Ο Βραζιλιάνος κεντρικός επιθετικός Αντεμίρ Αντεμίρ (Μάρκες ντε Μενέσες) (Ademir Marques de Menezes), γεννήθηκε στις 8 Νοεμβρίου του 1922, στο Ρεσίφε, τη πρωτεύουσα της πολιτείας του Περναμπούκο. Θεωρείται ως ένας από τους καλύτερους κεντρικούς επιθετικούς στην ιστορία της βραζιλιάνικης εθνικής ομάδας και του βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου γενικότερα. Υπήρξε ένας γρήγορος και δυνατός επιθετικός, με πολύ δυνατά σουτ και με τα δύο πόδια! Ξεκίνησε ως αριστερό εξτρέμ πριν μετακινηθεί στο κέντρο της επίθεσης, όπου διέπρεψε, προκαλώντας τον πανικό στις αντίπαλες άμυνες με την ικανότητά του και τα πανέμορφα τελειώματά του. Τον θεωρούσαν έναν απαράμιλλο ζογκλέρ της μπάλας που ήταν ικανός να σκοράρει με κάθε τρόπο. Συνήθιζε να ελίσσεται ανάμεσα στις άμυνες με τις γρήγορες αλλαγές του ρυθμού του, με τεχνάσματα που ήταν σε θέση να κάνει, εκμεταλλευόμενος την ταχύτητά του, τον εξαιρετικό έλεγχο της μπάλας και την τρομερή επιτάχυνσή του. Η εκ γενετής ιδιομορφία του προεξέχοντος σαγονιού του, τού χάρισε και το παρατσούκλι «Queixada» (Σαγόνιας), που έχει και την έννοια του «Καρχαρίας»!
Ξεκίνησε τη ποδοσφαιρική του καριέρα με την Σπορτ Ρεσίφε πριν πάρει μεταγραφή για τη Βάσκο ντα Γκάμα, την οποία υπηρέτησε σε 2 θητείες. Τη πρώτη, για τη τριετία 1942 έως το 1945 και τη δεύτερη από το 1948 μέχρι το 1956, η οποία διακόπηκε από τη θητεία του στη Φλουμινένσε. Μάλιστα το 1945, ο τότε προπονητής της Φλουμινένσε, Τζεντίλ Καρντόσο (Gentil Alves Cardoso) είχε πει: «Δώστε μου τον Αντεμίρ για να σας δώσω το πρωτάθλημα». Η διοίκηση τον άκουσε και μαζί τους κέρδισε το πολιτειακό πρωτάθλημα στο Ρίο του 1946. Συνολικά, ο Αντεμίρ έκανε 429 εμφανίσεις για τη Βάσκο ντα Γκάμα, σκοράροντας 301 γκολ, κερδίζοντας 5 πολιτειακά πρωταθλήματα του Ρίο ντε Τζανέιρο (1945, 1949, 1950, 1952, 1956). Ήταν πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος το 1949 με 30 γκολ και ξανά το 1950 με 25 γκολ. Αποσύρθηκε από την ενεργό δράση το 1956, στα 33 του χρόνια, όταν έσπασε το πόδι του, μετά από συνολικά 497 παιχνίδια στα οποία σκόραρε 396 γκολ.!
Με την εθνική ομάδα της Βραζιλίας, έκανε ντεμπούτο στις 21 Ιανουαρίου του 1945, σε μια νίκη 3-0 επί της Κολομβίας, στο Σαντιάγο της Χιλής. Είναι πιο γνωστός για τα διεθνή του κατορθώματα, στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1950 που πραγματοποιήθηκε στην πατρίδα του, τη Βραζιλία. Μέλος μιας εξαιρετικής επιθετικής τριάδας, μαζί με τον Ζιζίνιο (Thomaz Soares da Silva, “Zizinho”) και τον Ζαίρ (Jair da Rosa Pinto, “Jair”) κέρδισε το Χρυσό Παπούτσι ως πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης. Ήταν ο σκόρερ του πρώτου γκολ του τουρνουά, που σημειώθηκε στο στάδιο Μαρακανά, στο 30ο λεπτό, στη νίκη με 4-0 επί του Μέξικο.
Υπάρχει κάποια διαφωνία στις καταγραφές ως προς το πόσα γκολ σκόραρε στη διοργάνωση, με κάποιες πηγές να του χρεώνουν 8 τέρματα, ενώ κάποιες άλλες, συμπεριλαμβανομένης της αναγνωρισμένης από τη FIFA Διεθνούς Ομοσπονδίας Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου (RSSSF), που του χρεώνει 9. Παρά αυτό το κατόρθωμά του, δεν κατάφερε να οδηγήσει τη Βραζιλία στη νίκη, αφού ηττήθηκαν στον αποφασιστικό τελευταίο αγώνα, εν είδη τελικού, του τουρνουά, με 1-2 από την Ουρουγουάη, μια ήττα που βύθισε στο πένθος ολόκληρη τη χώρα, - μια λίγο αργότερα χαρακτηρισμένη «Εθνική Τραγωδία» που έμεινε στη λαϊκή κουλτούρα των Βραζιλιάνων με το όνομα «Μαρακανάσο» (Maracanazo)!
Αργότερα, το 1952, πήρε το αίμα του πίσω, κερδίζοντας με προσωπικά γκολ το Παναμερικανικό Πρωτάθλημα. Με την εθνική Βραζιλίας αγωνίστηκε από το 1945 έως το 1953, συμμετέχοντας σε 39 αγώνες και επιτυγχάνοντας 32 γκολ. Συμμετείχε επίσης και στις διοργανώσεις του Πρωταθλήματος Νοτίου Αμερικής, τον πρόγονο του Κόπα Αμέρικα του 1945, 1946, 1949 και 1953, σκοράροντας συνολικά 13 γκολ σε 18 εμφανίσεις στη διοργάνωση, συμπεριλαμβανομένου ενός χατ-τρικ στον νικηφόρο τελικό του 1949 επί της Παραγουάης. Το τελευταίο του ματς με τη φανέλα της «σελεσάο», το έδωσε στις 15 Μαρτίου του 1953, σκοράροντας μάλιστα το νικητήριο τέρμα, στη νίκη με 1-0 επί της Ουρουγουάης στη Λίμα του Περού.
Στη συνέχεια έγινε προπονητής σε παιδικές ομάδες, αλλά και στις Βάσκο ντα Γκάμα και Φλουμινένσε, ενώ εργάστηκε και σαν σχολιαστής αγώνων και δημοσιογράφος, ως ανταποκριτής των εφημερίδων "O Dia" και "A Noticia”. Παράλληλα, ανέπτυξε και επιχειρηματική δράση.
Ο Αντεμίρ, πέθανε στις 11 Μαΐου του 1996 στο Ρίο, σε ηλικία 73 ετών.
PALMARES
Επαγγελματική καριέρα
- 1939–1942: Sport Club do Recife
- 1942–1945: Club de Regatas Vasco da Gama
- 1946/47: Fluminense Football Club
- 1948–1956: Club de Regatas Vasco da Gama
- 1957: Sport Club do Recife
Διεθνής
- 1945–1953: Βραζιλία, 39 (32)
Τίτλοι
Συλλογικοί
Με την Sport Recife
- Campeonato Pernambucano: 1941
Με την Vasco da Gama
- Campeonato Carioca: 4 (1945, 1949, 1950, 1952)
- Campeonato Sul americano de Clubes Campeões: 1948
- Campeão do Torneio Relâmpago: 1944
- Torneio Municipal: 1944, 1945
Με την Fluminense
- Campeonato Carioca: 1946
Διεθνείς
Με την Βραζιλία
- Πρωτάθλημα Νοτίου Αμερικής: 2 (1949, 1952) και φιναλίστ 3 (1945, 1946, 1953)
- Κόπα Αμέρικα: 1952
- Παγκόσμιο Κύπελλο: φιναλίστ το 1950
Προσωπικές Διακρίσεις
- Καλύτερος Παίκτης Κόπα Αμέρικα: 1949
- Πρώτος Σκόρερ Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1950
- Μέλος Ιδανικής 11άδας Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1950