Ο Ελβετός μεσοεπιθετικός Καρλ Όντερματ (Karl Odermatt),
γεννήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου του 1942, στην Λουκέρνη. Αγωνίστηκε για τη Βασιλεία και τη Γιανγκ Μπόις τη
δεκαετία του 1960 και του 1970. Έπαιξε ως μέσος ή επιθετικός και θεωρείται
γενικά ως ένας από τους Καλύτερους Παίκτες ποτέ που έχουν φορέσει τη φανέλα της
Βασιλείας. Έπαιξε την εποχή που μέχρι και σήμερα τώρα πιστεύεται ότι είναι τα
Χρυσά Χρόνια της, υπό την προπονητική καθοδήγηση του Χέλμουτ Μπενθάους (Helmut
Benthaus) και με συμπαίκτες, όπως τον Πάουλ Φίστσλι (Paul Fischli), τον Ρενέ
Χάσλερ (René Hasler) και τον Ότμαρ Χίτσφελντ (Ottmar Hitzfeld).
Σαν παιδί μεγάλωσε στη Λουκέρνη
και αργότερα η οικογένειά του μετακόμισε στη Βασιλεία. Ένας από τους προπονητές
του συλλόγου Κονκόρντια Βασιλείας τον είδε να παίζει ποδόσφαιρο στο σχολείο,
τον κάλεσε για προπόνηση και μόλις λίγες μέρες αργότερα άρχισε να παίζει στην
ομάδα νέων τους. Αργότερα, το 1962, έπαιξε και στην πρώτη ομάδα τους στη Α’
Κατηγορία.
Υπέγραψε για την ΦΚ Βασιλεία το
1962 και στο ντεμπούτο του, τον Σεπτέμβριο, εναντίον στην Λουγκάνο, σκόραρε δύο
γκολ. Στην πρώτη του επαγγελματική σεζόν, υπό τις οδηγίες του Γίρι Σομπότκα
(Jiří Sobotka), η ομάδα αποτελούμενη κυρίως από ερασιτέχνες κατέκτησε το
Κύπελλο Ελβετίας, κερδίζοντας στον τελικό 2-0 το φαβορί, Γκρασχόπερς της
Ζυρίχης. Κατέκτησε ακόμη δυο κύπελλα όσο έπαιξε με τα χρώματά της. Το καλοκαίρι
του 1965, ο Χέλμουτ Μπενθάους ανέλαβε παίκτης-προπονητής και ο Όντερματ κέρδισε
το πρώτο του πρωτάθλημα το 1967.
Υπήρξε μέλος της ομάδας που
πιστεύεται ότι είναι τα Χρυσά Χρόνια της Βασιλείας, με συμπαίκτες τον Πάουλ
Φίστσλι, τον Ρενέ Χάσλερ και τον Ότμαρ Χίτσφελντ. Ακολούθησαν άλλα 4
πρωταθλήματα, κατά τις χρονιές 1969, 1970, 1972 και 1973. Το 1975 μεταγράφηκε
στη Γιούνγκ Μπόις και τους βοήθησε να κερδίσουν το Κύπελλο Ελβετίας του 1977,
πριν αποσυρθεί από την ενεργό δράση, το 1980. Σε 408 παιχνίδια στην κορυφαία
κατηγορία, από το 1962 έως το 1980, σκόραρε 108 γκολ.
Στην ελβετική εθνική ομάδα έκανε
το ντεμπούτο του στις 5 Ιουνίου του 1963, σε μια βαριά φιλική ήττα 1-8 από την
Αγγλία. Αγωνίστηκε σε 50 διεθνή παιχνίδια έως το 1973 και σημείωσε 10 γκολ.
Έπαιζε στη μεσαία γραμμή, δίπλα στον Κόμπι Κουν (Kobi Kuhn). Αγωνίστηκε και στα
τρία παιχνίδια της φάσης των ομίλων, στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1966. Σημείωσε το
πρώτο του γκολ εναντίον της Αγγλίας, στο στάδιο «Γουέμπλεϊ», στις 10 Νοεμβρίου
του 1971.
Κατά τη διάρκεια του 1992
διορίστηκε ως προπονητής της Βασιλείας για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, μαζί
με τον Μπρούνο Ράμεν (Bruno Rahmen), πριν αναλάβει ο Φρίντελ Ράους (Friedel
Rausch). Έχει κάνει 2 γάμους, αποκτώντας 2 κόρες από τον πρώτο και 2 γιους από
τον δεύτερο.
PALMARES
Εφηβική καριέρα
- 1954–1962: Fussballclub Concordia Basel
Επαγγελματική καριέρα
- 1962: Fussballclub Concordia Basel, 72 (20)
- 1962–1975: Fussball Club Basel 1893, 312 (80)
- 1975–1980: Berner Sport Club Young Boys, 24 (8)
Διεθνής
- 1965–1973: Ελβετία, 50 (10)
Προπονητική καριέρα
- 1992: Fussball Club Basel 1893
Τίτλοι
Συλλογικοί
Με την Βασιλεία
- Πρωτάθλημα Ελβετίας: 5 (1966/67, 1968/69, 1969/70, 1971/72, 1972/73)
- Κύπελλο Ελβετίας: 3 (1962/63, 1966/67, 1974/75)
- Λιγκ Καπ Ελβετίας: 1973
Με την Young Boys
- Κύπελλο Ελβετίας: 1976-77
Προσωπικές Διακρίσεις
- Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς στην Ελβετία: 1973