Ο Γερμανός τερματοφύλακας Όλιβερ Καν (Oliver Rolf Kahn), γεννήθηκε στις 15 Ιουνίου του 1969 στην Καρλσρούη. Ξεκίνησε την καριέρα του στα τμήματα υποδομής του συλλόγου της γενέτειράς του, την Καρλσρούη το 1975 και 12 χρόνια αργότερα, έκανε το ντεμπούτο του στην επαγγελματική ομάδα. Το 1994, μεταγράφηκε στη Μπάγερν Μονάχου, για DM 4,6 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα, με την οποία έπαιξε μέχρι το τέλος της καριέρας του το 2008. Η επιβλητική παρουσία του στα γκολπόστ και το επιθετικό του ύφος, του χάρισαν τα παρατσούκλια «Der Titan» (Ο Τιτάνας) από τον Τύπο και «Vol-Kahn-o» Το Ηφαίστειο), ηχητικός συνειρμός με τ’ όνομά του, από τους οπαδούς. Είναι ένας από τους πιο επιτυχημένους Γερμανούς παίκτες στην πρόσφατη ιστορία, έχοντας κερδίσει 8 τίτλους της γερμανικής Μπουντεσλίγκα, 6 Κύπελλα Γερμανίας, το Κύπελλο UEFA του 1996, καθώς επίσης το Champions League και το Διηπειρωτικό Κύπελλο, αμφότερα το 2001. Θεωρείται ως ένας από τους Μεγαλύτερους Τερματοφύλακες Όλων των Εποχών. Σε ατομικό επίπεδο, έχει κερδίσει (ένα ρεκόρ) 4 συνεχόμενες χρονιές το Βραβείο του Καλύτερου Ευρωπαίου Τερματοφύλακα από την UEFA, καθώς και 3 φορές το Βραβείο του Καλύτερου Τερματοφύλακα στον Κόσμο από την Διεθνή Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου (IFFHS), αλλά και 2 Βραβεία του Καλύτερου Γερμανού Ποδοσφαιριστή της Χρονιάς. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002, έγινε ο μοναδικός τερματοφύλακας στην ιστορία της διοργάνωσης που κέρδισε τη Χρυσή Μπάλα. Τοποθετείται 5ος Καλύτερος Τερματοφύλακας του 21ου Αιώνα, τόσο από την IFFHS, όσο και των τελευταίων 25 ετών.
Από το 1994 έως το 2006, ήταν μέλος της γερμανικής εθνικής ομάδας, στην οποία έπαιξε ως βασικός, μετά την αποχώρηση του Αντρέας Κέπκε (Köpke), όντας αναπληρωματικός του στην ομάδα που κατέκτησε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1996, ενώ στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002, η ομάδα έφτασε στο τελικό. Ενώ η Γερμανία, αρκετές φορές χλευάστηκε για την κακή απόδοσή της, η ανδρεία του Όλιβερ Καν αποδείχθηκε ότι ήταν ο αποφασιστικός παράγοντας σε πολλά παιχνίδια μέχρι το τελικό, όπου η Γερμανία ηττήθηκε 0-2 από την Βραζιλία, με τον ίδιο να κάνει μια λάθος εκτίμηση στο πρώτο γκολ της Βραζιλίας. Παρ' όλ’ αυτά, ονομάστηκε ως ο Καλύτερος Παίκτης του τουρνουά και κέρδισε το βραβείο της Χρυσής Μπάλας.
Από το 1994 έως το 2006, ήταν μέλος της γερμανικής εθνικής ομάδας, στην οποία έπαιξε ως βασικός, μετά την αποχώρηση του Αντρέας Κέπκε (Köpke), όντας αναπληρωματικός του στην ομάδα που κατέκτησε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1996, ενώ στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002, η ομάδα έφτασε στο τελικό. Ενώ η Γερμανία, αρκετές φορές χλευάστηκε για την κακή απόδοσή της, η ανδρεία του Όλιβερ Καν αποδείχθηκε ότι ήταν ο αποφασιστικός παράγοντας σε πολλά παιχνίδια μέχρι το τελικό, όπου η Γερμανία ηττήθηκε 0-2 από την Βραζιλία, με τον ίδιο να κάνει μια λάθος εκτίμηση στο πρώτο γκολ της Βραζιλίας. Παρ' όλ’ αυτά, ονομάστηκε ως ο Καλύτερος Παίκτης του τουρνουά και κέρδισε το βραβείο της Χρυσής Μπάλας.
Γιος του Ρολφ και της Μόνικα Καν, σε ηλικία
μόλις 6 ετών εντάχτηκε στις ακαδημίες της Καρλσρούης ακολουθώντας ουσιαστικά τα
χνάρια του πατέρα του ο οποίος είχε ξεκινήσει την ποδοσφαιρική του καριέρα
παίζοντας για την ομάδα της γενέτειράς του από το 1962 μέχρι το 1965. Ο μικρός
Όλιβερ έκανε τα πρώτα του βήματα παίζοντας σε άλλες θέσεις, πριν ανακαλύψει ότι
ήταν πολύ καλύτερος κάτω από τα γκολπόστ και πως φορώντας τα γάντια είχε
μεγαλύτερες προοπτικές για καριέρα. Πέρασε από όλες τις "μικρές"
ομάδες της Καρλσρούης "γράφοντας" χιλιάδες ώρες προπόνησης για πάνω
από μία δεκαετία και τελικά η σεζόν 1987/88 έφερε την πρώτη γλυκιά ανταμοιβή
για τους κόπους του καθώς υπέγραψε επαγγελματικό συμβόλαιο και έγινε ουσιαστικά
ο back-up γκολκίπερ πίσω από τον βασικό και αναντικατάστατο εκείνη την εποχή
Αλεξάντερ Φάμουλα (Alexander Famulla).
Η 27η Νοεμβρίου του 1987 είναι η πρώτη ξεχωριστή
ημερομηνία για την οποία μπορεί να κοιτάζει πίσω με καμάρι και συγκίνηση καθώς
πραγματοποίησε το ντεμπούτο του στη Bundesliga με τη φανέλα της Καρλσρούης, στο
άνετο 4-0 επί της Κολωνίας, ωστόσο ήταν το 1990 η χρονιά που πήρε ουσιαστικά το
βάπτισμα του πυρός. Μετά από τέσσερις μόλις συμμετοχές στην πρώτη του τριετία
ήταν ο τότε προπονητής του Βίνφριντ Σάφερ (Winfried Schäfer) που αποφάσισε να
εμπιστευτεί τα νιάτα και το ταλέντο του και να του δώσει θέση βασικού έναντι
του Φάμουλα, με τον ξανθομάλλη άσο να αρπάζει την ευκαιρία από τα μαλλιά και
όχι μόνο να κάνει κτήμα του τη φανέλα με το № 1 αλλά να μετατρέπεται σιγά σιγά
-με όπλο την πανίσχυρη προσωπικότητά του και την νοοτροπία νικητή- σε έναν
ηγέτη για την ομάδα του πάνω στο χορτάρι.
Εκτόξευση μέσω UEFA για τον πλανήτη... Μπάγερν
Οι αριθμοί του τα λένε όλα: από τα 22 ματς σε όλες τις
διοργανώσεις το 1990/91 εκτοξεύτηκε στις 39 συμμετοχές σε κάθε μία από τις δύο
επόμενες σεζόν ενώ το αποκορύφωμα ήρθε το 1993/94 όταν υπερασπίστηκε την εστία
της ομάδας του 44 φορές, εκ των οποίων οι 10 ήταν για το Κύπελλο UEFA! Η
Καρλσρούη απέκλεισε κατά σειρά Αϊντχόφεν, Βαλένθια (έχασε 3-0 στο
"Μεστάγια" αλλά πέτυχε μία από τις πιο επικές ανατροπές στην ιστορία
του θεσμού θριαμβεύοντας με 7-0 στη ρεβάνς σε ένα ματς που πήρε την ονομασία
"Το θαύμα του Wildparkstadion" από τα γερμανικά ΜΜΕ), Μπορντό και
Μποαβίστα, και χρειάστηκε να λειτουργήσει εις βάρος της ο νόμος του εκτός έδρας
γκολ στους δύο αγώνες με την Αούστρια Ζάλτσμπουργκ για να μείνει εκτός του
τελικού του Κυπέλλου UEFA... Έστω και έτσι όμως το άστρο του Καν είχε ήδη
φτάσει ψηλά και η ώρα για το επόμενο μεγάλο βήμα του 25χρονου πλέον
τερματοφύλακα είχε φτάσει.
Και δεν ήταν απλά βήμα αλλά άλμα καθώς από την πόλη του
και την Καρλσρούη βρέθηκε στο Μόναχο και στον πιο φημισμένο (και ταυτόχρονα πιο
απαιτητικό) γερμανικό σύλλογο, τη Μπάγερν Μονάχου. Οι Βαυαροί είδαν στο πρόσωπο
του Καν τον αντικαταστάτη του 31χρονου Ράιμοντ Άουμαν (Raimond Aumann) που αποχώρησε το καλοκαίρι
του 1994 μετά από 12 χρόνια παρουσίας και οκτώ τίτλους (6 πρωταθλήματα και 2
Κύπελλα Γερμανίας) στο ενεργητικό του και δεν τσιγκουνεύτηκαν καθόλου τα
χρήματα προκειμένου να τον αποκτήσουν. Η μεταγραφή του στην πρωταθλήτρια
Μπάγερν κόστισε 4,6 εκατομμύρια παλιά γερμανικά μάρκα που αντιστοιχούσαν σε 2,5
εκατομμύρια ευρώ, ποσό που ήταν το μεγαλύτερο που είχε δαπανηθεί μέχρι εκείνη
τη στιγμή για τερματοφύλακα στο γερμανικό ποδόσφαιρο, ενώ την ίδια εποχή
συμπεριλήφθηκε για πρώτη φορά σε αποστολή της εθνικής Γερμανίας, η οποία
ταξίδεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994.
Στη νεά του ομάδα ο Καν έσμιξε με παίκτες κλάσης όπως οι
Λόταρ Ματέους (Lothar Matthäus
–o αρχηγός), Τόμας Χέλμερ (Thomas Helmer -υπαρχηγός), Μάρκους Μπάμπελ (Markus Babbel), Ντίτμαρ Χάμαν (Dietmar Hamann), Μεχμέτ Σολ (Mehmet Scholl), Αλεξάντερ Τζίκλερ (Alexander Zickler) αλλά και τους Ζαν-Πιερ Παπέν (Jean-Pierre Papin), Εμίλ Κονσταντίνοφ (Emil Kostadinov) και Σαμουέλ Κουφούρ (Samuel Kuffour) και στο φινάλε της πρώτης του σεζόν
αναδείχτηκε καλύτερος τερματοφύλακας της χρονιάς, τίτλος που αποκτάει ακόμα
μεγαλύτερη βαρύτητα αν αναλογιστεί κανείς πως οι Βαυαροί απογοήτευσαν συνολικά
τερματίζοντας 6οι (!), πίσω από Ντόρτμουντ, Βέρντερ Βρέμης, Φράιμπουργκ,
Καϊζερσλάουτερν και Γκλάντμπαχ.
Η ανώμαλη προσγείωση έφερε στο Μόναχο τον Ότο Ρεχάγκελ (Otto Rehhagel) μετά από 14 χρόνια του "Χερ
Ότο" στην τεχνική ηγεσία της Βέρντερ Βρέμης, ενώ ταυτόχρονα η διοίκηση της
Μπάγερν ενίσχυσε την ομάδα με την προσθήκη του Γιούργκεν Κλίνσμαν (Jürgen
Klinsmann) αλλά και των Αντρέας Χέρτσογκ (Andreas Herzog), Τόμας Στρουντζ (Thomas
Strunz) και Τσιριάκο Σφόρτσα (Ciriaco Sforza). Η εγχώρια αντεπίθεση όμως δεν
ήρθε ποτέ για τους Βαυαρούς, με τον προπονητή να τσακώνεται με τη... μισή ομάδα
από νωρίς και το δεύτερο μισό της σεζόν να τους βρίσκει σε κατάσταση
αποσύνθεσης. Η λύση δόθηκε τελικά με την απομάκρυνση Ρεχάγκελ και την
αντικατάστασή του λίγο πριν το φινάλε από τον Φραντς Μπεκενμπάουερ (Franz Beckenbauer), ο οποίος οδήγησε τη Μπάγερν στην
κατάκτηση του Κυπέλλου UEFA με δύο νίκες κόντρα στη Μπορντό (2-0 εντός και 3-1
εκτός) και στη 2η θέση στο πρωτάθλημα πίσω από τη Ντόρτμουντ που
έπαιρνε το 2ο σερί πρωτάθλημα.
Μετά την ευρωπαϊκή κούπα που ήταν και η πρώτη του με τη
Μπάγερν, ο Όλιβερ Καν γεύτηκε έναν χρόνο αργότερα και το νέκταρ της κατάκτησης
του γερμανικού πρωταθλήματος και του Λιγκ Καπ, με τους Μάριο Μπάσλερ (Mario
Basler) και Κάρστεν Γιάνκερ (Carsten Jancker) να έχουν προστεθεί στο ρόστερ
εκείνη τη σεζόν ενώ για δεύτερη φορά στην καριέρα του απονεμήθηκε ο τίτλος του
Γερμανού Γκολκίπερ της Χρονιάς. Το 1997/98, ο Όλιβερ Καν δεν μπόρεσε να κάνει
το back-to-back καθώς ο τίτλος κατέληξε στην Κάιζερσλαουτερν που είχε μόλις
ανέβει στη Bundesliga από τη δεύτερη κατηγορία (πιο γλυκιά ρεβάνς δεν θα
μπορούσε να είχε ονειρευτεί ο Ρεχάγκελ όταν έφυγε κακήν κακώς από το Μόναχο),
όμως δεν έμεινε με άδεια χέρια καθώς πανηγύρισε το πρώτο του Κύπελλο Γερμανίας
με τη νίκη 2-1 επί της Ντούισμπουργκ.
Έναν χρόνο αργότερα ο Όλιβερ Καν βρέθηκε να συμμετέχει
στο μεγαλύτερο παιχνίδι της καριέρας του μέχρι τότε, με τους Γερμανούς να
φτάνουν στον τελικό του Champions League στις 26 Μαΐου του 1999 και να
αντιμετωπίζουν στο «Camp Nou» της Βαρκελώνης τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του Σερ
Άλεξ Φέργκιουσον (Sir Alex Ferguson). Σε ένα ματς που σύμφωνα με τον Καν στην αυτοβιογραφία
του «… η Μπάγερν γνώρισε την μεγαλύτερη και πιο αναπάντεχη ήττα στην ιστορία
του ποδοσφαίρου»! Και η αλήθεια είναι
πως η άποψή του έχει πολλούς υποστηρικτές καθώς το φινάλε του τελικού ήταν
ακατάλληλο για καρδιακούς και από τις δύο πλευρές. Η Μπάγερν του Ότμαρ
Χίτσφλεντ (Ottmar Hitzfeld) είχε μπει στη θέση του οδηγού από το 6ο μόλις λεπτό με την απευθείας εκτέλεση φάουλ
του Μπάσλερ και έδειχνε κυρίαρχη σε όλο το 90ο λεπτό έχοντας μάλιστα
και δύο δοκάρια, ωστόσο στις καθυστερήσεις οι Άγγλοι βάλθηκαν να... εκθέσουν
τον συμπατριώτη τους Γκάρι Λίνεκερ (Gary Lineker) και την ιστορική του πλέον φράση πως
«Το ποδόσφαιρο είναι ένα άθλημα που παίζεται από 22 παίκτες, και στο τέλος
κερδίζουν πάντα οι Γερμανοί».
Ο Φέργκιουσον έκανε αλλαγή το βασικό επιθετικό του δίδυμο
Άντι Κόουλ (Andy Cole) και Ντουάιτ Γιορκ (Dwight Yorke) που με τα αμέτρητα γκολ
του είχαν παίξει καταλυτικό ρόλο στο να φτάσει η Γιουνάιτεντ μέχρι το τέλος του
δρόμου εκείνη τη σεζόν σε όλες τις διοργανώσεις (εν τέλει κατέκτησε το τρεμπλ
κάτι που δεν έχει καταφέρει άλλη αγγλική ομάδα) και έριξε στο ματς τους Τέντι Σέριγχαμ
(Teddy Sheringham) και Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ (Ole Gunnar Solskjær), οι οποίοι
"εκτέλεσαν" τη Μπάγερν! Ο πρώτος ισοφάρισε στο 91ο λεπτό
σε μία φάση διαρκείας στα γερμανικά καρέ στα οποία είχε βρεθεί μέχρι και ο
Πίτερ Σμάιχελ (Peter Schmeichel) ενώ ο δεύτερος επιβεβαίωσε το παρατσούκλι «ο δολοφόνος
με το αγγελικό πρόσωπο» που τον συνόδευε στα αγγλικά γήπεδα!
Από κόρνερ του Ντέιβιντ Μπέκαμ (David Beckham) και κεφαλιά στο πρώτο δοκάρι από τον Σέριγχαμ, ο Νορβηγός βρέθηκε στο κατάλληλο μέρος την κατάλληλη στιγμή και με κοντινή προβολή έστειλε τη μπάλα στον ουρανό των διχτύων της Μπάγερν στο 93ο λεπτό και ταυτόχρονα τους οπαδούς της Μάντσεστερ στα ουράνια και τους Βαυαρούς στα τάρταρα. Η εικόνα του περίλυπου Λόταρ Ματέους (είχε γίνει αλλαγή λίγο πριν το φινάλε) ο οποίος δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά του αλλά και του διαιτητή Πιερλουίτζι Κολίνα (Pierluigi Collina) να προσπαθεί να σηκώσει τον αποκαμωμένο Σαμουέλ Κουφούρ από το χορτάρι είναι από τις πλέον χαρακτηριστικές του σοκαριστικού εφιάλτη που βίωναν Βαυαροί, με τον Όλιβερ Καν να θυμάται:
«Είχαμε το ένα χέρι μας στο Κύπελλο και ξαφνικά συνέβη κάτι που δεν μπορούσαμε να είχαμε φανταστεί. Αυτό είναι το ποδόσφαιρο. Δεν ήμασταν συγκεντρωμένοι όπως θα έπρεπε να είμαστε. Το κάθε παιχνίδι διαρκεί 90 λεπτά και όχι 85 ή 88. Κάποιοι παίκτες πήγαν για ύπνο, κάποιοι παίκτες πήγαν στο πάρτι που διοργανώνεται μετά τον τελικό, εγώ ήμουν με τους γονείς μου, κοιτώντας το τραπέζι. Ήταν ένα τεράστιο σοκ για μας. Θα μπορούσαμε να είχαμε κερδίσει το Champions League για πρώτη φορά μετά από 23 χρόνια. Ήταν η πιο σκληρή, η πιο άσχημη, η πιο δραματική ήττα που θυμάμαι. Χρειαστήκαμε έναν χρόνο για να διαχειριστούμε την απώλεια του τροπαίου».
Δύο χρόνια αργότερα η Μπάγερ και ο Όλιβερ Καν
αποζημιώθηκαν για όλα τα άσχημα συναισθήματα που ρούφηξαν μέχρι το μεδούλι στη
Βαρκελώνη καθώς μέσα σε τέσσερις ημέρες πανηγύρισαν την κατάκτηση δύο τίτλων
και μάλιστα με συγκλονιστικό τρόπο. Η αρχή έγινε εντός των συνόρων, στις 19
Μαΐου του 2001, όταν η ομάδα του Μονάχου κατέκτησε το τρίτο της συνεχόμενο
πρωτάθλημα με γκολ... buzzer beater.
Μπάγερν και Σάλκε μάχονταν για τον τίτλο, με τους «βασιλικούς μπλε» να τον αγκαλιάζουν μετά το 5-3 επί της Ουντερχάγκινγκ την τελευταία αγωνιστική και τη διαφαινόμενη ήττα της Μπάγερν από το Αμβούργο με 1-0 (θα ήταν ο πρώτος τίτλος τους μετά το 1958), ωστόσο η καρδιά της πρωταθλήτριας χτύπησε και πάλι δυνατά για την ομάδα του Όλιβερ Καν. Στην τελευταία της κυριολεκτικά επίθεση κέρδισε έμμεσο φάουλ μέσα στη μεγάλη περιοχή του Αμβούργου, σε οκτώ μέτρα απόσταση από την εστία, και μετά την πάσα που δέχτηκε με τακουνάκι από τον Στέφαν Έφενμπεργκ (Stefan Effenberg) ο Σουηδός κεντρικός αμυντικός Πάτρικ Άντερσον (Patrik Andersson) έκανε το 1-1 στο 94ο λεπτό και έστεψε πρωταθλήτρια την ομάδα του!
Όπως ξαφνικά και βίαια, σχεδόν απάνθρωπα, της είχαν
αρπάξει το Champions League μέσα από τα χέρια της, έτσι και εκείνη έπαιρνε με
τον ίδιο σκληρό τρόπο τη μπουκιά μέσα από το στόμα της Σάλκε! Εκείνη η
σεζόν-όνειρο ολοκληρώθηκε μάλιστα για τη Μπάγερν με το "κερασάκι στην
τούρτα" που δεν ήταν άλλο από το "τρόπαιο με τα μεγάλα αυτιά".
Ήταν η χαμένη το 1982 κόντρα στην Άστον Βίλα, το 1987 απέναντι στην Πόρτο και
το 1999 πέφτοντας "θύμα" της πολυμήχανης Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ όμως
το 2001 ήξερε πως ήταν η σειρά της και το όνειρο του 4ου Champions
League δεν έπαιρνε άλλη αναβολή. Αντίπαλος στο «San Siro» του Μιλάνου ήταν η
Βαλένθια, μία ομάδα που προερχόταν και αυτή από χαμένο τελικό Champions League
και μάλιστα είχε πιο νωπές τις μνήμες αφού έναν χρόνο νωρίτερα είχε ηττηθεί στο
Παρίσι με 3-0 από τη Ρεάλ. Οι δύο ομάδες αναδείχτηκαν ισόπαλες 1-1 σε κανονική
διάρκεια και παράταση μετά τα εύστοχα πέναλτι των Γκαΐθκα Μεντιέτα (Gaizka
Mendieta) στο 3' και Έφενμπεργκ στο 50' και στη ρωσική ρουλέτα ο Καν ήταν ο
μεγάλος νικητής στην άτυπη κόντρα του με έναν ακόμα σπουδαίο κίπερ των
ευρωπαϊκών γηπέδων, τον Σαντιάγο Κανιθάρες (Santiago Cañizares).
Ο Ισπανός απέκρουσε το πέναλτι του Άντερσον και είδε τον
Πάουλο Σέρτζιο (Paulo Sergio) να στέλνει τη μπάλα πάνω από το δοκάρι όμως ο Καν
είχε περισσότερους άσους στο μανίκι του: απέκρουσε το 3ο κατά σειρά
πέναλτι της Βαλένθια του Ζλατκο Ζάχοβιτς (Zlatko Zahovič), το 4ο του
Αμεδέο Καρμπόνι (Amedeo Carboni) και το 7ο και τελευταίο του
Πελεγκρίνο (Mauricio Pellegrino), βάζοντας έτσι φαρδιά-πλατιά την υπογραφή του
στο βαρύτιμο τρόπαιο.
«Είχαμε πολλή πίεση τότε, πιστεύω ότι η ομάδα μας είχε πιάσει την κορυφή όσον αφορά στα στάνταρντς που μπορούσε να φτάσει. Εάν δεν είχαμε πάρει τον τίτλο με τη Βαλένθια στο Μιλάνο το 2001, νομίζω ότι τα πράγματα θα είχαν γίνει πολύ δύσκολα μετά επειδή παίκτες όπως ο Στέφαν Έφενμπεργκ, ο Τζιοβάνι Έλμπερ (Giovane Élber) και ο Βιθέντε Λιζαραζού (Bixente Lizarazu) βρίσκονταν ήδη στο τοπ της απόδοσής τους. Ήταν ίσως η τελευταία ευκαιρία για εκείνη τη γενιά. Έπρεπε μάλιστα να αντιμετωπίσουμε τη Βαλένθια, μία ομάδα που είχε χάσει το Champions League έναν χρόνο πριν, συνεπώς ήταν και για αυτούς η τελευταία ευκαιρία. Θυμάμαι τη στιγμή της απόκρουσης του πέναλτι του Πελεγκρίνο όπου ο Σαντιάγο Κανιθάρες κατέρρευσε στη γραμμή του άουτ και άρχισε να κλαίει. Μπορούσα να καταλάβω πως ένιωθε καθώς είχα βιώσει κάτι παρόμοιο το 1999».
Λόγια 100% αληθινά και φιλοσοφημένα από έναν παίκτη που δύο χρόνια πριν είχε βρεθεί εκείνος στην πλευρά των χαμένων σε μία βραδιά που όπως έχει παραδεχτεί ο Πίτερ Σμάιχελ « … ούτε ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν θα μπορούσε να είχε γράψει ένα τέτοιο παραμύθι όπως η εξέλιξη του τελικού με τη Μπάγερν». Εάν λοιπόν ήταν δύσκολο ακόμα και για τον διάσημο Δανό συγγραφέα να επινοήσει ένα τέτοιο φινάλε μπορεί να αντιληφθεί κανείς τον πόνο που ένιωσε στο πετσί του ο Καν και τα ψυχικά αποθέματα που επιστράτευσε για να ξανασηκωθεί γρήγορα στα πόδια του, να ανακτήσει τη χαμένη αυτοπεποίθηση και να ξαναδρασκελίσει στο μονοπάτι των επιτυχιών. Των επιτυχιών που συνεχίστηκαν για αυτόν το 2001 με την κατάκτηση του Διηπειρωτικού Κυπέλλου με τη Μπάγερν κόντρα στη Μπόκα Τζούνιορς!
Την 1η Σεπτεμβρίου του 2001, ο Όλιβερ Καν είδε και πάλι
να τον στοιχειώνουν αγγλικοί εφιάλτες καθώς η Γερμανία γνώρισε έναν ιστορικό
διασυρμό από την Αγγλία μέσα στο Μόναχο με 5-1, για τα προκριματικά του
Μουντιάλ του 2002, με τον έμπειρο κίπερ να παραμένει όμως δυνατός και ατσάλινος
και το καλοκαίρι του 2002 να ετοιμάζεται για το πρώτο του Παγκόσμιο Κύπελλο ως
βασικός γκολκίπερ των «πάντσερ».
Τα πρώτα χρόνια της παρουσίας του στο αντιπροσωπευτικό
συγκρότημα ήταν στη σκιά του Αντρέας Κέπκε (Andreas Köpke) όμως, μετά την
αποχώρησή του από την ενεργό δράση το 1998, πήρε αυτός τη φανέλα με το № 1 ενώ
το 2002 παρέλαβε και το περιβραχιόνιο του αρχηγού από τον Όλιβερ Μπίρχοφ (Oliver
Bierhoff). Στο τουρνουά μάλιστα εκείνο που έλαβε χώρα στην Άπω Ανατολή
(Ιαπωνία/Νότια Κορέα), ο τερματοφύλακας της Μπάγερν έκανε μερικά από τα
καλύτερα παιχνίδια της 21χρονης καριέρας του και με εμφανίσεις όπως αυτές με
τις ΗΠΑ στα προημιτελικά και τη Νότια Κορέα στα ημιτελικά δικαιολογημένα
θεωρούταν από όλους ως το «Α και το Ω» της εθνικής Γερμανίας. Μίας ομάδας που
ναι μεν δεν θύμιζε σε τίποτα αυτή προηγούμενων διοργανώσεων (π.χ αυτής του 1990
όπου ξεχείλιζε από ταλέντο και πήρε το Μουντιάλ ή εκείνης του 1996 που είχε
αρκετούς παίκτες με έντονη προσωπικότητα και κατέκτησε το Euro) αλλά με πολλούς
παίκτες-εργάτες και με τον Καν να μοιάζει ανίκητος κάτω από τα δοκάρια έφτασε
μέχρι τον τελικό. Στα 6 παιχνίδια που έδωσε μέχρι να βρεθεί στη Γιοκοχάμα, η
εστία της παραβιάστηκε μόλις μία φορά (!) και ο Όλιβερ Καν έγινε ο πρώτος
τερματοφύλακας στην ιστορία της εθνικής Γερμανίας που κρατούσε ανέπαφη την
εστία του σε πέντε ματς σε μία τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου!
Δυστυχώς, η μοίρα ήταν αδυσώπητη απέναντί του στον τελικό
αφού έμελε από δικό του ολέθριο λάθος να ανοίξει ο δρόμος για την επικράτηση
της Βραζιλίας. Σε ένα ισορροπημένο ματς μέχρι τα μέσα του δευτέρου ημιχρόνου, ο
Καν (ο οποίος αντιμετώπιζε και ένα πρόβλημα τραυματισμού σε δάχτυλο του δεξιού
του χεριού) έχασε τη μπάλα μέσα από τα χέρια του μετά από σουτ του Ριβάλντο (Rivaldo
Vítor Borba Ferreira) εκτός περιοχής και έδωσε την ευκαιρία στον Ρονάλντο (Ronaldo
Luís Nazário de Lima) να σκοράρει στο 67'. Ήταν η αρχή του τέλους για τη
Γερμανία η οποία μετά από το λάθος του αρχηγού και ηγέτη της παρέδωσε τα όπλα,
δεχόμενη και δεύτερο γκολ από το «φαινόμενο» στο 79'. «Ήταν το μοναδικό λάθος
που έκανα σε 7 παιχνίδια και δυστυχώς τιμωρήθηκα σκληρά», δήλωνε απαρηγόρητος
μετά τον τελικό ο Καν.
Ανεξάρτητα πάντως από την άσχημη βραδιά του κόντρα στη
«σελεσάο», είχε κάνει ένα εκπληκτικό τουρνουά και αυτό του αναγνωρίστηκε με το
παραπάνω καθώς όχι μόνο πήρε το «Lev Yashin Award», το βραβείο δηλαδή για τον
κορυφαίο γκολκίπερ της διοργάνωσης, αλλά και τη Χρυσή Μπάλα για τον κορυφαίο
παίκτη του Μουντιάλ του 2002! Ήταν ο πρώτος και ο μοναδικός μέχρι στιγμής
τερματοφύλακας στην ιστορία του Μουντιάλ ο οποίος παίρνει το συγκεκριμένο
βραβείο, το οποίο θεσπίστηκε από το 1978 και μετά ενώ λίγους μήνες αργότερα
κατέλαβε την τιμητική 2η θέση στην ψηφοφορία της FIFA για τον κορυφαίο
ποδοσφαιριστή της χρονιάς, ανάμεσα στον 1ο Ρονάλντο και στον 3ο
Ζινεντίν Ζιντάν (Zinedine Zidane) και την 3η σε αυτήν του γαλλικού
περιοδικού «France Football» για τη Χρυσή Μπάλα, πίσω από Ρονάλντο και τον Ρομπέρτο
Κάρλος (Roberto Carlos).
Άρχοντας των τίτλων με τους Βαυαρούς
Οι διακρίσεις όμως και οι επιτυχίες για τον Όλιβερ Καν
δεν σταμάτησαν ούτε στη δύση της ποδοσφαιρικής του καριέρας. Παρέμεινε
ακλόνητος κάτω από την εστία της Μπάγερν με την οποία κατέκτησε 4 πρωταθλήματα
και ισάριθμα Κύπελλα Γερμανίας στις 6 σεζόν που ακολούθησαν μετά το Παγκόσμιο
Κύπελλο του 2002 ενώ σε εθνικό επίπεδο πήρε μέρος ως βασικός στο Euro 2004 και
ως αναπληρωματικός του Γενς Λέμαν (Jens Lehmann) στο Μουντιάλ του 2006 που
φιλοξένησε η πατρίδα του. Μετά τη 2η θέση τέσσερα χρόνια νωρίτερα ο
Καν πρόσθεσε στη συλλογή του και ένα χάλκινο μετάλλιο με τη νίκη στον μικρό
τελικό επί της Πορτογαλίας, όπου στην 86η και τελευταία διεθνή του
συμμετοχή αγωνίστηκε ως βασικός φορώντας για 49η φορά το περιβραχιόνιο
του αρχηγού, που του το παραχώρησε ο Μίκαελ Μπάλακ (Michael Ballack).
Φυσικά η σεζόν 2007/08 ήταν ιδιαίτερη για εκείνον όχι μόνο λόγω του νταμπλ από την πλευρά της Μπάγερν (5ο στα 14 χρόνια του στο Μόναχο) αλλά για το γεγονός πως ήταν η τελευταία μέσα σε μία πορεία που κράτησε 21 συνεχόμενες σεζόν. Στις 2 Σεπτεμβρίου του 2007 και σε ηλικία πλέον 38 ετών, έγραψε ιστορία καθώς αγωνίστηκε για 535η φορά σε ματς για τη Bundesliga και έγινε ο πρώτος γκολκίπερ σε συμμετοχές στην κορυφαία κατηγορία της Γερμανίας ενώ μπορεί να υπερηφανεύεται επίσης για την πρωτιά του στη Bundesliga όσον αφορά σε παιχνίδια που δεν δέχτηκε γκολ: 197 τον αριθμό! Όσο για το αποχαιρετιστήριο πάρτι για τον «άγριο» των γερμανικών και των ευρωπαϊκών γηπέδων, ο Όλιβερ Καν δεν θα μπορούσε να φανταστεί ιδανικότερο φινάλε. Στις 2 Σεπτεμβρίου του 2008, βράδυ Τρίτης, διεξήχθη στην «Allianz Arena» προς τιμήν του φιλικός αγώνας μεταξύ της Μπάγερν Μονάχου και επιλέκτων της εθνικής Γερμανίας, με 69.000 φιλάθλους να κατακλύζουν το στάδιο για να αποδώσουν φόρο τιμής σε μία από τις πιο αυθεντικές μορφές στην σύγχρονη ιστορία του ποδοσφαίρου.
Ακόμα και σε αυτό το ματς πάντως ο Καν δεν ήθελε με
τίποτα να χάσει: δέχτηκε γκολ στο 33ο λεπτό από τον Πιοτρ Τροχόφσκι (Piotr
Trochowski) όμως στη συνέχεια πραγματοποίησε αρκετές επεμβάσεις για να έρθει
τελικά η ισοφάριση στο 51ο λεπτό από τον Μίροσλαβ Κλόζε (Miroslav Klose) όπου διαμόρφωσε και το τελικό 1-1. Φυσικά
η στιγμή που σείστηκε όλο το γήπεδο και λύγισε ακόμα και ο "βράχος"
Καν ήταν στο 75ο λεπτό όταν έδωσε τη θέση του στον Μίχαελ Ρένσινγκ
(Michael Rensing), για να ακολουθήσει ένα standing ovation που όμοιό του
δύσκολα να έχει ξανασυμβεί. Ο Γερμανός θρύλος έκανε το γύρο του θριάμβου υπό
τους ήχους του “Time to Say Goodbye” και όταν άφησε το χορτάρι και μπήκε στη
φυσούνα με κατεύθυνση τα αποδυτήρια, το κοινό συνέχισε για 1 λεπτό να φωνάζει
ρυθμικά το όνομά του.
«Είναι ένας από τους πιο ξεχωριστούς αθλητές που έχουν
επηρεάσει το ποδόσφαιρο», δήλωνε εκείνες τις στιγμές ο Γιούργκεν Κλίνσμαν, την
ώρα που ο ομοσπονδιακός τεχνικός της Γερμανίας Γιόακιμ Λεβ (Joachim Löw) συμπλήρωνε:
«Ήταν ένας σπουδαίος αποχαιρετισμός προς τον Όλιβερ. Το άξιζε!». Αξίζει μάλιστα
να σημειωθεί ότι ακριβώς για την περίσταση ο Καν είχε φορέσει μία φανέλα στην
οποία ήταν τυπωμένα πάνω της γύρω στα 5.500 ονοματεπώνυμα μεγάλων θαυμαστών
του, με τον καθένα από αυτούς να πληρώνει 149 ευρώ για τη συγκέντρωση χρημάτων
που θα δίνονταν σε φιλανθρωπικά ιδρύματα. Ακόμα και στο φινάλε του ο
"Βασιλιάς Όλι" έδειξε πως ήταν ένας και μοναδικός...
Το εκρηκτικό ταμπεραμέντο
Ουσιαστικά οι λέξεις «δυναμικός» και «επιθετικός» είναι
πολύ soft, μετριοπαθείς και... ευγενικές για να παρουσιάσει κανείς τον
εκρηκτικό χαρακτήρα και το φλογερό ταμπεραμέντο του «Όλι», με τον άλλοτε
φύλακα-άγγελο της Μπάγερν Μονάχου και της εθνικής Γερμανίας να μην έχει κανένα
ταίρι με όσον αφορά στην επιβλητική του παρουσία μέσα στη μεγάλη περιοχή και
στις κόντρες του με αντιπάλους αλλά και συμπαίκτες. Το θερμό τετ-α-τετ που είχε
σε ματς της Bundesliga Μπάγερν-Βέρντερ Βρέμης με τον (πρώτο σκόρερ σε τελικές
φάσεις Παγκοσμίου Κυπέλλου και συμπαίκτη του για πολλά χρόνια στην
"Νάσιοναλμαντσαφτ") Μίροσλαβ Κλόζε, η επίθεση στο... αυτί του Χάικο
Χέρλιχ (Heiko Herrlich) σε αγώνα με τη Ντόρτμουντ και ο καυγάς του με τον Τόμας
Μπρντάριτς (Thomas Brdarić) απέναντι στη Λεβερκούζεν είναι περιστατικά που έχουν αφήσει
εποχή, όπως άλλωστε και η στιγμή που ο Καν δεν λογάριαζε τίποτα και κανέναν και
τα έβαζε ακόμα και με τον συμπαίκτη του στους Βαυαρούς, Άντι Χέρτσογκ!
Ήταν τόσο ιδιαίτερη, μοναδική και ασυναγώνιστη η
ιδιοσυγκρασία και η ψυχοσύνθεσή του Γερμανού άσου ώστε να κερδίσει με το...
σπαθί του αρκετά εντυπωσιακά προσωνύμια που τον συνοδεύουν ακόμα και μετά την
απόφασή του να ρίξει τίτλους τέλους. Τα μίντια τον ονόμασαν "Der
Titan" ("Τιτάνας") και "Τζέγκινς Καν" ενώ ο κόσμος του
χάρισε το ακόμα πιο ευρηματικό παρατσούκλι "Vol-kahn-o" (από τη λεξη
volcano) που παραπέμπει σε... ηφαίστειο. Αυτή μάλιστα η παρομοίωση είναι καθόλα
αντιπροσωπευτική αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι εξακολουθεί να είναι
ηφαιστειώδης στις τοποθετήσεις του. Όπως για παράδειγμα αυτή που έκανε πριν
μερικούς μήνες όταν κλήθηκε να σχολιάσει το ποδόσφαιρο εν έτει 2015.
«Το ποδόσφαιρο του σήμερα μου μοιάζει με μπαλέτο. Οι ποδοσφαιριστές μόλις τους ακουμπάς αρχίζουν να κλαίνε. Παραπονιούνται για τη "σκληρή ζωή" τους μετά από 3 σερί ματς αλλά όταν δίνουν συνεντεύξεις είναι οι καλύτεροι ηθοποιοί στον κόσμο. Για αυτό μου αρέσουν τύποι όπως ο Τόμας Μίλερ και ο Ζλάταν Ιμπραχίμοβιτς. Σκληροί άνθρωποι που παλεύουν και σχεδόν ρίχνουν μπουνιές μέσα στο γήπεδο. Υπάρχουν αυτοί που δεν τους εκτιμούν και τους περιφρονούν όμως τουλάχιστον είναι άτομα που λένε μπροστά στις κάμερες αυτό που σκέφτονται πραγματικά και όχι αυτό που ο κόσμος θα ήθελε να ακούσει. Μερικές φορές αναρωτιέμαι εάν οι ποδοσφαιριστές είναι ακόμα άνδρες ή μόνο γυναικούλες»,
δήλωσε μεταξύ άλλων σε συνέντευξή του στη Bild επιβεβαιώνοντας το.. αυτονόητο,
ότι δηλαδή ένας παίκτης-θρύλος όπως ο Όλιβερ Καν δεν περιορίζεται, δεν
λογοκρίνεται, δεν φιμώνεται, δεν μπαίνει σε καλούπια. Έτσι άλλωστε ήταν και στα
21 ολόκληρα χρόνια της σπουδαίας ποδοσφαιρικής του διαδρομής...
Οι 10 συλλεκτικές ατάκες του Όλιβερ Καν
✔ "Δεν είναι σωστό να υποστηρίζει κανείς πως οι τίτλοι είναι το μοναδικό πράγμα που μένει σε μία καριέρα. Ποιό είναι το νόημα αν έχεις πάρει 10.000 τίτλους αλλά είσαι ηλίθιο άτομο; Κανένα"
(Ο Καν μιλάει για τις αξίες στη ζωή ενός επαγγελματία ποδοσφαιριστή)
✔ "Δεν υπήρχε κανείς εκεί για να πανηγυρίσω οπότε αναγκάστηκα να χρησιμοποιήσω το σημαιάκι του κόρνερ"
(Η εξήγησή του για το γεγονός ότι ξερίζωσε το σημαιάκι του κόρνερ μετά το φινάλε ενός αγώνα)
✔ "Πίστευα ότι ο τερματοφύλακας μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα χέρια του στην περιοχή"
(Μετά από προώθησή του σε αντίπαλη περιοχή στο τέλος αγώνα όπου βρήκε τη μπάλα με το χέρι και αποβλήθηκε)
✔ "Θα μπορούσα να βάλω μία σάκα μπροστά στην εστία και να είχαμε δεχτεί λιγότερα τέρματα"
(Η αναφορά του στην ταπεινωτική ήττα της Γερμανίας με 5-1 από την Αγγλία μέσα στο Μόναχο)
✔ "Θα πρέπει να σκοράρεις στο πρώτο σου παιχνίδι ως αρχηγός της εθνικής Γερμανίας"
(Δικαιολογώντας το αυτογκόλ του στη νίκη της Γερμανίας με 7-1 επί του Ισραήλ)
✔ "Κάθε γκολ που δεχόμαστε αποτελεί προσβολή για μένα"
(Για τα νέα κίνητρα που βρίσκει για να παίζει ποδόσφαιρο)
✔ "Θα πρέπει να πάρουμε έναν τερματοφύλακα. Δεν πρόκειται να πάρουμε κάποιον τίτλο με αυτό που έχουμε αυτή τη στιγμή"
(Η απάντησή του σε ερώτηση για το ποιά είναι η θέση που χρειάζεται ενίσχυση η Μπάγερν...)
✔ "Κριτική"
(Ερωτηθείς για το τι περιμένει τη νέα χρονιά ως παίκτης της Μπάγερν)
✔ "Άκουσα ότι ήμασταν πρώτοι στον πίνακα όσον αφορά στο fair παιχνίδι και έπρεπε να αντιδράσω"
(για την κίτρινη κάρτα που δέχτηκε επειδή αντιμίλησε σε διαιτητή)
✔ "Διψάμε να πάμε στο Αμβούργο. Όλο το στάδιο θα είναι εναντίον μας. Όλη η Γερμανία θα είναι εναντίον μας. Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από αυτό"
(για τα κίνητρα της Μπάγερν πριν από ντέρμπι με το Αμβούργο)
PALMARES
Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)
- 1975–1987: Karlsruher Sport-Club Mühlburg-Phönix
Επαγγελματική καριέρα
- 1987–1990: Karlsruher Sport-Club Mühlburg-Phönix II, 73 (0)
- 1987–1994: Karlsruher Sport-Club Mühlburg-Phönix, 128 (0)
- 1994–2008: Fußball-Club Bayern München, 429 (0)
Σύνολο καριέρας: 630 (0)
Διεθνής
- 1995–2006: Γερμανία, 86 (0)
Τίτλοι
Συλλογικοί
- Oberliga Baden-Württemberg: 1989/90
- Verbandsliga Nordbaden: 1988/89
Με την Bayern Munich
- Πρωτάθλημα Γερμανίας: 8 (1996/97, 1998/99, 1999–2000, 2000/01, 2002/03, 2004/05, 2005/06, 2007/08)
- Κύπελλο Γερμανίας: 6 (1997/98, 1999–2000, 2002/03, 2004/05, 2005/06, 2007/08)
- Λιγκ Καπ Γερμανίας: 6 (1997, 1998, 1999, 2000, 2004, 2007)
- UEFA Champions League: 2000/01
- Κύπελλο UEFA: 1995/96
- Διηπειρωτικό Κύπελλο: 2001
Διεθνείς
- Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα: 1996
- Κύπελλο Συνομοσπονδιών FIFA: 3η θέση 2005
- Παγκόσμιο Κύπελλο: 2η θέση 2002, 3η θέση 2006
Προσωπικές Διακρίσεις
- Κορυφαίος Τερματοφύλακας στη Γερμανία: 7 (1994, 1997, 1998, 1999, 2000, 2001, 2002)
- Κορυφαίος Τερματοφύλακας στον Κόσμο από τον Διεθνή Οργανισμό Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου: 3 (1999, 2001, 2002)
- Κορυφαίος Τερματοφύλακας στην Ευρώπη: 4 (1999, 2000, 2001, 2002)
- Πολυτιμότερος Παίκτης (MVP) τελικού UEFA Champions League: 2001
- Ποδοσφαιριστής της χρονιάς στη Γερμανία: 2 (2000, 2001)
- 3ος Καλύτερος Ποδοσφαιριστής στην Ευρώπη: 2 (2001, 2002)
- Βραβείο Fair-Play UEFA: 2001
- Καλύτερος Παίκτης Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 2002
- Κορυφαίος γκολκίπερ στο Παγκόσμιο Κύπελλο: 2002
- Μέλος Ιδανικής 11άδας Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 2002
- Δεύτερος καλύτερος παίκτης στον κόσμο στην ψηφοφορία της FIFA το 2002: 2002
- Μέλος της λίστας των 125 Εν Ζωή Καλύτερων Παικτών του Κόσμου που συνέταξε το 2004 ο ο Πελέ για τα 100 Χρόνια της FIFA
ΠΗΓΗ: sport24.gr