Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2015

Δεν πίστευε ποιος τον “κάρφωσε”!

Ήταν μια από τις πιο δυνατές ομάδες στην Ανατολική Γερμανία και η κυρίαρχος της “από εκεί” μεριάς, όπως την έλεγαν οι δυτικοί. Η Ντιναμό Βερολίνου δεν ήταν απλώς μια ομάδα με ποδοσφαιρικές ικανότητες, αλλά και ένας δυνάστης. Ένας σύλλογος που είχε την εύνοια του προέδρου της χώρας, Έριχ Χόνεκερ (Erich Honecker). 


Η Ντιναμό είχε… αφεντικό τη διαβόητη “ Στάζι ” [STAatsSIcherheit -ΣΤΑατσ-ΖΙχερχάιτ, που σημαίνει Κρατική Ασφάλεια], δηλαδή τη μυστική υπηρεσία της χώρας, που φυσικά ήταν η ΑΠΌΛΥΤΗ ΚΥΡΊΑΡΧΟΣ πάνω στις ζωές των ανθρώπων. Τον καιρό που το Τείχος διαιρούσε τη Γερμανία, οι πολίτες στην ανατολική πλευρά είχαν το ποδόσφαιρο πολύ πίσω στις προτεραιότητές τους. Τέταρτη ακόμα και πέμπτη επιλογή, μια και ο στίβος, η κολύμβηση και η γυμναστική αποτελούσαν τα μεγάλα “όπλα” του καθεστώτος για καταξίωση. 

Όχι πως το ποδόσφαιρο δεν είχε τους δικούς του υποστηρικτές, κυρίως την εποχή που η εξαιρετική ομάδα του Μαγδεμβούργου με τους Γιούργκεν Σπαρβάσερ (Jürgen Sparwasser), Γιούργκεν Πομερένκε (Jürgen Pommerenke) και Γιόακιμ Στράιχ (Joachim Streich), κατάφερνε να κοντράρει στα ίσα την Μπάγερν Μονάχου του  Φραντζ Μπεκενμπάουερ (Franz Anton Beckenbauer) και έφτανε έως την κατάκτηση ενός ευρωπαϊκού τροπαίου. Με τη νίκη 2-0 επί της Μίλαν του  Τζιάνι Ριβέρα (Giovanni "Gianni" Rivera) στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων το 1974, το Μαγδεμβούργο κατάφερνε να συγκεντρώσει τα φώτα της δημοσιότητας, όμως η Ντιναμό Βερολίνου είχε το πάνω χέρι διαχρονικά, κατακτώντας δεκατέσσερις (14) φορές τον τίτλο. 


Μάλιστα, την εποχή που η Ντιναμό Δρέσδης έδινε δυναμικό “παρών” και απειλούσε την κυριαρχία της συνονόματης ομάδας του Βερολίνου, η “Stasi” έβρισκε τον τρόπο για να μπλοκάρει τα ατού των αντιπάλων! Η μυστική αστυνομία εξέδιδε εντάλματα ΣΎΛΛΗΨΗΣ για ανάκριση ΌΛΩΝ των επικίνδυνων παικτών της Δρέσδης, όπως ο περίφημος Ματίας Ζάμερ (Matthias Sammer), την ΠΑΡΑΜΟΝΉ κάθε κρίσιμου ματς μεταξύ των δύο συλλόγων και τους άφηνε ελεύθερους ΜΕΤΆ τη λήξη! Αυτό έγινε ούτε λίγο ούτε πολύ έξι (6) φορές πριν από καθοριστικής σημασίας ματς μεταξύ των δύο αντιπάλων. Ο Ζάμερ, που κατέκτησε και τη “Χρυσή Μπάλα” το 1996, ήταν ο πρώτος που το κυκλοφόρησε ως είδηση στη Δύση και μάλιστα λίγο καιρό πριν πέσει το Τείχος! 

Ο Χόνεκερ έβλεπε την Ντιναμό Βερολίνου ως τη μοναδική αληθινά μεγάλη έκφραση των ιδεών του καθεστώτος. Ποτέ ΔΕΝ τον συγκίνησαν ΟΎΤΕ οι καλές πορείες άλλων συλλόγων, ΟΎΤΕ το κοινό που τις ακολουθούσε. Εκτός του Μαγδεμβούργου, έφτασαν σε τελικό του Κυπελλούχων τόσο η Λοκομοτίβ Λειψίας, το 1987 στην Αθήνα κόντρα στον Άγιαξ του Μάρκο Φαν Μπάστεν (Marcel "Marco" van Basten) όσο και η Καρλ Τσάις Ιένα, το 1981 απέναντι στην Ντιναμό Τιφλίδας στο  Ντίσελντορφ! Αυτές οι επιτυχίες, ΔΕΝ ανέβασαν τις μετοχές τους στην υπόληψη του ηγέτη της “Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας”, όπως προτιμούσαν να αναφέρεται το πλήρες όνομα της χώρας! 


Ο Μάνφρεντ Έβαλντ (Manfred Ewald), ο γραμματέας αθλητικού σχεδιασμού του καθεστώτος και πανίσχυρος ηγέτης στο αθλητικό κομμάτι της χώρας, πήρε το 1966 την εντολή να φτιάξει μία καινούργια πρώτη κατηγορία στο πρωτάθλημα με μετονομασίες συλλόγων που ΔΕΝ θα αγωνίζονταν σε ΆΛΛΟ άθλημα, ΠΑΡΆ ΜΌΝΟ στο ποδόσφαιρο. Ανάμεσά τους ήταν η Ντιναμό, που πρόσθεσε στο όνομα το “Βερολίνου”, η Έμπορ Ρόστοκ που έγινε Χάνσα Ρόστοκ, η SC Αουφμπάου που μετονομάστηκε σε Μαγδεμβούργο και η Λειψία που έγινε Λοκομοτίβ Λειψίας. Κάθε μικρή ομάδα είχε ΕΝΤΟΛΉ να παραχωρεί, ΧΩΡΊΣ απαιτήσεις, όποιον σταρ έβγαζε σε μία από τις μεγάλες! Αλλά, υπήρξαν και δύο που αγνόησαν τις εντολές του κόμματος! 


Ο Γιούργκεν Κρόι (Jürgen Croy), τερματοφύλακας της Τσβικάου, ΔΕΝ δέχτηκε να πάει στη Ντιναμό Δρέσδης, στην οποία ήθελαν να τον στείλουν και στην αρχή τιμωρήθηκε με αποκλεισμό από την εθνική ομάδα. Το ίδιο και ο  Γκερντ Κίσε (Gerd Kische) της Χάνσα του Ρόστοκ, που το κόμμα υπολόγιζε να στείλει για ενίσχυση στην Ντιναμό Βερολίνου. Τη λύση τη βρήκε ο ομοσπονδιακός τεχνικός, Γκέοργκ Μπίχνερ (Georg Büchner), ο οποίος έπεισε τον Χόνεκερ για την αναγκαιότητα να παραμένουν μερικοί παίκτες στις μικρές ομάδες για να υπάρχει ανταγωνισμός! Η “Stasi”, πάντως, είχε αναλάβει τον δικό της ελεγκτικό ρόλο σε αυτό που λεγόταν “ποδοσφαιρικός ανταγωνισμός”. Υπήρχαν κρυφοί πράκτορες σε κάθε σωματείο, που ονομάζονταν “Informelle Mitarbeiter” (Άτυποι Εργαζόμενοι), και των οποίων ο ρόλος ήταν ΞΕΚΆΘΑΡΑ αυτός του ρουφιάνου! Ότι έπεφτε στην αντίληψή τους ΈΠΡΕΠΕ να αναφέρεται αμέσως. Η ιστορία του Γκερντ Βέμπερ (Gerd Weber) είναι χαρακτηριστική μιας εποχής ΠΟΛΎ κοντινής, αλλά συνάμα ΤΌΣΟ μακρινής. 


Αγωνιζόταν στην Ντιναμό Δρέσδης και επίσημα ήταν “πληροφοριοδότης”. Το 1980 η Δρέσδη πήγε στο Ενσέντε της Ολλανδίας για ματς του Κυπέλλου UEFA με την  Τβέντε. Πριν από τη σέντρα τον πλησίασε άνθρωπος της Κολωνίας που πρότεινε συμβόλαια σε αυτόν, αλλά και στους συμπαίκτες του, Ματίας Μίλερ (Matthias Müller) και Πέτερ Κότε (Peter Kotte ), φτάνει να παρέμεναν ζητώντας άσυλο. Ο Βέμπερ έπρεπε κανονικά να μεταφέρει την κουβέντα και στους άλλους και να τους “καρφώσει”, αν είχαν στο μυαλό τους να αποστατήσουν. Ζήτησαν χρόνο και επιστρέφοντας στη Δρέσδη, ο Βέμπερ  μίλησε στους υπόλοιπους που, όμως ΔΕΝ έμοιαζαν διατεθειμένοι να φύγουν. Τον Βέμπερ  τον βασάνιζε η ιδέα και αποφάσισε να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία για να αλλάξει τη ζωή του. Δεν πρόλαβε ποτέ, μια και τον συνέλαβαν μαζί με τους Κότε  και Μίλερ και άλλα τρία άτομα τη νύχτα της 29ης Ιανουαρίου του 1981. Μια μέρα πριν δοκιμάσει να διαφύγει! 

Ποιος, όμως, ήταν αυτός που τον «κάρφωσε»; Όσον καιρό έμεινε στη φυλακή, περίπου 16 μήνες, βασάνισε το μυαλό του, αλλά δεν έβγαζε άκρη. Όταν έπεσε το καθεστώς Χόνεκερ και οι φάκελοι της “Stasi” ήρθαν στη δημοσιότητα, ο Βέμπερ  ανακάλυψε πως ο άνθρωπος που τον είχε καταδώσει ήταν η… κοπέλα του! Σε εκείνη είχε πει τα πάντα, αλλά του είχε ξεφύγει της προσοχής πως τη γνώρισε μόλις στρατολογήθηκε από τη μυστική αστυνομία! Και η κοπέλα, που φυσικά ήταν υψηλόβαθμο στέλεχος της “Stasi”, ξαφνικά βρέθηκε στη ζωή του ώστε να τον διπλοτσεκάρουν! 


Το πρωτάθλημα της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας, ο Χόνεκερ και η “Stasi” το ήθελαν να είναι μόνιμα “Κούρσα για Ένα Άλογο”. Ότι και να έκαναν οι υπόλοιποι, η Ντιναμό Βερολίνου ήταν συνεχώς ευνοημένη. Αν και τη δεκαετία του 1970 η Ντιναμό Δρέσδης με πέντε τίτλους και το Μαγδεμβούργο με τρεις μπόρεσαν να ανατρέψουν για λίγο τις ισορροπίες. Η Δρέσδη είχε άλλωστε πάντα φανατικό κοινό με 25.000 κόσμο, βρέξει-χιονίσει, στις εξέδρες, σε αντίθεση με τους 10.000 που με τη βία μάζευε η Ντιναμό Βερολίνου. Εκείνο που πλήρωσε μετά το 1989 ήταν η αμαρτωλή σχέση της με το καθεστώς και κατρακύλησε κατηγορίες! 

Δέκα χρόνια μετά, το 1999 μπόρεσε να ορθοποδήσει αγωνιζόμενη στην Γ' κατηγορία του ενωμένου γερμανικού πρωταθλήματος. Έχοντας μετονομαστεί σε FC Βερολίνου, διατηρούσε έναν πυρήνα σκληρών οπαδών που απαίτησαν τότε να επανέλθει το αρχικό όνομά της. Η νοσταλγία για την τότε ομάδα, σε συνδυασμό με την ολοένα αυξανόμενη δυσφορία των πολιτών της πρώην ανατολικής πλευράς για την αντιμετώπισή τους από την κυβέρνηση, δυνάμωσαν τα τελευταία χρόνια την Ντιναμό Βερολίνου, με τη διαφορά πως η “Stasi”, δεν υπάρχει πια για να τη βοηθήσει να αντιμετωπίζει προνομιακά τους καλύτερους αντιπάλους της. 

Πηγές: Εφημερίδα “SportDay”