Σάββατο 9 Ιουλίου 2016

Μαρσέλο Μπιέλσα: Ο Τρελός του Χωριού

Ο Αργεντίνος αμυντικός και αργότερα προπονητής Μαρσέλο Μπιέλσα (Marcelo Alberto Bielsa Caldera), γεννήθηκε στις 21 Ιουλίου του 1955, στην όμορφη πόλη του Ροζάριο, στη κεντρική Αργεντινή. Με το παρατσούκλι «El Loco Bielsa» (Ο Τρελός Μπιέλσα) οδήγησε προπονητικά διάφορους ποδοσφαιρικούς συλλόγους και τις εθνικές ομάδες της Αργεντινής και της Χιλής. Στη Χιλή, μέχρι σήμερα έχει θέση λατρείας στη συνείδηση των ποδοσφαιρόφιλων, λόγω των βέλτιστων αποτελεσμάτων της εθνικής ομάδας υπό την ηγεσία του. Η προσωπικότητα και οι χειρονομίες του κατά τη διάρκεια της θητείας του στον πάγκο της Χιλής, τράβηξαν την προσοχή των μέσων ενημέρωσης και εξαπέλυσε μια σειρά από μικρές αντιπαραθέσεις τόσο στον αθλητισμό, όσο και την πολιτική. Στις 8 Αυγούστου 2015, η Bielsa παραιτήθηκε από προπονητής της Μασσαλίας. Το 1980, μετά την απόσυρσή του από μια όχι και τόσο πετυχημένη ποδοσφαιρική καριέρα, αποφάσισε να ξεκινήσει μια καριέρα ως προπονητής. Η πρώτη του δουλειά ήταν στα τμήματα υποδομής της Νιούελς Ολντ Μπόις. Το 1990, του ανατέθηκε το έργο της διαχείρισης της πρώτης ομάδας της Νιούελς, με την οποία αργότερα θα κατακτήσει την Απερτούρα του 1990 και τη Κλαουσούρα του 1991, νικώντας τη Μπόκα Τζούνιορς στα πέναλτι. Οδήγησε την ομάδα στον τελικό του Κόπα Λιμπερταδόρες το 1992, χάνοντας από τη Σάο Πάουλο στα πέναλτι και λίγες βδομάδες αργότερα κατέκτησε την Κλαουσούρα του 1992. Έχει προπονήσει την Άτλας και την Αμέρικα στο Μέξικο, τη Βελέζ στη Αργεντινή, την Εσπανιόλ, την Αθλέτικ του Μπιλμπάο, τη Μαρσέιγ, ενώ τον Ιούνιο του 2017 ανακοινώθηκε στη Λιλ.


Εάν είχε την τύχη να δουλέψει κάποια στιγμή σε μία χώρα όπου μιλούσε αγγλικά, τότε η φήμη του θα εξαπλωνόταν στα πέρατα της γης πολύ πιο γρήγορα από αυτήν του Ζοζέ Μουρίνιο (José Mário dos Santos Mourinho Félix). Ο Πορτογάλος ευνοήθηκε αρκετά από τη θητεία του στην Τσέλσι, ενώ ο Αργεντίνος έγινε της μόδας όταν απέκλεισε μία... αγγλική ομάδα στο Europa League και ανάγκασε ακόμα και τους αλαζόνες του Νησιού να ασχοληθούν με κάτι διαφορετικό. Ακόμα και το προσωνύμιό του ιντριγκάρει περισσότερο από αυτό του Special One. "El Loco", που θα πει "Ο Τρελός". Παρατσούκλι που δεν προέκυψε μετά από 2 δεκαετίες περιπετειών στο ποδόσφαιρο, αλλά το κουβαλάει από μικρός, αφού το μάτι του γυάλιζε σαν του Τζακ Νίκολσον στο "The Shining" σχεδόν από πάντα.

Ο Μαρσέλο Μπιέλσα με τη φανέλα της Νιούελς. Ο αντίπαλος δεξιά είναι ο Αλεσάντρο Σαμπέγια

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως όταν ήταν μικρός κι έπαιζε μπάλα στους δρόμους της γειτονιάς του, στο Ροζάριο, συνελήφθη διότι διέταξε με ύφος έναν... αστυνομικό να παραμερίσει για να εκτελέσει ένα κόρνερ. Η ιστορία γίνεται ακόμα καλύτερη, αφού μετά τα διαδικαστικά στο αστυνομικό τμήμα, αρνήθηκε πεισματικά να φύγει, γιατί δεν του έδιναν πίσω την μπάλα του! Μαζί με λευκά και ερυθρά αιμοσφαίρια, το κυκλοφορικό του Μπιέλσα εμπεριέχει μπόλικες δόσεις αντισυμβατικότητας. Φυσικό επακόλουθό, να αντιδράσει στις προσπάθειες του πατέρα του να τον κάνει φίλαθλο της Ροζάριο Σεντράλ και να επιλέξει τους "αιώνιους" αντιπάλους, Νιούελς Ολντ Μπόις. Όσον αφορά στην επαγγελματική αποκατάσταση, γι' ακόμα μία φορά πήγε κόντρα στο ρεύμα της οικογένειας. Ο πατέρας του είναι διακεκριμένος δικηγόρος, ο αδερφός του είναι σπουδαίος συνταγματολόγος και πολιτικός, η αδερφή του υπήρξε αντινομάρχης της επαρχίας του Σάντα Φε κι ο ίδιος έγινε ποδοσφαιριστής! Και μάλιστα αποτυχημένος, με τη Νιούελς να τον αφήνει να φύγει το 1978, την Ινστιτούτο ένα χρόνο αργότερα και μετά από 12 μήνες στην Αρχεντίνο ντε Ροζάριο, σε ηλικία μόλις 25 ετών, αντιλήφθηκε πως δεν ήταν πλασμένος για αμυντικός.


Τι έκανε γι' αυτό; Έγινε προπονητής! Απέκτησε πτυχίο φυσικής αγωγής κι ανέλαβε τα μικρά τμήματα της Νιούελς, μέχρι που του δόθηκε η ευκαιρία στην πρώτη ομάδα το 1990. Ακολούθως άρχισε την σπουδαία καριέρα του στο χώρο, για την οποία μπορείτε να μάθετε περισσότερα στη Wikipedia, μιας κι ο σκοπός του συγκεκριμένου θέματος είναι η αποτύπωση της τρέλας του Αργεντίνου κι όχι της πορείας του. Μία τρέλα που επιβεβαιώνεται από όποιον περάσει έστω και λίγο χρόνο μαζί του."Είναι αλήθεια τόσο τρελός, όσο απεικονίζεται;", ρωτήθηκε ο Ίκερ Μουνιαΐν (Iker Muniain Goñi), ο πολυτάλαντος αριστερός εξτρέμ της Αθλέτικ Μπιλμπάο. "Όχι, είναι ακόμα πιο τρελός", αποκρίθηκε. Ίσως σε αυτήν την παράνοια που κουβαλάει να οφείλεται κι η ποδοσφαιρική ιδιοφυΐα του. Σε αυτήν την τρέλα και στις ατελείωτες ώρες προπονητικής εργασίας. Η οποία περιλαμβάνει "ποδόσφαιρο 25 ώρες την ημέρα", κατά τον Πρέντραγκ Μιγιάτοβιτς (Predrag "Peđa" Mijatović).

Αριστερά ο "Τάτα" Μαρτίνο, όταν μεγαλουργούσε ως
παίκτης της Νιούελς, υπό τις οδηγίες του Μαρσέλο Μπιέλσα

Όταν ανέλαβε την εθνική Αργεντινής το 1998, ως διάδοχος του Ντανιέλ Πασαρέλα (Daniel Alberto Passarella) μετά το Μουντιάλ της Γαλλίας, την οδήγησε σε μία εντυπωσιακή πορεία στα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2002, με μόλις 1 ήττα, εκτός έδρας από την Βραζιλία. Για να συμβεί αυτό, απομονώθηκε σε ένα ράντσο 250 χιλιόμετρα βόρεια του Μπουένος Άιρες, παρακολουθώντας ποδόσφαιρο. Στην τηλεόραση και σε βιντεοκασέτες. Στο χέρι του είχε πάντα πρόχειρα στυλό διαφορετικών χρωμάτων και χιλιάδες σελίδες χαρτιού. Άλλες υπογραμμισμένες, άλλες κενές, άλλες χρωματισμένες με στατιστικά, άλλες με ζωγραφισμένες περιοχές του γηπέδου, το οποίο το χωρίζει σε 8 ζώνες, σημειώνοντας την παραμικρή λεπτομέρεια όσων βλέπει στο βίντεο. Χωρίζει τα παιχνίδια σε 5λεπτα και σημειώνει με ένα χρώμα ποια ομάδα έχει τον έλεγχο και σε ποιο 5λεπτο, με άλλο χρώμα τις ευκαιρίες για γκολ, με άλλο τα ποσοστά κατοχής της μπάλας, με άλλο ζωγραφίζει τις κινήσεις και με άλλο βαθμολογεί με άριστα το 10. Από το πρωί μέχρι το βράδυ σημειώνει, παρακολουθεί, χρωματίζει, κάνει μοντάζ και μεγαλώνει την ποδοσφαιρική βιντεοθήκη του. Όταν η "αλμπιτσελέστε" ταξίδεψε στην Ιαπωνία, ο Μπιέλσα πήρε μαζί του 1.800 κασέτες από αντιπάλους κι όταν έκρινε πως δεν ήταν αρκετές, έδωσε εντολή σε συνεργάτες του να του στείλουν ακόμα 200.


Στο πλευρό του δεν βρίσκεται ούτε η γυναίκα του ούτε οι 2 κόρες του, που χάρηκε μόνο όταν αποχώρησε από την εθνική Αργεντινής το 2004 και έκανε ένα διάλειμμα 2 ετών από το ποδόσφαιρο.  Μια διακοπή για να καταλάβετε για τι τύπο μιλάμε. 1990. Ο Μπιέλσα ξεκινάει την προπονητική του καριέρα σε επαγγελματική ομάδα στο Ροσάριο, στη Νιούελς Ολντ Μπόις. Στις 7 Οκτωβρίου η ομάδα του αντιμετωπίζει εκτός έδρας τη συμπολίτισσα Ροσάριο Σεντράλ, που προηγείται εκείνη τη στιγμή στη βαθμολογία, σε ένα από τα πιο παθιασμένα ντέρμπι του κόσμου, στο οποίο έχει μπει, μεταξύ άλλων, το γκολ που έχει πανηγυριστεί περισσότερο από κάθε άλλο. Η ασταμάτητη βροχή οδηγεί την Ομοσπονδία να μεταθέσει τον αγώνα για την επόμενη. Ακόμη είκοσι τέσσερις ώρες αγωνίας για τους παίκτες της Νιούελς, που είναι κλεισμένοι, σύμφωνα με τις επιθυμίες του προπονητή, στις εγκαταστάσεις ενός στρατιωτικού λυκείου. Μόνη τους επικοινωνία με τον έξω κόσμο ένα και μοναδικό τηλέφωνο, κι αυτό αποκλειστικά για τις εξαιρετικά επείγουσες καταστάσεις ! Όταν η γυναίκα του Μπιέλσα ήταν ετοιμόγεννη, της είπε σε περίπτωση τοκετού να τηλεφωνήσει στον πατέρα της, γιατί η γέννηση του παιδιού του ΔΕΝ ήταν αρκετά «εξαιρετικά επείγουσα κατάσταση»!!!. Η οικογένειά του μένει στην πρωτεύουσα της Αργεντινής. Μαζί του, όσο καιρό βρισκόταν στην εθνική ομάδα της χώρας του, διέμενε μόνο μία ηλικιωμένη γυναίκα που τον βοηθούσε στις δουλειές του σπιτιού και του υπενθύμιζε καθημερινά τα βασικά: πως πρέπει να φάει, να πιει νερό, να κοιμηθεί και να φορέσει καθαρά ρούχα. Και το τελευταίο δεν το πετυχαίνει πάντα, αφού σε μία προπόνηση, ζωγράφισε το παπούτσι του για να δείξει στους παίκτες με ποιο μέρος του ποδιού πρέπει να σουτάρουν και ακολούθως φορούσε αυτά τα... χρωματιστά παπούτσια για μέρες.


Το ποδόσφαιρο είναι το οξυγόνο του Μπιέλσα, η ζωή του. Κι εργάζεται "πυρετωδώς" γι' αυτό. Το μυαλό του, όμως, είναι αυτό που τον έχει αναδείξει σε μία από τις κορυφαίες ποδοσφαιρικές προσωπικότητες του κόσμου. Όπως κι ο χαρακτήρας του, έτσι κι η δουλειά του, δεν μπορεί να περιοριστεί σε καλούπια. Κάθε Αργεντίνος προπονητής εντάσσεται σε μία από τις 2 σχολές της χώρας: σε αυτήν του Σέζαρ Λουίς Μενότι, ενός θιασώτη του όμορφου ποδοσφαίρου ή σε αυτήν του Κάρλος Μπιλάρδο, που είναι μανιακός με την τακτική. Ο Μπιέλσα άνοιξε μία 3η σχολή, δίπλα στις 2 παραδοσιακές. Προφανώς και είναι μανιακός, προφανώς και διαθέτει εμμονή με την τακτική, αλλά μόνο όταν προϊόν της είναι επιθετικό ποδόσφαιρο, αφού σιχαίνεται, σύμφωνα με ανθρώπους που τον γνωρίζουν καλά, εκείνο το είδος ποδοσφαίρου που δίνει έμφαση στο σταμάτημα του αντιπάλου, αντί για τη δημιουργία.


Το σύστημα Μπιέλσα

Εν αρχή ην το 3-3-1-3. Και μετά το χάος. Ο Αργεντίνος αποδέχεται, εφαρμόζει, μεταλλάσσει μόνο το συγκεκριμένο σύστημα. Τίποτε άλλο δεν τον ικανοποιεί. Και φυσικά, κάθε παραλλαγή του, όπως το 4-2-1-3 ή το 4-2-3-1 της Αθλέτικ Μπιλμπάο, βασίζεται στις αρχές του συστήματος που τον έκανε διάσημο στη Λατινική Αμερική, για λογαριασμό των Νιούελς Ολντ Μπόις, της Άτλας, της Αμέρικα (κατά την 5ετία του στο Μεξικό), της Βέλες Σάρσφιλντ και ακολούθως της Αργεντινής και της Χιλής. Ένα σύστημα στο οποίο αρχίζει ανάποδα. Η βασική έμφαση δίνεται στην τριπλέτα των επιθετικών. "Un enganche y tres puntas", δηλαδή ένας... έσω επιθετικός και τρεις "μπροστινοί". Ένα φορ, κάπως πιο βαρύ, που πλαισιώνεται από 2 εξτρέμ με δυνατότητα τόσο να εφορμούν στην αντίπαλη περιοχή, όσο και να σεντράρουν για το "φουνταριστό". Πίσω τους, ένας οργανωτής που διαφέρει από το "παλιάς κοπής" 10άρι, αφού πρέπει να κινείται γρήγορα και να διατηρεί την υψηλή ταχύτητα της ομάδας του Μπιέλσα.


Στο κέντρο, υπάρχουν 2 ακραίοι μέσοι, οι οποίοι προωθούνται ταυτόχρονα, σε αντίθεση με την κλασική λογική των φουλ μπακ, που ανεβαίνουν στην αντίπαλη περιοχή εναλλάξ. Με αυτόν τον τρόπο, δημιουργείται πάντα κατάσταση 2 εναντίον 1 προς τον αντίπαλο ακραίο μπακ, αφού υπάρχει πάντα κι η βοήθεια του εξτρέμ. Ο αμυντικός μέσος διαθέτει περισσότερα χαρακτηριστικά "κόφτη" ώστε να προστατεύει την άμυνα και λιγότερη τεχνική, που δεν κρίνεται απαραίτητη για το ρόλο του. Πρακτικά, είναι περισσότερο Κλοντ Μακελελέ (Claude Makélélé Sinda) από Τσάμπι Αλόνσο (Xabier "Xabi" Alonso Olano). Τελευταία μένει η πιο ευαίσθητη ζώνη στο σύστημα του Αργεντίνου, αυτή της άμυνας. Ο ίδιος υποστηρίζει χρόνια τώρα την άμυνα 3 παικτών, μιας και όλοι οι αντίπαλοί του μέχρι τώρα έπαιζαν με 2 επιθετικούς. Ως εκ τούτου, 2 αμυντικοί φυλάσσουν τους 2 αντιπάλους και ένας καλύπτει τους κενούς χώρους. Αυτός, κατά τον Μπιέλσα, οφείλει να είναι και πιο άνετος με την μπάλα στα πόδια, ώστε να αρχίζει γρήγορες και ορθολογικές επιθέσεις όταν η ομάδα του κερδίζει την μπάλα. Γι' αυτό και έναν εξαιρετικό αμυντικό μέσο, τον Χάβι Μαρτίνεθ (Javier "Javi" Martínez Aginaga), τον μετέτρεψε σε στόπερ, μία κίνηση που μετά από 8 μήνες εφαρμογής, του έχει βγει.


Όπως κι ο ίδιος παραδέχεται, το ποδόσφαιρο του είναι... made in Netherlands και συγκεκριμένα είναι δανεισμένο από τον Άγιαξ του 1995, του Λουίς φαν Χάαλ (Aloysius Paulus Maria "Louis" van Gaal). Ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο, στο οποίο σύσσωμη η ομάδα δουλεύει σκληρά για να κερδίσει την μπάλα κι όταν το καταφέρει ο απαράβατος κανόνας προϋποθέτει να δημιουργούνται σχηματισμοί για πάσες. Η ροή του παιχνιδιού είναι άμεση και κυλάει σε εξουθενωτική ταχύτητα. Στόχος του Μπιέλσα είναι να συμπιέσει το ουσιαστικό γήπεδο στα 25 μέτρα και εκεί να κατατροπώσει την αντίπαλη ομάδα με δύναμη και ταχύτητα. Μετά τη νίκη στο "Ολντ Τράφορντ" με 3-2, ο εμβρόντητος Άλεξ Φέργκιουσον (Sir Alex Ferguson) δήλωσε πως η Αθλέτικ Μπιλμπάο ήταν η ομάδα που έτρεξε περισσότερο σε εκείνο το γήπεδο τα τελευταία 10 χρόνια. Ο "μαθητής" του Μπιέλσα, Πεπ Γκουαρδιόλα (Josep "Pep" Guardiola Sala), χαρακτήρισε "ύμνο του ποδοσφαίρου" το 2-2 της Μπαρτσελόνα με τους Βάσκους στο "Σαν Μαμές" στον 1ο γύρο και παραδέχθηκε πως η Αθλέτικ "έτρεξε" την Μπαρτσελόνα περισσότερο από κάθε άλλη ομάδα στον επαναληπτικό του "Καμπ Νου" (2-0 οι Καταλανοί).


Οι αντιδράσεις στο σύστημα Μπιέλσα

Η μέθοδός του χαρακτηρίζεται "ευρωπαϊκή" από τους συμπατριώτες του. Και μία τέτοια μέθοδος δεν γίνεται αποδεκτή από τους "διαδόχους του Μαραντόνα". Οι Αριέλ Ορτέγα (Arnaldo Ariel Ortega), Χουάν Ρομάν Ρικέλμε (Juan Román Riquelme), Αντρές ντ' Αλεσάντρο (Andrés Nicolás D'Alessandro), Πάμπλο Αϊμάρ (Pablo César Aimar Giordano) και τα λοιπά αργά 10άρια, που βγάζει σε μαζική παραγωγή η Αργεντινή, είτε παραγκωνίστηκαν από τον Μπιέλσα όσο διετέλεσε ομοσπονδιακός τεχνικός, είτε εξοστρακίστηκαν στις πτέρυγες του γηπέδου, άνευ επιτυχίας. Γι' αυτό το λόγο, ο Μπιέλσα δεν αγαπήθηκε ποτέ από την πλατιά ποδοσφαιρομάζα της πατρίδας του κι η πλέον χαρακτηριστική περίπτωση είναι το αποχαιρετιστήριο παιχνίδι του Ντιέγο Μαραντόνα (Diego Armando Maradona) στο "Μπομπονέρα", όπου αποδοκιμάστηκε από ένα ολόκληρο γήπεδο με οπαδούς της Μπόκα, διότι δεν έπαιρνε μαζί του στις αποστολές της εθνικής τον τοπικό ήρωα, Ρικέλμε. Ο Μπιέλσα, ο παλαβός αυτός άνθρωπος, λάτρεψε αυτήν την αντιμετώπιση κι όταν ρωτήθηκε πως αισθάνθηκε, απάντησε αφοπλιστικά: "Ήταν υπέροχο, διότι αυτή είναι η ουσία του ποδοσφαίρου".


Αρκετοί είναι οι προπονητές στην Αργεντινή που στις δηλώσεις τους σπεύδουν να διευκρινίσουν ότι είναι... αντιμπιελσικοί και πως τους αρέσει "η παύση", δηλαδή αυτή η στιγμιαία αλλαγή ρυθμού που διατάζει το εκάστοτε πλέιμεϊκερ, μέχρι να επιλέξει τη σωστή επίθεση με την οποία η ομάδα θα προσπαθήσει να σκοράρει. Μία επιβράδυνση που εφόσον παρατηρηθεί σε ομάδα του Μπιέλσα, επιφέρει άμεση αντικατάσταση του ποδοσφαιριστή που είχε αυτήν την ατυχή έμπνευση. Ο Ρικέλμε, λοιπόν, δεν βρήκε θέση στην αποστολή της Αργεντινής για το Μουντιάλ του 2002, ούτε κι ο Χαβιέρ Σαβιόλα (Javier Pedro Saviola Fernández), μιας και ο Μπιέλσα είναι "σφιχτός" και με τους "φουνταριστούς". Με θέση μόνο για έναν στο περίφημο σύστημά του, ανάγκασε τον πιο δεινό σκόρερ της Serie A τη δεκαετία του '90, να περιμένει από τον πάγκο την ευκαιρία του, έναντι της πιο ακριβής μεταγραφής για την εποχή.


Ο λόγος για τον βασικό Ερνάν Κρέσπο (Hernán Jorge Crespo) και τον αναπληρωματικό Γκαμπριέλ Μπατιστούτα (Gabriel Omar Batistuta), ο οποίος, όμως, αναγνωρίζει απόλυτα τον προπονητή Μπιέλσα και τις πρακτικές του, όπως εξομολογήθηκε στην αυτοβιογραφία του. Εξάλλου, ο Μπιέλσα ήταν εκείνος που τον ανακάλυψε στα τέλη του 1980, όταν ήταν ένας ψηλός, ταλαντούχος και πολύ χοντρός επιθετικός. Τον έβαλε σε πρόγραμμα αυστηρής δίαιτας, του ενίσχυσε τα αποθέματα κουράγιου και ποδοσφαιρικού θράσους και τον μετέτρεψε στον "Μπατιγκόλ" που όλοι θυμόμαστε. Διαφορετικές γνώμες για τα συστήματά του ο Μπιέλσα συναντούσε και στους "κόλπους" των ποδοσφαιριστών. Ο Αργεντίνος τεχνικός, άριστος γνώστης της ανθρώπινης συμπεριφοράς, εμπνέει σεβασμό στη συντριπτική πλειοψηφία των παικτών με τη συμπεριφορά του ως προς αυτούς. Ακόμα και στις εθνικές ομάδες όπου εργάστηκε, ο αρχηγός εκλεγόταν με ψηφοφορία, με μοναδική εξαίρεση το 2007, όταν κάλεσε ξανά τον Μαρσέλο Σάλας (José Marcelo Salas Melinao) στην εθνική Χιλής και φυσικά το περιβραχιόνιο δικαιωματικά πήγε σε εκείνον.

Έτσι... δημοκρατικά λειτούργησε μαθαίνοντας για μία διαφωνία των παικτών πάνω στα πλάνα του, σε μία ιστορία που διηγείται ο Χουάν Σεμπαστιάν Βερόν (Juan Sebastián Verón). Όταν ο Μπιέλσα πρωτοανέλαβε την "αλμπιτσελέστε", δεν ήταν ευχαριστημένος με την απόδοση των παικτών του στις προπονήσεις και γρήγορα αντιλήφθηκε το λόγο. Ζήτησε, λοιπόν, από τους διεθνείς να του γράψουν σε ένα κομμάτι χαρτί εάν επιθυμούν η άμυνα να απαρτίζεται από 3 ή 4 άτομα. Όταν συγκέντρωσε όλα τα χαρτάκια στα αποδυτήρια, τα διάβασε ένα προς ένα φωναχτά και το αποτέλεσμα όλων ήταν μία άμυνα με 4 ποδοσφαιριστές. Κάνει μία παύση και ακολουθούν τα εξής λόγια: "Ναι, αυτό δείχνει ξεκάθαρα την προτίμησή σας, αλλά είμαι εδώ για να σας πω ότι θα παίξουμε με 3 αμυντικούς. Τα λέμε". Σηκώθηκε, αποχώρησε, η δημοκρατική διαδικασία έφτασε στο όριό της και τα αποτελέσματα της εκπληκτικής πορείας της εθνικής στα προκριματικά του Μουντιάλ τον δικαίωσαν πανηγυρικά."Ο Μπιέλσα είναι το 'μυστικό όπλο' της Αργεντινής. Πάνω απ' όλα, θα ήθελα να πω ότι είμαστε πολύ τυχεροί που έχουμε μαζί μας έναν τόσο εξαιρετικό άνθρωπο όσο ο Μπιέλσα", δήλωνε ο Βερόν εκείνη την εποχή, που κατανοούσε το ρόλο και τις ευθύνες που έχει ένας προπονητής σε μία τόσο "καυτή" καρέκλα, όσο αυτήν της εθνικής Αργεντινής.


Οι ιδιαίτερες προπονήσεις

Ένας τόσο ασυνήθιστος άνθρωπος δεν θα μπορούσε να επιβλέπει μία φυσιολογική προπόνηση. Οι ανάσες στερεύουν, ο ιδρώτας στάζει σαν ποτάμι από τα αναψοκοκκινισμένα πρόσωπα κι οι παλμοί ξεπερνούν σε ένταση ακόμα και τους αγώνες. Επαναλαμβανόμενες, ξεκάθαρες κινήσεις, οι οποίες γίνονται... βίωμα στους παίκτες και τις εφαρμόζουν στα παιχνίδια. Αυτό είναι το βασικό μυστικό του Μπιέλσα στο γήπεδο, που υπομένουν στωικά ακόμα και οι "αστέρες" που υπάρχουν σε κάθε σύνολο που έχει προπονήσει.  Έχοντας παρακολουθήσει εκατοντάδες βιντεοκασέτες, γνωρίζει επ' ακριβώς την τακτική που χρειάζεται να διδαχθούν οι παίκτες του και εφαρμόζοντας τις επικοινωνιακές αρετές του, μεταδίδει τις πληροφορίες με τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους. Ένας εξ αυτών είναι και η βιντεοθεραπεία, η οποία μπορεί να διαρκέσει συνολικά ακόμα και 4-5 ώρες. Οι παίκτες, δε, απαγορεύεται να χαζεύουν διότι κανείς εξ αυτών δεν θέλει η άκρη του πράσινου λέιζερ του Μπιέλσα να πέσει πάνω του για να δώσει εξηγήσεις, όταν κάνει κάποιο λάθος που δεν πρέπει στη διάρκεια ενός αγώνα.


Το σημαντικό, όμως, είναι πως κάνει το δικό του μοντάζ και δείχνει στον κάθε παίκτη όλα όσα εκείνος, ανάλογα με τη θέση του, χρειάζεται να μάθει. Όπως σημειώνει ο πρώην διεθνής στόπερ της Άρσεναλ και της Ίντερ, Νέλσον Βίβας (Nelson David Vivas), το "μάθημα" δεν είναι βαρετό κι ο ποδοσφαιριστής ακούει με ενδιαφέρον τρόπους με τους οποίους θα βελτιώσει το παιχνίδι του. Όταν έρχεται η ώρα να βγουν έξω στο γήπεδο για προπόνηση, ο Μπιέλσα αναλαμβάνει διαφορετικές ώρες τις γραμμές της επίθεσης, του κέντρου και της άμυνας, ώστε να δείξει ξεχωριστά τις κινήσεις που πρέπει να μάθει κάθε παίκτης και να επιμείνει σε όσους υστερούν. Για παράδειγμα, στους επιθετικούς εμμένει περισσότερο στον τρόπο με τον οποίο πρέπει να αμύνονται σε σχέση με τους αμυντικούς και αντιστοίχως στους αμυντικούς στον τρόπο με τον οποίο θα βγαίνουν μπροστά και θα αρχίζουν επιθέσεις, σε σχέση με τους μέσους. Είναι χαρακτηριστικό πως πολλές φορές οι παίκτες, λόγω της διαφοράς του ωραρίου, δεν συναντώνται μεταξύ τους! Το αποτέλεσμα, όμως, θυμίζει παρελάσεις Βόρειας Κορέας, με αμυντικές κι επιθετικές κινήσεις αρμονικά συγχρονισμένες.


Η επιμονή στη λεπτομέρεια τον οδηγεί στον επιμερισμό, μέσω σχοινιών, του γηπέδου σε μικρότερες ζώνες, ώστε σε αυτές οι παίκτες να επαναλάβουν συγκεκριμένες ρουτίνες, μέχρι να μπορούν να τις κάνουν και με κλειστά τα μάτια, σαν χορογραφία. Όταν τη μάθουν, τότε την... αλλάζει. Ποδοσφαιριστές που έχουν δουλέψει μαζί του διηγούνται πως έχουν εξασκηθεί για μισή ώρα διερευνώντας διαφορετικές επιλογές που έχει η ομάδα με την εκτέλεση πλαγίου από το ίδιο σημείο. "Το ποδόσφαιρο είναι συλλογικό παιχνίδι, ένα παιχνίδι συνεργασίας", υποστηρίζει ο  Αργεντίνος και γι' αυτό επιθυμεί οι παίκτες του να θυμίζουν αγέλη άγριων ζώων που κυνηγούν τα θηράματά τους, όταν εφαρμόζουν την πιο σημαντική εντολή του συστήματός του, την πίεση. "Η πίεση είναι συνώνυμη του ποδοσφαίρου", δηλώνει ο Μπιέλσα, ο οποίος απαιτεί από τους παίκτες του να πιέζουν ομαδικά τον αντίπαλο, να τον εξωθούν στο λάθος και στη συνέχεια να καρπώνονται την κατοχή της μπάλας. Όλοι μαζί αμύνονται, όλοι μαζί επιτίθενται. Όλοι μαζί πιέζουν για την μπάλα για 90 λεπτά, ακόμα κι όταν η ομάδα τους χάνει 2-0 στις καθυστερήσεις στο "Καμπ Νου", κάτι που συνέβη σ’ ένα παιχνίδι της Αθλετίκ με την Μπαρτσελόνα, μόλις 2 ημέρες μετά την εκτός έδρας νίκη της με 4-2 επί της Σάλκε για το Europa League (και την αντίστοιχη κόπωση), κερδίζοντας το θαυμασμό όλων. Και φυσικά, ούτε στις προπονήσεις αφήνει τίποτα στην τύχη. Όταν ήταν προπονητής της Αργεντινής, ζητούσε τα προπονητικά γήπεδα να βρέχονται εάν στο επόμενο παιχνίδι υπήρχε πρόγνωση για βροχή, ώστε οι παίκτες να προσαρμοστούν στις καιρικές συνθήκες.


Η διδασκαλία στον Γκουαρδιόλα

Παιχνίδι με ένα άγγιγμα, υψηλό τέμπο, ασφυκτικό πρέσινγκ, επηρεασμός από το total football των Ολλανδών, παίκτες που παίζουν σε πολλές θέσεις και κάνουν όλες τις δουλειές στο γήπεδο. Εάν αυτό θυμίζει κάτι από την κορυφαία ομάδα του κόσμου, την Μπαρτσελόνα, είναι διότι ένα... λιθαράκι της δουλειάς του Πεπ Γκουαρδιόλα ανήκει στις σκέψεις του Μαρσέλο Μπιέλσα. Όταν το καλοκαίρι του 2007 ο Καταλανός αμφιταλαντευόταν για το εάν θα πρέπει να κάνει το μεγάλο βήμα και από το γήπεδο να περάσει στην άκρη του πάγκου, επισκέφτηκε ορισμένους προπονητές που είχε σε εκτίμηση. Ένας εξ αυτών ήταν ο Μπιέλσα, ο οποίος προτού αρχίσει τη συζήτηση μαζί του εκείνο το βράδυ, επιχείρησε να διερευνήσει τις προθέσεις του (τότε) 36χρονου Γκουαρδιόλα με την εξής ερώτηση: "Σου αρέσει πραγματικά, τόσο πολύ το αίμα;".


Όταν ο Γκουαρδιόλα έγνεψε καταφατικά, άρχισε μία μανιώδης συζήτηση για τακτικές και συστήματα, για αυτοματοποιημένες κινήσεις και ιστορικά μοντέλα, για συμπεριφορές κι αντιδράσεις, που τους 2 άντρες τους πρόλαβε το πρωί. Έντεκα ώρες αργότερα, ο Καταλανός αποχώρησε από το σπίτι στο Ροζάριο, κυριολεκτικά πιο σοφός, διαφωτισμένος τόσο για το μέλλον του, όσο και για τον τρόπο με τον οποίο θα επιτύχει τους στόχους του. Ακόμα κι ο πιο... άπιστος Θωμάς, χρόνια αργότερα, έχει πειστεί για τη σημασία εκείνης της συζήτησης για τον Γκουαρδιόλα. Η μοναδική ομάδα που να συγκριθεί ρεαλιστικά σε τρόπο παιχνιδιού με τους πρωταθλητές Ισπανίας, Ευρώπης και κόσμου ήταν η Αθλέτικ του Μπιλμπάο. Αν και υπάρχουν διαφορές, η νοοτροπία είναι παρόμοια. Ακόμα και ορισμένα τρικ, όπως αυτό του Γκουαρδιόλα στην Μπαρτσελόνα με τον αμυντικό χαφ-στόπερ Σέρχιο Μπουσκέτς (Sergio Busquets Burgos), που ο Μπιέλσα το είχε εξελίξει σε πιο μόνιμο στην ενδεκάδα των Βάσκων, αφού ο Μαρτίνεθ (κατά σύμπτωση, ο αναπληρωματικός του Μπουσκέτς στην εθνική Ισπανίας) ξεκινούσε ως στόπερ, αλλά φυσικά από τα πόδια του άρχιζαν όλες οι επιθέσεις της Αθλέτικ.


Οι σχέσεις Μπιέλσα και Τύπου

Μία από τις συμβουλές του Μπιέλσα που εφαρμόζει πιστά ο Γκουαρδιόλα, αφορά στη σχέση με τα ΜΜΕ. Ο Καταλανός, ακολουθώντας τα χνάρια του πολύπειρου συναδέλφου του, δεν παραχωρεί ποτέ μα ποτέ αποκλειστικές συνεντεύξεις. Αντ' αυτού, λύνει όλες τις απορίες των δημοσιογράφων στις προγραμματισμένες συνεντεύξεις Τύπου. Κι όταν λέμε όλες, κυριολεκτούμε. Οι συνεντεύξεις Τύπου του Μπιέλσα μπορούν να κρατήσουν μία αιωνιότητα. Εάν αυτό μοιάζει υπερβολικό, σίγουρα υπάρχουν παραδείγματα που διήρκεσαν 4 ώρες. Η κατηγορηματική άρνηση του Μπιέλσα να μιλήσει τετ-α-τετ με έναν δημοσιογράφο, αναγκάζει τους εκπροσώπους των ΜΜΕ να λύνουν όλες τις απορίες τους στις συνεντεύξεις Τύπου. Όταν, δε, έχουν απέναντί τους έναν εραστή του ποδοσφαίρου, τότε η μπάλα χάνεται. "Όλες οι πλευρές των ΜΜΕ πρέπει να τύχουν της ίδιας προσοχής από μένα, είτε πρόκειται για το πιο μεγάλο κανάλι τις πρωτεύουσας, είτε για τη μικρότερη εφημερίδα της επαρχίας", υποστηρίζει ο ίδιος.

Χαρακτηριστική είναι η ιστορία που διηγούνται Αργεντινοί συνάδελφοι, όταν ο Μπιέλσα αποφάσισε να καθίσει off the record με έναν δημοσιογράφο, ώστε να του εξηγήσει κάποια πράγματα όσον αφορά στην τακτική που ακολουθεί. Ο ομοσπονδιακός τεχνικός της χώρας εξηγούσε για σχηματισμούς, για συστήματα, για αυτοματισμούς των παικτών κι όταν μετά από αρκετή ώρα τελείωσε τη ρητορεία του, αποφάσισε να βάλει ένα τεστ στο δημοσιογράφο για να δει εάν κατάλαβε το... μάθημα. Όταν αποδείχθηκε ότι ο δημοσιογράφος δεν είχε δώσει την απαραίτητη προσοχή, ο Μπιέλσα εξοργίστηκε και του ζήτησε να τον παρατήσει και να μην σπαταλά τον χρόνο του.

Ο άνθρωπος Μπιέλσα

Έχει μάθει να ζει με το προσωνύμιο "τρελός", χωρίς να το αποδέχεται 100%. "Ένας άντρας με νέες ιδέες είναι τρελός μέχρι να πετύχει", ισχυρίζεται κι η αλήθεια είναι πως έχει δικαιωθεί πολλάκις. Η πρώτη φορά που... διέψευσε το παρατσούκλι του, ήταν όταν το... απέκτησε. Ήταν το 1990, όταν τον αποκάλεσαν "τρελό" επειδή στη Νιούελς χρησιμοποιούσε 2 έφηβους στόπερ στην ενδεκάδα. Στο τέλος της σεζόν είπε την τελευταία λέξη, καθώς στέφθηκε πρωταθλητής.

Η αλήθεια είναι, όμως, ότι ζει στο δικό του κόσμο, έναν κόσμο που δεν περιλαμβάνει πολλές συνήθειες άλλων ανθρώπων κι αντιστοίχως περιλαμβάνει πολλές συνήθειες που τις έχει μόνο ο ίδιος. Ένα τυπικό παράδειγμα, είναι η συνέντευξη Τύπου μετά το ματς του Κόπα Αμέρικα το 1999 κόντρα στην Κολομβία, στο αξέχαστο παιχνίδι όπου ο Μάρτιν Παλέρμο (Martín Palermo) αστόχησε σε 3 πέναλτι. Ο Μπιέλσα είχε εκνευριστεί τόσο σε εκείνο το ματς, που αποβλήθηκε από το διαιτητή, ωστόσο τις εντυπώσεις τις έκλεψε ακολούθως, στη συνέντευξη Τύπου. Η πρώτη ερώτηση που κλήθηκε να απαντήσει, αφορούσε το διαιτητή. Εκείνος ανέκφραστος, με σκυμμένο κεφάλι και κοιτάζοντας ένα συγκεκριμένο σημείο στο κενό, άρχισε την απάντησή του: "Δεν έχω το συνήθειο να μιλάω για τους διαιτητές, αλλά...". Κάπου εκεί, όλοι σχημάτισαν νοητικά τη συνέχεια: "... αυτός δεν πρέπει να ξανασφυρίξει ποτέ στην ζωή του". Ο Μπιέλσα, όμως, δεν είναι ένας συνηθισμένος τύπος. Η συνέχεια πήγε κάπως έτσι: "... ο διαιτητής ήταν απόλυτα σωστός, γιατί διαμαρτυρήθηκα με απαράδεκτο τρόπο".

Το σκυμμένο κεφάλι είναι ίδιον του Μπιέλσα. Κατά τη διάρκεια του αγώνα, όταν δεν κοιτάζει τους παίκτες, περπατάει συνεχώς μουρμουρίζοντας ακαταλαβίστικα και κοιτάζοντας χαμηλά, σαν να ψάχνει τα κλειδιά του. Σ’ ένα παιχνίδι της Αθλέτικ με τη Βιγιαρεάλ στο "Μαδριγάλ", μάλιστα, σε κάθε επίθεση των Λεβαντίνων διένυε την απόσταση από τη μία άκρη της προπονητικής ζώνης στην άλλη με 13 βήματα, έκανε μία περιστροφή και μετά ξανά άλλα 13 βήματα. Όταν ρωτήθηκε στη συνέντευξη Τύπου για το εάν είναι σύμπτωση το ότι έκανε πάντα 13 βήματα (μία από τις γνωστές ιδιοτροπίες του είναι να μετράει με βήματά του το μήκος των γηπέδων που αγωνίζεται η ομάδα του), ο δημοσιογράφος έλαβε την απάντηση που του άξιζε. Ο Μπιέλσα δεν τον κοίταξε καθόλου, όπως συνηθίζει με όποιον του κάνει μία ερώτηση. Το κεφάλι παρέμεινε σκυμμένο και χαμηλόφωνα αποκρίθηκε ειρωνικά: "Αυτό που είναι σύμπτωση, είναι ότι σε ένα τόσο ωραίο παιχνίδι, κάποιος σπαταλά χρόνο για να μετρήσει τα βήματά μου".

Ο κόσμος του Μπιέλσα απαιτεί έναν άνθρωπο μεθοδικό, τελειομανή, αλλά και κλασικό μεσοαστό Αργεντίνο, που έχει περάσει αρκετές ώρες στον καναπέ του ψυχαναλυτή. Περήφανη κορμοστασιά, ανοιχτά μάτια και μαλλιά που θυμίζουν Γερμανό συνθέτη κλασικής μουσικής, φέρνει πιο πολύ στον δρ. Emmett Brown από το "Back to the Future", παρά σε κάποιον... ridiculously photogenic guy. Διαθέτει διδακτικό ύφος κι όλοι παραδέχονται πως πρόκειται για ένα διανοούμενο, ευφυή άνθρωπο. Ρήσεις όπως "είμαι πεπεισμένος ότι η φήμη και τα χρήματα είναι ασήμαντες αξίες" ή "μην επιτρέπεις σε μία αποτυχία να υποστείλει την αυτοπεποίθησή σου" ή "θα προτιμούσα να μη με γνωρίζει κανείς, παρά να με γνωρίζει λάθος", ανήκουν στη πλούσια, προσωπική συλλογή του.Ο Αργεντίνος δαπανά αρκετό από το χρόνο του αναλογιζόμενος μία φράση ή κάποιες λέξεις που πρέπει να χρησιμοποιήσει στην επικοινωνία του με τους παίκτες για να τους καθοδηγήσει τεχνικά ή ψυχολογικά. Πολλές φορές ανατρέχει σε λεξικά, ώστε να βρει τους ιδανικούς επιθετικούς προσδιορισμούς, ώστε να μιλήσει λιγότερο και με περισσότερη ουσία. Όπως ισχυρίζεται ο Βερόν "έχει την ικανότητα να κάνει κατανοητό τον εαυτό του με το ελάχιστο των λέξεων και έχει το χάρισμα να σου δίνει κίνητρο με το παραμικρό".


Ο Μπιέλσα δεν "διδάσκει" μόνο, αλλά και μαθαίνει. Ρουφάει σαν σφουγγάρι το καθετί, είτε είναι πληροφορία, είτε συμπεριφορά, είτε αντίδραση, με τη μέθοδο της παρατήρησης και με ερωτήσεις. Ο "κολλητός" φίλος του Αργεντινού τεχνικού και συμπατριώτης του από το Ροζάριο, Χόρχε Βαλδάνο (Jorge Alberto Francisco Valdano Castellanos), εξηγεί το πως: "Σε βομβαρδίζει με ερωτήσεις. Βρισκόμαστε σε ένα εστιατόριο και ρωτάει το σερβιτόρο 'έχετε τάρτα αχλάδι;'. 'Ναι'. 'Και είναι καλή;'. 'Πολύ καλή'. 'Τότε, μπορείτε να μου φέρεται μία μερίδα όχι πολύ μεγάλη, αλλά που να περιλαμβάνει ένα ολόκληρο αχλάδι;'. Και κάπως έτσι. Τέτοιος τύπος είναι, αλλά είναι κι ο πιο φανταστικός φίλος που έχω". Το αποτέλεσμα το υπογραμμίζει ο Μπατιστούτα: "Ο Μπιέλσα γνωρίζει τα πάντα, για όλα". Και δεν εννοεί μόνο για το ποδόσφαιρο, αφού συχνά στο πέρασμά του από τη Χιλή προσκλήθηκε σε εκπομπές πολιτικού περιεχομένου. Στην ιστορία έμεινε, μάλιστα, η άποψή του για το πλιάτσικο σε καταστήματα με ηλεκτρονικά είδη και τηλεοράσεις, που προκλήθηκε μετά το σεισμό στη χώρα. "Δεν γνωρίζω εάν αυτό είναι έγκλημα. Αυτό που γνωρίζω είναι ότι είναι έγκλημα να λες στον κόσμο ότι είναι ηλίθιος εάν δεν έχει τηλεόραση plasma και μετά να του λες ότι μπορεί να την πληρώσει σε 100 δόσεις".

Αξιοσημείωτος είναι κι ο συνδυασμός της αγάπης του για τα παιδιά και το ποδόσφαιρο. Σε ένα παιχνίδι σε επίπεδο νέων είχε εξοργιστεί βλέποντας την αντίπαλη ομάδα να παίζει μονίμως με σέντρες. "Αυτό δεν είναι ποδόσφαιρο. Όλο βαθιές μπαλιές στο № 9; Όχι, αυτό δεν είναι ποδόσφαιρο". Αυτό που ο ίδιος θεωρεί ποδόσφαιρο, φροντίζει να το μαθαίνουν από πολύ κοντά κι οι νεαροί φίλαθλοι, όταν παρευρίσκονται στις (σπάνιες) ανοιχτές προπονήσεις των ομάδων που βρίσκεται. Στην Αθλέτικ, μάλιστα, είχε φέρει ένα παιδί δίπλα του στη διάρκεια προπόνησης, του έδωσε τη σφυρίχτρα και του είπε να καθοδηγήσει τους παίκτες. Μια άλλη φορά, τον σταμάτησε μία ομάδα παιδιών και του ζήτησε να υπογράψει σε έναν άλμπουμ που κρατούσαν. Εκείνος απάντησε πως είχε μια καλύτερη ιδέα, άρπαξε το άλμπουμ και τους είπε να συναντηθούν την επόμενη μέρα, την ίδια ώρα, στο ίδιο σημείο. Όταν εμφανίστηκε, το άλμπουμ είχε την υπογραφή όχι μόνο του Μπιέλσα, αλλά όλων των παικτών της Αθλέτικ.

Η εργατικότητά του είναι απαράμιλλη και αξιοζήλευτη ακόμα και για τον πιο εργασιομανή Ιάπωνα. Όταν προσελήφθη από την ομοσπονδία της Αργεντινής, "διέταξε" τους φίλους του "να χάσουν τον αριθμό του τηλεφώνου" του. Και φυσικά, οι τεράστιες βιβλιοθήκες με βιντεοκασέτες, οι οποίες "κατασκοπεύουν" κάθε ποδοσφαιριστή που έπρεπε να έχει στα υπ' όψιν του όταν ήταν ομοσπονδιακός τεχνικός, όπως επίσης κι οι μεταφραστές που επιστρατεύει ώστε να έχει στην κατοχή του κάθε άρθρο που γράφτηκε γι' αυτούς ακόμα και στο εξωτερικό, αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Οι κόποι του αφενός έχουν καταρρίψει την πεποίθηση που ο ίδιος είχε, πως δεν θα τα κατάφερνε ποτέ σε εθνική ομάδα διότι χρειάζεται χρόνο για να εφαρμόσει τις ιδέες του, αφετέρου έχουν κερδίσει το σεβασμό του εκάστοτε συνόλου ποδοσφαιριστών που έχει υπό τις οδηγίες του. Η δουλειά, το μυαλό και απαντήσεις όπως αυτή που έδωσε σε έναν ποδοσφαιριστή του προ ετών, όταν το ρώτησε γιατί δεν διαμένει στο ξενοδοχείο που έχει καταλύσει η αποστολή πριν από ένα παιχνίδι και παραμένει στο γραφείο του: "Διότι όσο εσύ κοιμάσαι, εγώ είμαι ξάγρυπνος και σκέφτομαι τρόπους για να κερδίσουμε".

Όντας άνθρωπος χαμηλού προφίλ, αποφεύγει τις πολλές άσκοπες συναθροίσεις και τις εκδηλώσεις που ξεχειλίζουν από λάμψη, αλλά στερούνται ουσίας. Για παράδειγμα, αρνείται να παραστεί σε διαφημιστικές εκδηλώσεις με το πρόσχημα πως είναι απασχολημένος, ωστόσο ακόμα πιο γνωστή είναι η απουσία του τον Δεκέμβριο του 2001 από την κλήρωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας. "Δεν πήγα στην κλήρωση, διότι η παρουσία μου δεν θα συνεισέφερε σε τίποτα. Δεν μπορείς να συμβουλεύσεις, να δώσεις οδηγίες, να συμμετάσχεις ή να αξιολογήσεις. Μπορείς μόνο να αποδεχθείς την τύχη της κλήρωσης", εξήγησε στους συμπατριώτες του.


Οι αποχωρήσεις του Μπιέλσα

Είναι, όμως, και άνθρωπος των αρχών και του λόγου, κάτι που έχει αποδείξει πολλές φορές, έστω κι αν υπάρχει μία εξαίρεση στον κανόνα. Αυτή είναι η θητεία του στην Εσπανιόλ, η οποία διήρκεσε λίγους μήνες το φθινόπωρο του 1998, αφού μετά από τις 6 πρώτες αγωνιστικές (δίχως νίκη) άφησε τους Καταλανούς στα κρύα του λουτρού, διότι κλήθηκε να αναλάβει την εθνική Αργεντινής. Αυτή ήταν η μοναδική φορά που ο Μπιέλσα δεν υπήρξε πιστός στο λόγο και στην ηθική του, ένα συμβάν για το οποίο ακόμα και σήμερα μιλάει με δισταγμό. Από την πρώτη εμπειρία του, όμως, ως επαγγελματίας προπονητής, απέδειξε το άρτιον της προσωπικότητάς του. Ήταν το 1992, όταν μετά το 2ο πρωτάθλημα που κατέκτησε με τη Νιούελς, έδωσε άδεια στους παίκτες του να παραστούν σε ένα γάμο, με την προϋπόθεση να επιστρέψουν σπίτια τους μέχρι τη 1 το βράδυ, επειδή σε λίγες ημέρες υπήρχε ένας αγώνας κυπέλλου. Οι παίκτες δεν υπάκουσαν, γιόρτασαν μέχρι τις 5 τα ξημερώματα, και ο Μπιέλσα ζήτησε από τη διοίκηση να τους επιβάλλει πρόστιμο. Όταν οι διοικούντες αρνήθηκαν, την ίδια στιγμή ο Αργεντινός τεχνικός υπέβαλε την παραίτησή του.

Με ανάλογο τρόπο, με παραίτηση δηλαδή, αποχώρησε κι από την εθνική Αργεντινής, το καλοκαίρι του 2004, δύο χρόνια μετά από τότε που όλοι περίμεναν να αποχωρήσει. Όταν ανέλαβε την "αλμπιτσελέστε", είχε υποσχεθεί μία επιτυχία, η οποία δεν ήρθε στα Κόπα Αμέρικα του 1999 (αποκλείστηκε από τη Βραζιλία στα προημιτελικά), του 2001 (η χώρα αποσύρθηκε λόγω απειλών) και του 2004 (ηττήθηκε στον τελικό από τη Βραζιλία), ούτε φυσικά στο ταραχώδες Μουντιάλ του 2002. Μετά την περιπέτεια της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας, αρκετοί ήταν εκείνοι που ζήτησαν το κεφάλι του Μπιέλσα επί πίνακι κι ο ίδιος ευχαρίστως θα το προσέφερε, εάν δεν είχε ορκιστεί να οδηγήσει την ομάδα σε μία επιτυχία. Το κατάφερε στην Αθήνα, κατακτώντας το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες (το 1ο χρυσό από χώρα της Λατινικής Αμερικής μετά το 1928 και την Ουρουγουάη) και ακολούθως, προς έκπληξη όλων, υλοποίησε την επιθυμία που του γεννήθηκε το 2002 και αποχώρησε.


Το λόγο του κράτησε και το Νοέμβριο του 2010, όταν μετά την απολύτως πετυχημένη θητεία του στην εθνική Χιλής, όπου θεωρείται εθνικός αθλητικός ήρωας, παραιτήθηκε διότι στις προεδρικές εκλογές της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας της χώρας, ηττήθηκε ο άνθρωπος που τον έφερε στη δυτική πλευρά των Άνδεων, ο Χάρολντ Μέιν Νίκολς (Harold Alfred Mayne-Nicholls Secul). Ο αντίπαλός του, Χόρχε Σεγκόβια (Jorge Segovia Bonet), υποστηρίχθηκε από τους ισχυρούς συλλόγους της τοπικής λίγκας και εξελέγη, παρά τις "απειλές" του Μπιέλσα πως εάν δεν εκλεγεί ο Μέιν Νίκολς, εκείνος θα αποχωρήσει. Παρότι ο Σεγκόβια αντιμετώπισε κωλύματα κι εν τέλει δεν κάθισε ποτέ στον προεδρικό θώκο, ο Μπιέλσα ανακοίνωσε το τέλος εποχής, αψηφώντας τον κόσμο που είχε βγει στο δρόμο, πραγματοποιώντας καμπάνια για να κρατήσει στο "τιμόνι" τον Αργεντίνο που έδωσε ποδοσφαιρική ταυτότητα στη Χιλή.

Ακόμα κι η πρόσληψή του από την Αθλέτικ Μπιλμπάο οφειλόταν στο λόγο που έδωσε στον πρόεδρο Γιόσου Ουρούτια (Josu Urrutia Tellería) και γι' αυτό είχε απορρίψει την Ίντερ, πριν από τις προεδρικές εκλογές, ότι θα αναλάβει τους Βάσκους εάν εκλεγεί. Παρότι ο Χοακίν Καπαρός (Joaquín de Jesús Caparrós Camino) έκανε εξαιρετική δουλειά στην ομάδα, ο πρώην μέσος του συλλόγου αντιλήφθηκε πως για να πάει ένα επίπεδο παραπάνω χρειαζόταν ένας προπονητής κλάσης. Ο κόσμος πείστηκε πως ο Μπιέλσα ήταν ο "άνθρωπός τους", με συνέπεια να δώσει στον Ουρούτια την εκλογική νίκη και στον Μπιέλσα την προπονητική καρέκλα στο κέντρο της Λεθάμα, στο οποίο και ξημεροβραδιαζόταν  εκτός από τις ημέρες των αγώνων. Αποτέλεσμα; Η Αθλέτικ Μπιλμπάο βρέθηκε στον τελικό του κυπέλλου και μία νίκη μακριά από το πρώτο τρόπαιο μετά από 28 χρόνια, στον τελικό του Europa League, στην 5η θέση της Primera Division και στα στόματα όλων των ποδοσφαιρόφιλων. Εξαιτίας της δουλειάς του... τρελού του χωριού!

PALMARES
Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Επαγγελματική καριέρα

  • 1977/78: Club Atlético Newell's Old Boys, 25 (0)
  • 1978/79: Instituto Atlético Central Córdoba, 10 (0)
  • 1979/80: Club Atlético Argentino de Rosario, 30 (1)
Σύνολο καριέρας: 65 (1)

Προπονητική καριέρα

  • 1990–1992: Club Atlético Newell's Old Boys
  • 1992–1994: Atlas Fútbol Club
  • 1995/96: Club de Fútbol América S.A. de C.V.
  • 1997/98: Club Atlético Vélez Sarsfield
  • 1998: Reial Club Deportiu Espanyol de Barcelona
  • 1998–2004: Αργεντινή
  • 2007–2011: Χιλή
  • 2011–2013: Athletic Club Bilbao
  • 2014/15: Olympique de Marseille

Τίτλοι

Ως προπονητής

Με τη Newell's Old Boys
  • Πρωτάθλημα Αργεντινής: 2 (1991, Clausura 1992).
  • Copa Libertadores: φιναλίστ 1992.

 Με τη  Vélez Sarsfield
  • Πρωτάθλημα Αργεντινής: Clausura 1998

Με την  Athletic Bilbao
  • Europa League: φιναλίστ 2012.
  • Κύπελλο Ισπανίας: φιναλίστ 2012.

Διεθνείς

Με την Αργεντινή
  • Copa América: φιναλίστ 2004.
  • Ολυμπιακοί Αγώνες: Χρυσό Μετάλλιο 2004.

ΠΗΓΗ: contra.gr