Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2015

Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο: Ο Μεγαλέξανδρος του Ιταλικού ποδοσφαίρου

O Ιταλός μεσοεπιθετικός ή και επιτελικός μέσος ή ακόμη και κεντρικός επιθετικός, Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο (Alessandro Del Piero), γεννήθηκε στις 9 Νοεμβρίου του 1974 στο Κονελιάνο του Τρεβίζο, κοντά στην Βενετία. Ένας προικισμένος τεχνικά, δημιουργικός μέσος, ο οποίος μπορούσε να αγωνιστεί και σαν δεύτερος επιθετικός ή και σαν κεντρικός επιθετικός, ο οποίος ήταν επίσης σπεσιαλίστας στις εκτελέσεις φάουλ. Θεωρείται ευρέως από τους συνάδελφούς του, από ειδήμονες του ποδοσφαίρου και από προπονητές, ως ένας από τους Μεγαλύτερους Παίκτες της γενιάς του και ως ένας από τους Καλύτερους Ιταλούς Παίκτες Όλων των Εποχών! Κατακτώντας την Serie A, έχει αναδειχθεί Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς στην Ιταλία το 1998 και το 2008. Ένας παραγωγικός σκόρερ, σήμερα είναι το 2ος Υψηλότερος Ιταλός Σκόρερ Όλων των Εποχών σε όλες τις διοργανώσεις, με 346 γκολ, πίσω μόνο από τον Σίλβιο Πιόλα (Silvio Piola -με 390 γκολ)! Είναι επίσης ο 9ος  Υψηλότερος Σκόρερ στην ιστορία της Serie A, με 188 γκολ. 


Μετά από το ξεκίνημα της καριέρας του με την Πάντοβα στη Serie B το 1991, μεταγράφηκε στη Γιουβέντους το 1993, για την οποία έπαιξε για 19 περιόδους (τις 11 ως αρχηγός) και κατέχει τα πρωτεία του συλλόγου για τα Περισσότερα Γκολ (290) και τις Εμφανίσεις (705). Κατά την παραμονή του στη «Γηραιά Κυρία», κέρδισε 6 τίτλους Serie A, το Κύπελλο Ιταλίας, 4 ιταλικά Σούπερ Καπς, το UEFA Champions League, το Ευρωπαϊκό Super Cup, το UEFA Intertoto Cup και το Διηπειρωτικό Κύπελλο. Μετά την αποχώρηση από το σύλλογο το 2012, πέρασε επίσης δύο σεζόν με την αυστραλιανή Σίδνεϊ. Αποσύρθηκε μετά από μια σεζόν με τη Δελχί Δυναμό στο ινδικό πρωτάθλημα, το 2014.


Έχει σκοράρει σε κάθε διοργάνωση που έχει συμμετάσχει. Το 2004, ονομάστηκε από τον Πελέ στον «FIFA 100», έναν κατάλογο των 125 Μεγαλύτερων Εν Ζωή Ποδοσφαιριστών του Κόσμου, στο πλαίσιο των εορτασμών της εκατονταετηρίδας της FIFA. Την ίδια χρονιά, ονομάστηκε στη λίστα με τις 50 Καλύτερους Ευρωπαίους Παίκτες των Τελευταίων 50 ετών, στο πλαίσιο των εορτασμών του Χρυσού Ιωβιλαίου της UEFA. Μαζί με 6 βραβεία Fair-Play στην Ιταλία, έχει κερδίσει επίσης το βραβείο «Golden Foot», το οποίο σχετίζεται με τα επιτεύγματα καριέρας και την προσωπικότητα.


Σε διεθνές επίπεδο, έχει εκπροσωπήσει την ιταλική εθνική ομάδα σε 3 Παγκόσμια Κύπελλα και 4 Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα και έχει κατακτήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006, φτάνοντας και στον τελικό του Euro του 2000 με την Ιταλία. Είναι ο 4ος Υψηλότερος Σκόρερ για την ιταλική εθνική ομάδα, με 27 γκολ, από κοινού με τον Ρομπέρτο Μπάτζιο (Roberto Baggio), πίσω μόνο από τον Σίλβιο Πιόλα με 30 γκολ, τον Τζιουζέπε Μεάτσα (Giuseppe Meazza) με 33 γκολ και τον Τζίτζι Ρίβα (Luigi “Gigi” Riva) με 35 γκολ, σε 91 διεθνείς εμφανίσεις για την Ιταλία μεταξύ 1995 και 2008, όντας ο 9ος από πλευράς συμμετοχών.


Γιος του Τζίνο (ηλεκτρολόγος στο επάγγελμα) και της Μπρούνα (καθαρίστρια), από πολύ μικρή ηλικία ήταν φανερό πως κυλούσε μέσα στις φλέβες του το πάθος και η αγάπη για το ποδόσφαιρο. Έζησε τα παιδικά του χρόνια μένοντας σε αγρόκτημα μαζί με τους γονείς του και τον κατά εννέα χρόνια μεγαλύτερο αδερφό του, Στέφανο (πρόλαβε να παίξει για λίγο επαγγελματικό ποδόσφαιρο με τη φανέλα της Σαμπντόρια πριν ένας τραυματισμός τελειώσει την ποδοσφαιρική του καριέρα) και η αγαπημένη του ασχολία ήταν να παίζει με την ασπρόμαυρη μπάλα στην πίσω  πλευρά της αυλής του σπιτιού, μαζί με τους καλούς του φίλους, Νέλσο και Πιερπάολο.
"Μετά τη δύση του ήλιου συνέχισα να παίζω με μία μπάλα του τένις στο γκαράζ ώσπου έφτανα στο σημείο να σέρνομαι κυριολεκτικά μέχρι το κρεβάτι. Αλλά ακόμα και εκεί, κάτω από την κουβέρτα, δεν σταματούσα να σκέφτομαι τους αγώνες που θα έπαιζα την επόμενη ημέρα. Βαθιά μέσα μου, αυτός ήταν και ο λόγος που ονειρευόμουν να γίνω ποδοσφαιριστής. Για να μη μείνω ποτέ χωρίς μία μπάλα",
αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ντελ Πιέρο φέρνοντας στη μνήμη του εκείνες τις αρκετά μακρινές αλλά πάντα γλυκιές και τρυφερές παιδικές θύμησες.


Η πρώτη ομάδα στην οποία αγωνίστηκε ο Ντελ Πιέρο μαθαίνοντας τις βασικές αρχές του ποδοσφαίρου ήταν η ομάδα της περιοχής του, Σαν Βεντεμιάνο. Το... κλου στην όλη υπόθεση είναι πως τον είχε συνοδεύσει μέχρι το γήπεδο για να κάνει την εγγραφή του στην ομάδα η μητέρα του που είχε απηυδήσει με τον κανακάρη της να είναι συνεχώς με μία μπάλα στα πόδια μέσα στο σπίτι και να καταστρέφει βάζα, παράθυρα, έπιπλα και ό,τι άλλο υπήρχε διαθέσιμο εντός της οικείας! Η σινιόρα Τζίνα είχε αποφασίσει και για την θέση στην οποία θα έπαιζε, ζητώντας από τον πρώτο προπονητή του, Ουμπέρτο Πρέστια (Umberto Prestia) να του δώσει τα γάντια του τερματοφύλακα. Ήταν η θέση που κατά τη γνώμη της ο μικρός γιος της δεν θα έτρεχε, δεν θα ίδρωνε και -το σημαντικότερο για κάθε μάνα σε αυτό τον πλανήτη- δεν θα χτυπούσε!
"Eυτυχώς δεν την άκουσε χάρη και στις συμβουλές που του έδωσαν ο πατέρας μου και ο αδερφός μου. Ποιος ξέρει τι τερματοφύλακας θα είχα γίνει...", 
έχει δηλώσει για εκείνη την εποχή ο Ντελ Πιέρο, ο οποίος στα 8 του κιόλας χρόνια μπορούσε να φουσκώνει από υπερηφάνεια καθώς ήταν πια ένας πραγματικός ποδοσφαιριστής φορώντας τα ερυθρόλευκα της Σαν Βεντεμιάνο.
"Πολύ σύντομα ανακάλυψα τι σημαίνει να είσαι τραυματίας και να μην είσαι σε θέση να παίξεις, ακόμα και αν αυτό που έπαθα δεν είχε σχέση με το ποδόσφαιρο. Ήταν μία από τις πρώτες μου ημέρες στην τετάρτη τάξη του δημοτικού και οι γονείς μου είχαν δώσει την άδεια να πάω με ποδήλατο στο σχολείο.
Στο δρόμο της επιστροφής, ακριβώς μπροστά από το σπίτι μου έπρεπε να περάσω το δρόμο, τσέκαρα πως μπορούσα να διασχίσω το δρόμο με ασφάλεια αλλά τότε εντελώς ξαφνικά εμφανίστηκε ένα αμάξι και με χτύπησε. Χτύπησα το κεφάλι μου και ο γιατρός μου είπε να σταματήσω να παίζω για έναν χρόνο. Ήμουν όμως ξεροκέφαλος και η ανάρρωσή μου ήταν γρήγορη για να φτάσουμε στην 10η Νοεμβρίου 1987 που η ζωή μου πήρε μία νέα τροπή.

 Τα τρία αστέρια του άνοιξαν το δρόμο...

Ένας σκάουτερ της Πάντοβα, ο Βιτόριο Σκανταμπούρλο (Vittorio Scandaburlo), έψαχνε για νέα ταλέντα και το όνομά μου κατέληξε στο μπλοκάκι του με τρία αστέρια δίπλα, η υψηλότερη βαθμολογία που μπορούσε να πάρει κανείς. Ενημέρωσε το σύλλογο και στις 18 Αυγούστου του 1988 ο προπονητής της μελλοντικής μου ομάδας εμφανίστηκε στην πόρτα του σπιτιού μου".

Από εκεί λοιπόν ξεκίνησαν όλα για τον 13χρονο Αλεσάντρο, ο οποίος αναζητώντας την ποδοσφαιρική του Ιθάκη πορευόταν εντελώς μόνος του σε αυτό το ταξίδι, μακριά από την οικογένειά του (77 χιλιόμετρα χώριζαν το Σαν Βεντεμιάνο από την Πάντοβα) την οποία επισκεπτόταν δύο-τρεις φορές το χρόνο και όποτε του το επέτρεπαν οι περιστάσεις. Στις 15 Μαΐου του 1992 πραγματοποίησε το ντεμπούτο του με τη φανέλα της Πάντοβα στη Serie B (στο στάδιο "Giovanni Celeste") κόντρα στη Μεσίνα και πανηγύρισε το πρώτο του γκολ ενώ έναν χρόνο αργότερα, στις 28 Ιουνίου του 1993, είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου για να ζήσει τη σημαντικότερη στιγμή της ζωής του: να υπογράψει συμβόλαιο (ζωής όπως αποδείχτηκε) με τη Γιουβέντους και να βάλει τα ασπρόμαυρα στη ζωή του...


Εκείνο το καλοκαίρι είχε εκφράσει επίσης ενδιαφέρον για να τον αποκτήσει και η Μίλαν ενώ οι άνθρωποι της Πάντοβα ήταν διχασμένοι. Ο Πιέρο Αγκράντι (Piero Aggradi), αθλητικός διευθυντής της Πάντοβα και άνθρωπος που ανακάλυψε τον Ντελ Πιέρο προτιμούσε να τον παραχωρήσει στη Γιουβέντους τη φανέλα της οποίας είχε φορέσει ο ίδιος στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1950 ενώ αντίθετα ο πρόεδρος, Μαρίνο Πουτζίνα (Marino Puggina), ήθελε να κλείσει deal με τη Μίλαν. Τέλικα μέτρησε πολύ η επιθυμία του ίδιου του παίκτη που ήταν φανατικός τιφόζο της Γιούβε από... κούνια αλλά και οι εξαιρετικές διαπραγματεύσεις που έκανε με τους ανθρώπους της Πάντοβα ο θρυλικός Τζαμπιέρο Μπονιπέρτι (Giampiero Boniperti) ο άνθρωπος που ως παίκτης είχε σταματήσει στα 182 γκολ με τη φανέλα της Γιουβέντους και εκείνη την εποχή ήταν ο πρόεδρος του συλλόγου.
"Βλέπεις πόσα τρόπαια έχουμε κατακτήσει; Ελπίζω να συνεισφέρεις στην περαιτέρω ανάπτυξη της Γιουβέντους",
ήταν τα χαρακτηριστικά λόγια Μπονιπέρτι στον Ντελ Πιέρο λίγο πέσουν οι υπογραφές χωρίς κανείς από τους δυο τους τότε να μπορεί να φανταστεί πόσο θα μεγάλωνε και θα «ψήλωνε» η «Γηραιά Κυρία» στα 19 χρόνια (11 με την ιδιότητα του αρχηγού) συμπόρευσης με τον Ιταλό σούπερ σταρ.


Ο Ντελ Πιέρο ξεκίνησε αρχικά στην ομάδα τζούνιορ της Γιουβέντους και πραγματοποιώντας εντυπωσιακές εμφανίσεις στο πρωτάθλημα της Πριμαβέρα συνέβαλε τα μέγιστα στην κατάκτηση του τουρνουά του Βιαρέτζο, γεγονός που «υποχρέωσε» τους ανθρώπους του συλλόγου να τον προωθήσουν στην πρώτη ομάδα. Το βάπτισμα του πυρός ήρθε στις 12 Σεπτεμβρίου του 1993. Εκτός έδρας αγώνας με την Φότζια για την 4η αγωνιστική της Serie A και το σκορ στο 1-1 από τα τέρματα των Ρόι (63') και Ραβανέλι (68'), με τον Τζοβάνι Τραπατόνι (Giovanni Trapattoni) να αποφασίζει στο 74ο λεπτό να αποσύρει τον Φαμπρίτσιο Ραβανέλι (Fabrizio Ravanelli) και να επιτρέψει σε έναν 18χρονο νεαρό να κάνει το ντεμπούτο του στην μεγάλη κατηγορία.


Επτά ημέρες αργότερα ήρθε και το πρώτο του γκολ με την ασπρόμαυρη φανέλα, απέναντι στη Ρετζίνα και μάλιστα στο "Ντέλε Άλπι" (μπήκε και πάλι αλλαγή στο δεύτερο ημίχρονο αντί του Ραβανέλι), σε μία ημέρα ξεχωριστή για αυτόν καθώς είχαν επέτειο γάμου οι γονείς του. Καλύτερο δώρο δεν θα μπορούσε να τους προσφέρει! Λίγους μήνες αργότερα, στις 20 Μαρτίου του 1994, κατάφερε σε ηλικία μόλις 19 χρόνων να πετύχει κάτι πολύ σπουδαίο. Tην πρώτη του τριπλέτα με τη φανέλα της Γιουβέντους στην εντός έδρας νίκη με 4-0 επί της Πάρμα, ομάδα στην οποία ο ίδιος έχει αποκαλύψει πως παραλίγο να πάει  δανεικός (!) μερικά χρόνια αργότερα …
"μέχρι που η συμφωνία των δύο ομάδων ναυάγησε για λόγους που ήμουν πολύ μικρός για να καταλάβω".
Όσο για τον απολογισμό της πρώτης του σεζόν με τη φανέλα της Γιουβέντους, ο Ντελ Πιέρο θυμάται: 
"Έκανα προπονήσεις με την πρώτη ομάδα όμως πολλες φορές έπαιζα τις Κυριακές με την ομάδα των Νέων. Παρόλα αυτά τελείωσα την πρώτη χρονιά με 11 συμμετοχές και 5 γκολ, τα τρία μάλιστα από αυτά απέναντι στην Πάρμα του Νέβιο Σκάλα".

Την επόμενη σεζόν (1994/95) ο Μαρτσέλο Λίπι (Marcello Lippi) προβίβασε τον Ντελ Πιέρο στην πρώτη ομάδα και εκεί ξεκίνησε να παίζει ως τέταρτος κατά σειρά επιθετικός πίσω από την πανίσχυρη επιθετική τριπλέτα που σχημάτιζαν οι Ρομπέρτο Μπάτζο (Roberto Baggio), Τζανλούκα Βιάλι (Gianluca Vialli) και Φαμπρίτσιο Ραβανέλι. Τα 8 τέρματα που σημείωσε σε σύνολο 29 αγώνων φανέρωναν σε όλους πως οι "Mπιανκονέρι" είχαν πετύχει διάνα με την απόκτησή του λίγα χρόνια νωρίτερα, αρπάζοντας μέσα από τα χέρια αρκετών μνηστήρων ένα από τα πλέον υποσχόμενα ταλέντα του calcio. Από αυτά τα 8 γκολ υπήρχε μάλιστα και αυτό κόντρα στη Φιορεντίνα, ένα από τα ωραιότερα και συνάμα από τα σημαντικότερα στην τεράστια καριέρα του. Και αυτό γιατί σε έναν αγώνα-κλειδί για την κατάκτηση του σκουντέτο (του πρώτου μετά το 1986 που συνδυάστηκε μάλιστα και με την επιτυχία στον τελικό του Coppa Italia απέναντι στην Πάρμα) η Γιουβέντους είχε βρεθεί να χάνει με 2-0 στο "Ντέλε Άλπι" από τη Φιορεντίνα του Γκαμπριέλ Μπατιστούτα (Gabriel Batistuta), με τον Βιάλι να φέρνει το ματς στα ίσα και τον Ντελ Πιέρο να υπογράφει την ολική ανατροπή με ένα εκπληκτικό μονοκόμματο σουτ στην κίνηση από πλάγια θέση μέσα στην αντίπαλη περιοχή.


Οι ευθύνες που είχε να επωμιστεί ο Ντελ Πιέρο αυξήθηκαν κατά πολύ στην τρίτη του χρονιά στη Γιουβέντους μετά την αποχώρηση του "θεϊκού κοτσιδάκια" του ιταλικού ποδοσφαίρου, Ρομπέρτο Μπάτζο, με προορισμό τη Μίλαν ("πάντα διαφωνούσα με όσους έλεγαν ότι εγώ και αυτός δεν ταιριάζαμε, για μένα ο Μπάτζο ήταν πάντα ένα πρότυπο και ήταν τιμή μου που πήρα τη θέση του και τον αριθμό της φανέλας του", έχει δηλώσει σχετικά), ωστόσο στα 21 του χρόνια φαινόταν πανέτοιμος όχι μόνο να πρωταγωνιστήσει αλλά να ηγηθεί! Στο πρωτάθλημα, οι Τορινέζοι έχασαν από νωρίς το τρένο του τίτλου, όμως με μπροστάρη τον Ντελ Πιέρο το ευρωπαϊκό τους ταξίδι δεν είχε τελειωμό. Τα υπέροχα γκολ του στη φάση των ομίλων του Champions League κόντρα σε Ρέιντζερς (Rangers Football Club) και Στεάουα (Fotbal Club Steaua București), με την θαυμάσια κίνηση από τα αριστερά και το συστημένο δεξί πλασέ εκτός περιοχής έκαναν το γύρο της Ευρώπης (τα γκολ αυτά είχαν γίνει σήμα-κατατεθέν του και για αυτό άλλωστε πήραν την ονομασία "γκολ αλά Ντελ Πιέρο"), η Ρεάλ Μαδρίτης έπεσε θύμα της μαεστρίας του στις εκτελέσεις φάουλ στα νοκ-άουτ παιχνίδια και ο τελικός στη Ρώμη με αντίπαλο τον πρωταθλητή Ευρώπης Άγιαξ ήταν γεγονός, όπως και το 2ο Πρωταθλητριών στην ιστορία του συλλόγου.


Ασταμάτητη η αρμάδα του Μαρτσέλο Λίπι
 "Το μοναδικό όνειρο για εμάς και τους οπαδούς μας ήταν να κατακτήσουμε το Champions League. Αυτό πραγματοποιήθηκε στις 22 Μαΐου 1996 στη Ρώμη, σε μία από αυτές τις βραδιές που μοιάζουν μοναδικές και ανεπανάληπτες στη ζωή κάποιου, γιατί είναι απίθανο να βρει περισσότερη ευτυχία",
επισημαίνει για εκείνο το ματς ο Ντελ Πιέρο.


Η σεζόν 1996/97 επέφερε κοσμογονικές αλλαγές στο ρόστερ της Γιουβέντους, με τον Ντελ Πιέρο να αποχαιρετάει τους Βιάλι και Ραβανέλι που επέλεξαν να συνεχίσουν την καριέρα τους σε άλλες ποδοσφαιρικές πολιτείες και να καλωσορίζει τα νέα μεγάλα μεταγραφικά αποκτήματα της ομάδας: Ζινεντίν Ζιντάν (Zinedine Zidane), Κριστιάν Βιέρι (Christian Vieri), Αλέν Μπόκσιτς (Alen Bokšić) και Νικόλα Αμορούζο (Nicola Amoruso). Παρά την άφιξη όμως αρκετών νέων προσώπων, ο "Μεγαλέξανδρος" ήταν εκείνος που εξακολουθούσε να κρατάει γερά τη μπαγκέτα του μαέστρου και οι επιτυχίες έρχονταν η μία μετά την άλλη. Η αρχή έγινε με την κατάκτηση του Διηπειρωτικού Κυπέλλου στο Τόκιο, όπου έβαλε φαρδιά πλατιά την υπογραφή του στον μεγάλο τελικό πετυχαίνοντας το μοναδικό γκολ στον αγώνα κόντρα στη Ρίβερ Πλέιτ. Έναν μήνα αργότερα ήρθε η κατάκτηση του ευρωπαϊκού Σούπερ Καπ απέναντι στην Παρί Σεν Ζερμέν, ενώ το επιστέγασμα εκείνης της εξαιρετικής σεζόν για τον Ντελ Πιέρο (8 γκολ σε 22 συμμετοχές στη Serie A) ήταν η κατάκτηση του σκουντέτο.

Μοναδική... μουτζούρα σε αυτό το έργο τέχνης που είχε δημιουργήσει ο Λίπι ήταν ο χαμένος τελικός του Champions League απέναντι στη Μπορούσια Ντόρτμουντ και η χαμένη ευκαιρία για το ριπίτ που θα ισοφάριζε το επίτευγμα της Μίλαν με τα δύο διαδοχικά τρόπαια το 1989 και το 1990. Ένα παιχνίδι που σύμφωνα με τον Ντελ Πιέρο
"αν παίζαμε άλλες 10 φορές δεν θα χάναμε ποτέ".

Σε εκείνον τον τελικό μάλιστα που φιλοξενήθηκε στο Ολυμπιακό Στάδιο του Μονάχου, το № 10 της Γιουβέντους είχε σημειώσει ένα από τα ωραιότερα γκολ που έχουν μπει ποτέ σε τελικό στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση, σκοράροντας με εκπληκτικό τακουνάκι μετά από γύρισμα του Μπόκσιτς στο ύψος της μικρής περιοχής. Η ήττα πάντως αυτή δεν σκότωσε αλλά αντίθετα χαλύβδωσε το αστέρι της Γιουβέντους, ο οποίος την αμέσως επόμενη αγωνιστική σεζόν (1997/98) έκανε «πράματα και θάματα» όχι μόνο στα γήπεδα του Καμπιονάτο αλλά και της Ευρώπης. Στο πρωτάθλημα πέτυχε 21 γκολ σε 32 παιχνίδια ενώ τερμάτισε πρώτος σκόρερ στο Champions League με 10 γκολ, με αποκορύφωμα τις ονειρικές εμφανίσεις του και τα του γκολ με απευθείας φάουλ στους ημιτελικούς με τη Μονακό.


Εκείνη την εποχή ο Μαρτσέλο Λίπι δεν χρησιμοποιούσε τον Ντελ Πιέρο στη γραμμή κρούσης αλλά σε έναν ελεύθερο ρόλο οργανωτή πίσω από τους δύο κυνηγούς (οι Ιταλοί έχουν ονομάσει αυτή τη θέση trequartista), με τη συνεργασία του με τον «εγκέφαλο» στο χώρο του κέντρου Ζινεντίν Ζιντάν αλλά και τον «εκτελεστή» Φιλίπο Ιντσάγκι (Filippo Inzaghi) να είναι αρμονική και έτσι η Γιουβέντους να παρουσιάζεται δολοφονικά αποτελεσματική στην επίθεση. Το τέλος εκείνης της σεζόν βρήκε τη Γιουβέντους να πανηγυρίζει την κατάκτηση του 3ου πρωταθλήματος την τελευταία τετραετία και να φτάνει για τρίτη συνεχόμενη χρονιά σε τελικό Champions League, εκεί όμως που το γκολ του Πρέντραγκ Μιγιάτοβιτς (Predrag Mijatović) επέτρεψε στη Ρεάλ Μαδρίτης να επιστρέψει στον ευρωπαϊκό θρόνο μετά από 32 χρόνια και καταδίκασε τους "Μπιανκονέρι" σε δεύτερο σερί χαμένο τελικό μετά από εκείνον με τη Ντόρτμουντ.


Ως τα 24 του χρόνια ο Ντελ Πιέρο είχε ήδη προλάβει να αναδειχτεί πρωταθλητής Ιταλίας, Ευρώπης και κόσμου με την αγαπημένη του ασπρόμαυρη φανέλα αλλά κάπου εκεί είχε έρθει η στιγμή να αποδείξει πως πέρα από την σπάνια στόφα παίκτη, διαθέτει και καρδιά μαχητή. Μετά από την μέτρια παρουσία του στον Μουντιάλ της Γαλλίας (επηρεασμένος και από ένα χτύπημα που είχε αποκομίσει από τον τελικό του Champions League) όπου δεν μπόρεσε να αποδείξει ότι δικαιούται εκείνος να φοράει τη βαριά φανέλα της "σκουάντρα ατζούρα" με το 10 στην πλάτη αντί του Ρομπέρτο Μπάτζο, είδε το όνομά του να μπλέκεται σε κατηγορίες του Ζντένεκ Ζέμαν (Zdeněk Zeman) για σκάνδαλο ντόπινγκ στο ιταλικό ποδόσφαιρο με πρωταγωνιστές αρκετούς παίκτες της Γιουβέντους ενώ τη χαριστική βολή στις ελπίδες του για μία λαμπρή σεζόν την έδωσε ο τραυματισμός του τον Οκτώβριο του 1998. Σ’ ένα ματς πρωταθλήματος κόντρα στην Ουντινέζε στο "Φρίουλι" ο Ιταλός άσος έσπασε το αριστερό του γόνατο και έχασε ουσιαστικά όλη τη σεζόν (2 γκολ σε 8 ματς η φτωχή συγκομιδή του), με το χτύπημα της μοίρας να έρχεται κατά διαβολική σύμπτωση στις 8 Νοεμβρίου 1998, την παραμονή των 24ων γενεθλίων του!
"Ήμασταν στην κορυφή της βαθμολογίας μόνοι μας και οδεύαμε σε μία νίκη κόντρα στην Ουντινέζε. Το παιχνίδι είχε σχεδόν τελειώσει. Ακόμα και σήμερα εξακολουθώ να αναρωτιέμαι γιατί έπρεπε να τρέξω και να κυνηγήσω εκείνη τη μπάλα. Πήγαινε άουτ και από τη στιγμή που ήμουν μπλοκαρισμένος, ακόμα και αν είχα προλάβει τη μπάλα, δεν είχα καμία πιθανότητα να σκοράρω.
Ήταν μία περιττή προσπάθεια που πλήρωσα ακριβά: το αριστερό γόνατο είχε σπάσει. Αντιλήφτηκα αμέσως ότι δεν ήταν κάτι παίξε γέλασε αλλά κάτι πολύ σοβαρό. Ο πόνος ήταν αφόρητος και σαν μην έφτανε αυτό για μένα, ακριβώς τη στιγμή που αποχωρούσα από το γήπεδο, η Ουντινέζε ισοφάρισε και η Φιορεντίνα μας έφτανε στην πρώτη θέση.
 Παρά τους αμέτρητους τραυματισμούς στο παρελθόν, συνήθεις για όλους τους ποδοσφαιριστές, εγώ από την πρώτη στιγμή ονόμασα αυτό που συνέβη στο Ούντινε "Ο τραυματισμός", σαν να είναι μοναδικός. Εξαιτίας αυτής της στιγμής ρίσκαρα την καριέρα μου και αυτός ο τραυματισμός χώρισε την αθλητική ζωή μου στο πριν και στο μετά τον τραυματισμό... Έπρεπε να προετοιμαστώ για κάτι σαν δεύτερη καριέρα η οποία εξελίχτηκε, κατά κάποιον τρόπο, ακόμα καλύτερη από την πρώτη", θυμάται για εκείνη την πολύ κρίσιμη καμπή της καριέρας του ο "Πιντουρίκιο".

Μαζί με τον Ντελ Πιέρο «πόνεσαν» και οι Τορινέζοι τη σεζόν 1998/99 καθώς ουδέποτε μπόρεσαν να αναπληρώσουν το κενό του και από την κορυφή που είχαν καλομάθει τους φίλους τους κατρακύλησαν στην 6η θέση της βαθμολογίας στο φινάλε της σεζόν. Το καλοκαίρι του 1999 ήταν ιδανικό για αυτόν καθώς στα τέλη Ιουνίου συμφώνησε για άλλα πέντε χρόνια με τη Γιουβέντους (υπογράφοντας μάλιστα ένα ηγεμονικό συμβόλαιο με ετήσιες απολαβές σχεδόν 10.000.000 ευρώ που τον έκανε τότε τον πιο ακριβοπληρωμένο στον κόσμο), ενώ κατάφερε να επιστρέψει στα γήπεδα τον Αύγουστο μετά από απουσία 10 μηνών και να στείλει μήνυμα προς πάσα κατεύθυνση πως ανυπομονεί για νέες ποδοσφαιρικές προκλήσεις. Η σεζόν 1999-2000 φάνταζε οριακή για την καριέρα του καθώς όλοι περίμεναν να δουν αν θα μπορούσε να επανέλθει στην εξαιρετική φόρμα που ήταν προ τραυματισμού, με τον ίδιο πάντως να δουλεύει ακόμα πιο σκληρά και να ανταμείβεται πάνω στο χορτάρι. Σκόραρε συνολικά 15 γκολ σε πρωτάθλημα και Ευρώπη (είχε "8 στα 8" εύστοχα πέναλτι) ενώ ήταν και ο κορυφαίος σε ασίστ παίκτης των Τορινέζων αγωνιζόμενος στο χώρο του κέντρου και όχι κοντά στην αντίπαλη περιοχή.
 "Όταν σκέφτομαι τη βροχή, θυμάμαι την Περούτζα"
ομολογεί


Τι άλλο έχει να θυμάται από την ιδιαίτερη εκείνη σεζόν (πρώτη μετά τον σοβαρό τραυματισμό του στο "Φρίουλι") ο Ντελ Πιέρο; Μα φυσικά το ότι ήταν ο μοναδικός παίκτης της Γιουβέντους που έπαιξε και στα 34 ματς πρωταθλήματος καθώς και το άγριο ποδοσφαιρικό θρίλερ που έζησε την τελευταία αγωνιστική στο "Ρενάτο Κούρι" όπου η ομάδα του Κάρλο Αντσελότι (Carlo Ancelotti -στον πάγκο από τον Φεβρουάριο του 1999) έχασε με 1-0 από την Περούτζα σε ματς που διεξήχθη υπό καταρακτώδη βροχή σε έναν αγωνιστικό χώρο-βούρκο και μαζί έχασε και τον τίτλο του 2000 από τη Λάτσιο.

Η καλή σεζόν που πραγματοποίησε με τη "βέκια σινιόρα" έκανε τον Ντελ Πιέρο να πιστέψει ότι είχε έρθει η στιγμή για να λάμψει το άστρο του και με την ατζούρα φανέλα όμως η κακοτυχία που τον συνόδευε στις διεθνείς διοργανώσεις δεν τον εγκατέλειψε ούτε στο Euro 2000. Καθ’ όλη τη διάρκεια της διοργάνωσης το φίλαθλο κοινό της Ιταλίας ζούσε με το δίλημμα «Ντελ Πιέρο ή Τότι» για τη θέση του "δεκαριού" (ότι δηλαδή είχε συμβεί και στο Μουντιάλ του 1998 με τους Ντελ Πιέρο και Μπάτζο να συναγωνίζονται για μία θέση), με την τύχη να κάνει άσχημα καπρίτσια στον "Πιντουρίκιο" στον μεγάλο τελικό κόντρα στους παγκόσμιους πρωταθλητές Γάλλους.


Το πρώτο μέρος βρήκε τους Ιταλούς να προηγούνται με 1-0 με σκόρερ τον Τζενάρο Ντελβέκιο (Gennaro Delvecchio) και τον Φραντσέσκο Τότι (Francesco Totti) να καθοδηγεί μαεστρικά την «σκουάντρα ατζούρα» στο χώρο του κέντρου, με τον Ντελ Πιέρο να μπαίνει αλλαγή στο δεύτερο ημίχρονο αλλά να αποτυγχάνει να νικήσει σε δύο μοναδικά τετ α τετ τον Φαμπιάν Μπαρτέζ (Fabien Barthez) και το φινάλε να είναι βγαλμένο μέσα από τους πιο σκοτεινούς εφιάλτες του. Η αλάνθαστη για 92 λεπτά ιταλική άμυνα δέχτηκε γκολ από τον Σιλβέν Βιλτόρ (Sylvain Wiltord) στο τελευταίο λεπτό των καθυστερήσεων του τελικού και ο Νταβίντ Τρεζεγκέ (David Trezeguet -ο οποίος είχε ήδη συμφωνήσει να συνεχίσει την καριέρα του στη Γιουβέντους και τα επόμενα χρόνια θα γινόταν το βασικό δίδυμο στη γραμμή κρούσης των "μπιανκονέρι" μαζί με τον Ντελ Πιέρο!) χάρισε το τρόπαιο στη Γαλλία με το «χρυσό γκολ» λίγο πριν το τέλος της παράτασης, κάνοντας έτσι 60.000.000 Ιταλούς να... καταριούνται τον Ντελ Πιέρο για την αστοχία του στην κανονική διάρκεια!
 "Κατέληξα στο έδαφος με τα χέρια στο πρόσωπό μου την ώρα που σκεφτόμουν τις ευκαιρίες που είχα χάσει. Μόνο τον εαυτό μου κατηγορούσα στο τέλος του αγώνα",
έχει δηλώσει για την αποφράδα εκείνη βραδιά ο Ντελ Πιέρο, ο οποίος είχε γίνει ξαφνικά αποδιοπομπαίος τράγος για πολύ κόσμο (οι αφορισμοί και τα αναθέματα δεν είναι ελληνικό φαινόμενο βλέπετε) και χρειάστηκε να φτάσει μέχρι την... Πολυνησία προκειμένου να βρει τη γαλήνη και ηρεμία που χρειαζόταν για να επιστρέψει πιο δυνατός και αποφασισμένος.

Το ξεκίνημα της σεζόν 2000/01 βρήκε τον Ντελ Πιέρο να κάνει καλά παιχνίδια (σκόραρε μάλιστα με θεαματικό τρόπο στην πρεμιέρα κόντρα στη Νάπολι) και σιγά σιγά να ξορκίζει το φάντασμα του Ρότερνταμ, ωστόσο ο Φλεβάρης του 2011 έφερε πολύ άσχημα μαντάτα που θα δοκίμαζαν τις ψυχικές αντοχές του. Στις 13 του μήνα έχασε τον πατέρα του Τζίνο μετά από μακροχρόνια ασθένεια από την οποία υπέφερε και πέντε ημέρες αργότερα έδειξε το μέταλλο από το οποίο είναι φτιαγμένη η τεράστια ποδοσφαιρική φιγούρα που ακούει στο όνομα Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο. Έσφιξε τα δόντια και μπήκε ως αλλαγή στο ματς με την Μπάρι και όχι μόνο αυτό αλλά σκόραρε ένα από τα καλύτερα γκολ της καριέρας του για να χαρίσει στη Γιουβέντους τη νίκη και να αφιερώσει αυτό το τέρμα στη μνήμη του πολυαγαπημένου του πατέρα. Το τέλος της σεζόν βρήκε τη Γιουβέντους ξανά 2η, με έναν βαθμό λιγότερο από τη πρωταθλήτρια Ρόμα, ωστόσο οι ημέρες που θα ήταν και πάλι το αφεντικό εντός των συνόρων πλησίαζαν...


Για την ακρίβεια η επιστροφή στην κορυφή ήρθε τη σεζόν 2001/02 όπου η "βέκια σινιόρα" είχε προχωρήσει σε αρκετές αλλαγές. Ο Φιλίπο Ιντσάγκι είχε δώσει τη θέση του στον Νταβίντ Τρεζεγκέ, ο Ζινεντίν Ζιντάν είχε μετακομίσει στη Μαδρίτη για λογαριασμό της Ρεάλ και οι Τζανλουίτζι Μπουφόν (Gianluigi Buffon), Πάβελ Νέντβεντ (Pavel Nedvěd) και Λιλιάν Τουράμ (Lilian Thuram) ήταν τα νέα πρόσωπα στο Τορίνο. Ο παίκτης με τον οποίο «κόλλησε» αμέσως ήταν ο Τρεζεγκέ και αυτό φανηκε από τα 40 γκολ που πέτυχαν μαζί στο πρωτάθλημα εκείνη τη σεζόν (16 ο Ιταλός και 24 ο Γάλλος), με  την ημερομηνία που έμεινε χαραγμένη στη μνήμη όλων των "μπιανκονέρι" να είναι φυσικά αυτή της 5ης Μαΐου του 2002. Η Γιουβέντους μπήκε στο φίνις έχοντας έναν βαθμό λιγότερο από την Ίντερ αλλά αυτή τη φορά ήταν η δική της σειρά να πιει νερό από τη βρύση: την ώρα που οι Μιλανέζοι "αυτοκτονούσαν" στη Ρώμη μπροστά σε 45.000 οπαδούς τους χάνοντας με 4-2 από την αδιάφορη βαθμολογικά Λάτσιο, ο Ντελ Πιέρο και ο Τρεζεγκέ πετύχαιναν έκαστος από ένα γκολ στο "Φρίουλι" (2-0 την Ουντινέζε) και υπέγραφαν το πρώτο πρωτάθλημα της Γιούβε μετά το 1998.


Μετά από την εντυπωσιακή του σεζόν σε συλλογικό επίπεδο είχε ανοίξει η όρεξη του "Πιντουρίκιο" ενόψει της 2ης συμμετοχής του με την εθνική Ιταλίας σε τελική φάση Μουντιάλ, όμως οι έντονες συγκινήσεις που λαχταρούσε να ζήσει και με τη "σκουάντρα ατζούρα" δεν ήρθαν ούτε στα γήπεδα της Άπω Ανατολής. Κόντρα στο Μεξικό πέτυχε το πρώτο του γκολ σε τελικά Μουντιάλ και άνοιξε την πόρτα για τους "16" αλλά εκεί η σούπερ εχθρική διαιτησία στο νοκ-άουτ ματς με τη Νότια Κορέα τον υποχρέωσε να αποχαιρετήσει πρόωρα και εκείνο το όνειρο για μία μεγάλη διάκριση φορώντας τη φανέλα με το εθνόσημο. Στις 24 Ιανουαρίου του 2003, ο Ντελ Πιέρο αισθάνθηκε σαν να χάνει για δεύτερη φορά τον πατέρα του στο άκουσμα της είδησης του θανάτου του Τζάνι Ανιέλι (Gianni Agneli -διάσημος με το προσωνύμιο "L'avvocato"), του ιδιοκτήτη της Γιουβέντους με τον οποίο είχε μία ιδιαίτερη σχέση από το ξεκίνημα της καριέρας του στην "βέκια σινιόρα" το 1993.

Δύο ημέρες μετά την κηδεία ο "Πιντουρίκιο" (προσωνύμιο που ο ίδιος ο Ανιέλι του έβγαλε για τα γκολ-ζωγραφιές που πετύχαινε, εμπνευσμένος από τον μεγάλο ζωγράφο της περιόδου της Αναγέννησης) σημείωσε ένα φανταστικό γκολ κόντρα στην Πιατσέντσα και το αφιέρωσε στον άνθρωπο που τον πίστεψε από την πρώτη στιγμή ενώ το φινάλε της σεζόν 2002-03 τον βρήκε να έχει πετύχει 16 τέρματα και να οδηγεί τη Γιουβέντους σε δεύτερο σερί σκουντέτο.


Η κατάρα των τελικών του CL χτύπησε ξανά...
Την ίδια ώρα όμως του έμεινε και μία πικρή γεύση στο στόμα αφού στον 4ο τελικό Champions League στην καριέρα του στη Γιουβέντους γνώριζε την τρίτη του ήττα. Στον «ιταλικό εμφύλιο» με τη Μίλαν που έλαβε χώρα στο «Ολντ Τράφορντ» -πρώτος στην ιστορία που δεν είχε γκολ σε κανονική διάρκεια και παράταση- ο Ντελ Πιέρο ήταν ψύχραιμος στη ρωσική ρουλέτα των πέναλτι όχι όμως και οι Τρεζεγκέ, Μαρσέλο Σαλαγέτα (Marcelo Zalayeta) και Πάολο Μοντέρο (Paolo Montero), με αποτέλεσμα το βαρύτιμο τρόπαιο να πάει στο Μιλάνο διά... ποδός Αντρέι Σεβτσένκο (Andriy Shevchenko). Τρεις μήνες αργότερα η Γιουβέντους πήρε μία άτυπη ρεβάνς για τον χαμένο τελικό στο Μάντσεστερ καθώς νίκησε τη Μίλαν στο "Giant Stadium" της Νέας Υόρκης (πάλι στα πέναλτι κρίθηκε και αυτό το τρόπαιο μεταξύ των δύο ομάδων) και κατέκτησε το ιταλικό Σούπερ Καπ, το άσχημο όμως για τον Ντελ Πιέρο και τους συμπαίκτες του ήταν πως ο τίτλος αυτός ήταν και ο μοναδικός που θα έπαιρναν εκείνη τη σεζόν.


Ύστερα από δύο χρόνια τορινέζικης κυριαρχίας με τον Μαρτσέλο Λίπι στο τιμόνι, το σκουντέτο πήγε στα χέρια της Μίλαν, ενώ ο αποκλεισμός της Ιταλίας στη φάση των ομίλων του Euro 2004 (με το διασημότερο 2-2 στην ιστορία του ποδοσφαίρου μεταξύ Δανίας και Σουηδίας) έφερε ντόμινο εξελίξεων. Ο Τραπατόνι αποχώρησε από την εθνική ομάδα της χώρας του, ο Λίπι πήρε τη σκυτάλη, και ο Φάμπιο Καπέλο (Fabio Capello) άφηνε μετά από μία πενταετία τη Ρόμα για να καθήσει στον πάγκο της Γιουβέντους. Ο νέος προπονητής έφερε στο "Ντελέ Άλπι" τους Ζλάταν Ιμπραχίμοβιτς (Zlatan Ibrahimović), Φάμπιο Καναβάρο (Fabio Cannavaro) και Έμερσον (Emerson Ferreira da Rosa) (έναν χρόνο αργότερα προστέθηκε στην ασπρόμαυρη παρέα και ο αρχηγός της Άρσεναλ, Πατρίκ Βιεϊρά -Patrick Vieira) και ο Ντελ Πιέρο ήταν συνήθως ο πρώτος παίκτης που γινόταν αλλαγή προς δυσαρέσκεια των οπαδών της Γιουβέντους. Όμως και πάλι η επιρροή του στην ομάδα ήταν απίστευτη. Η σεζόν 2004/05 τον βρήκε στο φινάλε να μετράει 14 γκολ στο πρωτάθλημα ενώ έχει να λέει και για την ασίστ που έβγαλε στον "διόσκουρό" του Τρεζεγκέ στο ντέρμπι κορυφής με τη Μίλαν στο "Σαν Σίρο": με εκείνο το γκολ του Γάλλου φορ οι Τορινέζοι απέδρασαν με το τρίποντο από το Μιλάνο και ουσιαστικά ξαναπήραν τα εγχώρια σκήπτρα.


Το καλοκαίρι του 2005 δεν είχε κάποια μεγάλη ποδοσφαιρική διοργάνωση για να "απασχολήσει" τον Ντελ Πιέρο και έτσι στις 12 Ιουνίου ενώθηκε με τα δεσμά του γάμου με την αγαπημένη του (μαζί από το 1999) Σόνια Αμορούζο, με το μυστήριο να λαμβάνει χώρα σε μία μικρή εκκλησία στους πρόποδες του Τορίνου μπροστά σε 20 μόνο καλεσμένους και μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. 
"Αποφασίσαμε να είμαστε απόλυτα διακριτικοί, όχι επειδή θέλαμε να αφήσουμε εκτός κάποιους αλλά επειδή θέλαμε να έχουμε αυτή τη στιγμή μόνο και αποκλειστικά για μας. Και έτσι ακριβώς έγινε",
αναφέρει για τον γάμο του ο -σεμνός και ταπεινός και εκτός γηπέδων- Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο.

Η δεύτερη σεζόν του Καπέλο στην τεχνική ηγεσία (2005-06) βρήκε τον Ντελ Πιέρο να αποτελεί την 4η κατά σειρά επιλογή για τη γραμμή κρούσης πίσω από τους Τρεζεγκέ, Ιμπραχίμοβιτς και Αντριάν Μούτου (Adrian Mutu), αλλά ακόμα και στα 30λεπτα που του αναλογούσαν φρόντιζε να αποδεικνύει για ποιο λόγο θεωρούταν σύμβολο και σημαία για όλους τους οπαδούς της Γιούβε. Το ραντεβού ωστόσο με την ιστορία το έκλεισε στις 10 Ιανουαρίου του 2006, όταν σε μία κρύα βραδιά στο "Ντέλε Άλπι" φρόντισε να ζεστάνει όσους βρίσκονταν στις εξέδρες καθώς πέτυχε τρία γκολ κόντρα στη Φιορεντίνα για τη φάση των "16" του Coppa Italia και έφτασε το εκπληκτικό νούμερο των 185 τερμάτων με την ασπρόμαυρη φανέλα που τον καθιστούσε κορυφαίο σκόρερ όλων των εποχών για τη Γιουβέντους. Το προηγούμενο ρεκόρ το κατείχε ο θρυλικός μπόμπερ Τζαμπιέρο Μπονιπέρτι με 182 τέρματα, το οποίο έμοιαζε στοιχειωμένο καθώς κρατούσε από το μακρινό... 1961 που αποφάσισε να κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια, με τον "Μεγαλέξανδρο" να δηλώνει:
"Είμαι ευτυχισμένος, δεν υπάρχει κανένας λόγος για να το κρύβω. Το να φτάνεις και να ξεπερνάς παίκτες που έχουν γράψει την ιστορία αυτής της ομάδας συνιστά λόγο για τον οποίο μπορώ να είμαι υπερήφανος.
Ποτέ δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία στα νούμερα και τα ρεκόρ κατά τη διάρκεια της καριέρας μου όλα αυτά τα χρόνια. Φέτος άρχισε ο κόσμος να κάνει λόγο για το ρεκόρ και είναι πολύ ευχάριστο που τα κατάφερα τελικά.
Αισθάνομαι σε τρομερή φόρμα και είμαι έτοιμος για νέες προκλήσεις. Για μένα ήταν απλά ένας ακόμα γύρος στην κούρσα που έχει ακόμη πολύ δρόμο μέχρι να ολοκληρωθεί".

Λίγους μήνες αργότερα αυτά τα λόγια (μετά την κατάρριψη του ρεκόρ του Μπονιπέρτι) αποδείχτηκαν απολύτως προφητικά, με τον Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο να σκαρφαλώνει στο ποδοσφαιρικό Έβερεστ φορώντας τη φανέλα της εθνικής Ιταλίας. Μετά από 3 συμμετοχές σε τελικές φάσεις Euro και 2 σε τελικά Μουντιάλ είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου για τον Ιταλό άσο να ζήσει κάτι το μοναδικό, το ασύγκριτο, το ανεπανάληπτο. Να αναδειχτεί παγκόσμιος πρωταθλητής ράβοντας το τέταρτο αστέρι στην πολύ βαριά φανέλα της εθνικής Ιταλίας! Η προσφορά του δε, ήταν άκρως σημαντική. Στον ημιτελικό κόντρα στους οικοδεσπότες Γερμανούς πέρασε ως αλλαγή και διαμόρφωσε το τελικό 2-0 για την "σκουάντρα ατζούρα" με υπέροχη λόμπα στις καθυστερήσεις του αγώνα ενώ στον τελικό ευστόχησε στο τέταρτο κατά σειρά πέναλτι, μετά τους Αντρέα Πίρλο (Andrea Pirlo), Μάρκο Ματεράτσι (Marco Materazzi) και Ντανιέλε Ντε Ρόσι (Daniele De Rossi), λίγα λεπτά πριν ο Φάμπιο Γκρόσο (Fabio Grosso) γράψει το τελικό 5-4 και δώσει το έναυσμα για ουρανομήκεις πανηγυρισμούς σε μία χώρα που λατρεύει παθολογικά το ποδόσφαιρο.


Το παιδικό του όνειρο, να ανέβει στην κορυφή του κόσμου, είχε γίνει πραγματικότητα όμως το ίδιο καλοκαίρι βρέθηκε από το ζενίθ στο ναδίρ, με την Γιουβέντους να είναι κατηγορούμενη για εμπλοκή στο σκάνδαλο «Calciopoli» και λίγα μόλις 24ώρα μετά την κατάκτηση του Μουντιάλ να ακούει την τιμωρία της. Υποβιβασμός στην δεύτερη κατηγορία και αφαίρεση των δύο τελευταίων πρωταθλημάτων (αυτό του 2005 παραμένει χωρίς  κάτοχο ενώ αυτό του 2006 απονεμήθηκε στα χαρτιά στην Ίντερ). Στα 31 του χρόνια ο Ντελ Πιέρο ήταν έτοιμος να ανέβει έναν γολγοθά που δεν ήταν άλλος από το να παίξει στη Serie B...
"Δεν θα μπορούσα καν να φανταστώ τι θα είχε συμβεί το καλοκαίρι του 2006. Συνέβη όμως, ήταν αληθινό και πραγματικό και βρέθηκα ξαφνικά χωρίς σκουντέτο καθώς μου το πήραν, με το τρόπαιο του Μουντιάλ στα χέρια μου και το άγχος ενός αβέβαιου μέλλοντος για την ομάδα μου η οποία κινδύνευε ακόμα και με υποβιβασμό στην Serie C!
Από την κορυφή του κόσμου στη Serie B
Στο τέλος ξύπνησα ανάμεσα στο όνειρο και στον εφιάλτη, όντας σίγουρος για ένα μόνο πράγμα. Ήμουν ήδη εκεί και θα παρέμενα, οτιδήποτε και αν συνέβαινε. Μετά τη νίκη μας στο Μουντιάλ, έμαθα κατά τη διάρκεια των διακοπών μου, πως η Γιουβέντους τιμωρήθηκε με υποβιβασμό στη Serie B και αφαίρεση 30 πόντων. Ήταν κάτι το τρελό",
σχολίαζει αναφορικά με εκείνο το δύσκολο καλοκαίρι για την οικογένεια της Γιουβέντους ο Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο και προσθέτει:
"Τελικά μειώθηκε η ποινή αφαίρεσης βαθμών στους 9 και επιτέλους ήταν ξεκάθαρη η μοίρα μας. Το να κλαίμε πάνω από την καρδάρα με το χυμένο γάλα δεν ωφελούσε σε τίποτα και στο μυαλό μου σκεφτόμουν ήδη τη στιγμή που θα λέγαμε: "Ok, είμαστε πίσω στη Serie A".
Ουσιαστικά εκείνο το πρωτάθλημα ήταν ένα είδος πραγματικής επιστροφής στις ρίζες του ποδοσφαίρου. Ξεκίνησα να εκτιμώ τις συνεχείς προπονήσεις, χωρίς την κουβέντα για μεταγραφές μέσα στην εβδομάδα, προσεκτική προετοιμασία για ένα μόνο ματς την εβδομάδα, και ελεύθερες Κυριακές, επειδή στη Serie B παίζεις πάντα απόγευμα Σαββάτου.
Προσπάθησα πολύ να βρω τα θετικά από αυτή την κατάσταση... όμως δεν ήταν αυτός ο λόγος που έμεινα στη Γιουβέντους. Ήταν το βαθύ συναίσθημα για τη Γιουβέντους. Ήταν το σπίτι μου και όλα όσα συνέβαιναν στον σύλλογο, στην ομάδα και στους οπαδούς εξαφάνισαν ακόμα και τις πιο μικρές τάσεις αποχώρησης. Ήξερα τι είχαμε κερδίσει και πώς το είχαμε κερδίσει. Το πετύχαμε με ιδρώτα και το αξίζαμε πλήρως: από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο πόντο, από το πρώτο μέχρι το τελευταίο τρόπαιο. Ένας πραγματικός τζέντλεμαν δεν αφήνει ποτέ την κυρία". 

Εκείνο το καλοκαίρι λοιπόν τα περισσότερα αστέρια κούνησαν μαντήλι στην "βέκια σινιόρα" (Ιμπραχίμοβιτς, Καναβάρο, Έμερσον, Τουράμ, Βιεϊρά, Τζαμπρότα) όπως και ο Φάμπιο Καπέλο, όμως Ντελ Πιέρο, Μπουφόν, Νέντβεντ και Καμορανέσι έμειναν πιστοί και έγιναν μπροστάρηδες στο δρόμο για την επιστροφή έχοντας για προπονητή τον -φιναλίστ με τη Μονακό στον τελικό του Champions League του 2004- Ντιντιέ Ντεσάμπ. Στις 9 Σεπτεμβρίου του 2006 ο Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο ήταν έτοιμος για το πρώτο του ματς στη Serie B με τη φανέλα της Γιουβέντους στην έδρα της Ρίμινι: ήταν κάτι σαν deja vu μιας που είχαν περάσει 14 χρόνια από το τελευταίο του παιχνίδι σε εκείνη την κατηγορία με την Πάντοβα όμως υπήρχαν τρεις σημαντικές διαφορές, η ασπρόμαυρη φανέλα, το περιβραχιόνιο του αρχηγού στο χέρι και η φανέλα με το 10 στην πλάτη.


Έχοντας ακράδαντη πίστη στις δυνάμεις τους οι παίκτες της Γιουβέντους έμοιαζαν με... φαντάρους που μετρούσαν αντίστροφα τις ημέρες της "απόλυσής τους" από τη Serie B και στις 19 Μαΐου ΤΟΥ 2007 γιόρτασαν με την ψυχή τους  κόντρα στην Αρέτσο το comeback. Όσο για τον κορυφαίο εκείνης της ιδιαίτερης σεζόν δεν χρειάζεται ρώτημα. ο Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο όχι μόνο δεν σνόμπαρε τη Serie B έχοντας νωπές ακόμα τις δάφνες από την κατάκτηση του Μουντιάλ αλλά ήταν και ο κορυφαίος σκόρερ στην κατηγορία με 20 γκολ. Πραγματικός Μέγας Αλέξανδρος.


Ήταν μάλιστα τέτοια η κεκτημένη ταχύτητα με την οποία επέστρεψε στη Serie A ο Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο που το φινάλε της σεζόν 2007/08 τον βρήκε στην κορυφή του πίνακα των σκόρερ (21 γκολ έναντι 20 του συμπαίκτη του Τρεζεγκέ και 19 του Μποριέλο), και του χάρισε για πρώτη φορά τον τίτλο του capocannoniere στη μεγάλη κατηγορία! Έγινε μάλιστα μόλις ο δεύτερος Ιταλός μετά τον Πάολο Ρόσι που κέρδισε διαδοχικά τον τίτλο του πρώτου σκόρερ σε δύο διαφορετικές κατηγορίες. Εκείνη η σεζόν (που βρήκε τη Γιουβέντους του Κλάουντιο Ρανιέρι να τερματίζει 3η και να κλείνει θέση στο επόμενο Champions League) ήταν ιδιαίτερη για τον Ιταλό μεσοεπιθετικό για έναν ακόμα λόγο, καθώς στις 6 Απριλίου του 2008 ξεπέρασε τα 552 ματς του Γκαετάνο Σιρέα (Gaetano Scirea) και έγινε ο ρέκορντμαν συμμετοχών στην ιστορία των "μπιανκονέρι".


Η σεζόν 2008/09 ήταν ακόμα καλύτερη τόσο για τη Γιουβέντους όσο και για τον ίδιο. Η "βέκια σινιόρα" άφησε πίσω τη Μίλαν (λόγω καλύτερης διαφοράς τερμάτων) και πλασαρίστηκε δεύτερη στη βαθμολογία, ενώ ο Ντελ Πιέρο ανάγκασε την Ευρώπη να υποκλιθεί στην ποδοσφαιρική του στόφα με τα υπέροχα γκολ που πέτυχε κόντρα σε Ζενίτ και Ρεάλ Μαδρίτης. Highlight φυσικά της σεζόν ήταν η ολοκληρωτική του εμφάνιση στη Μαδρίτη και τα δύο του γκολ κόντρα στη Ρεάλ (το ένα μάλιστα με αριστοτεχνική εκτέλεση φάουλ που άφησε άγαλμα τον Ίκερ Κασίγιας), που υποχρέωσαν το κοινό του "Σαντιαγο Μπερναμπέου" να τον φιλοδωρήσει με ένα συγκλονιστικό standing ovation τη στιγμή που έγινε αλλαγή.


Οι μεγάλες στιγμές με την ασπρόμαυρη φανέλα δεν είχαν όμως τελειώσει για την υπερήφανη σημαία της "βέκια σινιόρα". Στις 14 Φεβρουαρίου του 2010 συμπλήρωσε 445 συμμετοχές στη Serie A με τη Γιουβέντους και έγινε ο απόλυτος ρέκορντμαν στην ιστορία του συλλόγου, στις 30 Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου έφτασε τα 179 γκολ στη Serie A και ανέβηκε στην πρώτη θέση του πίνακα των σκόρερ όλων των εποχών για τη Γιουβέντους, αφήνοντας στην 2η θέση τον θρυλικό Μπονιπέρτι, ενώ στις 5 Φεβρουαρίου του 2011 ξεπέρασε τον Μπονιπέρτι και όσον αφορά στις συνολικές συμμετοχές του με τα ασπρόμαυρα χρώματα. Και φτάσαμε στον Οκτώβριο του 2011 όπου η διοίκηση της Γιουβέντους ανακοίνωσε επίσημα πως η σεζόν 2011/12 (πρώτη του Αντόνιο Κόντε στον πάγκο της) θα ήταν η τελευταία του Ντελ Πιέρο στο σύλλογο καθώς είχε παρθεί η απόφαση να μην του ανανεωθεί το συμβόλαιο. Στην 19η και τελευταία του σεζόν στους Τορινέζους ο "Πιντουρίκιο" περιορίστηκε σε ελάχιστες εμφανίσεις ως αλλαγή, με το πρώτο του γκολ στο νεότευκτο "Juventus Stadium" να είναι απέναντι στη Ρόμα για τα προημιτελικά του Coppa Italia (24 Ιανουαρίου 2012) και το πρώτο του γκολ στη Serie A εκείνης της σεζόν να έρχεται στο νικηφόρο ντέρμπι με την Ίντερ (25 Μαρτίου).


Η μέρα που δάκρυσε η ασπρόμαυρη πλευρά του Τορίνου ήταν η 13η Μαΐου του 2012, με τον Ντελ Πιέρο να φοράει για τη φανέλα της Γιουβέντους για 704η φορά στην καριέρα του και τελευταία σε αγώνα της Serie A. Αντίπαλος ήταν η Αταλάντα στο ματς της τελευταίας αγωνιστικής που ήταν γιορτινό για την πρωταθλήτρια (και αήττητη) ομάδα του Κόντε και ο 37χρονος τότε άσος δεν θα μπορούσε να μείνει έξω από το... πάρτι. Ξεκίνησε βασικός, στο 27ο λεπτό πέτυχε το τελευταίο γκολ της καριέρας του με την ασπρόμαυρη φανέλα κάνοντας το 2-0 κόντρα στους "μπεργκαμάσκι" με σουτ μέσα από την περιοχή και στο 59ο λεπτό έριξε τίτλους... τέλους δίνοντας τη θέση του στον Μίρκο Βούτσινιτς και γνωρίζοντας την αποθέωση από παίκτες και οπαδούς. Όπως είπε ο ίδιος για αυτή την τελευταία ποδοσφαιρική του παράσταση στο σπίτι του: 
"Τίποτα, και το εννοώ, δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτό που έγινε εκείνη την ημέρα στο Juventus Stadium. Τα πάντα ήταν εκεί και μπορώ να προσπαθώ να το εξηγώ για τα επόμενα 40 χρόνια χωρίς να βρω τις σωστές λέξεις. Είναι όλα μέσα στην καρδιά μου και θα παραμείνουν εκεί για το υπόλοιπο της ζωής μου".




 Αντίο στο μέρος του μεγάλου θριάμβου
Το τελευταίο του παιχνίδι για λογαριασμό της "βέκια σινιόρα" δεν συνοδεύτηκε από επιτυχημένο αποτέλεσμα καθώς ήρθε η ήττα στον τελικό του Coppa Italia με 3-1 από τη Νάπολι, με τον ίδιο πάντως να κερδίζει το καθολικό χειροκρότημα της εξέδρας από "μπιανκονέρι" και "παρτενοπέι" τιφόζι, τη στιγμή της αποχώρησής του από τον αγωνιστικό χώρο. Στο μέρος όπου 16 χρόνια νωρίτερα σήκωνε στον αέρα το Champions League με τη Γιούβε, έλεγε το δικό του μοναδικό arrivederci στους εκατομμύρια θαυμαστές του σε όλο τον κόσμο.

Η πρόταση που του έκανε η Γιουβέντους να αποσύρει τη φανέλα με το Νο 10 προς τιμήν του δεν έγινε αποδεκτή από τον ίδιο λέγοντας χαρακτηριστικά πως 
"θέλω κάθε παιδί να συνεχίσει να ονειρεύεται ότι κάποια ημέρα θα φορέσει αυτή τη φανέλα",
ενώ στις 30 Ιουνίου, την τελευταία ημέρα του συμβολαίου του, φρόντισε να ευχαριστήσει τους οπαδούς της Γιουβέντους για τα όσα μοιράστηκαν μαζί για 19 ολόκληρα χρόνια.
"Πάνω απ' όλα αυτό που απομένει είναι οι οπαδοί, εσείς είστε η Γιουβέντους. Αυτή τη φανέλα που αγάπησα και πάντα θα την αγαπώ, αυτή που λαχτάρησα και σεβάστηκα... Από την 1η Ιουλίου του 2012 δεν θα είμαι πια παίκτης της Γιουβέντους, αλλά θα είμαι για πάντα ένας από σας. Τώρα ξεκινάει μία νέα περιπέτεια για μένα και έχω τα ίδια κίνητρα όπως και πριν από 19 καλοκαίρια".

Οι μνηστήρες που χτύπησαν την πόρτα του Ντελ Πιέρο ήταν πολλοί το καλοκαίρι του 2012 (μεταξύ αυτών και η Λίβερπουλ, με τον ίδιο να αποκαλύπτει αργότερα πως εξαιτίας των αναμνήσεών του από τον τελικό Λίβερπουλ-Γιουβέντους και την τραγωδία στο Χέιζελ δεν θα μπορούσε θα πάει στους "reds" του Μέρσεϊσαϊντ) αλλά τελικά η πιο ελκυστική και "ιντριγκαδόρικη" για αυτόν πρόταση ήρθε από την Αυστραλία. Στις 5 Σεπτεμβρίου του 2012 υπέγραψε διετές συμβόλαιο συνεργασίας με τη Σίντνεϊ και με ετήσιες απολαβές ύψους 3.500.000 δολαρίων έγινε ο πιο ακριβοπληρωμένος παίκτης που έχει παίξει ποτέ ποδόσφαιρο στην Αυστραλία. Σε αυτά τα δύο χρόνια που έμεινε εκεί ο Ιταλός σούπερ σταρ δικαιολόγησε και με το παραπάνω τόσο το... παντεσπάνι του όσο και τον τεράστιο ντόρο που προκάλεσε η έλευσή του στην A-League. Επαγγελματίας 100%, χάρισε πολλές όμορφες και συλλεκτικές ποδοσφαιρικές στιγμές στους οπαδούς της Σίντνεϊ (τη δεύτερη σεζόν του δόθηκε το περιβραχιόνιο του καπιτάνο) ενώ σε σύνολο 48 αγώνων βρήκε 24 φορές το δρόμο προς τα δίχτυα (1 γκολ ανά 2 ματς).
  

Τον Αύγουστο του 2014 βίωσε μία ακόμα από εκείνες τις απερίγραπτες στιγμές που θα τον συνοδεύουν για πάντα, καθώς ήταν ο αρχηγός μίας ομάδας επίλεκτων του αυστραλιανού πρωταθλήματος που τέθηκε αντιμέτωπη στην πόλη του Σίντνεϊ με την μεγάλη του αγάπη, τη Γιουβέντους. Το ματς αυτό τίμησαν με την παρουσία τους περίπου 60.000 θεατές (νικήτρια ήταν η Γιουβέντους με 3-2 πραγματοποιώντας ανατροπή στο φινάλε) που στο 63ο λεπτό σηκώθηκαν όλοι όρθιοι για χαρίσουν ένα εντυπωσιακό standing ovation στον Ντελ Πιέρο τη στιγμή της αντικατάστασής του. Αυτό ήταν και το τελευταίο του ματς στην Αυστραλία καθώς στο τέλος του καλοκαιριού είπε "Si" στην πρόταση της Ντέλχι Ντάιναμος για να παίξει στο νεοσύστατο πρωτάθλημα Ινδίας (Οκτώβριος ~  Δεκέμβριος 2014), με τον Ιταλό καλλιτέχνη των γηπέδων να είναι ένας από τους πολλούς βετεράνους άσους της ασπρόμαυρης στρογγυλής θεάς που παίρνουν μέρος σε αυτή την ξεχωριστή λίγκα. 

"Τα τελευταία χρόνια έχω ενώσει το μεγάλο πάθος για τη δουλειά μου με την επιθυμία να βιώνω νέες κουλτούρες σε όλη τους την οντότητα. Αυτό μου επέτρεψε να αισθάνομαι σαν στο σπίτι μου ακόμα και στην άλλη πλευρά του κόσμου και να αισθάνομαι ακόμη περισσότερο ξεχωριστός όταν γυρίζω σπίτι.
 Το σημείο κλειδί για μένα ήταν που συνειδητοποίησα πως έπρεπε να ξεχωρίσω την έννοια "ποδοσφαιριστής" από την έννοια "παίκτης της Γιουβέντους". Δεν ήθελα καν να προσπαθήσω να ξαναζήσω την εξωπραγματική, μοναδική και ανεπανάληπτη εμπειρία που είχα στο Τορίνο.
 Όταν διάλεξα να πάω πρώτα στο Σίντνεϊ και μετά στο Δελχί αγκάλιασα ένα νέο μονοπάτι εντός και εκτός γηπέδων",
 
υπογραμμίζει αναφορικά με τη μετά-Γιούβε εποχή για τον ίδιο, λίγο πριν κρεμάσει με κάθε επισημότητα τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια. Ένα είναι το σίγουρο: όταν θα το κάνει αυτό για να αφοσιωθεί ακόμα περισσότερο στην όμορφη οικογένειά του (τη γυναίκα του Σόνια και τα τρία του παιδιά, τον 7χρονο Τομπίας, την 5χρονη Δωροθέα και τον 4χρονη Σάσα) όσοι τον έχουν... προλάβει ηλικιακά θα πρέπει να αισθάνονται "ευλογημένοι" για τις φινετσάτες ποδοσφαιρικές αναμνήσεις που τους εμφύτευσε  ένας από τους πιο χαρισματικούς Ιταλούς παίκτες της (χρυσής) γενιάς του.


PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • 1982–1988: San Vendemiano
  • 1988–1993: Calcio Padova
  • 1993/94: Juventus Football Club

Επαγγελματική καριέρα

  • 1991–1993: Calcio Padova. 14 (1)
  • 1993–2012: Juventus Football Club, 513 (208)
  • 2012–2014: Sydney Football Club, 48 (24)
  • 2014: Delhi Dynamos Football Club, 10 (1)
Σύνολο καριέρας: 585 (234)

Διεθνής

  • 1991: Εθνική Παίδων Ιταλίας, 3 (1)
  • 1992/93: Εθνική Νέων Ιταλίας, 14 (12)
  • 1993–1996: Εθνική Ελπίδων Ιταλίας, 12 (3)
  • 1995–2008: Ιταλία, 91 (27)



Οι τίτλοι του με την Γιουβέντους

  • Πρωτάθλημα Ιταλίας: 8 (1994/95, 1996/97, 1997/98, 2001/02, 2002/03, 2004/05, 2005/06, 2011/12. Τα πρωταθλήματα του 2005 και του 2006 αφαιρέθηκαν από τη Γιουβέντους λόγω της εμπλοκής της στο σκάνδαλο Calciopoli)
  •  Κύπελλο Ιταλίας: 1994/95
  •  Σούπερ Καπ Ιταλίας: 4 (1995, 1997, 2002, 2003)
  •  UEFA Champions League: 1995/96
  •  Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ: 1996
  •  Διηπειρωτικό Κύπελλο: 1996
  •  Πρωτάθλημα Β' Κατηγορίας Ιταλίας:2006-07

 Οι τίτλοι του με την εθνική Ιταλίας
  •  Παγκόσμιο Κύπελλο: 2006

 Οι σημαντικότερες ατομικές του διακρίσεις
  •  Κορυφαίος Σκόρερ Όλων των Εποχών για τη Γιουβέντους με 290 γκολ, εκ των οποίων 
  • 186 σε ανοιχτό παιχνίδι, 
  • 42 με εκτελέσεις φάουλ, 
  • 62 με χτυπήματα πέναλτι
  •  Κορυφαίος σε Συμμετοχές στην ιστορία της Γιουβέντους με 705 (48.363 λεπτά)
  •  Είναι μαζί με τον Ρομπέρτο Μπάτζο στην 4η θέση της λίστας με τους Κορυφαίους Σκόρερ της εθνικής Ιταλίας, έχοντας πετύχει 27 γκολ (1ος με 35 γκολ ο Λουίτζι Ρίβα, 2ος με 33 ο Τζουζέπε Μεάτσα και 3ος με 30 ο Σίλβιο Πιόλα).
  •  Είναι στην 9η θέση της λίστας με τους Κορυφαίους σε Συμμετοχές στην "σκουάντρα ατζούρα" έχοντας φορέσει 91 φορές τη φανέλα με το εθνόσημο (βρίσκεται πίσω από Μπουφόν, Φ. Καναβάρο, Π. Μαλντίνι, Πίρλο, Τζοφ, Ντε Ρόσι, Τζαμπρότα και Φακέτι).
  •  Είναι τρίτος σε αριθμό παιχνιδιών στην ιστορία της Serie A, πίσω μόνο από Χαβιέρ Ζανέτι και Φραντσέσκο Τότι.
  •  Έχει κατακτήσει δύο φορές το βραβειο για τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή της χρονιάς στην Ιταλία (1998, 2008)
  •  Είναι, μαζί με τον Σίνισα Μιχαΐλοβιτς, πρώτος στη λίστα των παικτών με τα περισσότερα γκολ με εκτελέσεις φάουλ στην ιστορία της Serie A (43).
  •  Έχει κερδίσει δύο φορές τον τίτλο του πρώτου σκόρερ στο Champions League (6 γκολ το 1995/96 και 10 γκολ το 1997/98).
  •  Έχει κερδίσει το 2006/07 τον τίτλο του πρώτου σκόρερ στη Serie B (20 γκολ) και το 2007/08 τον τίτλο του πρώτου σκόρερ στη Serie A (21 γκολ).
Πηγή: sport24.gr