Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2016

Τζόνι Τζάιλς

Ο Ιρλανδός κεντρικός μέσος Τζόνι Τζάιλς (Michael John "Johnny" Giles ), γεννήθηκε στις 6 Νοεμβρίου του 1940, στο Δουβλίνο, στη Πλατεία Όρμοντ. Έχει μείνει στην ιστορία του αγγλικού ποδοσφαίρου για τη περίοδό του ως μέσος με τη Λιντς Γιουνάιτεντ στις δεκαετίες του 1960 και του 1970. Η Ιρλανδική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία τον επέλεξε ως Χρυσό Ιρλανδό της 50ετίας, στο πλαίσιο των εορτασμών για το Ιωβιλαίο της UEFA, το 2004. Μετά τη κατάκτηση ενός μεταλλίου νικητή Κυπέλλου Αγγλίας με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του Ματ Μπάσμπι (Matt Busby), μεταγράφηκε στη Λιντς το 1963, όπου έπαιξε στη μεσαία γραμμή μαζί με τον εμβληματικό αρχηγό της, τον Μπίλι Μπρέμνερ (Billy Bremner). Το δίδυμο σχημάτισε μια συνεργασία στη μεσαία γραμμή, που εξελίχθηκε σε μια από τις καλύτερες στην αγγλική ποδοσφαιρική ιστορία. Η εξαιρετική τους αυτή συνεργασία και απόδοση, έφερε και την κατάκτηση αρκετών μεγάλων τροπαίων στην πιο επιτυχημένη περίοδο στην ιστορία της Λιντς. Κατά μια εξαιρετικά περίεργη σύμπτωση, ο Τζόνι Τζάιλς και ο Μπίλι Μπρέμνερ, έχουν σκοράρει ακριβώς το ίδιο αριθμό τερμάτων, 115 γκολ για τον σύλλογο, όντας από τους πρώτους που έθεσαν τις βάσεις για την σύγχρονη τάση "πλήρους εκμετάλλευσης" των παικτών της μεσαίας γραμμής!



Στα τελευταία του χρόνια στην ενεργό δράση, ακολούθησε μια καριέρα ως παίκτης-προπονητής, διατελώντας και προπονητής, μεταξύ άλλων, στην Γουέστ Μπρόμιτς Άλμπιον, την εθνική ομάδα του Έιρε και τη Σάμροκ Ρόβερς. Παρά το γεγονός ότι υπήρξε ένας εξαιρετικός γνώστης του παιχνιδιού, προσωπικά ποτέ δεν απόλαυσε το να είναι προπονητής και άφησε τη προπονητική οριστικά το 1985. Αργότερα δήλωσε ότι δεν μετάνιωσε ποτέ που την παράτησε! Στη συνέχεια, υπηρέτησε ως ποδοσφαιρική αυθεντία στο ιρλανδικό τηλεοπτικό δίκτυο “RTÉ Sport”, αναλύοντας αγώνες από το 1986 μέχρι το 2016. Επιπλέον, γράφει δύο στήλες ανά εβδομάδα για την ιρλανδική εφημερίδα “Evening Herald”, ενώ προσφέρει τις απόψεις του για το παιχνίδι στο ραδιοφωνικό σταθμό, “Newstalk 106”.


Μεγάλωσε στην πλατεία Όρμοντ, μια περιοχή του κέντρου της πόλης του Δουβλίνου που κατοικείται από ανθρώπους της εργατικής τάξης, όπου ανέπτυξε ένα μεγάλο μέρος των δεξιοτήτων που θα τον βοηθούσαν μελλοντικά  να γίνει ένας επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Ενθαρρύνθηκε να μπει στο παιχνίδι και από τον πατέρα του, τον Κρίστι ο οποίος έπαιξε για τη Μποέμιανς τη δεκαετία του 1920 και διετέλεσε προπονητής της Ντραμκόντρα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1940. Ξεκίνησε να παίζει στο Δουβλίνο για τη Στέλα Μάρις, πριν ξεκινήσει τη καριέρα του στην Αγγλία με την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Υπέγραψε υπό τη καθοδήγηση του Σερ Ματ Μπάσμπι το 1956. Του δόθηκε ένα πρώιμο ντεμπούτο στην πρώτη ομάδα το 1959 μετά από τον θάνατο 8 βασικών παικτών  της ομάδας, που έχασαν τη ζωή τους στο αεροπορικό δυστύχημα του Μονάχου, τον Φεβρουάριο του προηγούμενου έτους. Είχε επίσης επιλεγεί για να παίξει για την εθνική ομάδα της Δημοκρατία της Ιρλανδίας από την ηλικία των 18 ετών.


Ήταν τακτικός παίκτης της βασικής ομάδας για τα επόμενα 4 χρόνια, παίζοντας παράλληλα με τον Μπόμπι Τσάρλτον (Bobby Charlton) και τον Ντένις Λο (Denis Law). Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ κατέκτησε το Κύπελλο Αγγλίας το 1963, όπου ήταν αυτός που διέσπασε την άμυνα της Λέστερ και έκανε την τελική πάσα, για να πετύχει το νικητήριο γκολ ο Ντέιβιντ Χερντ (David Herd).  Έχοντας πέσει σε δυσμένεια, ζήτησε μεταγραφή και εντάχθηκε στη Λιντς για £ 33.000 στερλίνες. Εξελίχθηκε σύντομα σε έναν από τους καλύτερους κεντρικούς μέσους στην Αγγλία, καθώς η Λιντς κατέκτησε τον τίτλο της Β’ Κατηγορίας στην πρώτη του σεζόν εκεί. Το 1965, ήταν στην ομάδα που ήρθε κοντά στη κατάκτηση του  πρωταθλήματος και του Κυπέλλου Αγγλίας, αλλά έχασε και τους δύο τίτλους, από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και τη Λίβερπουλ αντίστοιχα.


Έχοντας σχηματίσει μια εξαιρετική συνεργασία με τον Μπίλι Μπρέμνερ, υπό την προπονητική καθοδήγηση του Ντον Ρέβι (Don Revie), ο τελευταίος έχτισε μια νέα ομάδα γύρω τους. Οι παίκτες είχαν ομοιότητες στις μορφές τους και ήταν ένα τεράστια στηρίγματα ο ένας για τον άλλον. Ο μεν Τζάιλς ήταν γνωστός για  τη δημιουργική δύναμη του και ο Μπρέμνερ για το πνεύμα νικητή, ενώ ήταν ικανοί να κάνουν τη πρωτογενή δουλειά ο ένας του άλλου. Τη σεζόν 1967/68, η Λιντς κέρδισε και το Λιγκ Καπ και το Κύπελλο Εκθέσεων, τον πρόγονο του Κυπέλλου UEFA. Αυτή ήταν και η πρώτη σεζόν κατά την οποία επηρεάστηκε από τραυματισμούς. Τη περίοδο 1968/69, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην κατάκτηση του πρωταθλήματος από τη Λιντς, καταγράφοντας ένα ρεκόρ 67 βαθμών από 42 αγώνες, σε 2 βαθμούς για τη νίκη, ένα ρεκόρ που στάθηκε για 10 σεζόν! Το 1970, είχε και πάλι μια υπέροχη σεζόν, καθώς η Λιντς κυνήγησε τρία τρόπαια, αλλά έχασε και τα τρία, το πρωτάθλημα από την Έβερτον, το Κύπελλο από τη Τσέλσι μετά από επαναληπτικό και για το Κύπελλο Πρωταθλητριών, αποκλείστηκε από τη Σέλτικ στα ημιτελικά.


Στον 5ο  γύρο του Κυπέλλου Αγγλίας το 1971, όταν η Λιντς απροσδόκητα ηττήθηκε 2-3 από την Κόλτσεστερ, σκόραρε το 2ο γκολ της Λιντς ερχόμενοι από 0-3.λ Κατέκτησε μεν το Κύπελλο Εκθέσεων, αλλά έχασε το πρωτάθλημα την τελευταία ημέρα, με την Άρσεναλ να παίρνει τη νίκη που χρειαζόταν για να κερδίσει το double αυτής της περιόδου. Η Λιντς κέρδισε το πρώτο της Κύπελλο (και 2ο του Τζάιλς), όταν νίκησε την Άρσεναλ με 1-0 στο Γουέμπλεϊ το 1972, αλλά και πάλι έχασε το πρωτάθλημα την τελευταία ημέρα της περιόδου μετά την ήττα από τη Γουλβς. Σάντερλαντ και Μίλαν νίκησαν τη Λιντς στους τελικούς  του Κυπέλλου Αγγλίας και του Κυπέλλου Κυπελλούχων το 1973, αφήνοντας και πάλι τα «Παγώνια» χωρίς τίτλο. Ο Τζάκι Τσάρλτον (Jack Charlton) αποσύρθηκε το 1973, αφήνοντας τον Τζάιλς ως το αρχαιότερο μέλος της ομάδας. Την ίδια χρονιά, ξεκίνησε να συνδυάζει τα καθήκοντά του στη Λιντς με καθήκοντα παίκτη-προπονητή για την εθνική ομάδα της χώρας του.


Το 1974, ένα αήττητο σερί 29 αγώνων στο ξεκίνημα της σεζόν, βοήθησε τη Λιντς στη κατάκτηση του 2ου τίτλου τους, αλλά στη συνέχεια η διχόνοια βασίλεψε μετά τη φυγή του Ντον Ρέβι για να αναλάβει την εθνική ομάδα της Αγγλίας. Ο Ρέβι, συνέστησε στο διοικητικό συμβούλιο της Λιντς τον Τζάιλς, σχεδόν στα 34 του χρόνια και να πλησιάζει το τέλος της ποδοσφαιρικής του σταδιοδρομία του, ότι θα πρέπει να είναι ο διάδοχός του. Το διοικητικό συμβούλιο αντί αυτού, διόρισε τον Μπράιαν Κλαφ (Brian Clough), έναν λαμπρό προπονητή, αλλά μια αμφιλεγόμενη επιλογή, ο οποίος είχε κριτικάρει δημοσίως το «άγριο» παιχνίδι της Λιντς στο παρελθόν και δεν ήταν θαυμαστής του Ρέβι. Ο Κλαφ δεν έγινε ποτέ αρεστός στους παίκτες -που ήθελαν τον Τζάιλς- και το διοικητικό συμβούλιο αντέδρασε διώχνοντας τον Κλαφ μετά από μόλις 44 ημέρες και με μια παχυλή αποζημίωση. Ο Τζάιλς ούτε τότε πήρε τη δουλειά, αφού διορίστηκε προπονητής ο Τζίμι Άρμφιλντ (Jimmy Armfield) και επικεντρώθηκε στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών που θα αγωνιζόταν η Λίντς.  Ήταν εξαιρετικός στην ευρωπαϊκή πορεία της Λιντς, αλλά δεν ήταν πλέον μια πρώτη επιλογή. Μετά από την εμφάνισή του στον τελικό της υπέρτατης ευρωπαϊκής διασυλλογικής διοργάνωσης του 1975, στον οποίο η Λιντς ηττήθηκε 0-2 από τη Μπάγερν Μονάχου, αποδέχθηκε την προσφορά, από την Γουέστ Μπρομ, τον Ιούνιο του 1975, για να γίνει παίκτης-προπονητής τους, ενώ εξακολουθούσε να παίζει και να προπονεί την ιρλανδική εθνική ομάδα.


Με τα «Παγώνια» αγωνίστηκε για 12 σεζόν, σε 383 ματς με 87 γκολ, κατακτώντας 2 πρωταθλήματα, 1 Κύπελλο, 1 Λιγκ Κάπ, 1 Τσάριτι Σιλντ και 2 Κύπελλα Εκθέσεων (ο πρόγονος του Κυπέλλου UEFA)! Ο Τζόνι Τζάιλς θεωρείται ευρέως ως ένας από τους Μεγαλύτερους Ποδοσφαιριστές να έχουν βγει από τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας. Η αναγνώρισή του ήλθε όταν οι οπαδοί της Λιντς τον ονόμασαν στην Ιδανική 11άδα Όλων των Εποχών του συλλόγου. Η θέση του στην αγγλική ποδοσφαιρική ιστορία αναγνωρίστηκε το 1998, όταν η Football League, στο πλαίσιο των εορτασμών της εκατονταετηρίδας της, τον ονόμασε στον κατάλογο των 100 Θρύλων της. Όταν τον ρώτησαν για τις διαφορές μεταξύ του ιδίου και του έτερου Ιρλανδού που έχουν σε μεγάλη υπόληψη οι Άγγλοι, τον Ρόι Κιν (Roy Keane), είπε: «Δεν είναι αναγκαίο να μας συγκρίνετε, θα ήθελα να πω ότι ήμουν λίγο πιο δημιουργικός από αυτόν και αυτός [ο Keane] ήταν καλύτερος στις διεκδικήσεις και τον χειρισμό της μπάλας». Γενικά είχε μια φήμη «σκληρού» ποδοσφαιριστή και πάντα έλεγε ότι προτιμούσε να είναι «ένα λιοντάρι παρά ένα αρνί» στο γήπεδο!


Έδωσε πολλές υποσχέσεις ως νεαρός παίκτης-προπονητής της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας, καθώς συνδύασε τα καθήκοντα του ως επικεφαλής της Γουέστ Μπρομ, όπου μετά από ένα μέτριο ξεκίνημα, κέρδισε την πλειοψηφία των οπαδών της Μπρόμιτς. Υπό την ηγεσία του, προήχθησαν από την Β' Κατηγορία τον Απρίλιο του 1976  και τερμάτισε 7ος  στο πρωτάθλημα της σεζόν 1976/77. Ο ίδιος δήλωσε αργότερα ότι ο χρόνος που πέρασε στη Γουέστ Μπρόμιτς Άλμπιον ήταν μεταξύ των πιο ευτυχισμένων της καριέρας του, παρά το γεγονός ότι δεν κέρδισε τρόπαια εκεί. Ωστόσο, η θητεία του στο σύλλογο είχε επίσης πολλές συγκρούσεις με το διοικητικό συμβούλιο του συλλόγου, για την οικονομική λειτουργία του, μια δραστηριότητα που αισθάνθηκε να τον αποκλείουν από πάρα πολλά. Προσφέρθηκε ακόμη και να παραιτηθεί  την ημέρα που εξασφαλίστηκε η άνοδος, παρόλο που ο ίδιος είχε πειστεί να αλλάξει τη τακτική του για το πρωτάθλημα. Παραιτήθηκε από παίκτης-προπονητής στις 21 Απριλίου του 1977, την ίδια ημέρα που ο πρώην συμπαίκτης του, ο Τζάκι Τσάρλτον παραιτήθηκε από τη προπονητική του θέση στη Μίντλεσμπρο και μετακόμισε πίσω στην Ιρλανδία για να αναλάβει τη Σάμροκ Ρόβερς μέχρι το 1983.


Επέστρεψε στο Χόθορνς για τη δεύτερη θητεία του ως προπονητής της Μπρόμιτς κατά τη διάρκεια της περιόδου 1983/84, σώζοντας την ομάδα, παρά του ότι ξεκίνησε χάνοντας το πρώτο παιχνίδι, 0-1 για το Κύπελλο Αγγλίας από τη Γ’ Κατηγορίας Πλύμουθ. Την ακόλουθη σεζόν ήταν  5ος τα Χριστούγεννα, αλλά τερμάτισε 12ος. Ωστόσο, η απόφαση του να παραχωρήσει τον αγαπημένο της κερκίδας, τον Σίριλ  Ρίτζις (Cyril Regis) και τον πρώτο σκόρερ Γκάρι Τόμσον (Garry Thompson) οδήγησε τους οπαδούς σε δυσαρέσκεια στο πρόσωπό του, με τους αντικαταστάσεις τους -τον Γκαρθ Κρουκς (Garth Crooks) και τον Ούγγρο Ίμρε Βάραντι (Imre Varadi)- να αποδεικνύοντας ανεπιτυχείς. Παραιτήθηκε τον Οκτώβριο του 1985 μετά από μια ήττα 0-3 στο Κόβεντρι, που ήταν -ρεκόρ- η 9η  συνεχόμενη για την Άλμπιον.
  

Ως παίκτης-προπονητής της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας, την οδήγησε για ένα μεγάλο μέρος της δεκαετίας του 1970. Στα προκριματικά του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 1976 έκανε το διεθνές ντεμπούτο του ο Λίαμ Μπρείντι (Liam Brady) ως η πιο αξιοσημείωτη παρουσίαση. Στα προκριματικά για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978, τελείωσε με μόνο δύο βαθμούς, νικώντας τη Γαλλία εντός έδρας. Κατά τη διάρκεια των πεντέμισι ετών του στον πάγκο της Σάμροκ Ρόβερς κέρδισε το Κύπελλο Ιρλανδίας το 1978, σκόραρε 2 γκολ σε 4 εμφανίσεις στο Κύπελλο Κυπελλούχων και ήταν ο αρχηγός της 9 φορές. Έπαιξε το τελευταίο του παιχνίδι στις 14 Δεκεμβρίου του 1980, όταν ήταν 40 ετών. Παραιτήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου του 1983, αφού είχε αφήσει την εθνική Ιρλανδίας τον Μάρτιο του 1980 και είχε αποτολμήσει να περάσει τον Ατλαντικό για να παίξει στην Βορειοαμερικανική Λίγκα. Το 1981, προσλήφθηκε για να καθοδηγήσει τους Βανκούβερ Γουάιτκαπς του NASL και κατείχε αυτή τη θέση για τρεις σεζόν και ονομάστηκε μάλιστα το 1982 Προπονητής της χρονιάς.


Παραιτήθηκε οριστικά από την προπονητική το 1985. Αργότερα δήλωσε ότι δεν μετάνιωσε ποτέ που την παράτησε! Στη συνέχεια, υπηρέτησε ως ποδοσφαιρική αυθεντία στο ιρλανδικό τηλεοπτικό δίκτυο RTÉ Sport, αναλύοντας αγώνες από το 1986 μέχρι το 2016. Επιπλέον, γράφει δύο στήλες ανά εβδομάδα για την ιρλανδική εφημερίδα “Evening Herald”, ενώ προσφέρει τις απόψεις του για το παιχνίδι στο ραδιοφωνικό σταθμό, “Newstalk 106”. Το 1966, παντρεύτηκε την Anne με την οποία απέκτησε 4 γιους και 2 κόρες. Οι δύο από τους γιους του, ο Michael και ο Chris, έπαιξαν για την Σάμροκ Ρόβερς. Είναι ο κουνιάδος του παλιού εμβληματικού αστέρα της Γιουνάιτεντ, του Νόμπι Στάιλς (Nobby Stiles), αφού ο πρώην συμπαίκτης του στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ παντρεύτηκε την αδελφή του.

 PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • 1954–1956: Stella Maris
  • 1956/57: Manchester United Football Club

Επαγγελματική καριέρα

  • 1957–1963: Manchester United Football Club, 93 (10)
  • 1963–1975: Leeds United Football Club, 383 (87)
  • 1975–1977: West Bromwich Albion Football Club, 75 (3)
  • 1978: Philadelphia Fury, 21 (0)
  • 1977–1983: Shamrock Rovers Football Club, 42 (11)

Διεθνής

  • 1959–1979: Δημοκρατία της Ιρλανδίας, 59 (5)

Προπονητική καριέρα

  • 1973–1980: Δημοκρατία της Ιρλανδίας (παίκτης-προπονητής)
  • 1975–1977: West Bromwich Albion Football Club (παίκτης-προπονητής)
  • 1977–1983: Shamrock Rovers Football Club (παίκτης-προπονητής)
  • 1981–1983: Vancouver Whitecaps
  • 1984/85: West Bromwich Albion Football Club

Τίτλοι

Συλλογικοί

Με την Manchester United
  • Κύπελλο Αγγλίας: 1962/63

Με την Leeds United
  • Πρωτάθλημα Αγγλίας: 2 (1968/69, 1973/74)
  • Πρωτάθλημα Β’ Κατηγορίας Αγγλίας: 1963/64
  • Κύπελλο Αγγλίας:1971/72
  • Λιγκ Καπ Αγγλίας: 1967/68
  • FA Charity Shield: 1969
  • Κύπελλο Εκθέσεων Ευρώπης: 2 (1968, 1971)

Με την Shamrock Rovers

  • Κύπελλο Ιρλανδίας (FAI Cup): 1978
  • Tyler Cup –Διοργάνωση μεταξύ συλλόγων της Βορείου και της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας: 1978/79

Προσωπικές Διακρίσεις -Τιμές

  • Μέλος 11άδας της Χρονιάς από την Ένωση Επαγγελματιών Ποδοσφαιριστών Αγγλίας: 2 (1973/74, 1975/76)
  • Μέλος της λίστας των 100 Θρύλων του Αγγλικού Ποδοσφαίρου: 1998
  • Χρυσός Παίκτης της Ιρλανδίας των Τελευταίων 50 Ετών» για το Ιωβιλαίο της UEFA: 2004
  • Το 2006, ανεγέρθηκε πλάκα προς τιμή του, στο μέρος που γεννήθηκε, τη Πλατεία Όρμοντ, στο Δουβλίνο.