Ο Έλληνας ακραίος επιθετικός αλλά και μέσος, Χρήστος
Αρδίζογλου, γεννήθηκε στις 25 Μαρτίου του 1953 στην Ιερουσαλήμ. Ένας
ποδοσφαιριστής που φημιζόταν για τη σπουδαία τεχνική του κατάρτιση. Ξεκίνησε
από τον Απόλλωνα Αθηνών, με τη φανέλα του οποίου αγωνίστηκε μέχρι το 1974. Το
μεγαλύτερο και καλύτερο κεφάλαιο της ποδοσφαιρικής του καριέρας το έκανε με τα
χρώματα της ΑΕΚ, με την οποία αγωνίστηκε για 11 ολόκληρα χρόνια. Κορυφαία
στιγμή του με τη κιτρινόμαυρη φανέλα ήταν
η συμμετοχή του στα ημιτελικά του Κυπέλλου UEFA, την περίοδο 1976/77. Την περίοδο
1985/86, επέστρεψε στον Απόλλωνα, όπου και έκλεισε την καριέρα του. Με την εθνική
ομάδα της Ελλάδας, συμμετείχε σε 43 αγώνες, πετυχαίνοντας 2 τέρματα και ήταν
μέλος της ομάδας που αγωνίστηκε στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1980 στην Ιταλία,
όπου συμπεριλήφθηκε στη δεύτερη καλύτερη ενδεκάδα της διοργάνωσης. Επίσης έχει
κληθεί μια φορά στη Μικτή Κόσμου.
Η οικογένεια του είχε βρεθεί στα Ιεροσόλυμα μετά τη
Μικρασιατική Καταστροφή. Οι γονείς του,
Δημήτρης και Αγγελική, αποφάσισαν το 1958 την εγκατάσταση της οικογένειας στην
Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν στη Νέα Ιωνία. Ο Χρήστος σε ηλικία 5
ετών άρχισε να έχει τις πρώτες εμπειρίες με μπάλα και ο πατέρας του τον
"χειροτονούσε" επανειλημμένως τις φορές που τον έβρισκε να παίζει
ποδόσφαιρο, στις αλάνες της Ριζούπολης και του Περισσού. «Στο Δημοτικό
ντρεπόμουν και έκρυβα τις τρύπες από τα παπούτσια μου. Από το πρωί στις 8 στο
σχολείο και κατέληγα στο σπίτι μου το βράδυ. Προτιμούσα να παίζω μπάλα ώρες
ατελείωτες, νηστικός. Περίμενα να περάσει η ώρα για να νυχτώσει και να πάω στο
σπίτι σαν τον γάτο για να μην πάρει χαμπάρι ο πατέρας μου. Μια του κλέφτη, δυο
του κλέφτη... Εχω φάει ξύλο, που έβαζα και στις... τσέπες μου» θυμάται ο
Αρδίζογλου.
Ο πατέρας του δούλευε σε εργοστάσιο με έπιπλα και
ασχολήθηκε με είδη ρουχισμού, ήταν ράφτης. Και καλός ψάλτης στην εκκλησία,
θυμάται ο Χρήστος. Η μητέρα του έκανε διάφορες δουλειές για να βοηθάει την
οικογένεια. Εκτός από την μπάλα είχε αγαπημένο σπορ το ποδήλατο: «Είχα δελτίο
στον Αθλητικό Όμιλο Αμαρουσίου. Πήγαινα με ένα ποδήλατο σαραβαλάκι και έκανα προπόνηση.
Παράλληλα έπαιζα ποδόσφαιρο».
Στα 13 του χρόνια, θέλησε να γραφτεί στα «τσικό» της
αγαπημένης του ΑΕΚ, αλλά λόγω ηλικίας δεν τον ήθελαν και έτσι με τη βοήθεια
ενός θείου του, παλαίμαχου ποδοσφαιριστή του Απόλλωνα, γράφτηκε στα τμήματα
υποδομών της "Ελαφράς Ταξιαρχίας". «Προπονητής στον Απόλλωνα ήταν ο
Ούγγρος Ντέζο Μπούντζακ (Dezső Bundzsák) και επειδή δεν με έκαναν επαγγελματία
σταμάτησα το ποδόσφαιρο. Πήγα και δούλεψα για έξι μήνες στο εργοστάσιο με
προϊόντα ελαίου του Πασχάλη. Ο προπονητής του Απόλλωνα Πασάς και ο
ποδοσφαιριστής Γιάννης Μπεθάνης με παρότρυναν να επιστρέψω στη Ριζούπολη.
Υπέγραψα επαγγελματικό συμβόλαιο» σημείωσε ο Αρδίζογλου. Ξεκίνησε την καριέρα
του στον Απόλλωνα, σε ηλικία 18 ετών, στη θέση του αριστερού οπισθοφύλακα. Στην
ομάδα της Ριζούπολης αγωνίστηκε τρία χρόνια (1971-1974) δίπλα στους Νίκο
Σιμιγδαλά, Πολύδωρο Γιαννίμπα, Άγγελο Ράμφο, Βασίλη Κυριακού, Βαγγέλη Πασχάλη.
Στην διάρκεια της περιόδου 1971/72 πρόλαβε να συμπληρώσει 12 συμμετοχές
με την ομάδα του Απόλλωνα που τελικά υποβιβάστηκε στην Β’ Εθνική. Ο Αρδίζογλου,
που στο μεταξύ έχει “μετατεθεί” σε θέση πλάγιου μεσοεπιθετικού, θα συμβάλλει
στην επάνοδο του Απόλλωνα στην Α’ Εθνική την αμέσως επόμενη χρονιά και στην
περίοδο 1973/74 θα συμπληρώσει 31 συμμετοχές με την κυανόλευκη φανέλα,
σημειώνοντας και 6 γκολ. Στις αρχές του καλοκαιριού του 1974, η διοίκηση του
Απόλλωνα, υπακούοντας αναγκαστικά στην βούληση των ιθυνόντων της τότε
στρατιωτικής δικτατορίας, τον προόριζε για μεταγραφή στον Παναθηναϊκό. Η μετακίνηση του στους «πράσινους» ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή,
χάρη στην πτώση του δικτατορικού καθεστώτος, τον Ιούλιο του 1974, την επιμονή,
τις παρασκηνιακές ενέργειες και τον διακαή πόθο του Λουκά Μπάρλου να ντύσει τον
μοναδικό αυτό ποδοσφαιριστή στα κιτρινόμαυρα. Η συμφωνία ολοκληρώνεται με τον
Απόλλωνα να βάζει στα ταμεία του το υπέρογκο για την εποχή ποσό των 5
εκατομμυρίων δραχμών και τον Αρδίζογλου να αποκτά ένα διαμέρισμα σαν δώρο
μεταγραφής, για την ολοκλήρωση της οποίας δόθηκαν στον Απόλλωνα σαν
ανταλλάγματα και οι νεαροί παίκτες της ΑΕΚ Νίκος Καρούλιας,
Γιώργος Τζιβόγλου και Τάκης Τιμοθέου..
Στην Ένωση γράφτηκε το σημαντικότερο μέρος της
ποδοσφαιρικής καριέρας του πλέον απρόβλεπτου μεσοεπιθετικού των ελληνικών
γηπέδων. Η παρουσία του Αρδίζογλου στην ΑΕΚ
γίνεται εξ’ αρχής κάτι παραπάνω από αισθητή. Η φιγούρα του
χαρακτηριστική: Ψηλόλιγνος, μελαχρινός
και δασύτριχος με κατσαρό μαλλί– αφάνα, οι κάλτσες μόνιμα κατεβασμένες στους αστραγάλους,
η μπλούζα έξω απ' το σορτσάκι. Η μοναδικότητα
της εμφάνισης του είναι τέτοια που είναι ο μόνος παίκτης αναγνωρίσιμος από τους
θεατές ακόμη και από πολύ μεγάλη απόσταση. Κατά την διάρκεια του αγώνα, την ιδιότυπη εξωτερική
του εμφάνιση ερχόταν να συμπληρώσει η μοναδικότητα των κινήσεων και ο τρόπος
παιγνιδιού του, που τον καθιστούσαν άμεσα διακριτό και αναγνωρίσιμο ακόμη και
στους πλέον αδαείς φιλάθλους. Διασκελισμός εντυπωσιακός και
νευρώδης, βλέποντας τον κανείς να
καλπάζει, είχε την αίσθηση ότι ένα βήμα δικό του αντιστοιχούσε με τρία
οποιουδήποτε συμπαίκτη ή αντιπάλου του. Αυτός ο εντυπωσιακός διασκελισμός, του
επέτρεπε να επελαύνει προς την αντίπαλη περιοχή μη γνωρίζοντας εμπόδια. Ικανός
να περάσει τη μισή αντίπαλη ομάδα και να σκοράρει ή να ξαναγυρίσει πίσω για να
τους ξαναπεράσει όλους ή απλώς να "ξεσυνοριαστεί", δηλαδή να βγει
μόνος του με την μπάλα εκτός γηπέδου. Με τον Αρδίζογλου ποτέ δεν ήξερες τι σε
περιμένει. Είτε συμπαίκτης του ήσουν, είτε αντίπαλος, είτε θεατής. Η τεχνική του κατάρτιση ήταν σε πολύ υψηλά επίπεδα,
που στην εποχή του σήμαινε κυρίως σπουδαίο ντρίμπλινγκ, αν και σπάνια χρειαζόταν να επιδείξει πόσο δεινός
ντριμπλέρ ήταν, καθώς υπάρχοντος κενού χώρου αρκούσε να πετάξει την μπάλα
μπροστά και να ξεκινήσει ακόμη μία από τις θρυλικές κούρσες ταχύτητας,
προσπερνώντας στο διάβα του συμπαίκτες και αντιπάλους και προκαλώντας ντελίριο
ενθουσιασμού στην εξέδρα.
Στην ενδεκάδα της Ένωσης θα βρει σύντομα τη θέση του, αγωνιζόμενος στις
πτέρυγες ανάπτυξης της ομάδας με προτίμηση στην αριστερή, σε μια θέση
μεσοεπιθετικού που ξεκινούσε εκεί κάπου πίσω από τη μεσαία γραμμή έτσι ώστε να
διαθέτει τον απαραίτητο χώρο για να σπριντάρει, πλαγιοκοπώντας την αντίπαλη
άμυνα. Άριστος πασέρ, με καλές εκτελέσεις φάουλ και δυνατό ευθύβολο σουτ
“επέβαλλε” δια των ικανοτήτων του την μόνιμη παρουσία της “βραζιλιάνικης”
κοψιάς του στην βασική κιτρινόμαυρη ενδεκάδα.
Η Α.Ε.Κ. της περιόδου 1979/80 |
Με τη φανέλα της ΑΕΚ αγωνίστηκε για 11 συνεχόμενες χρονιές συμπληρώνοντας
261 συμμετοχές και σημειώνοντας 50 γκολ, ενώ κατέγραψε και 13 Ευρωπαϊκές
εμφανίσεις, 6 στο Κύπελλο Πρωταθλητριών, 2 στο Κύπελλο Κυπελλούχων και 5 στο
Κύπελλο UEFA. Στα Ευρωπαϊκά ματς σημείωσε 2 γκολ καθώς σκόραρε το “γκολ της τιμής” στην
βαριά εκτός έδρας ήττα με 4-1 από την Σταντάρ Λιέγης, τη 1η
Νοεμβρίου του 1977 για τον Β’ γύρο του Κυπέλλου UEFA της περιόδου 1977/78, ενώ με δικό του γκολ έγινε το
2-0 στην μεγάλη νίκη με 6-1 επί της Πόρτο στις 13 Σεπτεμβρίου του 1978 για τον
Α’ γύρο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών της περιόδου 1978/79. Κατέκτησε με την ΑΕΚ
το double της περιόδου
1977/8, το Πρωτάθλημα της περιόδου 1978/79 και το Κύπελλο Ελλάδας της περιόδου
1982/83. Παρ’ ότι ανήκε στην ΑΕΚ, δεν συμμετείχε στην πορεία της ομάδας μέχρι
τον ημιτελικό του Κυπέλλου UEFA της περιόδου 1976/77, παρακολουθώντας τους αγώνες
από την εξέδρα, καθώς είχε τιμωρηθεί με απαγόρευση συμμετοχής σε Ευρωπαϊκές
διοργανώσεις από την Πειθαρχική Επιτροπή της UEFA. Στις 29 Μαΐου του 1974, η Εθνική Νέων είχε
αντιμετωπίσει στον ημιτελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Νέων του 1974 της
Σουηδίας, στην πόλη Λαντσκρόνα, την Γιουγκοσλαβία από την οποία ηττήθηκε με 0-1
και αποκλείστηκε απ΄ τον Τελικό της διοργάνωσης. Λίγες μέρες μετά, ομάδα
Ελλήνων διεθνών συναντήθηκε τυχαία με τον διαιτητή του αγώνα στον οποίο και
επιτέθηκαν. Ο διαιτητής αναγνώρισε τους Χρήστο Αρδίζογλου και Γιώργο Βούλγαρη
του Ολυμπιακού Βόλου και με έκθεση του προκάλεσε την τιμωρία τους με πολυετή
αποκλεισμό από τις διεθνείς και συλλογικές διοργανώσεις της UEFA.
Στην διάρκεια της περιόδου 1984/85, ο Αρδίζογλου έρχεται σε προστριβή με τον
μεγαλομέτοχο Ανδρέα Ζαφειρόπουλο και αποφασίζει να φύγει από την ΑΕΚ με
προορισμό τον Απόλλωνα Αθηνών. Ο τότε τεχνικός της ΑΕΚ Αντώνης Γεωργιάδης του
υπόσχεται μεταγραφή στον Ολυμπιακό στον οποίον πηγαίνει και ο ίδιος σαν
προπονητής σπάζοντας το συμβόλαιο του με την Ένωση. Τα όνειρα του Αρδίζογλου
για συνέχιση της καριέρας σε μεγάλη ομάδα όπως οι ερυθρόλευκοι ναυαγούν, καθώς
ο Γεωργιάδης αθετεί τα υπεσχημένα και ο Χρήστος καταλήγει στον Απόλλωνα όπου θα
αγωνιστεί μέχρι τον Δεκέμβριο του 1985 καταγράφοντας 6 συμμετοχές. Στη
συνέχεια, αφού θα κάνει κάποιες μη επιτυχημένες απόπειρες να συνεχίσει την
καριέρα του σε Ατρόμητο και Χαλκίδα, θα κρεμάσει οριστικά τα ποδοσφαιρικά του
παπούτσια και θα ακολουθήσει την ενασχόληση με την προπονητική σε επίπεδο
ερασιτεχνικών σωματείων και ακαδημιών ποδοσφαίρου. Στον χώρο των τελευταίων
άλλωστε είναι από τους πρωτοπόρους, καθώς από το 1978 σε συνεργασία με τους
φίλους του αδελφούς Αντώνη και Κώστα Καβαρνό έχει δημιουργήσει την “Σχολή Ποδοσφαίρου
Χρήστου Αρδίζογλου” μαθαίνοντας σε πληθώρα μικρών παιδιών τα μυστικά της
στρογγυλής “Θεάς”.
Η Α.Ε.Κ. της περιόδου 1983/84 |
Με την Εθνική αγωνίστηκε για πρώτη φορά στις 24
Σεπτεμβρίου του 1975, σε μια ισοπαλία 1-1 με τη Ρουμανία για το Βαλκανικό
Κύπελλο. Συνολικά συμμετείχε σε 43 αγώνες, πετυχαίνοντας 2 τέρματα. Ήταν μέλος
της ομάδας που αγωνίστηκε στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1980 στην Ιταλία, όπου
συμπεριλήφθηκε στη δεύτερη καλύτερη 11κάδα της διοργάνωσης. Επίσης έχει κληθεί
μια φορά στη Μικτή Κόσμου.
Είναι πιά συνταξιούχος από την Ελληνική Αστυνομία, στην
οποία κατατάχθηκε μετά από μεσολάβηση του παλαιού διαιτητή Λέλου Βαμβακόπουλου
στα πλαίσια της αναζήτησης μιας σταθερής εργασίας στο Δημόσιο, όπως συνηθιζόταν
για αθλητές της εποχής του. Συμμετέχει ανελλιπώς στις εκδηλώσεις του Συλλόγου
των Παλαιμάχων της ΑΕΚ παραμένοντας πάντα αντισυμβατικός και “γκρινιάρης”,
ιδιόρρυθμος και εσαεί παραπονούμενος. Φορτωμένος με όλα τούτα τα “κουσούρια”,
παραμένει ο “Χρηστάρας”, ο “Τρελλός”, το “Άλογο” που πάντα λάτρευαν να “μισούν”
οι Ενωσίτες οπαδοί. Μοναχικός “καβαλλάρης” με δικό του κώδικα επικοινωνίας και
αξιών, εντυπωσιακός performer και συνάμα ένα αιώνιο “χαζό και αγαθό παιδί” όπως
ομολογεί ο ίδιος για τον εαυτό του, ένα “παιδί” που κάποτε αποβλήθηκε γιατί
μούντζωσε τον διαιτητή για ένα ανάποδο πλάγιο ενώ η ΑΕΚ κέρδιζε τον Πιερικό με
7-0, ένα “παιδί” που …
PALMARES
Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)
Επαγγελματική καριέρα
- 1971-1974: Γυμναστικός Σύλλογος Απόλλων Σμύρνης, 44 (6)
- 1974-1985: Αθλητική Ένωσις Κωνσταντινουπόλεως, 261 (50)
- 1985/86: Γυμναστικός Σύλλογος Απόλλων Σμύρνης, 6 (0)
Σύνολο καριέρας: 311 (56)
Διεθνής
- 1975-1984: Ελλάδα, 43 (2)
Τίτλοι
Με την ΑΕΚ
- Πρωτάθλημα Ελλάδος: 2 (1977/78, 1978/79)
- Κύπελλο Ελλάδος: 2 (1977/78, 1982/83)