Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2016

Μάνφρεντ Καλτς

Ο Γερμανός δεξιός ακραίος αμυντικός Μάνφρεντ Καλτς (Manfred Kaltz), γεννήθηκε στις 6 Ιανουαρίου του 1953, στο Λουντβιγκσχάφεν της Ρηνανίας-Παλατινάτου. Έπαιξε στην Μπουντεσλίγκα για το Αμβούργο και 13 φορές με ένα γκολ για την γαλλική Μιλούζ στη Λιγκ 1. Επέστρεψε στο Αμβούργο μια σεζόν αργότερα, ως συνέπεια του υποβιβασμού της ομάδας το τέλος του 1989/90. Προηγουμένως, είχε αναγκαστεί να φύγει από το Αμβούργο, το σύλλογο για το οποίο είχε γίνει επαγγελματίας από τη σεζόν 1971/72, όταν ο προπονητής του, Έριχ Ρίμπεκ (Erich Ribbeck) είχε αποφασίσει να μην ανανεώσει το συμβόλαιό του. Με 581 αγώνες με τους «δεινόσαυρους», μέχρι σήμερα παραμένει ο δεύτερος ρέκορντμαν συμμετοχών στην ιστορία της Μπουντεσλίγκα. Ειδικός στα πέναλτι και αγαπημένος των οπαδών, σκόραρε 53 από τα 76 γκολ του από το σημείο, ένα ρεκόρ στην Μπουντεσλίγκα. Διεθνώς, ήταν μέλος της ομάδας που κέρδισε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1980.


Ξεκίνησε να παίζει ποδόσφαιρο στα 11 του χρόνια με την VfL Νοιχόφεν. Συμμετείχε σε όλες τις εθνικές ομάδες της Δυτικής Γερμανίας, ξεκινώντας από την παιδική. Το 1968 πήγε στην Άλτριπ. Με τον πρώην προπονητή του Γκέρχαρντ Χάιντ (Gerhard Heid) στη συνέχεια μετακόμισε στο Αμβούργο. Έπαιξε το πρώτο του αγώνα στην Μπουντεσλίγκα, στις 20 Αυγούστου του 1971. Συμμετείχε σε 568 αγώνες για τον σύλλογο της βόρειας Γερμανίας, με τον τελευταίο αγώνα μαζί της να έρχεται στις 7 Ιουνίου του 1989.


Έφυγε μετά από 18 χρόνια στον σύλλογο και μετακόμισε στην Γαλλία για λογαριασμό της Μπορντό, όπου έπαιξε έναν αγώνα (!!!) Ύστερα από μια περίοδο στην επίσης γαλλική Μιλούζ, επέστρεψε στο Αμβούργο. Στις 8 Σεπτεμβρίου του 1990, γιόρτασε στο «Φόλκσπαρκ Στάντιον» εναντίον της Μενχενγκλάντμπαχ, κάτω από τις οδηγίες του Γκερντ-Φόλκερ Σοκ (Gerd-Volker Schock) την επιστροφή του. Στο υπόλοιπο της σεζόν, αν και έκανε μόνο 13 παιχνίδια, συνέβαλε στην έξοδο της ομάδας στο Κύπελλο UEFA του 1991. Με συνολικά 581 εμφανίσεις στην Μπουντεσλίγκα, αποκλειστικά για το Αμβούργο, ο Μάνφρεντ Καλτς αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, μετά από 19 χρόνια και είναι μέχρι σήμερα ο δεύτερος ρέκορντμαν συμμετοχών στην ιστορία της Μπουντεσλίγκα.


Συνολικά, σκόραρε 76 γκολ για το Αμβούργο. Θεωρούνταν σπεσιαλίστας στα πέναλτι, σημειώνοντας 53 γκολ από την άσπρη βούλα, ένα ρεκόρ για τη Μπουντεσλίγκα, χάνοντας 7 βολές σε 20 χρόνια. Είναι μέχρι σήμερα ο ρέκορντμαν συμμετοχών για την ομάδα και ο δεύτερος στην ιστορία της Μπουντεσλίγκα.  Επιπλέον, ο ίδιος θεωρείται ως ο πιο επιτυχημένος παίκτης στην ιστορία του Αμβούργου, με το  οποίο κατέκτησε το Λιγκ Καπ Γερμανίας 1972/73, το γερμανικό Κύπελλο 1975/76, το Κύπελλο Κυπελλούχων 1976/77 και το πρωτάθλημα Γερμανίας το 1979, το 1982 και το 1983. Ως μεγαλύτερος θρίαμβος του είναι η κατάκτηση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1983. Επρόκειτο για έναν αμυντικό με εξαιρετικές τοποθετήσεις και επιθετικά χαρίσματα. Φημιζόταν για τις φαρμακερές σέντρες του που είχαν ως αποδέκτη τον Χορστ Χρούμπες (Horst Hrubesch). Αρκετοί από τους ποδοσφαιριστές αυτής της επιτυχημένης ομάδας του Αμβούργου συμμετείχαν στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1982 στην Ισπανία.


Έχοντας διατηρήσει την ιδιότητα του ερασιτέχνη, συμμετείχε στους Ολυμπιακούς αγώνες του Μονάχου και αγωνίστηκε στον αγώνα εναντίον του Μέξικο. Στην εθνική ομάδα της Γερμανίας αγωνίστηκε από το 1975 έως το 1983. Ο πρώτος του αγώνας έγινε στις 3 Σεπτεμβρίου του 1975,  στη νίκη 2-0 επί της Αυστρίας στη Βιέννη.  Το πρώτος γκολ του για την εθνική ομάδα το σκόραρε στις 8 Οκτωβρίου του 1977, σε μια νίκη 2-0 στο Ολυμπιακό Στάδιο του Βερολίνου κατά της Ιταλίας. Συμμετείχε και ήταν φιναλίστ στο Ευρωπαϊκό του 1976 και κατέκτησε το Ευρωπαϊκό του 1980. Πήρε μέρος στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978 στην Αργεντινή και σ’ αυτό του 1982 στην Ισπανία, ήταν ο αρχηγός, όταν απουσίαζε ή αντικαθιστούταν ο Καρλ-Χάντζ Ρουμενίγκε (Karl-Heinz Rummenigge). Το 1983, μετά από μια ήττα (0-1) στην Πορτογαλία και συνολικά 69 διεθνείς εμφανίσεις, με 8 γκολ, αποσύρθηκε από την εθνική ομάδα, δίνοντας ως λόγο προσωπικές διαφορές με τον Γιουπ Ντέρβαλ (Jupp Derwall). Ήταν από τους τελευταίους ποδοσφαιριστές που έπαιζε συχνά χωρίς περικνημίδες πολύ πριν αυτό απαγορευτεί από την FIFA.


Όταν αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, εργάστηκε βοηθός προπονητή σε διάφορους συλλόγους. Από το 2002 λειτουργεί σχολή ποδοσφαίρου στην περιοχή του Αμβούργου που φέρει τ’ όνομά του. Από τον Ιανουάριο του 2014 είναι προπονητής στο ποδοσφαιρικό σχολείο του Μπόχουμ.


PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • 1960–1968: VfL Neuhofen
  • 1968–1970: TuS Altrip
  • 1970/71: Hamburger Sport-Verein

 Επαγγελματική καριέρα

  • 1971–1989: Hamburger Sport-Verein, 568 (76)
  • 1989: Football Club des Girondins de Bordeaux, 1 (0)
  • 1989/90: Football Club de Mulhouse, 12 (1)
  • 1990/91: Hamburger Sport-Verein, 13 (0)

Σύνολο Καριέρας: 594 (77)

Διεθνής

  • 1972: Ολυμπιακή Ομάδα Δυτικής Γερμανίας, 7 (0)
  • 1972/ 73: Εθνική Ελπίδων Δυτικής Γερμανίας, 2 (0)
  • 1975–1983: Δυτική Γερμανία, 69 (8)

Τίτλοι

Συλλογικοί

Με το Hamburger SV
  • Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης: 1982/83  και φιναλίστ το 1979/80
  • Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης: 1976/77
  • Κύπελλο UEFA: φιναλίστ το 1981/82
  • UEFA Super Cup: φιναλίστ 2 (1977, 1983)
  • Διηπειρωτικό Κύπελλο: φιναλίστ το 1983
  • Πρωτάθλημα Γερμανίας: 3 (1978/79, 1981/82, 1982/83 και επιλαχών 2 (1975/76, 1979/80)
  • Κύπελλο Γερμανίας: 1975/76 και φιναλίστ 1973/74
  • Λιγκ Καπ Γερμανίας: 1972/73

Διεθνείς


Με την Δυτική Γερμανία

  • Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα: 1980 και φιναλίστ το 1976
  • Παγκόσμιο Κύπελλο: φιναλίστ το  1982