Τετάρτη 21 Ιουνίου 2017

Ντίνο Μπάτζιο

Ο Ιταλός, κυρίως αμυντικός μέσος Ντίνο Μπάτζιο (Dino Baggio), γεννήθηκε στις 24 Ιουλίου του 1971, στο Καμποσαμπιέρο του Βένετο στη βόρεια Ιταλία. Καθ’ όλη την της ποδοσφαιρικής του καριέρας, κατέκτησε 3 φορές το Κύπελλο UEFA, τις 2 με τη Πάρμα και μία φορά με τη Γιουβέντους. Συγκαταλέγεται στους καλύτερους Ιταλούς μέσους της δεκαετίας του 1990. Διακρίθηκε για την εξαιρετική φυσική του κατάσταση, την μεγάλη αντοχή του, τη πολύ καλή τεχνική κατάρτιση, αλλά και τη ταχύτητα του. Διέθετε αγωνιστική αντίληψη, διακρινόμενος και στο δημιουργικό, αλλά και στο εκτελεστικό κομμάτι του παιχνιδιού! Παίκτης πειθαρχημένος και υπάκουος, ήταν ένα πολύτιμο «εργαλείο» στα χέρια του εκάστοτε προπονητή του! Έκανε 60 εμφανίσεις σε διεθνές επίπεδο για την Ιταλία και ήταν μέλος της ομάδας που έφτασε στο τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1994. Αργότερα πήρε μέρος και στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1996 και στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998. Δεν έχει καμιά σχέση με τον Ρομπέρτο Μπάτζιο (Roberto Baggio).


Έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στην Τόμπολο. Είχε εντοπιστεί από σκάουτερς της Τορίνο και το 1984 εντάχθηκε στις ακαδημίες της, στην ηλικία των 13 ετών. Έκανε το ντεμπούτο του στην Serie A στα 19 του χρόνια, το 1989 εναντίον της Λάτσιο και έγινε βασικός, ως ένας πολλά υποσχόμενος νεαρός. Έχει αναδειχθεί ως ένας δυνατός, εργατικός, συνεπής και ευέλικτος αμυντικός μέσος κατά τη διάρκεια της θητείας του στο σύλλογο, ο οποίος ήταν σε θέση να παίζει σε διάφορες θέσεις. Με την Τορίνο, κατέκτησε τον τίτλο της Serie B το 1989/90, ακολουθούμενο από το Μιτρόπα Καπ του 1991. Δόθηκε δανεικός στην Ίντερ στην ηλικία των 20 ετών, για τη σεζόν 1991/92 και με τα χρώματα της ο νεαρός τότε άσος διέπρεψε, κάνοντας 27 συμμετοχές και σκοράροντας 1 γκολ. Το γεγονός δεν πέρασε απαρατήρητο από τη συμπολίτισσα και «αιώνια» αντίπαλο, Γιουβέντους, που το 1992 εκταμίευσε 9,8 εκατομμύρια λιρέτες, τον έκανε δικό της. Έμεινε δύο περιόδους στο ρόστερ της «Γηραιάς Κυρίας» παίρνοντας αρκετό χρόνο συμμετοχής, παίζοντας σε 49 ματς, με ένα γκολ και βοηθώντας τη αποφασιστικά να κατακτήσει το Κύπελλο UEFA του 1993, σκοράροντας  και στους δύο τελικούς με τη Ντόρτμουντ! 


Επόμενος «σταθμός» του ήταν η Πάρμα, όπου και πέρασε το μεγαλύτερο και πιο παραγωγικό κομμάτι της σταδιοδρομίας του. Μετά τις εμφανίσεις του στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994, η Πάρμα προσπάθησε να τον αποκτήσει. Αρχικά απέρριψε την προσφορά, δηλώνοντας την πρόθεσή του να παραμείνει στην Γιουβέντους. Εκείνη την εποχή, η «Γηραιά Κυρία» πρόσφερε στη Πάρμα έναν νεαρό μεσοεπιθετικό με το όνομα Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο (Alessandro Del Piero) αντί του Μπάτζιο, προκειμένου να διατηρήσει τον αμυντικό μέσο στο ρόστερ της. Η Πάρμα αποδέχθηκε την προσφορά, αλλά πριν αυτή ολοκληρωθεί, ο Μπάτζιο άλλαξε γνώμη και αποφάσισε να πάει στην Πάρμα. Ο Ντελ Πιέρο έμεινε στη Γιουβέντους και την επόμενη σεζόν αναδείχθηκε σε μια σημαντική ανακάλυψη, ενώ στη συνέχεια έγινε ένας θρύλος για τον σύλλογο.


Ο Μπάτζιο μεταγράφηκε στην Πάρμα στην αρχή της σεζόν 1994/95 για 14 δισεκατομμύρια λιρέτες. Κατά τη διάρκεια της πρώτης του σεζόν με την νέα του ομάδα, υπό τον Νέβιο Σκάλα (Nevio Scala), κατέκτησε το Κύπελλο UEFA, για 2η  φορά στην καριέρα του, σκοράροντας από ένα γκολ σε κάθε παιχνίδι του διπλού τελικού του 1995 εναντίον της Γιουβέντους, έχοντας πλέον 5 γκολ σε τελικούς Κυπέλλου UEFA. Έφτασε επίσης στον τελικό του Κυπέλλου Ιταλίας εκείνη την σεζόν, χάνοντας τον τίτλο από τη Γιούβε, ενώ στο πρωτάθλημα τερμάτισε στην 3η θέση. Παρά την ευρωπαϊκή επιτυχία, η Πάρμα δεν ήταν σε θέση να κατακτήσει τον τίτλο της ιταλικής Serie A κατά τη διάρκεια αυτών των ετών, με καλύτερο τελείωμα στη σεζόν 1996/97, μια 2η θέση, υπό τον Κάρλο Αντσελότι (Carlo Ancelloti).


Σε έναν αγώνα για το Κύπελλο UEFA της περιόδου 1998/99, τραυματίστηκε στο κεφάλι από ένα αιχμηρό αντικείμενο που ρίχτηκε από οπαδούς της Βίσλα Κρακοβίας, ενέργεια που οδήγησε στη τιμωρία του πολωνικού συλλόγου από τα Ευρωπαϊκά Κύπελλα για ένα χρόνο. Κατέκτησε το 3ο του Κύπελλο UEFA, με νίκη επί της Μαρσέιγ, επίσης κατακτώντας το Κύπελλο Ιταλίας νικώντας τη Φιορεντίνα, τίτλοι που ακολουθήθηκαν από το ιταλικό Σούπερ Καπ του 1999, νικώντας στο τελικό την πρωταθλήτρια της περιόδου 1998/99, Μίλαν. Έμεινε στη Πάρμα μέχρι το τέλος της σεζόν 1999-2000, βοηθώντας την ομάδα σε μια 4η θέση, μένοντας για έναν βαθμό εκτός UEFA Champions League μετά και από την ήττα σε αγώνα play-off από την Ίντερ. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας του σεζόν με τον σύλλογο, είχε και ένα αμφιλεγόμενο περιστατικό σε έναν αγώνα εναντίον της Γιουβέντους, στις 9 Ιανουαρίου του 2000.


Υπέπεσε σε φάουλ στον Τζιανλούκα Τζαμπρότα (Gianluca Zambrotta) και δέχτηκε μια αμφιλεγόμενη απευθείας κόκκινη κάρτα από το διαιτητή Στέφανο Φαρίνα. Σε ένδειξη διαμαρτυρίας, έκανε το «σημάδι χρηματισμού» προς τον διαιτητή, ενώ στη συνέχεια έφτυσε στο έδαφος κοντά στον Φαρίνα. Επικρίθηκε για τη συμπεριφορά του, και τιμωρήθηκε για δύο ματς, εκτός από την επιβολή προστίμου 20 εκατομμυρίων λιρετών από τον σύλλογο του, για την χειρονομία. Επίσης, ο Λουτσιάνο Νιτσόλα (Luciano Nizzola), πρόεδρος της ιταλικής Ομοσπονδίας εκείνη την εποχή, απαίτησε την μη συμμετοχή του σε φιλικό αγώνα της Ιταλίας εναντίον της Σουηδίας, στις 23 Φεβρουαρίου του 2000. Χρησιμοποιήθηκε σε 172 αναμετρήσεις των «παρμένσι» και πέτυχε 19 γκολ, αναδεικνυόμενος σε θρύλο του συλλόγου!


Τον Οκτώβριο του 2000, παραχωρήθηκε στη μόλις πρωταθλήτρια Λάτσιο για 10 δισεκατομμύρια λιρέτες, μαζί με τον Νέστορ Σενσίνι (Nestor Sensini). Χρησιμοποιήθηκε πολύ λίγο κατά τη διάρκεια της θητείας του στους «λατσιάλι», τις περιόδους 2001/02 και 2002/03, ενώ ο σύλλογος δεν κατάφερε να κερδίσει οποιονδήποτε τίτλο. Στην αρχή της σεζόν 2003/04, ήταν σε συνομιλίες με την αγγλική Γουλβς, τότε νεοφώτιστη στην Premier League, σε μια πιθανή συμφωνία ως δανεικός. Τελικά πήγε δανεικός στη Μπλάκμπερν. Ο προπονητής του Γκρέιαμ Σούνες (Graeme Souness), τον χρησιμοποίησε σε έναν άγνωστο ρόλο προωθημένου, με τον Μπάτζιο να κάνει 9 συμμετοχές, σκοράροντας μια φορά στο πρωτάθλημα, σε μια ήττα 1-2 από την Λιντς. Σύντομα, η Λάτσιο τον ξαναδάνεισε στη νεοφώτιστη στη Serie A Ανκόνα . Έκανε 15 συμμετοχές και σημείωσε 2 γκολ, αλλά Ανκόνα τελείωσε στη τελευταία θέση. Παρέμεινε με τη Λάτσιο στη σεζόν 2004/05, αλλά δεν έκανε καμιά εμφάνιση για την ομάδα εκείνης της εποχής. Αποσύρθηκε το 2005 μετά από μια σύντομη περίοδο με την Τριεστίνα στη Serie Β. Τον Φεβρουάριο του 2008 ανακοινώθηκε ότι αποφάσισε να επιστρέψει, εντασσόμενος στην Δ’ Κατηγορίας Τόμπολο, τον σύλλογο της γενέτειράς του, με προπονητή τον πρώτο προπονητή του, Τσέζαρε Κριβεγιάρο (Cesare Crivellaro). Στο τέλος εκείνης της σεζόν αποσύρθηκε οριστικά από την ενεργό δράση.


Σε διεθνές επίπεδο, με την εθνική Νέων κατέκτησε το αντίστοιχο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα το 1992 και την ίδια χρονιά, πήρε μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες στη Βαρκελώνη με προπονητή τον Τσέζαρε Μαλντίνι (Cesare Maldini). Έκανε το διεθνές ντεμπούτο του με την ανδρική ομάδα υπό τον Αρίγκο Σάκι  (Arrigo Sacchi), στις 21 Δεκεμβρίου του 1991, στην ηλικία των 20 ετών, σε μια νίκη 2-0 εναντίον της Κύπρου, στη Φότζια. Μαζί του έκανε ντεμπούτο και ο Ντεμέτριο Αλμπερτίνι (Demetrio Albertini), με τον οποίο θα παίξουν μαζί στην ιταλική μεσαία γραμμή για ένα μεγάλο μέρος της δεκαετίας του 1990. Στις 24 Φεβρουαρίου του 1992, σημείωσε το πρώτο του γκολ για την Ιταλία, στο Πόρτο, εναντίον της Πορτογαλίας.


Ονομάστηκε μέλος της αποστολής του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1994 και μαζί με τον συνονόματό του Ρομπέρτο Μπάτζιο, βοήθησαν την Ιταλία να φτάσει στον τελικό της διοργάνωσης, σημειώνοντας καθοριστικά γκολ, μόνο για να ηττηθεί από τη Βραζιλία στα πέναλτι. Σκόραρε δύο γκολ στο τουρνουά: το πρώτο του ήταν μια καθοριστική κεφαλιά, στη νίκη 2-1 στον πρώτο γύρο επί της Νορβηγίας και το δεύτερό του προήλθε από ένα μακρινό σουτ εναντίον της Ισπανίας στους προημιτελικούς.


Συνέχισε να παίζει και σε άλλα τουρνουά καθ' όλη τη δεκαετία του 1990, όπως το Euro του 1996, όταν η Ιταλία αποκλείστηκε από τον πρώτο γύρο. Έπαιξε σε κάθε παιχνίδι για την Ιταλία στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998, υπό τον Τσέζαρε Μαλντίνι, το οποίο θα αποδειχθεί και το τελευταίο μεγάλο τουρνουά του με τους «ατζούρι». Η Ιταλία αποκλείστηκε στα πέναλτι για άλλη μια φορά από την οικοδέσποινα και μελλοντική πρωταθλήτρια Γαλλία, στα προημιτελικά του τουρνουά. Ήταν στα αρχικά σχέδια του Ντίνο Τζοφ (Dino Zoff) για το Euro του 2000, πριν κοπεί από τη τελική αποστολή. Έκανε τη τελευταία διεθνή εμφάνισή του για την Ιταλία, στις 13 Νοεμβρίου του 1999, σε μια φιλική ήττα, 1-3 εντός έδρας από το Βέλγιο.


Συνολικά, συγκέντρωσε 60 διεθνείς συμμετοχές και σημείωσε 7 γκολ για την ιταλική εθνική ομάδα από το 1991 έως το 1999. Τον θυμούνται ως έναν αξιόλογο διεθνή παίκτη της δεκαετίας του '90 από τους Ιταλούς οπαδούς λόγω των εμφανίσεών του στα Παγκόσμια Κύπελλα, καθώς και ότι ήταν σε θέση να κερδίσει μια θέση βασικού στη μεσαία γραμμή, εκτοπίζοντας πολλούς άλλους ταλαντούχους παίκτες στην ακμή τους, όπως ο Ρομπέρτο Ντοναντόνι (Roberto Donadoni), ο Λουίτζι Ντι Μπιάτζιο (Luigi di Biagio), ο Ντεμέτριο Αλμπερτίνι, ο Ρομπέρτο ντι Ματέο (Roberto di Matteo), ο Νίκολα Μπέρτι (Nicola Berti), ο Αλμπέριγκο Εβάνι (Alberigo Evani), ο Ατίλιο Λομπάρντο (Attilio Lombardo), ο Φερνάντο Ντε Νάπολι (Fernando De Napoli), ο Αντόνιο Κόντε (Antonio Conte), ο Άντζελο Ντι Λίβιο (Angelo Di Livio), ο Κάρλο Αντσελότι, ο Τζιουζέπε Τζιανίνι (Giuseppe Giannini), ο Τζιουζέπε Σινιόρι (Giuseppe Signori), και ο Τζιανφράνκο Τζόλα (Gianfranco Zola), μεταξύ άλλων.


Ο Ντίνο Μπάτζιο ήταν ένας καλά κοντρολαρισμένος, εργατικός, επίμονος και τακτικά ευέλικτος παίκτη, ο οποίος ήταν σε θέση να παίζει σε διάφορες θέσεις στη μεσαία γραμμή, ενώ είχε αναπτυχθεί ως κεντρικός μέσος και ως box-to-box μέσος σε ολόκληρη την καριέρα του, αν και η πρωτογενής θέση του ήταν σε αμυντικό ρόλο στη μεσαία γραμμή, όπου και διακρίθηκε σπάζοντας τις επιθετικές προσπάθειες των αντιπάλων. Σε όλη τη σταδιοδρομία του, είχε αναπτυχθεί σε κάθε θέση εντός παιδιάς μέσα στο γήπεδο. Ένας επιθετικός και δυναμικός αμυντικός μέσος, ήταν προικισμένος με δύναμη, την ικανότητα στην αντιμετώπιση, το ρυθμό, την αίσθηση της θέσης και την αντοχή, καθώς και τη καλή τεχνική, διορατικότητα και αξιόπιστη μεταβίβαση, προσόντα τα οποία του επέτρεψαν να βοηθά την ομάδα του δημιουργικά, κερδίζοντας τη κατοχή στα μετόπισθεν.


Θεωρήθηκε ως ένας από τους Καλύτερους και πιο Συνεπείς Ιταλούς μέσους κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990. Παρά το ότι λειτουργούσε κυρίως για να κερδίσει τη κατοχή και στη συνέχεια θα έδινε την μπάλα σε πιο δημιουργικούς μέσους, ήταν επίσης σε θέση να συνεισφέρει επιθετικά και να σκοράρει, χάρη στην ικανότητά του να έρχεται από πίσω στην επίθεση, καθώς και την ικανότητά του στον αέρα και την ακρίβεια του με το κεφάλι του. Είχε επίσης μια τάση να σκοράρει με το συνατό, ακριβές σουτ και με βολέ από απόσταση.

Σήμερα έχει αφοσιωθεί στην προπονητική, έχοντας εργαστεί στα τμήματα υποδομής της Πάντοβα, ενώ προηγουμένως είχε δουλέψει για λίγο ως... ηθοποιός στο θέατρο!

 PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • ·         1976–1984: Tombolo
  • ·         1984–1990: Torino Football Club

Επαγγελματική καριέρα

  • ·         1989/91: Torino Football Club, 28 (2)
  • ·         1991/92: (δανεικός) → Football Club Internazionale Milano, 27 (1)
  • ·         1992–1994: Juventus Football Club, 49 (1)
  • ·         1994–2000: Società Sportiva Dilettantistica Parma Calcio 1913, 172 (19)
  • ·         2000–2005: Società Sportiva Lazio, 44 (1)
  • ·         2003: (δανεικός) → Blackburn Rovers Football Club, 9 (1)
  • ·         2004: (δανεικός)→ Unione Sportiva Ancona 1905, 9 (1)
  • ·         2005: Unione Triestina 2012 Società Sportiva Dilettantistica, 13 (0)
  • ·         2008: Tombolo, ? (?)

Σύνολο καριέρας: 351 (26)

Διεθνής

  • ·         1990–1992: Εθνική Νέων Ιταλίας, 18 (1)
  • ·         1991–1999: Ιταλία, 60 (7)

Τίτλοι

Συλλογικοί

Με τη Torino
  • ·         Πρωτάθλημα Β’ Κατηγορίας Ιταλίας: 1989/90
  • ·         Mitropa Cup: 1991
  • ·         Memorial Pier Cesare Baretti: 1990

Με τη Juventus
  • ·         Πρωτάθλημα Ιταλίας: επιλαχών 1993/94
  • ·         Κύπελλο UEFA: 1992/93

Με τη Parma
  • ·         Κύπελλο UEFA: 2 (1994/95, 1998/99)
  • ·         Κύπελλο Ιταλίας: 1998/99
  • ·         Σούπερ Καπ Ιταλίας: 1999

Διεθνείς

Με την Εθνική Νέων της Ιταλίας
  • ·         Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Νέων: 1992

Με την Ιταλία

  • ·         Παγκόσμιο Κύπελλο: φιναλίστ 1994


Κάποια στοιχεία από το balleto.gr