Τρίτη 12 Μαΐου 2020

Η γονατιά που ξεκίνησε έναν πόλεμο

Στις 22 και 23 Ιανουαρίου του 1990  λαμβάνει χώρα το 14o και τελευταίο συνέδριο της Ένωσης Κομμουνιστών της Γιουγκοσλαβίας, δηλαδή του κόμματος που κυβερνούσε αδιάλειπτα τη χώρα από το 1945. Οι εκπρόσωποι της σλοβενικής Ένωσης υπό τον Milan Kucan και της κροατικής Ένωσης υπό τον Ivica Racan έχουν ήδη εγκαταλείψει τις εργασίες του συνεδρίου, οδηγώντας ουσιαστικά στην κατάρρευση του παν-γιουγκοσλαβικού κομμουνιστικού κόμματος και σε ένα ντόμινο εξελίξεων που θα οδηγήσει τελικά στον εμφύλιο πόλεμο την επόμενη χρονιά.

Η περιώνυμη γονατιά του Ζβόνιμιρ Μπόμπαν, αρχηγού της Ντιναμό Ζάγκρεμπ, στον αστυνομικό Ρεφίκ Αχμέτοβιτς (Foto: History espresso)
 Στις 17 Φεβρουαρίου ένας Σέρβος ψυχίατρος και εγνωσμένης αξίας επιστήμονας στο νοσοκομείο του Sibenik στις δαλματικές ακτές της Κροατίας, ο Jovan Raskovic, θα ιδρύσει το Δημοκρατικό Σερβικό Κόμμα, το οποίο θα συσπειρώσει τους Σέρβους, που ζουν στα νότια της Κροατίας και αποτελούν την πλειοψηφία του πληθυσμού στην περιοχή της Κράινα. Είναι μια κίνηση αντίδρασης απέναντι στο εθνικιστικό κύμα που έχει ήδη ξεσπάσει στο Ζάγκρεμπ. Το κύμα αυτό, όμως, δεν προέκυψε από το πουθενά. Στο Βελιγράδι ο ηγέτης των Σέρβων Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς έχει ήδη παρουσιάσει το όραμά του για τη Μεγάλη Σερβία• τα σύνορά της επεκτείνονται μέσα στην επικράτεια της Κροατίας. Για αρκετούς Σέρβους ακόμα και το Ζάγκρεμπ είναι σερβικό. 

O Πρώτος πρόεδρος της Κροατίας,
Φράνιο Τούτζμαν
Τον Απρίλιο και τον Μάιο του 1990 θα διεξαχθούν οι πρώτες πολυκομματικές εκλογές στην Γιουγκοσλαβία, εκλογές στις οποίες τα κατά τόπους κομμουνιστικά κόμματα θα υποστούν μεγάλες απώλειες. Στις 8 Απριλίου θα διεξαχθούν οι πρώτες εκλογές στη Σλοβενία, ενώ στην Κροατία η κρίσιμη ημερομηνία είναι εκείνη της 6ης Μαΐου, κατά την οποία θα διεξαχθεί ο δεύτερος γύρος. Το τελικό αποτέλεσμα είναι νίκη του νεοϊδρυθέντος κόμματος της Δημοκρατικής Κροατικής Ένωσης υπό τον Φράνιο Τούτσμαν, μετέπειτα πρώτου προέδρου της χώρας.

Γεννημένος το 1922 ο Τούτσμαν πολεμά στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με τους παρτιζάνους του Τίτο και ως νέος κι ενθουσιώδης κομμουνιστής είναι απέναντι στην υπερεθνικιστική κυβέρνηση του Ante Pavelic, ηγέτη των Ούστασε (Ustase) και συμμάχου του Χίτλερ. Ο Τούτσμαν εκτελεί τα στρατιωτικά του καθήκοντα με ιδιαίτερη αυταπάρνηση και εντυπωσιάζει τον Τίτο, ο οποίος και τον προαγάγει σε στρατηγό, καθιστώντας τον Τούτσμαν τον νεότερο στρατηγό του γιουγκοσλαβικού στρατού σε ηλικία μόλις 38 χρονών. Αξίζει να αναφερθεί ότι εκείνη την εποχή το 70% των στρατηγών είναι Σέρβοι ή Μαυροβούνιοι. 

Το 1961 ιδρύει και διευθύνει το Ινστιτούτο για την ιστορία του κροατικού εργατικού κινήματος, όπου και θα παραμείνει μέχρι το 1967. Ήδη έχει διαφανεί η ιδεολογική του μεταστροφή, που θα τον οδηγήσει σε σύγκρουση με την καθεστηκυία ακαδημαϊκή τάξη που πρεσβεύει τις αρχές του μαρξισμού στην ανάγνωση της ιστορίας. 

Αυτή η μεταστροφή θα εκδηλωθεί τo 1971 όταν θα είναι ένας από τους πρωτεργάτες του κινήματος Maspok, το οποίο διεκδικεί πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις κι έναν σημαντικότερο ρόλο για την ομόσπονδη δημοκρατία της Κροατίας εντός της ενωμένης Γιουγκοσλαβίας. Το κίνημα αυτό, τελικά, θα καταπνιγεί από την κεντρική κυβέρνηση του Βελιγραδίου, όταν θα γίνει αντιληπτό ότι έχουν παρεισφρήσει στις τάξεις του και εθνικιστικά στοιχεία. Ο ίδιος ο Τούτσμαν θα συλληφθεί και θα καταδικαστεί σε φυλάκιση για αντι-γιουγκοσλαβική δραστηριότητα. 

Στη φυλακή γράφει ένα βιβλίο, όπου υποστηρίζει ότι οι Σέρβοι θύματα των Ουστάσε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Jasenovac ήταν σαφώς λιγότεροι από τον αριθμό που γινόταν δεκτός μέχρι τότε, προκαλώντας την αντίδραση των Σέρβων.Δεν θα εκτίσει το σύνολο της ποινής του. Όταν θα αποφυλακιστεί, θα έχει ήδη αποκτήσει την εικόνα του ήρωα στα μάτια των συμπατριωτών του κι αυτή η δημοφιλία θα τον βοηθήσει να διαδραματίσει έναν σημαντικό ρόλο στην πολιτική σκηνή της Γιουγκοσλαβίας κυρίως από τη δεκαετία του 1980 και μετά, όταν τα θεμέλια της χώρας θα αρχίσουν να τρέμουν μετά τον θάνατο του Τίτο το Μάιο του 1980.

Στιγμιότυπο από τα επεισόδια στο στάδιο Μάξιμιρ στον αγώνα Ντιναμό Ζάγκρεμπ - Ερυθρού Αστέρα. (Foto: History espresso)
Ο Τούτσμαν γνωρίζει πολύ καλά τη δύναμη που κρύβεται στις εξέδρες των γηπέδων ανά τη Γιουγκοσλαβία. Το 1958 θα διοριστεί πρόεδρος της Παρτιζάν Βελιγραδίου, επιχειρώντας να την αναγάγει στο αντίπαλο δέος του αμιγώς σερβικού Ερυθρού Αστέρα. Την άνοιξη του 1990, όταν θα επιχειρήσει το άλμα προς την εξουσία, θα έχει εξασφαλίσει την υποστήριξη παιχτών-θρύλων της Κροατίας όπως οι μπασκετμπολίστες Ντράζεν Πέτροβιτς και Τόνι Κούκοτς και ο ποδοσφαιριστής Ζβόνιμιρ Μπόμπαν. Ο Τούτσμαν θα θριαμβεύσει στον δεύτερο γύρο της 6ης Μαΐου ανοίγοντας τον δρόμο για την ανεξαρτησία της Κροατίας. Η ατμόσφαιρα στην Κροατία μυρίζει μπαρούτι. Αρκεί μια σπίθα, η οποία θα έρθει μία εβδομάδα μετά. 

Κυριακή 13 Μαΐου 1990. Στο στάδιο Μάξιμιρ του Ζάγκρεμπ θα διεξαχθεί το ντέρμπι κορυφής ανάμεσα στον πρωτοπόρο Ερυθρό Αστέρα και στη δεύτερη Ντιναμό Ζάγκρεμπ. Θα αποδειχθεί μια μίνι πρόβα τζενεράλε για τη σύγκρουση που θα ακολουθήσει ένα χρόνο μετά. 
  
Οι φανατικοί οπαδοί του Ερυθρού Αστέρα, γνωστοί ως Delije (Ήρωες), ετοιμάζουν απόβαση στο Ζάγκρεμπ. Περισσότεροι από 3.000 Σέρβοι οπαδοί μεταβαίνουν στην κροατική πρωτεύουσα. Η αστυνομία καλείται να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να αποφευχθεί η σύγκρουση μεταξύ Κροατών και Σέρβων οπαδών. Όλοι, όμως, γνωρίζουν ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει για έναν απλούστατο λόγο. Οι επικεφαλής αξιωματικοί της αστυνομίας είναι Σέρβοι, και μάλιστα, Σέρβοι κομμουνιστές. Ο Τούτσμαν είναι έτοιμος να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία. Τυχόν αποτυχία της αστυνομίας να εξασφαλίσει την τάξη και την ασφάλεια στο Ζάγκρεμπ θα δώσει στον νεοεκλεγέντα Τούτσμαν την αφορμή να ‘ξηλώσει’ τη σερβική ηγεσία της αστυνομίας στο προπύργιό του. Ο Μάο εμπνέει τον Τούτσμαν• μεγάλη αναταραχή, θαυμάσια κατάσταση. 

O Zeliko Raznjatovic,
  γνωστός ως‘Αρκάν’
Επικεφαλής των Σέρβων ‘Ηρώων’ είναι ένας τύπος με σκοτεινό παρελθόν και παρόν, αλλά ακόμα σκοτεινότερο μέλλον έχοντας πλέον καταταγεί από την ιστορία στους μαύρους καταλόγους των εγκληματιών πολέμου. Το όνομά του Zeliko Raznjatovic, αλλά είναι πιο γνωστός με το παρατσούκλι ‘Αρκάν’. 

Γεννημένος το 1952 στο Brezice της Σλοβενίας, με πατέρα Μαυροβούνιο αξιωματικό της αεροπορίας, ο Αρκάν θα εγκαταλείψει το σπίτι του σε ηλικία μόλις 9 ετών. Στα 18 του θα συλληφθεί για πρώτη φορά κατηγορούμενος για ληστεία σε ένα μπαρ στο Ζάγκρεμπ. Τη δεκαετία του 1970 θα ενταχθεί στις τάξεις της γιουγκοσλαβικής μυστικής ασφάλειας. Τον στέλνουν αρκετές φορές στο εξωτερικό σε χώρες όπως η Ιταλία, το Βέλγιο, η Ολλανδία και η Ελβετία για να ‘καθαρίσει’ αντιφρονούντες που έχουν εγκαταλείψει τη Γιουγκοσλαβία και θεωρούνται πλέον εχθροί του τιτοϊκού καθεστώτος. 

Στην Ιταλία θα συλληφθεί από τις αρχές και θα οδηγηθεί στη φυλακή του San Vittore του Μιλάνου, απ’ όπου θα καταφέρει να δραπετεύσει, έχοντας, ωστόσο, προλάβει να προκαλέσει μια γενικευμένη εξέγερση των φυλακισμένων. Τελικά, θα επιστρέψει στο Βελιγράδι το 1986.  Εκεί θα δολοφονήσει τον διευθυντή της κροατικής πετρελαιοχημικής εταιρείας ΙΝΑ, αλλά οι διασυνδέσεις του με τις σερβικές αρχές θα τον κρατήσουν μακριά από τη φυλακή. 

Ο Αρκάν θα οδηγεί πλέον μια κόκκινη Κάντιλακ. Έξω από το γήπεδο Μαρακανά του Βελιγραδίου, έδρα του Ερυθρού Αστέρα, θα ανοίξει ένα ζαχαροπλαστείο-παγωτατζίδικο, το οποίο θα γίνει τόπος συνάντησης και ώσμωσης του υποκόσμου του Βελιγραδίου και των οπαδών της ομάδας. Ο Αρκάν, με τις ευλογίες του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς και του Υπουργού Αθλητισμού Jovica Stanisic, θα τεθεί επικεφαλής των οργανωμένων οπαδών του Ερυθρού Αστέρα και θα τους μεταμορφώσει σε κανονική στρατιωτική φάλαγγα. Ο ίδιος ο Αρκάν ελέγχει τη διανομή των εισιτηρίων, οργανώνει τις μετακινήσεις των οπαδών σε άλλες χώρες, ‘αναλαμβάνει’ και τους διαιτητές. 

Εκείνη την Κυριακή της 13ης Μαΐου 1990 αυτός ο στρατός των ‘Ηρώων’ με μπροστάρη τον Αρκάν θα κάνει απόβαση στο Ζάγκρεμπ υπό τους ήχους ενός παραδοσιακού σερβικού τραγουδιού ήδη από την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. ‘Οι ήρωες χορεύουν στην καρδιά της σερβικής γης, και ο χορός ακούγεται μέχρι την Κωνσταντινούπολη’. Όπου Κωνσταντινούπολη βάλτε Ζάγκρεμπ. 


Η αμαξοστοιχία Βελιγράδι-Ζάγκρεμπ δεν παραλαμβάνει κανέναν άλλον επιβάτη παρά τους οπαδούς του Ερυθρού Αστέρα. (σημ: δεκαπέντε μήνες μετά η γραμμή θα σταματήσει να λειτουργεί για πέντε χρόνια, όσο θα διαρκέσει ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία). Η αστυνομία είναι απούσα. Το κράτος είναι σε αποσύνθεση. Η εξουσία είναι στα χέρια του Αρκάν και των συντρόφων του, που είναι κράτος εν κράτει. 

Ο Αρκάν είναι της πιάτσας – και το απολαμβάνει. Την προηγουμένη του παιχνιδιού στο Ζάγκρεμπ έχει στείλει στην κροατική πρωτεύουσα οπαδούς του Ερυθρού Αστέρα χωρίς διακριτικά. Στους σάκους τους κουβαλάνε πάνω από 4.000 σερβικές πινακίδες, τις οποίες τοποθετούν σε αυτοκίνητα με κροατικές πινακίδες έξω από το γήπεδο Μάξιμιρ. Όπως είναι αναμενόμενο, το επόμενο πρωί εκατοντάδες Κροάτες βρίσκουν τα αυτοκίνητά τους σπασμένα. Δράστες δεν είναι Σέρβοι, αλλά συμπατριώτες τους, που, βλέποντας αυτοκίνητα με σερβικές πινακίδες, βγάζουν όλο το μένος του και τα καταστρέφουν. Το κόλπο του Αρκάν έχει πετύχει. 

Στις 13 Μαΐου ξημερώνει μια ηλιόλουστη Κυριακή. Ο στρατός των 'Ηρώων' φτάνει έξω από το γήπεδο. Οι Σέρβοι οπαδοί είναι εφοδιασμένοι με λοστούς, πέτρες, ρόπαλα, ακόμα και οξύ για να λιώσουν τις πόρτες ασφαλείας του σταδίου. Όταν μπαίνουν στο στάδιο, κατευθύνονται στη νότια πτέρυγα (Curva Sud). Απέναντί τους, στη βόρεια πτέρυγα (Curva Nord) είναι οι Bad Blue Boys (BBB), οι σκληροπυρηνικοί οπαδοί της Ντιναμό Ζάγκρεμπ. Το όνομά τους το έχουν πάρει από την ταινία Bad Boys του 1983 με πρωταγωνιστή τον νεαρό Σον Πεν, ο οποίος υποδύεται τον τρόφιμο μιας κακόφημης φυλακής ανηλίκων στις Η.Π.Α. της δεκαετίας του 1980. 

Η ατμόσφαιρα είναι κάτι παραπάνω από θερμή. Είναι καυτή. Ακόμα και ο αέρας καίει. Τα συνθήματα στάζουν δηλητήριο. ‘Το Ζάγκρεμπ είναι Σερβία, Τούτσμαν, θα σε σκοτώσουμε’, ουρλιάζουν οι ‘Ηρωες’, ‘Ανεξαρτησία’, ανταπαντάνε οι ΒΒΒ. Μέσα σε αυτόν το πανζουρλισμό ένας τύπος με μπλε σακάκι, γραβάτα και λευκό πουκάμισο μπαίνει στον αγωνιστικό χώρο. Δεν είναι ούτε παίχτης ούτε διαιτητής ούτε κάποιος παράγοντας. Είναι ο Αρκάν. Κανένας αστυνομικός δεν τολμά να τον παρεμποδίσει. Πηγαίνει μπροστά στην εξέδρα των συμπατριωτών του και τους δίνει οδηγίες πώς και τι να τραγουδάνε και να φωνάζουνε. 

Λίγο πριν από τις 6 το απόγευμα οι δύο ομάδες εμφανίζονται στον αγωνιστικό χώρο. Ανάμεσα στους παίκτες των δύο ομάδων βρίσκονται και μελλοντικοί συμπαίκτες, οι οποίοι σε λιγότερο από έναν μήνα θα φορέσουν την μπλε φανέλα της Γιουγκοσλαβίας στα γήπεδα της Ιταλίας για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990 για να δώσουν την τελευταία παράσταση μπροστά στο παγκόσμιο κοινό πριν βυθιστούν στον εμφύλιο σπαραγμό. Από τη μία, με τα χρώματα της Ντιναμό είναι ο Νταβόρ Σούκερ, μετέπειτα αστέρας της Σεβίλλης και της Ρεάλ Μαδρίτης, αλλά το περιβραχιόνιο του αρχηγού το φέρει ο 20χρονος Ζβόνιμιρ Μπόμπαν, ο νεαρότερος αρχηγός στην ιστορία της ομάδας, μία στιβαρή προσωπικότητα και μετέπειτα στυλοβάτης της Μίλαν. Από την άλλη, με τα χρώματα του Ερυθρού Αστέρα, παίχτες όπως ο Ντράγκαν Στοϊκοβιτς, πιθανότατα ο πλέον ταλαντούχος παίχτης στην ιστορία του γιουγκοσλαβικού ποδοσφαίρου, ο Ντέγιαν Σαβίσεβιτς, μετέπειτα συμπαίχτης του Μπόμπαν στη Μίλαν, και ο Ρόμπερτ Προσινέτσκι, με πατέρα Κροάτη και μητέρα Σέρβα. 


Οι παίχτες αρχίζουν το ζέσταμα, αλλά μόλις μετά από λίγα λεπτά, άπαντες αντιλαμβάνονται ότι δύσκολα θα διεξαχθεί ποδοσφαιρικό παιχνίδι εκείνο το απόγευμα. Η μαρτυρία του Στοϊκοβιτς είναι συγκλονιστική. ‘Είδα ανθρώπους να πηδάνε από τα κάγκελα από τη βόρεια πτέρυγα και να μπαίνουν στον αγωνιστικό χώρο και είπα στους συμπαίχτες μου να τρέξουμε στα αποδυτήρια. Ήταν πολύ επικίνδυνη κατάσταση’. 

Οι Σέρβοι οπαδοί έχουν ήδη αρχίσει να ξηλώνουν καθίσματα και να τα εκσφενδονίζουν στους παίχτες της Ντιναμό, ενώ μερικοί έχουν ήδη εισβάλλει στον αγωνιστικό χώρο. Από την άλλη πλευρά, οι οπαδοί της Ντιναμό αποφασίζουν ν’ απαντήσουν, αλλά έρχονται αντιμέτωποι με τις αστυνομικές δυνάμεις, οι οποίες, χρησιμοποιώντας γκλοπ και δακρυγόνα, βαράνε στο ψαχνό όποιον βρουν μπροστά τους, πολλές φορές και εφήβους ή παιδιά. 

Οι δυνάμεις καταστολής χρησιμοποιούν ακόμα και υδραντλίες, αλλά εις μάτην. Σε λίγα λεπτά οι κερκίδες και οι αγωνιστικός χώρος θα μετατραπούν σε κανονικό πεδίο μάχης και θα ακολουθήσουν συγκρούσεις σώμα με σώμα. 

Ελάχιστοι ποδοσφαιριστές έχουν απομείνει στον αγωνιστικό χώρο. Ανάμεσά τους και ο νεαρός αρχηγός της Ντιναμό Ζβόνιμιρ Μπόμπαν. Το αίμα του βράζει και του ανεβαίνει στο κεφάλι όταν βλέπει τους αστυνομικούς να χτυπάνε με γκλομπ τον Bruno Sirok, έναν οπαδό της Ντιναμό, που είναι πεσμένος στο έδαφος. Τρέχει προς έναν αστυνομικό ουρλιάζοντας ‘Ντροπή σας, σκοτώνετε τα παιδιά’. Ο αστυνομικός ανταπαντάει. ‘Πουτάνας γιε, ίδιοι είστε όλοι’. Ο Μπόμπαν είναι πλέον εκτός εαυτού. Με μια γονατιά του σπάει το πηγούνι. Η εικόνα εκείνη απαθανατίζεται από φωτογράφους και εικονολήπτες και αναπαράγεται σε όλον τον κόσμο. Θα γίνει η εικόνα σύμβολο της απαρχής της εμφύλιας σύγκρουσης. 


Το θύμα εκείνης της γονατιάς δεν είναι καν Σέρβος, αλλά ένας Βόσνιος μουσουλμάνος, με το όνομα Refik Ahmetovic. Χρόνια αργότερα θα δηλώσει σε συνέντευξή του. ‘Τον συγχώρεσα τον Μπόμπαν, γιατί τότε ήταν μια εποχή που οι άνθρωποι ήταν τυφλοί’.


Από την πλευρά του ο Μπόμπαν θα δηλώσει. ‘Ήμουν ένα δημόσιο πρόσωπο, αλλά ήμουν έτοιμος να θυσιάσω για την πατρίδα τα πάντα, τη ζωή μου, την καριέρα μου, τη φήμη που αυτή μού είχε προσφέρει. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι αντέδρασα σε μια μεγάλη αδικία, δεν μπορούσα να μείνω αδιάφορος. Σίγουρα, κι από την πλευρά μου προκάλεσα πριν από το επεισόδιο με τον αστυνομικό. Τις μέρες μετά το περιστατικό κρυβόμουν από σπίτι σε σπίτι για να αποφύγω τα αντίποινα της αστυνομίας’. Τελικά, ο Μπόμπαν θα συλληφθεί και θα δικαστεί, αλλά δεν θα καταδικαστεί. ‘Στη δίκη φέρανε μια κασέτα με το επεισόδιο, όπου η εικόνα είχε παραποιηθεί. Έδειχνε ότι εγώ ήμουν ο μόνος επιτιθέμενος. Τελικά, κατάφερα να βρω μια αυθεντική κασέτα από τη γερμανική τηλεόραση και να αποδείξω την απάτη’. Σε μια άλλη συνέντευξη θα δηλώσει. ‘Αν το δεις ως χριστιανός, έσφαλα. Ο Ιησούς λέει ότι αν σε χτυπήσουν στο ένα μάγουλο, να γυρίσεις και το άλλο. Δεν ξέρω, όμως, τι λέει για την περίπτωση εκείνη που σε χτυπάνε και στα δυο μάγουλα’. 

Η ομοσπονδία ποδοσφαίρου της Γιουγκοσλαβίας θα επιβάλλει εννιάμηνο αποκλεισμό στον Μπόμπαν, ο οποίος θα μειωθεί στους τέσσερις μήνες, αλλά, σε κάθε περίπτωση, ικανό για να στερήσει από τον Μπόμπαν την ευκαιρία ν’ αγωνιστεί στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ιταλίας μόλις ένα μήνα μετά. 

Εκείνη την ημέρα τα επεισόδια θα συνεχιστούν κι εκτός γηπέδου στους δρόμους του Ζάγκρεμπ μέχρι αργά τη νύχτα. Στο στάδιο οι παίχτες του Ερυθρού Αστέρα θα αναγκαστούν να παραμείνουν στα αποδυτήρια μέχρι τα μεσάνυχτα, ενώ έξω ακούνε τους οπαδούς της Ντιναμό να τους βρίζουν και να τους αποκαλούν Τσέτνικ (Cetnik), δηλαδή οπαδούς των φιλομοναρχικών σερβικών δυνάμεων κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Ο απολογισμός των επεισοδίων είναι ενδεικτικός της σφοδρότητας εκείνων των συγκρούσεων. 59 οπαδοί και 79 αστυνομικοί τραυματισμένοι, επτά τραμ και εκατοντάδες αυτοκίνητα κατεστραμμένα, ενώ 132 οπαδοί συλλαμβάνονται. 

Μόλις τρεις εβδομάδες μετά, στις 3 Ιουνίου 1990, το στάδιο Μάξιμιρ θα είναι και πάλι το σκηνικό μιας άλλης πράξης του γιουγκοσλαβικού δράματος με φόντο το γρασίδι του γηπέδου - αλλά για εκείνον τον αγώνα θα ακολουθήσει άλλη ιστορία.

Η πηγή εδώ: History espresso 
Φωτογραφίες χρησιμοποιήθηκαν και από εδώ: ultras-tifo.net