποίο περιελάμβανε ομίλους των τριών (3) ομάδων. Η Αργεντινή, είχε πάρει ήδη τη διοργάνωση του 1978 και δεν ήθελε, σε καμία περίπτωση, να λείπει από το Μουντιάλ του 1974 στα γήπεδα της Δυτικής Γερμανίας. Ειδικά από τη στιγμή που είχε αποτύχει να προκριθεί το 1970 στο Μέξικο, όταν και αποκλείστηκε από το Περού. Η χώρα γενικά βρισκόταν σε μια περίεργη κατάσταση και το ίδιο χάος επικρατούσε και στο ποδόσφαιρό της. Προπονητής είχε αναλάβει, τον Αύγουστο του 1972, ο θρυλικός Ομάρ Σίβορι (Omar Sívori), σε μια αρκετά παράξενη απόφαση της Ομοσπονδίας, αφού ο Σίβορι ήταν μεν τεράστιο ποδοσφαιρικό μέγεθος, είχε όμως εμπειρία μόλις 3 ετών ως προπονητής.

Ένα από τα αρχικά σχήματα της επιλογής, όπως εμφανίστηκε σε  αγώνα στη Τιλκαρά.
Κάτω, δεύτερος από δεξιά ο Χουάν Ραμόν Ρότσα.

Ο φόβος για αποτυχία κάνει τον κόουτς να φυλάει τα έρμα και έτσι γεννιέται η περίφημη «La Selección Fantasma», «Η Εθνική Φάντασμα» της Αργεντινής! Σκεφτείτε κάτι σαν την Ομάδα Α, σαν μια ομάδα επίλεκτων-κομάντο, αλλά με πολύ λιγότερη δόξα και καθόλου μέσα! Ο Σίβορι δίνει την εντολή στον βοηθό του, τον Μιγκέλ Ιγνομιριέγιο (Miguel Ignomiriello) να φτιάξει μια «παράλληλη» ομάδα που θα κάνει ειδική προετοιμασία για τον αγώνα της Βολιβίας. Το σύνολο, αποτελείται από παίκτες που παίζουν σε ομάδες της Αργεντινής και γενικά, δεν ήταν συχνά μέλη της εθνικής ομάδας και από ορισμένα ταλέντα της εποχής. Ο βοηθός τους παίρνει μαζί του στην Τιλκάρα, μια κωμόπολη στους πρόποδες των Άνδεων, στην επαρχία Χουχούι, στα περίπου 3.000 μέτρα!

Με το Νο 13 είναι ο Μάριο Κέμπες και δεξιά του ο Άλντο Πόι

Η παντελής έλλειψη οργάνωσης της Ομοσπονδίας, το δυσπρόσιτο της περιοχής και η έλλειψη σύγχρονής τεχνολογίας, έχει ως αποτέλεσμα η «παράλληλη» εθνική να μην διαθέτει κανέναν τρόπο επικοινωνίας με το κέντρο και έτσι κερδίζει γρήγορα το παρατσούκλι της από έναν δημοσιογράφο της εποχής. Στην «ομάδα φάντασμα» βρίσκονται και αρκετά ταλέντα, δύο εκ των οποίων αργότερα εξελίχθηκαν σε παίκτες-σταθμούς του αργεντίνικου ποδοσφαίρου: ο εμβληματικός Ρικάρντο Μποτσίνι (Ricardo Bochini) που έπαιξε 20 χρόνια στην Ιντεπεντιέντε αφήνοντας εποχή και ο μεγάλος Μάριο Κέμπες (Mario Kempes). Ο τελευταίος στην βιογραφία του μιλάει για την ομάδα φάντασμα:
«Η Ομοσπονδία μaς είχε ξεχάσει και περνούσαμε πολύ άσχημα. Ήμασταν σε ένα ξενοδοχείο της κακιάς ώρας και δεν είχαμε χρήματα ούτε για να φάμε. Είχαμε δυο κλεισμένα φιλικά και τελικά καταλήξαμε να παίξουμε εφτά ή οχτώ για να έχουμε χρήματα να φάμε. Με τα λεφτά πηγαίναμε στο σούπερ-μάρκετ για να πάρουμε κάτι να φάμε. Γύρισα με 7-8 κιλά λιγότερα!»
Ένας από τους σχηματισμούς της ομάδας-Φάντασμα το 1973. Στην περίπτωση αυτή, στο Κούσκο του Περού  για να αντιμετωπίσει  τη Σιενσιάνο, 5000 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
Όρθιοι , από αριστερά: Troncoso, Glaría, Rubén Galván, Tagliani, Fillol, Baby Cortés. Καθιστοί, από αριστερά: Fornari, Trobbiani, Kempes, Poy και ο  Juan Ramón Rocha.


Ένας άλλος ποδοσφαιριστής, ο Χόρχε Τρονκόσο (Jorge Troncoso), δήλωσε ότι η Ομοσπονδία δεν είχε κλείσει ούτε καν διαιτητές για τα φιλικά και ότι αν δεν ήταν ο προπονητής δεν θα είχαν ούτε φανέλες να παίξουν στα φιλικά, αφού πήγε ο ίδιος και αγόρασε! Η ομάδα έκανε πλήρη περιοδεία περνώντας από το Κουαγιάνο, την Χουχούι, τη Χουμαχουάκα, την Τιλκάρα, το Σαν Σαλβαδόρ της Χουχούι, επιστρέφοντας πάλι πίσω σε Τιλκάρα και Χουμαχουάκα, μετά στην Μίνα Αγουιλάρ -ένα μέρος στα 4.000 μέτρα που κάποτε έβγαζαν ασήμι (!!!) και διάφορα άλλα μέρη όπως την Λίμα, τη πρωτεύουσα του Περού μέχρι να φτάσουν στην Λα Παζ, τη πρωτεύουσα της Βολιβίας! Οι παίκτες με μηδενική ψυχολογία, πονοκεφάλους και απογοητευμένοι αφού πολλοί από αυτούς ήξεραν ότι δεν θα έπαιζαν στο παιχνίδι με την Βολιβία και είχαν περάσει όλη την ταλαιπωρία χωρίς λόγο, προσπαθούσαν να επικοινωνήσουν με κάποιον αρμόδιο αλλά δεν τα κατάφερναν!


Η κανονική εθνική ομάδα της Αργεντινής, την πρώτη αγωνιστική συνέτριψε στο ''La Bombonera'', το γήπεδο της Μπόκα Τζούνιορς με 4-0 τη Βολιβία και στη συνέχεια έφερε 1-1 στην Ασουνσιόν με την Παραγουάη. Τον Σεπτέμβριο του 1973, ήρθε η ώρα της ομάδας-φάντασμα. Τριάντα χιλιάδες Βολιβιανοί στο ''Εστάδιο Ολίμπικο Ερνάντο Σίλες'' υποδέχτηκαν την Αργεντινή στις 23 του μηνός, μια ομάδα που είχε 7 παίκτες από την ομάδα φάντασμα και κάποιους ακόμα που έφτασαν στην Λα Παζ λίγες ώρες πριν αρχίσει το ματς, όπως ο τερματοφύλακας Ντανιέλ Καρνεβάλι (Daniel Carnevalli), ο Ρουμπέν Αγιάλα (Rubén Ayala) και ο Ρομπέρτο Τελτς (Roberto Telch). Πριν τον αγώνα ο δημοσιογράφος Μιγκέλ Τάπια (Miguel Tapia), διευθυντής του  περιοδικού «Hoy Deportivo», έριξε την ιδέα και σε συνεργασία με τον φωτογράφο Λούσιο Φλόρες (Lucio Flores), οι παίκτες έβγαλαν την περίφημη φωτογραφία της ομάδας φάντασμα ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τα όσα πέρασαν. Μετά το τέλος της περιπέτειας, πίσω την Αργεντινή, η φωτογραφία χρησιμοποιήθηκε από την εβδομαδιαία στήλη Goals και προκάλεσε τεράστια αναστάτωση στη δημοσιογραφία και την κοινή γνώμη.


Το παιχνίδι από τον Βραζιλιάνο διαιτητή Arnaldo Coelho, ξεκίνησε με μια ευκαιρία του Κέμπες και μια ευκαιρία για τους γηπεδούχους ύστερα από λάθος της άμυνας. Στο 18ο λεπτό, μετά από πολύ ωραίο συνδυασμό, η μπάλα ήρθε στην περιοχή και ο φορ Όσκαρ Φορνάρι (Oscar Fornari) με μια εντυπωσιακή κεφαλιά-παλομίτα άνοιξε το σκορ. Ήταν το πρώτο και τελευταίο γκολ του Φορνάρι με την «αλμπισελέστε», στην πρώτη και τελευταία του εμφάνιση με το εθνόσημο!  Ένα γκολ που ακόμα και σήμερα το θυμούνται στη χώρα, καθώς έδωσε μια σπουδαία νίκη και δικαίωσε εν μέρει τα μέλη της «εθνικής-φάντασμα»! Ο αγώνας αυτός σηματοδότησε και το επίσημο ντεμπούτο του Μάριο Κέμπες στην εθνική ομάδα της Αργεντινής!


Η "La Selección Fantasma" όπως παρατάχθηκε στον περίφημο αγώνα της 23ης Σεπτεμβρίου του 1973, στη Λα Παζ εναντίον της Βολιβίας. 
Roberto Telch, Daniel Carnevalli, Rubén Glaría, Rubén Ayala, Daniel Tagliani, Rubén Galván, Aldo Poy, Mario Kempes, Oscar Fornari, Angel Bargas y Osvaldo Cortés
Για την ιστορία, η 11άδα της εθνικής Αργεντινής, «η ομάδα-Φάντασμα», που παρατάχθηκε τελικά στις 23 Σεπτεμβρίου του 1973, εναντίον της Βολιβίας, στη Λα Παζ και νίκησε με 1-0, απαρτιζόταν από τους: Daniel Carnevalli, Rubén Glaría, Angel Bargas, Daniel Tagliani, Osvaldo Cortés, Roberto Telch (capitán) (76' Marcelo Trobbiani), Rubén Galván, Aldo Poy, Oscar Fornari, Rubén Ayala και Mario Kempes (64' Ricardo Bochini).



ΠΗΓΕΣ: sombrero.gr - canchallena.lanacion.com.ar - la-pelota-no-dobla.blogspot.gr  - nodigagoldigakempes.blogspot.gr

Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2015

Το ζέσταμα του Πειρατικού

Σαν σήμερα, στις 12 Σεπτεμβρίου του 1979, η εθνική Ελλάδος του Αλκέτα Παναγούλια, στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, νικά με 1-0 την Σοβιετική Ενωση του Konstantin Beskov (Κονσταντίν Μπεσκόφ) και προκρίνεται για πρώτη φορά στην ιστορία της στα τελικά του «Κυπέλλου Εθνών Ευρώπης»! 

Το ιστορικό γκολ σημείωσε ο Τάκης Νικολούδης στο 25ο λεπτό, με πλασέ, μετά από ονειρεμένο «σλάλομ» του Γιώργου Δεληκάρη. Η Σοβιετική Ενωση, είχε τότε στις τάξεις της μεγάλους παίκτες, όπως τον Rinat Dasayev (Ρινάτ Ντασάεφ), τον Aleksandr Bubnov (Αλεξάντρ Μπουμπνόφ), τον Vagiz Khidiyatullin (Βανγκίζ Χιντιατούλιν), τον Yuri Gavrilov (Γιούρι Γκαβρίλοφ), τον Ramaz Shengelia (Ραμάζ Σενγκέλια) και τον αρχηγό της Aleksandr Makhovikov (Αλεξάντρ Μαχοβίκοφ). Ήταν το μεγάλο και ξεκάθαρο φαβορί, εκείνη τη «Μεγάλη Τετάρτη» του ελληνικού ποδοσφαίρου, όπως ονομάστηκε, λόγω της επίτευξης του θριάμβου. Το γκολ του Τάκη Νικολούδη, στο Α’ ημίχρονο, δημιούργησε ενθουσιασμό στους 25.000 και πλέον φιλάθλους, που είχαν κατακλύσει τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας και τελικά, η ομάδα τα κατάφερε να ταξιδέψει στα τελικά της Ιταλίας. 

Το ελληνικό ποδόσφαιρο πάσχιζε να βγει από την αφάνεια τη δεκαετία του 1970. Σε αυτό, συνετέλεσαν οι επιτυχίες του Παναθηναϊκού, στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1971 και της ΑΕΚ στα ημιτελικά του Κυπέλλου UEFA, την περίοδο 1976 - 1977. 

Στην προκριματική φάση του «Κυπέλλου Εθνών Ευρώπης» του 1980, η εθνική Ελλάδος, κληρώθηκε με αντιπάλους τη Σοβιετική Ένωση, την Ουγγαρία και τη Φινλανδία. Ο όμιλος, θεωρήθηκε ουδέτερος, δηλαδή ούτε εύκολος ούτε δύσκολος. Οι Σοβιετικοί είχαν σπουδαίους παίκτες, όπως προανέφερα, αλλά όχι τόσο αξιόπιστη ομάδα. Η Ουγγαρία είχε μεγάλο παρελθόν, αλλά μέτριο παρόν και η Φινλανδία ήταν ο εύκολος αντίπαλος, όπως πολλοί πίστευαν τότε. Ο πρώτος του ομίλου θα πήγαινε στην Ιταλία. 

Στις 24 Μαΐου του 1978, στο Ολυμπιακό Στάδιο του Ελσίνκι, η εθνική μας έχασε με 3-0 από τους Φινλανδούς, στην πρεμιέρα των υποχρεώσεών της, απογοητεύοντας τον κόσμο της. Ακολούθησε μια ακόμη ήττα, φυσιολογική αυτή τη φορά, στις 20 Σεπτεμβρίου στο Yerevan (Ερεβάν) της Αρμενίας, από τη Σοβιετική Ένωση, με 2-0. 

Ένα μήνα αργότερα,
η εθνική μας, συνέτριψε τη Φινλανδία με 8-1 στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Ακολούθησε ένας ακόμη θρίαμβος, επί της Ουγγαρίας στο Καυτατζόγλειο με 4-1. Η Ελλάδα, πήρε τον πρώτο της εκτός έδρας βαθμό στο 0-0 με την Ουγγαρία, στις 2 Μαΐου του 1979 και έδωσε τον υπέρ πάντων αγώνα με τη Σοβιετική Ένωση! 

Δείτε ένα video με τα κυριότερα στιγμιότυπα του αγώνα: 

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2015

Χαμένες ελπίδες

Το απόγευμα της 6ης Σεπτεμβρίου του 1979, γύρω στις στις 16:30, στην εθνική οδό Αθηνών-Λαμίας, ένα Citroen με αριθμό κυκλοφορίας ΤΗ-9891, έτρεχε στο βρεγμένο δρόμο. Μετέφερε τρεις ποδοσφαιριστές της ΑΕ Λάρισας, που έτρεχαν για να προλάβουν τη προπόνηση της εθνικής ελπίδων στην Αθήνα, στις 5 το απόγευμα.

Είχαν φύγει καθυστερημένοι από τη Λάρισα στις 12:30


Αυτοί ήταν οι:
ο Δημήτρης Κουκολίτσιος, 19 χρόνων ...
ο Δημήτρης Μουσιάρης, 20 χρόνων και ...
ο Γιάννης Βαλαώρας, 21 χρόνων.
Σε λίγες μέρες, οι δύο πρώτοι, θα έφευγαν για την Οδησσό για τον επίσημο αγώνα με την ΕΣΣΔ!

Περίμεναν τον Δημήτρη Μουσιάρη να γράψει εξετάσεις στα μαθηματικά. Είχε μείνει μετεξεταστέος και ήδη είχε εξασφαλίσει ως μέλος της εθνικής την εισαγωγή του στην Γυμναστική Ακαδημία. Ήταν χαρούμενος που είχε γράψει καλά.

Ο Γιάννης Βαλαώρας, υπηρετούσε τη θητεία του στην Αεροπορία κι είχε πάρει μετάθεση για την Σωματική Αγωγή. Ήθελε να προλάβει κι αυτός να βρίσκεται έγκαιρα στη νέα του μονάδα.

Στο 111ο χιλιόμετρο ένα λεωφορείο του ΚΤΕΛ Λαμίας συγκρούστηκε μετωπικά με το αυτοκίνητο των ποδοσφαιριστών. Σκοτώθηκαν ακαριαία, τόσο ο οδηγός του αυτοκινήτου Δημήτρης Μουσιάρης, όσο και ο Δημήτρης Κουκολίτσιος που βρισκόταν στο πίσω κάθισμα. Ο Γιάννης Βαλαώρας που βρισκόταν στη θέση του συνοδηγού γλύτωσε με θλάση στον αυχένα και εκδορές. Τον έσωσε ένα μαξιλαράκι που είχε βάλει για να κοιμηθεί!

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Χωροφύλακες από τη Λαμία ζήτησαν τη συνδρομή των συναδέλφων τους στη Λάρισα για να αναγνωρίσουν τα δύο πτώματα που είχαν παραμορφωθεί φριχτά!
Υπάρχουν όμως και τρεις παράλληλες ιστορίες που συγκλονίζουν ...
● Ο Μουσιάρης είχε πάρει το δίπλωμα πριν τρεις μήνες. Δεν είχε την πείρα των δύσκολων ταξιδιών.
● Ο Κουκολίτσιος στο ύψος του Αγίου Κωνσταντίνου ζήτησε από τον Βαλαώρα να αλλάξουν θέσεις. Να φύγει από τη θέση του συνοδηγού και να πάει στο πίσω κάθισμα για να μπορέσει να κοιμηθεί επειδή ήταν κουρασμένος. Ο Βαλαώρας του έκανε το χατίρι και σώθηκε!
● Οι άνθρωποι της Λάρισας τους συνέστησαν να πάνε με λεωφορείο στην Αθήνα επειδή ο καιρός δεν ήταν καλός.
Σοκ στη κοινή γνώμη
Ο χαμός των δύο ποδοσφαιριστών συγκλόνισε την κοινή γνώμη. Ήταν η πρώτη φορά που σε τροχαίο δυστύχημα έχαναν τη ζωή τους δύο ποδοσφαιριστές, Και μάλιστα από τις μεγάλες ελπίδες του ελληνικού ποδοσφαίρου.
● Ο Δημήτρης Κουκολίτσιος ήταν γιός ταξιτζή. Άρχισε το ποδόσφαιρο στα 14 χρόνια του στη ΑΕ Λάρισας και ήταν αρχηγός της εθνικής νέων που το 1978 κέρδισε το Βαλκανικό Κύπελλο μέσα στη Τουρκία. Για την επιτυχία του αυτή είχε μπει στα ΤΕΦΑΑ χωρίς εξετάσεις. Ήταν ακραίος κυνηγός.
● Ο Δημήτρης Μουσιάρης είχε γεννηθεί στο Δαμάσι Τυρνάβου και στον τοπικό Δαμασιακό είχε ξεκινήσει την καριέρα του. Το 1976 τον είχε αγοράσει η ΑΕ Λάρισας αντί 150.000 δρχ και ένα χρόνο αργότερα τον πέρασε στους αμοιβόμενους. Αγωνιζόταν στη μεσαία γραμμή.
Παιχνίδια της μοίρας
Ο θείος του Μουσιάρη, Ντάνης, είχε πουλήσει το μοιραίο «Citroën» στον ανιψιό του. Δεν ήθελε να κάνει όμως το ταξίδι για την Αθήνα με τόσο κακό καιρό. Για να τον αποτρέψει του πήρε τα κλειδιά. Ο Μουσιάρης όμως είχε δεύτερα κλειδιά στο χωριό του, πήγε τα πήρε και ξεκίνησε για την Αθήνα.

Ο πατέρας του Κουκολίτσιου, που είχε ταξί στη Λάρισα, προσφέρθηκε να πάει τους παίκτες στη Θεσσαλονίκη κι από εκεί να έπαιρναν αεροπλάνο. Η ΕΠΟ άλλωστε τους είχε στείλει αεροπορικά εισιτήρια. Ο Κουκολίτσος δέχτηκε, αλλά δεν μπόρεσε να πείσει τους δύο φίλους του.

Ο Γιάννης Βαλαώρας νοσηλευόταν στο ΓΝΑ. Όταν του είπαν ότι οι δύο συμπαίκτες του σκοτώθηκαν έπαθε σοκ. Ο ίδιος είπε στους γιατρούς και στο ανακριτικό της τροχαίας:
«Μισή ώρα μετά τα Καμένα Βούρλα όπου φάγαμε σταματήσαμε τη κουβέντα. Έριξα μια ματιά πίσω κι είδα τον Τάκη (Κουκολίτσιο) να κοιμάται. Σε λίγο με πήρε κι εμένα ο ύπνος. Δεν θυμάμαι τίποτα άλλο!».
Οι γιατροί και το νοσηλευτικό προσωπικό του είχαν κρύψει την αλήθεια. Ένας επισκέπτης όμως του θαλάμου 306 είχε μαζί του μια εφημερίδα. Του την έδειξε και του είπε:
  • Άγιο είχες…

Από το retrosport

Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2015

Οι πουθενάδες που έφτασαν στους 16

Η Λατινική Αμερική εντυπωσιάζει, όχι μόνο με το ποδόσφαιρό της και με τις εκπλήξεις της αλλά και τη γραφικότητά της. Με τα διαφόρου είδους δομής και διοργάνωσης πρωταθλήματα που διεξάγονται στην ήπειρο, μέχρι και τις διασυλλογικές διοργανώσεις της CONMEBOL (Η Νοτιοαμερικάνικη Ποδοσφαιρική Συνομοσπονδία) και το πως επιλέγονται οι σύλλογοι που θα συμμετάσχουν σ’ αυτές. Εδώ θα ασχοληθούμε με το "Copa Sudamericana" (Κόπα Σουνταμερικάνα). Το δεύτερο μεγαλύτερο διασυλλογικό τρόπαιο της ηπείρου. Θα σας μιλήσω για αυτήν την κρυφή ηδονή που έχω να ασχολούμαι με τα διαδικαστικά, αλλά και για την μεγαλύτερη έκπληξη όλων των εποχών.

Για κάποιον λόγο, στο «Copa Sudamericana» λοιπόν, η Βραζιλία βγάζει οχτώ (8) ομάδες. Και όταν βγάζεις τόσες πολλές, τότε σίγουρα, αν είσαι Νοτιαμερικάνος, σε τρώει να κάνεις και διάφορα γραφικά! Έτσι λοιπόν, την διοργάνωση του 2015, οι Βραζιλιάνοι, αποφάσισαν να τη ζήσουν έντονα και να βγάλουν 6 ομάδες μέσω του κυπέλλου Βραζιλίας. Αυτό δεν ακούγεται παράλογο θα πει κάποιος. Μόνο που το «Copa do Brasil» (Κύπελλο Βραζιλίας) δεν είχε τελειώσει, όταν ξεκίνησε το «2015 Copa Sudamericana» και ήταν σε εξέλιξη!

Με άλλα λόγια, το «2015 Copa Sudamericana» και το «2015 Copa do Brasil», συνέπεσαν ημερολογιακά από την «Φάση των 16» και μετά! Τι πιο λογικό λοιπόν, για τους Βραζιλιάνους, να πουν ότι: 
«...Όποια ομάδα έχει φτάσει στους 16 του κυπέλλου, χάνει το δικαίωμά της να παίξει στο «Sudamericana» και θα διαλέξουμε τις καλύτερες του περσινού πρωταθλήματος από αυτές που αποκλείστηκαν!» 
Μόνο που η καλύτερη ομάδα στο πρωτάθλημα, [που δεν κέρδισε έξοδο στο «Copa Libertadores» (Λιμπερταδόρες)], από τους κανόνες συμμετοχής της διοργάνωσης, μπαίνει στο κύπελλο Βραζιλίας στους 16, μαζί με αυτές του «Libertadores»! Μούρλια Ε!.

Για το 2015, αυτή ήταν η δόλια η Fluminense FC (Φλουμινένσε) που βγήκε 6η στο περσινό «Brasileirao» (Μπραζιλεϊράο -το πρωτάθλημα Βραζιλίας)! Έχασε έτσι την έξοδο στο "2016 Copa Libertadores» και τελικά καταδικάστηκε να μην παίξει σε καμία διεθνή διοργάνωση αφού πέρασε «μπάι» στους 16. Το ίδιο ισχύει και για ομάδες που έκαναν το λάθος να μην αποκλειστούν πριν τους 16 στο κύπελλο! Μαγείες!

Έπρεπε λοιπόν, να βρουν άλλες 2 ομάδες για το «Sudamericana». Οι Βραζιλιάνοι, αποφάσισαν να δώσουν αυτές τις θέσεις στους κυπελλούχους του «Copa do Nordeste» (Βορειοανατολικό Κύπελλο) και του «Copa Verde» (Πράσινο Κύπελλο). Δεν θα σας κουράσω με το πρώτο, θα σας πω μόνο ότι νικήτρια ήταν η EC Bahia (Μπαΐα) που είχε τερματίσει 18η στο πρωτάθλημα Βραζιλίας του 2014-2015 και αγωνιζόταν, πλέον, στο «Campeonato Brasileiro Série B» (Β' Εθνική)! Κάποιοι, θα πείτε: 
--«... Μα είναι τρελοί αυτοί οι Βραζιλιάνοι; Στέλνουν ομάδα Β' Εθνικής σε διεθνή διοργάνωση;»
Κι εγώ θα σας απαντούσα 
--«... Περιμένετε να ακούσετε για το «Copa Verde» πρώτα!»

Το «Copa Verde», αγαπητοί μου αναγνώστες, είναι ένα κύπελλο που δημιουργήθηκε για πρώτη φορά την περίοδο 2014-2015 και έπαιξαν σ’ αυτό, οι ομάδες της Βόρειας και Κεντροδυτικής Βραζιλίας και ονομάστηκε «Πράσινο Κύπελλο» προς τιμή του Αμαζονίου. Οι ομάδες που αγωνίστηκαν σ’ αυτό ήταν εντελώς φολκλορικές και η νικήτρια του 2014 ήταν η «τεράστια» Brasília Futebol Clube (Μπραζίλια Φουτεμπόλ Κλούμπε), που τελευταία φορά, αγωνίστηκε στην Α' Εθνική της χώρας το 1985! Στο παλμαρέ της είχε 8 τοπικά πρωταθλήματα της Ομοσπονδιακής Περιοχής της Brasília, της πρωτεύουσας της χώρας! Κάντε υπομονή! Γίνεται ακόμα καλύτερο! 

Η Brasília FC έπαιξε στο «Copa Verde» σαν 2η του τοπικού της πρωταθλήματος, μια που έχει να το κατακτήσει από το 1987! Εδώ, δηλαδή, μιλάμε για μια super-λούζερ ομάδα που είχε βγει 2η στα τέσσερα (4) από τα εφτά (7) τελευταία τοπικά πρωταθλήματα (!!!) Κι αν αναρωτιέστε σε ποια εθνική κατηγορία έπαιζε, η απάντηση είναι: 
--«Δεν έπαιζε!»

Κι αυτό γιατί, η τελευταία παρουσία της ήταν το 2013 στο πρωτάθλημα της Δ' Εθνικής της Βραζιλίας, στο οποίο και αγωνίζονται 40 ομάδες. Η Brasília FC κατάφερε να βγει τελευταία στον όμιλό της και να υποβιβαστεί στις χαμηλότερες τοπικές κατηγορίες! Δεν είχε καταφέρει να κερδίσει ξανά την συμμετοχή της στη Δ' Εθνική, μιας και αυτό κρινόταν από το τοπικό πρωτάθλημα.

Με λίγα λόγια, οι Βραζιλιάνοι έστειλαν σε μια διεθνή διοργάνωση που συμμετείχαν μεταξύ άλλων η CA River Plate (Ρίβερ Πλέιτ), η Independiente (Ιντεπεντιέντε), η Atlético Paranaense (Ατλέτικο Παραναένσε), η Nacional (Νασιονάλ) του Mondevideo και η Danubio (Ντανούμπιο), μια ομάδα που δεν είχε καταφέρει ούτε να κερδίσει την συμμετοχή της στη Δ' Εθνική της χώρας, ούτε καν να κατακτήσει το τοπικό της πρωτάθλημα, σε μια περιοχή περίπου 3 εκατομμυρίων κατοίκων, ενώ στην επίσημη κατάταξη της Ομοσπονδίας βρισκόταν στην 109η θέση της χώρας.

Και τώρα πάμε στα εντελώς εξωφρενικά! 
Η Brasília FC, προκρίθηκε στους 16 του «2015 Copa Sudamericana»! Πως; Έφερε 0-0 στον πρώτο της αγώνα απέναντι στην Goiás EC (Γκοϊάς), που έπαιζε στην Α' Εθνική της Βραζιλίας! Άρα, πήγε ως το μεγάλο αουτσάιντερ στον επαναληπτικό. Η Goiás κατέβασε τους βασικούς και η Brasília FC έκανε πιθανότατα την μεγαλύτερη έκπληξη όλων των εποχών στο "Sudamericana" κερδίζοντας με 0-2!

Έγραψε έτσι, ιστορία με την πρόκριση στους 16 του δεύτερου τη τάξη διασυλλογικού τροπαίου της Λατινικής Αμερικής, όντας μια ομάδα που δεν έπαιζε καν στη Δ' εθνική της χώρας της!

Δείτε τα γκολ από το δεύτερο παιχνίδι:


Επεξεργασμένο από το sombrero.gr και πρόσθετες πληροφορίες που αντλήθηκαν από την Wikipedia και την σελίδα της Συνομοσπονδίας για το Copa Sudamericana.

Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2015

Γιόχαν Κρόιφ: Ο Πυθαγόρας του ποδοσφαίρου

O Ολλανδός επιθετικός ή και οργανωτικός μέσος Γιόχαν Κρόιφ (Hendrik Johannes " Johan " Cruijff), γεννήθηκε  στις 25 Απριλίου του 1947, στο Άμστερνταμ. Ως παίκτης, κέρδισε το βραβείο της Χρυσής Μπάλας 3 φορές, το 1971, το 1973 και το 1974. Υπήρξε ο πιο διάσημος εκφραστής της φιλοσοφίας του ποδοσφαίρου είναι έμεινε γνωστή ως «Ολοκληρωτικό Ποδόσφαιρο» που αναπτύχθηκε από τον προπονητή του Ρίνους Μίχελς (Rinus Michels), και θεωρείται ευρέως ως ένας από τους Μεγαλύτερους Παίκτες στην ιστορία του ποδοσφαίρου!  Τη δεκαετία του 1970, η ολλανδική ποδοσφαιρική σχολή βγήκε από την  αφάνεια για να γίνει μια παγκόσμια δύναμη στο άθλημα. Ο Κρόιφ οδήγησε την Ολλανδία στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1974 και βραβεύτηκε με  τη Χρυσή μπάλα ως ο Καλύτερος Παίκτης του τουρνουά. Στον τελικό του 1974, εκτέλεσε μια προσποίηση που στη συνέχεια ονομάστηκε μετά από αυτόν, ως «Cruyff Turn», μια κίνηση που αναπαράγεται πλέον στο σύγχρονο παιχνίδι .


Σε επίπεδο συλλόγων, ξεκίνησε την καριέρα του στον Άγιαξ, όπου κέρδισε 8 τίτλους πρωταθλητή Ολλανδίας, 3 Κύπελλα Πρωταθλητριών και ένα Διηπειρωτικό Κύπελλο. Το 1973, μεταγράφηκε στην Μπαρτσελόνα για μια αμοιβή παγκόσμιο ρεκόρ, κερδίζοντας τον ισπανικό τίτλο στην πρώτη του σεζόν και ονομάστηκε Ευρωπαίος Ποδοσφαιριστής της χρονιάς. Μετά την απόσυρσή του από το παιχνίδι το 1984, έγινε ένας ιδιαίτερα επιτυχημένος προπονητής, πρώτα στον Άγιαξ και αργότερα στη Μπαρτσελόνα.  Παραμένει ένα από τα ισχυρότερα σύμβολα και για τους δύο συλλόγους μέχρι και σήμερα. Ο γιος του Jordi, επίσης, έπαιξε ποδόσφαιρο επαγγελματικά.


Το 1999, ψηφίστηκε ως Ευρωπαίος Ποδοσφαιριστής του αιώνα σε μια εκλογή που πραγματοποιήθηκε από την Διεθνή Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου  και ήρθε 2ος  πίσω από τον Πελέ (Edson Arantes do Nascimento, “Pelé”) στη δημοσκόπηση ως Ποδοσφαιριστής του Αιώνα. Ήρθε 3ος στην ψηφοφορία που διοργανώθηκε από το γαλλικό περιοδικό “France Football”,  από τους νικητές της Χρυσής Μπάλας, για να εκλέξουν τον Παίκτη του Αιώνα. Έχει επιλεγεί για τη Παγκόσμια Ομάδα του 20ου  Αιώνα , το 1998, την Ονειρώδη Ομάδα στην Ιστορία των Παγκοσμίων Κυπέλλων το 2002 και το 2004 ονομάστηκε στην λίστα της FIFA με  τους Μεγαλύτερους Εν Ζωή Παίκτες στον κόσμο!


Θεωρείται ως ένας από τα πιο επιδραστικούς ποδοσφαιριστές στην ιστορία του ποδοσφαίρου! Το στυλ παιχνιδιού του Κρόιφ και η ποδοσφαιρική του φιλοσοφία επηρέασε προπονητές  και ποδοσφαιριστές, συμπεριλαμβανομένων των Φρανκ Ράικαρντ, Πεπ Γκουαρντιόλα, Μίκαελ Λάουντρουπ , Αρσέν Βενγκέρ , Ερίκ Καντονά και Τσάβι. Ο Άγιαξ και η Μπαρτσελόνα είναι μεταξύ των συλλόγων που έχουν αναπτύξει τις περίφημες ποδοσφαιρικές τους ακαδημίες με βάση τις προπονητικές μεθόδους του Κρόιφ! Η προπονητική του φιλοσοφία, τον βοήθησε να θέσει τα θεμέλια για την αναβίωση των διεθνών επιτυχιών του Άγιαξ στη δεκαετία του 1990. Οι επιτυχίες του ισπανικού ποδοσφαίρου,  τόσο σε συλλογικό, όσο  και διεθνές επίπεδο κατά τη διάρκεια των ετών 2008-2012 έχουν αναφερθεί από ειδήμονες του ποδοσφαίρου ως απόδειξη της επίδρασης του Κρόιφ στο σύγχρονο ποδόσφαιρο!Το 2017, ονομάστηκε στους 10 Μεγαλύτερες Προπονητές από την ίδρυση της UEFA, το 1954.


Τον αποκάλεσαν «Ιπτάμενο Ολλανδό», γιατί υπήρχαν στιγμές που νόμιζες πως πετούσε μέσα στο γήπεδο. Στη Βαρκελώνη, οι παλαιότεροι, τον προσφωνούν «El Salvador», δηλαδή «Ο Σωτήρας». Επίσης, τον θεωρούν ως τον πιο ολοκληρωμένο Ολλανδό ποδοσφαιριστή της ιστορίας! Δεν έχουν άδικο, μιας και το όνομά του έχει μείνει χαραγμένο τόσο στη μνήμη όσων τον έζησαν από κοντά, όσο και σε αυτών που θαύμασαν έστω και μία ενέργειά του.

Ο λόγος, για τον κορυφαίο Ευρωπαίο βιρτουόζο του αθλήματος για τον 20ο αιώνα, Johan Cruijff (Γιόχαν Κρόιφ, όπως έχει επικρατήσει στα ελληνικά. Κανονικά, προφέρεται Κρæιφ. Ακούστε το στα ολλανδικά). Το πραγματικό πλήρες όνομα του είναι Hendrik Johannes Cruijff. Αυτό που ακολουθεί, είναι ένα αφιέρωμα φτιαγμένο με πολύ μεράκι, για μία από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες που ανέδειξε ποτέ το ποδόσφαιρο και ο αθλητισμός, γενικότερα. Τον Johan Cruijff του Ajax, της Barça, της Ολλανδίας.

Τον Johan Cruijff όλου του κόσμου!


Ο Θρύλος
Όταν μιλάμε για ποδόσφαιρο, δύο ονόματα έρχονται κατευθείαν στο μυαλό: Pelé και Maradona. Ωστόσο, υπάρχει ένας ποδοσφαιριστής που με την προσωπικότητα και τις ικανότητες του, διεκδικεί επάξια την κορυφαία θέση στο πάνθεον του δημοφιλέστερου αθλήματος στον κόσμο. Ο λόγος για τον επονομαζόμενο και ως «Ιπτάμενο Ολλανδό», τον Johan Cruijff.
«Το ποδόσφαιρο είναι απλό. Αλλά το πιο δύσκολο πράγμα είναι να παίξεις απλό ποδόσφαιρο.»
Johan Cruijff


Ο Cruijff με την απίστευτη διορατικότητα του και την σχεδόν μαθηματική χρήση των διαστάσεων του γηπέδου, ήταν ο «Πυθαγόρας με ποδοσφαιρικά παπούτσια», όπως πολύ εύστοχα τον είχε παρομοιάσει ο David Miller (Ντέιβιντ Μίλερ), τέως επικεφαλής του αθλητικού τμήματος των Times, καθώς η πολυπλοκότητα σε αυτό που παρουσίαζε, αλλά και η ακρίβεια στις κάθετες πάσες του δεν είχαν προηγούμενο! Κανένας άλλος παίκτης δεν μπορεί να καυχιέται ότι υπήρξε η επιτομή του «Totaalvoetvbal» («Ολοκληρωτικό Ποδόσφαιρο») που οραματίστηκε ο τεράστιος Rinus Mihels (Ρίνους Μίχελς), με την καινοτόμα για την εποχή του τακτική και τις συνεχείς εναλλαγές θέσεων των παικτών, εντός αγωνιστικού χώρου.

Ο Cruijff μπορούσε να αγωνιστεί ως καθαρός επιθετικός, στα άκρα της επίθεσης αλλά και πίσω από τον επιθετικό. Ένα πραγματικό εργαλείο που χρησιμοποιούσε εξίσου καλά και τα δύο πόδια, με αέρινο (εξ αυτού και το προσωνύμιο «Ιπτάμενος») και πρωτόγνωρο για εκείνη την εποχή αγωνιστικό στυλ, όπως ήταν και ο αριθμός στην φανέλα του, το Νούμερο 14. Με εκπληκτική επιτάχυνση στα πρώτα μέτρα, σταματούσε ξαφνικά να τρέχει λες και ο διαιτητής είχε διακόψει τον αγώνα, σήκωνε τα χέρια δίνοντας κατευθύνσεις στους συμπαίκτες του και έπειτα ξεκινούσε ξανά, εξίσου γρήγορα, σκορπίζοντας τους δύσμοιρους αμυντικούς στο διάβα του. Ψηλόλιγνος με μακριά μαλλιά, μανιακός καπνιστής (η «Camel» θα μπορούσε να του στήσει ανδριάντα) υπήρξε μια προσωπικότητα που σημάδεψε την μεταπολεμική Ολλανδία.
«Στη διάρκεια ενός παιχνιδιού, ο μέσος όρος που ένας παίκτης έχει τη μπάλα στα πόδια του, είναι 3 λεπτά. Για να καταλάβεις πόσο καλός είναι, πρέπει να κοιτάξεις τι κάνει τα υπόλοιπα 87»
Johan Cruijff
Όλα τα παραπάνω συνδυαζόταν με μια σχεδόν επαναστατική αγωνιστική συμπεριφορά. Ο Cruijff ήταν ο τακτικιστής υπολοχαγός (κυρίως) του Mihels στον αγωνιστικό χώρο, κάτι σαν βοηθός προπονητή δηλαδή. Αλλά και με τις ενέργειες του, εκτός αγωνιστικών χώρων, πρωτοπόρησε στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο όσον αφορά στα δικαιώματα και τις αμοιβές των ποδοσφαιριστών. Ήταν επίσης και από τους πρώτους που είχε προσωπικό συμβόλαιο με εταιρεία αθλητικής ένδυσης, την «Puma». Κατάφερε επίσης να εμπνεύσει και να γίνει μια ψυχή, ένα σώμα, με δύο λαούς. Τους Ολλανδούς και τους Καταλανούς!



Τα πρώτα χρόνια
Γεννήθηκε στις 25 Απριλίου του 1947. Προερχόμενος από φτωχή και εργατική οικογένεια από το ανατολικό Amsterdam (Άμστερνταμ), ο Johan αγάπησε από πολύ μικρός το ποδόσφαιρο και εργάστηκε επίσης από πολύ μικρή ηλικία, βοηθώντας αρχικά τους γονείς του στο μανάβικο που διατηρούσαν. Η οικογένειά του δεν στάθηκε εμπόδιο στο να ενταχθεί σε ηλικία 10 ετών στις ποδοσφαιρικές ακαδημίες του AFC Ajax (Άγιαξ). Άλλωστε, το σπίτι του βρισκόταν σε μικρή απόσταση από το γήπεδο του Αίαντα και σε συνδυασμό με την μεγάλη του αγάπη για την μπάλα βρέθηκε να συναγωνίζεται τα πιτσιρίκια της μικρής ομάδας. Οι ακαδημίες του Ajax ήταν ήδη διάσημες από την εποχή ακόμη του Άγγλου προπονητή Jack Reynolds (Τζακ Ρέινολντς), ο οποίος συνήθιζε να περνάει 14 ώρες το 24ωρο, στο προπονητικό κέντρο του συλλόγου, για να είναι σίγουρος ότι όλες οι ομάδες νέων προπονούνταν με το ίδιο ακριβώς σύστημα που χρησιμοποιούσε και η ομάδα ανδρών και έδινε επίσης ιδιαίτερη έμφαση στις ασκήσεις με την μπάλα! Η ίδια φιλοσοφία διατηρήθηκε και μετά την άφιξη του Mihels στο Amsterdam.
Ο Cruijff, μπροστά, τέταρτος από αριστερά, ποζάρει μετά την κατάκτηση ενός τροπαίου, στις ακαδημίες του Ajax (1959)
Το 1959 ήταν μια δύσκολη χρονιά για τον Cruijff που έχασε τον πατέρα του από καρδιακή προσβολή. Ο 12χρονος πιτσιρικάς περισσότερο εμπνεύστηκε, παρά απογοητεύτηκε από την οικογενειακή του απώλεια. Αποφάσισε ότι θα πάλευε να κάνει μεγάλη καριέρα εις μνήμη του γονιού του και έτσι έγινε. Στο μεταξύ, η μητέρα του για να αντεπεξέλθει στις οικονομικές δυσκολίες αναγκάστηκε να κλείσει την οικογενειακή τους επιχείρηση και εργάστηκε στον Ajax ως καθαρίστρια. Λίγο αργότερα παντρεύτηκε έναν άνθρωπο του Αίαντα, τον Henk Angel (Χενκ Έιντζελ), ο οποίος επίσης θα έπαιζε καθοριστικό ρόλο στην καριέρα του Johan, ο οποίος τον αγάπησε όπως και τον βιολογικό του πατέρα, αλλά δυστυχώς τον έχασε και αυτόν, όταν ήταν 35 χρονών. 
«Η μητέρα μου καθάριζε τα αποδυτήρια του Ajax. Ακόμα και σήμερα όταν μπαίνω σε αποδυτήρια έχω ένα περίεργο συναίσθημα. Για μένα τα αποδυτήρια είναι ένα ιερό μέρος.»
Johan Cruijff 
Όντας κακός μαθητής, άφησε το σχολείο στην ηλικία των δεκατριών και έπιασε δουλειά στην επιχείρηση ενός μέλους του ΔΣ του Ajax. Είχε έτσι την ευκαιρία να προπονείται τα πρωινά και να εργάζεται τα απογεύματα, υπό την επίβλεψη και την καθοδήγηση του van Vin (βαν Βιν), ενός προπονητή που σύμφωνα και με τον Cruijff, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ατομική του εξέλιξη. Η πρόοδος του και η πειθαρχία που επιδείκνυε ήταν θαυμαστή και ως ανταμοιβή, ο Ajax τον επέλεξε ως ένα από τα ball boys στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών του 1962 μεταξύ των Benfica SCL και Real Madrid CF (5-3). Εκεί είδε για πρώτη φορά από κοντά έναν παίκτη που τον στιγμάτισε. Τον Alfredo Di Stefano (Αλφρέδο ντι Στέφανο).
Έναν χρόνο αργότερα, στις 25 Απριλίου του 1963 υπέγραψε το πρώτο επαγγελματικό του συμβόλαιο σε ηλικία μόλις 16 χρονών (σπάνιο για εκείνη την περίοδο) με τον Ajax ο οποίος συνήθιζε να προωθεί νεαρούς από τις ακαδημίες του στην πρώτη ομάδα, ποτέ όμως σε τόσο νεαρή ηλικία! Ο μικρός «μαέστρος» της μπάλας, ο οποίος ξεχώριζε από τα υπόλοιπα παιδιά, λόγω της ταχύτητάς του, αλλά και του ιδιόρρυθμου χαρακτήρα του, βρέθηκε στην πρώτη ομάδα! Αν και μικρός για ένα τόσο μεγάλο βήμα, ο Cruijff αψήφησε τους κανόνες της λογικής και αποτέλεσε σχεδόν αμέσως βασικό και αναπόσπαστο κομμάτι του συλλόγου.



Επαγγελματισμός και η γνωριμία με τον Mihels
Το ντεμπούτο του με την πρώτη ομάδα, έγινε υπό της οδηγίες ενός άλλου Άγγλου προπονητή, του Vic Buckingham (Βικ Μπάκινχαμ). Έπαιξε συνολικά σε 10 παιχνίδια στην παρθενική του χρονιά, πετυχαίνοντας συνολικά 3 γκολ, ωστόσο η 13η θέση στην οποία τερμάτισε ο Ajax, οδήγησε στην απομάκρυνση του Buckingham και την άφιξη του Rinus Mihels.
Ο Mihels, που είχε νωρίτερα κάνει τεράστια καριέρα ως ποδοσφαιριστής φορώντας για 12 χρόνια την φανέλα του Αίαντα και σκοράροντας 122 γκολ σε 264 αγώνες, ήταν επίσης και ένας άνθρωπος που λάτρευε να κάνει… πλάκες. Όταν ακόμα ήταν παίκτης, είχε εμφανιστεί μεταμφιεσμένος ως γυναίκα στο ξενοδοχείο της αποστολής της ομάδας του, πριν από έναν εκτός έδρας αγώνα! Η συμπεριφορά του όμως μετέπειτα ως προπονητής, ήταν αυστηρά επαγγελματική.
«Σε επίπεδο φυσικής κατάστασης ήμουν πολύ αδύναμος. Τότε δεν υπήρχαν γυμναστήρια. Αναγκαζόμουν να κουβαλώ συμπαίκτες μου για να δυναμώσω, κάποιες φορές ζύγιζαν 50 κιλά, κάποιες άλλες 60 ...»
Johan Cruijff 
Ο Cruijff με το βραβείο του καλύτερου Ολλανδού παίκτη για το 1967. Ήταν το πρώτο από τα πέντε συνολικά τέτοια τρόπαια στην διάρκεια της καριέρας του.
Ο Mihels παρουσίασε ένα επιθετικό στυλ ποδοσφαίρου, συνέχεια της φιλοσοφίας των προκατόχων του, αλλά πολύ πιο τολμηρό, με διαρκή πίεση σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του γηπέδου, με αντικειμενικό σκοπό την επανάκτηση της μπάλας, μόλις αυτή περνούσε στα πόδια των αντιπάλων. Το γκρούπ παικτών που επέλεξε, είχε την δυνατότητα να αγωνίζεται σε πολλές θέσεις στον αγωνιστικό χώρο σε μια διάταξη που έμοιαζε να είναι 4-3-3 και παίζοντας με αμέτρητες πάσες.

Ο Cruijff, δεν βρήκε αμέσως θέση στην ενδεκάδα του Mihels ο οποίος θεωρούσε ότι ο μικρός έπρεπε να δυναμώσει, ενώ ενοχλούνταν και από την μανία του Johan για το τσιγάρο! Ωστόσο, ο τραυματισμός του Klaas Nuninga (Κλάας Νανίνγκα) τον Οκτώβριο του 1965, άνοιξε την πόρτα της ενδεκάδας για τον «Ιπτάμενο Ολλανδό», ο οποίος δεν θα κοιτούσε ποτέ ξανά πίσω! Ο Mihels θέλησε να τον κάνει πιο ανθεκτικό στο σκληρό παιχνίδι, ενώ η δική του επιρροή στην ομάδα ήταν άμεση.
«Αν η αντίπαλη ομάδα έχει έναν έξυπνο παίκτη που ξέρει να ξεμαρκάρεται πολύ καλά, πάντοτε τον αντιμετωπίζουμε με τον πιο απλό τρόπο: Δεν τον μαρκάρει κανείς. Αν δεν τον μαρκάρει κανείς, δεν θα ξεμαρκαριστεί».
Johan Cruijff
Στη δεύτερη συμμετοχή του σ' ένα φιλικό με την Τσεχοσλοβακία, έγινε ο πρώτος Ολλανδός στην ιστορία που αποβλήθηκε με κόκκινη κάρτα. Η Ολλανδική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία τον τιμώρησε με αποκλεισμό ενός έτους
Ο Ajax κατέκτησε το πρωτάθλημα 1965-1966 με τον ίδιο να πετυχαίνει 25 γκολ σε 23 παιχνίδια. Μόλις έναν χρόνο νωρίτερα, είχε την χειρότερη άμυνα στο πρωτάθλημα, με παθητικό 52 γκολ  και τώρα παρουσίαζε την καλύτερη επίθεση, με 79 γκολ και την καλύτερη άμυνα, δεχόμενος μόλις 25 γκολ! Το 1966, έκανε και το ντεμπούτο του με την εθνική ομάδα της Ολλανδίας, όπου σκόραρε στο ισόπαλο 2-2 απέναντι στην Ουγγαρία. Στην αμέσως επόμενη εμφάνιση του με τα χρώματα των «Oranie» («Οράνιε» -Πορτοκαλί, το παρατσούκλι της εθνικής Ολλανδίας), θα γινόταν ο πρώτος Ολλανδός που θα δεχόταν ποτέ κόκκινη κάρτα, μετά από ένα χαστούκι που έδωσε στον διαιτητή της αναμέτρησης με την Τσεχοσλοβακία
«Όταν έχεις την ικανότητα να βρίσκεσαι στο σωστό μέρος την κατάλληλη στιγμή, αυτό είναι Τέχνη.»
Johan Cruijff 
Την επόμενη χρονιά, ο Ajax του πρόσφερε το νούμερο 9, επιβεβαιώνοντας με αυτόν τον τρόπο, το πόσο υπολόγιζε στις υπηρεσίες του και ο Cruijff δεν τους απογοήτευσε. Η ομάδα πήρε ξανά το πρωτάθλημα πετυχαίνοντας συνολικά 122 γκολ (ρεκόρ που κρατάει μέχρι και σήμερα) με τον ίδιο να σημειώνει 33 τέρματα! Έχοντας αναδειχθεί ποδοσφαιριστής της χρονιάς στην Ολλανδία δύο σερί φορές (1966-1967) και με τον Ajaxξ του Mihels να πετάει φωτιές, η Ευρώπη ετοιμαζόταν να γνωρίσει μια σπουδαία ομάδα!
Όμως, τα πρώτα χρόνια στα ευρωπαϊκά σαλόνια δεν ήταν εύκολα, καθώς η επιθετική προσέγγιση του Mihels, έβρισκε ανυπέρβλητα εμπόδια στις οργανωμένες άμυνες και το σκληρό παιχνίδι των αντιπάλων. Παρόλα αυτά, το 1969, ο Ajax έφτασε στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, όπου ηττήθηκε με 4-1 από την ιταλική AC Milan. Η ήττα αυτή όμως, αποδείχθηκε ένα σπουδαίο και διδακτικό μάθημα!



Ο πρώτος σοβαρός τραυματισμός και το No 14
Τα πράγματα στα μέσα του 1970, φάνηκε να παίρνουν άσχημη τροπή, όταν υπέστη έναν πολύ σοβαρό τραυματισμό στην βουβωνική χώρα, κατά την διάρκεια της προετοιμασίας της ομάδας, γεγονός που τον άφησε εκτός αγωνιστικών χώρων για 3 μήνες. Το γεγονός αυτό όμως, οδήγησε στο να γίνει διάσημος ένας αριθμός: Το Νούμερο 14!
Συνήθως, εκείνη την εποχή οι βασικοί παίκτες διάλεγαν νούμερα από το 1 έως το 11. Ο Cruijff λοιπόν, λόγω του τραυματισμού του, έχασε το Νούμερο 9, από έναν μέσο μάλιστα και έτσι το πλησιέστερο διαθέσιμο που απέμεινε ήταν το Νούμερο 14. Το επέλεξε και το έκανε τον πιο διάσημο αριθμό φανέλας, τόσο για την ομάδα του, όσο και για τους «Oranie». Πρώτη φορά το φόρεσε στην αναμέτρηση εναντίον της PSV Eindhoven (Αϊντχόβεν), στις 30 Οκτωβρίου του 1970, όπου ο Ajax νίκησε με 1-0. Προηγουμένως, τον ίδιο μήνα, είχε κάνει μια εκπληκτική επιστροφή στην ενεργό δράση, πετυχαίνοντας 6 γκολ στην νίκη του Ajax επί της AZ 67 Alkmaar, με 8-1! Η φανέλα με το Νούμερο 14 αποσύρθηκε από τον ολλανδικό σύλλογο προς τιμήν του, όταν αυτός ήταν 60 χρονών!
«Πάντα πίστευα ότι κάθε παίκτης πρέπει να μπορεί να αγωνίζεται σε όλες τις θέσεις του γηπέδου. Γι’ αυτό είναι τόσο σημαντικό να ακούνε όλοι τις ομιλίες περί τακτικής. Το αριστερό εξτρέμ δεν επιτρέπεται να κοιμάται όταν μιλάω για το δεξί μπακ»
Johan Cruijff
Στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών της σεζόν 1970-1971, στο "Wembley", με τον Παναθηναϊκό. Οι Ολλανδοί κέρδισαν 2-0 και κατέκτησαν το τρόπαιο.
Στα 24 του πλέον, ήταν ξεκάθαρα το αγαπημένο παιδί του Mihels, αναλαμβάνοντας καθήκοντα που υπερέβαιναν πολλές φορές το αγωνιστικό κομμάτι και έφταναν μέχρι τα θέματα της πειθαρχίας! Το πρωτάθλημα χάθηκε, ωστόσο ο Ajax κατέκτησε για πρώτη φορά στην ιστορία του το Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης, κερδίζοντας στον τελικό του «Wembley» τον Παναθηναϊκό, το 1971! Θα ακολουθούσαν άλλα δύο στη σειρά, το 1972 και το 1973! Η δουλειά του Mihels είχε ολοκληρωθεί. Μετά από 4 πρωταθλήματα και 3 κύπελλα Ολλανδίας, καθώς και ένα ευρωπαϊκό, αποχώρησε από το Amsterdam με προορισμό την Βαρκελώνη! Εκεί, όπου τον περίμενε η Barça, εκεί που θα υποδεχόταν λίγα χρόνια αργότερα ο ίδιος, τον αγαπημένο του ποδοσφαιριστή!
Την φυγή του Mihels για λογαριασμό της Barça, ακολούθησε ακατάσχετη φημολογία, η οποία έλεγε ότι ο Cruijff θα ακολουθούσε το ίδιο δρομολόγιο. Ωστόσο, άπαντες αποστομώθηκαν όταν τον Ιούλιο του 1971, υπέγραψε νέο, επταετές, συμβόλαιο με τον Αίαντα. Παρόλο που συχνά κατηγορούνταν ως φιλοχρήματος, επέλεξε να συνεχίσει την καριέρα του στην ομάδα που τον ανέδειξε, απορρίπτοντας τις καλύτερες οικονομικά προτάσεις των Barça και Feyenoord!
Την ίδια χρονιά, το 1971, ανακηρύχθηκε καλύτερος ποδοσφαιριστής στην Ολλανδία για τέταρτη συνεχή χρονιά, ενώ το «France Football» τον ανέδειξε καλύτερο Ευρωπαίο ποδοσφαιριστή, απονέμοντάς του την «Χρυσή Μπάλα». Ήταν ο πρώτος Ολλανδός που κέρδισε το συγκεκριμένο βραβείο!
«Η σύμπτωση είναι κάτι λογικό. Αν σουτάρω από 30 μέτρα για να βάλω γκολ, κατά πάσα πιθανότητα θα αποτύχω. Αν όμως το κάνω 20 φορές σε ένα ματς, τότε θα έχω καλές πιθανότητες να το πετύχω μια φορά»
Johan Cruijff
Η κορύφωση και το τέλος στον Ajax
Η αγωνιστική περίοδος που ακολούθησε (1971-1972), ήταν, ίσως, η πιο επιτυχημένη στην ιστορία του συλλόγου. Ο ταπεινός Ștefan Kovács (Στέφαν Κόβακς) που αντικατέστησε τον Mihels, δεν άλλαξε την φιλοσοφία της ομάδας. Ο Cruijff κυριολεκτικά πετούσε και ο Ajax τα πήρε όλα! Πρωτάθλημα, κύπελλο, Διηπειρωτικό, ευρωπαϊκό «Super Cup»! Αλλά το πιο σημαντικό επίτευγμα, υπήρξε η νίκη στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης απέναντι στην ιταλική Inter FC. Η οποία δεν είχε, πλέον, τον Helenio Herera (Ελένιο Ερέρα) ο οποίος στο μεταξύ είχε αποχωρήσει από το Μιλάνο, αλλά η φιλοσοφία του δέσποζε! Ο ήρωάς μας πέτυχε 2 γκολ στον τελικό και αναδείχθηκε και πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης! Εκείνη, ήταν η πρώτη καθαρή νίκη  του «Totaalvoetvbal», δηλαδή του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου απέναντι στο «Catenacio» (Κατενάτσιο), δηλαδή το ποδόσφαιρο σκοπιμότητας.
Με την φανέλα του Ajax, το 1973, λίγο πριν φύγει για την Βαρκελώνη, όταν οι  συμπαίκτες του ψήφισαν εναντίον του  και του αφαιρέθηκε το περιβραχιόνιο του αρχηγού.
Ο Kovács έδωσε το περιβραχιόνιο του αρχηγού και τα κλειδιά της ομάδας στον Cruijff. Tο 1972, ήταν πάλι μια επιτυχημένη χρονιά για τον σύλλογο. Ωστόσο, ο «Ιπτάμενος Ολλανδός» ταλαιπωρήθηκε ξανά από τον γνωστό τραυματισμό στην βουβωνική χώρα, με αποτέλεσμα να χάσει πολλά παιχνίδια, πετυχαίνοντας παρόλα αυτά 19 γκολ σε 33 εμφανίσεις!
«Το να κερδίζεις ή να χάνεις, έχει να κάνει με την ανταγωνιστικότητα. Δεν είναι δυνατόν να κερδίζεις πάντα, μπορείς όμως να ελέγξεις την ικανότητα σου να ανταγωνίζεσαι μέχρι τέλους.»
Johan Cruijff
Αναδείχθηκε επίσης για δεύτερη φορά στην καριέρα του καλύτερος ποδοσφαιριστής στην Ευρώπη (1973). Ο Kovács όμως, παρά την τρίτη συνεχόμενη κατάκτηση για τον σύλλογο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης, το 1973, αποχώρησε από την τεχνική ηγεσία. Η διοίκηση θεώρησε ότι η ομάδα δεν ήταν παραγωγική υπό τις οδηγίες του και ο George Knobel (Τζορτζ Κνόμπελ) που τον αντικατέστησε, δεν έγινε ποτέ συμπαθής στο μεγάλο αστέρι του ολλανδικού ποδοσφαίρου. Φυσικά τα αισθήματα ήταν αμοιβαία!
Ο Knobel έθεσε την αρχηγία του Cruijff σε αμφισβήτηση, αποφασίζοντας να θέσει το ζήτημα σε ψηφοφορία  και άνοιξε έτσι ένας κύκλος γκρίνιας στα αποδυτήρια. Η δημοτικότητά του ανάμεσα στους συμπαικτε του είχε, εν τω μεταξύ, μειωθεί δραματικά. Ο Cruijff ήταν καλοπληρωμένος επί Kovács και είχε σχεδόν τον απόλυτο έλεγχο στην ομάδα, ενώ δεν δίσταζε να επικρίνει και συμπαίκτες του όταν έκρινε ότι η απόδοση τους ήταν προβληματική! Ήταν φανερό πως μια ψηφοφορία δεν θα τον ευνοούσε. Όπως και έγινε! Οι συμπαίκτες του επέλεξαν για αρχηγό τον Piet Keizer (Πητ Καϊζερ). Ο Cruijff ένιωσε, ίσως για πρώτη φορά στην ζωή του, ταπεινωμένος και αυτό ήταν το γεγονός που σφράγισε το εισιτήριο του, το καλοκαίρι του 1973, για την Βαρκελώνη!
«Όταν προηγείσαι 5-0, τότε δεν έχει νόημα να ψάξεις ένα έκτο γκολ. Πολύ πιο θεαματικό για την κερκίδα, είναι να προσπαθήσεις να σημαδέψεις το δοκάρι»
Johan Cruijff
«El Salvador». Κάτι παραπάνω από Καταλανός
Ο Cruijff υπήρξε ο πρώτος παίκτης της Barcelona που φόρεσε τα χρώματα της Senyera
(Σενιέρα -η Καταλανική σημαία), στο περιβραχιόνιο του αρχηγού.
Το φθινόπωρο του 1973, στα 26 του χρόνια, μετά από διαπραγματεύσεις μηνών, ο Johan Cruijff έγινε ο πιο ακριβοπληρωμένος ποδοσφαιριστής στον κόσμο και ο πρώτος Ολλανδός ποδοσφαιριστής που φόρεσε ποτέ τα blaugrana. Η μετακίνηση του στη Barça, στοίχισε στους Καταλανούς 2 εκατομμύρια δολάρια, ποσό παγκόσμιο ρεκόρ και τρομακτικό για εκείνη την εποχή! Στη Βαρκελώνη, θα έβρισκε τον μέντορα του, τον Rinus Mihels. Οι δυο τους έμελλε να βάλουν την σφραγίδα τους, σε έναν από τους σημαντικότερους συλλόγους στον κόσμο!

Η Barça, όταν υποδέχθηκε τον Cruijff, δεν περνούσε και τις καλύτερες ημέρες της, όντας χωρίς πρωτάθλημα για 13 χρόνια, από το 1960. Η άφιξη ενός από τα μεγαλύτερα αστέρια του παγκοσμίου ποδοσφαίρου εκείνη την εποχή, προκάλεσε παροξυσμό στους Καταλανούς! Έναν παροξυσμό που μετατράπηκε σε υστερική λατρεία, όταν ο Cruijff δήλωσε ότι προτίμησε την Barça για λόγους αρχής, απορρίπτοντας τα περισσότερα χρήματα που του προσέφερε η Real Madrid, η οποία υποστηριζόταν από το καθεστώς του Franco. Για όλους τους «culé» («κουλέ» -οι οπαδοί της Barça, στα Καταλανικά), έγινε ήρωας πριν καν φορέσει τα blaugrana!
«Όταν πήραμε το πρωτάθλημα, ο κόσμος δεν μου έλεγε συγχαρητήρια, αλλά: Σε ευχαριστούμε. Τότε άρχισα να καταλαβαίνω τον χαρακτήρα των Καταλανών.»
Johan Cruijff
Ο 26χρονος Cruijff έγινε ο «El Salvador» («Ο Σωτήρας») για τους Καταλανούς! Να σημειωθεί πως, τη σεζόν 1973-1974 δεν κατάφερε να παίξει εξ αρχής για λογαριασμό της νέας του ομάδας, καθώς η μεταγραφή του είχε κολλήσει λόγω γραφειοκρατικών θεμάτων, αλλά οι οπαδοί της Barcelona τον θαύμασαν σε κάποια φιλικά!  Ήταν δε τέτοια η επιρροή που άσκησε σε ολόκληρο το ποδοσφαιρικό τμήμα, που, ενώ η ομάδα βρισκόταν στις τελευταίες θέσεις της βαθμολογίας, με 2 νίκες, 3 ισοπαλίες και 8 ήττες (καθώς το πρωτάθλημα είχε ήδη ξεκινήσει στην Ισπανία όταν αφίχθη ο Cruijff), μετά το ντεμπούτο του, στις 28 Οκτωβρίου του 1973, όπου μάλιστα σκόραρε, η Barça παρέμεινε αήττητη για 5 ολόκληρους μήνες!

Το γκολ-φάντασμα εναντίον της Atletico Madrid, στις 22/12/1973, όταν και του βγήκε το παρατσούκλι "Ιπτάμενος Ολλανδός"
Στο διάστημα εκείνο μάλιστα, σημείωσε μια τεράστια νίκη μέσα στο «Santiago Bernabéu» («Σαντιάγο Μπερναμπέου»), κερδίζοντας 0-5 την Real Madrid και αποδίδοντας εκπληκτικό ποδόσφαιρο! Ο ίδιος σημείωσε ένα απίστευτο τέρμα απέναντι στην Atlético Madrid (Ατλέτικο Μαδρίτης) που έμεινε στην ιστορία ως το «γκολ φάντασμα» και έγινε μέρος και ενός εκπληκτικού ολλανδικού ντοκιμαντέρ, του «En Un Momendo Dado», που γυρίστηκε το 2004 και είχε θέμα την επίδραση του Cruijff στη Barça και την Καταλονία γενικότερα!

Το τέλος της αγωνιστικής περιόδου 1973-1974 βρήκε την Barça πρωταθλήτρια μετά από 14 χρόνια, με τον «Ιπτάμενο Ολλανδό» να απειλεί την δημοφιλία ακόμη και αυτού του San Jordi (Σαν Τζόρντι), του πολιούχου Άγιου και προστάτη της Καταλονίας, γνωστού σε εμάς ως Άγιο Γεώργιο. 
«Δώσαμε ένα αστρονομικό ποσό για έναν αδύνατο αλητάκο που κάπνιζε σαν φουγάρο. Ήταν δυνατό να μας έσωζε; Και όμως το έκανε και ακόμα και σήμερα δεν έχουμε καταφέρει να του ανταποδώσουμε όσα μας προσέφερε …(λυγμοί) Μας έδωσε πίσω την περηφάνια μας!»
Μαρτυρία ενός απλού Καταλανού, από το “En Un Momendo Dado”
«Oranie» και Παγκόσμιο Κύπελλο 1974
Είχε έρθει η ώρα για τον Cruijff και τον Mihels, να αφήσουν το αποτύπωμα τους και στην εθνική ομάδα της Ολλανδίας. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974, οι «Oranie» σύστησαν το «ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο» σε όλο τον κόσμο, αναγκάζοντας ακόμη και τους ντελικάτους Βραζιλιάνους να καταφύγουν σε σκληρό παιχνίδι για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν την παρέα του Cruijff, που ως αρχηγός πλέον, έκανε σπουδαίες εμφανίσεις, ενώ τα φώτα της δημοσιότητας είχαν στραφεί ήδη πάνω του! Κυριολεκτικά με την σέντρα της διοργάνωσης όταν εμφανίστηκε στο γήπεδο φορώντας μια φανέλα της Ολλανδίας με δύο και όχι τρεις ρίγες στο μανίκι όπως επέβαλε η «Adidas», εταιρεία ένδυσης της εθνικής του ομάδας, αφού ο ίδιος είχε προσωπικό συμβόλαιο με την «Puma»!
«Οι Ισπανοί παίκτες είναι ιδανικοί για να δουλέψεις μαζί τους. Αντίθετα, οι Ολλανδοί, μόλις ανοίξεις το στόμα σου για να πεις κάτι, έχουν ήδη προλάβει να πουν: Ναι, αλλά…»
Johan Cruijff
Ωστόσο η δημοσιότητα έχει και τα αρνητικά της. Έτσι, λίγο πριν τον τελικό μεταξύ της Δυτικής Γερμανίας και της Ολλανδίας, οι γερμανικές εφημερίδες σε μια επίδειξη λασπολογίας, έγραψαν ότι ο Cruijff μαζί με άλλους 3 συμπαίκτες του, συμμετείχαν σε ένα πονηρό μεταμεσονύκτιο πάρτι, συνοδεία όμορφων κυριών. Ο Mihels αναγκάστηκε να δώσει έκτακτη συνέντευξη τύπου, αρνούμενος τις κατηγορίες και υποστηρίζοντας ότι το επίμαχο βράδυ ο Cruijff συνομιλούσε για ώρες στο τηλέφωνο με την σύζυγο του. Ωστόσο η ηρεμία της ομάδας είχε διαταραχθεί.

Η περίφημη"Cruijff Turn", η εντυπωσιακή ντρίμπλα που καθιέρωσε, με την προσποίηση πάσας ή σουτ και την στροφή 180 μοιρών μαζί με τη μπάλα, αποφεύγοντας τον αντίπαλο.
Το "θύμα" εδώ, ο Γερμανός Berti Vogts.
Στον τελικό έλαβε χώρα ένα εκπληκτικό συμβάν, καθώς οι Ολλανδοί άνοιξαν το σκορ μόλις στο 2ο λεπτό, όταν με την σέντρα άλλαξαν 15 πάσες με την τελευταία να φτάνει στα πόδια του Cruijff. Εκείνος επιτάχυνε κατά μέτωπο, σταμάτησε, επιτάχυνε ξανά φτάνοντας στην μεγάλη περιοχή της Γερμανίας όπου και κέρδισε πέναλτι, με τους Γερμανούς να παρακολουθούν σαστισμένοι και να μην έχουν αγγίξει την μπάλα ούτε μια φορά μέχρι εκείνο το σημείο!
Το τέλος του  αγώνα βέβαια τους βρήκε νικητές με 2-1. Ωστόσο κανείς ποτέ δεν θα ξεχάσει εκείνη την εθνική Ολλανδίας του Mihels και του Cruijff που αναδείχθηκε και παίκτης της διοργάνωσης. Χρόνια μετά, ένας άλλος μεγάλος Ολλανδός, ο Frank Rijkaard (Φρανκ Ράικαρντ), θα δήλωνε
«Η απογοήτευση του 1974 και ο νονός (σημ. εννοεί τον Cruijff) με ενέπνευσαν ώστε να κάνω καριέρα ως ποδοσφαιριστής!»
Μπορείς να γεννήσεις νωρίτερα; Πρέπει να παίξω στο «classico»!
Στο μεταξύ η καριέρα του στη Barça, αν και ήταν μόλις 28 χρονών, δεν συνεχίστηκε όσο εντυπωσιακά ξεκίνησε. Ο τελικός απολογισμός των 83 γκολ σε 227 παιχνίδια, καθώς και η κατάκτηση ενός πρωταθλήματος και ενός κυπέλλου από το 1973 μέχρι και το 1978, όταν και αποχώρησε ως παίκτης από την Βαρκελώνη, φαντάζει και είναι μικρός μπροστά στα 190 γκολ σε 240 συμμετοχές, που ήταν τα πρότερα επιτεύγματά του, με την φανέλα του Αίαντα.
«Ο Michael Laudrup (Μίκαελ Λάουντρουπ) δεν είχε μέσα του την πρωτόγονη οργή που χρειάζεται ο ποδοσφαιριστής. Ήταν ένας αρτίστας. Οπότε το μόνο που είχα να κάνω εγώ, ήταν να τον εκνευρίσω».
Johan Cruijff
Μαζί με τον μέντορά του, τον Rinus Mihels, στην Barcelona
Σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξαν πέραν της δεδομένης τότε (λόγω δικτατορίας) εξωαγωνιστικής παντοδυναμίας της Μαδρίτης και δύο ακόμη γεγονότα. Το πρώτο ήταν η αποχώρηση του Mihels από την τεχνική ηγεσία το 1975 και το δεύτερο αφορούσε τις αντοχές του ίδιου, που επί 14 χρόνια έπαιζε αδιάκοπα σχεδόν 35 παιχνίδια κάθε χρονιά, νούμερο για εκείνη την εποχή πολύ υψηλό! Ειδικά, μάλιστα, αφού συνδυαζόταν και με τα τουλάχιστον 20 τσιγάρα την ημέρα, που ο Cruijff λάτρευε να καπνίζει συστηματικά!

Παρέμεινε όμως είδωλο για τους Καταλανούς και λάτρεψε και ο ίδιος τον σύλλογο και την πόλη. Επέλεξε να βαφτίσει τον γιο του με το Καταλανικό όνομα Jordi (αντί του ισπανικού Jorge) παρά την ρητή απαγόρευση του καθεστώτος, που δεν επέτρεπε, τότε, στους Καταλανούς να δίνουν καταλανικά ονόματα στα παιδιά τους. Ο ίδιος αργότερα ανέφερε σχετικά:
«Πήγαμε στο δημαρχείο και είπαμε ότι επιλέξαμε το όνομα Jordi. Μας είπαν να φύγουμε και να επιστρέψουμε με άλλο όνομα, επειδή αυτό απαγορεύεται. Τότε τους είπα ότι είμαστε Ολλανδοί, μας αρέσει το όνομα Jordi και όχι το Jorge και αυτό θα δίναμε στο παιδί μας.»
Johan Cruijff
Κανένας φυσικά από τους διορισμένους του Franco δεν τόλμησε να αποτρέψει την βάφτιση. Ο Jordi ήταν προγραμματισμένο να γεννηθεί στις 15 Φεβρουαρίου του 1974. Την ίδια μέρα η Barça θα έπαιζε στην Μαδρίτη με την Real. Ο Cruijff, μετά από παρότρυνση του Mihels, ζήτησε από την σύζυγο του να υποβληθεί σε καισαρική τομή στις 9 Φεβρουαρίου, μία εβδομάδα νωρίτερα δηλαδή, ώστε να προλάβει να αγωνιστεί στο «classico»! Έτσι και έγινε! Αγωνίστηκε κανονικά και η Barça κέρδισε με 0-5, σημειώνοντας μια από τις μεγαλύτερες νίκες της ιστορίας της απέναντι στην Real Madrid! Ο Cruijff υπήρξε κάτι παραπάνω από παίκτης, σε έναν σύλλογο που ήταν πάντα, κάτι παραπάνω από μια ομάδα!

Το οριστικό τέλος απ’ τους «Oranie»
Το καλοκαίρι του 1978 αποχαιρέτησε, προσωρινά όπως αποδείχθηκε, την αγαπημένη του Barça και πέρασε στην άλλη μεριά του Ατλαντικού, όπου αγωνίστηκε για 2 χρόνια στο Αμερικανικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου. Την περίοδο 1979–1980, με τους Los Angeles Aztecs (Λος Άντζελες Άζτεκς), όπου σε 23 εμφανίσεις σημείωσε 13 γκολ και την περίοδο 1980–1981, με τους Washington Diplomats (Ουάσιγκτον Ντίπλοματς), που σε 30 εμφανίσεις σημείωσε 12 γκολ. Είχε, στο μεταξύ, αποχωρήσει από την εθνική ομάδα και δεν συμμετείχε στο παγκόσμιο κύπελλο του 1978 για μια σειρά από λόγους.

Η απαγωγή του ιδίου και της οικογένειας του, σύμφωνα με την δική του μαρτυρία, όπως την κατέθεσε τον Απρίλιο του 2008 σε ραδιοφωνική του συνέντευξη στο «Catalunya Ràdio», …
«Είχα ένα περίστροφο στο κεφάλι μου, ήμουν δεμένος, η γυναίκα μου επίσης και τα παιδιά ήταν στο σπίτι!»
… στο διαμέρισμα τους στην Βαρκελώνη το 1977, εκλήφθηκε από τον ίδιο ως μια προειδοποίηση του καθεστώτος της Αργεντινής, όπου θα λάμβανε χώρα το επόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο, το οποίο δεν δίσταζε να κριτικάρει συνεχώς.
«Για να παίξεις σε ένα παγκόσμιο κύπελλο πρέπει να είσαι 200% έτοιμος και συγκεντρωμένος. Υπάρχουν στιγμές στην ζωή, που κάποια πράγματα έχουν μεγαλύτερη αξία από απ’ αυτό.»
Johan Cruijff 
Η κόντρα της «Puma» (με την οποία είχε ακόμη συμβόλαιο) με την «Adidas» που έντυνε τους «Oranie», δεν είχε τελειώσει, ενώ και η άρνηση του Knobel (Ναι, του ίδιου με τον οποίο είχε έρθει σε ρήξη στα χρόνια του στον Ajax), που ήταν τότε ομοσπονδιακός προπονητής στην Ολλανδία, να δεχθεί για βοηθό του τον Jaque Van Zanden (Ζακ βαν Ζάντεν), φίλο του Cruijff, αλλά και παλιό συνεργάτη του Mihels, σήμανε το οριστικό αντίο του «Ιπτάμενου Ολλανδού» στην εθνική ομάδα, την οποία άφησε έχοντας πετύχει 33 γκολ σε 48 αγώνες.

Αποστομωτικό φινάλε
Σοκαριστικά, το 1981, μετά την αμερικανική του περιπέτεια, γύρισε, για λίγο, στην Ισπανία για λογαριασμό της Levante UD (Λεβάντε), στην δεύτερη κατηγορία του ισπανικού πρωταθλήματος! Αγωνίστηκε εκεί σε 10 αγώνες πετυχαίνοντας μόλις 2 γκολ και στα τέλη του 1981 επέστρεψε στην Ολλανδία, σε ρόλο τεχνικού συμβούλου, στην παντοτινή του αγάπη, τον Ajax. Υπάρχει μάλιστα ένα χαρακτηριστικό video από έναν αγώνα με την Twente, τον Νοέμβριο του 1980, όταν ακόμα αγωνιζόταν στις ΗΠΑ, όπου κατεβαίνει κανονικά από την εξέδρα και κάθεται δίπλα στον πρωτοεμφανιζόμενο τότε Leo Beenhakker (Λέο Μπενάκερ)! Από 1-3, το παιχνίδι γύρισε σε 5-3.  


Ωστόσο, επισήμως, δεν είχε αποσυρθεί από την ενεργό δράση. Τις περιόδους 1981-1982 και 1982-1983, φόρεσε ξανά τις ποδοσφαιρικές του τάπες, κατακτώντας άλλα 2 πρωταθλήματα με τον Αίαντα και πραγματοποιώντας μάλιστα εξαιρετικές εμφανίσεις.
«Οι επιθετικοί μου πρέπει να τρέχουν μόνο 15 μέτρα, εκτός και αν είναι βλάκες ή κοιμούνται»
Johan Cruijff
Το καλοκαίρι του 1983, η διοίκηση της ομάδας, έκρινε ότι δεν θα έπρεπε να προσφέρει νέο συμβόλαιο στον 36χρονο πια Cruijff. Εκείνος απάντησε υπογράφοντας στην Feyenoord (Φέγιενορντ) την οποία οδήγησε, μαζί με τον πιτσιρικά Ruud Gullit (Ρούντ Γκούλιτ), στην κατάκτηση του πρωταθλήματος και του κυπέλλου μετά από 10 χρόνια ανομβρίας! Έκανε «double» με τη μισητή αντίπαλο του Αίαντα, μόνο και μόνο για να αποδείξει στους ανθρώπους του ότι δεν τον σεβάστηκαν, λέγοντάς του ότι ήταν πολλά τα χρήματα που ζήταγε. Δείτε ένα σχετικό video 


Και στα 37 του, ψηφίστηκε για ακόμη μια φορά ως ο καλύτερος παίκτης του ολλανδικού πρωταθλήματος! Αγωνίστηκε για τελευταία φορά στις 13 Μαΐου του 1984 και αποσύρθηκε έχοντας κερδίσει συνολικά στην καριέρα του 21 τίτλους σε ομαδικό επίπεδο και αμέτρητες ατομικές διακρίσεις!

Ένας ποδοσφαιριστής πεθαίνει, ένας προπονητής γεννιέται
Ολοκλήρωσε την καριέρα του στη Feyenord με double και αγωνίστηκε για τελευταία φορά στις 13/5/1984.
Ήταν παραπάνω από προφανές, ότι το ενδιαφέρον που επέδειξε για την τακτική κατά την διάρκεια της σταδιοδρομίας του ως ποδοσφαιριστής και η λατρεία που είχε για τον Mihels, θα τον οδηγούσαν στο να ακολουθήσει και καριέρα προπονητή. Και έτσι ακριβώς συνέβη! Ανέλαβε τον Ajax την περίοδο 1986-1987 και ακολούθησε το δόγμα Mihels, του «totaalvoetvbal», του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου δηλαδή, συμπληρώνοντας όμως και μια σημαντική παράμετρο, καθώς έβλεπε πάντα τους ποδοσφαιριστές του πρώτα σαν ανθρώπους και μετά σαν παίκτες, κάτι που τον έκανε πολύ αγαπητό!
«Το πρώτο πράγμα που πρέπει να προσέχεις σε έναν παίκτη, είναι από πού κατάγεται, ποιος είναι ο χαρακτήρας του. Δεν είμαστε όλοι ίδιοι.»
Johan Cruijff
Με τον Ajax κέρδισε τίτλους, με κυριότερο το Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης, το 1987 στην Αθήνα και ανέδειξε μερικούς σπουδαίους ποδοσφαιριστές όπως τον Frank Rijkaard, τον Aaron Winter (Άαρον Βίντερ), τον Danny Blind (Ντάνι Μπλιντ), τον Dennis Bergkamp (Ντένις Μπέργκαμπ) και τον Marco Van Basten (Μάρκο βαν Μπάστεν). Ακόμα και ο περιβόητος Jean-Marc Bosman (Ζαν-Μαρκ Μποσμάν), που με τις εκτός γηπέδων ενέργειες του, άλλαξε τον χάρτη του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, πέρασε από τα χέρια του!

Η επιστροφή του Σωτήρα
Η επιστροφή του στη Barça το 1988 σε ρόλο αυτή τη φορά προπονητή, ήταν σχεδόν καρμικό να συμβεί. Η φιλοσοφία του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου μεταλαμπαδεύτηκε στην «La Masia», την περίφημη ακαδημία ποδοσφαίρου  των Καταλανών, που είναι δικό του δημιούργημα! Εκεί, εφάρμοσε και τελειοποίησε τις τεχνικές που λειτουργούσαν στον Ajax. Έκανε πράξη το όραμα του Rinus Mihles, του Lauerano Ruiz (Λοεράνο Ρουίθ), που έλεγε ότι η τεχνική των παικτών πρέπει να υπερβαίνει τις φυσικές τους ικανότητες, αλλά πάνω απ’ όλα, εφάρμοσε την δική του ξεχωριστή φιλοσοφία και απαίτησε τον απόλυτο έλεγχο στο ποδοσφαιρικό τμήμα να τον έχει ο προπονητής και μόνο!

Νέες ασκήσεις προστέθηκαν στις προπονήσεις όπως τα «Rondos», το γνωστό μας «κορόιδο» δηλαδή, κάτι που τότε θεωρήθηκε καθαρή τρέλα αλλά είχε σαφέστατη στόχευση. Όπως ο ίδιος ο εξηγούσε…
«Σε μικρό χώρο, η κίνηση πρέπει να είναι διαρκής και οι πάσες χειρουργικής ακρίβειας. Μπορείς να κλείσεις τον χώρο πιο αποτελεσματικά όταν αλλάζεις πάσες διατηρώντας την κατοχή και αναγκάζοντας τον αντίπαλο να κινείται σε συγκεκριμένους χώρους, αντί να προσπαθείς απλά να κερδίσεις την μπάλα χρησιμοποιώντας ατομικά μαρκαρίσματα.»
«Οι καλύτερες ομάδες, βασίζονται σε γηγενείς ποδοσφαιριστές. Ούτε εγώ, ούτε ο σύλλογος θέλουμε να επαναληφθεί η ιστορία. Για να επιτύχουμε, πρέπει να αλλάξουμε την ιστορία!»
 Johan Cruijff
Σημαντικοί ποδοσφαιριστές επίσης αποκτήθηκαν αλλά και γηγενείς αναδείχθηκαν σε πρωταγωνιστικούς ρόλους. Ο σύλλογος κέρδισε συνολικά 11 τίτλους από το 1988 μέχρι το 1996, δίνοντας στη Barça το προσωνύμιο «Dream Team» όταν το 1992 κέρδισε στο «Wembley» και τον πρώτο τίτλο Πρωταθλητριών Ευρώπης στην ιστορία της!
Η Barcelona, όπως παρατάχθηκε στον τελικό του 1992.
Αυτό που δεν είχε καταφέρει, φορώντας τα blaugrana ο «El Salvador», να οδηγήσει δηλαδή την Barça στην κορυφή της Ευρώπης, το έκανε ως προπονητής της στο ίδιο γήπεδο που είχε στεφθεί το 1971 για πρώτη φορά ο ίδιος, Πρωταθλητής Ευρώπης!
Το πάθος του για το τσιγάρο όμως, παραλίγο να του κοστίσει τη ζωή. Το 1991 όλη η Καταλονία κρεμόταν από τα χέρια του Κου Màrius Petit (Μάριους Πετί), του καρδιολόγου που ανέλαβε να τον υποβάλει σε επέμβαση bypass. Η εγχείρηση πέτυχε και μάλιστα ο ίδιος, κλονισμένος από την περιπέτεια του, που του θύμισε τον θάνατο του πατέρα του από παρόμοια αίτια, συμμετείχε σε διαφημιστική εκστρατεία κατά του καπνίσματος, ενώ αντικατέστησε το τσιγάρο με ένα γλειφιτζούρι που έγινε σήμα κατατεθέν του. Η πίεση που είχε το πόστο του προπονητή σε έναν τόσο μεγάλο σύλλογο, ήταν ούτως η άλλως μεγάλη και το κάπνισμα δεν την μείωνε στο ελάχιστο.
«Οι Ιταλοί δεν μπορούν να μας κερδίσουν, αλλά σίγουρα μπορούμε να χάσουμε από αυτούς»
Johan Cruijff
Στο μεταξύ οι σχέσεις του με την διοίκηση, μετά κυρίως το 1994 και την ήττα με 1-4 στον τελικό της Αθήνας κόντρα στην AC Milan, δεν ήταν και οι καλύτερες, χωρίς ο ίδιος να είναι άμοιρος ευθυνών. Είχε πάρει την απόφαση να χτίσει από την αρχή την ομάδα, αφήνοντας σημαντικούς παίκτες να αποχωρήσουν. Ωστόσο, δεν θα είχε ξανά στην διάθεση του τα χρονικά περιθώρια του 1988.  Έτσι το 1996 απολύθηκε, ελάχιστες εβδομάδες πριν την λήξη της αγωνιστικής περιόδου, κάτι που του στοίχισε όπως ο ίδιος ομολόγησε αργότερα.
«Δεν περιμένεις ότι κάτι θα κρατήσει για πάντα, ωστόσο υπήρχαν καλύτεροι τρόποι για να τελειώσει εκείνη η περίοδος»
Ο δάσκαλος Johan Cruijff και ο μαθητής Pep Guardiola
Παρέμεινε, μέχρι και την πρόσφατη περίοδο Guardiola (2008-2012), ο οποίος και τον ξεπέρασε, ο πιο επιτυχημένος προπονητής στην ιστορία του συλλόγου. Ακόμη και σήμερα ο λόγος του και η επιρροή του σε ότι έχει να κάνει με την Barça, αποτελούν ένα είδος ιερού ευαγγελίου στην Βαρκελώνη και δεν είναι τυχαίο ότι ο άνθρωπος που τελικά τον άφησε πίσω σε σύνολο κερδισμένων τίτλων, ο Pep Guardiola δηλαδή, υπήρξε προσωπική εισήγηση του ίδιου, προς την διοίκηση του συλλόγου το 2008. Κατά έναν περίεργο τρόπο η ιστορία επαναλήφθηκε με τον Cruijff να γίνεται Mihels και τον Guardiola να γίνεται Cruijff!

Ο Cruijff τιμήθηκε το 2006 από το κοινοβούλιο της Καταλονίας, με τον «Σταυρό του San Jordi», ύψιστη διάκριση στην Καταλονία. Το 2009, αναδείχθηκε από την IFFHS «Παίκτης Του Αιώνα» στην Ευρώπη, αφήνοντας πίσω του μεταξύ άλλων, μυθικούς παίκτες όπως οι Franz Beckenbauer (Φραντζ Μπεκενμπάουερ), Alfredo Di Stéfano (πολιτογραφημένος Ισπανός),  Ferenc Puskás (Φέρεντς Πούσκας) και George Best (Τζορτζ Μπεστ)!
Το 2007, το Ολλανδικό Σούπερ Καπ θα πάρει τ’ όνομα του, προς τιμήν του. Παράλληλα, ο Άγιαξ θ’ αποσύρει τη φανέλα με το νούμερο 14. Παρέμεινε οικογενειακώς στην Βαρκελώνη και καθοδήγησε από τα υψηλά κλιμάκια, με τον τρόπο του την εκάστοτε διοίκηση, η οποία τον Μάρτιο του 2016 τον ανακήρυξε επίτιμο πρόεδρό της. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην επιτυχία του Ζοάν Λαπόρτα να κερδίσει τις εκλογές για την προεδρία της Μπαρτσελόνα.

Τον Οκτώβριο του 2015, σοκάρει τον κόσμο όταν γνωστοποιεί ότι διαγνώστηκε με καρκίνο στους πνεύμονες. Έπειτα από μια εξάμηνη άνιση μάχη, το μεσημέρι της Πέμπτης 24 Μαρτίου 2016, γνωστοποιείται ότι ο «Ιπτάμενος Ολλανδός» νικήθηκε… «Στις 24 Μαρτίου του 2016, ο Γιόχαν Κρόιφ «έφυγε» ήρεμος στη Βαρκελώνη περιτριγυρισμένος από την οικογένειά του μετά από μια σκληρή μάχη με τον καρκίνο. Με μεγάλη θλίψη σας ζητάμε να σεβαστείτε την ιδιωτικότητα της οικογένειας αυτές τις στιγμές της θλίψης», έγραψε η ιστοσελίδα του.


Επίλογος
Ο Cruijff έχει μείνει στην ιστορία για τον «περίεργο» χαρακτήρα του. Φανατικός οπαδός του καπνίσματος, χωρίς ποτέ να δημιουργεί προβλήματα με το πάθος του, αλλά και «επιχειρηματίας» στο μυαλό. Δεν απέκτησε ποτέ οικειότητες με τους δημοσιογράφους, ενώ ζητούσε υπέρογκα ποσά για συνεντεύξεις. Ακόμα και στα λόγια του για το παιχνίδι, αντίκριζε κανείς την μοναδικότητα αυτού του ανθρώπου. Πολλοί τον κατηγόρησαν για την αγάπη που έδειχνε στο χρήμα, αλλά ο ίδιος είχε τον τρόπο να τους αποστομώνει.
«Αν οι αντίπαλοι έχουν δυο ικανότατους επιθετικούς, έναν άριστο και έναν πολύ καλό, το φυσιολογικό θα ήταν να ρίξω στον άριστο τον άριστό μου αμυντικό και στον πολύ καλό τον πολύ καλό μου αμυντικό. Ε λοιπόν όχι. Εμείς δεν το κάνουμε έτσι. Ο καλύτερος δικός μας αμυντικός πάει πάνω στον λιγότερο καλό επιθετικό τους. Ένα πρόβλημα λιγότερο»
Johan Cruijff
Ο Johan Cruijff, αποτέλεσε την ενσάρκωση του «νέου» Ολλανδού, όχι μόνο στο αθλητικό κομμάτι, αλλά και στο κοινωνικό. Την δεκαετία του 1960, υπήρξε ο αέρας αλλαγής στο πνεύμα που κυριαρχούσε σε ολόκληρη τη χώρα. Το γκρίζο και ανιαρό Amsterdam, όπως και άλλες πόλεις, άρχισαν να εμφανίζουν τα πρώτα σημάδια «αναγέννησης» και η Ολλανδία άρχισε να παίρνει την κοινωνική μορφή που έχει σήμερα.

Μέσα σε όλα αυτά, επηρεάστηκε και το ποδόσφαιρο, με τον Cruijff να αποτελεί έναν μικρό εθνικό ήρωα. Ακόμα και η αλλαγή στην φιλοσοφία των τότε συστημάτων με το «Totaalvoetvbal»  που οραματίστηκε και εφάρμοσε ο τεράστιος Rinus Michels, είχε ταυτιστεί με το ποδοσφαιρικό ταλέντο του επαναστάτη Johan!

Η κουβέντα για το ποιος είναι ο καλύτερος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών δεν θα τελειώσει ποτέ και τελικά, εκτιμώ ότι δεν πρόκειται ποτέ να καταλήξει και πουθενά. Διαφορετικές εποχές, διαφορετικές καταστάσεις, διαφορετικά κριτήρια και η υποκειμενικότητα, που εκ φύσεως περιβάλλει το ανθρώπινο είδος, δεν θα επιτρέψουν ποτέ να εξαχθεί ένα αντικειμενικό αποτέλεσμα.
Οι ντρίμπλες του, αλλά και οι κάθετες μπαλιές που επιχειρούσε θα μείνουν στην αιωνιότητα και θα θυμίζουν πάντα εκείνο το ψηλόλιγνο παιδάκι που διέπρεψε στα ευρωπαϊκά γήπεδα για σχεδόν δύο δεκαετίες και κατέκτησε τον κόσμο, ακολουθώντας την μεγάλη του αγάπη, το ποδόσφαιρο!
Ωστόσο, εξετάζοντας το σύνολο της προσωπικότητας αυτών που διεκδικούν τον συγκεκριμένο τίτλο και βλέποντας και την πορεία που διέγραψαν αφού αποσύρθηκαν από την ενεργό δράση, νομίζω ότι η συμβολή του Johan Cruijff στην διαμόρφωση του παγκόσμιου DNA του ποδοσφαίρου, κυρίως σε επίπεδο τακτικής αλλά και σε επίπεδο σεβασμού και αναγνώρισης που τυγχάνουν πλέον οι σύγχρονοι ποδοσφαιριστές, ήταν καθοριστική!
Όπως υπήρχε η ζωγραφική πριν τον Picasso και η ζωγραφική μετά τον Picasso, έτσι ...υπάρχει το ποδόσφαιρο προ Cruijff και το ποδόσφαιρο μετά τον Cruijff!
Σε συνδυασμό με την αέρινη και σαγηνευτική παρουσία του στους αγωνιστικούς χώρους ως παίκτης, ο «Ιπτάμενος Ολλανδός» είναι μία από τις συγκλονιστικότερες μορφές έως σήμερα του παγκοσμίου ποδοσφαίρου!



PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα



  • 1957–1963: Amsterdamsche Football Club Ajax

Επαγγελματική καριέρα


  • 1964–1973: Amsterdamsche Football Club Ajax, 240 (190)
  • 1973–1978: Futbol Club Barcelona, 143 (48)
  • 1979: Los Angeles Aztecs, 23 (13)
  • 1980/81: Washington Diplomats, 30 (12)
  • 1981: Levante Unión Deportiva, 10 (2)
  • 1981–1983: Amsterdamsche Football Club Ajax, 36 (14)
  • 1983/84: Feyenoord Rotterdam, 33 (11)


Σύνολο καριέρας: 514 (290)

Διεθνής


  • 1966–1977: Ολλανδία, 48 (33)

Προπονητική καριέρα


  • 1985–1988: Amsterdamsche Football Club Ajax
  • 1988–1996: Futbol Club Barcelona
  • 2009–2013: Καταλωνία

Τίτλοι

Ως ποδοσφαιριστής

Με τον Ajax

  • Πρωτάθλημα Ολλανδίας: 8 (1965/66, 1966/67, 1967/68, 1969/70, 1971/72, 1972/73, 1981/82, 1982/83)
  • Κύπελλο Ολλανδίας: 5 (1966/67, 1969/70, 1970/71, 1971/72, 1982/83)
  • Κύπελλο Πρωταθλητριών: 3 (1970/71, 1971/72, 1972/73)
  • Ευρωπαϊκό Super Cup: 1972
  • Διηπειρωτικό Κύπελλο: 1972

Με την Barcelona

  • Πρωτάθλημα Ισπανίας: 1973/74
  • Κύπελλο Ισπανίας: 1977/78

Με την Feyenoord

  • Πρωτάθλημα Ολλανδίας: 1983/84
  • Κύπελλο Ολλανδίας: 1983/84

Ως προπονητής

Με τον Ajax

  • Κύπελλο Ολλανδίας: 2 (1985/86, 1986/87)
  • Κύπελλο Κυπελλούχων: 1986/87

Με την Barcelona


  • Πρωτάθλημα Ισπανίας: 4 (1990/91, 1991/92, 1992/93, 1993/94)
  • Κύπελλο Πρωταθλητριών: 1991/92
  • Κύπελλο Κυπελλούχων: 1988/89
  • Κύπελλο Ισπανίας: 1989/90
  • Ευρωπαϊκό Super Cup: 1992
  • Σούπερ Καπ Ισπανίας: 3 (1991, 1992, 1994)

Προσωπικές Διακρίσεις

Ως ποδοσφαιριστής


  • Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς για την Ολλανδία: 3 (1968, 1972, 1984)
  • Χρυσή Μπάλα: 3 (1971, 1973, 1974)
  • Αθλητής της Χρονιάς για την Ολλανδία: 2 (1973, 1974)
  • Καλύτερος Παίκτης Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1974
  • Μέλος Ιδανικής Ενδεκάδας Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1974
  • Καλύτερος Ξένος Παίκτης στην Ισπανία (Don Balón Award): 2 (1977, 1978)
  • Πολυτιμότερος Παίκτης (MVP) Βορειοαμερικάνικης Λίγκας: 1979
  • Μέλος Ιδανικής Ενδεκάδας Παγκοσμίων Κυπέλλων Όλων των Εποχών: 2 (1994, 2002)
  • Μέλος Ιδανικής Ενδεκάδας 20ου Αιώνα
  • Μέλος της λίστας των 125 Εν Ζωή Καλύτερων Παικτών του Κόσμου που συνέταξε το 2004 ο Πελέ για τα 100 Χρόνια της FIFA
  • Μέλος των Καλύτερων 11 Όλων των Εποχών από το αγγλικό περιοδικό «World Soccer»: 2013
  • Καλύτερος Ευρωπαίος Ποδοσφαιριστής του 20ου Αιώνα από τον Διεθνή Οργανισμό Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδσφαίρου: 1999
  • «Χρυσός Παίκτης» για την Ολλανδία, από την Ολλανδική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία, ως ο καλύτερος των τελευταίων 50 ετών, με αφορμή τα 50 Χρόνια της UEFA: Νοέμβριος 2003

Ως προπονητής


  • Προπονητής της Χρονιάς από το περιοδικό «World Soccer»: 1987
  • Καλύτερος Προπονητής της Χρονιάς στην Ισπανία: 2 (1991, 1992)
  • Καλύτερος Προπονητής της Χρονιάς στην Ευρώπη από το γαλλικό περιοδικό «Onze» 2 (1991, 1992)