Η Αεροπορική Καταστροφή της Σουπέργκα, συνέβη στις 17:05 της 4ης Μαΐου του 1949, όταν ένα τρικινητήριο αεροσκάφος Fiat G.212 της “Avio Linee Italiane” (ιταλικές αερογραμμές), που μετέφερε το σύνολο της ποδοσφαιρικής ομάδας της Τορίνο, γνωστής ως «Grande Torino» (Μεγάλη Τορίνο), συνετρίβη στον τοίχο αντιστήριξης στο πίσω μέρος του Βασιλικής της Σουπέργκα, που βρίσκεται στο λόφο του Τορίνο. Από τη σύγκρουση, 31 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Το αεροσκάφος μετέφερε πίσω στη πατρίδα την ομάδα από την Λισαβόνα, όπου είχε παίξει ένα φιλικό αγώνα με την Μπενφίκα, προς τιμήν του Πορτογάλου Αρχηγού, Φρανσίσκο Φερέιρα (Francisco Ferreira). Στο περιστατικό, όλη η ομάδα της Τορίνο, σχεδόν ΤΟ ΣΥΝΟΛΟ της ιταλικής εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου, έχασαν τη ζωή τους. Αξιωματούχοι του συλλόγου και άλλοι φορείς, έχασαν επίσης τη ζωή τους στο δυστύχημα, καθώς και το σύνολο του πληρώματος, όπως και 3 πασίγνωστοι Ιταλοί αθλητικογράφοι: ο Ρενάτο Καζαλμπόρε (Renato Casalbore), ιδρυτής της εφημερίδας “Tuttosport”, ο Ρενάτο Τοζάτι (Renato Tosatti), δημοσιογράφος της “Gazzetta del Popolo” και ο Λουίτζι Καβαλέρο (Luigi Cavallero), δημοσιογράφος της La Stampa. Το έργο της αναγνώρισης των θυμάτων, ανατέθηκε στον πρώην προπονητή της εθνικής ομάδας της Ιταλίας, τον εμβληματικό Βιτόριο Πότσο (Vittorio Pozzo), ο οποίος είχε τους περισσότερους από τους παίκτες της Τορίνο με τους Ατζούρι.
Ο φουλ-μπακ Σάουρο Τομά (Sauro Toma), δεν πήρε μέρος στο ταξίδι, λόγω ενός τραύματος στον μηνίσκο, ούτε ο αναπληρωματικός τερματοφύλακας Ρενάτο Γκαντόλφι (Renato Gandolfi). Τη θέση του πήρε ο τρίτος τερματοφύλακας, Ντίνο Μπαλαρίν (Dino Ballarin). O ραδιοφωνικός σχολιαστής Νικολό Καρόσιο (Nicolò Carosio), ο Λουίτζι Τζουλιάνο (Luigi Giuliano), αρχηγός της ομάδας Νέων της Τορίνο και ο Βιτόριο Πότσο, αποκλείστηκαν για διάφορους λόγους. Ο πρόεδρος του συλλόγου, Φερούτσιο Νόβο (Ferruccio Novo), δεν πήρε μέρος στο ταξίδι λόγω γρίπης.
Η Τορίνο ανακηρύχθηκε πρωταθλήτρια της σεζόν 1948/49 στην ιταλική Serie A’, 2 ημέρες αργότερα, στις 6 Μαΐου του 1949 και οι αντίπαλοι της, την αντιμετώπισαν με τις ομάδες νέων τους, στα 4 εναπομείναντα παιχνίδια. Την ημέρα της κηδείας, σχεδόν ένα εκατομμύριο άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους του Τορίνο για ένα τελικό αντίο στους παίκτες. Το σοκ ήταν τέτοιο, ώστε την επόμενη χρονιά, η εθνική ομάδα της Ιταλίας ταξίδεψε για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1950 στη Βραζιλία με πλοίο.
Σε εκείνα τα πρώτα χρόνια, μετά τη δίνη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, η Ιταλία, ντροπιασμένη και ηττημένη, δεν είχε πολλά πράγματα που την άφηναν να έχει ψηλά το κεφάλι. Εκτός από την «Γκρανάτα». Ως ομάδα δεν είχε αντίπαλο. Στο εσωτερικό άφηνε τη σκόνη της να καλύπτει τους υπόλοιπους. Και εκτός συνόρων αντιμετώπιζε στα ίσα οποιονδήποτε. Οποιονδήποτε εκτός από τη μοίρα, όπως αποδείχθηκε!
Ο Βαλεντίνο Ματσόλα (Valentino Mazzola) ήταν ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης ανάμεσα σε μία ενδεκάδα που ήταν πολλοί σταρ, με την έννοια της εποχής φυσικά. Απλά παιδιά με χάρισμα στο να χαϊδεύουν και όχι να κλοτσούν την μπάλα! Ο Βαλέριο Μπατσικαλούπο (Valerio Bacigalupo), ο Άλντο Μπαλαρίν (Aldo Ballarin), ο Φράνκο Οσόλα (Franco Ossola), ο Τζιουζέπε Γκρέζαρ (Giuseppe Grezar), ο Εουσέμπιο Καστιλιάνο (Eusebio Castigliano), ο Γκουλιέλμο Γκαμπέτο (Guglielmo Gabetto), ο Ρουτζέρο Γκράβα (Ruggero Grava), ο Έζιο Λόικ (Ezio Loik), ο Τζούλιους Σούμπερτ (Július Schubert), ο Μάριο Ριγκαμόντι (Mario Rigamonti), ο Βιρτζίλιο Μαρόσο (Virgilio Maroso), ο Ρομέο Μέντι (Romeo Menti), ο Πιέτρο Φεράρις (Pietro Ferraris). Οι περισσότεροι απ' αυτούς, εργάτες στη βιομηχανία της FIAT. Αυτή που ανήκε στον δογματικό... εχθρό, την οικογένεια Ανιέλι, ιδιοκτήτρια της Γιουβέντους. Μάλιστα ο Ματσόλα, με τη μεταγραφή από τη Βενέτσια στην Τορίνο, έφυγε από το εργοστάσιο της Alfa Romeo για να ενταχθεί και αυτός στη FIAT!
Η μοιραία πτήση εκείνο το συννεφιασμένο απόγευμα πήρε στον άλλο κόσμο 31 ανθρώπους. Από αυτούς οι 18 ήταν τα μέλη του πραγματικά πρώτου μεταπολεμικού ποδοσφαιρικού κολοσσού. Της μόνιμης πρωταθλήτριας για πέντε σερί σεζόν, Τορίνο.
Μια ομάδα που έπαιζε (βασισμένη στο WM του Χέρμπερτ Τσάπμαν) με 5 επιθετικούς και με βασικό σκοπό το θέαμα. Γιατί το αποτέλεσμα ήταν διαδικαστικό θέμα. Δηλαδή πόσο (και όχι αν) θα κέρδιζε. Και αυτή η… ανία που προκαλούσε η συνεχιζόμενη κυριαρχία της Τορίνο, αντί να δημιουργεί συσπείρωση απέναντί της, ως εκ θαύματος γεννούσε καινούργιους φίλους και θαυμαστές!
Τα ρεκόρ που έκανε εκείνη η ομάδα παραμένουν αξεπέραστα και μόνο η ξέφρενη κούρσα της Ιντερ προς τον τίτλο το 2007 απείλησε κάποια απ' αυτά. Το 10-0 επί της Αλεσάντρια είναι ακόμα η μεγαλύτερη νίκη που σημειώθηκε ποτέ στο Καμπιονάτο, οι 21 σερί νίκες μοιάζουν ασύλληπτη επίδοση, τα 125 γκολ σε μία σεζόν ζαλίζουν, τα 89 εκτός έδρας τέρματα σε μία περίοδο ακούγονται εξωπραγματικά. Και, ακόμα, οι 19 νίκες σε 20 εντός έδρας ματς με το 3,78 μέσο όρο στα γκολ ανά παιχνίδι είναι η επιβεβαίωση πως τέτοια υπερομάδα δεν εμφανίστηκε ποτέ στο ιταλικό ποδόσφαιρο.
Η Τορίνο του Ματσόλα, όπως και η Χόνβεντ του Πούσκας, ήταν οι μεγαλύτερες άτυχες όσον αφορά τον χρόνο που ξεκίνησε το Κύπελλο Πρωταθλητριών. Αν η ιδέα για τη δημιουργία του σπουδαιότερου διασυλλογικού Κυπέλλου είχε συλληφθεί λίγα χρόνια νωρίτερα, η Τορίνο μπορεί να ήταν εκεί δίπλα με τη Ρεάλ, τη Μίλαν, τη Λίβερπουλ, την Μπάγερν και τον Αγιαξ.
Στην ισοπεδωτική σύγχρονη κοινωνία δεν μπορεί κανείς να συνειδητοποιήσει το μεγαλείο αυτού του εκπληκτικού γκρουπ παικτών που χάθηκε, σαν κάστρο από άμμο στην ακροθαλασσιά, πριν από ακριβώς 60 χρόνια. Μέσα, όμως, από τα ασπρόμαυρα φιλμ της εποχής αναδύεται μια μαγεία. Μια διαφορετικότητα. Μια ξεχωριστή ποιότητα που πηγάζει από καθετί το οποίο εσύ αναγκάζεσαι να χρωματίσεις και να ζωντανέψεις με τη φαντασία σου. Πιθανότατα αυτός ο ρομαντισμός δεν έχει πλέον θέση στον 21ο αιώνα.
Ίσως γιατί με το χρώμα στα φιλμ (και στη ζωή μας) χάθηκε και η δύναμη για όνειρα. Όνειρα τα οποία ομάδες όπως η «Invincibile Granata», η αήττητη «Γκρανάτα», κρατούσαν ζωντανά. Ένας Ιταλός σκηνοθέτης προσπάθησε το 2001 να δημιουργήσει μια ταινία με θέμα την Τορίνο. Στην πορεία «κόλλησε». Δεν συγκέντρωσε το υλικό που χρειαζόταν, βρήκε και κάποιες πόρτες κλειστές, οπότε παραιτήθηκε της προσπάθειας. Ίσως αυτό να ήταν θέλημα Θεού. Γιατί τους αληθινούς θρύλους δεν μπορείς να τους φυλακίσεις σε ένα φιλμ. Να τους αιχμαλωτίσεις σε γήινες διαστάσεις.
Το ερειπωμένο «Φιλαντέλφια», το γήπεδο στο οποίο μεγαλούργησε η τεράστια «Τόρο», στέκεται στοιχειωμένο. Οι οπαδοί θαρρείς πως περιμένουν τη μέρα που η ομάδα θα ξαναγυρίσει στο σπίτι της σαν τον ερχομό της Δευτέρας Παρουσίας. Συγκεντρώνουν υπογραφές, κάνουν εκκλήσεις, προσπαθούν να ξαναζωντανέψουν το άδειο αυτό κουφάρι, δίνοντάς του ζωή και πνοή μέσα από τις ενέργειές τους. Αυτό δεν φαίνεται, όμως, να συμβαίνει. Παρ' όλα αυτά, δεν απογοητεύονται και παλεύουν.
Μέχρι τότε οι άνθρωποι που μένουν γύρω από το στάδιο ορκίζονται πως τις νύχτες ακούνε φωνές. Πως διακρίνουν σκιές μέσα στο σκοτάδι να αλλάζουν μπαλιές. Να προσφέρουν σκηνές αληθινής ποδοσφαιρικής μαγείας. Αυτές που δεν πρόλαβαν να δώσουν απλόχερα σε όλο τον πλανήτη εξαιτίας της μοιραίας πτήσης της 4ης Μάη του 1949.