Ο (Δυτικο)-Γερμανός κεντρικός επιθετικός και αργότερα αρκετά επιτυχημένος προπονητής, Ούντο Λάτεκ (Udo Lattek), γεννήθηκε στις 16 Ιανουάριου του 1935 στο Μπόζεμπ της Ανατολικής Πρωσίας, στη σημερινή βορειοανατολική Πολωνία. Ενώ προετοιμαζόταν για μια καριέρα ως δάσκαλος, παράλληλα έπαιξε ποδόσφαιρο στη Μαριενχάιμπε, στην Μπάγερ Λεβερκούζεν και την Βιπερφίρθ. Το 1962 υπέγραψε συμβόλαιο στην Όσναμπρικ, αλλά η ομάδα του δεν μπόρεσε να πάρει το εισιτήριο για την Μπουντεσλίγκα που ιδρύθηκε την επόμενη χρονιά. Φημιζόταν για την ικανότητά του στο ψηλό παιχνίδι, σημειώνοντας μεταξύ 1962 και 1965, 34 γκολ σε 70 αγώνες πρωταθλήματος. Νωρίς το 1965, εντάχθηκε στην Γερμανική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία ως προπονητής για την ομάδα Νέων, ενώ ήταν στο τεχνικό επιτελείο του Χέλμουτ Σεν (Helmut Schön) που οδήγησε τη Γερμανία στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1966.
Με 14 σημαντικούς τίτλους, είναι ένας από τους πιο επιτυχημένους προπονητές στην ιστορία του παιχνιδιού και ο πιο επιτυχημένος προπονητής με γερμανικές ομάδες, ειδικά με τη Μπάγερν Μονάχου. Κέρδισε επίσης σημαντικά τρόπαια με την Μπορούσια του Μενχενγκλάντμπαχ και τη Μπαρτσελόνα. Διετέλεσε προπονητής της Μπορούσια του Ντόρτμουντ, της Σάλκε και της Κολωνίας. Μαζί με τον Ιταλό Τζιοβάνι Τραπατόνι (Giovanni Trapattoni) είναι οι μόνοι προπονητές που έχουν κερδίσει και τους 3 μεγάλους ευρωπαϊκούς διασυλλογικούς τίτλους, αλλά είναι ο μόνος που το κάνει με τρεις διαφορετικές ομάδες.
Με 14 σημαντικούς τίτλους, είναι ένας από τους πιο επιτυχημένους προπονητές στην ιστορία του παιχνιδιού και ο πιο επιτυχημένος προπονητής με γερμανικές ομάδες, ειδικά με τη Μπάγερν Μονάχου. Κέρδισε επίσης σημαντικά τρόπαια με την Μπορούσια του Μενχενγκλάντμπαχ και τη Μπαρτσελόνα. Διετέλεσε προπονητής της Μπορούσια του Ντόρτμουντ, της Σάλκε και της Κολωνίας. Μαζί με τον Ιταλό Τζιοβάνι Τραπατόνι (Giovanni Trapattoni) είναι οι μόνοι προπονητές που έχουν κερδίσει και τους 3 μεγάλους ευρωπαϊκούς διασυλλογικούς τίτλους, αλλά είναι ο μόνος που το κάνει με τρεις διαφορετικές ομάδες.
Προς το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, απελάθηκε στην ηλικία των εννέα από το σπίτι του και έφτασε με την οικογένειά του, πρώτα στη Δανία και στη συνέχεια, στη Δυτική Γερμανία. Εγκαταστάθηκαν στο Βιπερφίρθ της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, όπου και μεγάλωσε σε ένα αγρόκτημα. Ξεκίνησε από μικρός το ποδόσφαιρο. Όταν ενηλικιώθηκε, φοίτησε σε παιδαγωγική ακαδημία για να γίνει καθηγητής Μαθηματικών και Φυσικής. Παράλληλα αγωνίστηκε σε ερασιτεχνικό επίπεδο στις SSV Μαριενχάιμπε, στην Μπάγερ Λεβερκούζεν και VfR Βιπερφίρθ. Το 1962 υπέγραψε συμβόλαιο στην Όσναμπρικ, αλλά η ομάδα του δεν μπόρεσε να πάρει το εισιτήριο για την Bundesliga που ιδρύθηκε την επόμενη χρονιά.
Το 1965, σε ηλικία 30 ετών, ο Λάτεκ άφησε την Όσναμπρικ για να αναλάβει την Εθνική Νέων της Δυτικής Γερμανίας, ενώ υπήρξε βοηθός του Χέλμουτ Σεν (Helmut Schön) στην Εθνική των ανδρών που πήρε μέρος στο Μουντιάλ του 1966 στην Αγγλία. Ο Λάτεκ παρέμεινε ως δεύτερος προπονητής της «National Mannschaft» μέχρι το 1970. Ήταν Φεβρουάριος και η εθνική Δυτικής Γερμανίας βρισκόταν στη Σεβίλλη, για ένα φιλικό με την Ισπανία. Ο 35χρονος τότε Λάτεκ, ήταν προπονητής στην ομάδα Νέων. Ο Φραντς Μπέκενμπαουερ (Franz Beckenbauer) πλησίασε τον Λάτεκ και του ζήτησε να μιλήσουν. Ο Γεμανοπολωνός, παρότι αιφνιδιάστηκε, δέχθηκε και τότε ο «Κάιζερ» έριξε τη «βόμβα»: «Σας μιλώ εκ μέρους της διοίκησης της Μπάγερν Μονάχου. Θέλουν να μάθουν αν θα σας ενδιέφερε να αναλάβετε την ομάδα».
Ο Λάτεκ γούρλωσε τα μάτια. Ρώτησε τον Μπεκενμπάουερ γιατί θέλουν να αντικαταστήσουν τον Μπράνκο Ζέμπετς (Branko Zebec) με έναν άπειρο τεχνικό, όπως ήταν τότε εκείνος. «Οι σχέσεις του Ζέμπετς με τη διοίκηση έχουν χαλάσει. Οι διοικούντες συμβουλεύτηκαν τους έμπειρους παίκτες και όλοι είπαν ότι σας έχουν μεγάλη εκτίμηση και θέλουν να δουλέψουν μαζί σας». Λίγες μέρες αργότερα, ο Λάτεκ ανέλαβε τους Βαυαρούς.
Η πρόταση, έγινε δεκτή με μεγάλη γκρίνια από τους Βαυαρούς φιλάθλους, αφού ο Ούντο δεν είχε εργαστεί ποτέ μέχρι εκείνη τη στιγμή σε σύλλογο πρώτης κατηγορίας. Παρά τις αντιδράσεις, ο Λάτεκ ανέλαβε να καθοδηγήσει μια από τις μεγαλύτερες ομάδες όλων των εποχών και τα κατάφερε περίφημα. Στην πρώτη του σεζόν (1970/71) κατέκτησε το Κύπελλο Γερμανίας και τερμάτισε στη δεύτερη θέση της Bundesliga, μόλις 2 βαθμούς πίσω από την Μπορούσια του Μένχενγκλαντμπαχ.
Από τη σεζόν 1971/72 ξεκίνησε το μεγάλο σερί της Μπάγερν, η οποία υπό την καθοδήγηση του Λάτεκ κέρδισε τρία σερί πρωταθλήματα (ρεκόρ που δεν έχει καταρριφθεί στη Γερμανία μέχρι σήμερα). Η μεγαλύτερη στιγμή εκείνης της πρώτης του θητείας στο Μόναχο ήταν φυσικά η κατάκτηση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1974 μετά από τον διπλό τελικό απέναντι στην Ατλέτικο Μαδρίτης (1-1 & 4-0). Η γενιά των Μπέκενμπαουερ, Γκερντ Μίλερ (Gerd Müller), Ούλι Χένες (Uli Hoeneß), Σεπ Μάγιερ (Sepp Maier), Πάουλ Μπράιτνερ (Paul Breitner) και των άλλων άσων της Μπάγερν, έδωσε στον σύλλογο αλλά και στη Γερμανία την πρώτη κούπα με τα μεγάλα αυτιά.
Στα μισά της σεζόν 1974/75, ο Λάτεκ απολύθηκε από την Μπάγερν λόγω κακών αποτελεσμάτων και το καλοκαίρι του 1975 διαδέχτηκε τον Χένες Βάισβαϊλερ (Hennes Weisweiler) στον πάγκο της μεγάλης ανταγωνίστριας των Βαυαρών, Μπορούσια του Μένχενγκλαντμπαχ. Η Γκλάντμπαχ ήταν πρωταθλήτρια και κάτοχος του Κυπέλλου UEFA από την προηγούμενη χρονιά και ο Λάτεκ συνέχισε την κυριαρχία της στην Bundesliga, κατακτώντας και τα δυο επόμενα πρωταθλήματα (1975/76 & 1976/77). Θα είχε επεκτείνει το σερί του και την επόμενη χρονιά, όμως έχασε τον τίτλο του 1977/78 στην ισοβαθμία από την Κολονία για μόλις 3 τέρματα.
Ο Λάτεκ οδήγησε την εκπληκτική ομάδα της Γκλάντμπαχ με παίκτες όπως οι Γιουπ Χέινκες (Jupp Heynckes), Άλαν Σίμονσεν (Allan Simonsen), Μπέρτι Φογκτς (Berti Vogts), Ράινερ Μπόνοφ (Rainer Bonhof) και Ούλι Στίλικε (Uli Stielike), στον τελικό του Πρωταθλητριών το 1977, όμως υπέκυψε στην ανωτερότητα της Λίβερπουλ του Μπομπ Πέισλι (Bob Paisley) χάνοντας 3-1. Δυο χρόνια αργότερα, ο Ούντο πήρε το δεύτερο ευρωπαϊκό του τρόπαιο, κατακτώντας με την Γκλάντμπαχ το Κύπελλο UEFA απέναντι στον Ερυθρό Αστέρα (1-1 &1-0). Στο τέλος εκείνης της σεζόν (1978/79), ο Λάτεκ άλλαξε ομάδα, υπογράφοντας διετές συμβόλαιο με την Μπορούσια του Ντόρτμουντ, με την οποία είχε μια έκτη και μια έβδομη θέση στο πρωτάθλημα.
Το καλοκαίρι του 1981 ο Λάτεκ βγήκε από τα σύνορα, αναλαμβάνοντας για πρώτη φορά ομάδα εκτός Γερμανίας. Η Μπαρτσελόνα τού εμπιστεύθηκε τον πάγκο της και ο Ούντο στην πρώτη κιόλας χρονιά του, κατέκτησε με τους «μπλαουγκράνα» το Κύπελλο Κυπελλούχων, συμπληρώνοντας έτσι με εντυπωσιακό τρόπο την εκπληκτική συλλογή του από ευρωπαϊκούς τίτλους. Με πρωταγωνιστές τους Σίμονσεν, Κίνι (Quini), Αλεσάνκο (Alesanco), Μιγκέλι (Migueli) και Φρανσίσκο Καράσκο (Francisco Carrasco), η Μπάρτσα ανέτρεψε το 0-1 από την Σταντάρ Λιέγης, κερδίζοντας τελικά 2-1 στον τελικό του "Καμπ Νόου".
Στο ξεκίνημα της σεζόν 1982/83, η άφιξη του Ντιέγκο Μαραντόνα (Diego Maradona) ήταν το μεγάλο γεγονός στην Πριμέρα. Η Μπάρτσα κέρδισε το Λιγκ Καπ απέναντι στη Ρεάλ, όμως τα προβλήματα συνόδεψαν στη διάρκεια όλης της χρονιάς τον Αργεντινό, ο οποίος δεν μπόρεσε να αποδώσει αυτά που περίμεναν οι Καταλανοί από εκείνον. Τα αποτελέσματα της ομάδας δεν βοήθησαν τον Λάτεκ, που τελικά απολύθηκε πριν την ολοκλήρωση της σεζόν, δίνοντας τη θέση του στον Σέσαρ Λουίς Μενότι (César Luis Menotti). Το καλοκαίρι του 1983 ο Παλ Τσερνάι (Pál Csernai) άφησε την Μπάγερν (και πήγε στον ΠΑΟΚ) και ο Ούλι Χένες έδωσε την ευκαιρία στον Λάτεκ να επιστρέψει στον πάγκο των Βαυαρών.
Στην επόμενη τετραετία, ο Ούντο και η Μπάγερν κατέκτησαν δυο Κύπελλα Γερμανίας (1984 & 1986) και τρία σερί πρωταθλήματα (1985, 1986 & 1987)! Το νταμπλ του 1986 ήταν μόλις το τέταρτο στην ιστορία του γερμανικού ποδοσφαίρου. Ο Λάτεκ, στη δεύτερη θητεία του στους Βαυαρούς, συνεργάστηκε με παίκτες όπως ο Καρλ Χάιντς Ρουμενίγκε (Karl-Heinz Rummenigge), ο Λόταρ Ματέους (Lothar Matthäus), ο Κλάους Άουγκενταλερ (Klaus Augenthaler), ο Ντίτερ Χένες (Dieter Hoeneß), ο Σόρεν Λέρμπι (Søren Lerby) και ο Ζαν Μαρί Πφαφ (Jean-Marie Pfaff). Στις 17 Ιουνίου του 1987, ο Λάτεκ αποχαιρέτησε την Μπάγερν μέσα στο Ολυμπιακό Στάδιο του Μονάχου, γνωρίζοντας την αποθέωση. Στη συνέχεια αποσύρθηκε από τους πάγκους και ασχολήθηκε με σχολιασμό αγώνων στην τηλεόραση και στον Τύπο.
Το 1991 επέστρεψε κοουτσάροντας την Κολωνία σε έναν αγώνα και στο υπόλοιπο της σεζόν εργάστηκε στον σύλλογο ως τεχνικός μάνατζερ. Στο πρώτο παιχνίδι των «Τράγων» τη σεζόν 1987/88, ήταν ακόμα καλοκαίρι και ο Λάτεκ φορούσε ένα μπλε πουλόβερ. όταν ρωτήθηκε από τους δημοσιογράφους για ποιο λόγο επέλεξε τη συγκεκριμένη ενδυμασία, τόνισε ότι το συγκεκριμένο πουλόβερ αποτελεί το γούρι της ομάδας του και θα το βγάλει μόνο όταν χάσουν. Η Κολωνία έκανε ένα απίστευτο σερί 15 αγώνων χωρίς ήττα! Η φήμη του ήταν τόσο μεγάλη, ώστε χρεώθηκε μεγαλύτερο ποσοστό επιτυχίας από τον νεαρό τότε Κριστόφ Νταούμ (Christoph Daum). Το πουλόβερ βγήκε τον Νοέμβριο, όταν η Βέρντερ Βρέμης του Ότο Ρεχάγκελ (Otto Rehhagel) του έσπασε το σερί. Ήταν ουσιαστικά η μέρα που οι κατακτήσεις του σταμάτησαν.
Τον Ιούλιο του 1992 ανέλαβε την Σάλκε 04 και παρέμεινε εκεί μέχρι τον Ιανουάριο του 1993. Τα επόμενα χρόνια εργάστηκε ξανά ως σχολιαστής και το 2000 κλήθηκε να σώσει την Μπορούσια Ντόρτμουντ από τον υποβιβασμό, πέντε αγωνιστικές πριν το τέλος του πρωταθλήματος. Για μια ακόμα φορά, ο Λάτεκ έκανε το θαύμα του. Με δυο νίκες, δυο ισοπαλίες και μόλις μια ήττα (από την Μπάγερν), η Ντόρτμουντ παρέμεινε στην κατηγορία. Αυτός ήταν και ο τελευταίος προπονητικός σταθμός του Λάτεκ.
Το 1962 παντρεύτηκε την Χίλντεγκαρντ, γυμνάστρια. Ο πρώτος γιος τους, ο Ντιρκ, πέθανε το 1981 σε ηλικία 15 ετών από λευχαιμία. Το 1982 και το 1988, γεννήθηκαν οι κόρες τους Νάντια, Μέλανι και Σαμπίνε. Αγάπησε την μπύρα σαν δεύτερη φύση του, αποκάλεσε το ποδόσφαιρο ναρκωτικό και είπε την περίφημη φράση, η οποία βραβεύτηκε το 2010 από την Γερμανική Ακαδημία της ποδοσφαιρικής κουλτούρας: «Στο γήπεδο της Κολωνίας, η ατμόσφαιρα, οι κερκίδες, ο κόσμος, όλα είναι εκπληκτικά. Το μόνο ενοχλητικό είναι η ίδια η ομάδα»!
Το 2011, μετά από 16 χρόνια παραμονής του στην τηλεόραση και
786 εκπομπές, ο Λάτεκ αποσύρθηκε από τον σχολιασμό. Το 2010 υπέστη ένα
εγκεφαλικό επεισόδιο, ενώ το 2012 υποβλήθηκε σε διπλή επέμβαση στον εγκέφαλο
για την αφαίρεση καλοήθους όγκου. Τον Οκτώβριο του 2013, έγινε γνωστό ότι
πάσχει από την νόσο του Πάρκινσον. Ο Ούντο Λάτεκ, πέθανε στις 31 Ιανουαρίου του
2015, στην Κολωνία.
Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)
Επαγγελματική καριέρα
- SSV Marienheide
- Turn- und Sportverein Bayer 04 Leverkusen
- VfR Wipperfürth
- 1962–1965: Verein für Leibesübungen von 1899 Osnabrück, 70 (34)
Προπονητική καριέρα
- VfR Wipperfürth
- 1965–1970: Δυτική Γερμανία (βοηθός)
- 1970–1975: Fußball-Club Bayern, München
- 1975–1979: Verein für Leibesübungen 1900 Borussia Mönchengladbach
- 1979–1981: Ballspielverein Borussia 09 e.V. Dortmund
- 1981–1983: Futbol Club Barcelona
- 1983–1987: Fußball-Club Bayern, München
- 1991: 1. Fußball‑Club Köln 01/07
- 1992/93: Fußballclub Gelsenkirchen‑Schalke 04
- 2000: Ballspielverein Borussia 09 e.V. Dortmund
Τίτλοι
Ως προπονητής
Διεθνείς
Με την Δυτική Γερμανία
- Παγκόσμιο Κύπελλο: φιναλίστ το 1966
Συλλογικοί
Με την Bayern
- Πρωτάθλημα Γερμανίας: 1972, 1973, 1974, 1985, 1986, 1987
- Κύπελλο Γερμανίας: 1971, 1984, 1986
- Κύπελλο Πρωταθλητριών: 1974
- Πρωτάθλημα Γερμανίας: 1976, 1977
- Κύπελλο UEFA: 1979
- Σούπερ Καπ Ισπανίας: 1981
- Κύπελλο Κυπελλούχων: 1982