Ο Ούγγρος επιθετικός ή και
μεσοεπιθετικός Νάντορ Χιντεγκούτι (Nándor Hidegkuti), γεννήθηκε στις 3 Μαρτίου
του 1922, στην Βουδαπέστη. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ποδοσφαιρικής του
σταδιοδρομίας από την MTK. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950 ήταν επίσης
βασικό μέλος της ουγγρικής εθνικής ομάδας, γνωστής ως «Aranycsapat»
(Αρανίτσαπατ =Η Χρυσή Ομάδα), συμπαίκτης
του Φέρεντς Πούσκας (Ferenc Puskás), του
Ζόλταν Τσίμπορ (Zoltán Czibor), του Σάντορ Κότσις (Sándor Kocsis), του Γιόζεφ
Μπόζικ (József Bozsik) και των άλλων Χρυσών Μαγυάρων. Το 1953, παίζοντας ως δεύτερος
σέντερ φορ, σκόραρε ένα χατ-τρικ για την Ουγγαρία, όταν νίκησαν την Αγγλία με
6-3 στο Γουέμπλεϊ, στον «Αγώνα του Αιώνα». Παίζοντας λίγο πιο πίσω από τους επιθετικούς
της ομάδας, ήταν σε θέση να μοιράζει τις εξαιρετικές του πάσες στους άλλους
επιτιθέμενους και να προκαλέσει μεγάλη σύγχυση στην αντίπαλη άμυνα. Τότε, αυτό
ήταν μια καινοτομία στην ανάπτρυξη του παιχνιδιού και την τακτική, φέρνοντας επανάσταση
στον τρόπο παιζόταν το παιχνίδι. Έφυγε από τη ζωή το 2002, με την ΜΤΚ να δίνει τ’
όνομά του στο γήπεδό της προς τιμή του.
Έμαθε
ποδόσφαιρο στους δρόμους της Βουδαπέστης. Ξεκίνησε να παίζει στην Ελεκτρομός
και στην Χερμιναμέζεϊ. Γρήγορα ξεχώρισε από τους συνομηλίκους του. Αυτό το
περίμεναν όλοι. Αυτό που δεν περίμεναν όμως ήταν να γίνει ένας από τους
μεγαλύτερους επιθετικούς όλων των εποχών. Κι όχι μόνο αυτό. Σε μια εποχή που τα
πάντα άλλαζαν γύρω του, αυτός έμεινε πιστός στην ομάδα που τον κέρδισε το 1945,
την ΜΤΚ της Βουδαπέστης, τότε ΜΤΚ Χουνγκάρια. Εκεί κρέμασε τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια το 1958.
Μόνο
που και η ιστορία της ΜΤΚ έχει ενδιαφέρον, μιας και ήταν η ομάδα της
αριστοκρατίας της Βουδαπέστης. Το 1945 αυτό ήταν κακό. Είχε επικρατήσει ο
κομμουνισμός και οι αριστοκράτες ήταν υπό διωγμό. Μαζί με αυτούς στην ομάδα
είχε προσχωρήσει και η Εβραϊκή παροικία της πόλης. Όσοι γλύτωσαν από τον Χίτλερ
τη βρήκαν από το νέο καθεστώς. Αυτά ήταν τα δύο μειονεκτήματα της ΜΤΚ που
άλλαξε τρία ονόματα για να μη θυμίζει σε τίποτα την παλιά ομάδα. Ο κόσμος όμως δεν μπορούσε να δεθεί με τα νέα
ονόματα. Στο μεταξύ η ομάδα είχε περάσει στα χέρια της Ουγγρικής μυστικής
αστυνομίας. Έγινε η ομάδα της, αλλά ποτέ δεν έγινε ανταγωνιστική της Χόνβεντ
που ανήκε στον στρατό.
Ο
Χιντεγκούτι λοιπόν έμεινε πιστός στην ομάδα του, αλλά στα… χαρτιά φαίνεται να
έχει παίξει και στις Τεξτίλες, Μπάστιας και Βόρος Λόμπογκο, όπως ήταν τα
ονόματα που άλλαξε, μέχρι να ξαναεπιστρέψει στο ΜΤΚ. Παρά αυτήν την αναταραχή,
η δεκαετία του 1950, αποδείχθηκε μια επιτυχημένη περίοδος για τον σύλλογο, αφού με συμπαίκτες τον Πέτερ Πάλοτας (Péter
Palotás), τον Μιχάλι Λάντος (Mihály Lantos) και τον Γιόζεφ Ζακάριας (József
Zakariás), όλους μέλη των «Μαγικών Μαγυάρων, υπό την προπονητική καθοδήγηση του
Μάρτον Μπούκοβι (Márton Bukovi), κατέκτησε 3 πρωταθλήματα, ένα Κύπελλο
Ουγγαρίας και ένα κύπελλο Mitropa. Το 1955, ως Βόρος Λόμπογκο, έπαιξε στη πρώτη
διοργάνωση του νεοσύστατου Κυπέλλου Πρωταθλητριών ομάδων Ευρώπης. Ο Χιντεγκούτι
σκόραρε δύο φορές, στις νίκες με συνολικό σκορ 10-4 επί της Άντερλεχτ, στον
πρώτο γύρο.
Μεταξύ
1945 και 1958 κέρδισε 69 συμμετοχές και σημείωσε 39 γκολ για την Ουγγαρία.
Σκόραρε δύο φορές στο ντεμπούτο του στις 30 Σεπτεμβρίου του 1945, σε μια νίκη
με 7-2 επί της Ρουμανίας. Δύο χρόνια αργότερα, στις 17 Αυγούστου του 1947,
έκανε τη δεύτερη διεθνή εμφάνισή του και σκόραρε χατ-τρικ εναντίον της
Βουλγαρίας. Στις 18 Νοεμβρίου του 1951 σημείωσε ένα άλλο χατ-τρικ εναντίον της
Φινλανδίας. Μπορεί να έπαιξε νωρίς στην εθνική, αλλά στη συνέχεια ξεχάστηκε
στις κλήσεις. Χρειάστηκε η συμμετοχή του στην Ολυμπιακή ομάδα το 1952 και το
χρυσό μετάλλιο για να επιστρέψει στην «Χρυσή Ομάδα» που έχτιζε τότε η Ουγγαρία.
Έγινε βασικός παίκτης στην «Χρυσή Ομάδα» της αρχές και τα μέσα της δεκαετίας
του 1950. Το 1953 πέτυχε τρία γκολ στο μυθικό 6-3 των «μυθικών μαγυάρων» στο
Γουέμπλεϊ βάζοντας τέλος στη ποδοσφαιρική αλαζονεία των Άγγλων. Όλοι
ασχολήθηκαν μαζί του και μπήκε στο πάνθεο των μεγάλων. Ένας δεξιοτέχνης, με
ουσία στο παιχνίδι του.
Μαζί
με τους Φέρεντς Πούσκας (Ferenc Puskás) και Σάντορ Κόκτσις (Sándor Kocsis)
συγκρότησαν μια φοβερή επιθετική τριάδα ικανή να διασπάσει κάθε άμυνα. Μαζί,
σκόραραν συνολικά 198 γκολ! Πήρε μέρος στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1954 κι ήταν
από τους ελάχιστους που δεν ξενιτεύτηκαν μετά την έκρηξη της Ουγγρικής
επανάστασης το 1956. Το τελευταίο ματς με την εθνική το έπαιξε στις 15 Ιουνίου
του 1958, με Μέξικο (4-0) στο Σαντιβίγκεν της Σουηδίας, για το Παγκόσμιο
Κύπελλο. Ήταν μεγάλος ήδη. Δύο χρόνια μετά σταμάτησε το ποδόσφαιρο σε ηλικία 36
χρόνων.
Χρησιμοποιήθηκε για τη «Χρυσή Ομάδα» σε
ένα ρόλο δεύτερου-κρυφού κεντρικού επιθετικού, παράλληλα σε ρόλο κεντρικού-οργανωτικού
μέσου. Στη δεκαετία του 1950, η πλειοψηφία των εθνικών ομάδων χρησιμοποιούσε
ακόμα το σχηματισμό WM, όπου ο κεντρικός αμυντικός, παραδοσιακά, μαρκάριζε τον κεντρικό επιθετικό της
αντίπαλης ομάδας, ο οποίος –συνήθως- φορούσε τη φανέλα με το № 9. Όταν ο
αντίπαλος αμυντικός, προσπαθούσε να αναχαιτίσει τον Χιντεγκούτι, που τραβιόταν
και οργάνωνε το παιχνίδι λίγο πιο πίσω, αυτό δημιουργούσε τεράστιους χώρους,
επιτρέποντας στους υπόλοιπους της ουγγρικής ομάδας την αξιοποίηση τους. Αυτή τη
χρονική περίοδο, αυτό ήταν μια επαναστατική τακτική, που απαιτούσε από τον
παίκτη που αναλάμβανε αυτόν τον ρόλο, να διαθέτει εξαιρετική τεχνική κατάρτιση,
εξαιρετική πάσα, αλλά και τακτική παιδεία, στοιχεία που ο Νάντορ Χιντεγκούτι
διέθετε στο έπακρο!
Μετά
τη συνταξιοδότησή του ως παίκτης, διετέλεσε 2 φορές προπονητής στην MTK. Έγινε
προπονητής και με τη Φιορεντίνα κατέκτησε το Κύπελλο Κυπελλούχων το 1961,
νικώντας Ρέιντζερς 4-1. Με την ΕΤΟ Γκιορ κέρδισε το ουγγρικό πρωτάθλημα του
1963 και μετά τους οδήγησε μέχρι τον ημιτελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών
1964/65, όπου έχασαν την πρόκριση από την μετέπειτα νικήτρια, Μπενφίκα. Η
Αιγυπτική Αλ Αχλί ήταν μια καλή ευκαιρία να μένει στο εξωτερικό και να
απολαμβάνει κάποια από τα αγαθά του δυτικού τρόπου ζωής. Αντιμετώπισε
προβλήματα στη καρδιά και ταλαιπωρήθηκε τα τελευταία χρόνια της ζωής του.
Ο
Νάντορ Χιντεγκούτι, πέθανε στις 14 Φεβρουαρίου του 2002, μετά από προβλήματα
που είχε στην καρδιά και τους πνεύμονες, για κάποιο χρονικό διάστημα πριν από
το θάνατό του. Το γήπεδο της MTK έχει πάρει τ’ όνομά του, προς τιμήν του.
PALMARES
Περίοδος:
Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)
Επαγγελματική καριέρα
- 1942–1945: Elektromos Futball Club, 53 (27)
- 1945/46: Herminamezei Atlétikai Club, ? (?)
- 1947–1949: Magyar Testgyakorlók Köre (MTK) Budapest Futball Club, 110 (73)
- 1949/50: (μετονομασία) → Budapesti Textiles SE, 30 (23)
- 1950–1952: (μετονομασία) → Budapesti Bástya SE, 51 (49)
- 1952–1956: (μετονομασία) → Vörös Lobogó SE, 92 (65)
- 1956–1958: Magyar Testgyakorlók Köre (MTK) Budapest Futball Club, 31 (16)
Σύνολο καριέρας: 381 (265)
Διεθνής
- 1945–1958: Ουγγαρία, 69 (39)
Προπονητική καριέρα
- 1959/60: Magyar Testgyakorlók Köre (MTK) Budapest Futball Club
- 1960–1962: Associazione Calcio Fiorentina
- 1962/63: Associazione Calcio Mantova
- 1963–1965: Győri Egyetértés Torna Osztály (ETO) Football Club
- 1966: Futball Club Tatabánya
- 1967/68: Magyar Testgyakorlók Köre (MTK) Budapest Futball Club
- 1968–1971: Budapest Spartacus
- 1972: Zakładowy Klub Sportowy Stal Rzeszów
- 1973: Egri Dózsa
- 1973–1980: Al Ahly Sporting Club
- 1983–1985: Al Ahly Sporting Club
Τίτλοι
Διεθνείς
Με
την Ουγγαρία
- Ολυμπιακοί Αγώνες: Χρυσό Μετάλλιο -1η θέση το 1952 στο Ελσίνκι
- Πρωτάθλημα Κεντρικής Ευρώπης: 1953
- Παγκόσμιο Κύπελλο: φιναλίστ το 1954
Συλλογικοί
Με
την MTK Hungária
- Πρωτάθλημα Ουγγαρίας: 3 (1951, 1953, 1958)
- Κύπελλο Ουγγαρίας: 1952
- Mitropa Cup: 1955
Προσωπικές Διακρίσεις
- Παίκτης της Χρονιάς από την Ουγγρική Ομοσπονδία: 1953
Ως προπονητής
- Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης: 1961
Με
την Győri ETO
- Πρωτάθλημα Ουγγαρίας: 1963
- Κύπελλο Πρωταθλητριών: στους ημιτελικούς το 1965
Με
την Al-Ahly
- Πρωτάθλημα Αιγύπτου: 5 (1975, 1976, 1977, 1979, 1980)
- Κύπελλο Αιγύπτου: 1978
Κάποια
στοιχεία από το podosfairistis.blogspot.gr