Κυριακή 14 Αυγούστου 2016

Τζιουζέπε Μεάτσα: Ο ανεπανάληπτος Πεπίνο

Ο Ιταλός επιθετικός ή και μεσοεπιθετικός Τζιουζέπε Μεάτσα (Giuseppe "Peppino" Meazza) γεννήθηκε στις 23 Αυγούστου του 1910 στο Μιλάνο. Επίσης γνωστός ως «Il Balilla», σε ολόκληρη τη σταδιοδρομία του, έπαιξε κυρίως για την Ίντερ του Μιλάνου στη δεκαετία του 1930, σκοράροντας 242 γκολ σε 365 παιχνίδια για τον σύλλογο, κατακτώντας 3 τίτλους της ιταλικής Serie A, καθώς και το Κύπελλο Ιταλίας. Αργότερα, έπαιξε επίσης για την αιώνια αντίπαλο, τη Μίλαν, καθώς και τη Γιουβέντους, εκτός από τις θητείες του στη Βαρέζε και την Αταλάντα. Σε διεθνές επίπεδο, οδήγησε την Ιταλία στη κατάκτηση 2 συνεχόμενων Παγκοσμίων Κυπέλλων: το 1934 στα γήπεδα της πατρίδας του και το 1938 στη Γαλλία ως αρχηγός. Ονομάστηκε μέλος της Ιδανικής 11άδας και κέρδισε το βραβείο του Καλύτερου Παίκτη του Τουρνουά (Χρυσή Μπάλα) στη διοργάνωση του 1934. Μαζί με τον Τζιοβάνι Φεράρι (Giovanni Ferrari) και τον Εράλντο Μοντζέλιο (Eraldo Monzeglio), είναι ο ένας από τους μόλις τρεις Ιταλούς παίκτες που έχουν κερδίσει 2 Παγκόσμια Κύπελλα. Μετά την απόσυρσή του, υπηρέτησε ως προπονητής της εθνικής ομάδας της Ιταλίας και για αρκετές ιταλικές ομάδες, συμπεριλαμβανομένων της Ίντερ, της Αταλάντα, της Προ Πάτρια, καθώς και της τουρκικής Μπεσίκτας, ενώ ήταν ο προπονητής της Ιταλίας στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1952 .


Θεωρείται ευρέως ως ένας από τους Καλύτερους Παίκτες της γενιάς του, ως ένας από τις Μεγαλύτερους Όλων Των Εποχών, καθώς και από πολλούς ως ο Μεγαλύτερος Ποτέ Ιταλός Παίκτης. Λόγω των τεχνικών ικανοτήτων του, της παραγωγικότητας στο σκοράρισμα και της δημιουργικής ικανότητας, συχνά αναφέρεται με το παρατσούκλι «Il Genio» (Η Ιδιοφυΐα) από τον ιταλικό Τύπο κατά τη διάρκεια της καριέρας του. Κατατάσσεται ως ο 4ος Καλύτερος Παίκτης στην Ιστορία του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Ένας παραγωγικότατος επιθετικός, κέρδισε 3 φορές στην καριέρα του το βραβείο του Κορυφαίου Σκόρερ στην ιταλική Serie A. Με 216 γκολ, είναι ο 4ος Υψηλότερος Σκόρερ Όλων Των Εποχών στην κορυφαία ιταλική κατηγορία, μαζί με τον Ζοζέ Αλταφίνι (José Altafini), ενώ με 33 γκολ, είναι επίσης ο 2ος Υψηλότερος Σκόρερ για την ιταλική εθνική ομάδα. Με 338 γκολ συνολικά, είναι ο 3ος Υψηλότερος Ιταλός Σκόρερ σε όλες τις διοργανώσεις. Το Στάδιο Σαν Σίρο, το κύριο στάδιο του Μιλάνου, το οποίο μοιράζονται οι δύο τεράστιοι σύλλογοι της πόλης, επίσημα ονομάζεται Stadio Giuseppe Meazza προς τιμήν του. Το 2011, μεταθανάτια εγκαταστάθηκε στο ιταλικό ποδοσφαιρικό Hall of Fame.

«Il Balilla»: ψευδώνυμο με αιτία!

Όταν ήλθε στον κόσμο, η Ευρώπη βρίσκεται στα πρόθυρα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και ο πατέρας του μικρού Τζιουζέπε, φεύγει για το μέτωπο απ’ όπου δεν θα επιστρέψει ποτέ. Η μητέρα του τον μεγάλωσε μόνη της και για να τα βγάλει πέρα, αναγκάζεται να πουλάει φρούτα στην αγορά του Μιλάνου, έχοντας ως μοναδικό της στήριγμα τον μοναχογιό της. Ωστόσο, τα απογεύματα όταν η αγορά έκλεινε, ο μικρός «Πεπίνο» έβρισκε πάντα χρόνο, για να ασχοληθεί με τα μυστικά της «στρογγυλής θεάς». Του έκρυβε τα ποδοσφαιρικά παπούτσια, ώστε να μην αποσπάται από το διάβασμα στο σχολείο, κάτι όμως που γινόταν ολοένα και πιο δύσκολο όσο ο νεαρός Μεάτσα μεγάλωνε και ανακάλυπτε, αυτός και όσοι τον παρακολουθούσαν, πως πρόκειται για εξαιρετική περίπτωση. Έτσι, αργά η γρήγορα, παρακάμπτοντας τις οδηγίες της μητέρας του, πραγματοποίησε την «εκκίνηση» του σε ηλικία 12 ετών στην Γκλόρια, με το πρώτο ζευγάρι παπούτσια να είναι δώρο ενός οπαδού!

Το ταλέντο ήταν κάτι που περίσσευε σε αυτό το παιδί, κάτι που δεν πέρασε απαρατήρητο από τους ανθρώπους της Ίντερ, οι οποίοι χωρίς δεύτερη σκέψη τον ενέταξαν στο δυναμικό της ομάδας. Ήταν μόλις 14 ετών, όταν φόρεσε για πρώτη φορά τα χρώματα των «νερατζούρι». Δούλευε από την ηλικία των 12 χρόνων σε εργοστάσιο. Τα δύο πρώτα χρόνια (από τα 14 έως τα 16) η Ίντερ τον κράτησε για να τον ταΐσει και να « … βάλει λίγο κρέας επάνω του». Ξεκινώντας απ' την αρχή να αγωνίζεται στην κορυφή της επίθεσης, ξεχώρισε για την ικανότητα του στο σκοράρισμα και την τεχνική του κατάρτιση. Αυτά τον οδήγησαν σε ηλικία μόλις 17 ετών στην ανδρική ομάδα της Ίντερ, κάτι που όμως αρχικά έγινε δεκτό με δυσπιστία. Ο Λεοπόλντο Κόντι (Leopoldo Conti), παίκτης της Ίντερ, στο άκουσμα της κλήσης του 17χρονου Μεάτσα στην ομάδα είπε: «… φαίνεται πως σε λίγο θ' αρχίζουμε να τους μαζεύουμε απ' το νηπιαγωγείο!», παραπέμποντας στην Εθνική Όπερα Μπαλίλα, τη φασιστική οργάνωση που επί Μπενίτο Μουσολίνι έκανε παιδομάζωμα σε κάθε νεαρό Ιταλό ηλικίας 8 έως 14 ετών! Έτσι, του απέδωσε το ψευδώνυμο «Il Balilla», σύντομα όμως θα αναγκαζόταν να ανακαλέσει τον βιαστικό υποτιμητικό χαρακτηρισμό!


Στις 11 Σεπτεμβρίου του 1927, πραγματοποίησε το ντεμπούτο του κόντρα στην Αθλητική Ένωση του Μιλάνου για το «Κύπελλο Βόλτα» στο Κόμο, πετυχαίνοντας 2  γκολ στη νίκη της Ίντερ με 6-2. Την επόμενη μέρα η «Gazzetta dello Sport» του επιφύλασσε αποθεωτικούς χαρακτηρισμούς, κάτι παράδοξο για πρωτοεμφανιζόμενο παίκτη: «Πανέξυπνος, φρέσκος, γρήγορος». Παράλληλα, δεχόταν κι από άλλους μεγάλους της εποχής εκείνης, όπως του Τζίπο Βιάνι (Giuseppe "Gipo" Viani), ευμενή σχόλια για την ποδοσφαιρική του αξία. Σε όλους έκανε εντύπωση η αντίληψη και η ευφυΐα του, οδηγώντας αναπόφευκτα στην απονομή ενός ακόμα τιμητικού ψευδωνύμου: «Il Genio», ο ιδιοφυής.

Ένας σταρ πριν την εποχή του

Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς πως αποτέλεσε, αν όχι τον πρώτο, έναν απ' τους πρώτους σταρ του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Οδηγούσε μια καμπριολέ, έπινε σαμπάνια και λάτρευε τις γυναίκες, ενώ ήταν ο μόνος παίκτης της «σκουάντρα ατζούρα» στον οποίο επιτρεπόταν το κάπνισμα. Το αρχοντικό στυλ στο παιγνίδι του, γεμάτο ντρίπλες και φαντεζί ενέργειες, συνηγορεί στον χαρακτηρισμό μιας μορφής «προγενέστερου» σούπερ - σταρ, ενώ σε κανέναν μάλλον δεν προκαλεί εντύπωση το γεγονός πως ξεχώριζε για τις ικανότητες του στον χορό και ειδικότερα στο τάνγκο....


Το ιταλικό ποδόσφαιρο φημίζεται παλαιόθεν για τη σκληρότητα και την τραχύτητα των αμυντικών. Έτσι, μόνο αποθέωση θα μπορούσε να επιφέρει για τον Μεάτσα το ταλέντο που είχε να ξεπερνά κάθε αμυντικό με ευκολία και να αποτελεί άπιαστο στόχο για τις αντίπαλες ομάδες. Το «γκολ αλα Μεάτσα» έγινε χαρακτηριστική φράση που χαρακτήριζε οποιοδήποτε τέρμα πετύχαινε κάποιος μετά από πολλές ντρίπλες γεμάτες φαντασία, ενώ του αποδίδεται και η κίνηση να προσπερνά όποιον βρίσκει μπροστά του, να φτάνει μπροστά απ' τη γραμμή του τέρματος και να προσκαλεί τον τερματοφύλακα για να τον ντριμπλάρει πάλι! Ο ίδιος όριζε ακριβώς που ήθελε να στείλει τη μπάλα, έχοντας την ικανότητα να ελέγχει τη μοίρα της φάσης και των ενεργειών του, εξ ου και -λέγεται πως- έχει πει πως «δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο απ' το να χάνεις ένα πέναλτι κόντρα σε έναν τερματοφύλακα που απλά το αποκρούει τυχαία».

Καριέρα - «παραμύθι»

Με τη φανέλα της Ίντερ, έμελλε να καθιερωθεί ως ο πιο φημισμένος Ιταλός ποδοσφαιριστής στο εξωτερικό την εποχή που αγωνίστηκε. Σε 365 εμφανίσεις του με τα χρώματα των «νερατζούρι» πέτυχε 243 γκολ. Η Χούντα του Μουσολίνι είχε αναγκάσει το σύλλογο του Μιλάνου ν’ αλλάξει την ονομασία του από Ίντερ σε Αμπροζιάνα (Ambrosiana), χωρίς αυτό βέβαια να εμποδίσει τον νεαρό Μεάτσα να συμμετάσχει στο πρώτο πρωτάθλημα της ζωής του στη Serie A, σημειώνοντας μάλιστα 31 γκολ σε 33 παιχνίδια, ρεκόρ ανεπανάληπτο για τα δεδομένα της εποχής. Με αυτήν την εξαιρετική επίδοση,  έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στο πρωτάθλημα που κατέκτησε η Ίντερ το 1930, το πρώτο μετά από μια δεκαετία, στο οποίο οι «νερατζούρι» ξεκίνησαν ως αουτσάιντερ πίσω από τη Γιουβέντους, τη Μπολόνια, τη Τζένοα και την Τορίνο. Όμως με αυτά τα 31 γκολ του Μεάτσα, τα περισσότερα που έχει πετύχει ποτέ παίκτης στη Serie A’ στην πρώτη του χρονιά, έκοψαν πρώτοι το «νήμα».

Ταυτίστηκε με τη φανέλα της Ίντερ, την οποία δόξασε για 14 χρόνια (1927 - 1940 και 1946/47 ως παίκτης - προπονητής). Αγωνίστηκε τόσο στη Μίλαν (1940 - 1942) όσο και στη Γιουβέντους (1942/43), καθώς επίσης στη Βαρέζε (1944) και την Αταλάντα (1945/46), όμως στη συλλογική μνήμη των τιφόζι μόνο οι «νερατζούρι» αισθάνονται πως μιλούν για το δικό τους σύμβολο! Συνολικά σκόραρε 269 γκολ στα 440 παιχνίδια του στη Serie A’, ενώ με τη φανέλα της  Ίντερ αναδείχθηκε 3 φορές πρώτος σκόρερ της  Serie A’, τη περίοδο 1929/30 με 31 γκολ, την περίοδο 1935/36 με 25 γκολ σε πρωτάθλημα 16 ομάδων και την περίοδο 1937/38 με 20 γκολ, πάλι σε πρωτάθλημα 16 ομάδων. Ο Μεάτσα ολοκλήρωσε την καριέρα του σε ηλικία 38 ετών το 1948 φορώντας την φανέλα της αγαπημένης του Ίντερ.

Οι προκλήσεις

Κατά τη διάρκεια της σεζόν το 1933, ο Τζιανπιέρο Κόμπι (Gianpiero Combi), αρχηγός της Εθνικής Ιταλίας και τερματοφύλακας της Γιουβέντους, προκάλεσε τον Μεάτσα πως δεν μπορούσε να του βάλει γκολ. Ο Μεάτσα αποδέχθηκε την πρόκληση και σε μια προπόνηση της Εθνικής Ιταλίας σκόραρε με ένα απίθανο σουτ, κάνοντας την χαρακτηριστική κίνηση με τα πόδια του σαν να οδηγεί ποδήλατο («bicycle kick»). O Κόμπι, μη μπορώντας να το ανεχθεί, τον προκάλεσε λέγοντας πως δεν μπορούσε να το ξανακάνει. Έτσι, στον αγώνα μεταξύ της Ίντερ και της Γιουβέντους στην Αρένα Σιβίκα για το πρωτάθλημα, το Μάιο του 1933, ο Μεάτσα απάντησε σκοράροντας δις! Το πρώτο γκολ ήταν ίδιο με αυτό που του έβαλε στην προπόνηση, ενώ στο δεύτερο πέρασε πολλούς αμυντικούς, έφτασε απέναντι από τον Κόμπι, προσποιήθηκε, τον προσπέρασε και πλάσαρε σε κενή εστία. Τότε ο Κόμπι σηκώθηκε και του έδωσε το χέρι του, σε μια ένδειξη μεγαλοθυμίας και αναγνώρισης της αξίας ενός αντιπάλου που για τους περισσότερους - αν όχι, μετά απ' αυτό, για όλους - έμοιαζε ανίκητος!

Υπήρξε φλογερός σε ταμπεραμέντο, σε προσωπικότητα και αξία ποδοσφαιριστής. Στο Μιλάνο, ως επί σειρά ετών παίκτης της Ίντερ, «μισήθηκε» όσο κανείς από τους οπαδούς της Μίλαν, όμως αυτό δεν ενόχλησε πολύ. Άλλωστε λίγο πριν κρεμάσει τα παπούτσια του, ο υπέροχος κυνηγός φρόντισε να παίξει σχεδόν για 2 περιόδους στην «μεγάλη αντίπαλο», την Μίλαν. Όσο για το κλασικό γεγονός της καριέρας του στο καμπιονάτο, αυτό αφορά περιπέτεια με ροζ προεκτάσεις αλλά και απίστευτη απόδειξη των ικανοτήτων του Μεάτσα …

 Έπαιζαν Ίντερ - Μίλαν, ντέρμπι δηλαδή, και ο πυρετός ήταν στο φόρτε του. Λίγο πριν από την έναρξη, ο προπονητής της Ίντερ διαπίστωσε ότι ο Τζιουζέπε δεν βρισκόταν στα αποδυτήρια. Πήρε τη μεγάλη απόφαση. Θα τον δήλωνε στο φύλλο αγώνα, θα ξεκινούσε την αναμέτρηση με … 10 παίκτες και ­ στο μεταξύ ­ ομάδα «ερευνητών» θα επιχειρούσε να τον ανακαλύψει, ώστε να τον φέρει στο γήπεδο και να παίξει ­ όσο παίξει! Πράγματι, έτσι έγινε. Η Ίντερ μπήκε στο τερέν με 10 παίκτες και λίγο πριν λήξει το πρώτο μέρος βρέθηκε να χάνει 3-0. Στο μεταξύ οι... ποδηλάτες είχαν καταφέρει να βρουν τον Μεάτσα. Βρισκόταν σε... ημικεντρικό ξενοδοχείο με δύο φιλενάδες του! Όμως, μόλις πληροφορήθηκε ότι η ομάδα του έχανε με 3-0, δεν είχε αντίρρηση να τις αφήσει στα κρύα του λουτρού και επιστρέψει για βοήθεια! Το δεύτερο μέρος του ντέρμπι επιφύλαξε σκληρή ειρωνεία για την Μίλαν και τους οπαδούς της. Με τέσσερα γκολ του (... κατάκοπου από τις εξωγηπεδικές ασχολίες) Μεάτσα, η Ίντερ γύρισε το ματς: 4-3.

«Αστέρι» και στην Εθνική

Ακόμα και ο συνήθως «ανηλεής» εθνικός προπονητής Βιτόριο Πότσο (Vittorio Pozzo) πιάστηκε στη σαγήνη που ασκούσε ο Μεάτσα, καλώντας τον 19χρονο να κάνει το διεθνές ντεμπούτο του στην εθνική στον αγώνα με την Ελβετία στη Ρώμη, στις 9 Φεβρουαρίου του 1930, όπου οι Ιταλοί έφτασαν στη νίκη με 4-2, με δυο δικά του γκολ. Αλλά τα καλύτερα δεν είχαν έρθει ακόμα για τον διάσημο «Πεπίνο» του ιταλικού ποδοσφαίρου. Στις 11 Οκτωβρίου του 1930, η Ιταλία αντιμετωπίζει την πανίσχυρη τότε Ουγγαρία στην Βουδαπέστη, την οποία και συντρίβει 5-0, με τον 20χρονο τότε Μεάτσα, να πετυχαίνει χατ-τρικ. Μέχρι να κλείσει τα 20 χρόνια ζωής, είχε σκοράρει για λογαριασμό των Ατζούρι το ρεκόρ των 10 γκολ σε 7 εμφανίσεις!  Όταν λοιπόν 4 χρόνια αργότερα, η Ιταλία διοργάνωσε το δεύτερο Παγκόσμιο Κύπελλο το 1934, ο 24χρονος Μεάτσα μετρούσε ήδη 20 διεθνή ματς στην εθνική, με τις προσδοκίες όλων να είναι αυξημένες για την πορεία των Ατζούρι στο Μουντιάλ.


Και σαν να μην έφτανε η πίεση των οπαδών, ο φασίστας ηγέτης Μπενίτο Μουσολίνι, αναγορεύει τη νίκη της ομάδας σε «επιτακτική ανάγκη», ενσταλάζοντας τον φόβο της αποτυχίας στους Ατζούρι. Παρά ταύτα, ο Μεάτσα δεν καταλάβαινε από αυτά και οδήγησε αγέρωχα την ομάδα του στον απόλυτο θρίαμβο: νίκη κατά των ΗΠΑ με 7-1 στο εναρκτήριο ματς, με τον Μεάτσα να πετυχαίνει το μόνο γκολ στα προημιτελικά με την Ισπανία, οδηγώντας έτσι την ομάδα στην ημιτελική φάση. Κι εκεί, από δική του πάλι ενέργεια θα περάσει η Ιταλία το δύσκολο ματς με την Αυστρία, φέρνοντας τους Ατζούρι στον τελικό. Θα λάμψει για άλλη μια φορά, καθώς παρά την ισοπαλία με 1-1, πάλι από δική του ενέργεια θα προκύψει το γκολ που θα στείλει την Ιταλία στα ουράνια και θα είναι εκεί για να σηκώσει το βαρύτιμο τρόπαιο μέσα στη Ρώμη, επικρατώντας στον τελικό της Τσεχοσλοβακίας με 2-1.


Ο ιταλός θρύλος ήταν επίσης σε φανταστική φόρμα όταν έφερε την ομάδα του στα γήπεδα της Γαλλίας για να υπερασπιστούν τον τίτλο τους στο Μουντιάλ του 1938. Τη σεζόν μάλιστα αυτή, είχε σκοράρει στον σύλλογό του 28 γκολ σε 30 ματς, τίποτα λοιπόν δεν μπορούσε να τον σταματήσει. Παρά μόνο η αλλαγή της θέσης του, όπου και πάλι ο Μεάτσα διαπρέπει, καθώς τα περισσότερα γκολ του πρώτου σκόρερ του θεσμού Σίλβιο Πιόλα (Silvio Piola), βγήκαν από συστημένες πάσες του Μεάτσα! Το μόνο δικό του γκολ θα έρθει στα ημιτελικά με τη Βραζιλία, στην εύστοχη εκτέλεση πέναλτι που θα δώσει τη νίκη στην Ιταλία. Το παράξενο είναι ότι χτύπησε το πέναλτι, ενώ με το αριστερό του χέρι κρατούσε το παντελονάκι για να μη του πέσει, αφού του είχε κοπεί το λάστιχο! Με τον Ντούτσε να προειδοποιεί για άλλη μια φορά τη μαυροφορεμένη πλέον Εθνική Ιταλίας (ώστε να μοιάζει με τους φριχτούς Μελανοχίτωνές του) ότι η νίκη ήταν μονόδρομος, οι Ατζούρι αντιμετωπίζουν την ισχυρή Ουγγαρία στον τελικό και φεύγουν νικητές με 4-2, σώζοντας όχι μόνο το γόητρο της φασιστικής Ιταλίας αλλά και τις ίδιες τους τις ζωές.


Τα κερδισμένα για τη «σκουάντρα ατζούρα» Παγκόσμια Κύπελλα του 1934 και του 1938, φέρουν από κάτω φαρδιά - πλατιά την «υπογραφή» του, αφού εκτός από αρχηγός, έγινε και ο πρώτος παίκτης μαζί με τους Τζιοβάνι Φεράρι (Giovanni Ferrari), Γκουίντο Μασέτι (Guido Masetti) και Εράλντο Μοντζέλιο (Eraldo Monzeglio) που κερδίζουν 2 συνεχόμενα Μουντιάλ! Έως σήμερα, κανείς άλλος Ευρωπαίος δεν έχει καταφέρει κάτι αντίστοιχο! Κατατάσσεται ως ο 4ος Καλύτερος Παίκτης στην ιστορία του Παγκοσμίου Κυπέλλου! Ο τελευταίος αγώνας του για την εθνική Ιταλίας, έγινε στις  20 Ιουλίου του 1939 στο Ελσίνκι, σε μια νίκη 3-2 επί της Φινλανδίας. Συνολικά με τη φανέλα της Εθνικής πέτυχε 33 γκολ σε 53 εμφανίσεις από το 1930 έως το 1939, όντας έως σήμερα 2ος σκόρερ στην ιστορία της πίσω από τον Λουίτζι Ρίβα (Luigi "Gigi" Riva) και μεγαλώνοντας ακόμα περισσότερο τον «θρύλο» γύρω από το όνομα του. Για τον τελευταίο μάλιστα δεν επεφύλασσε πολύ επιτιμητικές κουβέντες, όταν αυτός έσπασε το ρεκόρ του ως πρώτος σκόρερ το 1973: «Αυτός ο Ρίβα είναι καλός. Έχει σκοράρει αρκετές φορές εναντίον της Τουρκίας και της Κύπρου. Σίγουρα όμως τα δικά μου γκολ ήταν πολύ πιο σημαντικά»!


Γήπεδο «Σαν Σίρο» ή αλλιώς «Τζιουζέπε Μεάτσα»!

Αργότερα και αφού είχε αφήσει πίσω του μια επιτυχημένη καριέρα ως ποδοσφαιριστής, προσπάθησε να αναδειχθεί ως δημοσιογράφος αλλά και ως προπονητής μη έχοντας όμως την ίδια επιτυχία. Διετέλεσε ως προπονητής στην Ίντερ, στην Προ Πάτρια και σε άλλες ομάδες χωρίς όμως κάτι το ιδιαίτερο. Πρωταγωνίστησε ακόμα  και σε μια κινηματογραφική ταινία «Milano miliardaria», του 1951 με βασικό σενάριο τον ποδοσφαιρικό αγώνα Ίντερ-Νάπολι.

Ο θρυλικός Τζιουζέπε Μεάτσα, άφησε την τελευταία του πνοή, στις 27 Οκτωβρίου του 1979, στο Ραπάλο, σε ηλικία 69 ετών, εξαιτίας μιας αθεράπευτης αρρώστιας. Στις 3 Μαρτίου του 1980, το γνωστό ως τότε «Σαν Σίρο» μετονομάστηκε προς τιμήν του, ως ποδοσφαιριστή αμφότερων των δύο ομάδων του Μιλάνου, καθώς και της Εθνικής Ιταλίας. Βέβαια η ονομασία «Σαν Σίρο» έχει καθιερωθεί ως πιο συχνά χρησιμοποιούμενη, ενώ ως «Τζιουζέπε Μεάτσα» το αποκαλούν συχνότερα οι οπαδοί της Ίντερ. Αναμφίβολα πάντως, με το όνομα του πλέον να έχει θέση στις καθημερινές συζητήσεις των σύγχρονων οπαδών και παρατηρητών του ιταλικού ποδοσφαίρου, ο Μεάτσα έχει περάσει στο πάνθεον του calcio, με τα κατορθώματα του να γίνεται ολοένα και δυσκολότερο να ξεπεραστούν ή να λησμονηθούν...


PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Επαγγελματική καριέρα

  • 1927–1940: Football Club Internazionale Milano, 348 (241)
  • 1940–1942: Associazione Calcio Milan, 37 (9)
  • 1942/43: Juventus Football Club, 27 (10)
  • 1944: Varese Calcio Società Sportiva Dilettantistica, 20 (7)
  • 1945/46: Atalanta Bergamasca Calcio, 14 (2)
  • 1946/47: Football Club Internazionale Milano, 17 (2)

Διεθνής

  • 1930–1939: Ιταλία, 53 (33)

Προπονητική καριέρα

  • 1946: Atalanta Bergamasca Calcio
  • 1946–1948: Football Club Internazionale Milano
  • 1948–1949: Beşiktaş Jimnastik Kulübü
  • 1949–1951: Aurora Pro Patria 1919
  • 1952/53: Ιταλία
  • 1955/56: Football Club Internazionale Milano
  • 1957: Football Club Internazionale Milano

Τίτλοι

Συλλογικοί

Με την F.C. Internazionale Milano
  • Πρωτάθλημα Ιταλίας: 3 (1929/30, 1937/38, 1939/40) και επιλαχών: 3 (1932/33, 1933/34, 1934/350
  • Κύπελλο Ιταλίας: 1938/39
  • Mitropa Cup; φιναλίστ 1933

Με την A.C. Milan
  • Κύπελλο Ιταλίας: φιναλίστ 1941/42

Διεθνείς


Με την Ιταλία
  • Παγκόσμιο Κύπελλο: 2 (1934, 1938)
  • Διεθνές Κύπελλο Κεντρικής Ευρώπης: 2 (1927/30, 1933/35)

Προσωπικές Διακρίσεις

  • Πρώτος Σκόρερ Ιταλικού Πρωταθλήματος: 3 (1929/30, 1935/36, 1937/38)
  • Πρώτος Σκόρερ Mitropa Cup: 3 (1930, 1933, 1936)
  • Πρώτος Σκόρερ Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1934
  • Μέλος Ιδανικής 11άδας Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1934
  • Μέλος του Hall of Fame του Ιταλικού Ποδοσφαίρου: 2011