Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2015

Ζαν-Πιερ Παπέν: Ο Γάλλος βομβιστής

Ο Γάλλος κεντρικός επιθετικός Ζαν-Πιερ Παπέν (Jean-Pierre Papin) γεννήθηκε στις 5 Νοεμβρίου του 1963, στο Μπουλόν-σουρ-Μερ (Boulogne-sur-Mer), μια πόλη στην βορειότερη επαρχία της Γαλλίας στο Πα ντε Καλαί (Pas-de-Calais). Ονομάστηκε ως ο Καλύτερος Ευρωπαίος Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς το 1991. Είχε την μεγαλύτερη επιτυχία του ενώ αγωνιζόταν για την Ολιμπίκ Μαρσέιγ μεταξύ 1986 και 1992. Αργότερα αγωνίστηκε για τη Μίλαν, τη Μπάγερν Μονάχου, τη Μπορντό, τη Γκινκάμπ και αλλού. Έπαιξε επίσης 54 φορές για την γαλλική εθνική ομάδα. Μετά από ένα χρονικό διάστημα ως προπονητής σε γαλλικούς συλλόγους, εντάχθηκε στο ερασιτεχνικό σωματείο AS Facture-Biganos Boïen ως παίκτης το 2009, σε ηλικία 45 ετών. Ήταν γνωστός για την εντυπωσιακή ικανότητά του στο σκοράρισμα και τα βολέ του, στα οποία δόθηκε το παρατσούκλι «Papinades» (Παπενάδες) προς τιμήν του, από τους οπαδούς του!


Το 1996, όταν η οκτώ μηνών κορούλα του Emily φάνηκε να έχει σοβαρές εγκεφαλικές βλάβες, μαζί με τη σύζυγό του, Florence, ίδρυσαν την Οργάνωση "Neuf de Coeur" (Εννέα Κούπα -ο Αριθμός της φανέλας του ήταν το 9) με σκοπό να βοηθήσει και άλλους σε αυτή την κατάσταση και κυρίως, να βρουν και να εφαρμόσουν μεθόδους για να εκπαιδεύσουν ψυχικά και σωματικά αυτά τα παιδιά. Παρά το γεγονός ότι έπαιξε μόνο 31 αγώνες για τη Κλαμπ Μπριζ, επιλέχθηκε ως ο Καλύτερος Ξένος Παίκτης της από τους οπαδούς της, τον Απρίλιο του 2008. Σε μια καριέρα 17 ετών σε πολλά από τα μεγαλύτερα πρωταθλήματα της Ευρώπης, σκόραρε σχεδόν 350 γκολ σε πάνω από 620 αγώνες.


Τα παιδικά του χρόνια ήταν δύσκολα καθώς οι γονείς του χώρισαν και ο ίδιος αναγκάστηκε να ζήσει για αρκετό διάστημα με τους παππούδες του. Σαν γνήσιο παιδί του αθλητισμού, μιας κι ο πατέρας του, Γκι, ήταν ποδοσφαιριστής, ο Ζαν-Πιερ έβρισκε διέξοδο στα προβλήματά του κλωτσώντας την μπάλα. Η πρώτη του οργανωμένη ενασχόληση με το ποδόσφαιρο ήρθε το 1970 με τη φανέλα της Ζομόν, ενός μικρού συλλόγου του Γαλλικού Βορρά. Σε ηλικία 15 ετών μεταγράφεται στη Βαλενσιέν, η οποία τον δίνει δανεικό το 1983 στη Βισύ. Ένα χρόνο αργότερα έρχεται η στιγμή που ο βραχύσωμος επιθετικός θα κάνει το ντεμπούτο του, με την ανδρική ομάδα της Βαλενσιέν, στη δεύτερη κατηγορία της Γαλλίας. Με τους «Αθηναίους» έδειξε τα πρώτα δείγματα του πλούσιου ταλέντου του, αφού σε 33 παιχνίδια πέτυχε 15 τέρματα, χτίζοντας σιγά-σιγά το όνομά του.


Το χτίσιμο ενός μύθου
Το καλοκαίρι του 1985, η Βελγική Μπριζ στην προσπάθειά της να ενισχυθεί επιθετικά προλαβαίνει τις μεγάλες Γαλλικές ομάδες και αποσπά την υπογραφή του Ζαν-Πιερ. Μαζί της κατακτά το κύπελλο Βελγίου και τη δεύτερη θέση στη Βελγική Λίγκα, ενώ ανακηρύσσεται πρώτος σκόρερ του συλλόγου τη σεζόν 1985/86 με 25 γκολ σε 37 εμφανίσεις. Έχοντας πείσει και τον πλέον δύσπιστο στη Γαλλία ότι αξίζει να αγωνίζεται στο εγχώριο Πρωτάθλημα, το καλοκαίρι του 1986 επιστρέφει στην πατρίδα του για λογαριασμό της Μαρσέιγ. Με τους «Φοίνικες» έζησε τα καλύτερα χρόνια της καριέρας του, φτάνοντας μία ανάσα από την κατάκτηση του Τσάμπιονς Λίγκ.


Η πρώτη του χρονιά στην ομάδα της Μασσαλίας αποτελεί διάστημα προσαρμογής στην «Ligue 1», αν και καταφέρνει να πετύχει 16 γκολ σε 44 εμφανίσεις. Τις επόμενες πέντε χρονιές είναι καταιγιστικός. Αναδεικνύεται πρώτος σκόρερ του Γαλλικού Πρωταθλήματος πέντε φορές, οδηγώντας την Μαρσέιγ στην κατάκτηση τεσσάρων συνεχόμενων Πρωταθλημάτων και ενός Κυπέλλου Γαλλίας (1989), πετυχαίνοντας μάλιστα χατ-τρικ εναντίον της Μονακό (4-3) στον τελικό. Εντυπωσιακά ήταν τα επιτεύγματά του και στο Τσάμπιονς Λιγκ. Κατακτά τον τίτλο του πρώτου σκόρερ της διοργάνωσης τρεις συνεχόμενες φορές, ενώ οδηγεί την Μαρσέιγ στον τελικό του Μπάρι το 1991, εκεί όπου τελικά θα γνωρίσει την ήττα στα πέναλτι από τον Ερυθρό Αστέρα.


Γυρολόγος
Οι εξαιρετικές του εμφανίσεις σε συνδυασμό με την σταθερή του απόδοση όλα αυτά τα χρόνια αλλά και την ιδανική ηλικία στην οποία βρισκόταν, έφεραν όλη την ποδοσφαιρική Ευρώπη στα πόδια του με την Μίλαν να είναι αυτή που τελικά θα τον κάνει δικό της. Τα 10 εκατομμύρια δολάρια που ξόδεψαν οι Ιταλοί για να τον φέρουν στην «Πρωτεύουσα της Μόδας» πήγαν χαμένα. Η ζωή στο Μιλάνο δεν του ταίριαζε και οι δυσκολίες με την γλώσσα δεν του επέτρεψαν να προσαρμοστεί στους «Ροσονέρι». Στα ψυχολογικά προβλήματα που αντιμετώπισε με την μετακόμιση του στο Καμπιονάτο ήρθαν να προστεθούν και οι τραυματισμοί με αποτέλεσμα ο Ζαν-Πιερ να μην μπορέσει ποτέ να προσφέρει όσα πραγματικά μπορούσε. Παρότι δεν έπιασε ποτέ τα υψηλά στάνταρ στην απόδοσή του, άλλωστε δεν είχε σταθερή θέση στην αρχική ενδεκάδα, κατάφερε να πετύχει 25 γκολ σε 53 εμφανίσεις. Κατέκτησε 2 Πρωταθλήματα Ιταλίας, 2 Σούπερ Καπ Ιταλίας και ένα Τσάμπιονς Λιγκ, ενώ τη σεζόν 1992/93 είχε και ένα χαμένο τελικό στη διοργάνωση από την πρώην ομάδα του την Μαρσέιγ. Στο συγκεκριμένο παιχνίδι, μάλιστα, αποδοκιμάστηκε έντονα από τους συμπατριώτες του.


Έχοντας σπαταλήσει δύο χρόνια στην Ιταλία μαζεύει τα πράγματά του και μετακομίζει πιο βόρεια και συγκεκριμένα στο Μόναχο, για λογαριασμό της Μπάγερν. Ούτε στη Γερμανία καταφέρνει να βρει τον εαυτό του. Η κατάσταση αποδεικνύεται ακόμη χειρότερη στη Βαυαρία. Οι τραυματισμοί του γίνονται όλο και πιο συχνοί και την σεζόν 1994/95 εμφανίζεται μόνο 10 φορές στο χορτάρι ενώ βρίσκει δίχτυα μόλις 3 φορές. Ίδιο το έργο και την επόμενη σεζόν. Μόνο που αυτή τη φορά αγωνίζεται σε 25 παιχνίδια αλλά και πάλι στέλνει την μπάλα στα αντίπαλα δίχτυα 3 φορές. Ωστόσο καταφέρνει να πάρει ένα Κύπελλο UEFA το 1996, αγωνιζόμενος σε 5 ευρωπαϊκά παιχνίδια με απολογισμό 1 γκολ.


Μετά το αποτυχημένο πέρασμά του στο εξωτερικό αποφασίζει να επιστρέψει στην πατρίδα του με την Μπορντό να είναι η ομάδα που θα του προσφέρει καταφύγιο. Στην πρώτη του χρονιά στους «Γιρονδίνους» δείχνει να αναγεννάται, αφού παρά τα 33 του χρόνια, σε 36 εμφανίσεις τινάζει 16 φορές τα αντίπαλα δίχτυα και την αμέσως επόμενη πετυχαίνει ακόμη 11 σε 30 αγώνες. Και πάλι όμως οι τραυματισμοί θα του στερήσουν την ευκαιρία να αγωνιστεί σε υψηλό επίπεδο.


Το 1998 παίρνει την απόφαση να αγωνιστεί στην δεύτερη κατηγορία της Γαλλίας και συγκεκριμένα στην Γκινγκάμπ. Τρία γκολ σε 9 εμφανίσεις είναι ο συνολικός του απολογισμός, με την Γκινγκάμπ να τερματίζει στην έβδομη θέση. Στο τέλος της σεζόν 1998/99 μετακομίζει στην Σεντ Πιερουά, ομάδα που αγωνίζεται στο πρωτάθλημα του νησιού Reunion, το οποίο αποτελεί Γαλλική αποικία και βρίσκεται νοτιοανατολικά της Αφρικής. Με την Σεντ Πιερουά αγωνίζεται 27 φορές και σκοράρει 13 τέρματα τη διετία 1999-2001. Τις επόμενες τρεις σεζόν αγωνίζεται 50 φορές με τα χρώματα της Καπ-Φερά πετυχαίνοντας 24 γκολ. Σε ηλικία 41 χρόνων αποφασίζει να κρεμάσει τα παπούτσια του και να ασχοληθεί με την προπονητική, όμως το 2009 επανέρχεται στους αγωνιστικούς χώρους για λογαριασμό της ερασιτεχνικής Φακτούρ-Μπιγκανό Μπουαέν, με την οποία λαμβάνει μέρος σε 3 αγώνες πετυχαίνοντας ισάριθμα γκολ.


«Τρικολόρ»
Ο «Παπινάδες», όπως είναι το προσωνύμιο του, προσέφερε 9 συναπτά έτη την βοήθειά του και στην Εθνική ομάδα της χώρας του. Δυστυχώς, βρέθηκε σε μία μεταβατική περίοδο των «Τρικολόρ», αφού μετά την κατάκτηση του Euro το 1984 μέχρι την ύστατη στιγμή τους με την πρώτη θέση στο Μουντιάλ του  1998, το μόνο που έχουν να επιδείξουν είναι η 3η θέση στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986. Τη φανέλα της Εθνικής του ομάδας την φόρεσε από το 1986 μέχρι και το 1995 αφήνοντας ως παρακαταθήκη 30 γκολ σε 54 εμφανίσεις.


Προπονητική… στα ρηχά
Η προπονητική του καριέρα ξεκινάει το 2004 από την επίσης ερασιτεχνική Μπασίν Ντ’ Αρκασόν. Μετά το «αγροτικό» του στην άσημη ομάδα της νοτιοδυτικής Γαλλίας, το 2006 αναλαμβάνει τις τύχες του Στρασβούργου. Παρότι βοήθησε την ομάδα να επιστρέψει στην πρώτη κατηγορία της Γαλλίας, οι τριβές με τους παίκτες της ομάδας αλλά και τον τύπο της χώρας ανάγκασαν τους διοικούντες να τον απολύσουν. Επόμενος σταθμός της καριέρας του ήταν η Λανς. Ούτε εκεί θα καταφέρει να στεριώσει αφού οι κακές εμφανίσεις του συλλόγου, που γλίτωσε για λίγο τον υποβιβασμό, τον έφεραν στην πόρτα της εξόδου. Ακολουθεί ένας χρόνος χωρίς προπονητική αφού αποφασίζει να επιστρέψει στην αγωνιστική δράση. Το 2009 αναλαμβάνει την Σατορού, ομάδα δεύτερης κατηγορίας, χωρίς ωστόσο να καταφέρει να μείνει παραπάνω από ένα χρόνο στον πάγκο της ομάδας. Έκτοτε δεν έχει δουλέψει ως τεχνικός.


Είναι παντρεμένος με την Φλοράνς (Florence) και έχει μία κόρη, την Έμιλυ (Emily). Η κόρη του όταν γεννήθηκε, υπέστη εγκεφαλικές βλάβες, γεγονός που στάθηκε αφορμή για να ιδρύσει το ίδρυμα «Neuf de Coeur» ("Εννιά Καρδιές", ο Ζαν-Πιερ φορούσε το νούμερο 9 όσο αγωνιζόταν) για παιδιά με ειδικές ανάγκες. Οι συμπατριώτες του βλέποντάς τον να υποφέρει στην Ιταλία έφτιαξαν ένα σκετσάκι με τίτλο «Revien JPP» (Γύρισε Ζαν-Πιερ Παπέν).

PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος (Club), Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • 1983/84: INF Vichy
Επαγγελματική καριέρα

  • 1984/85: Valenciennes Football Club, 33 (15)
  • 1985/86:  Club Brugge Koninklijke Voetbalvereniging, 31 (20)
  • 1986–1992: Olympique de Marseille, 215 (134)
  • 1992–1994: Associazione Calcio Milan, 40 (18)
  • 1994–1996: Fußball-Club Bayern München, 27 (3)
  • 1996–1998: Football Club des Girondins de Bordeaux, 55 (22)
  • 1998/99: En Avant de Guingamp Côtes-d'Armor, 10 (3)
  • 1999–2001: Jeunesse Sportive Saint-Pierroise, 27 (13)
Σύνολο καριέρας: 438 (228)
Διεθνής
  • 1986–1995: Γαλλία, 54 (30)
Προπονητική καριέρα
  • 2004–2006: Football Club Bassin d'Arcachon Sud
  • 2006/07: Racing Club de Strasbourg Alsace
  • 2007/08: Racing Club de Lens
  • 2009/10: La Berrichonne de Châteauroux

Τίτλοι

Συλλογικοί

Με την Μπριζ
  • Κύπελλο Βελγίου: 1986
Με την Μαρσέιγ
  • Πρωτάθλημα Γαλλίας: 4 (1988/89, 1989/90, 1990/91, 1991/92)
  • Κύπελλο Γαλλίας: 1988/89
Με την Μίλαν
  • Πρωτάθλημα Ιταλίας: 2 (1992/93, 1993/94)
  • Σούπερ Καπ Ιταλίας: 2 (1992, 1993)
  • UEFA Champions League: 1993/94
Με την Μπάγερν
  • Κύπελλο UEFA: 1995/96

Διεθνείς


Με την Γαλλία
  • Kirin Cup: 1994
  • Παγκόσμιο Κύπελλο: 1986 -3η θέση
Προσωπικές Διακρίσεις
  • Πρώτος Σκόρερ Γαλλικού Πρωταθλήματος: 5 (1987/88, 1988/89, 1989/90, 1990/91, 1991/92)
  • Καλύτερος Παίκτης της Γαλλίας -περιοδικού Onze: 1991
  • Καλύτερος Παίκτης της Γαλλίας -περιοδικού Onze 2η θέση: 3 (1989, 1990, 1992)
  • Πρώτος Σκόρερ Κυπέλλου Πρωταθλητριών: 3 (1989/90, 1990/91, 1991/92)
  • Χρυσή Μπάλα: 1991
  • Παίκτης της Χρονιάς από την FIFA -2η θέση: 1991
  • Καλύτερος Σκόρερ της Χρονιάς από τoν Διεθνή Οργανισμό Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου: 1991
  • Μέλος 11άδας της Χρονιάς της FIFA: 3 (1997, 1998, 1999)
  • Μέλος της λίστας των 125 Εν Ζωή Καλύτερων Ποδοσφαιριστών του Κόσμου» για τα 100 χρόνια της FIFA, που συνέταξε ο Πελέ: 2004
  • Ονομάστηκε «Παίκτης του Αιώνα» από την Olympique de Marseille)
  • Χρυσό Παπούτσι» ως ένας θρύλος του ποδοσφαίρου: 2013
Πηγή: cobrasports.gr