Ο Πορτογάλος κεντρικός ή και ακραίος μέσος Λουίς Φίγκο (Luís Filipe Madeira Caeiro Figo, -η ορθή προφορά είναι Λουίς Φίγο), γεννήθηκε στις 4 Νοεμβρίου του 1972, στην Αλμάδα, ένα γραφικό προάστιο της Λισσαβόνας, στην χερσόνησο του Σετούμπαλ, στη νότια όχθη του ποταμού Τάγου, απέναντι από τη πορτογαλική πρωτεύουσα. Έπαιξε για τη Σπόρτινγκ Λισαβόνας, τη Μπαρτσελόνα, τη Ρεάλ Μαδρίτης και την Ίντερ του Μιλάνου πριν από τη απόσυρσή του στις 31 Μαΐου του 2009. Κέρδισε ένα ρεκόρ 127 διεθνών συμμετοχών για την εθνική ομάδα της Πορτογαλίας, που αργότερα ξεπεράστηκε από τον Κριστιάνο Ρονάλντο (Cristiano Ronaldo). Γνωστός για τη δημιουργικότητα και έχοντας τη δυνατότητα να ξεπερνά τους αμυντικούς, ο Φίγκο θεωρείται ως ένας από τις μεγαλύτερες εξτρέμ της γενιάς του. Οι 106 ασίστ του είναι το 2ο πιο μεγάλο ρεκόρ στην ιστορία του ισπανικού πρωταθλήματος, πίσω από τον Λιονέλ Μέσι (Lionel Messi). Κέρδισε τη Χρυσή Μπάλα το 2000, τον τίτλο του Καλύτερου Ποδοσφαιριστή του Κόσμου από τη FIFA το 2001, ενώ το 2004 ονομάστηκε από τον Πελέ στη λίστα των 125 Εν Ζωή Καλύτερων Παικτών του Κόσμου, στο πλαίσιο του εορτασμού των 100 Χρόνων της FIFA. Είναι ένας από τους λίγους παίκτες που έχουν παίξει και για τους δύο ισπανικούς παραδοσιακούς αντιπάλους, τη Μπαρτσελόνα και τη Ρεάλ Μαδρίτης. Η αμφιλεγόμενη μεταγραφή του, το 2000 από τη Μπάρτσα στη Ρεάλ, όρισε ένα Παγκόσμιο Ρεκόρ μεταγραφής € 60 εκατομμυρίων ευρώ.
Ο Φίγκο είχε μια επιτυχημένη καριέρα που χαρακτηρίστηκε από πολλές κατακτήσεις τροπαίων, συμπεριλαμβανομένων του πορτογαλικού Κυπέλλου, 4 τίτλων πρωταθλητή Ισπανίας, 2 ισπανικών Κυπέλλων, 3 ισπανικών Σούπερ Καπ, έναν τίτλο UEFA Champions League, ένα Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης, 2 ευρωπαϊκά Σούπερ Καπ, ένα Διηπειρωτικό Κύπελλο, 4 τίτλους πρωταθλητή Ιταλίας, ένα Κύπελλο Ιταλίας και 3 ιταλικά Σούπερ Καπ. Σε διεθνές επίπεδο, σκόραρε 32 γκολ για την Πορτογαλία, εκπροσωπώντας το έθνος σε 3 Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα και 2 Παγκόσμια Κύπελλα, βοηθώντας την να τερματίσει στη 2η θέση στο Euro του 2004.
Ο Φίγκο είχε μια επιτυχημένη καριέρα που χαρακτηρίστηκε από πολλές κατακτήσεις τροπαίων, συμπεριλαμβανομένων του πορτογαλικού Κυπέλλου, 4 τίτλων πρωταθλητή Ισπανίας, 2 ισπανικών Κυπέλλων, 3 ισπανικών Σούπερ Καπ, έναν τίτλο UEFA Champions League, ένα Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης, 2 ευρωπαϊκά Σούπερ Καπ, ένα Διηπειρωτικό Κύπελλο, 4 τίτλους πρωταθλητή Ιταλίας, ένα Κύπελλο Ιταλίας και 3 ιταλικά Σούπερ Καπ. Σε διεθνές επίπεδο, σκόραρε 32 γκολ για την Πορτογαλία, εκπροσωπώντας το έθνος σε 3 Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα και 2 Παγκόσμια Κύπελλα, βοηθώντας την να τερματίσει στη 2η θέση στο Euro του 2004.
Ο Λουίς ήταν μοναχογιός και ελαφρώς καλομαθημένος όπως λένε όσοι γνωρίζουν την οικογένεια. Παρ’ όλ’ αυτά, άπαντες συμφωνούσαν ότι ο κλώτσαγε την μπάλα πολύ καλύτερα από άλλα παιδάκια της ηλικίας του. Ο πατέρας του το διέκρινε σύντομα και τον έγραψε στην τοπική Ος Παστίλιας. Σύντομα άρχισαν όλοι να καταλαβαίνουν πως ο πιτσιρικάς είναι κάτι ξεχωριστό. Τα λαγωνικά της Σπόρτιγκ Λισσαβόνας τον εντοπίζουν σύντομα και μόλις στα 12 χρόνια του, ο Φίγκο ανήκει στο δυναμικό της ομάδας. Εκεί θα μάθει τακτικές και θα καταλάβει τι σημαίνει να δουλεύεις επαγγελματικά. Ανταποκρινόταν πλήρως και στα 16 του, το 1989, θα καταφέρει να κάνει ντεμπούτο στην πρώτη ομάδα της Σπόρτιγκ. Το παιδί-θαύμα όπως τον χαρακτήριζαν, θα βρεθεί ίσως στην καλύτερη φουρνιά του σύγχρονου πορτογαλικού ποδοσφαίρου, έχοντας συμπαίκτες όπως τον Ρουί Κόστα (Rui Costa), τον Ζόρζε Κόστα (Jorge Costa), τον Βιτόρ Μπαΐα (Vítor Baía), τον Πάουλο Σόουζα (Paulo Sousa) και τον Φερνάντο Κόουτο (Fernando Couto). Η ίδια παρέα παικτών το 1991 οδήγησε και πάλι την Πορτογαλία στην κορυφή του κόσμου στο πρωτάθλημα κάτω των 20 ετών.
Το κύπελλο και οι δύο υπογραφές
Παρά την εξαιρετική ομάδα της
Σπόρτιγκ Λισσαβόνας, το πρωτάθλημα παραμένει στόχος μακρινός. Δεν το κατακτά
και μάλιστα έμελλε να φύγει με αυτό τον καημό από την Πορτογαλία. Όχι όμως και
εντελώς άτιτλος! Το 1995 θα κατακτήσει το πρώτο κύπελλο της καριέρας του με την
φανέλα της Σπόρτιγκ, όντας μάλιστα αρχηγός των «λιονταριών» μόλις στα 24 του
χρόνια! Ήδη όμως ήταν φανερό ότι δεν θα έμενε και πολύ περισσότερο στην πατρίδα
του. Μεγάλοι ευρωπαϊκοί σύλλογοι ερίζουν για την απόκτηση του και ο Φίγκο,
θέλοντας να πραγματοποιήσει την επιθυμία του για το επόμενο βήμα, θα προχωρήσει
σε νεανικές επιπολαιότητες. Τον θέλει και η Γιουβέντους (Juventus Football Club
S.p.A.), αλλά και η Πάρμα (Società Sportiva Dilettantistica Parma Calcio 1913
Srl). Του προσφέρουν αρκετά χρήματα και δεν μπορεί να αρνηθεί. Οπότε υπογράφει
και στις δύο ομάδες! Όταν αυτό γίνεται γνωστό, η UEFA τον απειλεί με τιμωρία που μοιάζει
εξοντωτική. Τελικά δίνονται αμοιβαίες εξηγήσεις και απλώς ακυρώνονται και οι
δύο συμφωνίες. Ο Φίγκο όμως θέλει να φύγει. Η Μπαρτσελόνα που καραδοκούσε είναι
τελικά αυτή που θα αποσπάσει την υπογραφή του. Ο Γιόχαν Κρόιφ (Johan Cruijff) έβλεπε πολύ ταλέντο
σ’ αυτόν και μετά από δική του επιμονή, ο Πορτογάλος άσος θα γίνει «Μπλαουγκράνα».
Ακόμη και όσοι δεν γνώριζαν τον Φίγκο, τον μαθαίνουν μέσα από τις εμφανίσεις του στην Μπαρτσελόνα. Οι «Καταλανοί» βλέπουν στο πρόσωπο του έναν νέο ηγέτη και σιγά σιγά ο Φίγκο αρχίζει να γίνεται είδωλο στην Βαρκελώνη. Το 1997 θα κατακτήσει κύπελλο με την Μπαρτσελόνα, ενώ θα πάρει και το Κύπελλο Κυπελλούχων, που αποτέλεσε τον πρώτο του διασυλλογικό ευρωπαϊκό τίτλο. Έναν χρόνο μετά η Μπάρτσα θα κόψει πρώτη το νήμα του πρωταθλήματος ενώ κάτι ανάλογο θα πετύχει και την επόμενη αγωνιστική περίοδο. Το 1998 η χρονιά θα κλείσει και με ένα Κύπελλο Ισπανίας, ενώ έχει κατακτήσει ήδη και το Σούπερ Καπ. Ο Φίγκο κάνει πράγματα και θαύματα. Πετυχαίνει γκολ, μοιράζει ασίστ και με άξιους συμπαραστάτες τον Ριβάλντο (Rivaldo) και τον Πάτρικ Κλάιφερτ (Patrick Kluivert), ηγείται μίας ομάδας που έψαχνε αρκετά χρόνια έναν κατάλληλο άνθρωπο σε κατάλληλη θέση.
Καταζητούμενος για εσχάτη
προδοσία!
Το καλοκαίρι του 2000, η Ρεάλ
Μαδρίτης έχει εκλογές και ο υποψήφιος πρόεδρος, Φλορεντίνο Πέρεθ (Florentino
Pérez), θέλοντας να δελεάσει τον κόσμο και να κερδίσει την ψήφο τους, υπόσχεται
την απόκτηση του Λουίς Φίγκο από την Μπαρτσελόνα. Κάποιοι ενθουσιάζονται, ενώ
κάποιοι άλλοι είναι επιφυλακτικοί. Ο Φίγκο έχει τρομακτική ρήτρα και ελάχιστοι
μπορούσαν να φανταστούν ότι ο Πορτογάλος έχει συμφωνήσει με την Ρεάλ. Ο Πέρεθ
εκλέγεται και πολλοί στοιχηματίζουν ότι θα εκτεθεί απέναντι στον κόσμο της
Ρεάλ. Κι όμως, το λέει και το κάνει! Με ένα ποσό ρεκόρ για την εποχή, καθώς η
μεταγραφή θα στοιχίσει 24 δισεκατομμύρια δραχμές (περίπου 70.000.000 ευρώ), το
καλοκαίρι του 2000, η Ρεάλ Μαδρίτης αποκτά τον Λουίς Φίγκο και κάνει τον πάταγο
του καλοκαιριού! Ο Φίγκο μετατρέπεται σε μία νύχτα από ήρωας σε προδότης στην
Βαρκελώνη, η οποία δεν μπορεί να χωνέψει ότι έχασε τον καλύτερο ίσως παίκτη από
την «αιώνια» αντίπαλο. Το μίσος των οπαδών έφτασε στο σημείο να δημιουργήσουν
ιστοσελίδα στο διαδίκτυο εναντίον του!
Η κλήρωση του ισπανικού πρωταθλήματος έφερε τις δύο αιώνιες αντιπάλους νωρίς-νωρίς αντιμέτωπες στη Βαρκελώνη, όπου οι οπαδοί της Μπαρτσελόνα περίμεναν τον Φίγκο με άγριες διαθέσεις. Λίγες ημέρες πριν από τον αγώνα ένας σύνδεσμος οπαδών της Μπάρτσα του έστειλε ένα γράμμα, όπου μεταξύ άλλων του έγραφαν: «Νομίζαμε ότι ήσουν ειλικρινής, αλλά αποδείχθηκες μισθοφόρος, που αγαπάει μόνο το χρήμα. Η Μπαρτσελόνα θα παραμείνει η καλύτερη ομάδα στον κόσμο, αλλά εσύ θα είσαι ένας πλούσιος-φτωχός άνθρωπος. Σου ευχόμαστε να έχεις την ίδια τύχη με τον Ρονάλντο», εννοώντας τον σοβαρό τραυματισμό του Βραζιλιάνου! Ο αγώνας του «Νόου Καμπ» θα του μείνει αξέχαστος. Ο θόρυβος των αποδοκιμασιών είναι εκωφαντικός και ο Φίγκο γίνεται στόχος αντικειμένων και οτιδήποτε άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς! Χρόνια είχαν να ζήσουν τέτοια ατμόσφαιρα στο ισπανικό ποδόσφαιρο! Ο Φίγκο προσπαθεί να μείνει ψύχραιμος και σε μεγάλο βαθμό τα καταφέρνει.
Όλη αυτή η κατάσταση, τον κάνει περισσότερο αγαπητό στους φίλους της Ρεάλ Μαδρίτης που τον «προστατεύουν» με τα δικά τους συνθήματα στο «Μπερναμπέου». Ο Φίγκο θα προσαρμοστεί γρήγορα όντας μέλος πια των «Γκαλάκτικος» και καθώς και άλλα αστέρια φθάνουν στην Μαδρίτη, θα κατακτήσει πρωτάθλημα τόσο το 2001, όσο και το 2003, ενώ θα πάρει και το πρώτο Τσάμπιονς Λιγκ της καριέρας του, το 2002, όταν η «Βασίλισσα» θα επικρατήσει στον τελικό της Μπάγερν Λεβερκούζεν (2-1). Σε προσωπικό επίπεδο, η καταξίωση του συνεχίζεται. Το 2000 θα πάρει την χρυσή μπάλα από την FIFA, ενώ ένα χρόνο αργότερα θα ψηφιστεί κορυφαίος ποδοσφαιριστής του κόσμου.
Επιτέλους στην Ιταλία
Μετά το 2003, η Ρεάλ Μαδρίτης
δείχνει να ψάχνεται. Παρά τον παροξυσμό μεταγραφών μεγάλων αστέρων, μένει
μακριά από τους τίτλους. Για τον Φίγκο το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο από την
στιγμή που αναλαμβάνει προπονητής ο βραζιλιάνος Βαντερλέι Λουξεμπούργκο
(Vanderlei Luxemburgo). Τον αφήνει συχνά στον πάγκο και δείχνει πως δεν είναι
στις πρώτες του επιλογές. Ο Πορτογάλος δεν τα είχε συνηθίσει αυτά. Ζητάει να
αποχωρήσει, όπως και τελικά γίνεται. Μετά από μία δεκαετία περίπου, που ήταν
έτοιμος να πάει στην Ιταλία, θα το κάνει. Την φορά αυτή όμως με την φανέλα της
Ίντερ. Η άφιξη του στο Μιλάνο συνδυάζεται με το σκάνδαλο «Calciopoli» που στέλνει την Γιουβέντους
στην δεύτερη κατηγορία και την Μίλαν (Associazione Calcio Milan) στην
αβεβαιότητα. Η Ίντερ έπαιζε σχεδόν μόνη της και δεν θα μπορούσε να βγει
δεύτερη. Το πρωτάθλημα του 2006 καταλήγει στους «Νερατζούρι» παρότι το πήρε στο
γήπεδο η Γιουβέντους ενώ και τα επόμενα δύο χρόνια, με τον Φίγκο στην μηχανή της,
η Ίντερ κατακτά πρωτάθλημα.
Το 2006 κατέκτησε και το κύπελλο. Στην Ίντερ θα παραμείνει, παρότι το 2007 είχε συμφωνήσει να συνεχίσει την καριέρα του στην Αλ Ραγιάν (Al Rayan Sports Club) του Κατάρ. Την τελευταία στιγμή το μετανιώνει και ο Μοράτι (Massimo Moratti) του κρατάει εκ νέου θέση στους «Νερατζούρι». Την περίοδο 2007/08 ένας πολύ σοβαρός τραυματισμός τον έθεσε νοκ-άουτ, αλλά ο ίδιος δεν πτοήθηκε. Το πείσμα του να αγωνιστεί ξανά σε υψηλό επίπεδο και η έλευση του συμπατριώτη του, Ζοσέ Μουρίνιο (José Mourinho), στον πάγκο της Ίντερ, ήταν ικανά στοιχεία για να τον κρατήσουν για ένα ακόμη χρόνο στο Μιλάνο. Το βράδυ του Σαββάτου 16 Μαΐου του 2009, λίγα λεπτά μετά τη μαθηματική κατάκτηση του πρωταθλήματος, ανακοίνωσε την απόφασή του να πει αντίο στα γήπεδα μετά από μία πολύ πλούσια καριέρα.
Στα 16 χρόνια που φόρεσε την
φανέλα της Εθνικής Πορτογαλίας ο Λουίς Φίγκο, δεν κατάφερε να κατακτήσει έναν
τίτλο και αυτό σίγουρα του έχει μείνει καημός. Το πρώτο του ματς το έπαιξε στις
12 Οκτωβρίου του 1991 με το Λουξεμβούργο (1-1) στη πόλη του Λουξεμβούργου. Αυτό
που θα θυμάται περισσότερο από κάθε τι άλλο, είναι ασφαλώς το Ευρωπαϊκό
Πρωτάθλημα του 2004 που διεξήχθη στην Πορτογαλία. Οι Πορτογάλοι έφθασαν στον
τελικό όμως παρότι έφτασαν στην πηγή, νερό δεν ήπιαν, αφού έχασαν από το
απόλυτο αουτσάιντερ, που ήταν φυσικά η Ελλάδα! Ο Φίγκο είχε οδηγήσει την
Πορτογαλία μέχρι τα ημιτελικά και στο προηγούμενο Euro, με τη Γαλλία ωστόσο να
φράζει τον δρόμο για τον τελικό, ενώ και το 1996 στα γήπεδα της Αγγλίας, η
Πορτογαλία αποκλείστηκε από την Ολλανδία στα προημιτελικά.
Απογοητευμένος από τον χαμένο τελικό του 2004, ο Φίγκο ανακοινώνει την αποχώρηση του από την Εθνική, όμως έναν χρόνο μετά πείθεται να επιστρέψει και τελικά λέει το «αντίο» μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006 όπου φθάνει μέχρι τα ημιτελικά όπου και αποκλείεται ξανά από την Γαλλία. Το τελευταίο παιχνίδι ήταν στις 8 Ιουλίου του 2006 με την Γερμανία (1-3), στη Στουτγκάρδη. Είναι ο ρέκορτνμαν συμμετοχών με την Εθνική Πορτογαλίας, καθώς μετράει 127 συμμετοχές και 32 γκολ.
Είναι παντρεμένος με το πανέμορφο
μοντέλο Έλεν Σβέντιν (Helen Svedin). Γνωρίστηκαν το 1996 σε ένα χορευτικό σόου
και μαζί έχουν αποκτήσει τρεις κόρες, την Ντανιέλα (Daniela), γεννημένη το Μάρτιο του 1999, τη
Μαρτίνα (Martina),
γεννημένη τον Απρίλιο του 2002 και τη Στέλα (Stella) γεννημένη τον
Δεκέμβριο του 2004). Έχει αναπτύξει ιδιαίτερη φιλανθρωπική δράση καθώς έχει υπό
την κατοχή του ίδρυμα που βοηθάει κυρίως άπορα παιδιά. Είναι κάτοχος ενός
πολυτελούς μπαρ στην περιοχή του Αλγκάρβε (Algarve) της Πορτογαλίας. Είναι
επίσης πρεσβευτής για την εταιρεία «Stop TB» για την καταπολέμηση της
φυματίωσης. Λειτουργεί ως πρεσβευτής για την Ίντερ σε όλη την Ευρώπη. Είναι
επίσης μέλος του διοικητικού συμβουλίου της «Inter Campus» ενός φιλανθρωπικού
ιδρύματος που διευθύνεται από την Ίντερ.
Είναι ο ιδρυτής της «Network90», μιας ιδιωτικής εταιρείας που ασχολείται με την επαγγελματική ποδοσφαιρική βιομηχανία. Μιλάει άπταιστα πέντε γλώσσες: Πορτογαλικά, ισπανικά, αγγλικά, ιταλικά και γαλλικά. Στον τελικό του 2004 κόντρα στην Ελλάδα, ο γνωστός πια Τζίμι Τζαμπ είχε εισβάλλει στον αγωνιστικό χώρο και του πέταξε μία σημαία της Μπαρτσελόνα!
PALMARES
Εφηβική καριέρα
- União Futebol Clube, (Os Pastilhas)
- 1984–1989: Sporting Clube de Portugal
Επαγγελματική καριέρα
- 1989–1995: Sporting Clube de Portugal, 137 (16)
- 1995–2000: Futbol Club Barcelona, 172 (30)
- 2000–2005: Real Madrid Club de Fútbol, 164 (38)
- 2005–2009: Football Club Internazionale Milano, 105 (9)
Σύνολο καριέρας: 577 (93)
- 1988/89: Εθνική Παίδων Πορτογαλίας, 21 (10)
- 1988–1990: Εθνική Εφήβων Πορτογαλίας, 21 (8)
- 1990/91: Εθνική Νέων Πορτογαλίας, 12 (0)
- 1991–1994: Εθνική Ελπίδων Πορτογαλίας, 7 (0)
- 1991–2006: Πορτογαλία Πορτογαλίας, 127 (32
Τίτλοι
Συλλογικοί
Με την Sporting
- Κύπελλο Πορτογαλίας: 1994/95
- Πρωτάθλημα Ισπανίας: 2 (1997/98, 1998/99)
- Κύπελλο Ισπανίας: 2 (1996/97, 1997/98)
- Σούπερ Καπ Ισπανίας: 1996
- Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης: 1997
- Σούπερ Καπ Ευρώπης: 1997
Με την Real Madrid
- Πρωτάθλημα Ισπανίας: 2 (2000/01, 2002/03)
- Σούπερ Καπ Ισπανίας: 2 (2001, 2003)
- UEFA Champions League: 2001/02
- Σούπερ Καπ Ευρώπης: 2002
- Διηπειρωτικό Κύπελλο: 2002
Με την Inter Milano
- Πρωτάθλημα Ιταλίας: 4 (2005/06, 2006/07, 2007/08, 2008/09)
- Κύπελλο Ιταλίας: 2006
- Σούπερ Καπ Ιταλίας: 3 (2005, 2006, 2008)
Διεθνείς
Με την Πορτογαλία
- Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Παίδων: 1989
- Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Νέων: 1991
- Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ελπίδων: φιναλίστ το 1994
- Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα: φιναλίστ το 2004
Προσωπικές Διακρίσεις
- Καλύτερος Παίκτης Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Ελπίδων: 1994
- Καλύτερος Παίκτης Πορτογαλικού Πρωταθλήματος: 1994
- Πορτογάλος Παίκτης της Χρονιάς: 6 (1995, 1996, 1997, 1998, 1999, 2000)
- Μέλος 11άδας της Χρονιάς από την Ευρωπαϊκή Ένωση Αθλητικού Τύπου: 2 (1997/98, 1999-2000)
- Ξένος Παίκτης της Χρονιάς Ισπανικού Πρωταθλήματος: 3 (1999, 2000, 2001)
- Παίκτης της Χρονιάς για την Σπόρτινγκ: 1994
- Μέλος 11άδας Διοργάνωσης» Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος: 2 (2000, 2004)
- Παίκτης της Χρονιάς αναγνωστών περιοδικού World Soccer: 2000
- Χρυσή Μπάλα: 2000
- Παίκτης της Χρονιάς από την FIFA: 2001
- Μέλος 11άδας της Χρονιάς από την UEFA: 2003
- Μέλος 11άδας Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 2006
- Μέλος της λίστας των 125 Εν Ζωή Καλύτερων Παικτών του Κόσμου για τα 100 Χρόνια της FIFA, που συνέταξε ο Πελέ: 2004
- Χρυσό Παπούτσι ως ένας Θρύλος του Ποδοσφαίρου: 2011
Τιμές
- Αξιωματικός του Τάγματος του Πρίγκιπα Ερρίκου του Θαλασσοπόρου
- Μετάλλιο της Τιμής του Τάγματος Ευαγγελισμού της Θεοτόκου της Πορτογαλικής Βασιλικής Οικογένειας