Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2016

Καρλ Ράπαν: Ο Παππούς του Κατενάτσιο

Ο Αυστριακός μέσος ή και επιθετικός και αργότερα προπονητής Καρλ Ράπαν (Carl Rappan), γεννήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου του 1905 στην αυστριακή πρωτεύουσα, τη Βιέννη. Τη δεκαετία του 1930 άφησε την ταραγμένη πατρίδα του για την σαφώς πιο ήσυχη Ελβετία όπου έπαιξε και αργότερα ασχολήθηκε προπονητικά κατακτώντας πολλούς τίτλους. Είχε 4 θητείες ως προπονητής της ελβετικής εθνικής ομάδας, την οποία οδήγησε σε 3 Παγκόσμια Κύπελλα, ενώ είναι ο Ρέκορντμαν Όλων των Εποχών σε νικηφόρους αγώνες ως προπονητής της ελβετικής εθνικής ομάδας. Πήρε την υπηκοότητα και έφυγε πλήρης ημερών ως Ελβετός, γεμάτος διακρίσεις. Έχει μείνει στη ποδοσφαιρική ιστορία, ως ο εμπνευστής του «verrou» (βερού =σύρτης), ενός ιδιαίτερα ενισχυμένου συστήματος που η εξέλιξη του έφερε το «catenaccio» (καντενάτσιο =αλυσίδα), το διάσημο ποδοσφαιρικό σύστημα που έδωσε τη δυνατότητα σε πιο αδύναμες ομάδες να παρουσιάσουν ένα πιο σκληρό και αξιόμαχο πρόσωπο για να έλθει ο Χελένιο Χερέρα (Helenio Herrera) με την «Grande Inter» (Μεγάλη Ίντερ), σχεδόν 3 δεκαετίες αργότερα, να το τελειοποιήσει και να στεφθεί πρωταθλήτρια Ευρώπης και Κόσμου!


Η ποδοσφαιρική του καριέρα ήταν αξιοπρόσεκτη. Ως έφηβος, ξεκίνησε το 1922 στη Ντονάου της Βιέννης. Αγωνίστηκε στις θέσεις του μέσου και του επιθετικού. Ως επαγγελματίας, αγωνίστηκε στην Αντμίρα Βάκερ για 4 χρόνια, από το 1924 έως το 1928. Στη συνέχεια έπαιξε από μια σεζόν στην Αούστρια Βιέννης και στη Ραπίντ Βιέννης. Με τη Ραπίντ κατέκτησε το πρωτάθλημα Αυστρίας της περιόδου 1929/30. Τέλειωσε την ποδοσφαιρική του καριέρα του στην ελβετική Σερβέτ της Γενεύης, όπου έπαιξε για 4 σεζόν, από το 1931 έως το 1935. Παράλληλα, ήταν και προπονητής της ομάδας. Με τη Σερβέτ κατέκτησε δυο πρωταθλήματα Ελβετίας, αυτά του 1933 και του 1934). Διεθνής με την εθνική ομάδα της Αυστρίας έγινε το 1927, ενώ ακόμα αγωνιζόταν στη Αντμίρα Βάκερ. Έπαιξε μόνο σε 2 παιχνίδια και σημείωσε ένα γκολ εναντίον της Ουγγαρίας, σε μια νίκη με σκορ 6-0.


 Στη συνέχεια τον κέρδισε η προπονητική. Σ΄ αυτό βοήθησε κι ένας τραυματισμός. Ο Ράπαν, σχεδόν σε όλη του την καριέρα, εργάστηκε ως προπονητής στην Ελβετία, είτε σε συλλόγους είτε στην εθνική ομάδα της χώρας. Για 5 χρόνια, από το 1931 έως το 1935, ήταν παίκτης-προπονητής στη Σερβέτ κι εκεί άρχισε να εφαρμόζει τα πρώτα του ποδοσφαιρικά συστήματα. Μετά προσλήφθηκε στη Γκρασχόπερς της Ζυρίχης. Στον σύλλογο αυτό έμεινε από το 1935 ως το 1947. Κατέκτησε  5 πρωταθλήματα και 7 κύπελλα Ελβετίας. Το 1948 επέστρεψε στη Σερβέτ για μια 2η περίοδο, αποκλειστικά ως προπονητής. Έμεινε ως το 1957 προσθέτοντας ένα ακόμα πρωτάθλημα κι ένα Κύπελλο Ελβετίας στη συλλογή του. Μετά τη Σερβέτ πήγε για μόνο σεζόν στην FC Ζυρίχη. Από το 1960 ως το 1963 εργάστηκε αποκλειστικά στην εθνική Ελβετίας. Το 1964 πήγε στη FC Λωζάννη και εργάστηκε ως προπονητής της ομάδας έως το 1965. Και με τη νέα του ομάδα κέρδισε το ελβετικό πρωτάθλημα το 1965.


Ο Ράπαν είχε 4 προπονητικές εμπειρίες με την εθνική ομάδα της Ελβετίας. Τις περιόδους 1937/38, αργότερα από το 1942 έως το 1949, ξανά τη περίοδο 1953/54, παράλληλα με την εργασία του στις Σερβέτ και Γκρασχόπερς και την περίοδο από το 1960 έως το 1963 αποκλειστικά. Συνολικά, κοουτσάρισε την ομάδα σε 77 αγώνες, που είναι οι περισσότεροι από κάθε άλλον προπονητή της εθνικής Ελβετίας! Επίσης, είναι ο πολυνίκης προπονητής της ομάδας με 29 νίκες. Είχε ακόμη 12 ισοπαλίες και 36 ήττες. Με προπονητή τον Ράπαν, η Ελβετία προκρίθηκε στην τελική φάση 3 Παγκοσμίων Κυπέλλων, αυτών του 1938, του 1954 και του 1962. Το 1938, απέκλεισε τη Γερμανία ενώ το 1954, αφού απέκλεισε την Ιταλία, ηττήθηκε στα προημιτελικά από την Αυστρία με 5-7, σ’ ένα από τα πιο θεαματικά και παραγωγικά σε γκολ επίσημα ματς στην ιστορία του ποδοσφαίρου! Με την εθνική Ελβετίας έδωσε το παρόν σε 3 Τελικές Φάσεις Παγκοσμίου Κυπέλλου. Και στις 3 έπαιξε σφιχτά αμυντικά! Πέτυχε 3 νίκες, μία ισοπαλία και 6 ήττες. Το τελευταίο του ματς ως προπονητής της εθνικής ομάδας της Ελβετίας, ήταν στις 11 Νοεμβρίου του 1963, σε μια ισοπαλία 2-2 με τη Γαλλία στο Παρίσι.


Ο "Σύρτης"

Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, ως ποδοσφαιρική τακτική είχε καθιερωθεί το "σύστημα WM". ο Ράπαν επινόησε και ανέπτυξε μια τακτική στην οποία οι ποδοσφαιριστές άλλαζαν θέσεις και καθήκοντα ανάλογα με τις ανάγκες του παιχνιδιού. Το σύστημα αυτό, ουσιαστικά ήταν μια μετεξέλιξη, αν και διέφερε από το κλασικό 2-3-5 και το WM και έδινε μεγάλη σημασία στην άμυνα. Ονομάστηκε «βερού» ή «αλυσίδα ή σύρτης» (Bolt). Επίσης, «ελβετικός σύρτης» (Swiss Bolt). Το εφάρμοσε στη Σερβέτ, τη Γκρασχόπερς και κυρίως, την εθνική Ελβετίας στη δεκαετία του 1930 και θεωρείται ο προπομπός του «κατενάτσιο» του Χελένιο Χερέρα (Helenio Herrera).
«Μια ομάδα μπορεί να δημιουργηθεί με δύο τρόπους: Είτε έχεις στη διάθεση σου 11 άτομα που χάρη στην κλάση και τις φυσικές τους ικανότητες μπορούν να κερδίσουν τους αντιπάλους τους –η Βραζιλία είναι ένα τέτοιο παράδειγμα- είτε έχεις 11 μέτριους παίκτες, που μέσω της επιβολής απόλυτης πειθαρχίας πρέπει να ενταχθούν σ’ ένα συγκεκριμένο σχέδιο για να αποδώσουν»
δήλωνε ο Ράπαν σε μία σπάνια συνέντευξη του λίγο πριν το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1962.


Το σύστημα μετέθετε 2 παίκτες του κέντρου στην άμυνα και μετεξελισσόταν σε κάτι που έμοιαζε με το σύγχρονο 4-3-3. Η ομάδα οργανωνόταν στο δικό της μισό του γηπέδου και περίμενε την επίθεση του αντίπαλου έχοντας τον έλεγχο του κέντρου. Οι δύο ακραίοι επιθετικοί λειτουργούσαν ως καθαρόαιμοι επιθετικοί, παραμένοντας συνεχώς ψηλά, αντί να βοηθούν τους μέσους, όταν χανόταν η κατοχή της μπάλας. Η αμυντική τετράδα του Ράπαν μάρκαρε Man-to-Man τους κεντρικούς επιθετικούς του αντιπάλου, βοηθούμενη από τους μέσους που πίεζαν τους πλάγιους. Σκοπός του συστήματος ήταν να εξασθενίσει την επιθετική δραστηριότητα των αντιπάλων και με τη βοήθεια ενός ικανού κεντρικού μέσου και των 3 επιθετικών μπροστά, να εκμεταλλευθεί τις αντεπιθέσεις. Το μειονέκτημα του ήταν οι υπερβολικές ευθύνες με τις οποίες φορτωνόταν ο κεντρικός μέσος.


Ο Ράπαν δημιούργησε ένα σύστημα με λιγότερο ρίσκο. Στηρίχτηκε στην ομαδική δουλειά των παικτών μέσα στο γήπεδο και έδωσε στους ερασιτέχνες της εποχής την ευκαιρία να πετύχουν αποτελέσματα ανεξάρτητα από το ταλέντο τους. Η αμυντική τακτική του “σύρτη” ήταν ένα μίγμα ζώνης και ατομικού μαρκαρίσματος. Ήταν το πρώτο σύστημα με 4 αμυντικούς, που χρησιμοποιούσε τον ένα ως "σύρτη ασφαλείας", για να υποστηρίζει τους άλλους 3 όταν έκαναν λάθη. Το σύστημα, έδινε αριθμητικό πλεονέκτημα στην άμυνα με τον παίκτη-σύρτη που αγωνιζόταν πίσω από τους 3 υπόλοιπους αμυντικούς, τον “λίμπερο” όπως θα εξελισσόταν στη συνέχεια.


Στην εποχή του το σύστημα του Ράπαν δεν έγινε πλήρως κατανοητό από τους περισσότερους. Ο ίδιος ποτέ δεν το συζητούσε δημόσια, συντηρώντας ένα μυστήριο γύρω από αυτό. Δέχτηκε και επαίνους, αλλά και αρνητική κριτική. Η μέθοδος του Αυστριακού τεχνικού αποδείχτηκε αποτελεσματική. Δύο πρωταθλήματα με τη Σερβέτ και 5 με τη Γκρασχόπερς! Την επιτυχία του συστήματος όμως, ανέδειξε η εθνική Ελβετίας που έφτασε να κερδίσει τη Γερμανία στον πρώτο γύρο του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1938. Έπειτα από έναν ισόπαλο με 1-1 στον πρώτο αγώνα, νίκησε με 4-2 στον επαναληπτικό, δημιουργώντας μια μεγάλη έκπληξη. Δυο βδομάδες νωρίτερα είχε νικήσει την Αγγλία σε φιλικό ματς.


Ο Αυστριακός Ράπαν πήρε έτσι μια γλυκιά εκδίκηση για την προσάρτηση της πατρίδας του από το ναζιστικό καθεστώς του Αδόλφου Χίτλερ και έδειξε στον κόσμο ότι το σύστημα του ήταν ένας τρόπος για τις πιο αδύναμες ομάδες να παρουσιάσουν ένα πιο σκληρό, αξιόμαχο πρόσωπο. Η εκτόξευση όμως αυτού του τρόπου παιχνιδιού στην κορυφή έπρεπε να περιμένει ακόμη 3 δεκαετίες, όταν εφαρμόστηκε από τον Χελένιο Χερέρα και την «Μεγάλη  Ίντερ» της δεκαετίας του 1960. Το όνομα του αναμφίβολα προκαλεί ανάμικτα συναισθήματα και έντονες συζητήσεις ανάμεσα στους ανά τον κόσμο λάτρεις του ποδοσφαίρου. Οι κρίσεις και οι εκτιμήσεις για τον τρόπο με τον οποίο επηρέασε το παιχνίδι ο Αργεντίνος τεχνικός ποικίλουν. Όσοι εξυψώνουν το αποτέλεσμα τον θεωρούν έναν από τους πρώτους «μάγους της τακτικής», ενώ οι πιο ρομαντικοί τονίζουν την κυνικότητα του να μετέρχεται θεμιτών και αθέμιτων μέσων για να φτάσει στην επιτυχία… Σε κάθε περίπτωση όμως όλοι συμφωνούν ότι ο Χερέρα ήταν αυτός που εξέλιξε το βερού του Ράπαν σε τέτοιο βαθμό, ώστε να φτάσει να θεωρείται ο πατέρας του κατενάτσιο, του αμυντικογενούς αγωνιστικού συστήματος που συνδέθηκε κυρίως με τη μεγάλη Ίντερ της δεκαετίας του 1960 αλλά και εν γένει με το ιταλικό ποδόσφαιρο.


Το 1969, σχεδόν 4 δεκαετίες μετά την αναχώρησή του από την Αυστρία, επέστρεψε ως τεχνικός διευθυντής της Ραπίντ Βιέννης για μια σεζόν. Αυτή ήταν η τελευταία επαγγελματική ενασχόλησή του με το ποδόσφαιρο. Μετά την συνταξιοδότησή του και παρά την μη επαγγελματική του σχέση με το ποδόσφαιρο, ο Ράπαν ενδιαφερόταν για αυτό και διατύπωνε νέες ιδέες για την ανάπτυξή του. Μια από αυτές, ήταν η δημιουργία μιας θερινής ευρωπαϊκής λίγκας με σκοπό να υπάρχουν αγώνες για τα δελτία ποδοσφαιρικών στοιχημάτων των διαφόρων χωρών (loto, toto, pool, προ-πo κλπ) αλλά και έσοδα για τις συμμετέχουσες ομάδες. Με τη βοήθεια του Ερνστ Τόμεν (Ernst Thommen), διευθυντή του “ Ελβετικού Ποδοσφαιρικού Στοιχήματος” (Swiss Football Pool), δημιουργήθηκε το 1961 το “ Διεθνές Ποδοσφαιρικό Κύπελλο” (International Football Cup), το οποίο έμεινε γνωστό ως “Κύπελλο Ράπαν”. Το 1967 μετονομάστηκε σε “Κύπελλο Ιντερτότο-Σίγκερ” (Intertoto-Seiger Cup). Διεξαγόταν έως το 1995, οπότε και τη διοργάνωσή του ανέλαβε η UEFA.

Ο Καρλ Ράπαν πέθανε στις 2 Ιανουαρίου του 1996, σε ηλικία 90 ετών, στη Βέρνη τη πρωτεύουσα της Ελβετίας.


PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • ·         1922–1924: Sportvereinigung Donau Wien

Επαγγελματική καριέρα

  • ·         1924–1928: Fußballclub Admira Wacker Mödling                               
  • ·         1928/29: Fußballklub Austria Wien                          
  • ·         1929/30: Sportklub Rapid Wien,  6 (2)
  • ·         1931–1935: Association du Servette Football Club                            

Διεθνής

  • ·         1927: Αυστρία, 2 (1)

Προπονητική καριέρα


  • ·         1931–1935: Association du Servette Football Club (παίκτης-προπονητής)
  • ·         1935–1948: Grasshopper Club Zürich
  • ·         1937/38: Ελβετία
  • ·         1942–1949: Ελβετία
  • ·         1948–1957: Association du Servette Football Club
  • ·         1953/54: Ελβετία
  • ·         1958/59: Fussballclub Zürich
  • ·         1960–1963: Ελβετία
  • ·         1964–1968: Football Club Lausanne-Sport
  • ·         1970/71: Sportklub Rapid Wien (τεχνικός διευθυντής)

Τίτλοι

Ως ποδοσφαιριστής

Με τη Rapid Wien
  • ·         Πρωτάθλημα Αυστρίας: 1929/30

Με τη Servette FC
  • ·         Πρωτάθλημα Ελβετίας: 2 (1933, 1934)

Ως προπονητής

Με τη Grasshopper
  • ·         Πρωτάθλημα Ελβετίας:  5 (1937, 1939, 1942, 1943, 1945)
  • ·         Κύπελλο Ελβετίας: 7 (1937, 1938, 1940, 1941, 1942, 1943, 1946)

Με τη Servette
  • ·         Πρωτάθλημα Ελβετίας: 1950
  • ·         Κύπελλο Ελβετίας: 1949

Με τη Lausanne-Sports.
  • ·         Πρωτάθλημα Ελβετίας:  1965