Στις 14 Φλεβάρη του 2010, στο ημίχρονο του αγώνα Μπόλτον – Τότεναμ για το Κύπελλο Αγγλίας, προβλήθηκε μια διαφήμιση της PUMA, για να γιορτάσει την Ημέρα των Ερωτευμένων!
Με αφορμή το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010 και μoτό το «Dedicate a song to someone you love as much as football» (Αφιερώστε ένα τραγούδι σε κάποιον που αγαπάτε όσο και το ποδόσφαιρο), η Puma οργάνωσε μια διαφημιστική καμπάνια, την “The Hardchorus“, καλώντας φανατικούς οπαδούς ευρωπαϊκών ποδοσφαιρικών συλλόγων -από την Αγγλία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία και αλλού- να τραγουδήσουν ένα ερωτικό τραγούδι στις λέσχες τους ή ακόμη και στις αγαπημένες τους pubs, με τον τρόπο που τραγουδούν τα συνθήματα των ομάδων τους στο γήπεδο!
Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό και στο παρακάτω βίντεο μπορείτε να δείτε μερικές από τις δημιουργίες!
Η «Τραγωδία της Θύρας 7», συνέβη στις 8 Φεβρουαρίου του 1981 στο (παλαιό) «Στάδιο Γεώργιος Καραϊσκάκης» στο Νέο Φάληρο, μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής αναμέτρησης ανάμεσα στον Ολυμπιακό και την ΑΕΚ. Είναι η Μεγαλύτερη Τραγωδία των ελληνικών γηπέδων και μία από τις χειρότερες στην ιστορία του αθλητισμού. Συνολικά, 21 φίλαθλοι έχασαν τη ζωή τους και 54 τραυματίστηκαν, στη προσπάθειά τους να βγουν από το γήπεδο για να γιορτάσουν τη μεγάλη νίκη του Ολυμπιακού με 6-0. Με την πόρτα σχεδόν κλειστή και τα τουρνικέ εισόδου στη θέση τους, αυτοί που βρίσκονταν κοντά στην έξοδο ποδοπατήθηκαν από όσους ακολουθούσαν! Η «Τραγωδία της Θύρας 7» έχει καταγραφεί ως μια από τις 20 Μεγαλύτερες που έχουν συμβεί στην ιστορία του παγκόσμιου ποδοσφαίρου!...
Το μεγάλο ντέρμπι του ελληνικού πρωταθλήματος για την 20η αγωνιστική, ήθελε τον πρωτοπόρο Ολυμπιακό των Σαργκάνη, Γαλάκου, Αναστόπουλου και Νικολούδη να φιλοξενεί την τρίτη της βαθμολογίας ΑΕΚ, των Αρδίζογλου, Μπάγεβιτς και Μαύρου με τη σέντρα στις 15:15 και τους ερυθρόλευκους να είναι βαθμολογικά στο +2. Λόγω της κρισιμότητας του ντέρμπι, τα 35.450 εισιτήρια είχαν εξαντληθεί από τις αρχές της εβδομάδας, πολλά από αυτά στη «μαύρη αγορά». Στο «Καραϊσκάκης» δεν έπεφτε καρφίτσα. Από τις 12 το μεσημέρι, τρεις ώρες πριν τη σέντρα, στις εξέδρες γινόταν χαλασμός. Ακόμη όμως και ο πιο αισιόδοξος δεν μπορεί να φανταστεί την εξέλιξη του παιχνιδιού, του απογεύματος και τελικά ολόκληρης της ζωής του με την ανάμνηση που θα έμελλε να κουβαλά μαζί του έκτοτε.
Το ματς εξελισσόταν σε θρίαμβο για τον Ολυμπιακό, που ξεκίνησε καλύτερα το παιχνίδι και μετά από μισή ώρα αγώνα, στο 30΄, μπήκε μπροστά στο σκορ με μονοκόμματο αριστερό σουτ του Μάικ Γαλάκου. Το πρώτο ημίχρονο ολοκληρώθηκε, όμως στο δεύτερο ξέσπασε η καταιγίδα!… Πέντε λεπτά μετά την έναρξη της επανάληψης, ο πρωτοεμφανιζόμενος Στέλιος Μανωλάς, αριστερό μπακ τότε, αποβάλλεται με δεύτερη κίτρινη κάρτα και η ΑΕΚ καταρρέει! Στο 53΄ ο Τάκης Περσίας σεντράρει από δεξιά και ο Γαλάκος με το αριστερό κάνει το 2-0. Στο 68΄ ο Τάκης Νικολούδης βγάζει μια κάθετη μπαλιά, που εκμεταλλεύεται ο Βαγγέλης Κουσουλάκης, γράφοντας το 3-0. Το πλήθος παραληρεί! Στο 75΄, ο Κώστας Ορφανός βγαίνει τετ-α-τετ με τον Σπύρο Οικονομόπουλο, τον ντριπλάρει και σε άδειο τέρμα σκοράρει για το 4-0. Πέντε λεπτά αργότερα, ο Νίκος Βαμβακούλας θα σημειώσει το καλύτερο γκολ εκείνου του παιχνιδιού, αφού θα ντριπλάρει την μισή ομάδα της ΑΕΚ , πλασάροντας για το 5-0. Ήταν το γκολ που έδωσε την αφορμή για να ξεσπάσει η φρενίτιδα! Το τρίτο γκολ του Γαλάκου στο 84΄, το έκτο συνολικά του Ολυμπιακού και πέμπτο ΜΠΡΟΣΤΑ στην Θύρα 7, την εξέδρα των φανατικών του Ολυμπιακού που παραληρεί, είναι το κερασάκι στην τούρτα. Και έτσι, ξαφνικά, άρχισαν όλα…
Ο Χάρος που βγήκε παγανιά
Πολύς κόσμος δεν περίμενε ποτέ το τελευταίο σφύριγμα του διαιτητή. Ήταν εκείνοι που βιάζονταν να φύγουν νωρίτερα για να γλιτώσουν την ταλαιπωρία της κίνησης στους γύρω δρόμους ή τον ανυπόφορο συνωστισμό στον Ηλεκτρικό. Κάποιοι άλλοι πάλι, ήθελαν να τρέξουν έξω από την θύρα 1, για να στήσουν εκεί τα επινίκια, την ώρα που θα αποχωρούσαν οι παίκτες και ο Κάζιμιρ Γκόρσκι για να τους αποθεώσουν. Ο ένας έπεφτε στην αγκαλιά του άλλου, σε όποιον έβρισκε μπροστά του! Ο κύριος όγκος της υπεράριθμης εξέδρας κινήθηκε προς τα έξω και πολλοί άρχισαν ήδη να σπρώχνονται πριν καν φτάσουν στις εξόδους. Όσοι έφευγαν γελαστοί ήταν όσοι είχαν βρει τις πόρτες ανοιχτές. Όλες δηλαδή, εκτός από μία. Το μοιραίο ήταν πια πολύ κοντά.
Η σκάλα της Θύρας 7 έμελλε να γίνει το σημείο που ο Θάνατος είχε στήσει την παγίδα του. Οι μαρτυρίες της εποχής για το τι πραγματικά συνέβη και ο κόσμος βρέθηκε στο έδαφος ποικίλουν. Σύμφωνα με το ένα σενάριο, το μόνο που χρειάστηκε για να γίνει το κακό ήταν ένα μαξιλαράκι από φελιζόλ, από αυτά που χρησιμοποιούσαν οι φίλαθλοι για να κάθονται στο γυμνό τσιμέντο λίγο πιο άνετα και πιο καθαρά. Κάποιος που κατέβαινε τη σκάλα το πάτησε, έχασε την ισορροπία του και από τη μια στιγμή στην άλλη, όσοι βρίσκονταν κοντά άρχισαν να κατρακυλούν σαν ντόμινο και να καταπλακώνονται. Το άλλο σενάριο υποστηρίζει πως έπεσε επειδή τα παλιά, τσιμεντένια σκαλιά ήταν σχεδόν λεία και φαγωμένα από την πολυκαιρία σε συνδυασμό με τα νερά που έτρεχαν από τις τουαλέτες. Το γεγονός είναι ότι ο κόσμος βρέθηκε στο έδαφος. Και ότι ακόμα κι έτσι θα υπήρχε σωτηρία εάν η πόρτα της Θύρας 7 ήταν ανοιχτή και τα τουρνικέ απουσίαζαν. Όμως, η πόρτα ήταν σχεδόν κλειστή και τα τουρνικέ της εισόδου δεν είχαν αφαιρεθεί ποτέ, όπως γινόταν κάθε φορά όταν άρχιζε το δεύτερο ημίχρονο, προκειμένου έτσι να διευκολύνεται η αποχώρηση
Το μακελειό
Με τους πρώτους ήδη στο έδαφος, όσοι ακολουθούσαν προς την έξοδο συνέχιζαν να κατεβαίνουν κατά δεκάδες από την εξέδρα, χωρίς όμως να γνωρίζουν τι είχε συμβεί μπροστά, λόγω της διάταξης της σκάλας. Και αυτό γιατί η Θύρα 7 ήταν η μοναδική θύρα του σταδίου που ανάμεσα στη σκάλα και την εξέδρα, μεσολαβούσε μια σκοτεινή στοά μήκους περίπου 50 μέτρων! Όσοι βρέθηκαν μπροστά, κοντά στην πόρτα, ή βρίσκονταν ήδη έξω, κάνουν λόγο για μια πραγματική κόλαση! Οι πίσω πιέζαν ασφυκτικά και οι ανάσες λιγόστευαν. Κάποιοι προσπάθησαν να τραβήξουν μερικούς από τους μπροστινούς έξω, μέσα από τις τρύπες, ακόμη κι αυτό όμως στάθηκε αδύνατο. Ο κόσμος είχε γίνει πλέον μια μάζα. Όσοι δεν είχαν ποδοπατηθεί ή πολτοποιηθεί από τα σίδερα, δεν μπορούσαν να αναπνεύσουν! Οι 19 βρίσκουν τραγικό θάνατο εκείνες τις στιγμές, κι ένας θα υποκύψει λίγο αργότερα στο «Τζάνειο»! Αλλά κι έξι μήνες αργότερα, ένας ακόμη που δεν συνήλθε ποτέ από το κώμα, θα προστεθεί στην τελική λίστα θανάτου. Ο απολογισμός είναι 21 νεκροί, 51 τραυματίες και χιλιάδες καταρρακωμένες ψυχές.
Οι στιγμές εκείνες θα σημαδέψουν μια ολόκληρη γενιά. Όσοι βρέθηκαν εκεί περιγράφουν μια κατάσταση αλλοφροσύνης. Έξω από την Θύρα 7 ο κόσμος πλέον καταλαβαίνει το Κακό τρέχει να βοηθήσει μέσα σε πανικό. Κάποιοι αστυνομικοί κατάφεραν να βγάλουν τα τουρνικέ από τη θέση τους, για ν’ αρχίζει ο απεγκλωβισμός. Οι τραυματίες και οι νεκροί μεταφέρονται με περιπολικά και ασθενοφόρα στο «Τζάνειο» -κυρίως- αλλά και σ’ άλλα Νοσοκομεία της πρωτεύουσας, όπου αρχίζει να συγκεντρώνεται πλήθος κόσμου, συγγενείς και φίλοι των ανθρώπων που δεν επέστρεψαν στα σπίτια τους με τις σκηνές που εκτυλίσσονται, τραγικές. Όσοι έχουν επιστρέψει σπίτι τους, χωρίς να γνωρίζουν τι έχει συμβεί, περίμεναν να δουν στην «Αθλητική Κυριακή» σε ριπλέι τα γκολ από τα ινδάλματά τους! Το μόνο όμως που βλέπουν είναι οι εκκλήσεις σε γιατρούς και αιμοδότες να σπεύσουν στα νοσοκομεία. Εκεί, το μόνο που ακούς όσο περνάει ο χρόνος είναι οι σπαραγμοί των μανάδων και τα χτυπήματα στα ντουβάρια των πατεράδων που έχασαν τα παιδιά τους. Στην -τότε ακόμη κρατική- τηλεόραση, το πρόγραμμα διακόπτεται. Εμφανίζεται μόνο μια οθόνη που πληροφορεί για την Τραγωδία με μουσική υπόκρουση μια πένθιμη συμφωνία του Μπετόβεν.
Ένα κράτος παντού ανεύθυνο
Είκοσι ένας (αρ: 21) άνθρωποι σκοτώθηκαν μπροστά στις σιδερένιες πόρτες της Θύρας 7 και μέχρι και σήμερα κανείς δεν θεωρήθηκε υπεύθυνος γι’ αυτούς τους θανάτους! Τα δικαστήρια αποφάνθηκαν ότι δεν υπήρξε κάτι μεμπτό και κανείς δεν κρίθηκε ένοχος για οτιδήποτε. Τρία χρόνια μετά, στις 7 Μαρτίου του 1984, δικαστές ήλθαν στη Θύρα 7 για αυτοψία η οποία διήρκησε 40 λεπτά. Μια ενημέρωση από τους αστυνομικούς και τους φύλακες του γηπέδου. Συνολικά υπήρχαν 180 αστυφύλακες για να αστυνομεύσουν σχεδόν 40.000 φιλάθλους. Κατά τη διάρκεια της αυτοψίας, υπήρχε διχογνωμία αν το διαχωριστικό κιγκλίδωμα των Θυρών 7 και 8 ήταν ανοιχτό. Οι αστυνομικοί είπαν ότι ήταν κλειστό, ενώ οι φύλακες ότι ήταν ανοιχτό. Ο συνήγορος των θυμάτων, προσπάθησε να αποδείξει ότι τα τουρνικέ δεν είχαν απομακρυνθεί, με αποτέλεσμα οι φίλαθλοι να πηδήξουν τα εμπόδια για να σωθούν. Κοινή διαπίστωση ήταν η προχειρότητα των εγκαταστάσεων, που εγκυμονούσαν κινδύνους για την ασφάλεια των φιλάθλων. Μετά την αυτοψία τοποθετήθηκε κουπαστή στο μέσον, έγινε διαπλάτυνση στον κεντρικό διάδρομο των εξεδρών και ανοίχθηκαν τρεις επιπλέον έξοδοι για την εκκένωση της Θύρας.
Οι 5 φύλακες της Θύρας 7, που πρωτόδικα είχαν καταδικασθεί σε φυλάκιση 10 ετών, αθωώθηκαν από το Τριμελές Εφετείο Πειραιά στις 22 Σεπτεμβρίου του 1986. Η «ετυμηγορία» είναι ότι οι νέοι αυτοί άνθρωποι θυσιάστηκαν για την αγάπη τους για τον Ολυμπιακό λόγω ενός τυχαίου γεγονότος ή μιας απροσεξίας. Οι οικογένειες των θυμάτων δεν αισθάνθηκαν ποτέ δικαιωμένοι, έστω και για την αβλεψία. Σήμερα, το σκουριασμένο τουρνικέ και η καταραμένη πόρτα έξω από το υπερσύγχρονο «Γ. Καραϊσκάκης» έχουν μείνει να θυμίζουν την μεγαλύτερη τραγωδία που έπληξε τον ελληνικό αθλητισμό.
Οι 21 ψυχές που άφησαν την τελευταία τους πνοή έχοντας στο μυαλό και τα χείλη τους τον Ολυμπιακό, θυσιάζοντας το υπέρτατο αγαθό τους.
Από
τότε που βγήκαν τα πρώτα ATARI,
αργότερα οι πρώτοι υπολογιστές και οι κονσόλες, το ποδόσφαιρο δεν θα μπορούσε
να απέχει. Πιο πριν υπήρχε (και συνεχίζει να υπάρχει) το
ξύλινο ποδοσφαιράκι. Αλλά ο άντρας (ή το αγόρι) λατρεύει τα ηλεκτρονικά
παιχνίδια και λατρεύει το ποδόσφαιρο. Και όταν τα συνδυάσεις αυτά, του παίρνεις
ένα κομμάτι από την ψυχή και ένα ακόμα μεγαλύτερο από τον χρόνο του. Ακολουθεί ένα
αφιέρωμα παρελθοντολογίας, ένα ταξίδι στα παιδικά χρόνια πολλών από εμάς.
Πολλοί
παιχνιδο-ιστορικοί καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι το πρώτο “πραγματικό”
ποδοσφαιράκι ήταν το Fussball του 1978 για την 8-μπιτη κονσόλα VC 4000. Από το
όνομα εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι το παιχνίδι (όπως και η κονσόλα) ήταν
γερμανικό, με μικρή σχετικά απήχηση εκτός της χώρας. Το εντυπωσιακό είναι ότι
δεν ήταν κλασσικό παιχνίδι με δυο ματζαφλάρια ως τερματοφύλακες και ένα μπαλάκι
σαν το κλασσικό Pong του ATARI,
αλλά είχε παίκτες στημένους που
μπορούσαν να κινηθούν οριζόντια. Ένα χρόνο αργότερα βγήκε το αμερικάνικο
NASL Soccer που είχε “ελεύθερη” κίνηση και ήταν κάπως πιο ρεαλιστικό. Δυο
παιχνίδια σχετικά ξεχασμένα, χωρίς μεγάλη επιτυχία αλλά με τις θέσεις τους στην
“ηλεκτρονική ιστορία”.
Στις
αρχές της δεκαετίας του 1980 βγήκαν αρκετά ποδοσφαιράκια και ποιος θα
έχανε την ευκαιρία να βγάλει μερικά φράγκα από αυτό; Σίγουρα όχι ο Πελέ, με το
διάσημο Pele’s Soccer του 1980 για το ATARI 2600. Το παιχνίδι του Πελέ ήταν το
πρώτο που έβαζε την κάμερα από πάνω και τη φορά του γηπέδου να μην είναι
οριζόντια και συνεπώς ήταν πρωτοπόρο. Ο ήχος του είναι μαγευτικός και θύμιζε
κάτι από Space Invaders ή άλλους αντίστοιχους τίτλους. Υπήρχαν κι άλλα παρόμοια
παιχνίδια εκείνη την εποχή, όπως το International Soccer στο Commodore. Αν και
λίγο καταθλιπτικό αφού δεν υπήρχε ήχος εκτός από τα σφυρίγματα των διαιτητών
(και τον κόσμο που έκανε σαν τηλεόραση με παράσιτα), οι φιγούρες του έκαναν
ξαφνικές ντρίμπλες, σούταραν τη μπάλα που αψηφούσε τους νόμους της Φυσικής και οι
βουτιές των τερματοφυλάκων θύμιζαν γέρικα δένδρα που έπεφταν κάτω.
Σε
ανάλογο στυλ ήταν και το Match Day του 1984, ένα παιχνίδι που έκανε μεγάλη
επιτυχία και το ακόμα καλύτερο σίκουελ Match Day II υπό τους ήχους
του “When the Saints Go Marching In” με πάρα πολλές πωλήσεις και αρκετά
καινούρια στοιχεία. Την περίοδο εκείνη κυκλοφόρησαν ποδοσφαιράκια όπως το
Konami Football, το Soccer, το Tehkan
World Cup, το Mexico ’86 και άλλα πολλά. Από αυτά ξεχώριζε το Tehkan που καταβρόχθιζε
τα εικοσάρικα από όσους ήθελαν να κοντραριστούν πάνω από την ίδια οθόνη. Φιλίες
χαλούσαν, χέρια χτυπούσαν, καθώς οι δυο αντίπαλοι έσκυβαν τα κεφάλια τους πάνω
από το ηλεκτρονικό που ήταν σαν τραπεζάκι και άνετα του έβαζες τραπεζομάντιλο. Λίγα
παιχνίδια στα “ουφάδικα” είχαν τόσο σουξέ όσο τα ποδοσφαιράκια σε… κάτοψη και
το Tehkan ήταν ο πρωτοπόρος.
Ήταν
τα τέλη της δεκαετίας εκείνης που βγήκαν μερικά ιστορικά παιχνίδια και έβαλαν
την λέξη εθισμός στο λεξιλόγιό μας. Ανάμεσα σε τίτλους όπως το Εμίλιο
Μπουτραγκένιο και το Goal!, τα δυο παιχνίδια που έκαναν το μπαμ ήταν το
Microprose Soccer και κυρίως το Kick Off. Και τα δύο είχαν την κάμερα
από πάνω, αλλά το 2ο ήταν εξαιρετικά γρήγορο παιχνίδι και αρκετά δύσκολο στον
χειρισμό, με την μπάλα να εκτοξεύεται και να θέλει ιδιαίτερη τεχνική.
Μπαίνοντας στη δεκαετία του 1990 υπήρχαν αρκετά παιχνίδια στα πρώτα της χρόνια,
αλλά ενώ ο ήχος και τα γραφικά ήταν καλύτερα, το gameplay δεν άλλαζε ιδιαίτερα.
Έτσι παιχνίδια όπως το Striker, το Nintendo
World Cup, δεν έφεραν ιδιαίτερες καινοτομίες. Δύο παιχνίδια άφησαν εποχή,
το ένα ήταν το Kick Off 2 ενώ ο περισσότερος κόσμος είχε τρέλα με το
Sensible Soccer. Η κάμερα από πάνω (bird’s-eye όμως και όχι όπως του Kick Off),
η φορά πάνω-κάτω και οι ώρες παιχνιδιού ατελείωτες. Μία ακόμα στάση στο
παρελθόν:
Τα
ποδοσφαιράκια συνέχισαν να βγαίνουν με καταιγιστικό ρυθμό, Tecmo World Cup,
Super Sidekicks, Goal 2 ήταν ορισμένα από τα παιχνίδια της εποχής. Μιας εποχής
που θα έβαζε τίτλους τέλους περίπου στα μέσα της δεκαετίας, μια που είχαν μπει
οι βάσεις για την αρχή του… δικομματισμού στα ηλεκτρονικά ποδοσφαιράκια. Πριν
μιλήσουμε όμως γι’ αυτό, ας δούμε το τελευταίο καλό ποδοσφαιράκι της…
ανεξάρτητης εποχής (αν και τη SEGA δεν την λες μικρό όνομα), το Virtua Striker.
Ένα ποδοσφαιράκι που φαινόταν πανέμορφο τότε, με τέλεια γραφικά, αλλά είχε κι
αυτό τα δικά του “κόλπα” για να σκοράρεις, όπως π.χ. κάποια σουτ που έμπαιναν
σχεδόν πάντα αν ήξερες τα μυστικά.
Η
σειρά Virtua Striker με τις πολλές εκδόσεις της ήταν ουσιαστικά η τελευταία
πριν μπούμε στη “σύγχρονη” εποχή του ηλεκτρονικού ποδοσφαίρου. Όλα ξεκίνησαν το
1994 από την EA Sports, που πήρε κάποια δικαιώματα από τη ΦΙΦΑ και έκανε το
FIFA International Soccer. Το παιχνίδι είχε “ισομετρικά γραφικά” και είχε αρκετά στοιχεία καινούρια ή
που είχαν ξαναγίνει και απλά τα παρουσίασε σαν καινοτομίες (βλέπε Apple).
Γνωστό και ως FIFA 94, είναι ένα από τα σημαντικότερα παιχνίδια όλων των εποχών,
κυρίως γιατί ξεκίνησε τη σειρά των FIFA. Ακολούθησε η σαφώς καλύτερη έκδοση του
1996 και αργότερα το Road to World Cup του 1998 που εκτός όλων των άλλων είχε
και το Song 2 να παίζει. Μοναδικά τα
εισαγωγικά βιντεάκια των γηπέδων πριν την έναρξη του αγώνα.
Καθώς
στην EA έτριβαν τα χέρια τους και μετρούσαν χρήματα, οι Γιαπωνέζοι της Konami
δεν κάθονταν με σταυρωμένα τα χέρια. Η σειρά τους Winning Eleven απέκτησε
επιτυχία αλλάζοντας όνομα στον υπόλοιπο κόσμο. Αρχικά ως ISS Pro και ISS Pro
Evolution για να φτάσουμε στο Pro Evolution Soccer από το 2001 και μετά. Η
μετέπειτα ιστορία γνωστή, η σειρά των PES γρήγορα έφτασε και ξεπέρασε τη σειρά
της EA με αποτέλεσμα να θεωρείται το №1. Η πληθώρα των τίτλων εξαφανίστηκε
και επί της ουσίας οι δυο εταιρείες μονοπωλούν την αγορά εδώ και πολλά χρόνια, εναλλασσόμενοι
στη πρωτοκαθεδρία μεταξύ τους, χωρίς προς το παρόν νέοι “παίκτες” να φαίνονται
στο προσκήνιο. Κλείνουμε το αφιέρωμα με ένα από τα καλύτερα PES, το πρώτο ίσως
που έγινε εμπορική επιτυχία, το ISS Pro 98:
Κάπου στο 2015, το γαλλικό
ποδοσφαιρικό περιοδικό France Football, το γνωστό που ξεκίνησε την
ιστορία με τη Χρυσή Μπάλα, έκανε ένα μεγάλο αφιέρωμα στα ξύλινα ποδοσφαιράκια.
Αυτά τα μαγευτικά μαραφέτια με τις σειρές από παίχτες σε γραμμές που τους
χειριζόσουν με τη λαβή. Οι λίγο μεγαλύτεροι θυμόμαστε ότι πριν βγουν τα
ηλεκτρονικά ποδοσφαιράκια τρώγαμε τα λεφτά μας σε αυτά τα κουτιά.
Το ξύλινο ποδοσφαιράκι είναι μια
γαλλική εφεύρεση της δεκαετίας του 1960. Η εταιρία Σοσιετέ Μπονζινί τα φύτεψε
σε πολλά καφέ, μπιλιαρδάδικα, μπαρ και μπιστρό πριν γίνουν μόδα και μανία. Στο
θρυλικό στέκι «Εξαγκόν» του Παρισιού πήγαιναν το μήνα περίπου 250.000
Παριζιάνοι για να παίξουν το ξύλινο ποδοσφαιράκι. Σήμερα αυτό το νούμερο έχει
πέσει στις 55.000 σύμφωνα με το γενικό διευθυντή της Μπονζινί. Τα ηλεκτρονικά
ποδοσφαιράκια έχουν κλέψει το κυρίως κοινό αυτών των στεκιών, παιδιά γυμνασίου
και λυκείου, φοιτητές και διάφορους νέους κάτω των 35.
Μέσα από τη νοσταλγία των
ανθρώπων που γεννήθηκαν μέχρι το 1990, αλλά και λίγο στη λογική της μόδας του
ρετρό, τα ξύλινα ποδοσφαιράκια κάνουν μια δυναμική επανεμφάνιση. Το 2014 η
Μπονζινί ανακοίνωσε αύξηση των παραγγελιών κατά 65%! Μάλιστα το μεγαλύτερο
μέρος των παραγγελιών πήγαινε σε ιδιώτες που ήθελαν ένα τέτοιο σπίτι τους. Η
Γαλλία με την έντονη ρομαντική διάθεση που τη χαρακτηρίζει επιστρέφει στο
ξύλινο ποδοσφαιράκι.
Δεν είναι μόνο η Γαλλία όμως.
Στην Αγγλία πολλές παμπς πέρα από τα διάφορα φιλπεράκια και βελάκια που έχουν
σταθερά, άρχισαν να εγκαθιστούν ξύλινα ποδοσφαιράκια. Όσο και αν φαίνεται περίεργη
η εικόνα του μεθυσμένου Αγγλάρα που πάει να παίξει και το χέρι τρέμει στη λαβή,
ενώ παράλληλα χύνει τη μπύρα στο ξύλινο γήπεδο με αποτέλεσμα να κολλάει
η μπίλια μπάλα, οφείλω να ομολογήσω ως αυτόπτης μάρτυρας ότι
συμβαίνει. Και όλα κλασικά: Ρίχνεις κέρμα, τραβάς μοχλό, πέφτουν οι μπάλες με
το χαρακτηριστικό ήχο και, όπως άλλωστε και στο τάβλι, η μαγεία και η μαγκιά
είναι το τακ-τακ σε κάθε παιξιά.
Το βασίλειό του όμως είναι στην
Ισπανία, και ειδικά στη Βαρκελώνη, όπου το ξύλινο ποδοσφαιράκι είναι θεσμός.
Μπορείς να το βρεις σε όλα τα μεγέθη, σε όλα τα καταστήματα παιχνιδιών. Υπάρχει
παντού και μάλιστα διοργανώνεται τουρνουά σε εθνικό επίπεδο με έπαθλα,
χρηματικά και κύπελλα, τηλεοπτική κάλυψη και τα πάντα. Είναι τόσο διαδεδομένο
που σε τελικούς κυπέλλου στα περίπτερα που στήνονται εκτός από κασκόλ, φανέλες,
μπύρες, αναψυκτικά, βρώμικο και τα γνωστά παραδοσιακά έχουν και υπαίθρια ξύλινα
ποδοσφαιράκια για να λύνουν οι οπαδοί τις διαφορές τους πριν το ματς, χωρίς να
πλακώνονται στο ξύλο.
Στις ακαδημίες τους οι
περισσότερες ομάδες έχουν βάλει ξύλινα ποδοσφαιράκια. Η Μπαρσελόνα και η
Μπιλμπάο υπήρξαν πρωτοπόρες και μάλιστα ένας από τους προπονητές της Μπιλμπάο
στις μικρές ηλικίες δήλωσε ότι βοηθάει ώστε να εξηγήσουν στα παιδιά τις θέσεις
και τις γραμμές μέσα από ένα παιχνίδι. Στην Καταλονία το ξύλινο ποδοσφαιράκι
είναι τόσο βαθιά ριζωμένο που μετά το Γιούρο του 2012, ο Τσάβι έδωσε συνέντευξη
στη μεγαλύτερη εφημερίδα της χώρας, την Ελ Παΐς, με κεντρική φωτογραφία τον
ίδιο μπροστά σε ένα τέτοιο.
Άλλωστε όσο εντυπωσιακά και αν
είναι τα γραφικά, η κίνηση και ο ήχος του κάθε «ΠΡΟ» και κάθε «ΦΙΦΑ», το δέσιμο
της παρέας και ο χαβαλές που μπορεί να προκαλέσει αυτό το «τακ» της μπίλιας στο
ξύλο που ακολουθεί την ατάκα «Να σε παίξω ένα;» δεν το πετυχαίνει κανένα
μπλιμπλίκι.
Για
τους γεννημένους το πολύ μέχρι και την τελευταία δεκαετία του 20ου
αιώνα, υπάρχουν κάποιοι κανόνες που περιγράφουν το ποδόσφαιρο της αλάνας.
Μιας και τα πράγματα έχουν πλέον αλλάξει, και τα βιώματα ειδικά των παλαιότερων εξ
ημών είναι διαφορετικά από κάποιων άλλων, θεωρώ ότι αν κάποιος είναι πάνω από
25 ετών και μεγάλωσε σε κάποιο μέρος, που συνήθως υπήρχαν τέτοιοι χώροι πριν
τσιμεντοποιηθούν, θα συμφωνήσει τουλάχιστον με τις περισσότερες από τις δέκα
μεγάλες αλήθειες που περιγράφονται παρακάτω.
1.
Το πιο σημαντικό άτομο ήταν ο "μπαλοκράτορας"
Ποδόσφαιρο
χωρίς μπάλα δεν γίνεται και η μπάλα όταν ήμασταν μικροί ήταν από τα μεγαλύτερα
γκάτζετ (μια που τότε δεν είχαμε κινητά και εκτός από το γκειμ-μπόι και τον
Άμστραντ δεν υπήρχε τόση τεχνολογία). Για κάποιον ανεξήγητο λόγο μπορεί να
είχαμε καινούρια παπούτσια, αλλά λίγοι είχαν μπάλες. Και έπρεπε να τους έχουμε
από κοντά. Κατά διαβολική σύμπτωση μπάλα είχε πολύ συχνά κάποιος αχώνευτος!
Έτσι λοιπόν το ποδόσφαιρο μας μάθαινε από μικρούς την κοινωνική υποκρισία και
τα ψεύτικα χαμόγελα προς άτομα που δεν χωνεύαμε. Και αν δεν ήταν αχώνευτος,
σίγουρα ήταν από τους πιο άσχετους ποδοσφαιρικά και όταν έπιανε αέρα δεν
μπορούσες να τον βρίσεις όσο ήθελες, καθώς πιθανότατα δεν θα ξαναέπαιζες.
Πάντως, ίσως ο ιδιοκτήτης της μπάλας να ήταν το δεύτερο πιο σημαντικό άτομο,
αφού το πρώτο ήταν η μάνα του! Γιατί αυτή θα ερχόταν να τον μαζέψει για να
πάει να φάει ή δεν θα τον άφηνε να βγει από το σπίτι επειδή έπρεπε να διαβάσει
ή επειδή φοβόταν μήπως αρρωστήσει ο κανακάρης της.
2.
Τι γινόταν όταν δεν είχαμε μπάλα
Πολλές
φορές ήθελες να παίξεις και δεν είχες μπάλα. Εκεί φαινόταν η δημιουργικότητα
και η φαντασία σου. Αγαπημένα ήταν τα κουτιά γάλα συσκευασίας τετραπάκ ή όπως
αλλιώς λέγεται, εκείνα τα τετράγωνα που είχαν αρκετό όγκο για να μπορείς να τα
κλωτσήσεις και τόσο παράξενο σχήμα που ούτε
ο Ζουνίνιο Περναμπουκάνο δεν μπορούσε να βάλει τα κατάλληλα φάλτσα.
Επίσης πολύ της μόδας ήταν τα μπουκαλάκια νερού, τα κουτάκια από αναψυκτικά, τα
μικρά κουτάκια από χυμούς που ήταν πιο μανιτζέβελα, αλλά χαλούσαν και
ευκολότερα. Γιατί πάντα βρισκόταν κάποιος αρκετά άμπαλος που θα πατούσε το
κουτί και από τρισδιάστο αντικείμενο θα γινόταν κάτι προς το επίπεδο, σαν το
πακ του χόκεϊ επί πάγου! Ταυτόχρονα με την μετατροπή της μπάλας σε πακ, το
παιχνίδι από ποδόσφαιρο γινόταν κλωτσοπατινάδα, αλλά δεν είχε τόση σημασία. Το
γκολ πανηγυριζόταν και πάλι σαν να ήταν τελικός ΤσαμπιονσΛί.
3.
Δεν έχουμε εστίες, ας φτιάξουμε
Γήπεδα
μπάσκετ υπήρχαν, όχι πολλά αλλά υπήρχαν. Γήπεδα ποδοσφαίρου όχι. Έτσι λοιπόν οι
εστίες ήταν αυτοσχέδιες. Το σύνηθες ήταν τον ρόλο των δοκαριών να τον παίζουν
τα μπουφάν, οι μπλούζες και γενικά τα εφόδια του καθενός. Αν ήσουν πιο τυχερός
τότε υπήρχε κάποιο δέντρο ή κάτι αντίστοιχο που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως
δοκάρι. Παίξαμε σε «γήπεδο» που τα δοκάρια ήταν προτομές ηρώων! Βέβαια η μια
“εστία” ήταν πιο μικρή σε μήκος από την άλλη (γιατί είχαν βάλει τα αγάλματα πιο
κοντά), αλλά αυτό το λύναμε εύκολα αλλάζοντας εστία σε κάθε ημίχρονο. Το
πρόβλημα ήταν πιο σοβαρό όταν διάφοροι περαστικοί μας έκραζαν γιατί δεν
σεβόμασταν αυτούς που θυσιάστηκαν για εμάς. Και αν το πρόβλημα των κάθετων
δοκαριών λυνόταν εύκολα, η μεγάλη πληγή ήταν τα οριζόντια. Ο άγραφος νόμος του
ποδοσφαίρου της αλάνας έλεγε ότι το οριζόντιο δοκάρι πάντα τοποθετείται
νοητά στο μέγιστο ύψος που έφτανε ο εκάστοτε τερματοφύλακας. Μεγάλη διαφορά
από το κανονικό ποδόσφαιρο που ο ψηλός τερματοφύλακας είναι πλεονέκτημα. Όπως
είναι φυσικό, με την απουσία ριπλέι και εποπτών, υπήρχαν πολύ συχνά διαφωνίες
για το αν κάποια σουτ ήταν γκολ ή “πολύ ψηλά”.
4.
Πού παίζει ο καθένας
Όλοι
ήθελαν να βάζουν γκολ, όλοι ήθελαν να σκοράρουν, αλλά δεν γινόταν. Ο κανόνας
έλεγε ότι οι πιο άμπαλοι μπαίνουν στην άμυνα και ο πιο χοντρός στο τέρμα.
Συνήθως ο πιο χοντρός ήταν κι ο τελευταίος που επιλεγόταν, ένα κοινωνικό στίγμα
που δύσκολα ξεχνιέται. Αν δεν υπήρχε χοντρός ή κάποιος που ήθελε να κάτσει
τέρμα, υπήρχε ο δημοκρατικός κανόνας σύμφωνα με τον οποίο ο τερματοφύλακας άλλαζε
κάθε δύο γκολ. Φήμες λένε ότι κάποιοι άφηναν τα γκολ επίτηδες ώστε να
επιστρέψουν μια ώρα αρχύτερα στο κανονικό παιχνίδι. Ειδική μνεία πρέπει να
γίνει στο μπακότερμα είτε λόγω αριθμητικής ανισορροπίας των ομάδων, είτε επειδή
δεν άντεχε να μην παίζει λίγο κι αυτός.
5.
Χάσαμε την μπάλα
Το
ποδόσφαιρο δεν είναι τένις ή πινγκ-πονγκ και η μπάλα είναι μεγάλη. Παρ’ όλα
αυτά, δεν ήταν λίγες οι φορές που η μπάλα έφευγε. Είτε σε
κάποιο μπαλκόνι, είτε σε κάποια στέγη, είτε σε κάποιον δρόμο, είτε
οπουδήποτε τέλος πάντως μπορούσε να πάει μια μπάλα από ένα κακό δυνατό σουτ. Η
χειρότερη μοίρα όμως της μπάλας ήταν να πάει κάτω από ένα αυτοκίνητο. Η
προσπάθεια επανάκτησής της ένας πραγματικός γολγοθάς, με πιτσιρίκια να απλώνουν
τα πόδια τους και να κάνουν κάτι σαν τάκλιν για να την φτάσουν. Το επίπεδο
δυσκολίας ανέβαινε κι άλλο, όταν ο δρόμος ήταν γεμάτος νερά, φαινόμενο όχι
σπάνιο σε ελληνικό δρόμο, κι ο ήρωας έπρεπε να γίνει μούσκεμα για να
συνεχιστεί το παιχνίδι. Ειδικά μάλιστα όταν συνήθως υπήρχε και η διαφωνία
αν υπεύθυνος ήταν αυτός που είχε στείλει την μπάλα εκεί ή η ομάδα που είχε την
κατοχή.
6.
Απουσία διαιτητή, ανάγκη συμφωνίας στους κανόνες
Τις συντριπτικά
περισσότερες φορές δεν υπήρχε κάποιος να αποφασίζει, δίκην διαιτητού! Τότε οι
γενικές… ντιρεκτίβες λέγανε ότι για να δοθεί πέναλτι θα έπρεπε να το ζητήσει
αυτός που έχει πέσει κάτω και «φαινόταν» ότι πονούσε! Φυσικά ακόμα
και να έβγαινε άκρη για το αν ένα φάουλ ήταν πράγματι φάουλ (συνήθως ήταν, αν
το θύμα επέμενε πολύ και έπαιρνε την μπάλα στα χέρια του για το εκτελέσει…), μια
καινούρια συζήτηση ξεκινούσε για τις αποστάσεις. Χωρίς ίντερνετ να
γκουγκλάρει κάποιος, υπήρχαν διάφορες απόψεις για το πόσα μέτρα ή βήματα ήταν η
σωστή απόσταση του τείχους και του πέναλτι και ειδικά όταν μιλούσαμε για
“βήματα” ποιος θα τα μετρούσε, καθώς αν πήγαινε κανένας ψηλός η απόσταση
μεγάλωνε σημαντικά! Φυσικά, ΔΕΝ υπήρχε οφσάιντ, ένας κανόνας ιδιαίτερα
πολύπλοκος για να τηρείται. Γενικά πάντως οι διαφωνίες σπάνια έφερναν το τέλος
του παιχνιδιού, καθώς η κάψα για μπάλα ήταν μεγαλύτερη. Φυσικά, οι «αδικημένοι»
φρόντιζαν να χτυπάνε ανά τακτά χρονικά διαστήματα στους αντιπάλους «εκείνη» τη
φάση που τελικά πέρασε το δικό τους, πλάθοντας σιγά σιγά τις επόμενες γενιές
Ελλήνων φιλάθλων.
7.
Πώς αρχίζει και πότε τελειώνει ένας αγώνας;
Στο
ποδόσφαιρο της αλάνας δημιουργήθηκε και το ιδιότυπο ποδοσφαιρικό τζάμπολ «σκάει
τρεις», όταν δεν υπήρχε συμφωνία για το ποιος θα κάνει τη σέντρα. Αν υπήρχε
συμφωνία, ο κανόνας έλεγε ότι η πρώτη πάσα ήταν ελεύθερη με αποτέλεσμα να
γίνονται και οι πρώτες οργανωμένες κομπίνες, ενώ μερικοί επίτηδες έκαναν την
πρώτη πάσα απίστευτα αργά για να σπάσουν τα νεύρα των αντιπάλων. Η παντελής
έλλειψη κανόνων είχε ως αποτέλεσμα να μην ξέρουμε πότε τελείωνε ένα ματς.
Κάποιες φορές παίζαμε μέχρι κάποια συγκεκριμένη ώρα, όπου και εκεί γινόταν
χαμός γιατί όσοι είχαν ρολόγια παρουσίαζαν μεγάλες αποκλίσεις και 1-2 λεπτά
ακόμα ήταν ένας αιώνας στην αλάνα, ενώ κάποιες φορές παίζαμε μέχρι συγκεκριμένο
αριθμό γκολ. Αν για κάποιους λόγους το παιχνίδι έπρεπε να διακοπεί πριν την ώρα
του (αποχώρηση «μπαλοκράτορα», νύχτα κ.λ.) και το σκορ ήταν ισόπαλο ή στη
διαφορά ενός γκολ, υπήρχαν δυο σπουδαίοι κανόνες. Αυτός της «τελευταίας
φάσης» με την αγωνία στο κατακόρυφο, αφού όλος ο ιδρώτας κρινόταν
από μία και τελευταία κλωτσιά και αυτός του «όποιος το βάζει κερδίζει».
Μερικά από τα σπουδαιότερα γκολ στης ιστορία του ποδοσφαίρου της αλάνας μπήκαν
υπό αυτές τις συνθήκες! Που συνοδεύονταν από πανηγυρισμούς-κόπιες γνωστών αστέρων!
8.
H αργκό του ποδοσφαίρου αλάνας
Η
γλώσσα ήταν ένα συνονθύλευμα λέξεων καθαρεύουσας, λαϊκής δημοτικής και ξένων
όρων που είχαν μπασταρδοποιηθεί. Στην περίπτωση που είχαμε χέρι ξεκινούσε μια
συζήτηση με μαγικές λέξεις για τις ηλικίες όπως εσκεμμένο, ακούσιο και άλλα
τέτοια που προστίθενταν στο λεξιλόγιο δίπλα σε λήμματα όπως το “τζατζάρισμα” ,
“παγκότερμα”, “αράουτ” , “δεν στρέχει” , “το
γερμανικό” , “σφάλτσο” , “φάουλτ” κτλ, ενώ είχαν δημιουργηθεί και νέες
θέσεις στον αγωνιστικό χώρο όπως το περιβόητο “περίπτερο” που όλοι μισούσαν,
αλλά σε κάποια στιγμή της ζωής τους έπαιξαν. Εκεί πρωτοακούστηκαν και φράσεις
όπως «όχι μπουμ» για να απαγορευτούν τα δυνατά σουτ που έθεταν σε κίνδυνο την
σωματική ακεραιότητα του ατυχούς τερματοφύλακα.
9.
Εγώ είμαι ο Πελέ, εμείς είμαστε η Γερμανία
Το
ποδόσφαιρο των παιδικών μας χρόνων μπορεί να ήταν μια στιγμή ευφορίας και
ελευθερίας, αλλά πάντα μέσα μας θέλαμε να μοιάσουμε με μεγαλύτερους. Εκεί
είχαμε τις διαφωνίες για το ποιος είναι ο καθένας και τι ομάδα είναι ο καθένας.
Και μιας και δεν μπορούσαμε να διαλέξουμε ελληνικές ομάδες γιατί οι κόντρες
ήταν μεγάλες, συνήθως γίνονταν επιλογές ξένων εθνικών ομάδων. Κάποιοι ήταν ο Πελέ/Κρόιφ/Πλατινί/Μαραντόνα
και η ομάδα ήταν η Βραζιλία/Γερμανία/Αγγλία/Ιταλία και πάει λέγοντας. Συνήθως
οι ομάδες επιλέγονταν με το πόσο ισχυρές ήταν εκείνες τις εποχές, δεν ήταν
τυχαία η δημοφιλία της Ολλανδίας ή ακόμα και της Γιουγκοσλαβίας. Φανέλες ομάδων
τότε δεν ήταν τόσο της μόδας και ήταν και δυσεύρετες, οπότε σπάνια υπήρχε
διαχωρισμός χρωματικός.
Όταν είσαι παιδί το ποδόσφαιρο είναι απλά ένα διασκεδαστικό παιχνίδι, χωρίς καμία προέκταση. Όπου και με όποιους και αν έζησες, εφόσον έπαιζες ποδόσφαιρο μικρός, μα σε κάποια λασπωμένη αλάνα, ή στη τσιμεντένια αυλή του σχολείου σου, σίγουρα έχεις γνωρίσει κι εσύ κάποιους αντιπροσώπους από τις παρακάτω "φυλές του ποδοσφαίρου" που είχες σαν "συμπαίκτες" ή και γνώρισες ως "αντιπάλους"! Εδώ αναφέρονται οι πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις και φυσικά υπάρχουν κι άλλες.
1.
Το περίπτερο
Ένας
από τους πιο αντιπαθείς παίκτες στον αγωνιστικό χώρο. Για κάποιον λόγο τα
κατάφερνε πάντα και έπαιζε επίθεση. Ίσως δίκαια γιατί ήξερε μπάλα και ήταν
καλός, ίσως άδικα γιατί πολύ απλά επέμενε πολύ να παίξει εκεί, τόσο που του
έκανες το χατίρι. Το θέμα όμως ήταν η συμπεριφορά του στον αγωνιστικό χώρο που
σε έκανε να το μετανιώνεις. Το περίπτερο δημιουργούσε φιλικές σχέσεις με τον
αντίπαλο τερματοφύλακα γιατί σε ολόκληρο το ματς ήταν εκεί δίπλα του και τα
λέγανε! Καμία προσπάθεια να κυνηγήσει την μπάλα, κανένα φιλότιμο, τελείωνε
το ματς χωρίς ίχνος ιδρώτα με περιοχή δράσης μια ακτίνα πέντε-έξι μέτρων στο
τσακίρ κέφι. Και το χειρότερο ήταν η φάτσα ικανοποίησης όταν σου ‘λεγε
τα πόσα γκολ είχε βάλει στο τέλος του αγώνα. Γκολ για τα οποία εσύ είχες
μοχθήσει, εσύ είχες τρέξει, εσύ είχες
ματώσει τα γόνατά σου! Το περίπτερο σύμφωνα με σοβαρή έρευνα που έχω
πραγματοποιήσει«το περίπτερο» είχε 74,3% πιθανότητες να κάνει
στρατιωτική θητεία δίπλα στο σπίτι του και να βολευτεί στο Δημόσιο!
2.
Το αγοροκόριτσο
Ίσως
όχι η πιο συχνή κατηγορία, αλλά νομίζω ότι οι περισσότεροι έχουμε συναντήσει
(κυρίως στο σχολείο στο μάθημα της γυμναστικής) ένα κορίτσι που ήθελε να παίζει
ποδόσφαιρο. Οι φίλες της την κοιτάνε με ένα μείγμα απέχθειας, ζήλιας και μίσους
γιατί κερδίζει τα βλέμματα όλων των αγοριών της τάξης, κάτι που ποτέ δεν
κατάφεραν αυτές. Ειδικά στα δικά μας χρόνια, που υπήρχαν ακόμα κάποια στεγανά
μεταξύ των δύο φύλων, το αγοροκόριτσο κέρδιζε αρκετά λεπτά δημοσιότητας και
η εκτίμηση στο πρόσωπό της ανέβαινε σε μεγάλο βαθμό ανάμεσα στον αρσενικό
πληθυσμό. Συνήθως δεν ήταν καλή όπως είναι και λογικό, αλλά τα αγόρια πάντα
έδειχναν το σεβασμό για τον εξωγήινο που ήθελε να γίνει κοινωνός της
μαγείας του ποδοσφαίρου και έτσι κυρίως έπαιζαν άμυνα με τα μάτια και δεν
έκραζαν για κάθε τραγική πάσα και τσουρουκιά.
3.
Ο χοντρός
Για
να είμαστε ξεκάθαροι, δεν μιλάμε για όλους τους τύπους με παραπάνω κιλά. Γιατί
υπήρχαν χοντροί που έπαιζαν φοβερή μπάλα, διέθεταν τρομερά προσόντα και
διακρινόντουσαν για το σουτ, που αν σε πετύχαινε σε άφηνε με κάποια αναπηρία. Όταν
μάλιστα συχνά έπαιζε ημίγυμνος, το ιδρωμένο του κορμί ήταν αμυνο-απωθητικό! Η
συγκεκριμένη κατηγορία περιλαμβάνει τους υπέρβαρους που η μοίρα τους έφερε είτε
από ανάγκη (όταν δεν υπήρχαν αρκετά άτομα για να συμπληρώσουν ομάδα), είτε από
υποχρέωση (γυμναστική) να παίζουν μαζί σου. Εννοείται ότι η κατάληξή τους
ήταν να μπουν στην άμυνα, τη χωματερή του ποδοσφαίρου αλάνας. Ο χοντρός
ήταν μετρ του τσαφ. Παντελώς άμπαλος μπορούσε να μην πετύχει μπάλα που
ταξίδευε με ταχύτητα 2 χιλιομέτρων τη δεκαετία. Το χειρότερο όλων όμως ήταν η
παντελής του αδιαφορία, την στιγμή που εσύ ίδρωνες για τη φανέλα (ή συχνά το
κασκορσέ Μινέρβα), και αυτός έβαζε ένα αυτογκόλ το οποίο δεν τον πτοούσε
καθόλου ψυχολογικά, ενώ έκανε εσένα να χάσεις τον ύπνο σου. Στα θετικά ότι δεν
έχανε τη θέση του στο γήπεδο, κυρίως γιατί βαριόταν να περπατήσει και σκεφτόταν
την τυρόπιτα στο διάλειμμα. Σε αντίθεση βέβαια με το αγοροκόριτσο που είχε
ασυλία, ο χοντρός άκουγε κράξιμο από όλους, χωρίς να ιδρώνει το αυτί του.
4.
Ο μικρός
Ο
μικρός είχε συχνά την ομοιότητα με τον χοντρό στο ότι έπαιζε για να
συμπληρώσουμε ομάδα. Με μια διαφορά όμως. Συνήθως ήταν κάποιος που οι
μεγαλύτεροι ήξεραν. Τον είχαν δει να παίζει με τα παιδιά της ηλικίας του
και ως πρωτόγονοι σκάουτερ τον είχαν συγκρατήσει. Έτσι, από όλα τα παιδάκια
διάλεξαν αυτόν γιατί μπορούσε να ανταπεξέλθει στις δύσκολες συνθήκες. Ήταν
πάντα ένα δείγμα τιμής και μια αναγνώριση για τον μικρό που μπορούσε να
υπερηφανεύεται στους συνομήλικούς του ότι παίζει σε άλλο επίπεδο. Πολύ συχνά ο
μικρός ήταν συγγενής κάποιου της παρέας. “Φέρε και το ξαδερφάκι σου ρε καλό
είναι”. Ο μικρός έχανε πάντα σε μυϊκό όγκο και δύναμη, οπότε
απαραίτητα προσόντα ήταν η αντοχή, η ντρίμπλα και η ταχύτητα. Εννοείται ότι
πάντα αυτός έτρεχε να μαζέψει την μπάλα όταν πήγαινε σε κανένα χωράφι (αν ήσουν
σε χωριό) ή κάτω από το αυτοκίνητο (αν ήσουν σε πόλη).
5.
Ο μαμάκιας
Ο
μαμάκιας είναι μια ιδιαίτερη κατηγορία που δεν έχει να κάνει με τα αγωνιστικά
προσόντα του αθλητού, αλλά με την εν γένει συμπεριφορά του. Ήταν αυτός που
μόλις σκοτείνιαζε έπρεπε να φύγει. Βρε δεν πα να ήταν 5-5 το σκορ και το ματς
να είχε αγωνία, η μαμά του είχε πει να γυρίσει σπίτι και αυτός το τηρούσε.
Άρχισε να βρέχει; Ο μαμάκιας δεν μπορούσε να συνεχίσει γιατί υπήρχε κίνδυνος να
αρρωστήσει. Πολύ συχνά η ίδια του η μαμά ερχόταν να τον ελέγξει, οπότε και εσύ
ξενέρωνες και ας τη χαιρετούσες με ένα χαμόγελο αγγέλου λέγοντας “Γεια σας
κυρία Σούλα”. Στην τσάντα της πάντα είχε μια αλλαξιά ρούχα γιατί όπως όλοι
ξέρουμε αν ιδρώσεις στο ποδόσφαιρο και δεν αλλάξεις αμέσως οι πιθανότητες
πνευμονίας είναι 95%. Μεγάλο ρόλο στην ψυχοσύνθεση του μαμάκια έπαιζε και το
θέμα “λεκέδες”. Όσο πιο βρώμικα τα ρούχα όταν επέστρεφε σπίτι, τόσο μεγαλύτερη
η κατσάδα. Σε περίπτωση δε τραυματισμού, αμυχής, στραμπουλήγματος, έπρεπε να
καταφτάσουν τουλάχιστον δυο μεταγωγικά C-130 για να τον μεταφέρουν στην
εντατική.
6.
Ο μύτος
Μια
αμφιλεγόμενη κατηγορία παίκτη, ο μύτος πάντα θεωρείται παιδί ενός κατώτερου
θεού από τους πιο τεχνικά εξευγενισμένους παίκτες. Όπως λένε και στο χωριό
μου είναι one-trick pony, ξέρει να σουτάρει μόνο με την μύτη του παπουτσιού
με δύναμη. Αυτό έμαθε, αυτό κάνει. Η αλήθεια είναι πάντως ότι αυτό δεν τον
κάνει κατ’ ανάγκη λιγότερο χρήσιμο. Δεν είναι λίγα τα ματς που ο μύτος έχει
κερδίσει με το σουτ του και ειδικά σε περιπτώσεις που ο μύτος ήταν και λίγο
γρήγορος, μπορούσε να είναι ο MVP του αγώνα. Στο τέλος όμως της ημέρας, πάντα
κάποιος θα ανέφερε υποτιμητικά το γεγονός και ο μύτος βαθιά μέσα του θα πέθαινε
λιγάκι.
7.
Το φυτό
Μέσα
στον παιδικό ποδοσφαιρικό μικρόκοσμο ο σπασίκλας, το φυτό πάντα ήταν μια
παρεξηγημένη μορφή. Η μοίρα δεν του έδωσε ποδοσφαιρικό ταλέντο,
καταδικάζοντάς τον συνήθως σε αμπαλίαση, ενώ το γεγονός ότι ήταν καλός
μαθητής έφερνε συχνά μια μορφή ζήλιας και κοινωνικής απομόνωσης. Το φυτό
εξαιτίας της υψηλής νοημοσύνης του προσπαθούσε να βγει από το περιθώριο και να
κερδίσει την συμπάθεια των υπολοίπων μέσω του ποδοσφαίρου. Η παντελής έλλειψη
ταλέντου όμως συνήθως τον έφερνε ως παρτενέρ του χοντρού, φτιάχνοντας ένα αμυντικό
δίδυμο συνώνυμο της άμυνας-βούτυρο. Η διαφορά ήταν ότι το φυτό συνήθως ήταν πιο
φιλότιμο και προσπαθούσε περισσότερο από τον αδιάφορο χαμογελαστό χοντρό.
Πιθανώς μέσα του να έλεγε “είμαι τόσο έξυπνος, δεν γίνεται να μην μπορώ να
κλωτσήσω μια μπάλα καλά”. Αυτό δεν αρκούσε όμως, καθώς το αποτέλεσμα
συνήθως ήταν τραγικό και το αντίπαλο περίπτερο είχε εύκολη δουλειά απέναντί
του.
Σχεδόν
σε ΚΑΘΕ περίοδο του ελληνικού ποδοσφαίρου, ειδικά μετά την καθιέρωση του
επαγγελματισμού το 1980, κάτι άσχημο έχει συμβεί και όλη η χώρα ήταν (και είναι)
απογοητευμένη με τα τεκταινόμενα στο χώρο του. Οπουδήποτε κι αν
κοιτάξεις πλέον στο Ελληνικό ίντερνετ η αγανάκτηση κάνει πάρτι, έτοιμη να χυθεί
από τις οθόνες και να μας πνίξει όλους. Οι οπαδοί έχουν αγανακτήσει, οι
δημοσιογράφοι έχουν αγανακτήσει, οι άνθρωποι των ομάδων έχουν αγανακτήσει, η
κυβέρνηση έχει αγανακτήσει, οι απλοί φίλαθλοι έχουν αγανακτήσει, ακόμα και
άνθρωποι που δεν ξέρουν με πόσους παίκτες παίζεται το παιχνίδι έχουν
αγανακτήσει. Οι περισσότεροι θέλουν
κάποιος να τιμωρηθεί άσχημα για παραδειγματισμό, αρκεί βέβαια να μην είναι
κάποιος από τους ‘δικούς’ τους!
Η
πείρα του παρελθόντος μας έχει διδάξει ότι μετά τη φάση της αγανάκτησης, ακολουθεί
-συνήθως- η φάση των αμέτρητων απόψεων και ισάριθμων προτάσεων. Ακολουθεί η
φάση του συμβιβασμού, κατά την οποία όλοι διαπιστώνουν ότι δεν πρόκειται να
γίνει σχεδόν τίποτα απ’ όσα προτάθηκαν και ακούστηκαν και η φυσική
κατάληξη είναι πάντα η φάση της αποδοχής, που όλα μπαίνουν κάτω από το
χαλάκι μέχρι το επόμενο άσχημο συμβάν που θα μας… σοκάρει όλους. Πολλές από
αυτές τις προτάσεις είναι «… σωστές και
λογικές» και με «… μεγάλη αποδοχή από
τον κόσμο», ο οποίος τις γουστάρει όσο είναι ακόμη ιδέες (μπορείς να τις
κάνει και like για να νιώσει προοδευτικός και ανοιχτόμυαλος), αλλά αρχίζει να δυσανασχετεί μαζί τους σε
περίπτωση που αντιληφθεί ότι μπορεί και να γίνουν πράξη και να θίξουν τη δική
του ομάδα!
Τον
Σεπτέμβριο του 2014, για το Ισπανικό πρωτάθλημα, η Ρεάλ κέρδισε με 8-2 μέσα
στην έδρα της Ντεπορτίβο Λα Κορούνια. Μεγάλο ελληνικό αθλητικό πόρταλ
μετέφερε την είδηση στους Έλληνες φιλάθλους με τον περιγραφικό τίτλο “Βιασμός στο Ριαθόρ”! Κάποιος βίασε
κάποιον άλλον, σε ένα ποδοσφαιρικό παιχνίδι κάπου στην δυτική Ισπανία! Οι
λέξεις σε ένα πόρταλ δεν κάνουν κακό σε κανέναν, είναι ακίνδυνες, δεν πετάνε
φωτοβολίδες, ούτε παίζουν ξύλο, δεν έχουν καν την ίδια βαρύτητα με τις
«βαριές κουβέντες» κάποιου προέδρου σε ένα Δ.Σ. της Σούπερ Λιγκ! Φυσικά και δεν
κυριολεκτεί ο συντάκτης, κανένας δεν βίασε κανέναν, χαβαλέ κάνουμε, λίγη
υπερβολή για να γίνει πιο «πιασάρικος» ο τίτλος, να πατήσει κανένας άνθρωπος
παραπάνω το link, να
βγάλουμε λίγα λεφτουδάκια από τις διαφημίσεις «… μεγέθυνσης του πέους» ή «…
του τρομερού site γνωριμιών»! Η υπεράσπιση είναι μια
πολύ εύκολη υπόθεση: «Όλη η χώρα, μαζί με το πρωτάθλημα μας, είναι ένα
μπουρδέλο, η λεξούλα σε ένα τίτλο σε πείραξε;»
Αρκετούς
μήνες πριν απ’ αυτό το παιχνίδι, ένα Ρεάλ-Μπαρτσελόνα μας είχε προσφέρει
μερικές εντυπωσιακές στιγμές πολύ υψηλής ποδοσφαιρικής τέχνης! Το ιλαροτραγικό
του πράγματος ήταν οι κατοπινές «αντιδράσεις» των Ελλήνων (!) στα social media!
Ένα μεγάλο μέρος των σχολίων ήταν μπινελίκια και σεξουαλικές αναφορές ανθρώπων
που γεννήθηκαν και ζούσαν στον Ασπρόπυργο, στο Παγκράτι, στο Λαγκαδά ή στο
Ηράκλειο της Κρήτης, «χύνοντας» ηλεκτρονικά γιατί μια ισπανική ομάδα κέρδισε
μια άλλη ισπανική ομάδα, την ίδια ώρα που άλλοι τους στολίζαν με κοσμητικά
επίθετα, υπενθυμίζοντας τους τις φάσεις που θεωρούσαν ότι ο διαιτητής αδίκησε
την δική τους (ισπανική!...) ομάδα, φάσεις στις οποίες στέκονται περισσότερο
και από τους πιο σκληροπυρηνικούς, Ισπανούς (!) οπαδούς των ομάδων αυτών. Το
πανηγύρι φυσικά συνεχίστηκε στα ελληνικά «ενημερωτικά» πόρταλ με εριστικούς
τίτλους, που παλιότερα συναντούσες μόνο μετά από Ελληνικά ντέρμπι. “Τους κέρασε ο Νειμάρ”, “τους γλέντησε ο
Μπέιλ” κ.λ.π.
Τις 2 πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα, ζήσαμε την κλασσική φάση που
πολλοί άνθρωποι ήταν εκνευρισμένοι με την επίδειξη δύναμης που έκανε στο
πρωτάθλημα ο Ολυμπιακός, παίρνοντας σφυρίγματα τα οποία μάλλον και δεν χρειαζόταν
γιατί το πιθανότερο είναι ότι (τις συντριπτικά περισσότερες φορές από
αυτές) πάλι θα βρισκόταν στην κορυφή! Όταν οι ερυθρόλευκοι έπαιζαν οποιοδήποτε
ματς στην Ευρώπη, οι οπαδοί όλων των υπολοίπων ομάδων, περίμεναν καρτερικά από
τον καναπέ τους μια (ξένη...) σφαλιάρα που τους έδινε μια πρόσκαιρη χαρά,
βλέποντας το σαν ένα μικρό είδος εκδίκησης για τα όσα βίωναν σε παλιότερα
εγχώρια παιχνίδια! Όταν
ο Ολυμπιακός έχανε, η ειρωνεία "πήγαινε" σύννεφο, ειδικά αν στο
παιχνίδι υπήρχαν "περίεργες" διαιτητικές αποφάσεις που δεν
"ταίριαζαν" με τα ελληνικά δεδομένα! Οι οπαδοί του Ολυμπιακού εκνευρίζονταν και
θεωρούσαν ότι όλο αυτό το αντιολυμπιακό πανηγύρι ήταν καθαρά αποτέλεσμα
κομπλεξισμού, που δημιουργήθηκε από τους αμέτρητους τίτλους που σήκωσε ο «Θρύλος»,
ακούγονταν και τα κλασσικά «… πονάτε
καημένοι, καλά σας κάνει ο πρόεδρος, μακάρι να πάρει ΚΑΙ το φετινό πρωτάθλημα αήττητος
και με 30 πέτσινα πέναλτι, αυτά θέλετε», τα οποία με τη σειρά τους
προκαλούσαν την οπαδική αντίδραση-Ιζνογκούντ θέλω-να-γίνω-χαλίφης-στη-θέση-του-χαλίφη,
όπου ο νέος χαλίφης θα κάνει ακριβώς τα ίδια που έκανε και ο παλιός γιατί “όταν παλεύεις μέσα στο βούρκο δεν
γίνεται να είσαι καθαρός” και “τόσες
φορές μας έσφαξαν στο παρελθόν, μας παίρνει να κερδίσουμε άπειρα+1 μούφα
πέναλτι και πάλι δεν θα έχει εξισορροπηθεί η αδικία” και έτσι η
ζωή συνεχίζει να κυλάει απτόητη, ανάμεσα σε ιντερνετικά μπινελίκια για
μπαμπάδες που… σπέρνουν δεξιά κι αριστερά χιλιάδες “αλλόθρησκα” παιδιά
βάζοντας απλά γκολ ή στήνοντας παιχνίδια και σε προκλητικά σεξουαλικά πρωτοσέλιδα δημοσιογράφων, που μετά
σοκάρονται στην πρώτη έκρηξη οπαδικής βίας σε κάποιο γήπεδο.
Κάθε
φορά η ίδια απορία επιστρέφει: Αρέσει πραγματικά στους Έλληνες το
ποδόσφαιρο;
Η
απάντηση είναι απλή και δεδομένη, παρ’ όλο που κανένας απ’ αυτούς που κρατάνε
στα χέρια τους τις τύχες του ελληνικού ποδοσφαίρου δεν θα την παραδεχθεί ποτέ:
Όχι. Στη χώρα των δεκάδων αθλητικών φυλλάδων και ενημερωτικών πόρταλ, στα
οποία έχουν βήμα αθλητικογράφοι που είναι πιο κάφροι και από τους κάφρους,
ΔΕΝ ΑΡΕΣΕΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ! Στη χώρα που οι
ομάδες (και κατ’ επέκταση και η Εθνική) σπάνια έχουν επιθετικό πλάνο γιατί ο
πρώτος και βασικός στόχος είναι να μην χάσεις, ΔΕΝ ΑΡΕΣΕΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ
ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ! Γιατί η ήττα είναι κάτι παραπάνω από τρεις χαμένοι βαθμοί και πλέον
στο φίλαθλο DNA της έχει εισχωρήσει πως μια νίκη της ομάδας που υποστηρίζεις ισοδυναμεί
με σεξουαλικό ξεφτίλισμα των οπαδών που υποστηρίζουν την αντίπαλη ομάδα! Λίγοι ενδιαφέρονται πραγματικά για το
ποδόσφαιρο, αφού τη νίκη γουστάρουν και αγαπάνε, τη νίκη που με κάθε τρόπο και
μέσο (θεμιτό ή αθέμιτο) είναι ξεκάθαρα ο στόχος. Και όπως έχει αποδειχτεί
αυτό δεν περιορίζεται πλέον μόνο στη μια και αγαπημένη μας Ελληνική ομάδα
και δεν αφορά μόνο ελάχιστους “καθυστερημένους” που μπορείς εύκολα να
αγνοήσεις.
Στη
χώρα των ίδιων πόρταλ που κάθε φορά κατακλύζονται από κείμενα αγανάκτησης για
την κατάντια του ποδοσφαίρου μας, κείμενα γραμμένα δίπλα-δίπλα με παλιότερα
εμετικά, καθαρά οπαδικά άρθρα που καμουφλάρονται σαν “δημοσιογραφικά κείμενα
άποψης” και προσελκύουν χιλιάδες θυμωμένα σχόλια που με τη σειρά τους
αυξάνουν την επισκεψιμότητα της σελίδας, ΔΕΝ ΑΡΕΣΕΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ!Υπάρχει
άπλετος χώρος στον κόσμο για να μαλώσουν, να βριστούν και να πλακωθούν όλοι
αυτοί που έχουν καταλήξει με τον έναν (… “στη ζωή μόνο το αποτέλεσμα μετράει”)
ή με τον άλλο τρόπο (… “η εκδίκηση είναι γλυκιά”) στην ποδοσφαιρική κοσμοθεωρία
«νίκη με κάθε τρόπο και κόστος!». Είναι η πλειοψηφία και βρίσκονται σε
μεγάλα ποσοστά σε όλες τις ομάδες. Η μπαλίτσα δεν φταίει σε
τίποτα για το πως την αντιλαμβάνεται ο καθένας μας, είναι πολύ μεγαλύτερη ιδέα
από την φιλτραρισμένη οπτική του κάθε ποδοσφαιρόφιλου. Όπως
έχει πει άλλωστε και ο ένας και μοναδικός Ντιέγκο: Ό,τι κι αν κάνουμε
εμείς η μπάλα δεν λεκιάζεται.
Το πρόβλημα
είναι τεράστιο, ριζωμένο πλέον για τα καλά μέσα μας εξαιτίας της γενικότερης
παιδείας με την οποία μεγαλώσαμε! Φυσικά λειτουργεί και σαν μια βολική προσέγγιση για την
αποποίηση προσωπικών ευθυνών! Δεν πρόκειται να το λύσει ποτέ κανένας από
μηχανής Θεός, όπως αυτός στον οποίο έχουμε εναποθέσει εδώ και λίγα
χρόνια τις ελπίδες μας για να μας βγάλει και από τα σκατά της Κρίσης. Το
μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να συχνάζουμε σε διαφορετικά μέρη ώστε
να μη χρειάζεται να απαντάμε κάθε φορά στις διάφορες οπαδικές κραυγές
πραγματικού μίσους. Το πρόβλημα του Ελληνικού ποδοσφαίρου είναι τόσο μεγάλο και
τόσο σύνθετο που δεν πρόκειται να λυθεί ακόμα κι αν παρθούν ριζοσπαστικές
και πρωτόγνωρες για τα ελληνικά δεδομένα αποφάσεις που θα αφορούν τα
μεγάλα κεφάλια του χώρου.
Το πρόβλημα βρίσκεται πλέον μέσα μας, σε βαθμό πολύ
χειρότερο απ’ ότι μπορούμε να φανταστούμε και απ’ ότι μπορούμε να παραδεχθούμε.