Κυριακή 2 Ιουλίου 2017

Μίλος Σέστιτς: Ο Μάγος της Ντρίμπλας

Ο Γιουγκοσλάβος, σέρβικης καταγωγής δεξιός ακραίος ή και περιφερειακός επιθετικός, Μίλος Σέστιτς (Miloš Šestić), γεννήθηκε στις 8 Αυγούστου του 1956, στο χωριό Μιλοσάβτσι κοντά στη Μπάνια Λούκα. Αναγνωρισμένος σαν «Ο Μάγος της Ντρίμπλας», αγωνίστηκε στα πρωταθλήματα της σημερινής Σερβίας και της Ελλάδας. Αν και βραχύσωμος (1.68 μ.), διακρίθηκε  για το ποδοσφαιρικό του θράσος, τις διεισδύσεις και το δυνατό του σουτ. Έχοντας ξεκινήσει από τις ακαδημίες του Ερυθρού Αστέρα, έγινε επαγγελματίας το 1973, σε ηλικία μόλις 17 ετών. Παρέμεινε στον Αστέρα για 11 χρόνια, μέχρι το 1984, έχοντας κατακτήσει 3 πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο Γιουγκοσλαβίας. Το Δεκέμβριο του 1984, αποκτήθηκε από τον Ολυμπιακό στον οποίο παρέμεινε για περίπου δύο χρόνια. Δεν κατάφερε να κατακτήσει κάποιον τίτλο, όμως υπήρξε ένας από τους Καλύτερους Ξένους που φόρεσαν ποτέ τη ερυθρόλευκη φανέλα! Διανύοντας αμέτρητα χιλιόμετρα σε κάθε παιχνίδι, «κολλούσε» τη μπάλα στα πόδια του και δημιουργούσε όλες τις προϋποθέσεις για γκολ. Πάνω απ’ όλα όμως, ξεχώριζε για τη ντρίμπλα του!  


Δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι ανέβασε την τεχνική ακόμη ένα επίπεδο στο ελληνικό πρωτάθλημα με τις ικανότητές του! Επέστρεψε στη Σερβία, αγωνιζόμενος σε διάφορους συλλόγους, συμπεριλαμβανομένων της Βοϊβοντίνα και της ΟΦΚ Βελιγραδίου, μέχρι το τέλος της περιόδου 1991/92, όταν σε ηλικία 36 ετών, αποφάσισε να βάλει τέλος στην πολυετή επαγγελματική του καριέρα. Μόνιμο στέλεχος της εθνικής ομάδας της Γιουγκοσλαβίας από το 1979, μέχρι και το 1985, πραγματοποίησε 21 διεθνείς συμμετοχές και πέτυχε 2 γκολ, συμμετέχοντας στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1982 και στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1984.


Έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στις ακαδημίες του Ερυθρού Αστέρα. Με την ομάδα του Βελιγραδίου υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο το 1973, αφού προηγουμένως προωθήθηκε στην πρώτη ομάδα της σερβικής ομάδας, σε ηλικία μόλις 17 ετών. Έκανε το ντεμπούτο του στις 24 Απριλίου του 1974, σ’ έναν αγώνα εναντίον της Ολύμπια της  Λιουμπλιάνα. Μετά το πέρας της τριετίας (1973-1976) όπου είχε λίγες συμμετοχές, μόλις 17 και κανένα γκολ, έγινε βασικό και αναντικατάστατο μέλος της 11άδας του Ερυθρού Αστέρα. Έκανε 22 συμμετοχές με 8 γκολ τη σεζόν 1976/77, 28 συμμετοχές με 3 γκολ τη 1978/79 και 28 συμμετοχές με 4 γκολ το 1979/80. Η μόνη σεζόν που είχε λίγες συμμετοχές ήταν το 1977/78, όπου έχασε πολλούς αγώνες λόγω τραυματισμών, έχοντας 15 συμμετοχές με 2 γκολ. Συνέχισε να είναι βασικός και αναντικατάστατος στον Αστέρα, κάνοντας 31 συμμετοχές με  7 γκολ το 1980/81 και 27 συμμετοχές με 7 γκολ το 1981/82. Έχασε όλη τη σεζόν 1982/83 λόγω τραυματισμού, κάνοντας  μόλις 6 συμμετοχές και επανήλθε δριμύτερος την επόμενη σεζόν με 29 συμμετοχές και 7 γκολ.


Μπήκε "φουριόζος" τη σεζόν 1984/85 και μέχρι το Δεκέμβρη του 1984 έχει πετύχει 6 γκολ σε 13 συμμετοχές και δείχνει να είναι σε καλύτερη φόρμα από ποτέ. Την ίδια ώρα, ο Σταύρος Νταϊφάς ψάχνει τρόπο να απαντήσει στον κουμπάρο του, Γιώργο Βαρδινογιάννη και τον Παναθηναϊκό που είχε προχωρήσει στην εντυπωσιακή κίνηση απόκτησης του συμπαίκτη του Σέστιτς στην εθνική ομάδα, του Βέλιμιρ Ζάετς (Velimir Zajec), αμέσως μετά το Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα στη Γαλλία. Η πρόταση κατατίθεται στον Ερυθρό Αστέρα, οι ομάδες τα βρίσκουν, ο Σέστιτς θεωρεί καλή προοπτική τον Ολυμπιακό και ο Νταϊφάς απαντά με εξίσου εντυπωσιακό τρόπο, φέρνοντας τον Γιουγκοσλάβο βιρτουόζο στο λιμάνι το Δεκέμβρη του 1984. Παρέμεινε στον Αστέρα για 11 χρόνια, από το 1973 μέχρι το 1984, έχοντας καταφέρει να κατακτήσει 3 πρωταθλήματα (1977, 1980, 1981) καθώς και ένα Κύπελλο Γιουγκοσλαβίας (1982). Με τον Ερυθρό Αστέρα, πραγματοποίησε 216 συμμετοχές, ενώ κατάφερε να πετύχει και 44 γκολ στο γιουγκοσλάβικο πρωτάθλημα, ενώ συνολικά έπαιξε σε  441 αγώνες σε όλες τις διοργανώσεις και σκόραρε 108 γκολ.


Περίπου 2.000 φίλοι της ομάδας βρέθηκαν στην  πρώτη του προπόνηση για να τον παρακολουθήσουν και εκείνος δικαίωσε όλες τις προσδοκίες τους! Μικρός το δέμας (1.68) αλλά θαυματουργός ο 28χρονος Σέστιτς, με άψογη τεχνική κατάρτιση, ντρίμπλα που ζάλιζε οποιονδήποτε αντίπαλο, «δολοφονικό» αριστερό πόδι και εξίσου καλό δεξί. Καθιερώθηκε φορώντας το № 7 στην πλάτη και παίζοντας σαν δεξί χαφ-εξτρέμ, ώστε να έχει την ευκαιρία να συγκλίνει προς τα μέσα και να εξαπολύει τους κεραυνούς του με το αριστερό. Αγωνίστηκε βασικός σε ολόκληρο τον 2ο γύρο του πρωταθλήματος με τον Ολυμπιακό, έχοντας 17 συμμετοχές και 2 γκολ, αλλά ο τίτλος εκείνης της σεζόν κατέληξε στον Παναθηναϊκό. Την επόμενη σεζόν, ο Σέστιτς «όργωνε» από τη δεξιά πλευρά του γηπέδου με τον Ολυμπιακό, είχε 27 συμμετοχές και πέτυχε 8 πολύ όμορφα γκολ, με κορυφαία εκείνα απέναντι στη Λάρισα με διαδοχικές ντρίμπλες και προσποιήσεις, απέναντι στην Δόξα Δράμας με μακρινό σουτ, με φάουλ απέναντι στην Παναχαϊκή και με εκπληκτικό σκάψιμο της μπάλας απέναντι στον Ηρακλή για το κύπελλο Ελλάδας. Η νέα σεζόν τον βρήκε αρκετές φορές στον πάγκο του Ολυμπιακού, όπου έκανε μόλις 6 συμμετοχές και πέτυχε 1 γκολ, όταν αποφασίστηκε η αποδέσμευση του, καθώς ο Αλκέτας Παναγούλιας ήθελε να φέρει ξένο επιθετικό και δεν υπήρχε άλλη θέση ξένου. Έτσι ο Σέστιτς έφυγε από τον Ολυμπιακό για να έρθει στη θέση του ο... Ιγκόρ Βράμπλιτς (Igor Vrablic). Πήρε μέρος σε συνολικά 50 αγώνες πρωταθλήματος των Πειραιωτών, και σημείωσε 11 τέρματα.


Μετά το πέρασμά του από τον Ολυμπιακό, επέστρεψε στη Σερβία, σε ομάδες της οποίας αγωνίστηκε μέχρι το τέλος της καριέρας του, καθώς δεν έφυγε ποτέ ξανά εκτός της χώρας. Αγωνίστηκε για δύο χρόνια στη Βοϊβοντίνα, με την οποία πραγματοποίησε 60 συμμετοχές, σκοράροντας 9 γκολ, κατακτώντας το πρωτάθλημα Γιουγκοσλαβίας, σπάζοντας κατεστημένα ετών στη Γιουγκοσλαβία, ενώ συνολικά αγωνίστηκε σε 114 παιχνίδια του συλλόγου του Νόβισαντ σε όλες τις διοργανώσεις και σημείωσε 32 γκολ. Στη συνέχεια, το 1989, μεταπήδησε στη Ζέμουν  του Σεμλίνο, με την οποία  αγωνίστηκε για ένα μόλις χρόνο πραγματοποιώντας συνολικά 18 εμφανίσεις. Τη διετία 1990-1992, αγωνίστηκε αρχικά στην OFK του Βελιγραδίου και έπειτα στη Βόζντοβατς. Μετά το τέλος της περιόδου 1991/92 και όντας στα 36 του χρόνια, αποφάσισε να κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια και να βάλει τέλος στην πολυετή επαγγελματική του καριέρα.


Ήταν μόνιμο στέλεχος της εθνικής ομάδας της Γιουγκοσλαβίας από το 1979, μέχρι και το 1985, έχοντας πραγματοποιήσει συνολικά 21 συμμετοχές και έχοντας καταφέρει να πετύχει 2 γκολ. Πήρε μέρος στους Μεσογειακούς Αγώνες του 1979 στο Σπλιτ, με τη Γιουγκοσλαβία να αναδεικνύεται πρωταθλήτρια και με την Ολυμπιακή Ομάδα στους Αγώνες του 1980 στη Μόσχα, τερματίζοντας στη 4η θέση. Έκανε το ντεμπούτο του στην εθνική Ανδρών, στις 10 Οκτωβρίου του 1979, σε μια νίκη με 1-0 επί της Ισπανίας για τα προκριματικά του Euro του 1980. Συμμετείχε  στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1982 στην Ισπανία, παίζοντας  σε 2 αγώνες, κατά της Ισπανίας (1-2) και της Ονδούρας (1-0). Η εικόνα του να  εισβάλλει στην περιοχή της Ονδούρας και να κερδίζει το πέναλτι που έστειλε τους Γιουγκοσλάβους στον επόμενο γύρο του τουρνουά, μνημονεύεται ακόμα και σήμερα στη Σερβία! Συμμετείχε επίσης  και στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1984 στη Γαλλία, πάλισε δύο συναντήσεις, με το Βέλγιο (0-2) και τη Γαλλία (2-3), σημειώνοντας γκολ στο 33ο  λεπτό. Μετά την επιστροφή από το Euro, είπε σε μια συνέντευξη ότι η εθνική ομάδα της Γιουγκοσλαβίας δεν θα έπρεπε να συμμετέχει στο πρωτάθλημα, επικρίνοντας  τον προπονητή Τόζα Βεσελίνοβιτς (Todor "Toza" Veselinović), χαρακτηρίζοντας την ομάδα ως «…περιοδεύοντα θίασο»! Το τελευταίο διεθνές παιχνίδι του, πραγματοποιήθηκε στις 3 Απριλίου του 1985, εναντίον της Γαλλίας .


Το 1991 κρέμασε τα παπούτσια του, όμως ούτε για ένα λεπτό δεν σκέφτηκε να παρατήσει και τη μπάλα. Η ζωή δεν του τα έφερε όλα ρόδινα, οικογενειακές τραγωδίες, όπως ο θάνατος της γυναίκας του, Σλάβιτσα η οποία του είχε χαρίσει δυο παιδιά και σοβαρά προβλήματα υγείας με την καρδιά του! Όταν όμως η καρδιά του είναι στα παιδιά και στη μπάλα, ο ίδιος στέκεται παλικάρι. Ακαδημίες, υποδομές, παραγωγή παικτών, το 2004 στην Όμπιλιτς (του Αρκάν) και έπειτα στον Αστέρα. Ο πρόεδρος της ομάδας., Λούκιτς τον εμπιστεύεται αρκετά και τον έβαλε σε άλλο πόστο, «κατάσκοπος» αντιπάλων και παικτών.




PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Επαγγελματική καριέρα

  • ·         1973–1984: Fudbalski Klub Crvena Zvezda, 216 (44)
  • ·         1985–1987: Ολυμπιακός Σύνδεσμος Φιλάθλων Πειραιώς, 50 (11)
  • ·         1987–1989: Fudbalski Klub Vojvodina Novi Sad, 60 (9)
  • ·         1989/90: Fudbalski Klub Zemun, 18 (3)
  • ·         1990/91: Omladinski Fudbalski Klub (OFK) Beograd, 10 (2)
  • ·         1991/92: Fudbalski Klub Voždovac                          

Διεθνής

  • ·         1979–1985: Γιουγκοσλαβία, 21 (2)


Τίτλοι

Με τον Ερυθρό Αστέρα
  • ·         Πρωτάθλημα Γιουγκοσλαβίας:  4  (1976/77, 1979/80, 1980/81, 1983/84)
  • ·         Κύπελλο Γιουγκοσλαβίας: 1981/82


Με την Vojvodina Novi Sad
  • ·         Πρωτάθλημα Γιουγκοσλαβίας:  1988/89