1. Το περίπτερο
Ένας
από τους πιο αντιπαθείς παίκτες στον αγωνιστικό χώρο. Για κάποιον λόγο τα
κατάφερνε πάντα και έπαιζε επίθεση. Ίσως δίκαια γιατί ήξερε μπάλα και ήταν
καλός, ίσως άδικα γιατί πολύ απλά επέμενε πολύ να παίξει εκεί, τόσο που του
έκανες το χατίρι. Το θέμα όμως ήταν η συμπεριφορά του στον αγωνιστικό χώρο που
σε έκανε να το μετανιώνεις. Το περίπτερο δημιουργούσε φιλικές σχέσεις με τον
αντίπαλο τερματοφύλακα γιατί σε ολόκληρο το ματς ήταν εκεί δίπλα του και τα
λέγανε! Καμία προσπάθεια να κυνηγήσει την μπάλα, κανένα φιλότιμο, τελείωνε
το ματς χωρίς ίχνος ιδρώτα με περιοχή δράσης μια ακτίνα πέντε-έξι μέτρων στο
τσακίρ κέφι. Και το χειρότερο ήταν η φάτσα ικανοποίησης όταν σου ‘λεγε
τα πόσα γκολ είχε βάλει στο τέλος του αγώνα. Γκολ για τα οποία εσύ είχες
μοχθήσει, εσύ είχες τρέξει, εσύ είχες
ματώσει τα γόνατά σου! Το περίπτερο σύμφωνα με σοβαρή έρευνα που έχω
πραγματοποιήσει «το περίπτερο» είχε 74,3% πιθανότητες να κάνει
στρατιωτική θητεία δίπλα στο σπίτι του και να βολευτεί στο Δημόσιο!
2. Το αγοροκόριτσο
Ίσως
όχι η πιο συχνή κατηγορία, αλλά νομίζω ότι οι περισσότεροι έχουμε συναντήσει
(κυρίως στο σχολείο στο μάθημα της γυμναστικής) ένα κορίτσι που ήθελε να παίζει
ποδόσφαιρο. Οι φίλες της την κοιτάνε με ένα μείγμα απέχθειας, ζήλιας και μίσους
γιατί κερδίζει τα βλέμματα όλων των αγοριών της τάξης, κάτι που ποτέ δεν
κατάφεραν αυτές. Ειδικά στα δικά μας χρόνια, που υπήρχαν ακόμα κάποια στεγανά
μεταξύ των δύο φύλων, το αγοροκόριτσο κέρδιζε αρκετά λεπτά δημοσιότητας και
η εκτίμηση στο πρόσωπό της ανέβαινε σε μεγάλο βαθμό ανάμεσα στον αρσενικό
πληθυσμό. Συνήθως δεν ήταν καλή όπως είναι και λογικό, αλλά τα αγόρια πάντα
έδειχναν το σεβασμό για τον εξωγήινο που ήθελε να γίνει κοινωνός της
μαγείας του ποδοσφαίρου και έτσι κυρίως έπαιζαν άμυνα με τα μάτια και δεν
έκραζαν για κάθε τραγική πάσα και τσουρουκιά.
3. Ο χοντρός
Για
να είμαστε ξεκάθαροι, δεν μιλάμε για όλους τους τύπους με παραπάνω κιλά. Γιατί
υπήρχαν χοντροί που έπαιζαν φοβερή μπάλα, διέθεταν τρομερά προσόντα και
διακρινόντουσαν για το σουτ, που αν σε πετύχαινε σε άφηνε με κάποια αναπηρία. Όταν
μάλιστα συχνά έπαιζε ημίγυμνος, το ιδρωμένο του κορμί ήταν αμυνο-απωθητικό! Η
συγκεκριμένη κατηγορία περιλαμβάνει τους υπέρβαρους που η μοίρα τους έφερε είτε
από ανάγκη (όταν δεν υπήρχαν αρκετά άτομα για να συμπληρώσουν ομάδα), είτε από
υποχρέωση (γυμναστική) να παίζουν μαζί σου. Εννοείται ότι η κατάληξή τους
ήταν να μπουν στην άμυνα, τη χωματερή του ποδοσφαίρου αλάνας. Ο χοντρός
ήταν μετρ του τσαφ. Παντελώς άμπαλος μπορούσε να μην πετύχει μπάλα που
ταξίδευε με ταχύτητα 2 χιλιομέτρων τη δεκαετία. Το χειρότερο όλων όμως ήταν η
παντελής του αδιαφορία, την στιγμή που εσύ ίδρωνες για τη φανέλα (ή συχνά το
κασκορσέ Μινέρβα), και αυτός έβαζε ένα αυτογκόλ το οποίο δεν τον πτοούσε
καθόλου ψυχολογικά, ενώ έκανε εσένα να χάσεις τον ύπνο σου. Στα θετικά ότι δεν
έχανε τη θέση του στο γήπεδο, κυρίως γιατί βαριόταν να περπατήσει και σκεφτόταν
την τυρόπιτα στο διάλειμμα. Σε αντίθεση βέβαια με το αγοροκόριτσο που είχε
ασυλία, ο χοντρός άκουγε κράξιμο από όλους, χωρίς να ιδρώνει το αυτί του.
4. Ο μικρός
Ο
μικρός είχε συχνά την ομοιότητα με τον χοντρό στο ότι έπαιζε για να
συμπληρώσουμε ομάδα. Με μια διαφορά όμως. Συνήθως ήταν κάποιος που οι
μεγαλύτεροι ήξεραν. Τον είχαν δει να παίζει με τα παιδιά της ηλικίας του
και ως πρωτόγονοι σκάουτερ τον είχαν συγκρατήσει. Έτσι, από όλα τα παιδάκια
διάλεξαν αυτόν γιατί μπορούσε να ανταπεξέλθει στις δύσκολες συνθήκες. Ήταν
πάντα ένα δείγμα τιμής και μια αναγνώριση για τον μικρό που μπορούσε να
υπερηφανεύεται στους συνομήλικούς του ότι παίζει σε άλλο επίπεδο. Πολύ συχνά ο
μικρός ήταν συγγενής κάποιου της παρέας. “Φέρε και το ξαδερφάκι σου ρε καλό
είναι”. Ο μικρός έχανε πάντα σε μυϊκό όγκο και δύναμη, οπότε
απαραίτητα προσόντα ήταν η αντοχή, η ντρίμπλα και η ταχύτητα. Εννοείται ότι
πάντα αυτός έτρεχε να μαζέψει την μπάλα όταν πήγαινε σε κανένα χωράφι (αν ήσουν
σε χωριό) ή κάτω από το αυτοκίνητο (αν ήσουν σε πόλη).
5. Ο μαμάκιας
Ο
μαμάκιας είναι μια ιδιαίτερη κατηγορία που δεν έχει να κάνει με τα αγωνιστικά
προσόντα του αθλητού, αλλά με την εν γένει συμπεριφορά του. Ήταν αυτός που
μόλις σκοτείνιαζε έπρεπε να φύγει. Βρε δεν πα να ήταν 5-5 το σκορ και το ματς
να είχε αγωνία, η μαμά του είχε πει να γυρίσει σπίτι και αυτός το τηρούσε.
Άρχισε να βρέχει; Ο μαμάκιας δεν μπορούσε να συνεχίσει γιατί υπήρχε κίνδυνος να
αρρωστήσει. Πολύ συχνά η ίδια του η μαμά ερχόταν να τον ελέγξει, οπότε και εσύ
ξενέρωνες και ας τη χαιρετούσες με ένα χαμόγελο αγγέλου λέγοντας “Γεια σας
κυρία Σούλα”. Στην τσάντα της πάντα είχε μια αλλαξιά ρούχα γιατί όπως όλοι
ξέρουμε αν ιδρώσεις στο ποδόσφαιρο και δεν αλλάξεις αμέσως οι πιθανότητες
πνευμονίας είναι 95%. Μεγάλο ρόλο στην ψυχοσύνθεση του μαμάκια έπαιζε και το
θέμα “λεκέδες”. Όσο πιο βρώμικα τα ρούχα όταν επέστρεφε σπίτι, τόσο μεγαλύτερη
η κατσάδα. Σε περίπτωση δε τραυματισμού, αμυχής, στραμπουλήγματος, έπρεπε να
καταφτάσουν τουλάχιστον δυο μεταγωγικά C-130 για να τον μεταφέρουν στην
εντατική.
6. Ο μύτος
Μια
αμφιλεγόμενη κατηγορία παίκτη, ο μύτος πάντα θεωρείται παιδί ενός κατώτερου
θεού από τους πιο τεχνικά εξευγενισμένους παίκτες. Όπως λένε και στο χωριό
μου είναι one-trick pony, ξέρει να σουτάρει μόνο με την μύτη του παπουτσιού
με δύναμη. Αυτό έμαθε, αυτό κάνει. Η αλήθεια είναι πάντως ότι αυτό δεν τον
κάνει κατ’ ανάγκη λιγότερο χρήσιμο. Δεν είναι λίγα τα ματς που ο μύτος έχει
κερδίσει με το σουτ του και ειδικά σε περιπτώσεις που ο μύτος ήταν και λίγο
γρήγορος, μπορούσε να είναι ο MVP του αγώνα. Στο τέλος όμως της ημέρας, πάντα
κάποιος θα ανέφερε υποτιμητικά το γεγονός και ο μύτος βαθιά μέσα του θα πέθαινε
λιγάκι.
7. Το φυτό
Μέσα
στον παιδικό ποδοσφαιρικό μικρόκοσμο ο σπασίκλας, το φυτό πάντα ήταν μια
παρεξηγημένη μορφή. Η μοίρα δεν του έδωσε ποδοσφαιρικό ταλέντο,
καταδικάζοντάς τον συνήθως σε αμπαλίαση, ενώ το γεγονός ότι ήταν καλός
μαθητής έφερνε συχνά μια μορφή ζήλιας και κοινωνικής απομόνωσης. Το φυτό
εξαιτίας της υψηλής νοημοσύνης του προσπαθούσε να βγει από το περιθώριο και να
κερδίσει την συμπάθεια των υπολοίπων μέσω του ποδοσφαίρου. Η παντελής έλλειψη
ταλέντου όμως συνήθως τον έφερνε ως παρτενέρ του χοντρού, φτιάχνοντας ένα αμυντικό
δίδυμο συνώνυμο της άμυνας-βούτυρο. Η διαφορά ήταν ότι το φυτό συνήθως ήταν πιο
φιλότιμο και προσπαθούσε περισσότερο από τον αδιάφορο χαμογελαστό χοντρό.
Πιθανώς μέσα του να έλεγε “είμαι τόσο έξυπνος, δεν γίνεται να μην μπορώ να
κλωτσήσω μια μπάλα καλά”. Αυτό δεν αρκούσε όμως, καθώς το αποτέλεσμα
συνήθως ήταν τραγικό και το αντίπαλο περίπτερο είχε εύκολη δουλειά απέναντί
του.
Από το el sombrero