Ο Σουηδός κεντρικός επιθετικός Χένρικ Λάρσον (Henrik Edward Larsson), γεννήθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου του 1971, στο Σκουάνε, ένα προάστιο του Χέλσινμποργκ, στη νότια Σουηδία, ακριβώς απέναντι από τη Δανία. Έγινε γνωστός για την εκτελεστική του δεινότητα και την τακτική νοημοσύνη που διέκρινε το παίξιμό του. Ξεκίνησε την καριέρα του με την Χόγκαμποργκ, ένας μικρό μεν σύλλογο, διάσημο όμως εκείνη την εποχή για την ποιότητα της δουλειάς στα τμήματα υποδομής του, με τον Χένρικ Λάρσον να δηλώνει από τότε που έφυγε, πόσο σημαντικό ρόλο έπαιξε όχι μόνο για την ποδοσφαιρική του εξέλιξη, αλλά και γενικά για την ζωή του ως ενήλικας. Στα τέλη του 1991 μετακόμισε στην Χέλσινγκμποργκ, τον μεγάλο σύλλογο της γενέτειράς του, όπου σύντομα έγινε βασικός και μαζί με τον Ματς Μάνιουσον (Mats Magnusson), υπήρξαν οι ακρογωνιαίοι λίθοι της επιστροφής στην Κορυφαία Σουηδική Κατηγορία μετά από 24 χρόνια, το 1993. Συνέχισε και εκείνη τη χρονιά, αλλά στη συνέχεια μετακόμισε στην Ολλανδία για λογαριασμό της Φέγενορντ, τον Νοέμβριο. Εκεί έμεινε για 4 χρόνια, πριν φύγει το 1997 για την Σκωτία και την Σέλτικ, με την οποία κατέκτησε 4 τίτλους πρωταθλήματος σε 7 χρόνια, σκοράροντας με καταιγιστικούς ρυθμούς, 242 γκολ σε 315 ανταγωνιστικούς αγώνες για τους «Κέλτες».
Πήγε στη Μπαρτσελόνα το 2004, όπου κατέκτησε 2 τίτλους πρωταθλήματος και το Τσάμπιονς Λιγκ της περιόδου 2005/06. Επέστρεψε στην Χέλσινγκμποργκ και αργότερα πήγε δανεικός στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ για το διάστημα μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου 2007. Ανακοίνωσε την αποχώρησή του από το ποδόσφαιρο τον Οκτώβριο του 2009. Έπαιξε για τη Σουηδία σε 3 Παγκόσμια Κύπελλα και σε ισάριθμα Ευρωπαϊκά πρωταθλήματα και υπήρξε ο αρχηγός της εθνικής σουηδικής ομάδας. Τελείωσε τη διεθνή του καριέρα με 37 γκολ σε 106 αγώνες. Κέρδισε επίσης την Σουηδική Χρυσή Μπάλα (Guldbollen), το ετήσιο βραβείο για τον Καλύτερο Σουηδό Ποδοσφαιριστή της Χρονιάς, 2 φορές, το 1998 και το 2004. Το 2010, ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα.
Πήγε στη Μπαρτσελόνα το 2004, όπου κατέκτησε 2 τίτλους πρωταθλήματος και το Τσάμπιονς Λιγκ της περιόδου 2005/06. Επέστρεψε στην Χέλσινγκμποργκ και αργότερα πήγε δανεικός στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ για το διάστημα μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου 2007. Ανακοίνωσε την αποχώρησή του από το ποδόσφαιρο τον Οκτώβριο του 2009. Έπαιξε για τη Σουηδία σε 3 Παγκόσμια Κύπελλα και σε ισάριθμα Ευρωπαϊκά πρωταθλήματα και υπήρξε ο αρχηγός της εθνικής σουηδικής ομάδας. Τελείωσε τη διεθνή του καριέρα με 37 γκολ σε 106 αγώνες. Κέρδισε επίσης την Σουηδική Χρυσή Μπάλα (Guldbollen), το ετήσιο βραβείο για τον Καλύτερο Σουηδό Ποδοσφαιριστή της Χρονιάς, 2 φορές, το 1998 και το 2004. Το 2010, ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα.
Γεννημένος από μητέρα Σουηδή και πατέρα απ’ το Πράσινο Ακρωτήριo, εξ ου και τα χαρακτηριστικά του, αγωνιζόταν ως επιθετικός και τα κύρια χαρακτηριστικά ήταν να σκοράρει με κάθε πιθανό τρόπο και να δίνει έμπνευση σε συμπαίκτες, προπονητές και φιλάθλους. Κατάφερε να εκμεταλλευτεί το σπάνιο ταλέντο του, να ξεπεράσει τα
σύνορα της Σουηδίας και να κατακτήσει τίτλους σε 5 διαφορετικές χώρες!
Μαγεύοντας, εννοείται, όλους τους φίλους της στρογγυλής θεάς με τις περίτεχνες
ενέργειες του. Προερχόμενος από χωρισμένη οικογένεια (οι γονείς του δεν
παντρεύτηκαν ποτέ και χώρισαν όταν ήταν 12 χρονών), μέχρι τα 13 του οι
προπονητές τον χρησιμοποιούσαν για να κουβαλάει τα νερά και τις μπάλες στις
προπονήσεις. Δεν περίμενε ότι είχε μέλλον στο χώρο του ποδοσφαίρου και γι’ αυτό
τον λόγο δούλευε παράλληλα σε αποθήκες, κουβαλώντας εμπορεύματα, πακετάροντας
κιβώτια με φρούτα και λαχανικά. Ζώντας σε μια χώρα που το λαοφιλέστερο άθλημα
είναι το ice – hockey, δεν ήθελε και πολύ να πει «αντίο» το ποδόσφαιρο. Αλλά δεν είναι
άνθρωπος που τα παρατάει. Το απέδειξε και αργότερα στους δύο σοβαρότατους
τραυματισμούς που είχε.
Jonas Axeldahl och Henrik Larsson, 1993 |
Σημαντικό ρόλο βέβαια σε αυτό, έπαιξε ο προπονητής Μπεντ
Πέρσον, που φρόντισε να του επαναφέρει τον ενθουσιασμό για την μπάλα και τον
προβίβασε στα 16 του στην πρώτη ομάδα, ενώ ένα χρόνο αργότερα έπαιξε για πρώτη
φορά στην Γ’ κατηγορία της Σουηδίας. Συνεσταλμένος από μικρός, ο Λάρσον
σκεφτόταν πολύ το μέλλον του. Τα προσωπικά του ζητήματα τακτοποιήθηκαν μόλις σε
ηλικία 19 χρονών, όταν και παντρεύτηκε τη Μαγδαλένα, με την οποία απέκτησαν στη
συνέχεια δύο παιδιά, τον Τζόρνταν (1997) και την Τζανίς (2002). Πλέον,
προτεραιότητα του ήταν η οικογένεια και η καλύτερη οικονομική κατάσταση.
Περισσότερα λεφτά έβγαζε στις αποθήκες και εκεί είχε επικεντρωθεί το ενδιαφέρον
του. Μια μέρα όμως του τηλεφώνησε ένας φίλος του που είχε γνωριμίες με
ανθρώπους της ημι-επαγγελματικής τότε Χέλσινμποργκ και τον πήγε στις ακαδημίες
του συλλόγου. Σε ηλικία 21 ετών πλέον, ο Λάρσον δέχθηκε να υπογράψει συμβόλαιο
ύψους 300 λιρών το μήνα (περίπου 450 ευρώ σήμερα) δίχως κανένα επιπρόσθετο
μπόνους. Ήταν ένα παραπάνω εξτρά εισόδημα. Όμως, τα πράγματα πήγαν απροσδόκητα
καλά…
Πήρε μεταγραφή στην Ολλανδική Φέγενορντ. Πέτυχε 34 γκολ
στην πρώτη του χρονιά και ήταν από τους «υπεύθυνους» που η ομάδα του
προβιβάστηκε στη σουηδική Πρέμιερ Λιγκ,
κάτι που συνέβαινε για πρώτη φορά μετά από 22 χρόνια! Στα δύο χρόνια που
αγωνίστηκε με την μεγάλη ομάδα της πόλης, βρήκε 50 φορές δίχτυα σε 56
παιχνίδια. Έχοντας πάρει το όνομα της
μητέρας του και έχοντας ξετινάξει τα δίχτυα με τις φανέλες των Χόγκαμποργκ,
στην οποία βρισκόταν από έξι χρονών και Χέλσινμποργκ, δεν θα μπορούσε να
περιοριστεί στα στενά όρια της πόλης του. Η μεταγραφή ήρθε το καλοκαίρι του
1993 και ήταν λίγο επεισοδιακή. Κι αυτό γιατί ενώ είχε συμφωνήσει προφορικά με
τη Γκρασχόπερς έβαλε την υπογραφή του τελικά σε συμβόλαιο που του πρότεινε η
Φέγενορντ. Τα 400.000 ευρώ που του προσέφερε η Ολλανδική ομάδα ήταν αρκετά για
να κάνουν τον Σουηδό να αλλάξει γνώμη και να μετακομίσει την χώρα της τουλίπας.
Δείγμα της ευγνωμοσύνης που είχε για την Χέλσινμποργκ, το ότι ζήτησε να μείνει
μέχρι τον Νοέμβριο στην Σουηδία, προκειμένου να βοηθήσει την πρώην –πλέον-
ομάδα του να αποφύγει τον υποβιβασμό.
Τα πράγματα όμως δεν είχαν την κατάληξη που θα περίμενε
όταν έβαζε την «τζίφρα» του στο συμβόλαιο με τους Ολλανδούς. Στην τρυφερή
ηλικία των 22ετών, η προσαρμογή στο Ολλανδικό ποδόσφαιρο δεν ήταν καθόλου
εύκολη υπόθεση για το νεαρό. Όπως και το να κλέψεις το πρωτάθλημα απ’ τον Άγιαξ
του Άμστερνταμ εκείνα τα χρόνια! Τόσο ο Βιμ Φαν Χάνεγκεμ (Willem
"Wim" van Hanegem) όσο και ο Άρι Χάαν (Arend "Arie" Haan)
δεν μπόρεσαν να βγάλουν τον καλύτερο εαυτό του Σουηδού, είχε χάσει τον ρόλο του
(άλλες φορές αγωνιζόταν ως δεξί ή αριστερό εξτρέμ, άλλες ως χαφ) και μην
αντέχοντας την κριτική των media για την επιθετική δυστοκία του,
ζήτησε τελικά μεταγραφή το 1997, για να αρχίσει και πάλι ν’ αναπνέει
ποδοσφαιρικά. Εκμεταλλευόμενος έναν όρο στο συμβόλαιο του (που έλεγε ότι αν
κατέθετε 1 εκατ. ευρώ θα μπορούσε να πάρει την ελευθέρας του) αποδεσμεύτηκε
μετά κόπων και βασάνων (το θέμα πήγε στα δικαστήρια) από τον σύλλογο, έχοντας
ως παρακαταθήκη μια σχετικά πενιχρή στατιστική, με 26 γκολ σε 101 αγώνες.
Στις 28 Ιουλίου του 1997, υπέγραψε στην ομάδα που θα του άλλαζε τη ζωή, την Σέλτικ, για το ποσό των ₤ 650.000 στερλινών. Οι φίλοι της Φέγενορντ θα τον θυμούνται πάντα για τη φοβερή του εμφάνιση στο 2-4 επί του Άγιαξ το 1995 αλλά και για κάποιες στιγμές μαγείας με τη φανέλα της ομάδα τους. Εκτός των αναμνήσεων και των «πτυχίων» πάνω στο «Ολλανδικό ποδοσφαιρικό μοντέλο», ο Λάρσον έφερε μαζί του στη Γλασκόβη και 2 κύπελλα Ολλανδίας μαζί με μερικά, σπάνιας ομορφιάς, τέρματα που είχε σκοράρει στα γήπεδα της χώρας του Γιόχαν Κρόιφ (Hendrik Johannes "Johan" Cruijff), του Ρέμπραντ και του Βίνσεντ Βαν Γκογκ, των 3 Μεγαλύτερων Καλλιτεχνών της χώρας της τουλίπας και με αυτή τη σειρά !
Στις 28 Ιουλίου του 1997, υπέγραψε στην ομάδα που θα του άλλαζε τη ζωή, την Σέλτικ, για το ποσό των ₤ 650.000 στερλινών. Οι φίλοι της Φέγενορντ θα τον θυμούνται πάντα για τη φοβερή του εμφάνιση στο 2-4 επί του Άγιαξ το 1995 αλλά και για κάποιες στιγμές μαγείας με τη φανέλα της ομάδα τους. Εκτός των αναμνήσεων και των «πτυχίων» πάνω στο «Ολλανδικό ποδοσφαιρικό μοντέλο», ο Λάρσον έφερε μαζί του στη Γλασκόβη και 2 κύπελλα Ολλανδίας μαζί με μερικά, σπάνιας ομορφιάς, τέρματα που είχε σκοράρει στα γήπεδα της χώρας του Γιόχαν Κρόιφ (Hendrik Johannes "Johan" Cruijff), του Ρέμπραντ και του Βίνσεντ Βαν Γκογκ, των 3 Μεγαλύτερων Καλλιτεχνών της χώρας της τουλίπας και με αυτή τη σειρά !
Ο ίδιος δεν το γνώριζε τότε, αλλά οι σεζόν στην Ολλανδία
τον είχαν βοηθήσει στο να εξελιχθεί ποδοσφαιρικά και να ξεκινήσει την ονειρική
του πορεία με τη φανέλα της Σέλτικ για 7 ολόκληρα χρόνια. Όσο κι αν αυτή άρχισε
με τον χειρότερο δυνατό τρόπο, ο Χένρικ Λάρσον δεν μπόρεσε να αποφύγει το
πεπρωμένο. Η μοίρα είχε γράψει μεγάλες στιγμές δόξας μετά από αυτό το πάντρεμα και
για τους δύο. Και αυτό συνέβη. Οι φίλοι των «Καθολικών» είδαν το Σουηδό με το
ξανθό ράστα μαλλί να κάνει τραγικό λάθος στο ντεμπούτο του, κόντρα στη
Χιμπέρνιαν, πασάροντας τη μπάλα στον Τσικ Τσάρνλει (James Callaghan ‘’Chic’’
Charnley) για το γκολ που έφερε την ήττα με 1-2. Επίσης, στο Ευρωπαϊκό του
ντεμπούτο ο Λάρσον σκόραρε αυτογκόλ βάζοντας δύσκολα στην ομάδα του. Το καλό
ήταν πως γνώριζε, όπως και οι οπαδοί της Σέλτικ, ποιος είναι και τι ήταν ικανός
να καταφέρει! Από εκείνη τη στιγμή έσβησε τις κακές αναμνήσεις του πρόσφατου
παρελθόντος και ξεκίνησε μια ερωτική σχέση με τα δίχτυα που εξελίχθηκε σε
λατρεία από τους φίλους της Σέλτικ και όχι μόνο!
Ο Λάρσον και η Σέλτικ άλλωστε απέκτησαν πολλούς φίλους εκείνη την περίοδο, χάρις στην παρουσία του Σουηδού στράικερ. Πέτυχε ωστόσο 16 γκολ και οι «Κέλτες» κατακτούν το πρωτάθλημα έπειτα από εννέα χρόνια ξηρασίας. Την περίοδο 1998-99 βρήκε το δρόμο προς τα δίχτυα 39 φορές σε Σκωτία και Ευρώπη. Ανακηρύσσεται καλύτερος παίκτης στη Σουηδία, αναγκάζοντας την ομάδα να του ανανεώσει το συμβόλαιο για τέσσερα χρόνια ακόμη ενώ πλέον αποτελούσε και το αγαπημένο παιδί της εξέδρας. Αυτή η αγάπη γιγαντώθηκε αλλά και δοκιμάστηκε κι απ’ τις δύο πλευρές μετά την 22α Οκτωβρίου του 1999 και ενώ έχει πετύχει 7 γκολ σε 7 αγώνες, είδε εκείνη την μαύρη μέρα, το αριστερό του πόδι να γίνεται κομμάτια σε ένα μαρκάρισμα του Σερζ Μπλανκ (Serge Blanc) της Λυόν, με τις πρώτες εκτιμήσεις να μιλούν ακόμη και για πρόωρο τέλος της καριέρας του. Ο Σουηδός έσπασε το πόδι του σε δύο πλευρές! Πολλοί τότε έκαναν λόγο για πρόωρο τέλος, αλλά ο Λάρσον όχι μόνο επέστρεψε, έπειτα από 7 μήνες, δυνατός και με ξυρισμένο κεφάλι πλέον, αλλά πραγματοποίησε το 2001 την καλύτερη χρονιά της καριέρας του, δείχνοντας εκτός της ποδοσφαιρικής του αρτιότητας και τη δύναμη της μαχητικής του ψυχής.
Ο Λάρσον και η Σέλτικ άλλωστε απέκτησαν πολλούς φίλους εκείνη την περίοδο, χάρις στην παρουσία του Σουηδού στράικερ. Πέτυχε ωστόσο 16 γκολ και οι «Κέλτες» κατακτούν το πρωτάθλημα έπειτα από εννέα χρόνια ξηρασίας. Την περίοδο 1998-99 βρήκε το δρόμο προς τα δίχτυα 39 φορές σε Σκωτία και Ευρώπη. Ανακηρύσσεται καλύτερος παίκτης στη Σουηδία, αναγκάζοντας την ομάδα να του ανανεώσει το συμβόλαιο για τέσσερα χρόνια ακόμη ενώ πλέον αποτελούσε και το αγαπημένο παιδί της εξέδρας. Αυτή η αγάπη γιγαντώθηκε αλλά και δοκιμάστηκε κι απ’ τις δύο πλευρές μετά την 22α Οκτωβρίου του 1999 και ενώ έχει πετύχει 7 γκολ σε 7 αγώνες, είδε εκείνη την μαύρη μέρα, το αριστερό του πόδι να γίνεται κομμάτια σε ένα μαρκάρισμα του Σερζ Μπλανκ (Serge Blanc) της Λυόν, με τις πρώτες εκτιμήσεις να μιλούν ακόμη και για πρόωρο τέλος της καριέρας του. Ο Σουηδός έσπασε το πόδι του σε δύο πλευρές! Πολλοί τότε έκαναν λόγο για πρόωρο τέλος, αλλά ο Λάρσον όχι μόνο επέστρεψε, έπειτα από 7 μήνες, δυνατός και με ξυρισμένο κεφάλι πλέον, αλλά πραγματοποίησε το 2001 την καλύτερη χρονιά της καριέρας του, δείχνοντας εκτός της ποδοσφαιρικής του αρτιότητας και τη δύναμη της μαχητικής του ψυχής.
Οδήγησε τη Σέλτικ στο double, κερδίζοντας και το «Χρυσό
Παπούτσι» της Ευρώπης με τα 35 του τέρματα, σε 37 συμμετοχές. Ο σοβαρός
τραυματισμός του άνηκε πλέον στο παρελθόν. Η Μπαρτσελόνα προσέγγισε τον παίκτη
εκείνο το καλοκαίρι με τον ίδιο να τιμά το συμβόλαιο του και να μένει στη
Γλασκόβη δείχνοντας, με τον καλύτερο τρόπο, το σεβασμό του στην ομάδα και τους
οπαδούς της, που του στάθηκαν πραγματικά στη δυσκολότερη στιγμή της καριέρας
του. Με την εξαιρετική Σέλτικ του Μάρτιν Ο’Νίλ (Martin Hugh Michael O'Neil) και
έχοντας άξιους συμπαραστάτες τους Πωλ Λάμπερτ (Paul Lambert) και Κρις Σάτον
(Christopher Roy "Chris" Sutton) έφτασε μια ανάσα κι απ’ το Κύπελλο
UEFA του 2003, όταν και γνώρισε την ήττα απ’ την Πόρτο του Ζοζέ Μουρίνιο (José
Mourinho) στον τελικό της Σεβίλλης. Ο Λάρσον είχε σκοράρει δύο φοβερά γκολ στο
παιχνίδι αλλά οι Σκοτσέζοι είχαν ηττηθεί, δυστυχώς, με 2-3 στην παράταση.
Έμεινε για πάντα στην καρδιά των «καθολικών» με τα 242 τέρματα στους 315 αγώνες
που έπαιξε, κατακτώντας 4 Πρωταθλήματα (1998, 2001, 2002, 2004), 2 Λιγκ Καπ
(1998, 2001) και 2 Κύπελλα Σκωτίας (2001, 2004). Πέτυχε τα περισσότερα γκολ
στην Ευρώπη που έχει πετύχει ποδοσφαιριστής με φανέλα Βρετανικής ομάδας στην
ιστορία! Αξίζει να σημειωθεί πως ο Σουηδός επιθετικός σκόραρε 15 τέρματα κόντρα
στη μισητή Ρεϊντζερς στα ντέρμπι της Γλασκόβης. Σε μερικά εξ αυτών έχοντας
αντίπαλο τον καλό του φίλο, απ’ τα χρόνια στη Φέγρνορντ, Τζιοβάνι Φαν
Μπρόκχορστ (Giovanni Christiaan van
Bronckhorst). Η μοίρα μάλιστα τα έφερε έτσι ώστε να σηκώσουν μαζί με τη
Μπαρτσελόνα το Champions League!
Με την ολοκλήρωση της σεζόν 2003/04 υπέγραψε μονοετές
συμβόλαιο με τον Καταλανικό σύλλογο με οψιόν ανανέωσης από την πλευρά του
Ισπανικού συλλόγου για ένα ακόμη χρόνο. Στον αγώνα όμως κόντρα στη Ρεάλ
Μαδρίτης υπέστη το δεύτερο σοβαρό τραυματισμό στην καριέρα του. Παρότι δεν
αγωνίστηκε σε ένα μεγάλο αριθμό αγώνων, οι «μπλαουγκράνα» του ανανέωσαν το
συμβόλαιο για ακόμη μία χρονιά και εκ του αποτελέσματος φάνηκε ότι δεν λάθεψαν.
Με δύο μαγικές ασίστ θα χάριζε στη Μπαρτσελόνα το δεύτερο της Κύπελλο
Πρωταθλητριών, ‘Champions League πλέον, κόντρα στην Άρσεναλ στο Παρίσι
αγγίζοντας και κατακτώντας την κορυφή της Ευρώπης. Μάλιστα, ο ηττημένος Τιερί
Ανρί (Thierry Daniel Henry) είχε δηλώσει πως δίχως τον Λάρσον, η Μπάρτσα δε θα
είχε καταφέρει να κερδίσει το σπουδαιότερο διασυλλογικό τρόπαιο! Λέγοντας
ουσιαστικά, πως αυτός ήταν ο πραγματικός MVP του τελικού και όχι ο Ροναλντίνιο
(Ronaldo de Assis Moreira, ‘’Ronaldinho’’) ή ο Σάμιουελ Ετό (Samuel Eto'o
Fils). Τότε του βγήκε και το παρατσούκλι «El Rey del Reyes» (Ο Βασιλιάς των
Βασιλέων)! Πλέον, είχε ολοκληρωθεί ως ποδοσφαιριστής. 13 γκολ μόλις με τη
φανέλα της «Μπάρτσα» (σε 53 συμμετοχές) αλλά με τέσσερα μετάλλια παρακαταθήκη.
Δύο ως πρωταθλητή Ισπανίας, ένα ως κάτοχος του Σούπερ Καπ Ισπανίας, κόντρα στη
φοβερή και τρομερή, εκείνα τα χρόνια, Μπέτις της Σεβίλλης του, (δικού μας, στην
AEK) Λορέντζο Σέρα Φερέρ (Lorenzo Serra Ferrer) και ένα ως πρωταθλητή Ευρώπης σε συλλογικό
επίπεδο. Όταν ανακοίνωσε την απόφασή του να φύγει από την Barcelona, ο
Ροναλντίνιο τόνισε για τον Σουηδό: «Ο σύλλογος χάνει έναν μεγάλο ποδοσφαιριστή.
Εγώ χάνω έναν σπουδαίο φίλο. Είναι φανταστικό να παίζω δίπλα του. Δεν
προσπάθησα να του αλλάξω γνώμη».
Μάλιστα είναι ο παίκτης που το 2007 για πάρτη του άλλαξαν
(για λίγο) οι κανονισμοί της Premier League για τους παίκτες που έχουν δικαίωμα
στο μετάλλιο του πρωταθλητή. Μέχρι την προηγούμενη χρονιά το όριο ήταν οι 10
συμμετοχές (πλέον είναι οι 5). Ο Λάρσον είχε αγωνιστεί δανεικός στη Μάντσεστερ
Γιουνάιτεντ για τρεις μήνες (από την 1η Ιανουαρίου μέχρι τις 12 Μαρτίου του
2007) απ’ τη Χέλσινγκμποργκ, στα 36 του χρόνια, αφήνοντας τις καλύτερες
εντυπώσεις στο κοινό του Ολντ Τράφορντ και στον Σερ Άλεξ Φέργκιουσον (Sir
Alexander Chapman "Alex" Ferguson) μετρώντας 7 συμμετοχές στο
πρωτάθλημα, σκοράροντας μόνο μία φορά. Μάλιστα ο «τσίχλας» είχε κάνει τα
αδύνατα δυνατά για να κρατήσει τον παίκτη μέχρι το Μάη, αλλά ο Λάρσον είχε
φερθεί για ακόμα μία φορά ως κύριος τιμώντας το συμβόλαιο που είχε με την ομάδα
της πόλης του και απορρίπτοντας την πρόταση μιας εκ των κορυφαίων ομάδων του
πλανήτη. Το ήθος του άλλωστε είναι κάτι που δεν αμφισβητήθηκε ποτέ κι από
κανένα! Για την ιστορία, ο Λάρσον κατέκτησε με τη Χέλσινγκμποργκ το κύπελλο
Σουηδίας το 2006 κόντρα στη Γκέφλε, αγωνιζόμενος μάλιστα και στα 90 λεπτά της
αναμέτρησης. Αυτός ήταν ο πρώτος τίτλος της καριέρας του στη γενέτειρά του και
ολοκλήρωσε μια καριέρα πλούσια σε τίτλους και προσωπικές διακρίσεις, κρεμώντας
τα παπούτσια του την 1η Οκτωβρίου του 2009.
Αγωνίστηκε με την εθνική ομάδα της χώρας του, 106 φορές,
απ’ το 1993 έως το 2009. Πήρε μέρος, μαζί της, στο Παγκόσμιο Κύπελλο των ΗΠΑ,
το 1994, κερδίζοντας μάλιστα και την 3η θέση! Το 2004 η Σουηδική Ομοσπονδία τον
ανακήρυξε ως τον καλύτερο Σουηδό ποδοσφαιριστή των 50 τελευταίων χρόνων. Παρότι
είχε πάρει την απόφαση να αποχωρήσει από την Εθνική ομάδα, επέστρεψε για το
«Euro 2004» ύστερα από παραινέσεις του προέδρου της UEFA, Λέναρντ Γιόχανσον
(Lennart Johansson) και του πρωθυπουργού της Σουηδίας, Γκόραν Πέρσον (Göran
Persson). Μάλιστα, σκόραρε 3 φορές σε 4 παιχνίδια και οδήγησε την ομάδα του στα
προημιτελικά, όπου και αποκλείστηκε στα πέναλτι από τη Γερμανία. Τελευταία του
παρουσία το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 2008. Συνολικά, σκόραρε 37 τέρματα με τη
φανέλα της εθνικής Σουηδίας, με μερικά απ’ αυτά, μάλιστα, να θεωρούνται στα ωραιότερα
τέρματα που έχουμε δει σε διεθνείς διοργανώσεις όπως αυτό κόντρα στη Βουλγαρία
το 2004.
Το 2004 η Σουηδική Ομοσπονδία τον ανακήρυξε ως τον
καλύτερο Σουηδό ποδοσφαιριστή των 50 τελευταίων χρόνων. Τον Μάιο του 2006
τιμήθηκε με τον τίτλο του Μέλους του Τάγματος της Αξίας της Βρετανικής
Αυτοκρατορίας, στο όνομα της Βασίλισσας Ελισάβετ ΙΙ, για την προσφορά του στο
βρετανικό ποδόσφαιρο. «Είναι μεγάλη τιμή να αναγνωρίζεσαι για τις υπηρεσίες σου
στο ποδόσφαιρο μακριά από την πατρίδα σου».
Στις μέρες μας ο Χένρικ Λάρσον είναι προπονητής της Χέλσινγκμποργκ και
μάλιστα έχει την τύχη να έχει παίκτη και το γιο του, Τζόρνταν Λάρσον (Jordan
Larsson).
PALMARES
Εφηβική καριέρα
- · 1977–1988: Högaborgs Bollklubb
Επαγγελματική καριέρα
- · 1988–1992: Högaborgs Bollklubb, 64 (23)
- · 1992/93: Helsingborgs Idrottsförening, 56 (50)
- · 1993–1997: Feyenoord Rotterdam, 101 (26)
- · 1997–2004: The Celtic Football Club, 221 (174)
- · 2004–2006: Futbol Club Barcelona, 40 (13)
- · 2006–2009: Helsingborgs Idrottsförening, 84 (38)
- · 2007: (δανεικός) → Manchester United Football Club, 7 (1)
- · 2012: Råå Idrottsförening, 1 (0)
- · 2013: Högaborgs Bollklubb, 2 (0)
Σύνολο καριέρας: 576 (325)
- · 1993–2009: Σουηδία, 106 (37)
Προπονητική καριέρα
- · 2010–2012: Landskrona Boll och Idrottsällskap
- · 2013: Högaborgs Bollklubb (βοηθός)
- · 2014: Falkenbergs Fotbollförening
- · 2015– : Helsingborgs Idrottsförening
Συλλογικοί
Με τη Feyenoord
- · Κύπελλο Ολλανδίας: 2 (1993/94, 1994/95)
- · Πρωτάθλημα Σκωτίας: 4 (1997/98, 2000/01, 2001/02, 2003/04)
- · Κύπελλο Σκωτίας: 2 (2000/01, 2003/04)
- · Λιγκ Καπ Σκωτίας: 2 (1997/98, 2000/01)
- · Κύπελλο UEFA: φιναλίστ 2002/03
Με τη Barcelona
- · Πρωτάθλημα Ισπανίας: 2 (2004/05, 2005/06)
- · Σούπερ Καπ Ισπανίας: 2005
- · UEFA Champions League: 2005/06
- · Κύπελλο Σουηδίας: 2006
- · Πρωτάθλημα Αγγλίας: 2006/07
Διεθνείς
- · Παγκόσμιο Κύπελλο: 3η θέση το 1994
Προσωπικές Διακρίσεις
- · Καλύτερος Σουηδός Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς: 2 (1998, 2004)
- · Πρώτος Σκόρερ Σκωτσέζικου Πρωταθλήματος: 5 (1998/99, 2000/01, 2001/02, 2002/03, 2003–04)
- · Καλύτερος Ποδοσφαιριστής στη Σκωτία από την Ένωση Επαγγελματιών Δημοσιογράφων Σκωτίας: 2 (1999, 2001)
- · Καλύτερος Ποδοσφαιριστής στη Σκωτία από την Ένωση Επαγγελματιών Ποδοσφαιριστών Σκωτίας: 2 (1999, 2001)
- · Παίκτης του Μήνα για τη Σκωτζέζικη Premier League: 2 (Σεπτέμβριος 2000, Νοέμβριος 2002)
- · Χρυσό Παπούτσι: 2001
- · Μέλος Ιδανικής 11άδας Διοργάνωσης Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος: 2004
- · Μέλος του Hall of Fameτου Σκωτσέζικου Ποδοσφαίρου
- · Καλύτερος Σουηδός Ποδοσφαιριστής Όλων των Εποχών: 2005
- · Πρώτος Σκόρερ Κυπέλλου UEFA στην ιστορία: 40 γκολ
Τιμές
- · Κορυφαίος Σουηδός Ποδοσφαιριστής της 50ετίας από τη Σουηδική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία στο πλαίσιο των Εορτασμών για το Ιωβιλαίο της UEFA: Νοέμβριος 2003
- · Μέλος του Τάγματος της Τιμής της Βρετανικής Αυτοκρατορίας: 2006
ΠΗΓΕΣ: sombrero.gr - sport-fm.gr -
cobrasports.gr