Σάββατο 30 Απριλίου 2016

Φράνκο Μπαρέζι: Ένας τεράστιος Μικρούλης

Ο Ιταλός κεντρικός αμυντικός, κυρίως σε ρόλο λίμπερο/«σκούπας», Φράνκο Μπαρέζι (Franco Baresi), γεννήθηκε στις 8 Μαΐου του 1960, στο Τραβαλιάτο, στην επαρχία της Μπρέσια, στη Λομβαρδία. Πέρασε ολόκληρη την 20ετή ποδοσφαιρική του καριέρα με τη Μίλαν, για 15 σεζόν στην ιταλική  Serie A. Θεωρείται ένας από τους Μεγαλύτερους Αμυντικούς Όλων των Εποχών και κατετάγη 19ος στη λίστα των 100 Μεγαλύτερων Παικτών του 20ου Αιώνα από το περιοδικό World Soccer. Κατέκτησε 3 φορές το Τσάμπιονς Λιγκ, καθώς και 6 τίτλους του ιταλικού πρωταθλήματος, 4 τίτλους του ιταλικού Σούπερ Καπ, 3 τίτλους του Ευρωπαϊκού Σούπερ Καπ και 2 Διηπειρωτικά Κύπελλα.


Με την εθνική ομάδα της Ιταλίας, κατέκτησε το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1982. Έπαιξε επίσης στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990, όπου ονομάστηκε στην Ιδανική 11άδα της διοργάνωσης, τερματίζοντας 3ος  στο τουρνουά. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994, χρίστηκε αρχηγός της «σκουάντρα ατζούρα» και ήταν αναπόσπαστο μέλος της ομάδας που έφτασε στο τελικό, αν και έχασε τη δική του εκτέλεση στη διαδικασία των πέναλτι, που έκρινε τον Παγκόσμιο Τίτλο. Εκπροσώπησε επίσης την Ιταλία σε δύο Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα, το 1980 και το 1988  και στις Ολυμπιακούς Αγώνες του 1984, φτάνοντας στα ημιτελικά όλες τις περιπτώσεις.


Είναι ο νεότερος αδελφός του πρώην ποδοσφαιριστή Τζιουζέπε Μπαρέζι (Giuseppe Baresi) και μετά την ένταξη στην Μίλαν ως νεαρός, του κόλλησαν αρχικά το παρατσούκλι «Piscinin», που στο γλωσσικό ιδίωμα του Μιλάνου σημαίνει «Ο Μικρούλης». Λόγω των δεξιοτήτων του και την επιτυχία του, αργότερα έγινε γνωστός ως «Kaiser Franz», μια αναφορά στον ποδοσφαιριστή-επιτομή της θέσης του λίμπερο/«σκούπας» Φραντς Μπεκενμπάουερ (Frantz Beckenbauer). Το 1999, εξελέγη Παίκτης του Αιώνα για τη Μίλαν. Μετά την τελευταία σεζόν του στο Μιλάνο, το 1997, ο σύλλογος απέσυρε τη φανέλα με το № 6. Ονομάστηκε από τον Πελέ (Edson Arantes do Nascimento, “Pelé”) ως ένας από τους 125 Μεγαλύτερους Εν Ζωή Ποδοσφαιριστές του Κόσμου στον κατάλογο «FIFA 100», στο πλάισιο των εορτασμών για την εκατονταετηρίδα Παγκόσμιας Ομοσπονδίας το 2004 και εγκαταστάθηκε στο ιταλικό ποδοσφαιρικό Hall of Fame το 2013.



 Το "κόψιμο" από την Ίντερ και ο ειδικός όρος της Μίλαν

Έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα, στην ομάδα της γενέτειράς του, την USO (Unione Sportiva Oratorio) είτε ως ακραίος μπακ είτε ως στόπερ. Ο κατά δύο χρόνια μεγαλύτερος αδερφός του Μπέπε (Giuseppe “Beppe” Baresi), αγωνίζεται στα τμήματα υποδομής της Ίντερ και όλα δείχνουν πως ο Φράνκο θα ακολουθήσει τα χνάρια του "grande fratello", όμως η Ίντερ τον απορρίπτει τον Μάιο του 1974. «Πρέπει να αναπτυχθείς, ίσως να επανέλθεις την επόμενη χρονιά», του λέει μετά από μία δοκιμή ο Ίταλο Γκαλμπιάτι, ένας από τους επικεφαλής στα φυτώρια των νερατζούρι. Το κάρμα και των δύο όμως είναι τέτοιο ώστε να τα πουν πολύ νωρίτερα και για την ακρίβεια τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς! Ο Γκαλμπιάτι έχει πάει στη Μίλαν και αποφασίζει να ξαναδώσει μία δεύτερη ευκαιρία στον πιτσιρικά, καλώντας τον αυτή τη φορά στο Μιλανέλο. Τον βλέπει σε ένα ματς στο δεξί άκρο της άμυνας, σε ένα ακόμα ως λίμπερο και τελικά «ανάβει το πράσινο φως» για την απόκτησή του. Τότε προκύπτει νέο "αγκάθι" καθώς κάποιοι μέσα στην ομάδα υποστηρίζουν πως δεν έχει το ιδανικό ύψος για τη θέση του και πως από το 1,64 είναι πολύ δύσκολο να ξεπεράσει τα 170 εκατοστά. Έστω και έτσι πάντως, η Μίλαν τον αγοράζει με 1,5 εκατομμύρια ιταλικές λίρες και βάζει έναν απίστευτο όρο στο συμβόλαιο: «Θα σας δίνουμε ένα εκατομμύριο για κάθε εκατοστό επιπλέον που θα παίρνει πέρα από το 1,70». Τελικά η σωματομετρική ανάπτυξη του Μπαρέζι σταματάει στα 1,76 με τον ίδιο να ξεκαθαρίζει πάντως πολλά χρόνια αργότερα πως δεν γνωρίζει αν η Μίλαν τήρησε την υπόσχεσή της προς την πρώτη ομάδα του...

 

Αρπάζει την ευκαιρία από τα μαλλιά και κερδίζει το πρώτο κοπλιμέντο

Το πρώτο μεγάλο βήμα γίνεται για τον Μπαρέζι τον Αύγουστο του 1974, όταν εντάσσεται στα τμήματα υποδομής των "ροσονέρι". Η... εκπαίδευση για τον μικρό Φράνκο ξεκινάει και ο πρώτος του καλός φίλος γίνεται ο Γκαμπριέλο Καρότι με τον οποίο μοιράζεται το δωμάτιο № 4 στο Μιλάνελο. Τρώει με το... κουτάλι τα ματς στις ακαδημίες της Μίλαν και κάποια στιγμή δύο χρόνια αργότερα παρουσιάζεται η πρώτη μεγάλη ευκαιρία. Ο Τζουζέπε Μαρκιόρο (Giuseppe Marchioro), προπονητής αρκετά επαναστατικός, ζητάει έναν παίκτη από τους "μικρούς", έναν αμυντικό, για τον φιλικό αγώνα της πρώτης ομάδας με τη Βερμπάνια. Του στέλνουν τον Φράνκο που κατά τη διάρκεια του αγώνα προωθείται αρκετές φορές και η κατσάδα στα αποδυτήρια είναι αναπόφευκτη. «Συγγνώμη παιδί μου αλλά εγώ ζήτησα έναν αμυντικό...», του λέει αρχικά, για να συνεχίσει όμως με φιλοφρονήσεις του στιλ «Συγχαρητήρια, συνέχισε έτσι!». Αυτή είναι και η πρώτη επίσημη αναγνώριση της αξίας και του ταλέντου που είχε ο Φράνκο.


 Ο θάνατος του πατέρα του και η είσοδος στην πρώτη ομάδα

Η έναρξη της σεζόν 1977/78 βρίσκει τον Μπαρέζι στην Primavera της Μίλαν που έχει για προπονητή τον Φραντσέσκο Τζαγκάτι (Francesco Zagatti), με τον μισθό για τον αμούστακο ακόμα Φράνκο να μην είναι τίποτα το ιδιαίτερο: 20.000 ιταλικές λίρες το μήνα. Ο σύλλογος του παρέχει πάντως δωρεάν τροφή και κατάλυμα ενώ φροντίζει και για τις σπουδές του καθώς εγγράφεται στο Τμήμα Αρχιτεκτονικής στο Μιλάνο. Με την ομάδα Νέων της Μίλαν παίρνει μέρος σε διάφορα τουρνουά μεταξύ άλλων και το φημισμένο του Βιαρέτζιο για να έρθει όμως εκείνη την εποχή ένα σοκαριστικό νέο για τον ίδιο εκτός ποδοσφαίρου. Αυτό είναι ο χαμός του πατέρα του στο Λαντσάνο του Αμπρούτσο, ο οποίος χτυπήθηκε θανατηφόρα από ένα αμάξι. Κάπως έτσι το Μιλανέλο γίνεται αυτόματα το δεύτερο σπίτι του Φράνκο και ο Πάολο Μαρικόντι (Paolo Mariconti), μασέρ της Primavera, κάτι σαν δεύτερος πατέρας του. Όταν έρχεται το πλήρωμα του χρόνου να τον προωθήσουν στην πρώτη ομάδα ο Φράνκο, εξαντλημένος από τις πρωινές προπονήσεις, παρατάει το σχολείο και το καλοκαίρι του 1977 είναι έτοιμος για την πρώτη του προετοιμασία με τη Μίλαν. Το ξενοδοχείο που διαμένει η Μίλαν λέγεται "Aquila Nera" ("Μαύρος Αετός"), ο άλλοτε θρυλικός άσος της Μίλαν Νιλς Λίντχολμ (Nils Liedholm) είναι πλέον το αφεντικό των αποδυτηρίων, ο μασέρ Μαρικόντι παίρνει και αυτός "προαγωγή" για την πρώτη ομάδα και κάπου εκεί μπαίνει στην ιστορία και ο... βενιαμίν Φράνκο, ο επονομαζόμενος "Piscinin". Αμέσως "δένει" με τον Φούλβιο Κολοβάτι (Fulvio Collovati) που είναι ο πιο νεαρός από τους λεγόμενους βασικούς, την ώρα που ο "παλιός" Φάμπιο Καπέλο (Fabio Capello), δεν δείχνει να του τρέφει πολλή μεγάλη συμπάθεια... Καθοριστική πάντως είναι η παρουσία του Λίντχολμ, καθώς πρόκειται για έναν προπονητή ο οποίος δίνει ευκαιρίες σε νέους και τους υπερασπίζεται.

 

Ντεμπούτο και αποθέωση στα αποδυτήρια από τις "παλιοσειρές"

Η 23η Απριλίου toy 1978 είναι σημαντική ημερομηνία για τον Φράνκο Μπαρέζι καθώς κάνει το ντεμπούτο του στη Serie A, 15 ημέρες μάλιστα πριν κλείσει 18 χρόνια ζωής. Ο Μαουρίτσιο Τουρόνε (Maurizio Turone) ήταν τιμωρημένος και ο Λίντχολμ τον ρίχνει στα βαθιά, μία στιγμή που ο Μπαρέζι δεν θα ξεχάσει ποτέ: «Ο Ενρίκο Αλμπερτόζι (Enrico Albertosi), γκολκίπερ της ομάδας, δεν μου είχε εμπιστοσύνη και μου φώναζε συνεχώς να είμαι προσεκτικός. Ήμουν σε σύγχυση, ήθελα να του απαντήσω και μάλιστα με άσχημο τρόπο. Πώς μπορούσα όμως να κάνω κάτι τέτοιο;». Το βάπτισμα του πυρός για τον Μπαρέζι συνοδεύεται τελικά από νικηφόρο αποτέλεσμα και στα αποδυτήρια επικρατεί ευφορία, με τον θρύλο της ομάδας και βοηθό του Λίντχολμ εκείνη την εποχή, Νερέο Ρόκο (Nereo Rocco), να βρίσκει την ευκαιρία για πειράγματα στον νεαρό Φράνκο. Την επόμενη ημέρα μία ακόμα ευχάριστη έκπληξη τον περιμένει αφού ανοίγοντας τις εφημερίδες διαβάζει δηλώσεις του Τζάνι Ριβέρα (Gianni Rivera) που λέει: «Αυτό το παιδί έχει πολύ δρόμο μπροστά του...»


Η μάχη με τον... Αλμπέρτο Μπιγκόν και το πρώτο σκουντέτο

Ο νεαρός Μπαρέζι παραμένει πάντα ο "Piscinin" για τη Μίλαν (αυτό σημαίνει "μικρούλης" στη μιλανέζικη διάλεκτο) όμως πλέον όλοι τον βλέπουν με διαφορετικά μάτια. Ένας από αυτούς είναι ο τεχνικός διευθυντής του συλλόγου Σάντρο Βιτάλι (Alessandro Vitali) που τον χαρακτηρίζει δημόσια «λίμπερο του μέλλοντος»!. Το καλοκαίρι του 1978, ο Λίντχολμ προβληματίζεται καθώς πρέπει να αποφασίσει σε ποιον εκ των δύο θα δώσει φανέλα βασικού: στον Αλμπερτίνο Μπιγκόν (Alberto "Albertino" Bigon), που από μέσο τον είχε φέρει στο κέντρο της άμυνας στη δύση της καριέρας του ή στον Μπαρέζι. Στα φιλικά του καλοκαιριού ο Μπιγκόν παίζει στα πρώτα ημίχρονα των αγώνων και ο Μπαρέζι στα δεύτερα, με τον Φράνκο να είναι πάντα καλύτερος και τον Λίντχολμ να του ανακοινώνει: «Από εδώ και πέρα θα παίζεις πάντα». Η σεζόν 1978/79 είναι η πρώτη που βρίσκει τον Μπαρέζι να έχει φανέλα βασικού στη Μίλαν (ταυτόχρονα είναι η τελευταία για τον σπουδαίο Τζάνι Ριβέρα) και μάλιστα το συνδυάζει με την κατάκτηση του 10ου σκουντέτο, με το οποίο μπαίνει το χρυσό αστέρι στη φανέλα των "ροσονέρι".

 

Πριμ για το πρωτάθλημα και αμάξι-δώρο στον εαυτό του

Αν και είναι πλέον βασικό μέλος της Μίλαν, ο μισθός του εξακολουθεί να είναι χαμηλός βάσει συμβολαίου, κάπου στις 12.000.000 ιταλικές λίρες το χρόνο. Ο Τζάνι Ριβέρα, ο οποίος μετά την απόσυρσή του ως ποδοσφαιριστής είναι πλέον αντιπρόεδρος στο σύλλογο, προτείνει να πάρει και ο Μπαρέζι πριμ τίτλου ύψους 50.000.000 λιρών και λίγο αργότερα το πρώτο του σημαντικό απόκτημα με τα χρήματα που έβγαλε από το ποδόσφαιρο είναι γεγονός: ένα γκρίζο Golf. «Ο πρόεδρος Φελίτσε Κολόμπο (Felice Colombo) πλήρωνε καλά, το αγόρασα με 9.000.000 λίρες. Ήμουν ευτυχισμένος γιατί είχα μόλις πάρει το δίπλωμά οδήγησης», θα δηλώσει αρκετά χρόνια αργότερα σε ένα βιβλίο του με τίτλο "Μία αγάπη που την λένε Μίλαν".


 Ο εφιάλτης του Totonero τον στέλνει στη Serie B

Αν η πρώτη full σεζόν του Φράνκο Μπαρέζι στη Μίλαν (40 συμμετοχές, οι 30 στο πρωτάθλημα) στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία, η δεύτερη μόνο καταστροφική μπορεί να χαρακτηριστεί. Τα πρώτα αρνητικά μηνύματα έρχονται με την αλλαγή στην τεχνική ηγεσία το καλοκαίρι του 1979. Ο Λίντχολμ φεύγει και ο Μάσιμο Τζακομίνι (Massimo Giacomini) έρχεται στη θέση του, ένας αρκετά ιδιόρρυθμος προπονητής που του αρέσουν οι ατάκες στα μίντια και που αρέσκεται στο να κάνει συχνά κριτική στους παίκτες του. Είναι θέμα χρόνου να "χάσει τα αποδυτήρια" και τον Οκτώβριο έρχεται και ένα ηχηρό χαστούκι με τον αποκλεισμό από την Πόρτο (0-0 στην Πορτογαλία, νίκη με 1-0 για τους "δράκους" στη ρεβάνς του "San Siro" μετά από τραγικό λάθος του Αλμπερτόζι) στον πρώτο γύρο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Αυτή όμως είναι μόνο η αρχή καθώς ξεσπάει λίγο αργότερα το σκάνδαλο Totonero όπου αποκαλύπτεται πως αρκετοί παίκτες της Μίλαν έπαιζαν παράνομα στοιχήματα, ποντάροντας μάλιστα και σε ματς όπου "κόντραραν" την ομάδα τους! Ο νεαρός Μπαρέζι δεν έχει την παραμικρή ανάμειξη όμως δεν έχει άλλη επιλογή από το να ακολουθήσει τη Μίλαν στη Serie B μετά την τιμωρία που της επιβλήθηκε από την ιταλική ομοσπονδία. Η σεζόν 1980/81  είναι σαφώς καλύτερη για τον Φράνκο αφού με προπονητή τον Τζακομίνι επιστρέφει άμεσα με την ομάδα του στη μεγάλη κατηγορία και ο ίδιος δέχεται την πρώτη κλήση στην Εθνική Ιταλίας U-21.


Το μαρτύριο συνεχίζεται για τους "ροσονέρι"

O Φράνκο Μπαρέζι ξαναβρίσκεται με την αγαπημένη του Μίλαν στην κορυφαία κατηγορία όμως τα προβλήματα είναι πλέον λέξη συνυφασμένη με τους "ροσονέρι". Οι προπονήσεις που πραγματοποιεί ο Λουίτζι Ράντιτσε (Luigi Radice) είναι τόσο επίπονες που προκαλούν... επανάσταση από πλευράς παικτών, με πιο χαρακτηριστικό το δημόσιο ξέσπασμα του Σκωτσέζου Τζο Τζόρνταν (Joe Jordan) κατά του προπονητή, ενώ ο Φράνκο Μπαρέζι τίθεται νοκ-άουτ για τέσσερις μήνες εξαιτίας μίας αρρώστιας του αίματος που τον ταλαιπωρεί. Ακολουθούν ημέρες που ο Φράνκο υποφέρει και σκέφτεται ακόμα και να σταματήσει το ποδόσφαιρο ενώ την ίδια περίοδο η Μίλαν αλλάζει προπονητή (Γκαλμπιάτι αντί Ράντιτσε) και πρόεδρο (ο τιμωρημένος ελέω του στοιχηματικού σκανδάλου Κολόμπο παραχωρεί τις μετοχές του στον Τζούζι Φαρίνα), όμως το κλίμα παραμένει βαρύ. Οι οπαδοί είναι αγανακτισμένοι με την εικόνα που βλέπουν εντός και εκτός γηπέδου και ο Κολοβάτι "πληρώνει τα σπασμένα" καθώς δέχεται πέτρα σε έναν αγώνα, με το φινάλε της σεζόν να είναι πάντως αυτό που έφερε και τη μεγαλύτερη πίκρα. Η Μίλαν οδηγείται για δεύτερη φορά μέσα σε μία τριετία στη Serie B και το λυπηρό είναι πως αυτή τη φορά υποβιβάζεται στο γήπεδο και όχι μέσα από κάποια δικαστική απόφαση.


Δεν την αφήνει μόνη και στα 22 φοράει το περιβραχιόνιο

Η Μίλαν είναι στη Serie B και πάλι όμως ο Μπαρέζι δεν την αφήνει. Οι μνηστήρες για τον Φράνκο είναι πολλοί, με πρώτο και καλύτερο τον πρόεδρο της Σαμπντόρια Πάολο Μαντοβάνι ο οποίος του προσφέρει συμβόλαιο με πολλά μηδενικά για να μετακομίσει στη Γένοβα όμως εκείνος δεν το διαπραγματεύεται και απαντάει ορθά-κοφτά: «Η Μίλαν είναι η ζωή μου». Ο Φούλβιο Κολοβάτι αφήνει τη Μίλαν το καλοκαίρι του 1982 μετά από έξι χρόνια για να αγωνιστεί στην άλλη μεγάλη ομάδα του Μιλάνου, την Ίντερ, οι σειρήνες όμως δεν φτάνουν στα αυτιά του Μπαρέζι. Υπογράφει διετές συμβόλαιο με ετήσιες απολαβές ύψους 100.000.000 ιταλικών λιρών ενώ προάγεται και εντός γηπέδου καθώς σε ηλικία μόλις 22 ετών γίνεται καπιτάνο της Μίλαν. «Είναι παράξενο και όμως εκείνος ο υποβιβασμός ήταν για μένα η απόλυτη επανεκκίνηση», δηλώνει για εκείνη την περίοδο ο Μπαρέζι.


Πρωταθλητής κόσμου με Ιταλία και στη Serie B με τη Μίλαν

Είναι τέτοια η αγωνιστική του άνοδος χρόνο με το χρόνο που ο υποβιβασμός στη Serie B για τη Μίλαν δεν εμποδίζει τον Ιταλό ομοσπονδιακό τεχνικό Έντσο Μπέαρτζοτ (Vincenzo "Enzo" Bearzot) να τον συμπεριλάβει αρχικά στην προεπιλογή 40 παικτών για τα τελικά του Μουντιάλ και τελικά να τον επιλέξει ως έναν από τους 22 της αποστολής που θα εκπροσωπούσαν την "σκουάντρα ατζούρα" στα γήπεδα της Ισπανίας. Ο Μπαρέζι κατακτάει λοιπόν στα 22 του χρόνια το κορυφαίο τρόπαιο στον κόσμο σε εθνικό επίπεδο και αμέσως μετά ξεκινάει προετοιμασία με τη Μίλαν σε μία ιδιαίτερη χρονιά που οι "ροσονέρι" καλούνταν να σβήσουν άμεσα τον εφιάλτη της δεύτερης κατηγορίας. Στις 4 Δεκεμβρίου κερδίζει πάντως ένα ακόμα παράσημο αφού κάνει το ντεμπούτο του με την εθνική Ιταλίας σε φιλικό κόντρα στη Ρουμανία στη Φλωρεντία (0-0) παίρνοντας τη θέση του Γκαετάνο Σιρέα (Gaetano Scirea) μετά από τραυματισμό του στον αστράγαλο. Αγωνίζεται μάλιστα σε δύο διαφορετικές θέσεις, στο πρώτο μέρος παίζει ως λίμπερο και στο δεύτερο ως μέσος! Όσο για την παρουσία του στη Serie B με τη φανέλα της Μίλαν ακόμα και από αυτή φρόντισε να βγει κερδισμένος αφού κατά τη διάρκεια ενός εκτός έδρας αγώνα γνωρίζει τη Μάουρα, η οποία έμελλε να γίνει η γυναίκα του.


Μπροστάρης για τους Λομβαρδούς σε μία δύσκολη εποχή

Η Μίλαν επανέρχεται στα μεγάλα σαλόνια, με προπονητή τον Ιλάριο Καστανιέρ (Ilario Castagner), κάνοντας μόλις 3 ήττες τη σεζόν 1982/83, όπου πέρα από αυτό του Μπαρέζι αρχίζει να ανατέλλει και το άστρο του Μάουρο Τασότι (Mauro Tassotti), όμως τα πράγματα μόνο εύκολα δεν είναι για τους Λομβαρδούς το 1983/84. Ο προπονητής προσπαθεί να μάθει στην ομάδα του να παίζει με σύστημα ζώνης στην άμυνα όμως δεν έχει το κατάλληλο υλικό για να "στηρίξει" αυτή την επιλογή, με τους ξένους παίκτες που φόρεσαν τα "ροσονέρι" να μην καταφέρνουν να δώσουν το κάτι παραπάνω και έτσι η 8η θέση στο φινάλε να κρίνεται μάλλον επιτυχημένη. Ο Καστανιέρ δεν ολοκληρώνει τη σεζόν καθώς απολύεται έξι αγωνιστικές πριν το τέλος και η Μίλαν προχωράει σε μία ακόμα αλλαγή προπονητή, επαναφέροντας τον Σουηδό Λίντχολμ με τον οποίο είχε βγει από το ποδοσφαιρικό του κουκούλι ο Φράνκο Μπαρέζι.  Εν τω μεταξύ, το καλοκαίρι του 1984 φέρνει προστριβές μεταξύ του Έντσο Μπέαρτζοτ και του Ιταλού αρχηγού της Μίλαν, αμέσως μετά τη συμμετοχή του στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες (η Ιταλία τερμάτισε στην 4η θέση με τον ίδιο να χρησιμοποιείται στο χώρο της μεσαίας γραμμής), κάτι που έχει ως συνέπεια να μη συμπεριληφθεί στην αποστολή για το Μουντιάλ του Μέξικο, το 1986.

 

Ο Λίντχολμ ξαναφέρνει τα χαμόγελα και τις επιτυχίες

Η επιστροφή του Λίντχολμ αποδεικνύεται ευεργετική για τη Μίλαν, με τον Σουηδό να μαθαίνει στην ομάδα του να παίζει άμυνα με ζώνη έχοντας παίκτες ικανούς να αφομοιώσουν τις οδηγίες του και να εκτελέσουν αποτελεσματικά το πλάνο: στα δεξιά υπήρχε ο Τασότι, στα αριστερά ο Φιλίπο Γκάλι (Filippo Galli) ενώ στο κέντρο της άμυνας δέσποζε πλέον η μορφή του Φράνκο Μπαρέζι. Πέρα όμως από αυτή την αλλαγή στον τρόπο αμυντικής λειτουργίας, ο Λίντχολμ επαναφέρει την ηρεμία στα αποδυτήρια της ομάδας και τη χαρά του παιχνιδιού που είχε χαθεί για μερικά χρόνια, με τα πρώτα θετικά αποτελέσματα να είναι ορατά. Το φινάλε της σεζόν 1984/85 βρίσκει τη Μίλαν να κατακτάει την 5η θέση στη βαθμολογία, να είναι φιναλίστ στον τελικό του Coppa Italia (έχασε με 1-0 από τη Σαμπντόρια που πήρε το πρώτο της Κύπελλο) και να βγαίνει στην Ευρώπη, ενώ την ερχόμενη σεζόν η ομάδα του Μιλάνου "μαγεύει" το κοινό της με την επική ανατροπή κόντρα στην Οσέρ: ήττα με 3-1 στη Γαλλία στο πρώτο ματς και ανατροπή στη ρεβάνς με σκορ 3-0...



Ο σωτήρας της Μίλαν λέγεται Σίλβιο Μπερλουσκόνι

Όλα αυτά όμως μέχρι τον Δεκέμβριο του 1985 καθώς τότε ξεσπάει η απόλυτη κρίση για τη Μίλαν σε διοικητικό επίπεδο, με την ομάδα να βρίσκεται στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και κατά συνέπεια της διάλυσης. Ο πρόεδρος Φαρίνα βυθίζεται σε μία θάλασσα από χρέη και μπορεί να σωθεί πουλώντας τον Μαρκ Χέιτλι (Mark Wayne Hateley) όμως δεν το κάνει. Το ίδιο μπορεί να γίνει και παραχωρώντας τον Φράνκο Μπαρέζι στη Σαμπντόρια με τον Μαντοβάνι να προσφέρει 16 δισεκατομμύρια ιταλικές λίρες, αλλά λέει και πάλι "όχι". Τότε μπαίνει στο... παιχνίδι και ο πρόεδρος της Ίντερ, Ερνέστο Πελεγκρίνι (Ernesto Pellegrini), ο οποίος, μέσω του αδερφού του Μπέπε, στέλνει ξεκάθαρο μήνυμα στον Φράνκο: «Εάν θέλεις, εμείς είμαστε έτοιμοι». Ο Μπαρέζι λέει όχι και λίγο αργότερα έρχεται η δικαίωση για την επιλογή του καθώς εμφανίζεται ως "ο από μηχανής Θεός", ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι (Silvio Berlusconi) ...


Ο Καπέλο κάνει την πρώτη του εμφάνιση ως head coach

Η εποχή Μπερλουσκόνι στη Μίλαν ξεκινάει επίσημα την 1η Μαρτίου του 1986 και ένας άνεμος αλλαγής εμφανίζεται πάνω από το Μιλανέλο, μετά από μερικές αρκετές δύσκολες σεζόν μέσα στη δεκαετία. Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς φορούν την κοκκινόμαυρη φανέλα ως νέα μεταγραφικά αποκτήματα οι Τζοβάνι Γκάλι (Giovanni Galli) και Ντανιέλε Μασάρο (Daniele Massaro), αμφότεροι από Φιορεντίνα, ο Ρομπέρτο Ντοναντόνι (Roberto Donadoni) από την Αταλάντα, ο Ντάριο Μπονέτι (Dario Bonetti) από τη Ρόμα και ο Τζουζέπε Γκαλντερίζι (Giuseppe Galderisi) από την Ελλάς Βερόνα, ενώ την ίδια περίοδο ο Φάμπιο Καπέλο κάνει εξαιρετική δουλειά στα τμήματα υποδομής του συλλόγου και προωθεί στην πρώτη ομάδα τους Πάολο Μαλντίνι (Paolo Maldini) και Αλεσάντρο Κοστακούρτα (Alessandro "Billy" Costacurta). Οι παίκτες παρουσιάζονται πλέον στους δημοσιογράφους φτάνοντας με... ελικόπτερο στο Μιλανέλο ως μία από τις αρκετές καινοτομίες του Μπερλουσκόνι και όλα δείχνουν πως η μεταμόρφωση της Μίλαν προς το καλύτερο έχει δρομολογηθεί. Λίγο πριν το φινάλε της σεζόν 1986/87 ο Λίντχολμ δίνει τη θέση του στον Καπέλο ο οποίος έχει εν τω μεταξύ προβιβαστεί στην πρώτη ομάδα και εκείνος καταφέρνει να βγάλει την ομάδα στο Κύπελλο UEFA μέσα από αγώνα μπαράζ με τη Σαμπντόρια στο Τορίνο.

 

O Σάκι παίρνει... σκούπα και μαζεύει όλους τους τίτλους

Το καλοκαίρι του 1987 είναι κομβικό για τη Μίλαν καθώς ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι εμπιστεύεται την ομάδα στον Αρίγκο Σάκι (Arrigo Sacchi), ο οποίος μέσα σε δύο σεζόν (από το 1985 μέχρι το 1987) είχε ανεβάσει την Πάρμα από την τρίτη στην πρώτη κατηγορία και επιπλέον είχε νικήσει δύο φορές τη Μίλαν στο Coppa Italia. «Είναι ο τεχνικός με την παράνοια στις νίκες» λέει για τον Σάκι κατά την παρουσίασή του ο πρόεδρος της Μίλαν και τα λόγια του αποδεικνύονται προφητικά, μιας που οι Μιλανέζοι σαρώνουν τα πάντα στο πέρασμά τους τα επόμενα χρόνια. Με την ολλανδική τριπλέτα των Μάρκο Φαν Μπάστεν (Marco van Basten) - Ρουντ Γκούλιτ (Ruud Gullit) - Φρανκ Ράικαρντ (Frank Rijkaard) να κάνει... θραύση και με αμυντική τετράδα που αποτελούταν από Μπαρέζι, Μαλντίνι, Κοστακούρτα και Τασότι, η Μίλαν ερχόταν με φόρα για να κατακτήσει τα πάντα. «Ο Σάκι σου επέβαλε τη διασκέδαση να κάνεις πρέσινγκ, τη διασκέδαση να κλέβεις τη μπάλα από τον αντίπαλο», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Μπαρέζι. Ποιά είναι τα αποτελέσματα της Μίλαν εκείνη την περίοδο; Πρωτάθλημα στην πρώτη σεζόν του Σάκι, το 1988 (πρώτο μετά από εννέα χρόνια ξηρασίας) με το ιστορικό προσπέρασμα επί της Νάπολι, δύο συνεχόμενα Κύπελλα Πρωταθλητριών (1989, 1990) και ισάριθμα Ευρωπαϊκά Σούπερ Καπ και Διηπειρωτικά Κύπελλα καθώς επίσης και το μεθυστικό 5-0 επί της Ρέαλ Μαδρίτης στα ημιτελικά του Πρωταθλητριών το 1989, σε μία από τις μεγαλύτερες βραδιές στην υπεραιωνόβια ιστορία των "ροσονέρι".



Θα έπαιρνε και τη Χρυσή Μπάλα αν...

Μία στιγμή που έχει μείνει στη μνήμη πολλών τιφόζι της Μίλαν, ήταν η επιστροφή από τη Βαρκελώνη μετά τον θρίαμβο με 4-0 επί της Στεάουα στον τελικό του 1989 όταν στο ίδιο αεροπλάνο βρίσκονται τρεις ηγετικές μορφές του συλλόγου: Τσέζαρε Μαλντίνι (Cesare Maldini), Τζάνι Ριβέρα και Φράνκο Μπαρέζι. Οι οπαδοί τραγουδούν το "Francobaresi, csolo Francobaresi" ("Υπάρχει μόνο ο Φράνκο Μπαρέζι") όμως ο μεγαλύτερος λίμπερο όλων των εποχών, κατά δήλωση των Μισέλ Πλατινί (Michel Platini), Ντιέγκο Μαραντόνα (Diego Maradona)και Φαν Μπάστεν, δεν κρίνεται "ικανός" για να κατακτήσει τη Χρυσή Μπάλα. Θα κατακτήσει το βραβείο ο Γκούλιτ (1987) και τρεις φορές ο Μάρκο Φαν Μπάστεν (1988, 1989, 1992), όμως ο Μπαρέζι δεν είναι επιθετικός, δεν βάζει γκολ και έτσι δεν θα προσθέσει τον συγκεκριμένο τίτλο στο τεράστιο παλμαρέ του. «Το έχω σκεφτεί και βλέπω ότι εμείς οι αμυντικοί τιμωρούμαστε. Πάντως για μένα υπάρχει μόνο μία χρυσή ομάδα: η Μίλαν», δηλώνει αναφορικά με το βραβείο της Χρυσής Μπάλας ο "βράχος" των Μιλανέζων.


Έτοιμη για restart με νέο αφεντικό στα αποδυτήρια

Η σεζόν 1990/91 δεν φέρνει στη Μίλαν κάποιον τίτλο, ωστόσο η σημαντικότερη αλλαγή συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια έχει να κάνει με τη σχέση του Αρίγκο Σάκι με τους ποδοσφαιριστές του. Αυτή γίνεται όλο και πιο περίπλοκη, με τους παίκτες να κάνουν παράπονα για τις πολύ δυνατές καθημερινές προπονήσεις και τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι να παίρνει τελικά την απόφαση για αλλαγή στην τεχνική ηγεσία. Ο Αρίγκο Σάκι πήρε τη θέση του Βιτσίνι στην εθνική Ιταλίας και στηρίχτηκε στους παίκτες της Μίλαν (ειδικά τους αμυντικούς) για να χτίσει τη "σκουάντρα ατζούρα" που ήθελε, ενώ ο πρόεδρος της Μίλαν από την πλευρά του επέλεξε τον Φάμπιο Καπέλο με την ελπίδα ότι εκείνη η "χρυσή ομάδα" δεν είχε κλείσει τον κύκλο της στην τελευταία χρονιά του Σάκι αλλά έκανε απλά ένα διάλειμμα από τις επιτυχίες. «Δεν είστε ούτε γερασμένοι ούτε ξοφλημένοι», ήταν το μήνυμα του Καπέλο όταν ανέλαβε το τιμόνι το καλοκαίρι του 1991 και πολύ γρήγορα όλοι διαπίστωσαν πως τα λόγια του δεν ήταν επιπόλαια αλλά σοφά.


Η Μίλαν μπορεί τα πάντα: ακόμα και να πάρει πρωτάθλημα χωρίς ήττα

Ο Καπέλο στηρίζεται σε έναν κορμό από άκρως ποιοτικούς παίκτες που κοσμούν το Μιλανέλο αλλά δεν διστάζει να προσθέσει και τις προσωπικές του πινελιές στον κοκκινόμαυρο καμβά, φέρνοντας μεταξύ άλλων παίκτες όπως οι Ντεμέτριο Αλμπερτίνι (Demetrio Albertini), Σεμπαστιάνο Ρόσι (Sebastiano Rossi), Ζαν-Πιερ Παπέν (Jean-Pierre Papin), Ντέγιαν Σαβίτσεβιτς (Dejan Savićević), Ζβόνιμιρ Μπόμπαν (Zvonimir Boban) και Στέφανο Εράνιο (Stefano Eranio). Είναι ένας από τους πρώτους προπονητές στην Ευρώπη που εφαρμόζει rotation στην ομάδα του και η τριετία 1991-1994 μόνο ως μαγική μπορεί να χαρακτηριστεί από τους φίλους του συλλόγου. Οι "ροσονέρι" κατακτούν τρία συνεχόμενα πρωταθλήματα Ιταλίας, μένοντας μάλιστα για 58 διαδοχικά παιχνίδια αήττητοι (από τις 19 Μαΐου 1991 μέχρι τις 21 Μαρτίου 1993, χωρίς καμία ήττα τη σεζόν 1991/92), ενώ στην Ευρώπη είναι φιναλίστ στον τελικό του Champions League του 1993 (ήττα με 1-0 από τη Μαρσέιγ) και θριαμβευτές έναν χρόνο αργότερα στην Αθήνα όπου συντρίβουν με 4-0 τη Μπαρτσελόνα. Στο ρόστερ έχουν προστεθεί οι Μαρσέλ Ντεσαγί (Marcel Desailly) και Κρίστιαν Πανούτσι (Christian Panucci) κι εκείνος ο αγώνας, είναι ο τελικός της καταξίωσης για τον Ιταλό κόουτς ο οποίος έκανε περίπατο απέναντι στην επονομαζόμενη "Dream Team" του Γιόχαν Κρόιφ (Johan Cruyff), έστω και χωρίς τον Φράνκο Μπαρέζι στη διάθεσή του σε εκείνο το ματς.


Η Αργεντινή δεν τον άφησε να χαρεί σπίτι του

Η πορεία του Φράνκο Μπαρέζι στην εθνική Ιταλίας, σε αντίθεση με τις μέρες δόξας που γνώρισε στην Μίλαν, του άφησε πικρή γεύση και σε ορισμένες περιπτώσεις λύπη και απογοήτευση. Στο Μουντιάλ του 1990 που διεξήχθη "εντός έδρας" (Ιταλία) ο καπιτάνο των "ροσονέρι" αγωνίζεται για πρώτη φορά στη διεθνή καριέρα του σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου (το 1982 ήταν απλά στην αποστολή χωρίς να αγωνιστεί λεπτό ενώ τέσσερα χρόνια αργότερα "πλήρωσε" την κόντρα του με τον Μπέαρτσοτ) όμως παρότι η "σκουάντρα ατζούρα" φτάνει στα ημιτελικά με απολογισμό 7 γκολ σε 5 αγώνες και κανένα παθητικό εκεί χτυπάει η κατάρα των πέναλτι. Ο Μπαρέζι ευστόχησε στο πρώτο απέναντι στον Σέρτζιο Γκοϊγκοϊτσέα (Sergio Goycochea) στον ημιτελικό κόντρα στην Αργεντινή του Μαραντόνα, όμως αυτό δεν έφτανε καθώς δεν τον μιμήθηκαν Ντοναντόνι και Άλντο Σερένα (Aldo Serena) και η ευκαιρία χάθηκε.


Μπαρέζι θα πει να έχεις μυαλό, καρδιά και ψυχή

Τέσσερα χρόνια αργότερα, η μοίρα φαίνεται πως δίνει μία δεύτερη ευκαιρία στον Μπαρέζι αφού η εθνική Ιταλίας του Αρίγκο Σάκι περνάει μέσα από τις συμπληγάδες στη φάση των ομίλων και ξεπερνώντας κατά σειρά τα εμπόδια της Νιγηρίας, της Ισπανίας και της Βουλγαρίας φτάνει στον μεγάλο τελικό. Αυτός είναι στις 17 Ιουλίου του 1994 στην Πασαντίνα κόντρα στη Βραζιλία, με τον "Kaizer Franz" να πραγματοποιεί ένα μίνι θαύμα: αν και τραυματίστηκε κόντρα στη Νορβηγία στις 23 Ιουνίου (στο "Giants Stadium" της Νέας Υόρκης) και χρειάστηκε να υποβληθεί σε επέμβαση στο μηνίσκο, έκανε αγώνα δρόμου και πρόλαβε τελικά σε χρόνο ρεκόρ 25 ημερών να είναι έτοιμος για το μεγάλο ραντεβού. Στο ματς αυτό όχι μόνο αγωνίστηκε αλλά πήρε φανέλα βασικού και έχοντας παρτενέρ τον Μαλντίνι στο κέντρο της άμυνας (τραυματίες οι Τασότι και Κοστακούρτα), ήταν απροσπέλαστος αμυντικά, σε μία μονομαχία πάντως που οι δύο ομάδες δημιούργησαν ελάχιστες φάσεις κάτω από τον καυτό ήλιο της Καλιφόρνιας (το ματς ξεκίνησε μεσημέρι ώρα Αμερικής για να είναι βράδυ για την Ευρώπη) και οδηγήθηκαν στα πέναλτι μετά από άγονα 120 λεπτά σε κανονική διάρκεια και παράταση.

 

Δάκρυσε ο Φράνκο, βούρκωσε ένα ολόκληρο ιταλικό έθνος

Στη διαδικασία των πέναλτι, ο Μπαρέζι αναλαμβάνει πρώτος να εκτελέσει από πλευράς Ιταλών, όμως η κούραση του αγώνα (υπέφερε από κράμπες λίγο πριν το φινάλε) έπαιξε το ρόλο της, με τον Ιταλό στόπερ να στέλνει τη μπάλα ψηλά πάνω από το οριζόντιο δοκάρι του Κλαούντιο Ταφαρέλ (Cláudio Taffarel). Οι Αλμπερτίνι και Αλμπέριγκο Εβάνι (Alberigo Evani) ήταν εύστοχοι στα δύο επόμενα όμως το φινάλε είναι καταστροφικό για τους "ατζούρι" αφού οι Ντανιέλε Μασάρο και Ρομπέρτο Μπάτζο (Roberto Baggio) αποτυγχάνουν να στείλουν τη μπάλα στα δίχτυα από τα 11 βήματα και το τρόπαιο καταλήγει στα χέρια του Κάρλος Ντούνγκα (Carlos Dunga) και της παρέας του. Ναι, ο παίκτης που είχε πάρει τα πάντα στην καριέρα του και που είχε "τρελάνει" τους γιατρούς για να δηλώσει "παρών" στον τελικό, έβλεπε το βαρύτιμο τρόπαιο να του ξεγλιστράει. Η εικόνα με τον Μπαρέζι να αποχωρεί απαρηγόρητος από το "Pasadena Rose Bawl" με δάκρυα στα μάτια και με το ασημένιο μετάλλιο στο στήθος είναι κόμπος στο στομάχι για κάθε Ιταλό φίλαθλο όσα χρόνια και αν περάσουν.


 

Άφησε την "σκουάντρα ατζούρα" με ψηλά το κεφάλι

«Για έναν παίκτη που χρειάζεται να θυμάται το σημαντικότερο παιχνίδι στην καριέρα του με τόσο τραγικό τρόπο, είναι λυπηρό», θα δηλώσει λίγο μετά τον τελικό του 1994 ο Φράνκο Μπαρέζι, με τον Ρομάριο (Romário de Souza Faria)που ψηφίστηκε ως ο κορυφαίος παίκτης εκείνου του τουρνουά να πλέκει το εγκώμιο του Ιταλού στο περιθώριο της κατάκτησης του τροπαίου από τους Βραζιλιάνους. Μετά τον τελικό, ο Μπαρέζι θα φορέσει για μία ακόμα φορά τη φανέλα με το εθνόσημο στο στήθος σε αγώνα κόντρα στη Σλοβενία για τα προκριματικά του Euro 1996 (7 Σεπτεμβρίου 1994), αποχαιρετώντας έτσι στα 34 του χρόνια τη "σκουάντρα ατζούρα" και παραδίδοντας τη σκυτάλη όσον αφορά στην αρχηγία στον διόσκουρό του στη Μίλαν, Πάολο Μαλντίνι. Συνολικά ο Μπαρέζι αγωνίστηκε σε 81 διεθνή παιχνίδια σκοράροντας ένα γκολ (σε φιλική νίκη επί της Σοβιετικής Ένωσης) ενώ είναι ένας από τους ελάχιστους παίκτες που έχει κατακτήσει χρυσό, ασημένιο και χάλκινο μετάλλιο σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου.


Ένα ακόμα πρωτάθλημα πριν πει "ciao ragazzi"

Μπορεί το κεφάλαιο "εθνική Ιταλίας" να έκλεισε για τον Φράνκο Μπαρέζι το 1994, όμως η Μίλαν είναι μία εντελώς διαφορετική υπόθεση για τον άνθρωπο που φόρεσε μόνο τη δική της φανέλα σε ολόκληρη την επαγγελματική του καριέρα και κατέκτησε όλους τους εθνικούς, ευρωπαϊκούς και παγκόσμιους διασυλλογικούς τίτλους που θα μπορούσε να πάρει, πλην του Κυπέλλου Ιταλίας! Ο εμβληματικός καπιτάνο έπαιξε για τρεις ακόμα σεζόν στο "San Siro" κλείνοντας έτσι 20ετία στην ομάδα της καρδιάς του και στο διάστημα αυτό ήταν φιναλίστ στον τελικό του Champions League το 1995 κόντρα στον Άγιαξ, στην ήττα με 1-0 με το γκολ του Πάτρικ Κλάιφερτ (Patrick Kluivert) και πρωταθλητής Ιταλίας για 6η φορά στην καριέρα του τη σεζόν 1995/96 στην τελευταία σεζόν του Καπέλο στους Μιλανέζους μέσα σε μία χρυσή πενταετία.



H αφρόκρεμα της στρογγυλής Θεάς στα πόδια του

Ο Φράνκο Μπαρέζι απέδειξε πως είναι γεννημένος πρωταθλητής ακόμα και στο χρονικό σημείο που επέλεξε να κρεμάσει τα παπούτσια του αφού άφησε τους συναισθηματισμούς στην άκρη και αποχώρησε ενώ το άστρο του ήταν ακόμα ψηλά, χωρίς να περιμένει πρώτα τον πανδαμάτωρα χρόνο να επιδράσει πάνω στον τρόπο παιχνιδιού του. Στις 23 Ιουνίου του 1997, ανακοίνωσε επίσημα την ποδοσφαιρική του συνταξιοδότηση και η Μίλαν τον τίμησε όπως αρμόζει σε παίκτες-θρύλους: απέσυρε τη φανέλα με το № 6 με το όνομα Μπαρέζι στην πλάτη που δεν διανοήθηκε να βγάλει ποτέ από πάνω του. Μάλιστα στις 28 Οκτωβρίου 1997 στήθηκε ένα λαμπρό πάρτι στο "San Siro" με τους Μιλανέζους να οργανώνουν ένα εορταστικό ματς προς τιμήν του στο οποίο πήραν μέρος ποδοσφαιρικά αστέρια που είτε έπαιξαν στο πλευρό του στη Μίλαν του είτε βρέθηκαν απέναντί του όλα αυτά τα χρόνια. Αυτοί ήταν (κατά σειρά παρουσίασης, με την αναγγελία των ονομάτων να γίνεται υπό τους ήχους του κλασικού "The Final Countdown" των Europe) οι: Τζιοβάνι Γκάλι, Μισέλ Πρεντόμ (Michel Preud'homme), Σεμπαστιάνο Ρόσι, Μάριο Ιέλπο (Mario Ielpo), Ρομπέρτο Μούσι (Roberto Mussi), Τζιουζέπε Μπέργκομι (Giuseppe Bergomi), Φιλίπο Γκάλι, Τζουζέπε Μπαρέζι, Κριστιάν Πανούτσι, Αλμπέριγκο Εβάνι, Νάβα, Φερνάντο Ντε Νάπολι (Fernando De Napoli), Άντζελο Κολόμπο (Angelo Colombo), Έρικ Γκέρετς (Eric Gerets), Έντγκαρ Ντάβιντς (Edgar Davids), Ντάνι Μπλιντ (Danny Blind), Μαρσέλ Ντεσαγί, Φερνάντο Ιέρο (Fernando Hierro),Τζιανλούκα Λεντίνι (Gianluigi Lentini), Ρόναλντ Ντε Μπουρ (Ronald de Boer), Μπενίτο Καρμπόνε (Benito Carbone), Φερνάντο Ρεδόνδο (Fernando Redondo), Τζιοβάνι Στρόπα (Giovanni Stroppa), Εμίλιο Μπουτραγκένιο (Emilio Butragueño), Πιέτρο Πάολο Βίρντις (Pietro Paolo Virdis), Μίτσελ (Míchel), Ρέι Γουίλκινς (Ray Wilkins), Κάρλο Αντσελότι (Carlo Ancelotti), Ζορζ Γουεά (George Weah), Καρέκα (Careca), Μάουρο Τασότι, Μαρκ Χέιτλι, Φρανκ Ράικαρντ, Ζαν-Πιερ Παπέν, Μάρκο Σιμόνε (Marco Simone), Ρομάριο, Ρομπέρτο Ντοναντόνι, Ούγκο Σάντσες (Hugo Sánchez), Ρουντ Γκούλιτ, Τζιανλούκα Βιάλι (Gianluca Vialli), Ντανιέλε Μασάρο, Ζίκο (Zico), Ρομπέρτο Μπάτζο, Μάρκο Φαν Μπάστεν. Όλοι τους ήταν εκεί για τον έναν και μοναδικό: ΦΡΑΝΚΟ ΜΠΑΡΕΖΙ!

 Το video της Μίλαν για τα 55α γενέθλια του Μπαρέζι:


PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

 Εφηβική καριέρα

  • 1972–1977: Associazione Calcio Milan

Επαγγελματική καριέρα

  • 1977–1997: Associazione Calcio Milan, 531 (16)

 Διεθνής

  • 1982–1994: Ιταλία, 81 (1)

 Προπονητική καριέρα

  • 2002–2006: Associazione Calcio Milan Primavera
  • 2006–2008: Associazione Calcio Milan Primavera (Berretti)

Τίτλοι


Συλλογικοί

 Με τη Milan
  • Διηπειρωτικό Κύπελλο: 2 (1989, 1990)
  • Κύπελλο Πρωταθλητριών/Champions League: 3 (1988/89, 1989/90, 1993/94)
  • Κύπελλο UEFA: 3 (1989, 1990, 1994)
  • Πρωτάθλημα Ιταλίας: 6 (1978/79, 1987/88, 1991/92, 1992/93, 1993/94, 1995/96)
  • Σούπερ Καπ Ιταλίας: 4 (1988, 1992, 1993, 1994)

 Διεθνείς

Με την Ιταλία
  • Παγκόσμιο Κύπελλο: 1982, 3η θέση το 1990, 2η θέση το 1994
  • Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα: στους Ημιτελικούς 1980, 1988

 Προσωπικές Διακρίσεις

  • Χρυσή Μπάλα: επιλαχών  1989
  • Πρώτος Σκόρερ Κυπέλλου Ιταλίας: 1989/90
  • Καλύτερος Ποδοσφαιριστής στην Ιταλία από το περιοδικό «Guerin Sportivo» ( Guerin d'Oro): 1989/90
  • Μέλος Ιδανικής 11άδας Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1990
  • Εθνικό Βραβείο Επιτευγμάτων Καριέρας «Gaetano Scirea»: 1994
  • Στην θέση #19 ως ο Καλύτερος Ποδοσφαιριστής του 20ου Αιώνα από το αγγλικό περιοδικό «World Soccer»
  • Καλύτερος Ποδοσφαιριστής του 20ου Αιώνα για την A.C. Milan: 1999
  • Παίκτης του 20ου Αιώνα για την Ιταλία από την Ιταλική Ένωση Επαγγελματιών Ποδοσφαιριστών: 2000
  • Μέλος της λίστας των 125 Εν Ζωή Καλύτερων Ποδοσφαιριστών του Κόσμου που συνέταξε το 2004 ο Πελέ για τα 100 Χρόνια της FIFA
  • Στην θέση #17 για το Χρυσό Ιωβιλαίο της UEFA (50ετηρίδα)
  • Μέλος του Hall of Fame  της A.C. Milan
  • Χρυσό Παπούτσι ως Ένας Θρύλος του Ποδοσφαίρου: 2012
  • Μέλος  του Hall of Fame του Ιταλικού Ποδοσφαίρου: 2013

Τιμές

  • Αξιωματικός/μέλος του Τάγματος Επί Τιμή της Ιταλικής Δημοκρατίας: 30 Σεπτεμβρίου του 1991
ΠΗΓΗ: sport24