Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2016

Νικίτα Σιμονιάν: Ο Αρμένης που δόξασε την Σοβιετική Ένωση

Ο Σοβιετικός, αρμένικης καταγωγής, κεντρικός επιθετικός Νικίτα Σιμονιάν (Nikita Pavlovich Simonyan), γεννήθηκε στις 12 Οκτωβρίου του 1926 στο Αρμαβίρ, την δεύτερη μεγαλύτερη πόλη στην περιφέρεια του Κράσνονταρ, στην αριστερή όχθη του ποταμού Κουμπάν στη νότια Ρωσία, στον μυχό ανάμεσα στη Μαύρη Θάλασσα και τη Κασπία.  Θεωρείται ότι είναι ο μεγαλύτερος παίκτης όλων των εποχών για την Σπαρτάκ Μόσχας! Είναι ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία της με 160 γκολ και είναι επίσης ο πρώτος σκόρερ της στο Σοβιετικό/Ρωσικό Πρωτάθλημα με 133 γκολ, ρεκόρ μέχρι σήμερα ακατάρριπτο! Ήταν Χρυσός Ολυμπιονίκης το 1956 στη Μελβούρνη και αρχηγός της ομάδας που συμμετείχε στο πρώτο τους Παγκόσμιο Κύπελλο, το 1958 στη Σουηδία! Κι αν στη πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ, ήταν εξαιρετικά δύσκολο για ένα ποδοσφαιριστή να ξεχωρίσει, ήταν σχεδόν ακατόρθωτο για μια ομάδα από την μακρινή περιφέρεια να πάρει πρωτάθλημα! Και πολύ περισσότερο νταμπλ! Κι όμως, αυτό το κατάφερε το 1973 η Αραράτ του Ερεβάν από την Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Αρμενίας, κάνοντας πραγματικότητα το μέχρι τότε ακατόρθωτο. Στον πάγκο της είχε τον Νικίτα Σιμονιάν που μετά από μια μεγάλη ποδοσφαιρική καριέρα έδινε το στίγμα του και ως προπονητής.


Στα 16 του χρόνια, ο κεντρικός επιθετικός, άφησε τη Δυναμό Σουχούμι στην Αμπχαζία για την Μοσχοβίτικη Κρίλια Σοβέτοφ («Τα Φτερά των Σοβιέτ»), στην οποία αγωνίστηκε για 2 χρόνια προσκεκλημένος του Βλαντιμίρ Γκόροκοφ (Vladimir Gorokhov) και του Άβραμ Ντανγκούλοφ (Abram Dangulov). Ο Βλαντιμίρ Γκόροκοφ έγινε ο πρώτος προπονητής του Σιμονιάν στη Μόσχα. Όταν έπαιξε το πρώτο του ματς με τη νέα του ομάδα στο Μινσκ, οι αρχές, πίσω στην πατρίδα του, επειδή δεν μπορούσαν να τον πείσουν να παίξει μπάλα στην Δυναμό Τιφλίδας, συνέλαβαν τον πατέρα του κι έκαναν έρευνα στο σπίτι τους. Τον απειλούσαν ότι θα έστελναν την οικογένειά του εξορία με την κατηγορία της αντικαθεστωτικής δράσης. Κι όμως, αυτή δεν θα ήταν η πρώτη φορά που ο Σιμονιάν θα αψηφούσε νόμους και απειλές.
 
Ο Νικίτα Σιμονιάν, αριστερά με τον Ιγκορ Νέτο, δεξιά

Το 1946, με την Γεωργιανό Ιωσήφ Στάλιν (Josef Vissarionovich Dzhugashvili, ‘’Stalin’’) στην εξουσία κάτι τέτοιο μπορούσε να αποδειχτεί καταστροφικό. Ο Σιμονιάν όμως δεν μάσησε από απειλές και συνέχισε να παίζει μπάλα στη Κρίλια, η οποία στο πρωτάθλημα του 1948, τερμάτισε στην τελευταία θέση της βαθμολογίας και ο σύλλογος διαλύθηκε! Ο Ντανγκούλοφ έγινε ο νέος προπονητής της Σπαρτάκ Μόσχας ενώ, οι παίκτες της Κρίλια συνέχισαν την καριέρα τους σε διάφορους συλλόγους της Σοβιετικής πρωτεύουσας. Ο Σιμονιάν επρόκειτο να μεταγραφεί στην Τορπέντο Μόσχας. Αλλά εκτός από τη πρόσκληση που έλαβε για να παίξει για την Τορπέντο, είχε επίσης λάβει πρόσκληση για να παίξει για την Σπαρτάκ. Η Τορπέντο κάλεσε προσωπικά τον Σιμονιάν μέσω του Διευθυντή της Αυτοκινητοβιομηχανίας «ZIS», τον Ιβάν Λικχάτσεφ. Ωστόσο, ο Σιμονιάν, είχε ισχυρότερη επιθυμία να παίξει για την Σπαρτάκ, στην οποία υπέγραψε το 1949. Έκατσε εκεί για 10 ολόκληρα χρόνια, όπου ξεδίπλωσε όλο το ποδοσφαιρικό του ταλέντο, μέχρι που αποσύρθηκε απ’ την ενεργό δράση, το 1959.


Κατά το πρώτη χρονιά της ένταξής του στην Σπαρτάκ, το 1949, η ομάδα τερμάτισε στην 3η θέση της βαθμολογίας και ο ίδιος ανακηρύχθηκε Κορυφαίος Σκόρερ, με 26 γκολ. Στο Πρωτάθλημα του 1950, η Σπάρτακ κατέλαβε την 5η θέση και ο Σιμονιάν, σπάζοντας το δικό του ρεκόρ, έγινε και πάλι ο κορυφαίος σκόρερ, αυτή τη φορά με 34 γκολ. Το ρεκόρ αυτό, άντεξε 35 ολόκληρα χρόνια και το ισοφάρισε ο Όλενγκ Προτάσοφ (Oleh Valeriyovych Protasov) στο Πρωτάθλημα του 1985! Κανείς άλλος δεν έχει σκοράρει ποτέ περισσότερα γκολ στο ενιαίο Πρωτάθλημα ποδοσφαίρου της ΕΣΣΔ. Την ίδια χρονιά, η Σπαρτάκ κέρδισε το σοβιετικό Κύπελλο για πρώτη φορά στην ιστορία της.


Η Σπαρτάκ κατέκτησε το Πρωτάθλημα του 1952, με τον Σιμονιάν να σκοράρει 5 γκολ εκείνη τη σεζόν. Ήταν ο 4ος συνολικά τίτλος πρωταθλήματος του συλλόγου της Μόσχας και ο πρώτος μετά από 13 χρόνια! Τερμάτισε στην κορυφή και στο Πρωτάθλημα του 1953. Ο ίδιος, ήταν και πάλι κορυφαίος σκόρερ για 3η και τελευταία φορά με 14 γκολ. Η Σπαρτάκ ξανακέρδισε το Πρωτάθλημα 3 χρόνια αργότερα, το 1956, με τον Σιμονιάν να σκοράρει 16 γκολ, ένα λιγότερο από τον πρώτο σκόρερ εκείνης της χρονιάς, τον Βασίλι Μπουζούνοφ (Vasily Buzunov) της Δυναμό Μόσχας. Αναδείχθηκε πρωταθλητής με την Σπαρτάκ για τελευταία φορά ως παίκτης το 1958 σημειώνοντας 9 γκολ. Η Σπαρτάκ κέρδισε επίσης το Κύπελλο του 1958 για 2η φορά.

Αποσύρθηκε απ’ την ενεργό δράση το 1959. Έκανε 233 εμφανίσεις και σκόραρε 133 γκολ με την Σπαρτάκ, ένα ρεκόρ που δεν έχει ξεπεραστεί μέχρι και σήμερα. Θεωρείται ότι είναι ο Μεγαλύτερος Παίκτης όλων των εποχών για την Σπαρτάκ!


Το πρώτο του παιχνίδι με την εθνική Σοβιετικής Ένωσης το έκανε στις 8 Σεπτεμβρίου του 1954, σε μια ευρεία νίκη με 7-0 επί της Σουηδίας στη Μόσχα. Αγωνίστηκε με τη Σοβιετική ομάδα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1956 στη Μελβούρνη, όπου νίκησαν τη Γερμανία, την Ινδονησία, τη Βουλγαρία και τέλος, τη Γιουγκοσλαβία, κατακτώντας το χρυσό μετάλλιο στο ποδόσφαιρο.

Ήταν μέλος της σοβιετικής ομάδας στο πρώτο της Παγκόσμιο Κύπελλο, αυτό του 1958, στην Σουηδία. Επειδή ο τότε αρχηγός της ομάδας, Ιγκόρ Νέτο (Igor Netto) δεν μπορούσε να παίξει λόγω τραυματισμού, ο Σιμονιάν χρίστηκε αρχηγός της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου της ΕΣΣΔ στη θέση του. Κληρώθηκε στον 4ο όμιλο, που θεωρήθηκε ως ο πιο δύσκολος αυτού του Παγκοσμίου Κυπέλλου, με αντιπάλους την Βραζιλία, την Αγγλία και την Αυστρία. Σκόραρε ένα γκολ εναντίον της Αγγλίας. Η Σοβιετική Ένωση ηττήθηκε από την Βραζιλία στο τελευταίο παιχνίδι, τερματίζοντας στη δεύτερη θέση του ομίλου. Στην επόμενη φάση, στα προημιτελικά, ηττήθηκαν από την Σουηδία και αποκλείστηκαν. Συμμετείχε σε 20 παιχνίδια με την ΕΣΣΔ, πετυχαίνοντας 10 γκολ. Το τελευταίο του παιχνίδι με το εθνόσημο ήταν στις 22 Οκτωβρίου του 1958, στο Λονδίνο μια βαριά ήττα 0-5 από την Αγγλία.


Όταν αποσύρθηκε ως ποδοσφαιριστής, έγινε προπονητής. Ανέλαβε την Σπαρτάκ Μόσχας το 1960. Υπό την καθοδήγησή του, κατέλαβε στην 7η θέση το 1960 και την 3η το 1961. Οδήγησε την Σπαρτάκ στην κορυφή του πρωταθλήματος για πρώτη φορά ως προπονητής το 1962. Το 1963 κατέκτησε το Κύπελλο και την 2η θέση στο Πρωτάθλημα. Η ομάδα ήρθε 8η το 1964 και το 1965. Κατέκτησε το Κύπελλο το 1965 και εγκατέλειψε για ένα χρόνο, αναλαμβάνοντας ξανά το 1967. Στέφθηκε ξανά πρωταθλητής το 1969 και Κυπελλούχος το 1971. Διετέλεσε προπονητής της για 12 συνεχόμενα χρόνια (ρεκόρ), φεύγοντας οριστικά το 1972.


Όντας Αρμένιος ο ίδιος, ξεκίνησε την διαχείριση του αρμένικου συλλόγου της Αραράτ του Ερεβάν το 1973, για ένα μόλις χρόνο. Στην Αραράτ, ήταν το μεγάλο όνομα στην ομάδα, η βεντέτα. Θα μπορούσε να συμπεριφέρεται όπως μερικοί από τους μεγάλους προπονητές. Αυτός έκανε το ακριβώς αντίθετο. Ξέροντας την αρμένικη νοοτροπία και προσαρμοζόμενος στις τότε πολιτικές συνθήκες, αποφάσισε να καινοτομήσει!  «Η ενδεκάδα θα βγαίνει μέσα από ψηφοφορία» είχε πει στους έκπληκτους ποδοσφαιριστές του. Ήταν ένα τρικ. Όλοι ήξεραν ποιοι είναι οι καλύτεροι. Και ψήφιζαν σε κάθε αγώνα τους πιο φορμαρισμένους. Αυτοί που έπαιζαν τα ‘διναν όλα. Αυτοί που έμεναν στον πάγκο τους στήριζαν με όλη τους τη δύναμη επειδή τους είχαν ψηφίσει! Έτσι απλά. Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό. Οδήγησε την Αραράτ από το Ερεβάν, που πριν μερικά χρόνια δεν υπήρχε στον ποδοσφαιρικό χάρτη, στη κορυφή του Πρωταθλήματος της ΕΣΣΔ και την κατάκτηση του Κυπέλλου, το 1973, σε ένα πρωτάθλημα εξόχως ανταγωνιστικό και όχι πάντα καθαρό!


Το επίτευγμα θεωρείται από πολλούς ως η σημαντικότερη στιγμή στην ιστορία του ποδοσφαίρου της Αρμενίας! Για τον Αρμένικο λαό αυτή η ποδοσφαιρική επιτυχία ήταν μοναδική. Οι Αρμένιοι ποτέ δεν τα πήγαιναν καλά με την κεντρική εξουσία στη Μόσχα και τους ανθρώπους του κόμματος. Κι όταν ήθελαν να διαμαρτυρηθούν έκαναν διαδηλώσεις για τη Γενοκτονία που έφερναν στην επιφάνεια και τα δικά τους καθημερινά προβλήματα επιβίωσης. Επέστρεψε στην Αραράτ το 1984 και πάλι για έναν μόλις χρόνο. Οι 3 φορές κατάκτηση του πρωταθλήματος, δύο φορές της 2ης θέσης και δυο φορές της 3ης τον κατατάσσουν στην 5η θέση των πιο επιτυχημένων προπονητών όλων των εποχών. Την περίοδο 1980/81, ανέλαβε την Τσερνομόρετς Οδησσού.


Εργάστηκε και στην εθνική της Σοβιετικής Ένωσης και συνέδεσε το όνομά του με μια μεγάλη επιτυχία του ελληνικού ποδοσφαίρου, που ήταν μια αποτυχία για τον ίδιο! Τη νίκη της εθνικής Ελλάδος του Αλκέτα Παναγούλια με 1-0 στη Λεωφόρο, το 1979, που οδήγησε την Ελλάδα για πρώτη φορά στα τελικά του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 1980, στην Ιταλία!


Ο πατέρας του έφυγε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία με τη Γενοκτονία των Αρμενίων και κατέφυγε στην ΕΣΣΔ. Ο Σιμονιάν παρέμεινε Ρώσος πολίτης και μετά την ανεξαρτησία της Αρμενίας. Στη Μόσχα έχει ζήσει άλλωστε, το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Στις 25 Νοεμβρίου του 2011, την παραμονή του αγώνα Αρμενίας – Ρωσίας, ο Αρμένιος πρόεδρος παρασημοφόρησε τον Σιμονιάν που δεν μπόρεσε να κρατήσει τα δάκρυά του. 
«Θέλω να σας διαβεβαιώσω, είπε, ότι ο πατέρας μου ήταν ένας μεγάλος πατριώτης που γλύτωσε από τους Τούρκους και στη καρδιά του είχε κλείσει την αγάπη για την πατρίδα του. Αυτή την αγάπη μετέφερε και στα παιδιά του. Η μέρα που με την Αραράτ πήρα το πρωτάθλημα είναι Ιερή για μένα!» 
Ως προπονητής της Αραράτ καθιέρωσε τις νυχτερινές πτήσεις για να μην χάνουν οι παίκτες του τη πρωινή προπόνηση. Μιλάμε για το 1973 που τέτοιες καινοτομίες ήταν άγνωστες.

Με τον τεράστιο Λεβ Γιασίν, το 1958
Δύο φορές έχει αναλάβει τις τύχες της Ρωσικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας ως προσωρινός πρόεδρος. Την πρώτη φορά από τις 24 Νοεμβρίου του 2009 έως τις 3 Φεβρουαρίου του 2010 και την δεύτερη από τις 25 Ιουνίου του 2012, έως τις 3 Σεπτεμβρίου του 2012. Χαίρει αμέριστης εκτίμησης και απεριόριστου σεβασμού και από τους Ρώσους και από τους Αρμένιους.


PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα
  • ·         Football Club Dinamo Sukhumi


Επαγγελματική καριέρα
  • ·         1946-1948: Professional Football Club Krylia Sovetov Samara, 52 (9)
  • ·         1949-1959: Football Club Spartak-Moscow, 233 (133)


Διεθνής
  • ·         1954–1958: Σοβιετική Ένωση, 20 (10)


Προπονητική καριέρα
  • ·         1960-1965: Football Club Spartak-Moscow
  • ·         1967-1972: Football Club Spartak-Moscow
  • ·         1973/74: Football Club Ararat Yerevan
  • ·         1977-1979: Σοβιετική Ένωση
  • ·         1980/81: Football Club Chornomorets Odesa
  • ·         1984/85: Football Club Ararat Yerevan


Τίτλοι
Ως ποδοσφαιριστής
Συλλογικοί
Με τη Spartak-Moscow

  • ·         Πρωτάθλημα Σοβιετικής Ένωσης: 4 (1952, 1953, 1956, 1958)
  • ·         Κύπελλο Σοβιετικής Ένωσης: 2 (1950, 1958)


Διεθνείς
  • ·         Ολυμπιακοί Αγώνες: Χρυσό Μετάλλιο το 1956 στη Μελβούρνη


Προσωπικές Διακρίσεις
  • ·         Πρώτος Σκόρερ Σοβιετικού Πρωταθλήματος: 3 (1949 με 26 γκολ, 1950 με 34 γκολ, 1953 με 14 γκολ)


Ως προπονητής
Με τη Spartak-Moscow
  • ·         Πρωτάθλημα ΕΣΣΔ: 2 (1962, 1969)
  • ·         Κύπελλο ΕΣΣΔ: 3 (1963, 1965, 1971)



Με την Ararat Yerevan
  • ·         Πρωτάθλημα ΕΣΣΔ: 1973
  • ·         Κύπελλο ΕΣΣΔ: 1973


Προσωπικές διακρίσεις - Τιμές
  • ·         Μετάλλιο 3ης κλάσης της Μητέρας Πατρίδας
  • ·         Μετάλλιο 4ης κλάσης της Μητέρας Πατρίδας
  • ·         Βραβείο Φιλίας των Λαών
  • ·         Βραβείο της Κόκκινης Σημαίας και της Εργασίας
  • ·         Μετάλλιο της Τιμής
  • ·         Μετάλλιο Ιωβηλαίου Εορτασμού της 100ης επετείου από τη γέννηση του Βλαντιμίρ Ιλιτς Λένιν
  • ·         Μετάλλιο «Βετεράνος της Εργασίας»
  • ·         Βραβείο Ολυμπιακού Κινήματος
  • ·         Ιππότης της FIFA

Στοιχεία από armenianportal.gr