Πέμπτη 17 Μαρτίου 2016

Τιμούρ Κετσπάγια

O Γεωργιανός μέσος ή και περιφερειακός επιθετικός, Τιμούρ Κετσπάγια (Temuri "Temur" Ketsbaia), γεννήθηκε στις 18 Μαρτίου του 1968, στο Γκάλι, περίπου 75 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά του Σοχούμι, στην Αμπχαζία, της Γεωργίας. Ξεκίνησε την καριέρα του στην Ντιναμό Τιφλίδας το 1987 παραμένοντας στον γεωργιανό σύλλογο μέχρι το 1992, όταν και συμφώνησε να συνεχίσει στην Ανόρθωση Αμμοχώστου, στην Κύπρο. Το καλοκαίρι του 1994 αποκτήθηκε από την ΑΕΚ, έχοντας την ατυχία να τραυματιστεί σοβαρά στο ντεμπούτο του στους «κιτρινόμαυρους».


Επανήλθε δυναμικά και αποτέλεσε βασικό στέλεχος της ομάδας την επόμενη τριετία, κατακτώντας το κύπελλο Ελλάδας του 1996. Ακολούθησαν 3 χρόνια στη Νιούκασλ όπου σκόραρε σημαντικά γκολ και έγινε γνωστός για τον εκρηκτικό χαρακτήρα του στο γήπεδο. Η Γουλβς και η Νταντί Γιουνάιτεντ ήταν οι επόμενες ομάδες του. Το 2002 επέστρεψε στην Ανόρθωση με την οποία αγωνίστηκε έως το 2007. Υπήρξε διεθνής με την εθνική ομάδα της Γεωργίας 49 συνολικά φορές και έχει σημειώσει 16 γκολ, το διάστημα 1992-2003. Από το 2004 ήταν παράλληλα και προπονητής της Ανόρθωσης, επιτυγχάνοντας αρκετές διακρίσεις. Τον Μάιο του 2009 ανέλαβε τον Ολυμπιακό Πειραιώς, αλλά αποχώρησε τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου Συνέχισε στην εθνική Γεωργίας και μετά από 5 χρόνια ανέλαβε την τεχνική ηγεσία του ΑΠΟΕΛ, ενώ έναν χρόνο αργότερα συμφώνησε με την ΑΕΚ. Το παρατσούκλι του στην Κύπρο ήταν «Ο Κκέλης» (μάλλον Κεφάλας από το κελέ =κεφάλι)


Γόνος του Βαλίκο και της Ναρκίσα Κετσπάγια, από μικρός, φρόντιζε να φανερώνει σε όλους τόσο το ταλέντο, όσο και την αγάπη του για την στρογγυλή θεά. Ο πάντα αυστηρός πατέρας του, μη θέλοντας να του στερήσει το όνειρο να παίξει κάποτε ποδόσφαιρο σε μεγάλα σαλόνια, πώλησε ακόμα και το μηχανάκι που λάτρευε σαν παιδί, προκειμένου να εξασφαλίσει τα αναγκαία χρήματα και να εγγράψει τον Τιμούρ σε ποδοσφαιρικό σχολείο στην Τιφλίδα. Με το ποδόσφαιρο ξεκίνησε να ασχολείται από πολύ μικρός και κατάφερε στα 17 του χρόνια να ενταχθεί στο δυναμικό της Ντιναμό Σουκούμι. Ξεχώρισε αμέσως για το ταλέντο του και καθιερώθηκε στην ομάδα, σημειώνοντας μάλιστα και 5 γκολ στους 22 αγώνες που συμμετείχε. Τα αγωνιστικά κατορθώματα του προσέλκυσαν το ενδιαφέρον της Ντιναμό Τιφλίδας, η οποία του είχε αποστείλει και προσωπική επιστολή για να παρουσιαστεί στην προετοιμασία της ομάδας. Οι ιθύνοντες της Ντιναμό Σουχούμι προσπάθησαν να τον μεταπείσουν, λέγοντας του πως δεν έχει τύχη αν πάει σε αυτή την ηλικία σε μια ομάδα του διαμετρήματος της Ντιναμό Τιφλίδας, αλλά ο ίδιος δεν άκουγε λέξη. Και όντως, έδωσε κανονικά το "παρών" στην επίσημη "πρώτη" συγκέντρωση της Ντιναμό Τιφλίδας, παρά την αντίθετη άποψη της οικογένειας του για τη μετακίνηση αυτή. Στην πρώτη του διετία στην Τιφλίδα είχε 27 συμμετοχές και 4 γκολ, καθώς προσπαθούσε κι αυτός να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις της νέας του ομάδας.


Το 1989 ήταν η χρονιά που άρχισε να ξεχωρίζει ο Κετσπάγια. Εκείνη τη χρονιά η Ντιναμό Τιφλίδας προετοιμαζόταν στην κεντρική Ευρώπη. Είχε λάβει μέρος σε κάποιο τουρνουά στη Γαλλία και την Ελβετία, με τη διοίκηση της ομάδας να προσφέρει 25 δολάρια την ημέρα στον κάθε ποδοσφαιριστή. Ένα κομμάτι της προετοιμασίας προέβλεπε αγώνες ποδοσφαίρου σε γήπεδα futsal (κλειστού χώρου) με ομάδες των έξι ποδοσφαιριστών. Το τρίτο τουρνουά στη σειρά επρόκειτο να διεξαχθεί στην Ελβετία και εκτός της Ντιναμό λάμβαναν μέρος η γηπεδούχος Σιόν, η Γαλλική Μπορντό και η Παρτιζάν Βελιγραδίου. Η Ντιναμό έκανε επίδειξη δύναμης απέναντι στη Σιόν και προκρίθηκε στον τελικό, όπου αντιμετώπισε την Μπορντό. Οι Γάλλοι κέρδισαν, αλλά ο Κετσπάγια ανακυρήχθηκε κορυφαίος ποδοσφαιριστής και πρώτος σκόρερ του τουρνουά. Η χρονιά που ακολούθησε ήταν καλή για τον Κετσπάγια, που ολοκλήρωσε τις υποχρεώσεις του με τη Ντιναμό έχοντας 27 συμμετοχές και 4 γκολ.


Λίγο αργότερα ήρθε η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και η αυτονομία της Γεωργίας, με την Ντιναμό να μετονομάζεται σε Ιμπέρια Τιφλίδας. Αν το 1989 ήταν η χρονιά που ο Κετσπάγια ξεχώρισε, τότε το 1990 ήταν η σεζόν που καθιερώθηκε ως ένας απ' τους κορυφαίους παίκτες της νεοσυσταθείσας Γεωργιανής δημοκρατίας. 33 συμμετοχές, 11 γκολ, η ομάδα του πρωταθλήτρια και ο ίδιος ψηφίστηκε ως ο καλύτερος ποδοσφαιριστής της χρονιάς, λαμβάνοντας την ψήφο των 14 απ' τους 16 προπονητές που ψήφισαν. Ο ίδιος όμως είχε πλέον στο μυαλό του τη μεταγραφή, καθώς η Γεωργία δεν ήταν εγγεγραμμένη στην UEFA, ούτε στη FIFA. Επομένως, τη μία θέση που αναλογούσε την κρατούσε η Κοινοπολιτεία Κρατών ενώ ούτε και η εθνική της ομάδα μπορούσε να λάβει μέρος στα προκριματικά του παγκοσμίου κυπέλλου ή των ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων - ακόμα και να διεξάγει διεθνείς φιλικούς αγώνες. Μοναδική λύση ήταν η στροφή προς την Ρωσία. Και - ω του θαύματος - εκείνη ακριβώς την εποχή ήρθε πρόταση από την Τορπέντο Μόσχας. Η μεταγραφή δεν προχώρησε ποτέ όμως, με τον Κετσπάγια να μην καταφέρνει να πραγματοποιήσει το όνειρο του να παίξει σε ομάδα που μετέχει σε Ευρωπαϊκές διοργανώσεις.



Η μεταγραφή στην Ανόρθωση

Για καλή του τύχη όμως, ακολούθησε το άνοιγμα των συνόρων. Οι παίκτες απ' τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης μπορούσαν πλέον να μεταγραφούν ελεύθερα και σε άλλες χώρες. Βέβαια το πρόβλημα ήταν πως οι θέσεις για ξένους παίκτες ήταν περιορισμένες και ο "νόμος Μποσμάν" δεν είχε εμφανιστεί ακόμη στο προσκήνιο, με αποτέλεσμα μόνο οι κορυφαίοι ποδοσφαιριστές να ενδιαφέρουν τις ομάδες από προηγμένα πρωταθλήματα όπως της Ιταλίας, της Αγγλίας, της Ισπανίας. Σε εκείνο το σημείο εμφανίστηκε η Ανόρθωση! Ο τότε πρόεδρος της ομάδας της Κύπρου, Κίκης Κωνσταντίνου, ταξίδευε συχνά στη Μόσχα λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων. Εκεί είχε γνωρίσει κάποιον ο οποίος ήταν παιδικός φίλος με τον Κετσπάγια. Ο πρόεδρος της Ανόρθωσης άκουσε πολλά εγκωμιαστικά σχόλια, σε σημείο που να αναγκάσει τον Κωνσταντίνου να ζητήσει απ' τον τότε προπονητή της Ανόρθωσης, Άνχελ Ιορντανέσκου (Anghel Iordănescu), να τον "τσεκάρει". Ο Κετσπάγια ήταν τότε τραυματίας, αλλά ο Ιορντανέσκου έδωσε το "ΟΚ" παρακολουθώντας τον με τη φανέλα της ομάδας του σε βιντεοκασέτες. Οι Κωνσταντίνου και Ιορντανέσκου ταξίδεψαν στη Μόσχα και πάλι μαζί με τον βοηθό προπονητή της Ανόρθωσης, Βλάντιμιρ Γκουτσάεφ (Vladimir Gutsaev) και φίλο με τον... φίλο του Κετσπάγια, που του έκανε το "κονέ" με τον Κίκη Κωνσταντίνου. Οι άνθρωποι της Κυπριακής ομάδας τον είδαν στο προπονητικό δίτερμα της Τιφλίδας και ο Ιορντανέσκου είπε στον Κωνσταντίνου πως "πρέπει να αποκτηθεί". Λίγες ημέρες αργότερα, σε ξενοδοχείο στη Μόσχα, έπεσαν οι υπογραφές και ο Κετσπάγια θα άφηνε την Τιφλίδα για να ταξιδέψει στην Κύπρο, έχοντας αυτή τη φορά την απόλυτη στήριξη απ' την οικογένεια του.


Το ξεκίνημα του δεν ήταν το ιδανικό. Ο κόσμος -αν και ενθουσιασμένος- έδειχνε επιφυλακτικός, ενώ ο ίδιος δυσκολευόταν να προσαρμοστεί στον τρόπο ζωής. Απ' τη μια η κλιματική αλλαγή και απ' την άλλη το πρόβλημα της επικοινωνίας, καθώς πέραν της γλώσσας του δεν μιλούσε κάποια άλλη γλώσσα. Τα πρώτα δύσκολα πέρασαν, άρχισε μαθήματα για να μάθει τη γλώσσα και οι αγωνιστικές υποχρεώσεις ξεκίνησαν. Πέτυχε και το πρώτο του γκολ στις Ευρωπαϊκές διοργανώσεις, στο 2-2 με την Στεάουα Βουκουρεστίου για το κύπελλο UEFA. Παρέα με το Μάικ Ομπίκου (Mike Obiku), συνέθεταν ένα δίδυμο που αποτελούσε φόβο και τρόμο για τις αντίπαλες άμυνες. Στην πρώτη χρονιά, ο στόχος , που ήταν το πρωτάθλημα μετά από 29 χρόνια, χάθηκε μόλις για δυο βαθμούς. Το τέλος της πρώτης σεζόν βρίσκει τον Κετσπάγια ως έναν απ' τους κορυφαίους της Ανόρθωσης και τη δημοτικότητα του να μεγαλώνει συνεχώς ανάμεσα στους οπαδούς της ομάδας. 30 συμμετοχές, 15 γκολ.


Η δεύτερη του σεζόν δεν συνοδεύτηκε πάντως και με τίτλο για την Ανόρθωση. Οι Ιορντανέσκου και Ομπίκου έφυγαν απ' την ομάδα και το χρίσμα του πρώτου προπονητή πήρε ο μέχρι πρότινος βοηθός, Βλάντιμιρ Κουτσάεφ ο οποίος έφυγε απ' την ομάδα μόλις στην 2η αγωνιστική. Τη θέση του Γκουτσάεφ πήρε ο Σουηδός Λέναρτ Σόντερμπεργκ (Lennart Söderberg) αλλά και με αυτόν στο τιμόνι, η κατάσταση δεν βελτιώθηκε. Τρίτη λύση; Ο ένας και μοναδικός, Νίκος Αλέφαντος. Αποκλείστηκε με δύο ήττες απ' τον ΑΠΟΕΛ (1-0, 3-2) στο κύπελλο και τερμάτισε 5ος στο πρωτάθλημα.  Ήταν λιγότερο παραγωγική και για τον ίδιο από πλευράς τερμάτων, αφού πέτυχε μόλις 5 γκολ, αλλά με τις εμφανίσεις του κέρδιζε δικαιωματικά τον τίτλο του "αγαπημένου της εξέδρας".


Την τρίτη και τελευταία του περίοδος στο “ΠΑΠ”, η 1993/94, ήταν η καλύτερη στην Κύπρο τόσο για τον Κετσπάγια όσο και για την «Κυρία», που έπαιξαν το πιο μεστό αλλά και εντυπωσιακό ποδόσφαιρο. Ο Σίνισα Γκόκιτς (Siniša Gogić) και ο Τόζα Σάπουριτς (Svetozar “Toza” Šapurić), συμπλήρωναν την τριπλέττα των ξένων. Άτυχοι όμως και αυτή την χρονιά, αφού ο τίτλος χάθηκε από αγωνιστικούς και εξωαγωνιστικούς λόγους. Μια βδομάδα μετά το τέλος του πρωταθλήματος, έκανε φτερά και το κύπελλο, σε ένα παιχνίδι από το οποίο έλειπε ο Γκόκιτς, ενώ Τιμούρ και Σάπουριτς έπαιξαν τραυματίες. Δεν ήταν γραφτό να σηκώσει τρόπαιο ο Γεωργιανός…


Ο Τιμούρ, πέτυχε 19 γκολ σε 26 αγωνιστικές στο πρωτάθλημα και προσέλκυσε το ενδιαφέρον του Ντούσαν Μπάγεβιτς (Dušan Bajević), που είχε το μάτι του και στο πρωτάθλημα της Κύπρου. Τρεις φορές μέσα στην χρονιά είχε έρθει στην Κύπρο προκειμένου να δει από κοντά και να βγάλει συμπεράσματα για την ποδοσφαιρική αξία του. Η τρίτη και… φαρμακερή, ήταν σε μια εκτός έδρας νίκη επί του ΑΠΟΕΛ με 3-1 και ο κύβος ερρίφθη. Ο Μπάγεβιτς τσέκαρε τον Κετσπάγια και εισηγήθηκε την απόκτηση του. Το μοναδικό πρόβλημα, ήταν μια ρήτρα της τάξης των 200.000 λιρών (τεράστιο για την εποχή ποσό) που έπρεπε να καταβληθούν στην Ανόρθωση προκειμένου να αποδεσμευτεί ο παίκτης. Η ΑΕΚ δεν ήθελε να δώσει αυτό το ποσό, με την Ανόρθωση να επικαλείται το ενδιαφέρον της Κολωνίας για τον παίκτη. Μάλιστα, τον κάλεσαν να δοκιμαστεί σε φιλικό αγώνα, στον οποίο σημείωσε 2 γκολ και οι Γερμανοί τον ενημέρωσαν πως θα προχωρήσουν το θέμα της μεταγραφής του. Η ΑΕΚ με την επίμονη εισήγηση Μπάγεβιτς κατέβαλλε τελικά το ποσό και τον απέκτησε, με τους Γερμανούς να καταθέτουν πρόταση τελικά, αλλά τον παίκτη να ταξιδεύει για Ελλάδα.


Παρόλο που δεν έκανε καλό ποδαρικό στην Ελλάδα, αφού ταλαιπωρήθηκε αφάνταστα και από σοβαρό τραυματισμό, με την πρωταθλήτρια να μην τα πηγαίνει καλά, εντούτοις προς το τέλος της περιόδου οι εμφανίσεις του ήταν τέτοιες που “ανάγκασαν” την ΠΑΕ να ανανεώσει τη συνεργασία τους για δυο ακόμη χρόνια και μάλιστα χωρίς καμιά ρήτρα!


Την περίοδο 1995/96 έκανε καταπληκτική σεζόν. Εκπληκτικό ποδόσφαιρο από την ΑΕΚ, αλλά το πρωτάθλημα χάνεται στο νήμα, με μια ισοπαλία με την Παναχαϊκή. Πάλι άτυχος ο Τιμούρ που αρχίζει να πιστεύει πως είναι… γκαντέμης! Ωστόσο, έστω και για παρηγοριά, οι Ενωσίτες χάρηκαν το κύπελλο, με τον Κετσπάγια να χρίζεται σκόρερ στον τελικό. Το ίδιο σενάριο επαναλήφθηκε και στην τελευταία του χρονιά στη Νέα Φιλαδέλφεια, με την κατάκτηση του κυπέλλου να σφραγίζει και πάλι ευχάριστα την περίοδο και τις Καϊζερλάουτερν του Ότο Ρεχάγκελ (Otto Rehhagel) και την Νιούκαστλ να σφάζονται για τα μάτια του καραφλού πια παιχταρά! Τα λεφτά των Γερμανών μπορεί να ήταν περισσότερα, μα ο Τιμούρ δεν ήταν πλεονέκτης. “Μίλησε” η λατρεία για το ποδόσφαιρο και ο πόθος να παίξει στα σαλόνια του καλύτερου πρωταθλήματος στον κόσμο: της Πρέμιερ Λιγκ. Σε τρεις σεζόν στην ΑΕΚ, αγωνίστηκε σε 84 αγώνες και σημείωσε 24 γκολ.


Ο Κετσπάγια στην Αγγλία

Πήρε λοιπόν τις αποσκευές, τη νεογέννητη Λήδα και ξεκίνησε για το όνειρο. Εντυπωσιασμένος από τις εγκαταστάσεις και την υποδομή, ήταν πλέον σε θέση να ξεδιπλώσει το αστείρευτο ταλέντο του μπροστά στο αγγλικό κοινό, αλλά και τους φανατικούς του φίλους σε Κύπρο και Ελλάδα που θα τον παρακολουθούσαν από τις τηλεοράσεις. Ο Κένι Νταγκλίς (Kenny Dalglish) έδειχνε πλήρη εμπιστοσύνη στον Γεωργιανό, που με τις εμφανίσεις του κατάφερε να γίνει απ' τους πιο αγαπητούς παίκτες της ομάδας στους οπαδούς, οι οποίοι "ξεσηκώνονταν" κάθε φορά που ξεσπούσε στις διαφημιστικές πινακίδες όταν σκόραρε. Πέτυχε να τους κάνει το "κλικ" με το "καλημέρα", καθώς με δικό του γκολ, δυο λεπτά πριν το τέλος της παράτασης με –  τι άλλο – ένα ξερό αριστερό κεραυνό, απέκλεισε την Κροάσια Ζάγκρεμπ και προκρίθηκε στους ομίλους του Champions League για πρώτη φορά στην ιστορία της και έστειλε τον κόσμο της στους εφτά ουρανούς. Από τον Δεκέμβριο του 1997 είχε μάλιστα και έναν γνωστό του απ' το Ελληνικό πρωτάθλημα για συμπαίκτη στη Νιουκάστλ, το Νίκο Νταμπίζα που αποκτήθηκε απ' τον Ολυμπιακό.


Η συνέχεια εξίσου καλή για τον Τιμούρ, με την ομάδα του έχοντας τον ως βασικό στα πλείστα παιχνίδια να φτάνει στον τελικό κυπέλλου του “Γουέμπλεϊ” με αντίπαλο την πρωταθλήτρια Άρσεναλ. Ο τίτλος μπορεί να χάθηκε, αλλά στο “Σεντ Τζέιμς Παρκ” στήθηκαν πανηγύρια. Εμπειρία πρωτοφανής για τον Κετσπάγια, που έτυχε μαζί με τους συμπαίχτες του υποδοχής ηρώων. Πέρασε μια "γεμάτη" τριετία στους "ανθρακωρύχους", αγωνιζόμενος δίπλα στον Άλαν Σίρερ.


Η έλευση του Ρουντ Γκούλιτ (Ruud Gullit) τη νέα περίοδο θα άφηνε τον Κετσπάγια στον πάγκο, προκειμένου να παίζουν οι αστέρες και τα υψηλά συμβόλαια. Ωστόσο, όποτε καλούνταν να αγωνιστεί, ο Τιμούρ δήλωνε “παρών” και αρκετές φορές μάλιστα  με τρόπο εκκωφαντικό, με τις γνωστές… γκολάρες του! Στο τέλος, η Νιούκαστλ προκρίθηκε για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά στον τελικό του κυπέλλου αυτή τη φορά με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτετ, ενώ είχε ήδη εξασφαλισμένη την ευρωπαϊκή έξοδο. Ένα δοκάρι του Τιμούρ πριν το τέλος ήταν το μόνο που κατάφεραν οι ανθρακωρύχοι, με αποτέλεσμα να χάσουν με 1-0. Το σκηνικό όμως στους δρόμους προς το Νιούκαστλ, ίδιο με την περασμένη χρονιά: πανηγύρια και χαρές!


Τρία τα χρόνια παραμονής του Τιμούρ και στο Νιούκαστλ, παρόλο που κατά τη διάρκεια της περιόδου 1999-2000 συμφώνησε με τη διοίκηση επέκταση συμβολαίου μέχρι το 2003! Ο Μπόμπι Ρόμπσον (Bobby Robson) που ανέλαβε όμως τα ηνία στην ομάδα, είχε διαφορετική άποψη, αφού τον “έκοψε” από την προετοιμασία. Λίγο αργότερα, οι δυο άντρες συγκρούστηκαν έντονα, με αποτέλεσμα ο Τιμούρ να πάρει την απόφαση πως η Νιούλαστλ τελείωσε γι’ αυτόν. Έκανε 78 συμμετοχές και πέτυχε 8 γκολ στην τριετία του στο Σεντ Τζειμς Παρκ.


Η Γουλβς άδραξε την ευκαιρία και το καλοκαίρι του 2000, ενέταξε στο δυναμικό της τον τριανταδιάχρονο πλέον Κετσπάγια, έναντι 900 χιλιάδων λιρών που δόθηκαν στη Νιούκαστλ, σε μια προσπάθεια των διοικούντων της ομάδας στο “Μολινό” να ανέβουν στην “Τσάμπιονσιπ”. Την πρώτη σεζόν έπαιξε αρκετά (22 φορές) και σκόραρε τρείς φορές, αλλά τη δεύτερη σεζόν έκανε μόλις 2 συμμετοχές. Η αντικατάσταση του Κόλιν Λι (Colin Lee) από τον Ντέιβιντ Τζόουνς (David Jones) μερικούς μήνες αργότερα στο τιμόνι του συλλόγου, θα άφηνε τον Τιμούρ στη δεύτερη σειρά των επιλογών. Το καλοκαίρι του 2001 μετακόμισε στην Σκοτία και συγκεκριμένα την Νταντί. Εκεί, βρήκε την ποδοσφαιρική του γαλήνη και θα μπορούσε να έμενε για χρόνια, αφού τον ήθελαν και για το τεχνικό επιτελείο της ομάδας, ωστόσο ο κακός καιρός ενοχλούσε πρώτα την οικογένεια και μετά το γόνατό του. Έπαιξε  σε 22 αγώνες και σκόραρε 6 φορές.



Επιστροφή στην Ανόρθωση και ξεκίνημα της προπονητικής του καριέρας

Η ώρα για επιστροφή στην ποδοσφαιρική Ιθάκη έφτασε. Το καλοκαίρι του 2002 πακετάρισε τα πράγματα του και επέστρεψε στην Κύπρο, αποδεχόμενος την πρόταση της Ανόρθωσης για "επαναπατρισμό", για να γίνει δεκτός με ενθουσιασμό απ' τον κόσμο της ομάδας. Επέστρεψε στο «Αντώνης Παπαδόπουλος», ξεσηκώνοντας ένα πρωτοφανές κύμα ενθουσιασμού στους φίλους και οπαδούς της «Μεγάλης Κυρίας». Ο σπουδαιότερος ποδοσφαιριστής που πέρασε απ’ τα κυπριακά γήπεδα επέστρεφε με ένα στόχο: να κατακτήσει επιτέλους(!) ένα τίτλο πρωταθλήματος, μαζί με την ομάδα απ’ την οποία ξεκίνησε τη μεγάλη του ευρωπαϊκή καριέρα.


Η φανέλα του βασικού περιμένει τον Κετσπάγια που συνεχίζει στην Κύπρο εκεί ακριβώς που είχε μείνει: 24 συμμετοχές, 5 γκολ, καλή παρουσία. Με το “καλημέρα”, έστειλε μηνύματα προς πάσα κατεύθυνση, σκοράροντας στην πρόκριση για το Κύπελλο UEFA με τον Ηρακλή! Σε μια χρονιά που πέρασαν απ’ την ομάδα ως προπονητές οι Νικολάι Κοστόφ (Nikolay Kostov), ο Έντουαρντ Λόρενς (Edward Lawrence) και ο Αντρέας Μιχαηλίδης, η Ανόρθωση περιορίστηκε στη δεύτερη θέση. Η χρονιά όμως σώθηκε, με την κατάκτηση του κυπέλλου στον τελικό με την ΑΕΛ. Σκόρερ του τελευταίου πέναλτι στη διαδικασία των οποίων κρίθηκε η αναμέτρηση, ο Τιμούρ!


Η επόμενη χρονιά 2003/04, πήγαινε από το κακό στο χειρότερο. Τόσο σε αγωνιστικό επίπεδο –όπου τον Μιχαηλίδη αντικατέστησε ο Ντούσαν Μιτόσεβιτς (Dušan Mitošević)– όσο και σε οικονομικό, όπου το Σωματείο απειλούνταν με αγωγές, προσφυγές και τα χρέη έσφιγγαν τη θηλιά στο λαιμό των διοικούντων. Στα τέλη του 2003 ο προπονητής Ντούσαν Μιτόσεβιτς υποβάλλει την παραίτηση λόγω της αποσύνθεσης που παρουσίαζε η ομάδα: Παίκτες απλήρωτοι, προσφυγές, χαμένη χρονιά πριν καλά-καλά συμπληρωθεί η μισή σεζόν. Ο τότε πρόεδρος της ομάδας, αείμνηστος Κυριάκος Θεοχάρους, δυο μέρες πριν την πρωτοχρονιά του 2004, προτείνει στον Κετσπάγια να αναλάβει ως παίκτης - προπονητής και ο Γεωργιανός μετά από αρκετή σκέψη δέχτηκε. Ίσως η πιο σωστή και πιο σπουδαία απόφαση που έλαβε ποτέ! Πείθοντας τον Χριστάκη Κασσιανό να γίνει βοηθός του, ξεκίνησαν το δύσκολο έργο της αναδιοργάνωσης της ομάδας, υπό ένα όρο: να πληρώνονται κανονικά οι ποδοσφαιριστές. Στην μεταγραφική περίοδο του Ιανουαρίου, έφερε δύο συμπατριώτες του, τον Κλιμέντι Τσιταϊσβίλι (Klimenti Tsitaishvili) και τον Γκιόργκι Γκαμπινταούρι (Giorgi Gabidauri). Η Ανόρθωση έδειξε να ανακάμπτει, έκανε κάποιες καλές εμφανίσεις αλλά το χαμένο έδαφος δεν ήταν δυνατόν να καλυφθεί. Τερμάτισε 5η ενώ στο κύπελλο αποκλείστηκε στα προημιτελικά απ' τον ΑΠΟΕΛ.


Η περίοδος 2004/05, ήταν κρίσιμη για την επιβίωση του Σωματείου. Αναλαμβάνει την προεδρία ο Ανδρέας Παντελή, που διατηρεί τον Κετσπάγια στη θέση του και ξεκινάνε το σχεδιασμό για το χτίσιμο μιας ομάδας που θα επιστρέψει στους τίτλους. Μάζεψε κάποια λεφτά το καλοκαίρι από το τουρνουά που διοργάνωσε με ΑΕΚ, Παναθηναϊκό και Ολυμπιακό στο οποίο έπαιξε σπουδαία μπάλα. Αυτά τα χρήματα, έφεραν στην Κύπρο τους Νορντίν Βόουτερ (Nordin Wooter), Γκεόργκι Κινγκλάτζε (Georgi Kinkladze) και Νίκο Φρούσο. Οι μεταγραφές είναι μεγάλες για τα δεδομένα της Κύπρου. Με ένα ολιγομελές ρόστερ, με τον Τιμούρ πρωταγωνιστή σε αρκετά παιχνίδια, η Ανόρθωση έκανε μια εξαιρετική χρονιά, αποδίδοντας ελκυστικό, επιθετικό ποδόσφαιρο. Παρά την φυγή του Νόρντιν Βόουτερ για τον Παναθηναϊκό, ο Κετσπάγια "παίρνει το όπλο του" και καθαρίζει, σημειώνοντας 16 γκολ στους 24 αγώνες που έπαιξε και χαρίζει το πρωτάθλημα στην Ανόρθωση. Highlight του το χατ-τρικ που σημείωσε στο ντέρμπι τίτλου με τον ΑΠΟΕΛ στο ΓΣΠ (κέρδισε η Ανόρθωση με 3-2), με το οποίο “κλείδωσε” το πρωτάθλημα, το πρώτο πρωτάθλημα στην καριέρα του μεγάλου αυτού ποδοσφαιριστή!


Το καλοκαίρι που ακολούθησε, ήταν το καλοκαίρι της Κύπρου! Η σεζόν είχε ξεκινήσει με τις καλύτερες προϋποθέσεις, καθώς στον 1ο προκριματικό γύρο του Champions League προκρίθηκε επί τις Ντιναμό Μινσκ. Η μοίρα, έφερε αντίπαλο της προσφυγικής ομάδας, στην προσπάθεια για τους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ, την τουρκική Τραμπζονσπόρ. Η ιστορία λίγο-πολύ γνωστή. Το ανεπανάληπτο έπος ξεκίνησε να γράφεται από το ΓΣΠ, με το 3-1 και ολοκληρώθηκε στις δύσκολες συνθήκες της Τουρκίας με την αναίμακτη ήττα με 0-1! Αναμφίβολα, εκείνες οι βδομάδες ήταν η μοναδική περίοδος που σύσσωμος ο κυπριακός Ελληνισμός βρέθηκε ενωμένος, συσπειρωμένος στο πλευρό της Ανόρθωσης, ζώντας μαζί με τα παλληκάρια του Τιμούρ την αγωνία της πρόκρισης. Η υποδοχή του ως ήρωα στη συνέχεια πίσω στην Κύπρο, φυσιολογική εξέλιξη των πραγμάτων. Στον 3ο και τελευταίο προκριματικό όμως η Ανόρθωση δεν κατόρθωσε να ξεπεράσει το εμπόδιο της Ρέϊντζερς (δύο ήττες, 2-1 και 2-0) ενώ και στο κύπελλο UEFA δεν κατάφερε να κάνει κάτι. Η σεζόν 2005/06 δεν ήταν το ίδιο θριαμβευτική, καθώς τερμάτισε τέταρτη και έμεινε εκτός Ευρώπης ενώ στο κύπελλο αποκλείστηκε απ' την ΑΕΚ Λάρνακας.


Η νέα σεζόν βρίσκει την Ανόρθωση να επενδύει πάλι σε νέους παίκτες, αλλά αγωνιστικά τα πράγματα δεν είναι το ίδιο καλά. Η ομάδα παραπαίει αφού τις πρώτες δύο αγωνιστικές με αντιπάλους τους νεοφώτιστους Άρη Λεμεσού και Αγία Νάπα έχει μόλις ένα βαθμό. Στο κύπελλο η ομάδα περνάει τους ομίλους μεν, πολύ δύσκολα δε, ενώ η κακή πορεία της ομάδας στο πρωτάθλημα αρχίζει πράγματα δεν είναι καλύτερα και κάπου εκεί ακούγονται και τα πρώτα σφυρίγματα και οι πρώτες μουρμούρες για τον Κετσπάγια. Ο πρόεδρος της Ανόρθωσης παρά την ολοένα αυξανόμενη πίεση για αντικατάσταση του προπονητή τον στηρίζει, δηλώνοντας πως ο Κετσπάγια δεν πρόκειται να φύγει απ' τη θέση του όσο εκείνος θα είναι πρόεδρος. Η χρονιά κλείνει με κούπα για την Ανόρθωση, καθώς στον τελικό του κυπέλλου - παίζοντας πολύ καλή μπάλα - θα κερδίσει την Ομόνοια με 3-2 και θα στεφθεί κυπελλούχος. Λίγες βδομάδες πιο πριν, στο παιχνίδι με την ΑΕΛ, με την ιαχή “ΤΙΜΟΥΡ-ΤΙΜΟΥΡ-ΤΙΜΟΥΡ” να δονεί την ατμόσφαιρα, ανακοινώνει την απόφαση του να σταματήσει την ποδοσφαιρική του καριέρα και να αφιερωθεί αποκλειστικά στην προπονητική.  

Η νέα σεζόν έχει και πάλι μεταγραφές και ξεκινάει "με το δεξί" με την κατάκτηση του Κυπριακού Super Cup, ενώ στο κύπελλο UEFA η ομάδα του περνά άνετα το εμπόδιο της Βαρντάρ Σκοπίων με δύο νίκες (1-0, 1-0). Στη συνέχεια θα αποκλείσει και την Ρουμανική Κλουζ (3-1, 0-0) και στον τελευταίο προκριματικό γύρο πριν τους ομίλους "πέφτει" πάνω στην Τότεναμ. Συντριβή με 6-1 στο Λονδίνο, ισοπαλία 1-1 στην Κύπρο και αποκλεισμός. Στο πρωτάθλημα πάντως, κοιτάζοντας περισσότερο την ουσία παρά το θέαμα η Ανόρθωση φτάνει στην πιο άνετη κατάκτηση του τίτλου, ενώ στον τελικό κυπέλλου χάνει την ευκαιρία να κάνει νταμπλ, αφού ηττήθηκε απ' τον ΑΠΟΕΛ. Ήταν το πρώτο πρωτάθλημα 32 αγωνιστικών και η Ανόρθωση δεν έχασε παιχνίδι!

Και φτάνουμε στη σεζόν 2008/09 που ο μεγάλος στόχος της ομάδας είναι η πρόκριση για πρώτη φορά στην ιστορία της στους ομίλους του Champions League. Η διοίκηση κάνει δύο μεγάλες μεταγραφές που ενθουσίασαν τον κόσμο της Ανόρθωσης: ο Τραϊανός Δέλλας από την ΑΕΚ και ο Σάβιο, πρώην άσος της Ρεάλ Μαδρίτης. Πρώτος αντίπαλος στον 1ο προκριματικό η Πιούνικ Αρμενίας την οποία αποκλείει εύκολα με δύο νίκες (1-0 εντός και 2-0 εκτός). Ακολουθεί η Ραπίντ Βιέννης την οποία κερδίζει επίσης με 3-0 εντός και χάνει 3-1 στην Αυστρία αλλά προκρίνεται. Επόμενος αντίπαλος, ο Ολυμπιακός. Η Ανόρθωση κερδίζει με 3-0 στην Κύπρο και παρά την ήττα με 1-0 στον Πειραιά, παίρνει την πρόκριση για τους ομίλους του Champions League, αφήνοντας εκτός τον Ολυμπιακό μετά από 11 χρόνια αδιάλειπτης παρουσίας. Παρά τη ρήση του Τιμούρ που παρερμηνεύτηκε «θα πάμε να το διασκεδάσουμε», η ομάδα έπαιξε σπουδαία μπάλα, τερματίζοντας μόνο λόγω συγκυριών τελευταία στον όμιλο, έχοντας έξι βαθμούς, αήττητη στο ΓΣΠ που χρησιμοποίησε ως έδρα. Στους ομίλους της διοργάνωσης, η Ανόρθωση ξεκίνησε με ισοπαλία (0-0) στη Γερμανία με τη Βέρντερ Βρέμης, ενώ έδωσε ρέστα στην έδρα της, καθώς κέρδισε τον Παναθηναϊκό 3-0, ενώ Ίντερ (3-3) και Βέρντερ (2-2) δεινοπάθησαν.

Στη συνέχεια ξέσπασε το οικονομικό σκάνδαλο Παντελή το οποίο σε συνδυασμό με την καταπόνηση των παικτών αλλά και την απειρία στη διαχείριση της τεράστιας Ευρωπαϊκής επιτυχίας έβγαλαν εκτός στόχων την ομάδα που τερματίζει 3η, ενώ στο κύπελλο αποκλείεται στην φάση των «16» από τον Απόλλωνα Λεμεσού. Δύο αγωνιστικές πριν το τέλος του πρωταθλήματος, ο Κετσπάγια παραιτείται απ' την τεχνική ηγεσία λέγοντας πως απ' τη στιγμή που ο Ανδρέας Παντελή δεν είναι στο τιμόνι της ομάδας, δεν ενδιαφέρεται να συνεχίσει στον πάγκο της. Κατά κάποιους, η κίνηση ήταν μια ανταπόδοση της στήριξης που του πρόσφερε τόσα χρόνια ο Παντελή.

Πλέον, ο Τιμούρ ήταν ελεύθερος και ο Σωκράτης Κόκαλης δεν έχασε την ευκαιρία να αποσπάσει την υπογραφή του για να τον πάρει στον Ολυμπιακό. Οι σχέσεις όμως με τους οργανωμένους δεν ήταν καλές και στην πρώτη απώλεια βαθμών με εντός έδρας ισοπαλία (!), ο Τιμούρ κούνησε μαντίλι. Μεγάλη μερίδα του τύπου κάνοντας αργότερα αυτοκριτική, έκρινε ως λανθασμένο τον πόλεμο κατά του Κετσπάγια. Ωστόσο, ήταν ίσως το καλύτερο “δώρο” για τον Γεωργιανό, αφού άνοιξε ο δρόμος για το εθνικό του συγκρότημα.

Στην εθνική ομάδα της Γεωργίας, ο Τιμούρ μπορούσε επιτέλους να εφαρμόσει το πλάνο του. Πήρε μια ομάδα που αγνοούσε την χαρά της νίκης για χρόνια και της έδωσε ταυτότητα και πνοή. Πήρε σπουδαία αποτελέσματα στα προκριματικά του Euro ενώ στα προκριματικά του Μουντιάλ 2014 μπορούσε για ακόμη και την τρίτη θέση.  Από το 2015 είναι προπονητής του ΑΠΟΕΛ.


Χρίστηκε διεθνής με την εθνική ομάδα της Γεωργίας 46 φορές και σκόραρε 16 γκολ.

PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • 1986: Football Club Dinamo Sukhumi
  • 1987: Football Club Dinamo Tbilisi

Επαγγελματική καριέρα

  • 1987–1992: Football Club Dinamo Tbilisi, 104 (23)
  • 1992–1994: Ανόρθωσις Αμμοχώστου, 76 (36)
  • 1994–1997: Αθλητική Ένωσις Κωνσταντινουπόλεως (AEK), 84 (24)
  • 1997–2000: Newcastle United Football Club, 78 (8)
  • 2000/01: Wolverhampton Wanderers Football Club, 24 (3)
  • 2001/02: Dundee Football Club, 22 (6)
  • 2002–2006: Ανόρθωσις Αμμοχώστου, 100 (39)

Σύνολο καριέρας: 488 (139)

Διεθνής

  • 1992–2003: Γεωργία, 49 (16)

Προπονητική καριέρα


  • 2004–2009: Ανόρθωσις Αμμοχώστου
  • 2009: Oλυμπιακός Σύνδεσμος Φιλάθλων Πειραιώς
  • 2009–2014: Γεωργία
  • 2015/16: Αθλητικός Ποδοσφαιρικός Όμιλος Ελλήνων Λευκωσίας (ΑΠΟΕΛ)
  • 2016: Αθλητική Ένωσις Κωνσταντινουπόλεως (AEK)

Τίτλοι

Ως ποδοσφαιριστής

Με την Dinamo Tbilisi
  • Πρωτάθλημα Γεωργίας: 3 (1990, 1991, 1992)
  • Κύπελλο Γεωργίας: 1992

Με την ΑΕΚ
  • Κύπελλο Ελλάδος: 2 (1996, 1997)
  • Σούπερ Καπ Ελλάδος: 1996

Με την Ανόρθωση
  • Πρωτάθλημα Κύπρου: 2005
  • Κύπελλο Κύπρου: 2003

Ως προπονητής

Με την Ανόρθωση
  • Πρωτάθλημα Κύπρου: 2 (2005, 2008)
  • Κύπελλο Κύπρου: 2007
  • Σούπερ Καπ Κύπρου: 2007

Προσωπικές Διακρίσεις

  • Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς για την Γεωργία: 2 (1990, 1997)