Ο Αργεντίνος μεσοεπιθετικός ή και
δεύτερος επιθετικός Ντιέγκο Μαραντόνα (Diego Armando Maradona), γεννήθηκε στις 30
Οκτωβρίου του 1960, στο Λανούς, στην ευρύτερη περιοχή του Μπουένος Άιρες. Πολλοί
στον αθλητισμό, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιογράφων του ποδοσφαίρου, παικτών
και οπαδών, τον θεωρούν ως το Μεγαλύτερο Ποδοσφαιριστή Όλων των Εποχών. Ήταν
μαζί με τον Πελέ οι Κορυφαίοι Ποδοσφαιριστές του 20ου Αιώνα για την FIFA. Ένας προωθημένος πλέι-μέικερ που λειτουργούσε
στο κλασικό ρόλο της θέσης με το № 10, είναι ο πρώτος παίκτης στην ιστορία του
ποδοσφαίρου που όρισε 2 φορές το Παγκόσμιο Ρεκόρ Μεταγραφής, την πρώτη όταν μεταγράφηκε
στη Μπαρτσελόνα, για το τότε παγκόσμιο ρεκόρ των £ 5.000.000 στερλινών και το
δεύτερο, όταν μεταγράφηκε στη Νάπολι για άλλη μια αμοιβή ρεκόρ των £ 6,9 εκατομμυρίων
στερλινών! Έπαιξε για την Αρχεντίνος Τζούνιορς, τη Μπόκα Τζούνιορς, τη
Μπαρτσελόνα, τη Νάπολι, τη Σεβίλλη και τη Νιούελς Ολντ Μπόις κατά τη διάρκεια της
συλλογικής καριέρας του και είναι πιο γνωστός για τη θητεία του στη Νάπολι,
όπου κέρδισε αρκετούς τίτλους. Στη διεθνή του καριέρα με την Αργεντινή, κέρδισε
91 συμμετοχές και σημείωσε 34 γκολ.
Η εξαιρετική αγωνιστική του
παρουσία, ο έλεγχος της μπάλας, η ικανότητά του στη ντρίμπλα, η ταχύτητα του, τα
αντανακλαστικά και ο χρόνος αντίδρασης, συνδυάστηκαν με το μικρό του μέγεθός (1,65
m) δίνοντας του ένα χαμηλό κέντρο βάρους, το οποίο του επέτρεψε να είναι πιο
ευέλικτος από τους περισσότερους σύγχρονούς του ποδοσφαιριστές Η παρουσία του στο γήπεδο είχε μεγάλη
επίδραση στη γενική απόδοση της ομάδας του, ενώ ο ίδιος συχνά ήταν ο στόχος για τους αντιπάλους. Για το πρώιμο ταλέντο του πήρε το παρατσούκλι «El Pibe de
Oro» (Το Χρυσό Παιδί), που τον ακολούθησε σε ολόκληρη την καριέρα του.
Έπαιξε σε 4 Παγκόσμια Κύπελλα, συμπεριλαμβανομένου του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1986 στο Μέξικο, όπου ήταν ο αρχηγός της Αργεντινής και τους οδήγησε στην νίκη επί της Δυτικής Γερμανίας στον τελικό και κέρδισε τη Χρυσή Μπάλα ως ο Καλύτερος Παίκτης του τουρνουά. Στον προημιτελικό αυτής της διοργάνωσης, σκόραρε δύο γκολ σε μια νίκη 2-1 επί της Αγγλίας, που μπήκαν στη Παγκόσμια Ποδοσφαιρική Ιστορία για δύο διαφορετικούς λόγους. Το πρώτο γκολ ήταν ένα φάουλ, γνωστό ως «Το Χέρι του Θεού», ενώ το δεύτερο γκολ του, τρέχοντας με 66 Km/h για 60 μέτρα, περνώντας με ντρίμπλες 5 παίκτες της Αγγλίας, ψηφίστηκε ως «Το γκολ του Αιώνα» από τους ψηφοφόρους του FIFA.com το 2002! Έγινε προπονητής της Αργεντινής, τον Νοέμβριο του 2008. Ήταν ο υπεύθυνος της ομάδας στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010 στη Νότια Αφρική πριν παραιτηθεί, στο τέλος του τουρνουά.
Κάποια μέρα, ο «θεός του ποδοσφαίρου» αποφάσισε να κατεβεί στη Γη. Να αποκτήσει ανθρώπινη υπόσταση. Αυτοί που τον γνώρισαν, τον θαύμασαν και τον λάτρεψαν, ασχολούνται μόνο με τη «θεϊκή» του υπόσταση. Την ανθρώπινη, αυτή με τις αδυναμίες του, την αφήνουν για τους εχθρούς του. Γι' αυτούς που θεωρούν πως για να αναγνωρίσουν την αξία κάποιου θα πρέπει να αποτελεί υπόδειγμα σε όλα. Ο «Πίμπε ντ' Ορο» δεν ανήκει σ' αυτή την κατηγορία. Έκανε λάθη, εθίστηκε σε συνήθειες μη αποδεκτές, έπεσε και ξανασηκώθηκε.
Τελικά, δεν έβλαψε κανέναν άλλο, παρά μόνο τον εαυτό του. Στους άλλους πρόσφερε μόνο χαρά. Τη χαρά να παρακολουθούν τα μαγικά που έκανε μέσα στο γήπεδο. Έδωσε και πίκρες. Σ' αυτούς που βρίσκονταν στο αντίπαλο στρατόπεδο απ' αυτό που ανήκε ο ίδιος ποδοσφαιρικά. Αλλά αυτό είναι μέσα στους κανόνες του παιχνιδιού. Και είναι ακριβώς αυτό που τον έκανε μεγάλο. Ότι παρά την πίκρα τους, ακόμα και οι αντίπαλοι, αναγνώρισαν το ποδοσφαιρικό του μεγαλείο. «Ο Πιο Ανθρώπινος απ’ τους Θεούς» αγαπήθηκε όσο λίγοι από εκατομμύρια φιλάθλους σ' όλο τον κόσμο!
Ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών, ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα γεννήθηκε μεν στο Λανούς μεγάλωσε όμως στο προάστιο Βίλα Φιορίτο, λίγα χιλιόμετρα έξω από την πρωτεύουσα της Αργεντινής. Παιδί μιας φτωχής, πολύτεκνης οικογένειας, ο μικρός Ντιεγκίτο πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια. Η άθλια οικονομική κατάσταση των γονέων του, δεν επέτρεψε σ’ αυτόν και τα επτά (!) αδέλφια του να σπουδάσουν, ούτως ώστε να βελτιώσουν το βιοτικό τους επίπεδο. Έτσι, ο Μαραντόνα αναγκάστηκε να στραφεί στο ποδόσφαιρο για τα προς το ζην, όπου και ξεδίπλωσε το αστείρευτο ταλέντο του.
Στις 5 Δεκεμβρίου του 1970, έχοντας κλείσει πια τα δέκα, δοκιμάζει την τύχη του σε μια μικρή επαρχιακή ομάδα, την Λος Σεμπογίτας (Τα Κρεμμυδάκια), η οποία είναι ουσιαστικά το φυτώριο της Αρχεντίνος Τζούνιορς. Το βραχύ ανάστημα του μικρού Ντιέγκο, δημιουργεί αρχικά αμφιβολίες ως προς τις ικανότητες του με την μπάλα. Αυτό όμως, δεν αποτελεί εμπόδιο για τον εκκολαπτόμενο «μάγο», ο οποίος οδηγεί την ομάδα του σε πολλούς τίτλους, διατηρώντας τη αήττητη για 134 παιχνίδια. Το πιτσιρίκι με το Νο 10 στη φανέλα του, γίνεται θρύλος!
Οι εμφανίσεις του με τη φανέλα της Σεμπογίτας, προκαλούν το ενδιαφέρον της «μαμάς» Αρχεντίνος Τζούνιορς, η οποία αποφασίζει να τον εντάξει στις ακαδημίες της.
«Όταν φέραμε τον Ντιέγκο στα δοκιμαστικά της Αρχεντίνος, με μάγεψε το ταλέντο του και δεν μπορούσα να πιστέψω ότι είναι μόλις οκτώ χρονών. Μάλιστα, του ζητήσαμε να μας φέρει κάποιο αποδεικτικό για να το τσεκάρουμε. Ήμασταν σίγουροι ότι μας «δούλευε» γιατί αν και είχε τη σωματική διάπλαση ενός παιδιού, έπαιζε σαν ενήλικας. Μόλις ανακαλύψαμε ότι μας έλεγε αλήθεια, αποφασίσαμε να του αφιερωθούμε»
έχει δηλώσει ο Φρανσίσκο Κορνέχο (Francisco Cornejo) που ανακάλυψε τον Ντιέγκο. Σε ηλικία 12 ετών διασκέδαζε το κοινό της Αρχεντίνος κάνοντας επίδειξη με την μπάλα στο ημίχρονο των αγώνων!
Δέκα ημέρες πριν κλείσει το 16ο έτος της ηλικίας του, ο «Pibe d’ Oro» (Πίμπε Ντ’ Ορο –Το Χρυσό Παιδί) πραγματοποιεί το επίσημο ντεμπούτο στο πρωτάθλημα με την φανέλα των Αρχεντίνος Τζούνιορς, απέναντι στην Ταγιέρες της Κόρδοβα. Στις 14 Νοεμβρίου του 1976, πετυχαίνει το πρώτο του γκολ σ’ ένα παιχνίδι κόντρα στη Σαν Λορέντζο ενώ στις 27 Φλεβάρη του 1977 αγωνίζεται για πρώτη φορά με το εθνόσημο στο στήθος. Παραμένει στην ομάδα έως το 1980, συμμετέχοντας σε 166 αναμετρήσεις και φτάνοντας στην επίτευξη 11 τερμάτων.
Τον Φεβρουάριο του 1981, υπογράφει στην ομάδα της καρδιάς του, την Μπόκα Τζούνιορς, κάνοντας τ’ όνειρο του πραγματικότητα. Στις 22 του ίδιου μήνα, ο Μαραντόνα πραγματοποιεί ένα εξίσου ονειρεμένο ντεμπούτο με την «ομάδα του λαού», στο νικηφόρο 4-2 εναντίον της Ταγιέρες, σκοράροντας τα δύο από τα τέσσερα τέρματα της ομάδας του.
Τα επιτεύγματα του «Ντιεγκίτο» δεν αφήνουν ασυγκίνητους, αρκετούς ευρωπαϊκούς συλλόγους. Η Μπαρτσελόνα έβαλε βαθιά το χέρι στην τσέπη, καταρρίπτοντας το παγκόσμιο ρεκόρ σε μεταγραφή ποδοσφαιριστή, καταβάλλοντας 7.6 εκατομμύρια δολάρια και εντάσσει τελικά τον δαιμόνιο Αργεντίνο στο δυναμικό της. Στις 4 Σεπτεμβρίου του 1982, ο «Ντιεγκίτο» ντεμπουτάρει με τη φανέλα των Καταλανών στο ισπανικό πρωτάθλημα. Από την πρώτη κιόλας αναμέτρηση δείχνει για το τι είναι ικανός να κάνει. Οι «Μπλαουγκράνα» ηττώνται τελικά από την Βαλένθια (Valencia Club de Fútbol) με 2-1, αλλά εκείνος φροντίζει να σκοράρει.
Με τη φανέλα των «Μπλαουγκράνα», ο Μαραντόνα σημείωσε 38 γκολ σε 58 συμμετοχές, ωστόσο τα πράγματα δεν ήρθαν όπως πολλοί περίμεναν. Πρώτα μια περίοδος με ηπατίτιδα και έπειτα ένα σπασμένο πόδι από ένα δολοφονικό τάκλιν του Αντόνι Γκοιγκοετσέα (Andoni Goikoetxea Olaskoaga), τον άφησαν για αρκετό καιρό εκτός δράσης και λίγο έλειψαν να βάλουν τέλος στη σταδιοδρομία του. Η σωματική και ψυχική του δύναμη ωστόσο, σύντομα τον φέρνουν πίσω στα γήπεδα.
Στο διάστημα που ήταν καλά, κατέκτησε με την Μπάρτσα το Ισπανικό Σούπερ Καπ απέναντι στην Αθλέτικ Μπιλμπάο και το Κύπελλο Ισπανίας απέναντι στην Ρεάλ Μαδρίτης. Μάλιστα, στις 26 Ιουνίου του 1983, ανάγκασε για πρώτη φορά τους οπαδούς της «Βασίλισσας» να σηκωθούν όρθιοι για να χειροκροτήσουν παίκτη των «Μπλαουγκράνα» για το περίφημο γκολ που σημείωσε.
Στη συνέχεια ξεκινάει μια κόντρα ανάμεσα στον «Ντιεγκίτο» και τους διοικούντες της ομάδας, ώσπου ο πρόεδρος του συλλόγου, Τζόζεπ Νουνίεζ (Josep Lluís Núñez), το 1984, απαιτεί την αποπομπή του από το «Καμπ Νου». Στις 5 Μαΐου του 1984, αγωνίζεται για τελευταία φορά με την ομάδα της, έχοντας συμπληρώσει 58 παιχνίδια με τη φανέλα της Μπάρτσα και σκοράροντας 38 φορές. Την επόμενη σεζόν, μετακομίζει στην Ιταλία, με τη Νάπολι να σπάει και εκείνη το παγκόσμιο ρεκόρ σε μεταγραφή, δαπανώντας περίπου 11 εκατομμύρια δολάρια για να τον κάνει δικό της.
Τον Ιούλιο του 1984, 75.000 οπαδοί της Νάπολι γεμίζουν το Στάδιο Σάο Πάολο για να δουν από κοντά την παρουσίαση του ανθρώπου που άλλαξε τον ρου της ιστορίας του συλλόγου. Μέχρι τότε, καμία ομάδα του Ιταλικού Νότου δεν είχε κατακτήσει το πρωτάθλημα Ιταλίας, με τις Μίλαν , Γιουβέντους και Ίντερ να έχουν τη μερίδα του λέοντος. Η Νάπολι σηκώνει μπαϊράκι ενάντια στη «δικτατορία» του Βορρά και ο Ντιέγκο είναι ο άξιος σημαιοφόρος της. Οι δύο πρώτες χρονιές δεν κυλούν, όπως οι άνθρωποι της Νάπολι, αλλά κυρίως ο φιλόδοξος Ντιέγκο, θα ήθελαν. Τα καλύτερα, όμως, δε θα αργούσαν να έρθουν. Το 1987 ο Ντιέγκο οδηγεί την ομάδα στο πρώτο της πρωτάθλημα και κύπελλο Ιταλίας. Με τη φανέλα της Νάπολι συνεχίζει να... βγάζει μάτια και την οδηγεί το 1989 στην κατάκτηση του Κυπέλλου UEFA και το 1990 στον δεύτερο τίτλο της ιστορίας της ενώ την οδηγεί και στο Σούπερ Καπ. Ωστόσο, εκτός αγωνιστικών χώρων βγάζει... τα δικά του μάτια αφού τα σκάνδαλα διαδέχονται το ένα το άλλο.
Χρήση κοκαΐνης, νυχτοπερπατήματα, ένα εξώγαμο του τελικά αναγνώρισε το 1992, είναι μερικά από αυτά, ενώ δεν ήταν λίγες οι αναφορές για τις διασυνδέσεις του με τη Μαφία και συγκεκριμένα την Καμόρα. Εξαιτίας της χρήσης κοκαΐνης, τιμωρείται με 70.000 δολάρια πρόστιμο από την ομάδα του. Το 1991 ο Μαραντόνα, μη έχοντας πλέον την προστασία της Καμόρα, πιάνεται ντοπέ και η... αρχή του τέλους έχει φτάσει. Η ποινή είναι βαριά και ρίχνει τον Μαραντόνα εκτός δράσης για 15 μήνες .Τελικά φεύγει ντροπιασμένος από την Νάπολι το 1992. Κατά τη διάρκεια της 7ετούς παραμονής του στην Ιταλική ομάδα, αγωνίζεται συνολικά σε 259 παιχνίδια έχοντας σημειώσει 115 τέρματα.
Παρά τις προτάσεις από τη Ρεάλ Μαδρίτης και την Μαρσέιγ, επιστρέφει στην Ισπανία το 1992, για λογαριασμό της Σεβίλλης, αυτή τη φορά. Αγωνίζεται συνολικά σε 29 ματς πετυχαίνοντας οκτώ γκολ, όμως η φθίνουσα πορεία έχει αρχίσει. Στις 12 Ιουνίου του 1993 αποφασίζει να εγκαταλείψει το σύλλογο και να επιστρέψει στην πατρίδα του. Επιλέγει να συνεχίσει με τη φανέλα της Νιούελς Όλντ Μπόις, πραγματοποιώντας μόλις 7 συμμετοχές. Τελικά, επιστρέφει στη Μπόκα Τζούνιορς για άλλα δύο χρόνια για να κλείσει την περίφημη αλλά και επεισοδιακή καριέρα του, σε ηλικία 37 ετών, το 1997, έχοντας σε δύο περιόδους 30 συμμετοχές και 7 γκολ. Τέσσερα χρόνια μετά, η Μπόκα Τζούνιορς διοργάνωσαν φιλικό αγώνα προς τιμήν του με τον ίδιο να ξεσπά σε κλάματα έχοντας δίπλα του τις κόρες του Τζανίνια και Ντάλμα (Gianinna & Dalma Maradona).
Η σημαία των Αργεντίνων
Χαρακτηρίζεται ως η σημαία της εθνικής Αργεντινής και όχι άδικα. Όταν η Αργεντινή διοργάνωσε το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978, ο Ντιέγκο Μαραντόνα δεν έλαβε μέρος, καθώς ήταν μόνο 18 χρονών, ωστόσο έπαιξε στην εθνική Νέων και του δόθηκε η ευκαιρία να εμφανιστεί σε μεγάλη διοργάνωση το 1979 στο Παγκόσμιο Κύπελλο Νέων στην Ιαπωνία, όπου και κατέκτησε τον τίτλο αυτό για πρώτη φορά στη σταδιοδρομία του. Είχε πραγματοποιήσει την πρώτη του εμφάνιση με το εθνόσημο στη φανέλα, σε ηλικία 17 ετών, στις 27 Φεβρουαρίου του 1977 απέναντι στην Ουγγαρία, (5-1) στο Μπουένος Αϊρες, σημειώνοντας μάλιστα και δυο γκολ.
Στο Μουντιάλ του 1982 στην Ισπανία, οι «Μπιανκοσελέστε», έχοντας ηττηθεί στο εναρκτήριο παιχνίδι από τους Βέλγους (0-1), νικούν τους Μαγιάρους και το Ελ Σαλβαδόρ για να προχωρήσουν στο δεύτερο γύρο. Στη συνεχεία όμως αποκλείονται, χάνοντας από την Βραζιλία και την Ιταλία, με τον Ντιέγκο να συμμετέχει και στους πέντε αγώνες της ομάδας, επιτυγχάνοντας και 2 γκολ. Γίνεται όμως αποδέκτης οξύτατης κριτικής για την αποβολή του στο τελευταίο ματς με την Βραζιλία.
Στέφεται παγκόσμιος πρωταθλητής το 1986, όμως, όσο και να φαίνεται περίεργο, το τρόπαιο περνά σε δεύτερη μοίρα, καθώς ο Μαραντόνα είναι αυτός που πετυχαίνει το «Γκολ του Αιώνα», το καλύτερο γκολ όλων των εποχών, καθώς στην προημιτελική φάση, με αντίπαλο την Αγγλία, καταφέρνει να σκοράρει διασχίζοντας όλο το μήκος του γηπέδου και περνώντας στο σύνολό της σχεδόν την Αγγλική ομάδα. Στην ίδια αναμέτρηση, γίνεται και άλλο ένα… ιστορικό γεγονός. Ο «Ντιεγκίτο» σκοράρει το πρώτο γκολ της Αργεντινής με το χέρι, περνώντας στην ιστορία ως το «Χέρι του θεού». Είναι 22 Ιουνίου του 1986. Πολύ αργότερα και συγκεκριμένα στις 22 Αυγούστου του 2005, παραδέχτηκε ότι είχε χτυπήσει την μπάλα με το χέρι του εσκεμμένα και ότι είχε καταλάβει αμέσως ότι το γκολ ήταν άκυρο.
Το 1990, στο Μουντιάλ που έγινε στην Ιταλία, ήταν και πάλι φιναλίστ στον τελικό με τη Δυτική Γερμανία. Ο Ντιέγκο έδειξε και πάλι τη μεγάλη κλάση και τις ηγετικές ικανότητές του, ειδικά στον αγώνα εναντίον της Βραζιλίας, με μια εκπληκτική ασίστ στον Κλαούντιο Κανίτζια (Claudio Kaniggia). Στον ημιτελικό, όπου η Αργεντινή αντιμετώπισε την διοργανώτρια χώρα, χωρίζει τους οικοδεσπότες στα δύο αφού το ματς έγινε στο Σάο Πάολο της Νάπολι! Κάλεσε τους φίλους της Νάπολι να υποστηρίξουν την Αργεντινή.
«Η υπόλοιπη Ιταλία σας θεωρεί παρακατιανούς όλο το χρόνο και τώρα, που σας χρειάζεται, σας θέλει δίπλα της. Εγώ σας αγαπώ πάντα και ξέρω ότι και εσείς θα το δείξετε υποστηρίζοντας την Αργεντινή»
ήταν η δήλωσή του και δεν ήταν λίγοι αυτοί που πείστηκαν! Οι φίλαθλοι αντί για την εθνική Ιταλίας εμψύχωναν τον Ντιέγκο.. Όμως στον τελικό, η Δυτική Γερμανία ήταν υπερπλήρης, ο Κανίτζια τιμωρημένος και έτσι η Αργεντινή περιορίστηκε στη δεύτερη θέση. Παρόλο που είχε μείνει με 9 παίχτες, χρειάστηκε ένα αμφισβητούμενο πέναλτι στο 84’για να νικήσει η Γερμανία.
Στο Μουντιάλ του 1994, όλα ξεκίνησαν τέλεια για την Αργεντινή. Όμως, τις νίκες εναντίον της Ελλάδος (4-0, παιχνίδι στο οποίο σκόραρε και ο ίδιος) και εναντίον της Νιγηρίας (2-1), ακολούθησε η αποκάλυψη ότι ήταν ντοπαρισμένος στον αγώνα με την Νιγηρία. Αυτό ήταν και το τελικό χτύπημα στην καριέρα του. Στις 25 Ιουνίου του 1994 με τη Νιγηρία, στη Βοστόνη των ΗΠΑ, έκανε και την τελευταία του εμφάνιση με το εθνόσημο. Φόρεσε συνολικά 91 φορές την Εθνική φανέλα, ενώ πέτυχε και 34 γκολ.
Το 2000 ψηφίζεται με ποσοστό 53%, ως ο καλύτερος παίχτης του αιώνα σε δημοσκόπηση που διενήργησε μέσω διαδικτύου η FIFA, συγκεντρώνοντας 111.035 ψήφους. Δεύτερος, ψηφίζεται ο Πελέ, που συγκέντρωσε 107.539 ψήφους, ενώ την Τρίτη θέση καταλαμβάνει ο Ζινεντίν Ζιντάν (Zinedine Zidane) με 80.527 ψήφους. Στη συνέχεια, εντούτοις και αντίθετα προς την αρχική ανακοίνωση, η FIFA διορίζει μια «οικογενειακή» επιτροπή ποδοσφαίρου των εμπειρογνωμόνων του αθλήματος, που απονέμει «ετσιθελικά» στον Πελέ τον συγκεκριμένο τίτλο, αφήνοντας τον Ντιεγκίτο τρίτο(!) πίσω από τον Αλφρέδο Ντι Στέφανο (Alfredo Di Stéfano).
Ο Μαραντόνα διαμαρτύρεται γι’ αυτή την αλλαγή στη διαδικασία και δηλώνει πως δεν θα παρευρεθεί στην τελετή εάν πάρει ο Πελέ το βραβείο. Τελικά, αποφασίζεται να απονεμηθούν δύο βραβεία, ένα για τον καθένα. Ο Ντιέγκο δέχεται το βραβείο του, αλλά φεύγει από την τελετή χωρίς να δει τον Πελέ να παραλαμβάνει το δικό του. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η FIFA να αρνηθεί αίτημα της Αργεντινής το 2001 να αποσύρει τη φανέλα με το νούμερο 10 προς τιμήν του.
Η μετέπειτα πορεία του
Από το 2000 και μετά, έχοντας πάρει αρκετά κιλά, οι περιπέτειες του Μαραντόνα με την υγεία του, κυρίως λόγο χρήσης κοκαΐνης, δεν είναι λίγες. Νοσηλείες με τον κόσμο να ξημεροβραδιάζεται έξω από τα νοσοκομεία για να μάθει νέα για το ίνδαλμά του. Το 2005 υποβλήθηκε σε επέμβαση στο στομάχι και επέστρεψε στα... κιλά του, ενώ κατά δήλωσή του, κατάφερε να ξεφύγει και από τον κόσμο των ναρκωτικών. Η Αρχεντίνος Τζούνιορς, στις 26 Δεκεμβρίου του 2003, μετονομάζει το γήπεδο της σε «Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα».
Στις 22 Ιουνίου του 2005, αναγγέλλεται ότι ο Μαραντόνα θα επιστρέψει στη Μπόκα Τζούνιορς σαν αντιπρόεδρος, υπεύθυνος για τη διαχείριση της πρώτης ομάδας, μετά από μια απογοητευτική σεζόν το 2004/05, η οποία συνέπεσε με την εκατονταετία της Μπόκα. Η σύμβασή του αρχίζει την 1η Αυγούστου του 2005 και μια από τις πρώτες του εισηγήσεις αποδεικνύεται πολύ αποτελεσματική: Είναι αυτός που αποφασίζει να προσλάβει τον Άλφιο Μπαζίλε (Alfio Basile) Esfσαν πρώτο προπονητή της ομάδας. Με τον Ντιέγκο να ενθαρρύνει και να τον στηρίζει η Μπόκα κερδίζει το 2005 την Απερτούρα, το 2006 την Κλασσούρα, το 2005 το Κόπα Σουνταμερικάνα και επίσης το 2005 το Ρεκόπα Σουνταμερικάνα.
Το Νοέμβριο του 2008 αναλαμβάνει την τεχνική ηγεσία της εθνικής ομάδας της χώρας του, για να την οδηγήσει στην τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2010, όπου και αποκλείεται από τα «Πάντσερ» του Γιοακί Λεβ. Η ήττα αυτή, αποτελεί και το λόγο της απομάκρυνσης του από τον πάγκο της «αλμπισελέστε», τον Ιούλιο του 2010.
Αδυναμίες και προβλήματα
Όσο γνωστός κατόρθωσε να γίνει εντός των αγωνιστικών χώρων, άλλο τόσο κατάφερε να γίνει και εκτός. Το 1991 ο Ντιέγκο βρίσκεται θετικός σε χρήση κοκαΐνης. Τιμωρείται με 15μηνο αποκλεισμό. Το 1994 κατορθώνει να κερδίσει μια θέση στην Εθνική ομάδα για το Παγκόσμιο Κύπελλο που διεξάγεται στην Αμερική. Σημειώνει γκολ κόντρα στην Ελλάδα και μετά έρχονται τα κακά μαντάτα. Σε έλεγχο ντόπινγκ μετά την αναμέτρηση με τη Νιγηρία βρίσκεται και πάλι θετικός. Είναι και η τελευταία φορά που φορά τη φανέλα των «Μπιανκοσελέστε». Το 2000 εισάγεται σε νοσοκομείο με οξύ καρδιολογικό πρόβλημα ενώ βρίσκεται σε διακοπές στην Ουρουγουάη. Διαπιστώνεται ότι έχει κάνει χρήση κοκαΐνης και μεταφέρεται σε κέντρο αποτοξίνωσης στην Κούβα. Τέσσερα χρόνια αργότερα, περνάει 10 ημέρες στην εντατική με καρδιολογικά και αναπνευστικά προβλήματα όπου και ξαναρχίζει την αποτοξίνωση. Το 2005 υποβάλλεται σε εγχείρηση στο στομάχι χάνοντας περίπου 30 κιλά. Το 2007 εισάγεται και πάλι στο νοσοκομείο με καρδιολογικά προβλήματα, ωστόσο από τότε φαίνεται πως έχει ξεπεράσει πλήρως τα προβλήματα υγείας που τον ταλαιπωρούν.
Μιας ζωής «γεμάτης» όσοι λίγοι άνθρωποι μπορούν να τη ζήσουν. Μιας ζωή στο όριο. Κάποιες - πολλές - φορές και πέρα απ' αυτό. Μιας ζωής γεμάτης παραστάσεις και εμπειρίες σε όλα τα επίπεδα. Γνώρισε την δόξα, τη φήμη, τον πλούτο, την αποκαθήλωση, τον διασυρμό. Αλλά είναι πάλι εδώ, είναι ακόμα εδώ, έστω και με τα προβλήματα υγείας που του δημιούργησαν οι εθισμοί και τα πάθη του και γιορτάζει τα γενέθλιά του, την κάθε μέρα της ζωής του, με το ίδιο πάθος με το οποίο έζησε, με το ίδιο πάθος που ξετύλιξε στους αγωνιστικούς χώρους, αυτό που μαζί με τις ποδοσφαιρικές του ικανότητες και την ηγετική του φυσιογνωμία τον έκαναν μοναδικό.
PALMARES
Περίοδος: Σύλλογος (Club), Συμμετοχές (Γκολ)
Εφηβική καριέρα
- 1968/69: Estrella Roja
- 1970–1974: Los Cebollitas
- 1975/76: Asociación Atlética Argentinos Juniors
Επαγγελματική καριέρα
- 1976–1981: Asociación Atlética Argentinos Juniors, 166 (116)
- 1981/82: Club Atlético Boca Juniors, 40 (28)
- 1982–1984: Futbol Club Barcelona, 36 (22)
- 1984–1991: Società Sportiva Calcio Napoli, 188 (81)
- 1992/93: Sevilla Fútbol Club, 26 (5)
- 1993/94: Club Atlético Newell's Old Boys, 5 (0)
- 1995–1997: Club Atlético Boca Juniors, 30 (7)
Σύνολα καριέρας: 491 (259)
Διεθνής
- 1977–1979: Εθνική Νέων Αργεντινής, 24 (13)
- 1977–1994: Αργεντινή, 91 (34)
Προπονητική καριέρα
- 1994: Club Social y Deportivo Textil Mandiyú
- 1995: Racing Club de Avellaneda
- 2008–2010: Αργεντινή
- 2011/12: Al-Wasl Football Club
Ως ποδοσφαιριστής
Με την Μπόκα Τζούνιορς
- Πρωτάθλημα Αργεντινής: 1981 Metropolitano
Με την Μπαρτσελόνα
Με την Νάπολι
- Πρωτάθλημα Ιταλίας: 2 (1986/87, 1989/90)
- Κύπελλο Ιταλίας: 1986/87
- Κύπελλο UEFA: 1988/89
- Σούπερ Καπ Ιταλίας: 1990
Διεθνείς
- Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Νέων: 1979
- Κύπελλο 75ων Γενεθλίων FIFA: 1979
- Παγκόσμιο Κύπελλο: 1986, και φιναλίστ το 1990
- Τρόπαιο Αρτέμιο Φράνκι: 1993
Δευτεραθλητής
- Πρωτάθλημα Νέων Νοτίου Αμερικής: 1979
Ως προπονητής
- Πρωτάθλημα Ντουμπάι
Φιναλίστ
- Τσάμπιονς Λιγκ Αραβικού Κόλπου: 2012
- Πρώτος Σκόρερ Πρωταθλήματος Αργεντινής: 5 (1978 Metropolitano, 1979 Metropolitano, 1979 Nacional, 1980 Metropolitano, 1980 Nacional)
- Καλύτερος Παίκτης Διοργάνωσης Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Νέων: 1979
- 2ος Σκόρερ Διοργάνωσης Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Νέων: 1979
- Καλύτερος Παίκτης του Κόσμου ιταλικού περιοδικού Guerin Sportivo: 2 (1979, 1985)
- Παίκτης της Χρονιάς Ένωσης Αργεντίνων Δημοσιογράφων: 4 (1979, 1980, 1981, 1986)
- Παίκτης της Χρονιάς στη Νότιο Αμερική: 2 (1979, 1980)
- Βραβείο «Χρυσή Ολυμπία» Ένωσης Αθλητικών Δημοσιογράφων Αργεντινής: 2 (1979, 1986)
- 3ος Καλύτερος Παίκτης της Ευρώπης γαλλικού περιοδικού Onze: 2 (1985, 1988)
- Καλύτερος Παίκτης του Κόσμου: 1986
- 2ος Σκόρερ Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1986
- Περισσότερες Ασίστ Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1986
- Μέλος Καλύτερη 11άδας Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 2 (1986, 1990)
- Καλύτερος Παίκτης της Ευρώπης γαλλικού περιοδικού Onze: 3 (1986, 1987, 1994)
- Αθλητής της Χρονιάς Ένωσης Αργεντίνων Δημοσιογράφων: 1986
- Πρωταθλητής των Πρωταθλητών γαλλικής εφημερίδας L'Équipe: 1986
- Αθλητής της Χρονιάς δημοσιογράφων πρακτορείου Ηνωμένος Τύπος: 1986
- Παίκτης της Χρονιάς περιοδικού World Soccer: 1986
- Παίκτης της Χρονιάς στη Νότιο Αμερική: 4 (1986, 1989, 1990, 1992)
- Πρώτος Σκόρερ ιταλικού πρωταθλήματος: 1987/88
- Πρώτος Σκόρερ ιταλικού Κυπέλλου: 1987/88
- 3ος Σκόρερ Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1990
- Μέλος Καλύτερης 11άδας Παγκοσμίων Κυπέλλων Όλων των Εποχών: 1994
- Μέλος 11άδα της Χρονιάς Νοτίου Αμερικής: 1995
- Χρυσή Μπάλα για τις υπηρεσίες στο ποδόσφαιρο (France Football): 1996
- Παγκόσμια Ομάδα του 20ου Αιώνα: 1998
- 2ος Καλύτερος Παίκτης του 20ου Αιώνα από το αγγλικό περιοδικό World Soccer: 1999
- Αθλητής του Αιώνα Ένωσης Αργεντίνων Δημοσιογράφων: 1999
- Θρύλος ισπανικής εφημερίδας Μάρκα (Marca Leyenda): 1999
- Η φανέλα με το Νο 10 αποσύρθηκε από την Νάπολι, σε αναγνώριση των υπηρεσιών του προς τον σύλλογο: 2000
- Παίκτης του Αιώνα από την FIFA: 2000
- Γκολ του Αιώνα» από την FIFA, για το 2ο εναντίον της Αγγλίας το 1986: 2002
- Μέλος Ονειρώδους 11άδας Παγκοσμίων Κυπέλλων: 2002
- Χρυσό Παπούτσι ως ένας Θρύλος του Ποδοσφαίρου: 2003
- Μέλος της λίστας των 125 Μεγαλύτερων Εν Ζωή Ποδοσφαιριστών του Κόσμου» για τα 100 χρόνια της FIFA, που συνέταξε ο Πελέ: 2004
- Μέλος της «Γερουσίας της Αργεντινής», τίτλος "Ντομίνγκο Φαουστίνο Σαρμιέντο" σε αναγνώριση για τα επιτεύγματα μιας ζωής: 2005
- Μέλος Καλύτερη 11άδας Όλων των Εποχών» περιοδικού World Soccer: 2013
- Πρώτος Σκόρερ Όλων των Εποχών για την Νάπολι
- 2ος Καλύτερος Νοτιοαμερικάνος Παίκτης της Ιστορίας γαλλικής εφημερίδας L'Équipe
Πηγές: e-soccer.gr - onsport.gr - sports.in.gr