Ο Γάλλος αμυντικός μέσος και
αργότερα προπονητής Εμέ Ζακέ (Aimé Étienne Jacquet) γεννήθηκε στις 27 Νοεμβρίου
του 1941, στο Σελ-σου Κουζάν, κοντά στο Σεντ Ετιέν. Κατά τη διάρκεια της
ποδοσφαιρικής του καριέρας έπαιξε για δύο συλλόγους στη Γαλλία, τη Σεντ Ετιέν
για μια 12ετία και την Ολιμπίκ Λιόν για 2 χρόνια, τελειώνοντας τη καριέρα του
το 1976, παίζοντας ως αμυντικό χαφ. Ξεκινώντας προπονητικά την ίδια χρονιά στη
Λιόν, το 1980 ανέλαβε την Μπορντό, πετυχαίνοντας σε 9 χρόνια εξαιρετικές επιδόσεις,
οδηγώντας σε αρκετούς εθνικούς τίτλους, αλλά και στην ευρωπαϊκή καταξίωση τους
«Γιρονδίνους». Ύστερα από μια περιπλάνηση σε διάφορους συλλόγους, ανέλαβε την
εθνική γαλλική ομάδα, αμέσως μετά την καταστροφική αποτυχία πρόκρισης στο
Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994 και είναι ο άνθρωπος που την οδήγησε στη κατάκτηση
του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 1998.
Ξεκίνησε την καριέρα του, ως
ερασιτέχνης, για τον σύλλογο της γενέτειράς του, την US Σελ-σου Κουζάν, το
1958, ενώ εργαζόταν σε ένα εργοστάσιο. Εκεί τον εντόπισαν από την Σεντ Ετιέν
και μετά από 2 χρόνια μεταπήδησε στους «Στεφανουά», τους οποίους υπηρέτησε για
τα επόμενα 13 χρόνια. Την εποχή αυτή, η Σεντ Ετιέν, ήταν ο πιο επιτυχημένος
γαλλικός σύλλογος. Κατέκτησε μαζί τους 5 πρωταθλήματα (1964, 1967, 1968, 1969,
1970) και 3 Κύπελλα Γαλλίας (1962, 1968, 1970). Ακολούθησε μια διετία στην
αιώνια αντίπαλο, την Ολιμπίκ Λιόν, όπου έκλεισε και την ποδοσφαιρική του
καριέρα, το 1975.
Στην εθνική ομάδα αγωνίστηκε
μόλις σε δύο παιχνίδια, το 1968, για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου
του Μέξικο. Όταν αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, ακολούθησε καριέρα προπονητή.
Αρχικά για 4 χρόνια στην Λιόν και από το 1980, για μια εξαιρετική από πλευράς
επιτευγμάτων 9ετία στην Μπορντό. Οδήγησε τους «Γιρονδίνους» σε τρεις τίτλους
πρωταθλήματος, δύο κατακτήσεις Κυπέλλου, δύο ευρωπαϊκούς ημιτελικούς και ένα
προημιτελικό. Ακολούθησαν, από μια περίοδο, η Μονπελιέ και η Νανσί και από το
1993 ανέλαβε την εθνική ομάδα της Γαλλίας.
Το 1991, ο Εμέ Ζακέ, δέχτηκε μια
θέση στο το Εθνικό Κέντρο Τεχνικής Εκπαίδευσης (Direction Nationale Technique),
και το 1992, διορίστηκε βοηθός του τότε ομοσπονδιακού προπονητή, Ζεράρ Ουγιέ
(Gérard Houllier). Τον διαδέχθηκε, ως προσωρινός προπονητής, το Δεκέμβριο του
1993, μετά την οδυνηρή εντός έδρας ισοπαλία, στο τελευταίο παιχνίδι, με τη
Βουλγαρία, που άφησε εκτός Μουντιάλ τους Γάλλους, έναν καταστροφικό από πλευράς
πρεστίζ αποκλεισμό μιας και η Γαλλία είχε οριστεί ως η επόμενη διοργανώτρια. Μ'
αυτόν στον πάγκο οι "Πετεινοί" δημιούργησαν ρεκόρ αφού έμειναν για 30
αγώνες αήττητοι, καταφέρνοντας και ορισμένα εντυπωσιακά αποτελέσματα, όπως η
νίκη επί της Ιταλίας στην Νάπολι. Ύστερα απ’ αυτά, μονιμοποιήθηκε.
Είναι ο άνθρωπος που δεν
υπολόγισε ονόματα και καριέρες, χτίζοντας μια ομάδα σχεδόν απ’ την αρχή,
αποκλείοντας αστέρες όπως ο Ερικ Καντονά (Eric Cantona), ο Νταβίντ Ζινολά (David
Ginola) και ο Ζαν Πιερ Παπέν (Jean-Pierre Papin). Δημιούργησε ένα αξιοζήλευτο
σύνολο γύρω από τον Ζινεντίν Ζιντάν (Zinedine Zidane), το οποίο επάνδρωσε με
ποδοσφαιριστές δικής του επιλογής όπως ο Ντιντιέ Ντεσάν (Didier Deschamps) και
ο Λοράν Μπλαν (Laurent Blanc). Τα αρχικά αποτελέσματα και οι εμφανίσεις
έσπειραν την ανησυχία, αλλά με υπομονή και επιμονή, δημιούργησε ένα
καλοδουλεμένο σύνολο, ίσως την καλύτερη γαλλική εθνική ομάδα όλων των εποχών.
Οι Γάλλοι δημοσιογράφοι τον
κορόιδευαν για την βαριά επαρχιώτικη προφορά του, αλλά και ορισμένες
ποδοσφαιρικές του επιλογές. Αποτέλεσμα ήταν, γενικά αλλά και ειδικά, πριν το
Μουντιάλ οι σχέσεις του με τον τύπο και ιδιαίτερα την εφημερίδα «Λ’ Εκίπ» (L’
Equipe) να έχουν φθάσει στο χειρότερο σημείο τους. Προπονητής και άνθρωπος
χαμηλών τόνων που απέφευγε τη δημοσιότητα, αντιμετωπίστηκε πολλές φορές με
χλεύη από τους συμπατριώτες του. Μετά τη κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του
1998, η γαλλική εφημερίδα του ζήτησε συγνώμη.
Μετά το πέρας της διοργάνωσης,
αποχώρησε από το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της χώρας, αναλαμβάνοντας τη θέση
του τεχνικού διευθυντή της Γαλλικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας, θέση την οποία
κατείχε μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2006, όταν και συνταξιοδοτήθηκε.
PALMARES
Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές
(Γκολ)
Εφηβική καριέρα
- 1958–1960: Sail-sous-Couzan
Επαγγελματική καριέρα
- 1960–1973: Association Sportive de Saint-Étienne Loire, 192 (23)
- 1973–1975: Olympique Lyonnais, 22 (2)
Σύνολο καριέρας: 214 (25)
Διεθνής
- 1968: Γαλλία, 2 (0)
Προπονητική καριέρα
- 1976–1980: Olympique Lyonnais
- 1980–1989: Football Club des Girondins de Bordeaux
- 1989/90: Montpellier Hérault Sport Club
- 1990/91: Association Sportive Nancy-Lorraine
- 1993–1998: Γαλλία
Τίτλοι
Ως ποδοσφαιριστής
Με την Saint-Étienne
- Πρωταθλητής Β’ Κατηγορίας Γαλλίας: 1962/63
- Πρωτάθλημα Γαλλίας: 5 (1963/64, 1966/67, 1967/68, 1968/69, 1969/70)
- Σούπερ Καπ Γαλλίας: 1967, 1968, 1969
- Κύπελλο Γαλλίας: 2 (1967/68, 1969/70)
Ως προπονητής
Με την Bordeaux
- Πρωτάθλημα Γαλλίας: 3 (1983/84, 1984/85, 1986/87)
- Κύπελλο Γαλλίας: 2 (1985/86, 1986/870
- Σούπερ Καπ Γαλλίας: 1987
Με την Γαλλία
- Παγκόσμιο Κύπελλο: 1998
Προσωπικές Διακρίσεις
- Κορυφαίος Εθνικός Προπονητής του Έτους από τον Διεθνή Οργανισμό Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου: 1998
- Κορυφαίος Προπονητής του Έτους από το γαλλικό περιοδικό Onze: 1998
- Ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής, το 1998 και προαγωγή σε Αξιωματικό το 2007