Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2016

Λιούμπινκο Ντρούλοβιτς

Ο Γιουγκοσλάβος, σέρβικης καταγωγής, μεσοεπιθετικός, Λιούμπινκο Ντρούλοβιτς (Ljubinko Drulović), γεννήθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου του 1968, στο Νόβα Βαρός, μια πόλη της σημερινής νοτιοδυτικής Σερβίας. Μεσοεπιθετικός με απαράμιλλη τεχνική, γρηγοράδα, πείσμα, ακριβή μεταβίβαση, ευχέρεια στο σκοράρισμα και ικανότατος στην οργάνωση του παιχνιδιού αλλά και στις εκτελέσεις φάουλ, δίκαια συμπεριλαμβάνεται ανάμεσα στους καλύτερους παίκτες που ανέδειξε το σύγχρονο σέρβικο ποδόσφαιρο. Καθιερώθηκε στις συνειδήσεις των ποδοσφαιρόφιλων, λόγω των εξαιρετικών εμφανίσεων που πραγματοποίησε επί 11 συνεχόμενα χρόνια στα πορτογαλικά γήπεδα, όπου πέρασε το πιο αξιοσημείωτο μέρος της καριέρας του παίζοντας κυρίως με την Πόρτο και τη Μπενφίκα, δέκα σεζόν και στις 2 ομάδες, κατακτώντας 14 μεγάλους τίτλους με την πρώτη. Εκπροσώπησε τη σερβική εθνική ομάδα σε ένα Παγκόσμιο Κύπελλο και ένα Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα, κερδίζοντας 38 διεθνείς εμφανίσεις, σκοράροντας 3 γκολ.


Ξεκίνησε τη καριέρα του, το 1988 στη Σλόμποντα του Ούζιτσε, στη Β’ κατηγορία της Γιουγκοσλαβίας, στην οποία αγωνίστηκε έως το 1990, κάνοντας 55 συμμετοχές με 9 γκολ και στη συνέχεια, για μια διετία, στη Ραντ του Βελιγραδίου, παίζοντας σε 77 ματς και σκοράροντας 25 γκολ. Μεταγράφηκε στη πορτογαλική Ζιλ Βισέντε το 1992 και  στους «πετεινούς» του πορτογαλικού ποδοσφαίρου αγωνίστηκε για ενάμιση χρόνο έως τον Δεκέμβριο του 1993, όντας ένας από τους πιο αποτελεσματικούς επιθετικούς της ομάδας. Οι σπουδαίες εμφανίσεις που πραγματοποιούσε, έπεισαν τους ανθρώπους της Πόρτο να επενδύσουν στο ταλέντο του!  


Σημείωσε 18 γκολ στη περίοδο 1993/94, ένα ρεκόρ καριέρας, παρότι αγωνίστηκε από μισή σεζόν σε κάθε ομάδα! Τα επόμενα επτάμισι χρόνια στο «Ντας Άντας», ο Σέρβος αποτέλεσε αναντικατάστατο στέλεχος της ενδεκάδας των «δράκων», που κυριαρχούσαν εκείνη την εποχή στην Πορτογαλία, συμμετέχοντας σε 225 παιχνίδια τους, σκοράροντας παράλληλα και 40 τέρματα, βοηθώντας τους  αποφασιστικά να κατακτήσουν 5 συνεχόμενα πρωταθλήματα (1995 έως 1999), τέσσερα Κύπελλα (1994, 1998, 2000 και 2001) και πέντε Σούπερ Καπ Πορτογαλίας (1993, 1994, 1996, 1998 και 2001)!


Ήταν ένας από τους πολύ λίγους παίκτες που έχουν συμβάλει τα μέγιστα σε κάθε έναν από τους 5 συνεχόμενους τίτλους της Πόρτο κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 και έχει μείνει στο θυμικό των ποδοσφαιρόφιλων για την εξαιρετική συνεργασία που ανέπτυξε με τον κεντρικό επιθετικό της ομάδας, τον Βραζιλιάνο Μάριο Ζαρντέλ (Mário Jardel de Almeida Ribeiro)! Φυσικά, αγωνίστηκε και στο Τσάμπιονς Λιγκ με την Πόρτο και μάλιστα, τη σεζόν 1995/96 ήλθε αντιμέτωπος του Παναθηναϊκού, ενώ τις περιόδους 1998/99 και 1999-2000, η ομάδα του κοντραρίστηκε με τον Ολυμπιακό! Όλες οι «μονομαχίες» του με τους δύο ελληνικούς συλλόγους, έλαβαν χώρα στο πλαίσιο της Φάσης των Ομίλων της κορυφαίας ευρωπαϊκής διασυλλογικής διοργάνωσης!


Το καλοκαίρι του 2001, ήδη στα 33 του χρόνια, όταν έληξε το συμβόλαιό του, απογοήτευσε τους οπαδούς της Πόρτο, όταν συμφώνησε με την μισητή αντίπαλο, την Μπενφίκα, στο ρόστερ της οποίας ανήκε για δύο σεζόν, μέχρι το 2003 χωρίς όμως ανάλογη επιτυχία, αγωνιζόμενος σε 50 ματς με 5 γκολ. Επαναπατρίστηκε για χάρη της Παρτιζάν Βελιγραδίου, την οποία οδήγησε στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ, το καλοκαίρι του 2003! Ένα χρόνο αργότερα, ξαναγύρισε στην Πορτογαλία και εντάχθηκε στην Πεναφιέλ, με την οποία, ως παίκτης της, κρέμασε τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια του, το καλοκαίρι του 2005. Στο πορτογαλικό πρωτάθλημα, είχε συνολικά 327 αγώνες και 62 γκολ.


Έκανε το ντεμπούτο του για την (Νέα) Γιουγκοσλαβία, στις 28 Δεκεμβρίου του 1996, σε ηλικία 28 ετών, σε μια φιλική νίκη με 3-2 επί της Αργεντινής στο Μαρ ντελ Πλάτα, σκοράροντας μάλιστα το 1-0. Χρίστηκε 38 φορές διεθνής και σημείωσε 3 γκολ. Συμμετείχε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998 και στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 2000, συνεισφέροντας με ένα γκολ, στην ισοπαλία 3-3 με την Σλοβενία, στη Φάση των Ομίλων της τελευταίας διοργάνωσης, φτάνοντας στα προημιτελικά. Το τελευταίο παιχνίδι του στην εθνική ομάδα, το έπαιξε στις 6 Οκτωβρίου του 2001, στη νίκη επί του Λουξεμβούργου με 6-2, για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2002. 


Όταν αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, παρέμεινε στον χώρο του ποδοσφαίρου, ως προπονητής! Έχει κοουτσάρει τις εθνικές ομάδες των Ανδρών (ως υπηρεσιακός) και Εφήβων της Σερβίας, με την οποία μάλιστα κατέκτησε το αντίστοιχο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 2013 στη Λιθουανία, καθώς και την Τουριζένσε στη Πορτογαλίας, τη Μπάνατ του Ζρένγιανιν στη πατρίδα του, τη Ντράβα Πτούι στη Σλοβενίας και την Πριμέιρο ντε Αγκόστο της Ανγκόλα, την Εθνική ομάδα των Σκοπίων και το 2015, την Παρτιζάν Βελιγραδίου.

PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • ·         Zlatar Nova Varoš
  • ·         Sloga Požega

Επαγγελματική καριέρα

  • ·         1988/89: Fudbalski Klub Sloboda Užice, 55 (9)
  • ·         1990–1992: Fudbalski Klub Rad, 77 (25)
  • ·         1992/93: Gil Vicente Futebol Clube, 44 (17)
  • ·         1994–2001: Futebol Clube do Porto, 225 (40)
  • ·         2001–2003: Sport Lisboa e Benfica, 50 (5)
  • ·         2003/04: Fudbalski Klub Partizan, 26 (5)
  • ·         2004/05: Futebol Clube Penafiel, 8 (0)
Σύνολο καριέρας: 485 (101)

Διεθνής

  • ·         1996–2001: (Νέα) Γιουγκοσλαβία, 38 (3)

Προπονητική καριέρα

  • ·         2006/07: Grupo Desportivo Tourizense
  • ·         2008: Fudbalski klub Banat Zrenjanin
  • ·         2008/09: Nogometni Klub Drava Ptuj
  • ·         2010/11: Clube Desportivo Primeiro de Agosto
  • ·         2012/13: Εθνική Εφήβων Σερβίας
  • ·         2014: Σερβία (υπηρεσιακός)
  • ·         2015: FYROM
  • ·         2015: Fudbalski Klub Partizan

Τίτλοι

Ως ποδοσφαιριστής

Με την Porto
  • ·         Πρωτάθλημα Πορτογαλίας: 5 (1994/95, 1995/96, 1996/97, 1997/98, 1998/99)
  • ·         Κύπελλο Πορτογαλίας: 4 (1993/94, 1997/98, 1999–2000, 2000/01)
  • ·         Σούπερ Καπ Πορτογαλίας: 5 (1993, 1994, 1996, 1998, 2001)

Ως προπονητής

Με την Εθνική Εφήβων της Σερβίας
  • ·         Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Εφήβων: 2013

Με στοιχεία από εδώ: balleto.gr