Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2017

Χόρχε “Μάχικο” Γκονζάλες: Ο Μαγικός

Ο Σαλβαδοριανός επιθετικός Χόρχε Γκονζάλες, περισσότερο γνωστός ως Μάχικο Γκονζάλες (Jorge Alberto “Mágico” González Barillas), γεννήθηκε στις 13 Μαρτίου του 1958, στο Σαν Σαλβαδόρ, την πρωτεύουσα του Ελ Σαλβαδόρ στην κεντρική Αμερική. Ένας επιθετικός, διάσημος για τις δεξιότητες του, την εξαιρετική του πάσα και τον έλεγχο της μπάλας. Ωστόσο, το ταλέντο του επισκιάστηκε από την αμφισβητήσιμη συμπεριφορά του εκτός γηπέδου. Συνδέθηκε κυρίως με την Κάδιθ στην Ισπανία, ενώ αντιπροσώπευσε  επίσης την εθνική ομάδα του Ελ Σαλβαδόρ για περισσότερο από δύο δεκαετίες. 


Είναι γνωστός και πάρα πολύ διάσημος σε ολόκληρη την αμερικανική ήπειρο με το παρατσούκλι El Mágico (Ελ Μάχικο =Ο Μαγικός)!  Ο άνθρωπος που 
«… είχε στα πόδια την επιδεξιότητα που ο Θεός μας έδωσε στα χέρια» 
και που θα μπορούσε να γίνει ο Καλύτερος Ποδοσφαιριστής στον κόσμο, σύμφωνα με τον Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα (Diego Armando Maradona)! Πολλοί ειδικοί του ποδοσφαίρου και δημοσιογράφοι λένε ότι αν ήταν Αργεντίνος ή Βραζιλιάνος, θα κατατασσόταν μεταξύ των καλύτερων στον κόσμο, μαζί με τον Μαραντόνα και τον Πελέ (Edson Arantes do Nascimento, “Pelé”).


Γεννήθηκε σε μια φτωχή οικογένεια με λιγοστά μέσα στη γειτονιά Luz του Σαν Σαλβαδόρ. Ήταν ένας από τα επτά αδέλφια και μόνο μία αδελφή. Ο μεγαλύτερος αδελφός του, Μαουρίτσιο Γκονζάλεζ Παχίν (Mauricio González Pachín), ήταν επίσης ποδοσφαιριστής που έγινε γνωστός σε τοπικό επίπεδο. Ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα, το 1975 με την Αντμινιστρασιόν Νασιονάλ ντε Κομιουνικασιόνες (ΑΝΤΕΛ). Έπαιξε και για την Ιντεπεντιέντε Νασιονάλ, πριν μεταγραφεί το 1977 στη Φουτμπολίστας Ασοσιάδος Σαντανέκος (FAS), στην Α’ Κατηγορία της πατρίδας του. Με τρομερές δεξιότητες και εξαιρετική πάσα, το ταλέντο του επισκιαζόταν από αμφισβητήσιμη συμπεριφορά εκτός γηπέδου. Όσο αγωνιζόταν στο Ελ Σαλβαδόρ, είχε το παρατσούκλι «El Mago» (Ο Μάγος) αλλά αργότερα, μετά τη μεταγραφή του στην Ισπανία, το παρατσούκλι του άλλαξε ελαφρά σε «El Mágico».


Τόσο η Ατλέτικο Μαδρίτης όσο και Κάδιθ έδειξαν να ενδιαφέρονται για την απόκτηση του, το 1982. Παρά την μεγαλύτερη προβολή που θα είχε με την Ατλέτικο, κατέληξε για 130.000 δολάρια στους Ανδαλουσιανούς της Κάδιθ, στην δεύτερη κατηγορία της Ισπανίας. Το ντεμπούτο του στην ισπανική Β’ Κατηγορία, ήταν στις 5 Σεπτεμβρίου του 1982, στην εντός έδρας ισοπαλία (1-1) εναντίον της Μούρθια. Την πρώτη χρονιά στην Ανδαλουσία θα βάλει 15 γκολ σε 33 παιχνίδια, θα ανεβάσει την ομάδα στην Α’ Κατηγορία, θα γνωρίσει όλα τα κλαμπ της πόλης, θα κάνει πράγματα και θάματα, θα γίνει και θα παραμείνει μέχρι σήμερα το μεγαλύτερο είδωλο του γηπέδου Ραμόν ντε Καράντσα. Εκεί θα αποκτήσει το παρατσούκλι «Μαγικός», καθώς μέχρι τότε ήταν γνωστός απλώς ως «Μάγος»! Έγινε ο αγαπημένος των οπαδών χάρη στις εκθαμβωτικές κινήσεις του και τα γκολ του, αλλά ήταν επίσης διαβόητος για την αγάπη του στην νυχτερινή ζωή και τις πάμπολες περιπτώσεις που κοιμήθηκε με αποτέλεσμα να μη συμμετέχει στις προπονήσεις!


Στο Κάδιθ θα αποκτήσει οριστικά και αυτό το παρουσιαστικό, με ενόχους γι’ αυτό να είναι η αγάπη του για τη νύχτα (είπε  « … χωρίς αυτήν η μέρα δεν είναι τόσο ωραία»), τις γυναίκες και το ποτό, ο κολλητός του και σύντροφός του στα ξενύχτια, ο θρύλος του φλαμένκο Καμαρόν ντε λα Ίσλα και μια κάπως γλεντζέδικη προσέγγιση για το ποδόσφαιρο: 
«Δεν είμαι άγιος, είναι αλήθεια. Βγαίνω κάθε βράδυ και ξενυχτάω, μα δεν μπορώ να το δω σαν δουλειά, παίζω μπάλα για να διασκεδάσω». 
Συνέχισε να διασκεδάζει και στην πρώτη κατηγορία, τόσο έξω από το γήπεδο, όσο και μέσα σ’ αυτό ή όταν τέλος πάντων ξυπνούσε εγκαίρως για να πάει να παίξει! Στις προπονήσεις πάντως πήγαινε όλο και σπανιότερα, κατά περιόδους και καθόλου, παρόλο που η διοίκηση είχε επιφορτίσει υπάλληλο να περνάει να τον ξυπνάει!


Το ντεμπούτο του στην κορυφαία ισπανική κατηγορία, ήρθε στις 11 Σεπτεμβρίου του 1983, στην ήττα (1-3) εντός έδρας ενάντια στον ίδιο αντίπαλο, την Μούρθια. Για κείνη την πρώτη του χρονιά στην μεγάλη κατηγορία κυκλοφορούν διάφορες ιστορίες: ότι αποκοιμήθηκε όρθιος ακουμπώντας το κεφάλι του στον ώμο ενός συμπαίκτη μέχρι να χτυπηθεί ένα κόρνερ, ότι σε ένα ματς με την Ατλέτικο έφτασε στο γήπεδο μεθυσμένος και κοιμήθηκε στο μασάζ αφήνοντας την ομάδα του να αρχίσει το ματς με δέκα παίκτες, ότι μια μέρα πρόλαβε μόνο το δεύτερο ημίχρονο με την Μπάρτσα (κοιμόταν), μπήκε στο 1-0 και ισοφάρισε με ένα «μαραντονίσιο» γκολ και σε μια εναλλακτική βερσιόν, αρκετά διαδεδομένη, ότι μπήκε στο 3-0, έβαλε δυο γκολ και μοίρασε δυο ασίστ!


Το 1983 και το 1984, η Κάδιθ ταξίδεψε σε τουρνέ στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το 1983 ήταν ο κύριος πόλος έλξης, αλλά το 1984, με τη Κάδιθ να ξαναϋποβιβάζεται, ο Μάχικο, ακόμη κι απροπόνητος, αγουροξυπνημένος και μεθυσμένος, βγαίνει 3ος σκόρερ κι ο Μαραντόνα πιέζει τον Λουίς Σεζάρ Μενότι (Luis Cesar Menotti) να τον πάρουν στην Μπαρτσελόνα. Η ιδέα είναι να τον δοκιμάσουν σε μια περιοδεία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Χόρχε χάνει το αεροπλάνο για τη Βαρκελώνη (ναι, τον πήρε ο ύπνος) και συναντά τους υπόλοιπους στη Νέα Υόρκη. O Μαραντόνα κι ο Γκονζάλες θα παίξουν συμπαίκτες σε δυο ματς, με το № 10 ο ένας, με το № 11 και κατεβασμένες κάλτσες ο άλλος. Στο δεύτερο ματς, κόντρα στη Φλουμινένσε, θα συνδυαστούν αρμονικότατα και ο Γκονζάλες θα σκοράρει, για πρώτη και τελευταία φορά για την Μπαρτσελόνα.


Μετά τον αγώνα, στη συνέντευξη τύπου, ο Ντιέγκο θα του πλέξει το εγκώμιο, ισχυριζόμενος ότι ο Σαλβαδοριανός ήταν 
« … χωρίς αμφιβολία ανάμεσα στους μεγαλύτερους δέκα παίκτες που έχω δει ποτέ»!
Το ίδιο βράδυ, στο ξενοδοχείο, θα υπάρξει συναγερμός για φωτιά, θα έρθει η πυροσβεστική, θα εκκενωθούν τα δωμάτια. Οι παίκτες της Μπαρτσελόνα μετριούνται, κάποιος λείπει: ο Μάχικο Γκονζάλες δεν άκουσε τον συναγερμό γιατί κοιμόταν μακάριος όλη τη νύχτα στην αγκαλιά μιας ιερόδουλης. Κάπου εκεί τελείωσε η προοπτική της μεταγραφής του. Το ματς κόντρα στη Φλουμινένσε θα είναι και το τελευταίο του Μαραντόνα με την Μπαρτσελόνα πριν φύγει για τη Νάπολι. 

Παρ' όλο το ενδιαφέρον από τη Παρί Σεν Ζερμέν και τις ιταλικές Φιορεντίνα και Σαμπντόρια επέλεξε να μείνει και να μαραζώνει άπραγος στην Κάντιθ, χωρίς να παίζει γιατί αρνήθηκε να πάρει μεταγραφή, αλλά και λόγω προβλημάτων με τον προπονητή Μπενίτο Ζοανέ (Benito Joanet). Τον Ιανουάριο του 1985 θα πάει για έξι μήνες στη Βαγιαδολίδ. Η προσωπική του ζωή ελέγχονταν αυστηρά εκεί, όπου θα παίξει μόλις 9 ματς, θα πάθει κατάθλιψη (του απαγόρεψαν κάθε νυχτερινή έξοδο), δεν θα βρει γιατριά παρά τον ψυχολόγο και τον βελονιστή (!) που προσέλαβε η διοίκηση για να τον κουράρουν και θα επιστρέψει τελικά, κατά παλλαϊκή απαίτηση στο Κάδιθ, ακριβώς ένα χρόνο αργότερα. Φημολογείται ότι στο καινούργιο του συμβόλαιο περιείχε μια ρήτρα που έλεγε ότι θα πληρωνόταν 700 δολάρια ανά παιχνίδι που έπαιζε και τίποτε για αυτά που δεν έπαιζε!


Δεν είναι ακόμη ούτε 28 χρονών. Μετά από πολλές αλλαγές προπονητή, τελικά θα λάμψει και πάλι για την Κάδιθ υπό τον Βίκτορ Εσπάραγκο (Víctor Espárrago). Τα επόμενα χρόνια θα κρύβεται τις νύχτες στις καμπίνες των ντισκ-τζόκεϊ για να μην τον βρει η διοίκηση, θα κατηγορηθεί για βιασμό, θα φτάσει κοντά σε μια μεταγραφή στην Αταλάντα κλπ. Στο γήπεδο θα είναι πολύ λιγότερο παραγωγικός, αλλά θα εξακολουθεί να βάζει πανέμορφα γκολ! Σκόραρε 58 γκολ σε 194 παιχνίδια πρωταθλήματος για τον σύλλογο μέχρι την αποχώρησή του, στις 6 Ιουνίου του 1991, σε ηλικία 33 ετών. Επέστρεψε στο Ελ Σαλβαδόρ και την FAS, μένοντας με την ομάδα μέχρι το 1999, όταν αποσύρθηκε για να ξεκινήσει την προπονητική ως βοηθός στο Χιούστον του Τέξας. Μετά από ένα σύντομο πέρασμα στις ΗΠΑ, επέστρεψε στην πατρίδα του.


Έπαιξε το πρώτο από τα 62 παιχνίδια του για το Ελ Σαλβαδόρ, την 1η Δεκεμβρίου του 1976, κατά της Κόστα Ρίκα. Αγωνίστηκε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1982, όπου εμφανίστηκε και στους τρεις αγώνες στη φάση των ομίλων, συμπεριλαμβανομένης της ήττας με 1-10 από την Ουγγαρία. Σκόραρε 21 γκολ για το Ελ Σαλβαδόρ, μέχρι το 1998 που διήρκεσε η διεθνής του καριέρα.


Το 2001, η Κάδιθ τίμησε τον Γκονζάλεζ με έναν αγώνα, με τα έσοδα να πηγαίνουν στα θύματα του τότε πρόσφατου σεισμού στο Ελ Σαλβαδόρ. Το 2003, η Εθνοσυνέλευση του Ελ Σαλβαδόρ του έδωσε την υψηλότερη τιμή της χώρας, τη «Hijo Meritísimo» και το Εθνικό Στάδιο της χώρας πήρε τ’ όνομά του! Στις 28 Αυγούστου του 2004, ένας άλλος αγώνας παίχτηκε προς τιμήν του, αυτή τη φορά στο –πλέον- Στάδιο «Mágico González» του Σαν Σαλβαδόρ, μεταξύ της μια ομάδα διεθνών Αμερικανών αστέρων και μια ομάδα που αποτελούνταν από πρώην παίκτες της FAS. Έπαιξε από ένα ημίχρονο με τις δύο πλευρές και σκόραρε συνολικά τρία γκολ.


Παντρεύτηκε την Άννα Ρουάνο, κόρη ενός άλλου θρύλου του ποδοσφαίρου του Ελ Σαλβαδόρ, του Αλφρέδο Ρουάνο (Alfredo Ruano). Ο γιος του, Ροντρίγκο, επίσης έπαιξε στην πρώτη κατηγορία της χώρας, για την Ατλέτικο Μάρτε.


PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)


Επαγγελματική καριέρα

  • 1975/76: Administración Nacional de Telecomunicaciones (ANTEL)
  • 1976/77: Independiente Futbol Club San Vicente
  • 1977–1982: Club Deportivo Futbolistas Asociados Santanecos (FAS)
  • 1982–1984: Cádiz Club de Fútbol, 74 (30)
  • 1985: Real Valladolid Club de Fútbol, 9 (2)
  • 1986–1991: Cádiz Club de Fútbol, 120 (28)
  • 1991–1999: Club Deportivo Futbolistas Asociados Santanecos (FAS)

Σύνολο καριέρας: 203 (60)

Διεθνής

  • 1976–1998: Ελ Σαλβαδόρ, 62 (21)




 Τίτλοι

Με την FAS
  • Πρωτάθλημα Ελ Σαλβαδόρ: 5 (1977/78, 1978/79, 1981, 1994/95, 1995/96)
  • CONCACAF Champions League: 1979



Πολλά στοιχεία του κειμένου από το sombrero.gr