Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2016

Έντσο Μπεαρτζότ

Ο Ιταλός κεντρικός αμυντικός και αργότερα προπονητής Έντσο Μπεαρτζότ (Vincenzo ‘’Enzo’’ Bearzot), γεννήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου του 1927, στο Αϊέλο ντε Φρίουλι, μια κωμόπολη βορειοδυτικά της Τεργέστης, κοντά στα σύνορα με τη Σλοβενία. Στην ποδοσφαιρική του σταδιοδρομία του, αγωνίστηκε στην ιταλική Serie A για την Ίντερ, τη Τορίνο κυρίως και την Κατάνια ενώ κλήθηκε μία φορά για να παίξει για την εθνική Ιταλίας. Μετά το τέλος της καριέρας του, το 1964 και με μικρές θητείες στα τμήματα υποδομής της Τορίνο και στην Πράτο, ξεκίνησε να δουλεύει για την ιταλική Ομοσπονδία, πρώτα με την εθνική Ελπίδων το 1969 και από το 1975 με την εθνική Ανδρών. Είναι ο άνθρωπος που οδήγησε την ιταλική εθνική ομάδα στο θρίαμβο της κατάκτησης του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1982. Με το παρατσούκλι «Vecio (Ο Γέρος) κατέχει το ρεκόρ για τις περισσότερες εμφανίσεις στον πάγκο της ιταλικής εθνικής ομάδας με 104 φορές από τον Σεπτέμβριο του 1975 έως και τον Ιούνιο του 1986. Ένα χρόνο μετά το θάνατό του, ονομάστηκε προς τιμήν του -“Βραβείο Enzo Bearzot”- για τον Καλύτερο Ιταλό Προπονητή της Χρονιάς. 


Ήταν γιος ενός ταμίας τράπεζας και παρακολούθησε το γυμνάσιο στο Ούντινε. Ως ποδοσφαιριστής, είχε μια σχετικά επιτυχημένη καριέρα, παίζοντας ως κεντρικός αμυντικός, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις αγωνίστηκε και ως μέσος. Έκανε το ντεμπούτο του στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο με τη Προ-Γκορίτσια το 1946, από την οποία έφυγε το 1948 για να ενταχθεί στην Ίντερ του Μιλάνου. Έκανε το ντεμπούτο του για την Ίντερ, στις 21 Νοεμβρίου του 1948, σ’ ένα παιχνίδι πρωταθλήματος,  σε μια νίκη με 3-1 επί της Λιβόρνο. Μετά από τρεις σεζόν με τους «νερατζούρι», μετακόμισε στη Σικελία και εντάχθηκε στη Κατάνια για την οποία αγωνίστηκε τις επόμενες 3 σεζόν.


Το 1954 μεταγράφηκε στη Τορίνο, η οποία βρισκόταν στην ανοικοδόμηση της, μετά την τραγωδία της Superga, τον αφανισμό μιας εκ των καλύτερων ομάδων του κόσμου, το 1949! Σε δύο σεζόν ως βασικός, έπαιξε σε 65 αγώνες, σκοράροντας ένα γκολ. Το 1956 επέστρεψε στην Ίντερ όπου εμφανίστηκε 27 φορές, η τελευταία εκ των οποίων ήταν μια ήττα 2-3 στην Μπολόνια, στις 9 Ιουνίου του 1957. Την επόμενη χρονιά επέστρεψε στη Τορίνο. Τη 2η περίοδό του, έκανε 164 συμμετοχές και σημείωσε 7 γκολ για την «Γκρανάτα» πριν από τη απόσυρσή του από την ενεργό δράση, το 1964, σε ηλικία 37 ετών, για να ασχοληθεί με τη προπονητική.Στην ποδοσφαιρική του σταδιοδρομία του, συμμετείχε σε 251 εμφανίσεις στην ιταλική Serie A, 46 για την Ίντερ και 205 για τη Τορίνο, ενώ κλήθηκε μία φορά για να παίξει για την εθνική Ιταλίας, κάνοντας το ντεμπούτο του στις 27 Νοεμβρίου του 1955, σε μια ήττα 0-2 από την Ουγγαρία, για το Διεθνές Κύπελλο Κεντρικής Ευρώπης της περιόδου 1955/56.



Όταν αποσύρθηκε από το επαγγελματικό ποδόσφαιρο, έγινε βοηθός προπονητή στη Τορίνο, εργαζόμενος στο πλευρό του Νερέο Ρόκο (Nereo Rocco) και του Τζιοβάν Μπατίστα Φάμπρι (Giovan Battista Fabbri). Στη συνέχεια, μετακόμισε στην Τοσκάνη για να πάρει την πρώτη του δουλειά ως πρώτος προπονητής, στην Γ’ Κατηγορίας Πράτο.

Ωστόσο, πέραν της σεζόν 1968/69, δεν συνέχισε καριέρα σε συλλογικό επίπεδο, επιλέγοντας αντ' αυτού να ξεκινήσει να εργάζεται για την Ιταλική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία. Πρώτα ως προπονητής στην εθνική Ελπίδων και στη συνέχεια ως βοηθός προπονητής του Φερούτσιο Βαλκαρέτζι (Ferruccio Valcareggi),  στο Παγκόσμιο Κύπελλο 1974. Μετά την παταγώδη αποτυχία στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Γερμανίας, διορίστηκε βοηθός προπονητή του Φούλβιο Μπερναρντίνι (Fulvio Bernardini) και στη συνέχεια ανέλαβε ο προπονητής της Ιταλίας το 1975. Ήταν ο Μπεαρτζότ, ο οποίος οδήγησε την ιταλική εθνική ομάδα στην 4η θέση στο Παγκόσμιο Κύπελλο του1978, που κατακτήθηκε χάρη σε ένα από τα πιο συναρπαστικά στυλ παιχνιδιού στη διοργάνωση. Η επίδοση αυτή επαναλήφθηκε στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1980, που φιλοξενήθηκε στην Ιταλία.


Το Μουντιάλ της  Ισπανίας δεν ξεκίνησε και με τους καλύτερους οιωνούς, αφού δέχτηκε σκληρή κριτική από τον Τύπο για κάποιες αποφάσεις του που θεωρήθηκαν αμφιλεγόμενες, όπως η κλήση του Πάολο Ρόσι (Paolo Rossi), παρά τη διετή τιμωρία του -και αγωνιστική απραξία- λόγω της συμμετοχής του στο σκάνδαλο «totonero» και τον αποκλεισμό του Ρομπέρτο Προύτσο (Roberto Pruzzo), πρώτου σκόρερ στη σεζόν 1981/82! Μετά από τις κακές επιδόσεις στους τρεις πρώτους αγώνες, όταν η Ιταλία κατάφερε μόνο τρεις ισοπαλίες εναντίον της Πολωνίας, του Περού και του Καμερούν, επέβαλε το λεγόμενο «Stampa Silenzio» (Ο Νόμος της Σιωπής), προκειμένου να αποφευχθεί η αυξημένη κριτική από τον ιταλικό Τύπο. Μετά από αυτό, η ιταλική ομάδα άρχισε να παίζει καλύτερο ποδόσφαιρο, στηριζόμενη σε ένα αυστηρά αμυντικό παιχνίδι και στις αντεπιθέσεις, συνδυάζοντάς τα με απόδοση υψηλού επιπέδου!


Η ομάδα εμφανίστηκε μεταμορφωμένη από κάποιες αλλαγές τακτικής αλλά  και προσώπων, όπως την είσοδο του Γκαμπριέλε Οριάλι (Gabriele Oriali) και του νεαρού Τζιουζέπε Μπέργκομι (Giuseppe Bergomi), αλλά κυρίως την έκρηξη του Πάολο Ρόσι! Νίκησε την Αργεντινή (2-1) και τη Βραζιλία (3-2 ) στο δεύτερο γύρο, τη Πολωνία (2-0) στον ημιτελικό και τη Γερμανία (3-1) στον τελικό, για να κατακτήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο για πρώτη φορά από το 1938! Είναι ο μόνη εθνική ομάδα στην ιστορία του τουρνουά που νίκησε διαδοχικά τους νικητές των 3 ​​προηγούμενων διοργανώσεων, δηλαδή την Αργεντινή (πρωταθλήτρια το 1978 ), τη Γερμανία (1974) και τη Βραζιλία (1970)!


Η Ιταλία δεν κατάφερε να προκριθεί το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1984. Ο Μπεαρτζότ παραιτήθηκε μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986, στο οποίο η Ιταλία αποκλείστηκε στο Γύρο των 16 από τη Γαλλία. Επικρίθηκε κατά τη διάρκεια της τελευταίας διοργάνωσης, στηριζόμενος υπερβολικά σε παίκτες από την ομάδα του 1982, καθώς ορισμένοι από αυτούς είχαν σαφώς χάσει τον καλύτερο εαυτό πολύ πριν από το 1986.  Κατέχει το ρεκόρ για τις περισσότερες εμφανίσεις στον πάγκο της ιταλικής εθνικής ομάδας, 104 φορές από τις 27 Σεπτεμβρίου του 1975 έως τις 18 Ιουνίου του 1986, ξεπερνώντας το προηγούμενο ρεκόρ του Βιτόριο Πότσο (Vittorio Pozzo) με 97 αγώνες. Αυτοί τα 104 παιχνίδια, αναλύονται σε 51 νίκες, 28 ισοπαλίες και 25 ήττες. Μετά από μια μακρά περίοδο αδράνειας, διορίστηκε Πρόεδρος του Τεχνικού Τομέα της Ιταλικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας (Settore Tecnico), ο οποίος είναι ο κύριος οργανισμός για προπονητές ποδοσφαίρου στην Ιταλία, το 2002. Έφυγε από το αξίωμα αυτό το 2005.

Ο Έντσο Μπεαρτζότ, πέθανε στις 21 Δεκεμβρίου του 2010, στο Μιλάνο, σε ηλικία 83 ετών, ακριβώς 42 χρόνια μετά τον θάνατο του Βιτόριο Πότσο, του Ιταλού εκλέκτορα που κατέκτησε τον προηγούμενο Παγκόσμιο Τίτλο από αυτόν! Ένα χρόνο μετά το θάνατό του, ένα βραβείο ονομάστηκε προς τιμήν του, το "Premio Enzo Bearzot", για τον καλύτερο Ιταλό προπονητή της χρονιάς.  Στην Ιταλία είχε το παρατσούκλι «Vecchio» (Ο Γέρος)!


PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)
 

Επαγγελματική καριέρα

  • ·         1946–1948: Associazione Sportiva Pro Gorizia, 39 (2)
  • ·         1948–1951: Football Club Internazionale Milano, 19 (0)
  • ·         1951–1954: Calcio Catania, 95 (5)
  • ·         1954–1956: Torino Football Club, 65 (1)
  • ·         1956/57: Football Club Internazionale Milano, 27 (0)
  • ·         1957–1964: Torino Football Club, 164 (7)

Σύνολο καριέρας: 409 (15)

Διεθνής


  • ·         1955: Ιταλία, 1 (0)


Προπονητική καριέρα

  • ·         1964–1967: Torino Football Club (εφηβική ομάδα)
  • ·         1968/69: Associazione Calcio Prato
  • ·         1969–1975: Εθνική Ελπίδων Ιταλίας
  • ·         1975–1986: Ιταλία

Τίτλοι

Ως ποδοσφαιριστής

Συλλογικοί

Με τη Catania
  • ·         Πρωτάθλημα Β’ Κατηγορίας Ιταλίας: 1953/54

Ως προπονητής


Διεθνείς

Με την Ιταλία
  • ·         Παγκόσμιο Κύπελλο: 1982

Προσωπικές Διακρίσεις

  • ·         Seminatore d'oro: 1982
  • ·         World Soccer Magazine World Manager of the Year: 2006
  • ·         Panchina d'Oro alla carriera: 1992
  • ·         Μέλος του Hall of Fame του ιταλικού Ποδοσφαίρου (τιμή μετά θάνατον):  2011

Τιμές

  • ·         Ιππότης 2ης Κλάσης / Μέγας Αξιωματούχος Τάγματος της Τιμής της Ιταλικής Δημοκρατίας: 1982