Ο (Δυτικο)-Γερμανός κεντρικός επιθετικός Γιούργκεν Κλίνσμαν (Jürgen Klinsmann), γεννήθηκε στις 30 Ιουλίου του 1964, στο Γκέπινγκεν της Βάδης-Βιρτεμβέργης, στη νότια Γερμανία. Ως παίκτης, αγωνίστηκε για αρκετούς εξέχοντες συλλόγους στην Ευρώπη και ήταν μέλος της εθνικής ομάδας της Δυτικής Γερμανίας που κατέκτησε το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990 και της γερμανικής ομάδας που κατέκτησε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1996. Ένα από τους Κορυφαίους Γερμανούς Στράικερ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, σκόραρε και στα 6 μεγάλα διεθνή τουρνουά που συμμετείχε, από το Euro του 1988 έως και το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998. Το 1995, ήρθε στην 3ος στον διαγωνισμό για Πίκτης της Χρονιάς από την FIFA και τον Μάρτιο του 2004, ονομάστηκε από τον Πελέ (Edson Arantes do Nascimento, “Pelé”) στον κατάλογο FIFA 100, με τους 125 Μεγαλύτερους Εν Ζωή Ποδοσφαιριστές του Κόσμου, στο πλαίσιο των εορτασμών για την εκατονταετηρίδα της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας.
Προπονητικά, οδήγησε την γερμανική εθνική ομάδα σε μια 3η θέση στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006. Παραιτήθηκε μετά από δύο χρόνια και αντικαταστάθηκε από τον βοηθό του Γιοάχιμ Λεβ (Joachim Löw). Ανέλαβε την Μπάγερν Μονάχου τον Ιούλιο του 2008 και απολύθηκε τον Απρίλιο του 2009, τρεις βαθμούς πίσω από τον πρωτοπόρο στο πρωτάθλημα Βόλφσμπουργκ, ύστερα από μια σοβαρή σύγκρουση απόψεων με την διοίκηση του συλλόγου. Τον Ιούλιο του 2011, ανέλαβε προπονητής της εθνικής ομάδας των Ηνωμένων Πολιτειών. Κατέκτησε το CONCACAF Gold Cup του 2013 και ονομάστηκε Προπονητής της Χρονιάς από την Συνομοσπονδία Βορείου, Κεντρικής Αμερικής και Καραϊβικής. Οδήγησε την ομάδα των Ηνωμένων Πολιτειών στους 16 του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Βραζιλίας το 2014. Τον Νοέμβριο του 2016 απολύθηκε, μετά από ήττες στο Μεξικό και την Κόστα Ρίκα για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου.
Όντας ένας από τους τέσσερις γιους του Ζίγκφριντ και της Μάρθα Κλίνσμαν. Ξεκίνησε το ποδόσφαιρο σε ηλικία μόλις οκτώ ετών, στην ερασιτεχνική ομάδα Γκίνγκεν της περιοχής του. Μάλιστα σε ένα παιχνίδι με τη φανέλα της πρώτης του ομάδας είχε σκοράρει ούτε ένα, ούτε δύο, αλλά 16 τέρματα! Στην ηλικία των 10 ετών ξεκίνησε να παίζει για την Γκαϊσλίνγκεν. Όταν μετά από τέσσερα χρόνια, ο φούρναρης πατέρας του αγόρασε ένα αρτοποιείο στη μεγαλούπολη της περιοχής, τη Στουτγάρδη, ο Γιούργκεν συνέχισε να παίζει για την Γκαϊσλίνγκεν, παρά το γεγονός, ότι οι άνθρωποι της Βίρτεμπεργκ τον είχαν ξεχωρίσει σε ένα καμπ της ομάδας. Στα 16 του όμως, ήρθε η ώρα να υπογράψει συμβόλαιο με τους Κίκερς της Στουτγάρδης, η οποία έμελλε να είναι και η πρώτη του επαγγελματική ομάδα 2 χρόνια αργότερα, μόλις ενηλικιώθηκε. Βέβαια, ο πατέρας του είχε άλλες βλέψεις. Είχε αποφασίσει, ότι ο γιος του, θα μπορούσε να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο πιο σοβαρά, μόνο αφού είχε ολοκληρώσει τη μαθητεία του στην οικογενειακή επιχείρηση! Και ο νεαρός Γιούργκεν το κάνει. Ολοκληρώνει τη μαθητεία του το 1982. Ως τότε όμως, έχει πάρει ήδη θέση βασικού στους Κίκερς και μέχρι την επόμενη σεζόν, 1983/84, σκόραρε 22 γκολ σε 61 συμμετοχές. Η ταχύτητά του είναι το χαρακτηριστικό που ξεχωρίζει στον Κλίνσμαν κι αυτό γίνεται γρήγορα αντιληπτό από τους προπονητές του, που τον καλούν να δουλέψει στο σπριντ και να βελτιώσει ακόμη περισσότερο τις επιδόσεις του.
Προπονητικά, οδήγησε την γερμανική εθνική ομάδα σε μια 3η θέση στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006. Παραιτήθηκε μετά από δύο χρόνια και αντικαταστάθηκε από τον βοηθό του Γιοάχιμ Λεβ (Joachim Löw). Ανέλαβε την Μπάγερν Μονάχου τον Ιούλιο του 2008 και απολύθηκε τον Απρίλιο του 2009, τρεις βαθμούς πίσω από τον πρωτοπόρο στο πρωτάθλημα Βόλφσμπουργκ, ύστερα από μια σοβαρή σύγκρουση απόψεων με την διοίκηση του συλλόγου. Τον Ιούλιο του 2011, ανέλαβε προπονητής της εθνικής ομάδας των Ηνωμένων Πολιτειών. Κατέκτησε το CONCACAF Gold Cup του 2013 και ονομάστηκε Προπονητής της Χρονιάς από την Συνομοσπονδία Βορείου, Κεντρικής Αμερικής και Καραϊβικής. Οδήγησε την ομάδα των Ηνωμένων Πολιτειών στους 16 του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Βραζιλίας το 2014. Τον Νοέμβριο του 2016 απολύθηκε, μετά από ήττες στο Μεξικό και την Κόστα Ρίκα για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου.
Όντας ένας από τους τέσσερις γιους του Ζίγκφριντ και της Μάρθα Κλίνσμαν. Ξεκίνησε το ποδόσφαιρο σε ηλικία μόλις οκτώ ετών, στην ερασιτεχνική ομάδα Γκίνγκεν της περιοχής του. Μάλιστα σε ένα παιχνίδι με τη φανέλα της πρώτης του ομάδας είχε σκοράρει ούτε ένα, ούτε δύο, αλλά 16 τέρματα! Στην ηλικία των 10 ετών ξεκίνησε να παίζει για την Γκαϊσλίνγκεν. Όταν μετά από τέσσερα χρόνια, ο φούρναρης πατέρας του αγόρασε ένα αρτοποιείο στη μεγαλούπολη της περιοχής, τη Στουτγάρδη, ο Γιούργκεν συνέχισε να παίζει για την Γκαϊσλίνγκεν, παρά το γεγονός, ότι οι άνθρωποι της Βίρτεμπεργκ τον είχαν ξεχωρίσει σε ένα καμπ της ομάδας. Στα 16 του όμως, ήρθε η ώρα να υπογράψει συμβόλαιο με τους Κίκερς της Στουτγάρδης, η οποία έμελλε να είναι και η πρώτη του επαγγελματική ομάδα 2 χρόνια αργότερα, μόλις ενηλικιώθηκε. Βέβαια, ο πατέρας του είχε άλλες βλέψεις. Είχε αποφασίσει, ότι ο γιος του, θα μπορούσε να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο πιο σοβαρά, μόνο αφού είχε ολοκληρώσει τη μαθητεία του στην οικογενειακή επιχείρηση! Και ο νεαρός Γιούργκεν το κάνει. Ολοκληρώνει τη μαθητεία του το 1982. Ως τότε όμως, έχει πάρει ήδη θέση βασικού στους Κίκερς και μέχρι την επόμενη σεζόν, 1983/84, σκόραρε 22 γκολ σε 61 συμμετοχές. Η ταχύτητά του είναι το χαρακτηριστικό που ξεχωρίζει στον Κλίνσμαν κι αυτό γίνεται γρήγορα αντιληπτό από τους προπονητές του, που τον καλούν να δουλέψει στο σπριντ και να βελτιώσει ακόμη περισσότερο τις επιδόσεις του.
Το Μιλάνο και ο τελικός του 1990
Ίσως όμως εκείνος ο τελικός κόντρα στους Ιταλούς να ήταν
σημαδιακός για τον Κλίνσμαν, καθώς η επόμενη σεζόν θα τον βρει στο Μιλάνο και
την Ίντερ, όπου αγωνίστηκε μαζί με τους συμπαίκτες του στην Εθνική Γερμανίας
Αντρέας Μπρέμε (Andreas "Andy" Brehme) και Λόταρ Ματέους (Lothar
Herbert Matthäus). Το πώς ένας επιθετικός, στο στυλ του Κλίνσμαν βρέθηκε με ένα
τριετές συμβόλαιο στα χέρια με υπογεγραμμένο από την σούπερ… αμυντική Ίντερ του
Τζιοβάνι Τραπατόνι (Giovanni Trapattoni) δεν το ξέρουμε. Αυτό που ξέρουμε
σίγουρα είναι ότι τα 13 τέρματα του Γερμανού στην πρώτη του χρονιά στο Μιλάνο,
η συνολική του παρουσία, αλλά και το γεγονός ότι έμαθε ιταλικά από τη μια μέρα
στην άλλη, τον έκαναν έναν από τους πιο αγαπητούς και δημοφιλείς ξένους
ποδοσφαιριστές στην Ιταλία.
Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς είναι από τα πιο σημαντικά για τον Γιούργκεν Κλίνσμαν, αλλά και για όλους τους Γερμανούς φιλάθλους. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ιταλίας, στη φάση των «16» οι Γερμανοί πρέπει να αντιμετωπίσουν τους Ολλανδούς. Ο Κλίνσμαν κάνει ότι θέλει στην άμυνα των «οράνιε», ανοίγει το σκορ για λογαριασμό της ομάδας και πραγματοποιεί ένα από τα καλύτερα παιχνίδια της καριέρας του. Το τελικό 2-1 δίνει την πρόκριση στους Γερμανούς, που βρίσκουν μπροστά τους την Τσεχοσλοβακία, την οποία και αποκλείουν. Επόμενος αντίπαλος στον ημιτελικό οι Άγγλοι. Οι Δυτικό-Γερμανοί θα χρειαστούν τη διαδικασία των πέναλτι για να προχωρήσουν στον τελικό, όπου θα μπορέσουν να φτάσουν στο ψηλότερο ποδοσφαιρικό σκαλί του κόσμου, μόνο αν ξεπεράσουν την Αργεντινή. Και θα το κάνουν. Θα κερδίσουν με 1-0, ο Κλίνσμαν, ωστόσο, μάλλον θυμάται ακόμη το φάουλ, που του έκανε ο Πέδρο Μοντσόν (Pedro Damián Monzón). Ο Αργεντινός αποβλήθηκε με απ’ ευθείας κόκκινη κάρτα στο 65’ για το φάουλ που έκανε στον Κλίνσμαν κι έγινε ο πρώτος παίκτης που αποβάλλεται σε τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου.
Η επόμενη σεζόν επιφυλάσσει ένα ακόμη τρόπαιο για τον Κλίνσμαν. Αυτό του Κυπέλλου UEFA, που θα κατακτήσει με τη φανέλα της Ίντερ κόντρα στη Ρόμα, ενώ κατά τη διάρκεια της χρονιάς ο Γερμανός επιθετικός θα σκοράρει 14 φορές. Το συμβόλαιό του ανανεώνεται μέχρι το 1994, τα πράγματα στο Μιλάνο όμως δεν εξελίσσονται, όπως θα περίμενε. Τα μόλις 7 γκολ, που πετυχαίνει ο ίδιος, αλλά και η 8η θέση που καταλαμβάνει η Ίντερ τη χρονιά εκείνη, είναι ενδεικτικά. Μάλιστα, η κακή χρονιά της Ίντερ κοστίζει προσωρινά στον Κλίνσμαν τη συμμετοχή του ως βασικός, στην Εθνική ομάδα της Γερμανίας και θα χρειαστεί να… υποστεί κάταγμα στο χέρι ο Ρούντι Φέλερ (Rudolf "Rudi" Völler), ώστε ο Κλίνσμαν να κερδίσει και πάλι τη θέση του στην επίθεση της Γερμανίας στο εναρκτήριο παιχνίδι του Euro 1992 κόντρα στην Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών, που είχε προκύψει μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Κατά τη διάρκεια του τουρνουά ο Κλίνσμαν δείχνει, ότι δεν έχει χάσει καθόλου τη φόρμα του και βοηθά τα μέγιστα, ώστε η ομάδα του να φτάσει στον τελικό. Εκεί όμως, η μεγάλη έκπληξη της διοργάνωσης, η Δανία θα αφήσει άπαντες με το στόμα ανοικτό, κερδίζοντας τους Γερμανούς με 2-0 και κατακτώντας το πολυπόθητο τρόπαιο! Με τους «νερατζούρι» κατέκτησε ακόμη το ιταλικό Σούπερ Καπ το 1989, ενώ σε 95 ματς πρωταθλήματος, σημείωσε 34 γκολ.
Επόμενος σταθμός για τον Γιούργκεν Κλίνσμαν η Γαλλία και το Μονακό, που θα δει την ομώνυμη ομάδα του να φτάνει μέχρι τη δεύτερη θέση της Ligue 1 στην πρώτη σεζόν του Γερμανού στην πόλη! Στο Κύπελλο Κυπελλούχων, το φθινόπωρο του 1992, οι Μονεγάσκοι αποκλείστηκαν από τον Ολυμπιακό, με τον Γερμανό στράικερ να σημαδεύει το δοκάρι στον αγώνα ρεβάνς του -τότε- σταδίου Καραϊσκάκη! Και δεν ήταν μόνο αυτό, αλλά μετά το σκάνδαλο δωροδοκίας, για το οποίο κατηγορήθηκε η Λιόν, η Μονακό ήταν αυτή, που πήρε τη θέση της στο Τσάμπιονς Λιγκ της επόμενης σεζόν. Η Μονακό με τον Κλίνσμαν στη σύνθεσή της φτάνει μέχρι τον ημιτελικό, όπου θα αποκλειστεί από την μετέπειτα πρωταθλήτρια Ευρώπης, Μίλαν. Η ρήξη συνδέσμων, που θα κρατήσει τον Κλίνσμαν εκτός αγωνιστικών χώρων για δύο μήνες, την επόμενη χρονιά, αλλά και η διαφορετική αγωνιστική αντιμετώπιση της ομάδας απέναντι στη Μονακό, που φαίνεται δυσαρεστημένος από το μοναχικό του ρόλο στην επίθεση, θα τον οδηγήσουν να «σπάσει» το συμβόλαιό του ένα χρόνο πριν την προκαθορισμένη λήξη του το 1995. Με τη Μονακό, σε 65 συμμετοχές, σημείωσε 29 γκολ. Στο μεταξύ, στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994, η Γερμανία θα αποκλειστεί μεν από τη Βουλγαρία στα προημιτελικά, ο Κλίνσμαν όμως θα προλάβει να σκοράρει πέντε φορές και να ανακηρυχθεί για δεύτερη φορά «παίκτης της χρονιάς» για τους Γερμανούς.
«Γιατί αγαπώ τον Κλίνσμαν»
Προς έκπληξη πολλών ο επόμενος σταθμός του Κλίνσμαν είναι
το Λονδίνο και η Τότεναμ! Οι Άγγλοι, είτε πρόκειται για οπαδούς, είτε για
δημοσιογράφους δεν τον υποδέχονται με τον καλύτερο τρόπο. Πώς να ξεχάσουν
άλλωστε, ότι ήταν από τους βασικούς υπαίτιους για τον αποκλεισμό της Εθνικής
τους ομάδας από τον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1990; Και σαν μην έφτανε
αυτό, στα μάτια των Άγγλων, ο Κλίνσμαν δεν είναι παρά ένας… diver, όρος που
χρησιμοποιείται, για να περιγράψει τον επιθετικό, που κάνει ό,τι μπορεί για να…
εκβιάσει φάουλ και πέναλτι πέφτοντας όσο πιο εύκολα και όσο πιο συχνά μπορεί
από τα μαρκαρίσματα των αντιπάλων. Και η ιστορία δε σταματά εδώ! Στο ντεμπούτο
του με τη φανέλα της Τότεναμ απέναντι στη Σέφιλντ Γουένσντεϊ, σκοράρει με
κεφαλιά και πανηγυρίζει κάνοντας μία θεαματική όσο και… ειρωνική βουτιά στο
χορτάρι! Μάλιστα, ένας δημοσιογράφος της εφημερίδας «Guardian», που είχε γράψει
ένα άρθρο με τίτλο «Γιατί μισώ τον Γιούργκεν Κλίνσμαν» δύο μήνες αργότερα,
αναγκάζεται να γράψει ένα νέο άρθρο με τίτλο αυτή τη φορά «Γιατί αγαπώ τον
Γιούργκεν Κλίνσμαν»! Μετά από όλα αυτά
αξίζει να αναφέρουμε, ότι το 1995 ο Κλίνσμαν κέρδισε το βραβείο του «Καλύτερου
Παίκτη της Χρονιάς» για την Αγγλία από τη Ένωση των Δημοσιογράφων Αθλητικού
Τύπου!
Ο χαρακτήρας του, το χιούμορ του, ο τρόπος με τον οποίο
αντιμετώπισε τους κριτές και τους επικριτές του, αλλά φυσικά και η απόδοσή του
και η παρουσία του στα αγγλικά γήπεδα σύντομα τον έκαναν πολύ αγαπητό και
δημοφιλή στην Αγγλία. Οι φανέλες του σημείωσαν ρεκόρ πωλήσεων, ανακηρύχθηκε
παίκτης της χρονιάς για το 1995, το όνομά του είναι γραμμένο με χρυσά γράμματα
στην ιστορία της Τότεναμ, ενώ το… κέρινο ομοίωμά του κοσμεί το μουσείο της
Madame Tussauds στο Λονδίνο! Στη μία σεζόν που αγωνίστηκε στην αγγλική ομάδα,
πέτυχε 21 γκολ σε 41 ματς πρωταθλήμαος
και 30 συνολικά.
Ο επαναπατρισμός…
Τα επόμενα δύο χρόνια θα βρουν τον Κλίνσμαν στη Γερμανία,
αλλά αυτή τη φορά στο Μόναχο και την Μπάγερν. Και τις δύο χρονιές σκοράρει όσο
κανείς άλλος συμπαίκτης του, βρίσκοντας τα δίχτυα 31 φορές σε 65 εμφανίσεις, ενώ
το 1996 κατακτά με τη φανέλα των Βαυαρών το Κύπελλο UEFA, πετυχαίνοντας μάλιστα το τρίτο γκολ
στο 3-1 εναντίον της Μπορντό στο δεύτερο τελικό. Σ΄ αυτή τη διοργάνωση του
Κυπέλλου UEFA, πέτυχε 15 γκολ σε 12 παιχνίδια (!), σημειώνοντας ένα ρεκόρ που κρατούσε μέχρι το 2011, όταν ήρθε ο
Ραδαμέλ Φαλκάο (Radamel Falcao García Zárate) και ολοκλήρωσε τη διοργάνωση (Europa
League πλέον) με 17 τέρματα! Τίτλος πάντως τον περίμενε και τη δεύτερη χρονιά
στο Μόναχο, όταν η Μπάγερν κατέκτησε το πρωτάθλημα Γερμανίας.
Στη συνέχεια ο Γερμανός επιθετικός θα κάνει μία μικρή
στάση στην Ιταλία και τη Σαμπντόρια, για να επιστρέψει εν τέλει στην Αγγλία και
την Τότεναμ το χειμώνα του 1997. Τη σεζόν 1997/98 δικά του τα γκολ είναι αυτά
που θα σώσουν ουσιαστικά τους Λονδρέζους, οι οποίοι καταφέρουν να παραμείνουν
στην κατηγορία. Η Τότεναμ έμελλε να είναι και ο τελευταίος σταθμός της καριέρας
του. Πραγματοποιεί το τελευταίο του παιχνίδι στο κλείσιμο της Πρέμιερ Λιγκ
εκείνης της χρονιάς κόντρα στη Σαουθάμπτον και ανακοινώνει την απόφασή του να
κρεμάσει τα παπούτσια του μετά το επερχόμενα Μουντιάλ του 1998. Το 2003, σε
ηλικία 39 ετών αγωνίστηκε με το ψευδώνυμο Jay Goppingen, στην Αμερική για
λογαριασμό της Orange County Blue Star, ομάδα τέταρτης κατηγορίας του
αμερικανικού πρωταθλήματος και σε οκτώ εμφανίσεις κατάφερε να σκοράρει πέντε
φορές!
Σε 108 εμφανίσεις με την Εθνική ομάδα της χώρας του έχει
πετύχει 47 τέρματα και μοιράζεται την τρίτη θέση στη σχετική λίστα με τον
Ρούντι Φέλερ. Μπροστά τους ο Γκερντ Μίλερ (Gerhard "Gerd" Müller) με
68 γκολ και ο Μίροσλαβ Κλόζε (Miroslav Josef Klose) με 61. Ο Γιούργκεν Κλίνσμαν
σκόραρε σε όλες τις διεθνείς διοργανώσεις, στις οποίες πήρε μέρος από το Euro
του 1988 ως το Μουντιάλ του 1998 (και με τη φανέλα της Δυτικής Γερμανίας). Ήταν ο πρώτος ποδοσφαιριστής που κατάφερε να
σκοράρει τουλάχιστον 3 γκολ σε κάθε ένα από 3 Παγκόσμια Κύπελλα, στα οποία συμμετείχε.
Τον ισοφάρισαν αργότερα ο Βραζιλιάνος Ρονάλντο (Ronaldo Luís Nazário de Lima)
και ο συμπατριώτης του Μίροσλαβ Κλόζε.
Ο κόουτς Γιούργκεν Κλίνσμαν
Ο Γιούργκεν Κλίνσμαν το 2004 ανέλαβε την τεχνική ηγεσία
της Εθνικής ομάδας της Γερμανίας, αποτελώντας το διάδοχο του πάλαι ποτέ
συμπαίκτη του, Ρούντι Φέλερ. Ο Κλίνσμαν επιχειρεί να φέρει νέα πνοή και νέα
δεδομένα στη γερασμένη όσο και απογοητευτική ομάδα του Euro 2004. Η κριτική που
δέχτηκε από μερίδα οπαδών και δημοσιογράφων ήταν σκληρή, ωστόσο δεν τον πτόησε
ούτε μετά από κάποια ατυχή αποτελέσματα της ομάδας. Άλλωστε, ως τεχνικός της Γερμανίας ήθελε να δώσει τις
απαντήσεις του στο γήπεδο. Και σε μεγάλο βαθμό τα κατάφερε, όταν η ομάδα του έφτασε
μέχρι τον ημιτελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2006, όπου και αποκλείστηκε από
τη μετέπειτα πρωταθλήτρια κόσμου, Ιταλία. Ο κόσμος αναγνώρισε την προσπάθεια
του ίδιου και των παικτών του και τον αποθέωσε κατά την επιστροφή της ομάδας
στο Βερολίνο. Πολλοί υποστήριξαν, ότι το επιθετικό στυλ των Γερμανών στο
Μουντιάλ του 2006, η πορεία τους μέχρι τον ημιτελικό, αλλά και τα νέα ονόματα
που ο Κλίνσμαν έφερε στο προσκήνιο αποκατέστησαν το όνομα της εθνικής ομάδας
της Γερμανίας στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο, ενώ δεν ήταν και λίγοι εκείνοι, που τον
αποκάλεσαν… Κάιζερ.
Παρά την αναγνώριση και τις τιμές στο πρόσωπό του, ο Κλίνσμαν κάνει για ακόμη μία φορά την έκπληξη και αποφασίζει να αρνηθεί την πρόταση ανανέωσης του συμβολαίου του με τη γερμανική ποδοσφαιρική ομοσπονδία εξηγώντας, πως θέλει πλέον να αφιερώσει περισσότερο χρόνο στην οικογένειά του, μιας και η ενασχόλησή του με την εθνική ομάδα της χώρας του, απαιτούσε πολλή ενέργεια και φυσικά δουλειά. Από τη μέρα που άφησε την Εθνική το όνομα του Κλίνσμαν είχε συνδεθεί με τις… μισές ευρωπαϊκές ομάδες, όπως είναι η Λίβερπουλ και η Τσέλσι, ενώ είχε ακουστεί και για τον πάγκο της εθνικής ομάδας των ΗΠΑ. Ωστόσο, τίποτα από όλα αυτά δεν αποδείχθηκε αληθινό. Ή ακόμη κι αν ήταν, ο Γερμανός δεν τα έκανε πράξη ποτέ.
Η πρώτη φορά, που ο Κλίνσμαν θα πεισθεί να αναλάβει τα
ηνία ενός συλλόγου είναι το 2008, όταν και θα αποδεχθεί την πρόταση της Μπάγερν
Μονάχου. Ο Κλίνσμαν θα φέρει αλλαγές και στο Μόναχο και θα καταφέρει να φτάσει
την ομάδα του μέχρι και τον προημιτελικό του Τσάμπιονς Λιγκ, όπου θα
αποκλειστεί από τη μετέπειτα πρωταθλήτρια Ευρώπης, Μπαρτσελόνα. Το ρεκόρ του
στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση ήταν 6 νίκες, 3 ισοπαλίες και 1 ήττα
(αυτή από την Μπαρτσελόνα). Μία διαφωνία με τους ανθρώπους στη διοίκηση της
ομάδας θα του κοστίσει την απομάκρυνσή του από τον πάγκο της πέντε αγωνιστικές
πριν το τέλος της Μπουντεσλίγκα και ενώ η Μπάγερν υπολειπόταν τρεις βαθμούς από
την πρωτοπόρο Βόλφσμπουργκ, με απολογισμό 16 νίκες, 6 ισοπαλίες και 7 ήττες.
Ο Γερμανός κατά την πάγια τακτική του έμεινε για άλλα δύο χρόνια εκτός πάγκων προτού αναλάβει τη νέα μεγάλη πρόκληση της προπονητικής καριέρας του. Παράλληλα, διατηρούσε μια εταιρεία με την επωνυμία «Soccer Solutions», οι οποία αποτελούσαν τους συμβούλους της Toronto FC του MLS. Στις 29 Ιουλίου του 2011, ανακοινώθηκε ως ο νέος προπονητής της εθνικής ΗΠΑ. Στις 29 Φεβρουαρίου του 2012, οι Αμερικανοί πέτυχαν ιστορική νίκη σε φιλικό επί της Ιταλίας με 1-0, ενώ στις 2 Ιουνίου του 2013 επικράτησαν με 4-3 της Γερμανίας. Στις 28 Ιουλίου, οι ΗΠΑ κατέκτησαν το 5ο CONCACAF Gold Cup (1-0 επί του Παναμά). Στις 12 Δεκεμβρίου του 2013, επέκτεινε το συμβόλαιο με την αμερικανική ομοσπονδία μέχρι το 2018. Απέκλεισε από την αποστολή για το Μουντιάλ της Βραζιλίας τον Λάντον Ντόνοβαν (Landon Timothy Donovan) χαρακτηρίζοντας την ως την πιο δύσκολη απόφαση της προπονητικής καριέρας του. Οδήγησε την Αμερική στη φάση των "16" του Παγκοσμίου Κυπέλλου, όπου αποκλείστηκε στην παράταση από το Βέλγιο (2-1).
Είναι παντρεμένος
με την Κινέζο-Αμερικανίδα Debbie Chin, πρώην μοντέλο, με την οποία έχει
αποκτήσει δύο παιδιά, τον 17χρονο Τζόναθαν και τη 13χρονη Λέιλα. Ο φούρνος του
πατέρα του υπάρχει ακόμη στη Στουτγκάρδη στην περιοχή Botnang! Είναι γνωστός και για το φιλανθρωπικό του
έργο. Το 1995 αποτέλεσε έναν από τους ιδρυτές του φιλανθρωπικού ιδρύματος
«Agapedia» εμπνευσμένο από την ελληνική γλώσσα, που ουσιαστικά σημαίνει την
αγάπη για τα παιδιά, ενώ είναι μέλος και του γερμανικής πρωτοβουλίας «Fur die
Zukunft lernen», που σημαίνει «Μαθαίνουμε για το μέλλον» και αφορά την
εκπαίδευση των νέων σχετικά με το Ολοκαύτωμα. Μιλάει άπταιστα αγγλικά, ιταλικά,
γαλλικά, ενώ ένα από τα χόμπι του είναι να πιλοτάρει ελικόπτερα, αφού διαθέτει
δίπλωμα πιλότου!
Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)
Εφηβική καριέρα
- 1972–1974: TB Gingen
- 1974–1978: Sport-Club Geislingen 1900
- 1978–1981: Sportverein Stuttgarter Kickers
Επαγγελματική καριέρα
- 1981–1984: Sportverein Stuttgarter Kickers, 61 (22)
- 1984–1989: Verein für Bewegungsspiele Stuttgart 1893, 156 (79)
- 1989–1992: Football Club Internazionale Milano , 95 (34)
- 1992–1994: Association Sportive de Monaco Football Club, 65 (29)
- 1994/95: Tottenham Hotspur Football Club, 41 (21)
- 1995–1997: Fußball-Club Bayern München, 65 (31)
- 1997/98: Unione Calcio Sampdoria, 8 (2)
- 1997/98: (δανεικός) → Tottenham Hotspur Football Club, 15 (9)
- 2003: Orange County Blue Star, 8 (5)
Σύνολο καριέρας: 514 (232)
Διεθνής
- 1984/85: Εθνική Ελπίδων Δυτικής Γερμανίας, 8 (3)
- 1987/88: Ολυμπιακή Ομάδα Δυτικής Γερμανίας, 14 (8)
- 1987–1990: Δυτική Γερμανία, 26 (7)
- 1990–1998: Γερμανία, 82 (40)
Προπονητική καριέρα
Τίτλοι
Ως ποδοσφαιριστής
Συλλογικοί
Με την Inter Milan
- Σούπερ Καπ Ιταλίας: 1989
- Κύπελλο UEFA: 1990/91
Με τη Bayern Munich
- Κύπελλο UEFA: 1995/96
- Πρωτάθλημα Γερμανίας: 1996/97
Διεθνείς
Με τη Δυτική Γερμανία/Γερμανία
- Παγκόσμιο Κύπελλο: 1990
- Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα: φιναλίστ το 1992, 1996
- Ολυμπιακοί Αγώνες: Χάλκινο Μετάλλιο στη Βαρκελώνη το 1988
- U.S. Cup: 1993
Προσωπικές Διακρίσεις
- Πρώτος Σκόρερ Γερμανικού Πρωταθλήματος: 1987/88
- Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς για τη Δυτική Γερμανία/Γερμανία: 2 (1988, 1994)
- Μέλος Ιδανικής 11άδας Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1990
- Παίκτης του Μήνα στη Premier League: Αύγουστος 1994
- Παίκτης της Χρονιάς για τη Tottenham Hotspur: 1994
- Καλύτερος Παίκτης της Χρονιάς για την Αγγλία από τη Ένωση Δημοσιογράφων Αθλητικού Τύπου: 1994/95
- Μέλος Ιδανικής 11άδας της Χρονιάς για την Αγγλία από τη Ένωση Επαγγελματιών Ποδοσφαιριστών Αγγλίας: 1994/95
- Μέλος Ιδανικής 11άδας της Χρονιάς από τη Ευρωπαϊκή Ένωση Αθλητικού Τύπου: 1994/95
- Χρυσή Μπάλα: επιλαχών το 1995
- 3ος Καλύτερος Παίκτης της Χρονιάς από τη FIFA: 1995
- Πρώτος Σκόρερ Κυπέλλου UEFA: 1995/96
- Μέλος Επιλέκτων FIFA: 2 (1996, 1999)
- Μέλος της λίστας των 125 Εν Ζωή Καλύτερων Παικτών του Κόσμου που συνέταξε το 2004 ο Πελέ για τα 100 Χρόνια της FIFA
Ως προπονητής
Διεθνείς
Με τη Γερμανία
- Παγκόσμιο Κύπελλο: 3η θέση το 2006
- Με τις Ηνωμένες Πολιτείες
- CONCACAF Gold Cup: 2013
Προσωπικές Διακρίσεις
- Προπονητής της Χρονιάς για τη Γερμανία: 2006
- Προπονητής της Χρονιάς για την CONCACAF: 2013
ΠΗΓΕΣ: cobrasports.gr - sport24.gr