Ο Αργεντίνος αριστερός μεσοεπιθετικός Χουάν Ραμόν Βερόν (Juan Ramón Verón), γεννήθηκε στις 17 Μαρτίου του 1944, στη Λα Πλάτα, στη ευρύτερη περιοχή του Μπουένος Άιρες. Με το παρατσούκλι «La Bruja» (Η Μάγισσα), έπαιξε για την Εστουδιάντες, η οποία ήταν η κυρίαρχη ποδοσφαιρική δύναμη στην Αργεντινή κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1960. Διάσημος για τις ικανότητές του με τη μπάλα στα πόδια και την τεχνική του κατάρτιση, υπήρξε ένας δεξιοτέχνης, σκοράροντας με ιδιαίτερη ευκολία μερικά εντυπωσιακά γκολ. Γνωστός ως ένας από τους Μεγαλύτερους Παίκτες της Εστουδιάντες Όλων των Εποχών, μετακόμισε για να παίξει στον Παναθηναϊκό το 1972. Μετά από 2½ επιτυχημένες σεζόν, επέστρεψε στους «Φοιτητές» το 1975. Αργότερα, αγωνίστηκε στην Κολομβία, πριν επιστρέψει το 1980, ενώ μετά τη απόσυρσή του, είχε μια σύντομη καριέρα ως προπονητής στην Κεντρική Αμερική και αργότερα ως ειδικός σύμβουλος για την Εστουδιάντες.
Τα «λαγωνικά» της Εστουδιάντες τον ανακάλυψαν στα 18 του χρόνια και τον πήραν κοντά τους. Έκανε το ντεμπούτο του με την πρώτη ομάδα, στις 12 Δεκεμβρίου του 1962, σε μια ήττα με 0-4 από τη Μπόκα Τζούνιορς, αλλά δεν αγωνίστηκε με την πρώτη ομάδα μέχρι το 1965, όταν έγινε βασικό μέλος της, αγωνιζόμενος σε 25 παιχνίδια. Στις 16 Ιανουαρίου του 1966, ενίσχυσε την Αλιάντσα του Ελ Σαλβαδόρ σε έναν και μοναδικό αγώνα εναντίον της βραζιλιάνικης Σάντος, όταν αγωνιζόταν εκεί ο Πελέ, συμβάλλοντας αποφασιστικά στη νίκη με 2-1, σκοράροντας το νικητήριο τέρμα! Ξεκινώντας το 1967, βασικός στην πιο επιτυχημένη αργεντίνικη ομάδα της δεκαετίας του 1960, την Εστουντιάντες του Οσβάλντο Ζουμπελντία (Osvaldo Zubeldia), αναδείχθηκε πρωταθλητής Αργεντινής με τον σύλλογο, ενώ το 1968, κατέκτησε το Κόπα Λιμπερταδόρες το οποίο ήταν και το πρώτο στην ιστορία της. Ο Βερόν αποτέλεσε τον κορυφαίο αθλητή της ομάδας, καθώς σημείωσε 9 γκολ στη διοργάνωση, τα τρία εκ των οποίων σημειώθηκαν στους τελικούς (3 αναμετρήσεις) με τη βραζιλιάνικη Παλμέιρας, ενώ ιστορικό έχει μείνει αυτό που πέτυχε με ανάποδο ψαλίδι στον ημιτελικό με την Ράσιγκ Κλουμπ.
Το περίφημο γκολ του με ανάποδο ψαλίδι, στον ημιτελικό του Κόπα Λιμπερταδόρες του 1968 εναντίον της Ράσιγκ |
Ακολούθησε ο τελικός του Διηπειρωτικού Κυπέλλου με αντίπαλο της παρέας του Βερόν να είναι η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του Τζόρτζ Μπεστ. Με τους τελικούς να είναι διπλοί και τον πρώτο στην Αργεντινή, οι «φοιτητές» επικράτησαν μέσα στο «Εστάντιο Αλμπέρτο Αμάντο» με 1-0 των «διαβόλων» χάρις σε τέρμα του Μάρκος Κονιλιάρο στο 27’. Στη δεύτερη αναμέτρηση για το τρόπαιο στο «Ολντ Τράφορντ», οι Αργεντίνοι κατάφεραν να επεκτείνουν το προβάδισμά τους, όταν μόλις στο 7’ ο Βερόν άνοιξε το σκορ! Το μόνο που κατάφεραν οι «Διάβολοι» στην συνέχεια ήταν να ισοφαρίσουν στο τελικό 1-1 με τον Γουίλι Μόργκαν στις καθυστερήσεις και την Εστουδιάντες να αναδεικνύεται Πρωταθλήτρια Κόσμου.
Την επόμενη χρονιά, η Εστουδιάντες αγωνίστηκε και πάλι στο Κόπα Λιμπερταδόρες ως κάτοχος του θεσμού και με τον Βερόν στη σύνθεση της αναδείχθηκε για δεύτερη συνεχόμενη φορά Πρωταθλήτρια Νοτίου Αμερικής, ενώ στον τελικό του Διηπειρωτικού Κυπέλλου (ο δεύτερος αγώνας είναι η περίφημη «Σφαγή του Μπομπονέρα») ηττήθηκε από τη Μίλαν. Το ίδιο συνέβη και το 1970, συμμετέχοντας και πάλι ως κάτοχος του Κυπέλλου Λιμπερταδόρες και με την τρίτη κατάκτηση του τροπαίου έγινε ο πρώτος σύλλογος με τρεις συνεχόμενες κατακτήσεις του υπέρτατου διασυλλογικού τίτλου της Λατινικής Αμερικής, επιτυχία που καταρρίφθηκε μεταγενέστερα μόνο από την Ιντεπετιέντε. Το 1970 αγωνίστηκε για 3η συνεχόμενη φορά στον τελικό του Διηπειρωτικού Κυπέλλου όπου ηττήθηκε από τη Φέγενορντ. Το 1971, συμμετείχε για 4η συνεχόμενη φορά στον τελικό του Κόπα Λιμπερταδόρες, όμως ηττήθηκε από τη Νασιονάλ του Μοντεβιδέο, η οποία στη συνέχεια αντιμετώπισε και νίκησε τον Παναθηναϊκό, στις διπλές αναμετρήσεις, για το Διηπειρωτικό Κύπελλο του 1971.
Ο Παναθηναϊκός του 1974 |
Στις 28 Ιουνίου του 1972, αποκτήθηκε από τον Παναθηναϊκό, ο οποίος παράλληλα με την απόκτηση του Αρακέν Ντεμέλο (Araquem de Melo), στόχευε σε μια μεγάλη διάκριση μετά την πρόσφατη επιτυχία του στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών στο Γουέμπλεϊ. Παρά το γεγονός ότι το δέρμα του μαρτυρούσε τις ινδιάνικες ρίζες του, «υποχρεώθηκε» να υπογράψει υπεύθυνη δήλωση ότι ο παππούς του καταγόταν από την Ελλάδα και λεγόταν Πέτρος Κατσούλης! Έτσι και πήρε την άδεια, αφού την εποχή εκείνη απαγορεύονταν οι ξένοι ποδοσφαιριστές στην χώρα μας, παρά μόνο αυτοί που είχαν… ελληνικές ρίζες! Στις 13 Σεπτεμβρίου του 1972, σημείωσε το πρώτο του επίσημο γκολ του με τον Παναθηναϊκό, στον αγώνα για το Κύπελλο Πρωταθλητριών εναντίον της Λέφσκι Σόφιας, ανοίγοντας το σκορ. Σκόραρε και πάλι στον επαναληπτικό, όμως ο αγώνας επαναλήφθηκε. Στις 19 Σεπτεμβρίου του 1972, την πρώτη αγωνιστική του πρωταθλήματος, σημείωσε το πρώτο του γκολ στο πρωτάθλημα Ελλάδας, στη νίκη με 6-3 επί του Ολυμπιακού Βόλου.
Μαζί με τους Αντώνη Αντωνιάδη και Αρακέν Ντεμέλο, συνέθεσαν μια αξιόλογη επιθετική τριάδα και ο Παναθηναϊκός ήταν πρώτος στη βαθμολογία την 21η αγωνιστική. Όμως, ακολούθησαν 3 μηδενισμοί και τιμωρίες βασικών παικτών του Παναθηναϊκού, με συνέπεια, παρά τα 14 γκολ σε 29 συμμετοχές του Βερόν, ο Παναθηναϊκός να μην κατακτήσει τον τίτλο. Επίσης παρά την παρουσία του Φέρεντς Πούσκας (Ferenc Puskás) στον πάγκο, ο ανταγωνισμός του με τον Μίμη Δομάζο δεν μπόρεσε να ελεγχθεί. Την επόμενη χρονιά του στον Παναθηναϊκό, σημείωσε 9 γκολ σε 28 αγώνες και 1 για το Κύπελλο Ελλάδας, αλλά παρά το εντυπωσιακό ξεκίνημά του, ο Παναθηναϊκός περιορίστηκε στη 2η θέση του πρωταθλήματος. Συνολικά, σκόραρε 24 γκολ σε 57 παιχνίδια, αποτελώντας έναν από τους μεγαλύτερους σε αξία ποδοσφαιριστές που αγωνίστηκαν στον Παναθηναϊκό αλλά και στο ελληνικό πρωτάθλημα!
Το 1975, μετά τις πολύ καλές εμφανίσεις με τον Παναθηναϊκό, επέστρεψε για μια σεζόν στην Εστουδιάντες, όπου και σκόραρε 9 γκολ σε 43 παιχνίδια, τερματίζοντας στη δεύτερη θέση. Το 1976 μεταγράφηκε στην κολομβιανή Ατλέτικο Τζούνιορ της Μπαρανκίγια, για την οποία σημείωσε 34 γκολ σε 85 παιχνίδια. Χάρη σε αυτόν, ο σύλλογος κατέκτησε το πρωτάθλημα Κολομβίας του 1977, το πρώτο πρωτάθλημα στην ιστορία της, για να γίνει γρήγορα το είδωλο των οπαδών της. Στη συνέχεια πήγε στην Ντεπορτίβο Κουκουτά, σημειώνοντας 21 γκολ σε 39 παιχνίδια και το 1980 επέστρεψε και πάλι στην Εστουδιάντες, για την οποία σημείωσε 9 γκολ σε 35 αγώνες, παίζοντας το τελευταίο παιχνίδι της καριέρας του εναντίον της Ατλέτικο Τουκουμάν στις 22 Νοεμβρίου του 1981. Για τους «φοιτητές» έπαιξε 324 παιχνίδια, σκοράροντας 90 γκολ. Καθ’ όλη την σταδιοδρομία του, αγωνίστηκε σε 544 επίσημους αγώνες, σκοράροντας 172 γκολ, κάτι που του δίνει μια αναλογία 0,32 γκολ ανά παιχνίδι.
Το γκολ του εναντίον της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στο Ολντ Τράφορντ |
Υπήρξε 4 φορές διεθνής με την «αλμπιτσελέστε», από το 1968 έως το 1971. Αργότερα, είχε μια επιτυχημένη καριέρα ως προπονητής με την Κομιουνικασιόνες της Γουατεμάλα στη Κεντρική Αμερική. Μια από τις εμβληματικότερες προσωπικότητες των «Φοιτητών», επέστρεψε αργότερα έχοντας θέση συμβούλου στο διοικητικό τους συμβούλιο. Ο γιος του, ο Χουάν Σεμπάστιαν Βερόν (Juan Sebastián Verón), υπήρξε κι αυτός καταξιωμένος ποδοσφαιριστής και τον αποκαλούσαν «La Brujita» (Μικρή Μάγισσα). Το 2006, μετά από μια εξαιρετική ευρωπαϊκή καριέρα, επέστρεψε στην Εστουδιάντες, την οποία οδήγησε σαν αρχηγός της, στον πρώτο της τίτλο σε 23 χρόνια, στην Απερτούρα του 2006.
Το γκολ του (2-0 στο 83') στον τρίτο τελικό του Κόπα Λιμπερταδόρες του 1968, εναντίον της Παλμέιρας |
PALMARES
Περίοδος:
Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)
Επαγγελματική καριέρα
- 1962–1972: Club Estudiantes de La Plata, 295 (συνολικά) (77)
- 1972–1975: Παναθηναϊκός Αθλητικός Όμιλος, 57 (22)
- 1975: Club Estudiantes de La Plata
- 1976/77: Club Deportivo Popular (Atlético) Junior Fútbol Club
- 1978/79: Cúcuta Deportivo Fútbol Club
- 1980/81: Club Estudiantes de La Plata
Διεθνής
- 1968–1971: Αργεντινή, 4 (0)
Με
την Estudiantes
- Πρωτάθλημα Αργεντινής: 1967
- Κόπα Λιμπερταδόρες: 3 (1968, 1969, 1970)
- Διηπειρωτικό Κύπελλο: 1968
Με
την Junior de Baranquilla
- Πρωτάθλημα Κολομβίας: 1977