Πέμπτη 10 Μαρτίου 2016

Λες Σάνον: Έκανε ένα “ασπρόμαυρο” όνειρο πραγματικότητα


Ο Άγγλος κεντρικός επιθετικός και αργότερα προπονητής Λες Σάνον (Leslie "Les" Shannon), γεννήθηκε στις 12 Μαρτίου του 1926, στο Λίβερπουλ. Ως ποδοσφαιριστής,  ξεκίνησε τη καριέρα του από τη Λίβερπουλ, το 1944 και το 1949, μεταγράφηκε στη Μπέρνλι, με την οποία σκόραρε 39 τέρματα σε πάνω από 260 συμμετοχές. Εκεί αγωνίστηκε ως το τέλος της καριέρας του το 1958 και μάλιστα ως αρχηγός. Το 1959 ξεκίνησε προπονητική καριέρα, αναλαμβάνοντας την Έβερτον ως τεχνικός και το 1962 εντάχθηκε στο δυναμικό της Άρσεναλ. Ανέλαβε την Μπέρι, και το 1969, ανέλαβε την Μπλάκπουλ, την οποία πέτυχε να την ξαναφέρει στην Α΄ κατηγορία. Από το 1971 ως το 1974 ήταν τεχνικός του ΠΑΟΚ, με τον οποίο κατέκτησε δύο φορές το Κύπελλο Ελλάδος, το 1972 και το 1974. Το μεγαλύτερο επίτευγμά του ήταν ότι δημιούργησε, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, έναν πολύ μεγάλο ΠΑΟΚ, που έφτασε στην κατάκτηση του πρωταθλήματος, με τον Γκιούλα Λόραντ (Gyula Lóránt) στον πάγκο, την περίοδο 1975/76. Η καριέρα του στην Ελλάδα συνεχίστηκε στον Ηρακλή (1975/76) με τον οποίο επίσης κατέκτησε το Κύπελλο Ελλάδος, στον ΟΦΗ (1979/80, 1982-1984). Πέρασε επίσης από τον πάγκο του Ολυμπιακού Πειραιώς, του Εθνικού Πειραιώς και του Αιγάλεω. Το τελευταίο αθλητικό πόστο στην καριέρα του ήταν στη Λούτον.


Ως παίκτης ήταν κεντρικός επιθετικός. Η καριέρα του ξεκίνησε στην ομάδα της πατρίδας του, τη Λίβερπουλ, το Νοέμβριο του 1944. Τέσσερα χρόνια μετά, στις 17 Απριλίου του 1948, έπαιξε για πρώτη φορά με τη φανέλα των «Κόκκινων», σε αγώνα με την Μάντσεστερ Σίτι στο Άνφιλντ, αντικαθιστώντας τον Άλμπερτ Στάμπινς (Albert Stubbins). Το μοναδικό του γκολ με την ομάδα του Μέρσεϊσαϊντ το πέτυχε στις 30 Αυγούστου του 1948, στη νίκη των Reds επί της Σέφιλντ Γιουνάιτεντ με σκορ 2-1. Το 1949 πήγε στην Μπέρνλεϊ , με την οποία σκόραρε 39 τέρματα σε πάνω από 260 συμμετοχές. Εκεί αγωνίστηκε ως το τέλος της καριέρας του το 1958 και μάλιστα ως αρχηγός.

Το 1959 ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα, αναλαμβάνοντας την Έβερτον και το 1962 εντάχθηκε στο δυναμικό της Άρσεναλ. Έπειτα από μία τετραετία στο «Χάιμπουρι», ανέλαβε προπονητής στην Μπέρι, ομάδα της Β΄ κατηγορίας. Το 1969, έπειτα από κάποια σκαμπανεβάσματα σε νίκες και ήττες, η ομάδα του υποβιβάστηκε και ανέλαβε προπονητής της Μπλάκπουλ, την οποία πέτυχε να την ξαναφέρει στην Α΄ κατηγορία. Δεν είχε όμως ίδια επιτυχία με τους «Σισάιντερς» το 1971.


Από το 1971 ως το 1974 ήταν τεχνικός του ΠΑΟΚ, για τον οποίο δεν είχε ακούσει ποτέ, τίποτε όπως παραδέχτηκε! Ο ΠΑΟΚ προέκυψε στη ζωή του. Στον δρόμο έγινε ο μεγάλος του έρωτας. Αυτό το «ασπρόμαυρο» όνειρο που δημιούργησε τα επόμενα χρόνια αγαπήθηκε από όλους τους λάτρες της καλής μπάλας. Στα χέρια του ο ΠΑΟΚ ξέφυγε από τη μετριότητα και εκτοξεύτηκε. Με τον Σάνον, ο ΠΑΟΚ κατέκτησε 2 Κύπελλα Ελλάδος και πήγε συνολικά σε 4 συνεχόμενους τελικούς (!!!) Κυπέλλου, όσα δηλαδή χρόνια έκατσε και στον πάγκο της ομάδας! Ήταν λάτρης του επιθετικού ποδοσφαίρου και της πειθαρχίας, αυστηρός ως προπονητής αλλά πολύ οικείος ως άνθρωπος. Στον ΠΑΟΚ τον έφερε ο Γιώργος Παντελάκης με τον τότε ανταποκριτή της ΕΡΤ στο Λονδίνο, Λάμπη Τσιριγωτάκη να έχει δώσει γι’ αυτόν συστάσεις στους ανθρώπου του «Δικεφάλου του Βορρά».


Το Κύπελλο του 1972 με τα δύο γκολ του Γιώργου Κούδα στο Στάδιο Καραϊσκάκη επί του Παναθηναϊκού του Φερεντς Πούσκας (Ferenc Puskás) και του Μίμη Δομάζου ήταν η αρχή. Η ομάδα που έφτιαξε κατάφερε να διδάξει ποδόσφαιρο και ήταν η πρώτη στην Ελλάδα που έπαιξε με σύστημα 4-4-2. Με τον Κούλη Αποστολίδη να φορά το № 9, αλλά να οπισθοχωρεί και να γίνεται τέταρτος χαφ, οι εξτρέμ-βολίδες Δημήτρης Παρίδης και Αχιλλέας Ασλανίδης γέμιζαν την περιοχή με σέντρες και ο Σταύρος Σαράφης (ο καλύτερος κεφαλοσφαιριστής στη γενιά του) έβαζε τους αντίπαλους στα δίχτυα. Ο Γιώργος Κούδας παρέα με τον Χρήστο Τερζανίδη κινούσαν με μαεστρία τα νήματα στο κέντρο και ο Σάνον ενθάρρυνε τα δύο ακραία μπακ, τον Γιάννη Γούναρη και τον Κώστα Ιωσηφίδη, να βγαίνουν μπροστά. Εκείνη η ομάδα άξιζε παραπάνω τίτλους, έπαιζε όμως όλη τη δεκαετία του 1970 τους τελικούς Κυπέλλου στην Αθήνα. Το δεύτερο Κύπελλο, του 1974 στη Νέα Φιλαδέλφεια, ήταν για τον Σάνον το πρελούδιο, αφού είχε προηγηθεί η προέλαση μέχρι τα προημιτελικά του Κυπελλούχων.


Στην τρίτη του χρονιά, το 1973, ο ΠΑΟΚ αφού απέκλεισε τη μεγάλη τότε Λέγκια Βαρσοβίας, του Κάζιμιρ Ντέινα (Kazimierz Deyna) και του Ρόμπερτ Γκάντοχα (Robert Gadocha), στη συνέχεια διέσυρε την Κυπελλούχο Γαλλίας, Λιόν του Μπερνάρ Λακόμπ (Bernard Lacombe) με 4-0 στην Τούμπα και θα προκριθεί στα προημιτελικά του Κυπέλλου Κυπελλούχων Ευρώπης, όπου και θα αποκλειστεί ηρωικά από τη Μίλαν του Τζιάνι Ριβέρα (Giovanni "Gianni" Rivera), κάτοχο του τίτλου και μετέπειτα φιναλίστ. Πανηγύρισε την κατάκτηση του κυπέλλου Ελλάδας το 1972 (2-1 τον Παναθηναϊκό) και το 1974 (2-2 παρ., 4-3 στα πέναλτι τον Ολυμπιακό).


Ο Σάνον, έχοντας βάλει τις βάσεις στην Τούμπα για την κατάκτηση του πρωταθλήματος, το οποίο ήρθε τελικά με τον αείμνηστο Λόραντ στον πάγκο το 1976, έφυγε για το Καυταντζόγλειο και τον Ηρακλή. Εκεί βρήκε τον Βασίλη Χατζηπαναγή και μαζί πήγαν τον «Γηραιό» έως την πηγή. Ο μοναδικός τίτλος του Ηρακλή, το Κύπελλο του 1976 μετά το «επικό» 4-4 με τον Ολυμπιακό, (6-5 στα πέναλτι), έφερε τη σφραγίδα του «Βάσια» αλλά και του Λες Σάνον, ο οποίος έκανε τους «κυανόλευκους» να αποκτήσουν ταυτότητα και φυσιογνωμία νικητή. Η κάθοδός του στον Ολυμπιακό δεν συνοδεύτηκε από επιτυχία, μια και ήδη τα χρόνια είχαν βαρύνει τα πόδια του Μιχάλη Κρητικόπουλου, του Μπάμπη Σταυρόπουλου, του Κώστα Δαβουρλή και του Γιώργου Δεληκάρη, ο οποίος βρισκόταν σε σύγκρουση με τη διοίκηση. Παρ' όλα αυτά, πλησίασε στον τίτλο, που χάθηκε από μία ήττα στην Καστοριά. Δούλεψε ακόμη στον ΟΦΗ (1979/80, 1982-1984) και το Αιγάλεω πριν επιστρέψει στην Αγγλία και στο τελευταίο προπονητικό πόστο στην καριέρα του, που ήταν η Λούτον Τάουν.


Με τον Γιώργο Κούδα, τον οποίο ο ίδιος καθιέρωσε ως «δεκάρι», δεν είχε τις καλύτερες των σχέσεων, αλλά ο αλληλοσεβασμός και η εκτίμηση που υπήρχε μεταξύ τους παρουσιάζεται ανάγλυφα στα λεγόμενα του «Μεγαλέξανδρου» γι’ αυτόν:
«Όταν ήρθε στην Ελλάδα ο Σάνον, διέκρινα έναν διαφορετικό άνθρωπο σε σχέση με εκείνον που έζησα τα επόμενα χρόνια. Είχε την κλασική εγγλέζικη νοοτροπία, γνωρίζοντας πως για να δημιουργήσει και να πετύχει έπρεπε να δουλέψει σκληρά. Ήταν ένας άνθρωπος που συνδύαζε το χιούμορ με την εποικοδομητική δουλειά, έχοντας την κατανόηση και την ανταπόκριση των παικτών για όσα ζητούσε ο ίδιος από αυτούς στις προπονήσεις. Ο Σάνον ήταν φίλος με τους παίκτες και είχε το μοναδικό χάρισμα να πείθει τον ποδοσφαιριστή για την αξία του. Έπαιρνε πάντα το κάτι παραπάνω και έκανε σπάνιους παραλληλισμούς και συγκρίσεις για να εισπράξει από τον παίκτη τα μέγιστα», 
είχε πει χαρακτηριστικά σκιαγραφώντας την προσωπικότητα του Άγγλου τεχνικού.


Ο Σάνον για πάντα, θα είναι συνδεδεμένος με τον ΠΑΟΚ των 70s. Ίσως μάλιστα ένα φιλικό παιχνίδι του Φεβρουαρίου του 1973 να αποτελεί το απόλυτο ρέκβιεμ για το τι αληθινά πρόσφερε στον ΠΑΟΚ και στο ελληνικό ποδόσφαιρο αυτός ο τζέντλεμαν. Τότε ο «Δικέφαλος του Βορρά» φιλοξένησε σε φιλικό ματς στην Τούμπα την πληρέστερη ομάδα που είδε ποτέ ο πλανήτης σε συλλογικό επίπεδο, τον Αγιαξ του Γιόχαν Κρόιφ (Hendrik Johannes "Johan" Cruijff), του Κάιζερ (Petrus Johannes "Piet" Keizer), του Άρι Χάαν (Arend "Arie" Haan), του Ρούντι Κρολ (Rudolf "Ruud" ή "Rudi" Jozef Krol) και του Τζόνι Ρεπ (John Nicholaas "Johnny" Rep). Μία εβδομάδα νωρίτερα, σε άλλο φιλικό ματς στη Βαρκελώνη, ο Αγιαξ είχε συντρίψει την Μπαρτσελόνα με 5-1 και στο πρωτάθλημα μόλις είχε διαλύσει 3-0 την Αϊντχόφεν εκτός έδρας. Λίγες εβδομάδες μετά, στα προημιτελικά του Κυπέλλου πρωταθλητριών θα σκόρπιζε την Μπάγερν του Φραντς Μπεκενμπάουερ (Franz Anton Beckenbauer) 4-0 στον δρόμο για το τρίτο σερί τρόπαιο. Κι όμως, το μεσημέρι εκείνο στην κατάμεστη Τούμπα ο ΠΑΟΚ έπαιξε στα ίσα τους Ολλανδούς και το τελικό 1-1 ήταν κολακευτικό γι' αυτούς.


Ο Στέφαν Κόβατς (Ștefan Kovács) απένειμε τα εύσημα στον Σάνον για την ομάδα και το παιχνίδι της και χαρακτήρισε τον Γιώργο Κούδα «παίκτη με στόφα, που θα στεκόταν ακόμα και δίπλα στον Κρόιφ». Το καλοκαίρι του 1973, όταν ο Αγιαξ και ο Κόβατς θα χώριζαν τους δρόμους τους, ο Λες Σάνον θα έμπαινε στη λίστα των υποψηφίων ανάμεσα στον Μπράιαν Κλαφ (Brian Howard Clough), τον Φέρεντς Πούσκας, τον Μίλαν Μίλιανιτς (Miljan Miljanić) και τον Τζορτζ Κνόμπελ (George Knobel), ο οποίος τελικά πήρε τη θέση και ήρθε σε σύγκρουση με τον Κρόιφ. Και μόνο αυτό δείχνει πόσο σημαντικό όνομα είχε φτιάξει ο Σάνον, χάρη στη δουλειά που έκανε στη Θεσσαλονίκη.


Την Ελλάδα τη λάτρεψε. Είχε πάντα στην καρδιά του τον τόπο μας και μέχρι που τον χτύπησε η νόσος του Αλτσχάιμερ επισκεπτόταν τη χώρα μας. Άλλοι συμπατριώτες του που ήρθαν να δουλέψουν στα μέρη μας, ο Ενγκλεστον, ο Μάνσελ και ο Μπερνς, πήραν τις καλύτερες συστάσεις από τον «άνθρωπο με το χαμόγελο», όπως ήταν το παρατσούκλι  του. Κανείς όμως δεν άφησε τέτοιο έργο πίσω του. Ο ΠΑΟΚ στα χέρια του Λες Σάνον άλλαξε μέγεθος και έγινε ισότιμος πρωταγωνιστής και διεκδικητής τίτλων. Και το ελληνικό ποδόσφαιρο χάρη στη δική του δουλειά και μεθοδικότητα απόλαυσε πολλές ποδοσφαιρικές παραστάσεις υψηλού επιπέδου.

Ο Λες Σάνον πέθανε στις 2 Δεκεμβρίου του 2007, ως αποτέλεσμα της νόσου Αλτσχάιμερ. Ο γιος του Ντέιβ, έχει μακρόχρονη καριέρα ως προπονητής στα τμήματα υποδομής της Λίβερπουλ.

PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Επαγγελματική καριέρα


  • 1944–1949: Liverpool Football Club, 11 (1)
  • 1949–1958: Burnley Football Club, 263 (39)

Σύνολο καριέρας: 274 (40)

Διεθνής 


  • 1952–1956: Αγγλία B, 3 (0)

Προπονητική καριέρα


  • 1966–1969: Bury Football Club,
  • 1969/70: Blackpool Football Club,
  • 1971–1974: Πανθεσσαλονίκειος Αθλητικός Όμιλος (Κωνσταντινουπολιτών (ΠΑΟΚ)
  • 1975/76: Γυμναστικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης «Ο Ηρακλής»
  • 1976/77: Ολυμπιακός Σύνδεσμος Φιλάθλων Πειραιώς
  • 1978: Παναχαϊκή Γυμναστική Ένωσις 1891
  • 1979/80: Όμιλος Φιλάθλων Ηρακλείου (ΟΦΗ)
  • 1980/81: Sportsklubben Brann
  • 1982–1984: Όμιλος Φιλάθλων Ηρακλείου (ΟΦΗ)
  • 1984/85: Αθλητικός Όμιλος Αιγάλεω


Τίτλοι

Ως προπονητής

Με την Bury

  • Πρωτάθλημα Γ’ Κατηγορίας Αγγλίας: επιλαχών 1967/68

Με την Blackpool

  • Πρωτάθλημα Β’ Κατηγορίας Αγγλίας: επιλαχών: 1969/70


Με τον ΠΑΟΚ

  • Κύπελλο Ελλάδος: 1972, 1974 και φιναλίστ 1971, 1973
  • Πρωτάθλημα Ελλάδος: επιλαχών 1972/73

Με τον Ηρακλή

  • Κύπελλο Ελλάδος: 1976

Με τον Ολυμπιακό

  • Πρωτάθλημα Ελλάδος: επιλαχών 1976/77

Με την Brann

  • Adeccoligaen champion: 1980


Ορισμένα στοιχεία του κειμένου από την SportDay της Τρίτης, 4 Δεκεμβρίου 2007