Κυριακή 2 Ιουλίου 2017

Χέρμπερτ Προχάσκα

Ο Αυστριακός  επιθετικός μέσος Χέρμπερτ Προχάσκα (Herbert Prohaska), γεννήθηκε στις 8 Αυγούστου του 1955, στη Βιέννη. Κατατάσσεται μεταξύ των Μεγαλύτερων Αυστριακών Ποδοσφαιριστών Όλων Των Εποχών και έχει ανακηρυχτεί και ως ο Κορυφαίος Αυστριακός παίκτης του 20ου Αιώνα από την UEFA!  Με το παρατσούκλι «Schneckerl», που στη βιεννέζικη διάλεκτο έχει την έννοια του «Ο Μπούκλας» και προέρχεται από τη πλούσια κόμη του στα νεότερα χρόνια της ζωής του, υπήρξε ένας ταλαντούχος, απλός και ουσιώδης στο παιχνίδι του, ιδιαίτερα μαχητικός μέσος, που έπαιξε ως οργανωτικός πλέι μέικερ. Διακρίθηκε για το παραγωγικό του παιχνίδι και τις πολύ καλές μεταβιβάσεις του, μιας και υπήρξε εξαιρετικός πασσαδόρος. Ξεκίνησε το 1972 με την Αούστρια Βιέννης και μέχρι το 1980 είχε κατακτήσει 4 πρωταθλήματα και 3 Κύπελλα Αυστρίας. Πήγε στην Ίντερ και κατέκτησε το Κύπελλο Ιταλίας στη δεύτερη σεζόν του με τους «νερατζούρι». Ακολούθησε το 1982, η Ρόμα, με την οποία κατέκτησε το ιταλικό πρωτάθλημα στην πρώτη του χρονιά, επιστρέφοντας στην Αούστρια το 1983 για να κλείσει την καριέρα του. Κέρδισε 83 διεθνείς συμμετοχές, σκοράροντας 10 γκολ και συμμετείχε στα Παγκόσμια Κύπελλα του 1978 και του 1982. Σήμερα εργάζεται ως ποδοσφαιρική αυθεντία για την αυστριακή Ραδιοφωνία Τηλεόραση (ORF).


Ξεκίνησε το ποδόσφαιρο σε ηλικία 9 ετών στην ομάδα της Φόρβαρτς XI, όπου ο πατέρας του, ένας εργάτης, ήταν προπονητής στα μικρά τμήματα της. Έμεινε μέχρι το 1970 και συνέχισε στη Όστμπαν μέχρι το 1972. Από την δεύτερη τον απέκτησε η Αούστρια Βιέννης το 1972 με την οποία έκανε ντεμπούτο στις 30 Ιουλίου του 1972, σ’ ένα φιλικό εναντίον της Βίνερ, στον οποίο σκόραρε το πρώτο γκολ του. Για τις επόμενες 8 περιόδους αποτέλεσε αναντικατάστατο μέλος της ενδεκάδας των «βιολετί», συμμετέχοντας σε 259 αγώνες πρωταθλήματος, πετυχαίνοντας 62 γκολ, τους οποίους βοήθησε να κάνουν δικά τους 4 πρωταθλήματα και τρία Κύπελλα Αυστρίας, αλλά και να φθάσουν στα προημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης τη περίοδο 1978/79, όταν και αποκλείστηκαν από τη σουηδική Μάλμε, (0-0 και  0-1).


Επόμενος «σταθμός» του ήταν η ιταλική Ίντερ. Πέρασε δύο όμορφα χρόνια στους «νερατζούρι», συμμετέχοντας σε 56 παιχνίδια τους στη Serie A’ με 8 γκολ, κατακτώντας μαζί τους το ιταλικό Κύπελλο του 1982. Στη συνέχεια εντάχθηκε στη Ρόμα, με την οποία, όχι μόνο πήρε αρκετό χρόνο συμμετοχής, έχοντας παρουσία σε 26 αγώνες με 3 τέρματα, αλλά χάρηκε και το πρωτάθλημα, στη μοναδική του σεζόν στους «τζιαλορόσι»! Επέστρεψε στην Αούστρια και ως παίκτης της κρέμασε τα παπούτσια του το 1989, καταγράφοντας άλλες 194 εμφανίσεις, με 35 γκολ και κατακτώντας 3 ακόμη πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο Αυστρίας με τα χρώματά της. Αναδείχθηκε Κορυφαίος Παίκτης για την Αυστρία το 1984, το 1985 και το 1988.


Έκανε το ντεμπούτο του για την Αυστρία στις 13 Νοεμβρίου του 1974 στην Κωνσταντινούπολη, σ’ ένα φιλικό αγώνα εναντίον της Τουρκίας. Υπήρξε για μία 15ετία βασικότατο στέλεχος της εθνικής ομάδας της Αυστρίας, τη φανέλα της οποίας φόρεσε σε 83 διεθνείς αγώνες,  πετυχαίνοντας και 10 γκολ. Πήρε μέρος στα Παγκόσμια Κύπελλα του 1978 στην Αργεντινή και του 1982 στην Ισπανία, όπου σε αμφότερες τις διοργανώσεις η «Βούντερτιμ» κατόρθωσε να προκριθεί στη 2η φάση, με τον ίδιο να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο! Το τελευταίο διεθνές παιχνίδι του ήταν ένας προκριματικός εναντίον της Ισλανδίας, τον Ιούνιο του 1989 για το Παγκόσμιο Κύπελλο, αλλά αποσύρθηκε πριν από το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990, στην Ιταλία.


Τον Νοέμβριο του 2003, επιλέχθηκε ως Χρυσός Παίκτης της Αυστρίας από την Αυστριακή Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία ως ο σημαντικότερος παίκτης τους τα τελευταία 50 χρόνια, στο πλαίσιο των εορτασμών για τη συμπλήρωση 50 ετών από την ίδρυσή της UEFA. Τον Αύγουστο του 2004, ψηφίστηκε ως Αυστριακός Ποδοσφαιριστής του 20ου Αιώνα, όταν η Αυστριακή Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία γιόρτασε την 100η επέτειό της.


Αφότου αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, επέλεξε να ασχοληθεί με την προπονητική. Εργάστηκε για αρκετά χρόνια στην Αούστρια Βιέννης, την οποία οδήγησε στην κατάκτηση δύο πρωταθλημάτων και ισάριθμων Κυπέλλων Αυστρίας, αλλά  και ως εκλέκτορας στην αυστριακή εθνική ομάδα, από τον Ιανουάριο του 1993, όταν διαδέχτηκε τον αποθανόντα Ερνστ Χάπελ (Ernst Franz Hermann Happel), την οποία οδήγησε στο Μουντιάλ του 1998. Το 1999 παραιτήθηκε μετά από μια καταστροφική ήττα 0-9 στην Ισπανία. Σήμερα, εργάζεται ως αυθεντία για το ποδόσφαιρο για την Αυστριακή Ραδιοφωνία Τηλεόραση, την ORF και γράφει για την μεγάλη αυστριακή εφημερίδα Kronen Zeitung. Σπούδασε μηχανικός αυτοκινήτων, είναι παντρεμένος με την Elisabeth, πατέρας δύο θυγατέρων, της Barbara και της Birgit και ζει στο Klosterneuburg κοντά στη Βιέννη.



PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • ·         1965-1970: Vorwärts XI
  • ·         1970–1972: Sport-Club Ostbahn XI

Επαγγελματική καριέρα

  • ·         1972–1980: Fußballklub Austria Wien, 259 (62)
  • ·         1980–1982: Football Club Internazionale Milano, 56 (8)
  • ·         1982/83: Associazione Sportiva Roma, 26 (3)
  • ·         1983–1989: Fußballklub Austria Wien, 194 (35)

Σύνολο καριέρας: 535 (108)

Διεθνής

  • ·         1974–1989: Αυστρία, 83 (10)

Προπονητική καριέρα

  • ·         1990–1992: Fußballklub Austria Wien
  • ·         1993–1999: Αυστρία
  • ·         1999–2000: Fußballklub Austria Wien

Τίτλοι

Ως ποδοσφαιριστής

Συλλογικοί

Με την Austria Vienna
  • ·         Πρωτάθλημα Αυστρίας: 7 (1975/76, 1977/78, 1978/79, 1979/80, 1983/84, 1984/85, 1985/86)
  • ·         Κύπελλο Αυστρίας: 4 (1973/74, 1976/77, 1979/80, 1985/86)

Με την Internazionale
  • ·         Κύπελλο Ιταλίας: 1981/82

Με τη Roma
  • ·         Πρωτάθλημα Ιταλίας: 1982/83

Προσωπικές Διακρίσεις

  • ·         Παίκτης της Χρονιάς για την Αυστρία: 3 (1984, 1985, 1988)
  • ·         Χρυσός Παίκτης για την Αυστρία στο πλαίσιο εορτασμού του Ιωβιλαίου (50ετηρίδα) της UEFA: 2004

Ως προπονητής

Με την Austria Vienna
  • ·         Πρωτάθλημα Αυστρίας: 2 (1990/91, 1991/92)
  • ·         Κύπελλο Αυστρίας: 2 (1989/90, 1991/92)

Προσωπικές Διακρίσεις

  • ·         Προπονητής της Χρονιάς για την Αυστρία: 1997



Στοιχεία από το balleto.gr