Παρασκευή 8 Απριλίου 2016

Ρούντι Φέλερ: Μπούκλα, μουστάκι και γκολ με το τσουβάλι

Ο (Δυτικο)-Γερμανός κεντρικός επιθετικός Ρούντι Φέλερ (Rudolf "Rudi" Völler), γεννήθηκε στις 13 Απριλίου του 1960, στο Χάναου της Έσσης, κοντά στο Ντάρμστατ. Με το παρατσούκλι «Tante Käthe» (Η θεία Κάτια), κατέκτησε το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990 ως ποδοσφαιριστής. Μαζί με τον Βραζιλιάνο Μάριο Ζαγκάλο (Mário Zagallo) και τον συμπατριώτη του Φραντς Μπεκενμπάουερ (Franz Beckenbauer), έχει τη διάκριση της συμμετοχής σε τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου τόσο ως παίκτης (1986 και 1990) όσο και ως προπονητής (2002). Έπαιξε 90 φορές για την εθνική ομάδα της Γερμανίας, σκοράροντας 47 γκολ, μεταξύ των οποίων 8 σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου. Σε συλλογικό επίπεδο, έκανε εξαιρετική καριέρα με τη Βέρντερ Βρέμης, τη Ρόμα στην Ιταλία με την οποία κέρδισε το ιταλικό Κύπελλο του 1991 και ήταν πρώτος σκόρερ του συλλόγου σε αρκετές περιπτώσεις. Κατέκτησε επίσης το 1993, το Champions League με την Ολιμπίκ Μαρσέιγ, επιστρέφοντας στη Γερμανία, για λογαριασμό της Μπάγερ Λεβερκούζεν το 1994, όπου και έκλεισε την καριέρα του ως παίκτης το 1996, ξεκινώντας καριέρα προπονητή. Από το 2000 έως το 2004, ήταν ο προπονητής της γερμανικής εθνικής ομάδας, με την οποία ήταν φιναλίστ στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002. Από τον Ιανουάριο του 2005, είναι ο αθλητικός διευθυντής της Μπάγερ του Λεβερκούζεν.



Καριέρα από… την κούνια

Ξεκίνησε την καριέρα του στην τοπική ομάδα της περιοχής, την 1860 Χάναου, σε ηλικία μόλις 6 ετών. Η έμφυτη εκτελεστική του δεινότητα, τον έκανε γνωστό στην ευρύτερη περιοχή τα επόμενα χρόνια και το 1975 ήρθε η ώρα να μετακομίσει στη γειτονική Κίκερς Όφενμπαχ, ομάδα που αγωνιζόταν στη δεύτερη κατηγορία της Γερμανίας.

Η μεταγραφή του στους Κίκερς πέρασε από σαράντα κύματα κι αυτό γιατί η μητέρα του, δεν έβλεπε μέλλον και χρήμα στο ποδόσφαιρο για τον Ρούντι, πράγμα που, ευτυχώς, δεν ενστερνίστηκε ο σκάουτερ της ομάδας, Χέρμαν Νούμπερ (Hermann Nuber), ο οποίος του βρήκε δουλειά στα γραφεία του συλλόγου, ως ταμία και αργότερα σε μία τοπική βιομηχανία, κάνοντας, με την επιμονή του, εφικτή την μετακόμισή του στο κλαμπ. Επιλογή την οποία δικαίωσε απόλυτα η μετέπειτα καριέρα του Γερμανού φορ.


Τα δύο πρώτα χρόνια ο Φέλερ αγωνιζόταν στην ομάδα νέων και ήταν Νοέμβριος του 1977, όταν έκανε το ντεμπούτο του με την πρώτη ομάδα, ενώ μερικούς μήνες αργότερα, πέτυχε το πρώτο του γκολ με τη φανέλα της Όφενμπαχ. Το 1980, ύστερα από 73 εμφανίσεις και 18 γκολ με τους Κίκερς, έχοντας ήδη κάνει ντεμπούτο ένα χρόνο νωρίτερα με την Εθνική ομάδα της Δυτικής Γερμανίας U-21, παίρνει μεταγραφή στη νεοφώτιστη -τότε- της Μπουντεσλίγκα, Μόναχο 1860.

 Το άλμα

Το τέλος της σεζόν 1980/81, βρίσκει τα «Λιοντάρια» κάτω από τη ζώνη του υποβιβασμού και τον Ρούντι Φέλερ να επιστρέφει στη δεύτερη κατηγορία της Γερμανίας. Η χρονιά που ακολουθεί είναι μαγική για τον Ρούντι, αφού σκοράρει 35 γκολ σε 37 αγώνες, ενώ παράλληλα βρίσκεται στην προεπιλογή  της Εθνικής Γερμανίας για το παγκόσμιο του 1982 και αναγκάζει τους μεγάλους συλλόγους της Γερμανίας να δώσουν μάχη για να τον αποκτήσουν.


Τη μάχη κερδίζει η Βέρντερ Βρέμης του Όττο Ρεχάγκελ (Otto Rehhagel) κι έτσι το καλοκαίρι του 1982, μετά από 70 εμφανίσεις και 47 γκολ με τους Βαυαρούς, ετοιμάζει τις βαλίτσες του για τον Γερμανικό Βορρά. Έχοντας κεκτημένη ταχύτητα, ο Φέλερ συνεχίζει να εντυπωσιάζει και τη σεζόν 1982/83 πετυχαίνει 23 γκολ σε 21 συμμετοχές, ανακηρυσσόμενος  πρώτος σκόρερ της Μπουντεσλίγκα,  με τους «πράσινους», να χάνουν το Πρωτάθλημα στη διαφορά τερμάτων, από, τον μισητό τους αντίπαλο, το Αμβούργο. Στην πενταετή θητεία του, στη Βρέμη, ο «Tante Käthe» φόρεσε 137 φορές την εμφάνιση της Βέρντερ, σκοράροντας 97 γκολ.


Η μετανάστευση και ο πολυπόθητος τίτλος

Τα γερμανικά σύνορα ήταν μικρά για να χωρέσουν το ταλέντο του και όπως κάθε μεγάλο ταλέντο εκείνη την εποχή, αποφασίζει να αφήσει την Μπουντεσλίγκα για το καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου -εκείνη την περίοδο- το Καμπιονάτο και τη Ρόμα. Στους «Τζιαλορόσι» έμεινε από το 1987 μέχρι το 1992, κατακτώντας ένα Κύπελλο Ιταλίας, το 1991 και αναγκάζοντας τους φιλάθλους των Ρωμαίων, με τις εκπληκτικές εμφανίσεις και τα 45 του τέρματα σε 142 αγώνες, να του κολλήσουν το παρατσούκλι «Il Tedesco Volante» (Ο Ιπτάμενος Γερμανός).


Η κορυφαία στιγμή στην καριέρα του, σε επίπεδο συλλόγων, ήρθε μαζί με τη μεταγραφή του στη Μαρσέιγ, αφού με τους Γάλλους κατέκτησε το Τσάμπιονς Λιγκ του 1993, το μοναδικό που έχει κατακτήσει ποτέ Γαλλική ομάδα. Παρότι είχε πλέον φτάσει 32 χρόνων, ο Ρούντι έδειχνε το ίδιο ορεξάτος για ποδόσφαιρο, σκοράροντας ασταμάτητα (28γκολ σε 73 εμφανίσεις) τη διετία 1992-1994 που έμεινε στο Βελοντρόμ και κερδίζοντας ένα Πρωτάθλημα το 1993, το οποίο, όμως, δεν χάρηκε, αφού η Μαρσέιγ συμμετείχε σε ένα σκάνδαλο δωροδοκίας, που της στέρησε τον τίτλο και την κατηγορία, το 1994.


Ο υποβιβασμός της Μαρσέιγ, σε συνδυασμό με την ηλικία του (34 ετών), έκαναν τον Φέλερ να πάρει το δρόμο της επιστροφής για Γερμανία, ύστερα από 7 χρόνια. Οι επιδόσεις του στο σκοράρισμα, του εξασφάλισαν διετές συμβόλαιο στη Μπάγερ Λεβερκούζεν, το οποίο τίμησε και με το παραπάνω, στέλνοντας την μπάλα στα αντίπαλα δίχτυα 26 φορές σε 62 συμμετοχές με την «ομάδα των εργοστασίων». Το 1996 ανακοινώνει την αποχώρησή του από την ενεργό δράση, έχοντας συνολικά 258 γκολ σε 557 εμφανίσεις.



Παγκόσμιος Πρωταθλητής

Μεγάλη ήταν η προσφορά του και στην Εθνική Γερμανίας, της οποίας φόρεσε και το περιβραχιόνιο του αρχηγού. Ο «Ιπτάμενος Γερμανός» αγωνίστηκε με το γερμανικό εθνόσημο 90 φορές με την ομάδα ανδρών, πετυχαίνοντας 47 γκολ και άλλες 22 με την ομάδα U-21 της Δυτικής Γερμανίας. Με τη «Νατιοναλμανσάφτ» πήρε μέρος σε 3 Παγκόσμια Κύπελλα (1986, 1990, 1994), κατακτώντας τον τίτλο του Παγκόσμιου Πρωταθλητή το 1990, ενώ το 1986, παρόλο που σκόραρε στον ημιτελικό και τον τελικό, τα Πάντσερ τερμάτισαν δεύτερα, πίσω απ’ την Αργεντινή. Στον τελικό, του Παγκοσμίου Κυπέλλου  του 1986, σκόραρε, προερχόμενος από τον πάγκο και έγινε ο τρίτος, μετά τους Ντικ Νανιγκά (Dirk Jacobus Willem "Dick" Nanninga) το 1978 και Σάντρο  Αλτομπέλι (Alessandro Altobelli) το 1982 και τελευταίος μέχρι στιγμής  ποδοσφαιριστής, που πετυχαίνει γκολ σε τελικό Μουντιάλ, ως αλλαγή.


Έχει πρωταγωνιστήσει σε μία από τις κλασσικότερες στιγμές, των Παγκοσμίων Κυπέλλων, όταν στον αγώνα Ολλανδία-Γερμανία, το 1990, ο Φρανκ Ράικαρντ (Franklin Edmundo “Frank” Rijkaard.) τον φτύνει επανειλημμένα στα μαλλιά. Συμμετείχε και σε 3 Ευρωπαϊκά Κύπελλα (1984, 1988, 1992), πετυχαίνοντας σημαντικά τέρματα, χωρίς ωστόσο, να κατακτήσει τον Ευρωπαϊκό τίτλο, κατακτώντας μόνο μια 2η θέση το 1992. Είναι ο 3ος  σκόρερ, όλων των εποχών, για την Εθνική Γερμανίας, με 47 τέρματα, πίσω από τον Γκέρτ Μίλλερ (Gerhard "Gerd" Müller) που έχει  68 και τον Μίροσλαβ Κλόζε (Miroslav Josef Klose) με 67!


 Από αποτυχία σε αποτυχία

Όταν το 1996 ο Φέλερ κρέμασε τα παπούτσια του, παρέμεινε στην Μπάγερ Λεβερκούζεν ως μάνατζερ και στις 21 Οκτωβρίου του 2000 έγινε ο πρώτος προπονητής της ομάδας, θέση στην οποία παρέμεινε μόλις 22 μέρες, αφού, στις  11 Νοεμβρίου του ίδιου έτους κλήθηκε εσπευσμένα να κοουτσάρει την Εθνική Γερμανίας. Στα τέσσερα χρόνια που έμεινε ως προπονητής στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της χώρας του, κατάφερε να φτάσει μέχρι τον τελικό του Μουντιάλ του 2002, όπου η Γερμανία ηττήθηκε από την Βραζιλία, ενώ το 2004 απομακρύνθηκε από τη θέση του τεχνικού. Αμέσως υπέγραψε συμβόλαιο με τη Ρόμα, στην οποία, όμως, έμεινε ένα μήνα, καθώς η μία ισοπαλία και οι δύο ήττες, στο Πρωτάθλημα, ήταν αρκετά για να απολυθεί. Το 2005 είχε ένα μικρό πέρασμα, για ακόμη μία φορά, από τον πάγκο της Μπάγερ Λεβερκούζεν, ως υπηρεσιακός προπονητής και έκτοτε είναι τεχνικός διευθυντής του συλλόγου.



PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • 1966–1975: Turn- und Sportverein 1860 Hanau
  • 1975–1977: Offenbacher Fußball-Club Kickers 1901

Επαγγελματική καριέρα

  • 1977–1980: Offenbacher Fußball-Club Kickers 1901, 73 (19)
  • 1980–1982: Turn- und Sportverein München von 1860, 70 (46)
  • 1982–1987: Sportverein Werder Bremen von 1899, 137 (97)
  • 1987–1992: Associazione Sportiva Roma, 142 (45)
  • 1992–1994: Olympique de Marseille, 58 (24)
  • 1994–1996: Bayer 04 Leverkusen Fußball, 62 (26)

Σύνολο καριέρας: 542 (257)

Διεθνής

  • 1979–1982: Εθνική Νέων Δυτικής Γερμανίας, 19 (10)
  • 1982–1994: Δυτική Γερμανία/Γερμανία,
    90 (47)

Προπονητική καριέρα

  • 2000–2004: Γερμανία
  • 2000: Bayer 04 Leverkusen Fußball
  • 2004: Associazione Sportiva Roma
  • 2005: Bayer 04 Leverkusen Fußball
  • 2005–      : Bayer 04 Leverkusen Fußball (τεχνικός διευθυντής)

Τίτλοι

Ως ποδοσφαιριστής

Συλλογικοί

Με την Roma
  • Κύπελλο Ιταλίας: 1990/91
  • Κύπελλο UEFA: φιναλίστ  1990/91

Με την Marseille
  • UEFA Champions League: 1992/93

Διεθνείς

Με την Γερμανία
  • Παγκόσμιο Κύπελλο: 1990 και φιναλίστ  1986
  • Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα: φιναλίστ 1992

Προσωπικές Διακρίσεις


  • Καλύτερος Παίκτης Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Νέων: 1982
  • Πρώτος Σκόρερ Β’ Κατηγορίας Γερμανίας: 1981/82
  • Πρώτος Σκόρερ Γερμανίας: 1982/83
  • Παίκτης της Χρονιάς για την Γερμανία: 1983
  • Μέλος Ιδανικής Ενδεκάδας Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος: 1984
  • Πρώτος Σκόρερ Κυπέλλου UEFA: 1990/91
  • Μέλος του Hall of Fame της Roma: 2014

Ως προπονητής

Διεθνείς

Με την Γερμανία
  • Παγκόσμιο Κύπελλο: φιναλίστ 2002

ΠΗΓΗ: cobrasports.gr