Τετάρτη 12 Απριλίου 2017

Ντέιβιντ Ο’Λίρι

Ο Ιρλανδός κεντρικός αμυντικός Ντέιβιντ Ο’Λίρι (David Anthony O'Leary), γεννήθηκε στις 2 Μαΐου του 1958, στο Στόουκ Νιούινγκτον, στην ευρύτερη περιφέρεια του βόρειου Λονδίνου. Την συντριπτική πλειοψηφία της 20χρονης ποδοσφαιρικής του σταδιοδρομίας, την έχει περάσει ως κεντρικός αμυντικός για την Άρσεναλ. Ένας ήρεμος και συγκεντρωμένος κεντρικός αμυντικός, ήταν γνωστός για τις καλές τοποθετήσεις του και το κομψό στυλ του παιχνιδιού του. Οι 722 εμφανίσεις του, σε όλες τις διοργανώσεις, για τον μεγάλο σύλλογο του Βόρειου Λονδίνου, στέκονται έως και σήμερα ως ένα ρεκόρ συλλόγου. Η προπονητική του καριέρα ξεκίνησε στη Λιντς Γιουνάιτεντ και αργότερα οδήγησε προπονητικά και την Άστον Βίλα. Ο πιο πρόσφατα εργασία του ως προπονητής, ήταν στην Αλ-Αχλί του Ντουμπάι.


Μετακόμισε για να ζήσει στο Δουβλίνο σε ηλικία τριών ετών. Ξεκίνησε να παίζει ποδόσφαιρο, στα τμήματα υποδομής της Σέλμπουρν και υπέγραψε στα αντίστοιχα τμήματα της Άρσεναλ, το 1973. Αγωνίστηκε με την δεύτερη ομάδα σε ηλικία 16 ετών και έκανε το ντεμπούτο του για την πρώτη ομάδα εναντίον της Μπέρνλι, στις 16 Αυγούστου του 1975. Παρότι ήταν μόλις στα 17 του, έκανε 30 εμφανίσεις εκείνη την περίοδο και για τα επόμενα δέκα χρόνια ήταν πάντα παρών στην βασική ενδεκάδα της Άρσεναλ, παίζοντας πάνω από 40 αγώνες ανά σεζόν, εκτός από την 1980/81, που τραυματίστηκε και έπαιξε 27! Κέρδισε τον πρώτο σημαντικό τίτλο του με την Άρσεναλ, το Κύπελλο Αγγλίας της σεζόν 1978/79, νικώντας 3-2 στον τελικό την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Έπαιξε επίσης στους τελικούς Κυπέλλου του 1978 και του 1980 και του Κυπέλλου Κυπελλούχων 1979/80, σε όλους ηττημένος! Το 1982 χρίστηκε ο αρχηγός της ομάδας, αλλά παρέδωσε στον Γκράχαμ Ριξ (Graham Rix) δεκαοκτώ μήνες αργότερα.


Έσπασε πολλά ρεκόρ αγωνιζόμενος στους «κανονιέρηδες». Ήταν ο νεότερος που έπιασε τα ορόσημα των 100 και 200 ματς και έκανε την 400η του εμφάνιση ενώ ήταν ακόμα μόνο 26 ετών. Πέρασε το ρεκόρ του Τζορτζ Άρμστρονγκ (George Armstrong) με τα 621 παιχνίδια στην πρώτη ομάδα, το Νοέμβριο του 1989. Παρότι δεν ήταν πλέον η πρώτη επιλογή, με τη παρουσία του Τόνι Άνταμς (Tony Adams) και του Στιβ Μπουλντ (Steve Bould) στο κέντρο της άμυνας στην ομάδα του Τζορτζ Γκρέιαμ (George Graham), εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται σε τουλάχιστον 20 αγώνες, κερδίζοντας τον τίτλο του πρωταθλητή της περιόδου 1988/89, χάρη στη μεγάλη νίκη 2-0 επί της Λίβερπουλ στο Άνφιλντ, στο τελευταίο λεπτό της τελευταίας αγωνιστικής της σεζόν!


Κέρδισε άλλον ένα τίτλο πρωταθλήματος το 1991 και το Κύπελλο αλλά και το Λιγκ Καπ του 1993, αν και χρησιμοποιούνταν κυρίως ως αναπληρωματικός. Κατέχει το ρεκόρ Όλων των Εποχών της Άρσεναλ για τις συμμετοχές, με 722 παιχνίδια στην πρώτη ομάδα, σε είκοσι σχεδόν χρόνια συνεργασίας με τον σύλλογο. Σε μια δημοσκόπηση για την κατάρτιση του καταλόγου των Μεγαλύτερων Παικτών του συλλόγου Όλων των Εποχών, ψηφίστηκε στη 14η θέση.


Μεταγράφηκε στη Λιντς, με ελεύθερη μεταγραφή, το 1993, μετά από 19 χρόνια στο Χάιμπουρι. Καθ' όλη την περίοδο 1993/94, ήταν βασικός στην 11άδα της Λιντς, μέχρι που υπέστη έναν τραυματισμό στον αχίλλειο τένοντα, που τον απέκλεισε για ολόκληρη την επόμενη σεζόν. Ήταν ακόμα στη μισθοδοτική κατάσταση του συλλόγου στην αρχή της σεζόν 1995/96, αλλά τον Σεπτέμβριο, ένεκα του τραυματισμού του, ανακοίνωσε την αποχώρησή του από το επαγγελματικό ποδόσφαιρο στην ηλικία των 37 ετών, μετά από μόλις 14 εμφανίσεις σε όλες τις διοργανώσεις.


Συμμετείχε σε 68 αγώνες με την Δημοκρατία της Ιρλανδίας, κάνοντας το διεθνές ντεμπούτο του, σε μια ισοπαλία 1-1 με την Αγγλία το 1976. Το μοναδικό του διεθνές τέρμα το σημείωσε σε μια νίκη με 5-0 επί της Τουρκίας για τα προκριματικά του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 1992. Το highlight της διεθνούς καριέρας του, ήρθε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990. Στην φάση των 16, όταν η Ιρλανδία αντιμετώπισε τη Ρουμανία και μετά το 0-0 του κανονικού αγώνα και της παράτασης ακολούθησε η διαδικασία των πέναλτι. Με τον Πατ Μπόνερ (Pat Bonner) να αποκρούει το τελευταίο πέναλτι από τον Ντανιέλ Τιμόφτε (Daniel Timofte), ήταν ο Ντέιβιντ Ο’Λίρι που σκόραρε το τελευταίο, δίνοντας την πρόκριση στους Ιρλανδούς.


Η προπονητική του σταδιοδρομία ξεκίνησε το 1996, όταν ανέλαβε βοηθός του Τζορτζ Γκρέιαμ στη Λιντς. Ανέλαβε πρώτος το 1998, όταν απολύθηκε ο Γκρείαμ. Τερμάτισε 4ος τη περίοδο 1998/99 και στο Κύπελλο UEFA του 1999-2000 έφτασε μέχρι τον ημιτελικό. Στο εσωτερικό μέτωπο, η Λιντς τερμάτισε 3η, παίρνοντας την πρόκριση για το Τσάμπιονς Λιγκ, την πρώτη μετά από τη σεζόν 1992/93. Έφτασε στα ημιτελικά της υπέρτατης ευρωπαϊκής διασυλλογικής διοργάνωσης της περιόδου 2000/01, όπου αποκλείστηκε από την Βαλένθια. Στο πρωτάθλημα, συμβιβάστηκε με μια θέση για το Κύπελλο UEFA, κάτι που επαναλήφθηκε και την επόμενη σεζόν, αν και οδηγούσε την κούρσα μέχρι τον Ιανουάριο του 2002!


Μέχρι τον Ιούνιο του 2002, είχε δαπανήσει σχεδόν 100 εκατομμύρια λίρες σε νέους παίκτες, σε λιγότερο από τέσσερα χρόνια, χωρίς ανταμοιβή από απόψεως τίτλων, αλλά ποτέ δεν είχε τελειώσει έξω από την πρώτη εξάδα!  Απολύθηκε το καλοκαίρι του 2002, αντικαθιστάμενος  από τον Τέρι Βέναμπλς (Terry Venables). Η αποχώρησή του σήμανε μια σταδιακή κατηφόρα για τον σύλλογο, που οφειλόταν κυρίως στην οικονομική κατάσταση του συλλόγου. Αρκετοί βασικοί πωλήθηκαν, 3 προπονητές άλλαξαν, πριν τελικά υποβιβαστεί η ομάδα από την Premier League το 2004 με 80 εκατομμύρια λίρες χρέος, κατρακυλώντας στη League One, τη τρίτη βαθμίδα του αγγλικού πρωταθλήματος!


Ένα χρόνο αργότερα, τον Ιούνιο του 2003, ανέλαβε την Άστον Βίλα. Μέχρι τις αρχές Νοεμβρίου του 2003, η Βίλα ήταν ακριβώς πάνω από τη ζώνη υποβιβασμού. Η ομάδα τερμάτισε τελικά στην 6η θέση, χάνοντας από συγκυρίες την ευρωπαϊκή έξοδο! Τερμάτισε στη 10η θέση την περίοδο 2004/05 και απέφυγε οριακά τον υποβιβασμό την σεζόν 2005/06. Απολύθηκε στις 19 Ιουλίου του 2006, σε αμοιβαία συμφωνία με τον σύλλογο. Επέστρεψε στην προπονητική 4 χρόνια αργότερα, στις 4 Ιουλίου του 2010, αναλαμβάνοντας την Αλ-Αχλί του Ντουμπάι.  Στις 2 Απριλίου του 2011, απαλλάχτηκε από τα καθήκοντά του, μετά από μια ήττα 1-5 από την Αλ Τζαζίρα. Η σχέση έληξε επεισοδιακά, με το Ο’Λίρι να κερδίζει 5,2 εκατομμύρια δολάρια ως αποζημίωση, τον Μάιο του 2013.
 
Ζει στο Γιορκσάιρ με τη σύζυγό του, Joy. Ποδοσφαιριστής υπήρξε και ο αδελφός του Πιρς (Pierce O'Leary), παίζοντας για την Σάμροκ Ρόβερς και τη Σέλτικ, ενώ υπήρξε και 7 φορές διεθνής για τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας. Ο ανιψιός του, Ράιαν (Ryan O'Leary), σήμερα στη Κιλμάρνοκ, αρνήθηκε να παίξει για τη εθνική Νέων της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας (U-21), επιλέγοντας να παίξει για τη Σκωτία, χώρα της γέννησής του.


PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • ·         1973–1975: Arsenal Football Club

Επαγγελματική καριέρα

  • ·         1975–1993: Arsenal Football Club, 558 (11)
  • ·         1993–1995: Leeds United Football Club, 12 (0)
·         Σύνολο καριέρας: 570 (11)

Διεθνής

  • ·         1976–1993: Δημοκρατία της Ιρλανδίας, 68 (1)

Προπονητική καριέρα

  • ·         1998–2002: Leeds United Football Club
  • ·         2003–2006: Aston Villa Football Club
  • ·         2010/11: Al-Ahli Club


Τίτλοι

Με την  Arsenal
  • ·         Πρωτάθλημα Αγγλίας: 2 (1988/89, 1990/91)
  • ·         Κύπελλο Αγγλίας: 2 (1978/79, 1992/93) και φιναλίστ: 2 (1977/78, 1979/80)
  • ·         Λιγκ Καπ Αγγλίας: 2 (1986/87, 1992/93)
  • ·         Κύπελλο Κυπελλούχων: φιναλίστ 1979/80