Σάββατο 9 Ιουλίου 2016

Μαρσέλο Μπιέλσα: Ο Τρελός του Χωριού

Ο Αργεντίνος αμυντικός και αργότερα προπονητής Μαρσέλο Μπιέλσα (Marcelo Alberto Bielsa Caldera), γεννήθηκε στις 21 Ιουλίου του 1955, στην όμορφη πόλη του Ροζάριο, στη κεντρική Αργεντινή. Με το παρατσούκλι «El Loco Bielsa» (Ο Τρελός Μπιέλσα) οδήγησε προπονητικά διάφορους ποδοσφαιρικούς συλλόγους και τις εθνικές ομάδες της Αργεντινής και της Χιλής. Στη Χιλή, μέχρι σήμερα έχει θέση λατρείας στη συνείδηση των ποδοσφαιρόφιλων, λόγω των βέλτιστων αποτελεσμάτων της εθνικής ομάδας υπό την ηγεσία του. Η προσωπικότητα και οι χειρονομίες του κατά τη διάρκεια της θητείας του στον πάγκο της Χιλής, τράβηξαν την προσοχή των μέσων ενημέρωσης και εξαπέλυσε μια σειρά από μικρές αντιπαραθέσεις τόσο στον αθλητισμό, όσο και την πολιτική. Στις 8 Αυγούστου 2015, η Bielsa παραιτήθηκε από προπονητής της Μασσαλίας. Το 1980, μετά την απόσυρσή του από μια όχι και τόσο πετυχημένη ποδοσφαιρική καριέρα, αποφάσισε να ξεκινήσει μια καριέρα ως προπονητής. Η πρώτη του δουλειά ήταν στα τμήματα υποδομής της Νιούελς Ολντ Μπόις. Το 1990, του ανατέθηκε το έργο της διαχείρισης της πρώτης ομάδας της Νιούελς, με την οποία αργότερα θα κατακτήσει την Απερτούρα του 1990 και τη Κλαουσούρα του 1991, νικώντας τη Μπόκα Τζούνιορς στα πέναλτι. Οδήγησε την ομάδα στον τελικό του Κόπα Λιμπερταδόρες το 1992, χάνοντας από τη Σάο Πάουλο στα πέναλτι και λίγες βδομάδες αργότερα κατέκτησε την Κλαουσούρα του 1992. Έχει προπονήσει την Άτλας και την Αμέρικα στο Μέξικο, τη Βελέζ στη Αργεντινή, την Εσπανιόλ, την Αθλέτικ του Μπιλμπάο, τη Μαρσέιγ, ενώ τον Ιούνιο του 2017 ανακοινώθηκε στη Λιλ.


Εάν είχε την τύχη να δουλέψει κάποια στιγμή σε μία χώρα όπου μιλούσε αγγλικά, τότε η φήμη του θα εξαπλωνόταν στα πέρατα της γης πολύ πιο γρήγορα από αυτήν του Ζοζέ Μουρίνιο (José Mário dos Santos Mourinho Félix). Ο Πορτογάλος ευνοήθηκε αρκετά από τη θητεία του στην Τσέλσι, ενώ ο Αργεντίνος έγινε της μόδας όταν απέκλεισε μία... αγγλική ομάδα στο Europa League και ανάγκασε ακόμα και τους αλαζόνες του Νησιού να ασχοληθούν με κάτι διαφορετικό. Ακόμα και το προσωνύμιό του ιντριγκάρει περισσότερο από αυτό του Special One. "El Loco", που θα πει "Ο Τρελός". Παρατσούκλι που δεν προέκυψε μετά από 2 δεκαετίες περιπετειών στο ποδόσφαιρο, αλλά το κουβαλάει από μικρός, αφού το μάτι του γυάλιζε σαν του Τζακ Νίκολσον στο "The Shining" σχεδόν από πάντα.

Ο Μαρσέλο Μπιέλσα με τη φανέλα της Νιούελς. Ο αντίπαλος δεξιά είναι ο Αλεσάντρο Σαμπέγια

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως όταν ήταν μικρός κι έπαιζε μπάλα στους δρόμους της γειτονιάς του, στο Ροζάριο, συνελήφθη διότι διέταξε με ύφος έναν... αστυνομικό να παραμερίσει για να εκτελέσει ένα κόρνερ. Η ιστορία γίνεται ακόμα καλύτερη, αφού μετά τα διαδικαστικά στο αστυνομικό τμήμα, αρνήθηκε πεισματικά να φύγει, γιατί δεν του έδιναν πίσω την μπάλα του! Μαζί με λευκά και ερυθρά αιμοσφαίρια, το κυκλοφορικό του Μπιέλσα εμπεριέχει μπόλικες δόσεις αντισυμβατικότητας. Φυσικό επακόλουθό, να αντιδράσει στις προσπάθειες του πατέρα του να τον κάνει φίλαθλο της Ροζάριο Σεντράλ και να επιλέξει τους "αιώνιους" αντιπάλους, Νιούελς Ολντ Μπόις. Όσον αφορά στην επαγγελματική αποκατάσταση, γι' ακόμα μία φορά πήγε κόντρα στο ρεύμα της οικογένειας. Ο πατέρας του είναι διακεκριμένος δικηγόρος, ο αδερφός του είναι σπουδαίος συνταγματολόγος και πολιτικός, η αδερφή του υπήρξε αντινομάρχης της επαρχίας του Σάντα Φε κι ο ίδιος έγινε ποδοσφαιριστής! Και μάλιστα αποτυχημένος, με τη Νιούελς να τον αφήνει να φύγει το 1978, την Ινστιτούτο ένα χρόνο αργότερα και μετά από 12 μήνες στην Αρχεντίνο ντε Ροζάριο, σε ηλικία μόλις 25 ετών, αντιλήφθηκε πως δεν ήταν πλασμένος για αμυντικός.


Τι έκανε γι' αυτό; Έγινε προπονητής! Απέκτησε πτυχίο φυσικής αγωγής κι ανέλαβε τα μικρά τμήματα της Νιούελς, μέχρι που του δόθηκε η ευκαιρία στην πρώτη ομάδα το 1990. Ακολούθως άρχισε την σπουδαία καριέρα του στο χώρο, για την οποία μπορείτε να μάθετε περισσότερα στη Wikipedia, μιας κι ο σκοπός του συγκεκριμένου θέματος είναι η αποτύπωση της τρέλας του Αργεντίνου κι όχι της πορείας του. Μία τρέλα που επιβεβαιώνεται από όποιον περάσει έστω και λίγο χρόνο μαζί του."Είναι αλήθεια τόσο τρελός, όσο απεικονίζεται;", ρωτήθηκε ο Ίκερ Μουνιαΐν (Iker Muniain Goñi), ο πολυτάλαντος αριστερός εξτρέμ της Αθλέτικ Μπιλμπάο. "Όχι, είναι ακόμα πιο τρελός", αποκρίθηκε. Ίσως σε αυτήν την παράνοια που κουβαλάει να οφείλεται κι η ποδοσφαιρική ιδιοφυΐα του. Σε αυτήν την τρέλα και στις ατελείωτες ώρες προπονητικής εργασίας. Η οποία περιλαμβάνει "ποδόσφαιρο 25 ώρες την ημέρα", κατά τον Πρέντραγκ Μιγιάτοβιτς (Predrag "Peđa" Mijatović).

Αριστερά ο "Τάτα" Μαρτίνο, όταν μεγαλουργούσε ως
παίκτης της Νιούελς, υπό τις οδηγίες του Μαρσέλο Μπιέλσα

Όταν ανέλαβε την εθνική Αργεντινής το 1998, ως διάδοχος του Ντανιέλ Πασαρέλα (Daniel Alberto Passarella) μετά το Μουντιάλ της Γαλλίας, την οδήγησε σε μία εντυπωσιακή πορεία στα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2002, με μόλις 1 ήττα, εκτός έδρας από την Βραζιλία. Για να συμβεί αυτό, απομονώθηκε σε ένα ράντσο 250 χιλιόμετρα βόρεια του Μπουένος Άιρες, παρακολουθώντας ποδόσφαιρο. Στην τηλεόραση και σε βιντεοκασέτες. Στο χέρι του είχε πάντα πρόχειρα στυλό διαφορετικών χρωμάτων και χιλιάδες σελίδες χαρτιού. Άλλες υπογραμμισμένες, άλλες κενές, άλλες χρωματισμένες με στατιστικά, άλλες με ζωγραφισμένες περιοχές του γηπέδου, το οποίο το χωρίζει σε 8 ζώνες, σημειώνοντας την παραμικρή λεπτομέρεια όσων βλέπει στο βίντεο. Χωρίζει τα παιχνίδια σε 5λεπτα και σημειώνει με ένα χρώμα ποια ομάδα έχει τον έλεγχο και σε ποιο 5λεπτο, με άλλο χρώμα τις ευκαιρίες για γκολ, με άλλο τα ποσοστά κατοχής της μπάλας, με άλλο ζωγραφίζει τις κινήσεις και με άλλο βαθμολογεί με άριστα το 10. Από το πρωί μέχρι το βράδυ σημειώνει, παρακολουθεί, χρωματίζει, κάνει μοντάζ και μεγαλώνει την ποδοσφαιρική βιντεοθήκη του. Όταν η "αλμπιτσελέστε" ταξίδεψε στην Ιαπωνία, ο Μπιέλσα πήρε μαζί του 1.800 κασέτες από αντιπάλους κι όταν έκρινε πως δεν ήταν αρκετές, έδωσε εντολή σε συνεργάτες του να του στείλουν ακόμα 200.


Στο πλευρό του δεν βρίσκεται ούτε η γυναίκα του ούτε οι 2 κόρες του, που χάρηκε μόνο όταν αποχώρησε από την εθνική Αργεντινής το 2004 και έκανε ένα διάλειμμα 2 ετών από το ποδόσφαιρο.  Μια διακοπή για να καταλάβετε για τι τύπο μιλάμε. 1990. Ο Μπιέλσα ξεκινάει την προπονητική του καριέρα σε επαγγελματική ομάδα στο Ροσάριο, στη Νιούελς Ολντ Μπόις. Στις 7 Οκτωβρίου η ομάδα του αντιμετωπίζει εκτός έδρας τη συμπολίτισσα Ροσάριο Σεντράλ, που προηγείται εκείνη τη στιγμή στη βαθμολογία, σε ένα από τα πιο παθιασμένα ντέρμπι του κόσμου, στο οποίο έχει μπει, μεταξύ άλλων, το γκολ που έχει πανηγυριστεί περισσότερο από κάθε άλλο. Η ασταμάτητη βροχή οδηγεί την Ομοσπονδία να μεταθέσει τον αγώνα για την επόμενη. Ακόμη είκοσι τέσσερις ώρες αγωνίας για τους παίκτες της Νιούελς, που είναι κλεισμένοι, σύμφωνα με τις επιθυμίες του προπονητή, στις εγκαταστάσεις ενός στρατιωτικού λυκείου. Μόνη τους επικοινωνία με τον έξω κόσμο ένα και μοναδικό τηλέφωνο, κι αυτό αποκλειστικά για τις εξαιρετικά επείγουσες καταστάσεις ! Όταν η γυναίκα του Μπιέλσα ήταν ετοιμόγεννη, της είπε σε περίπτωση τοκετού να τηλεφωνήσει στον πατέρα της, γιατί η γέννηση του παιδιού του ΔΕΝ ήταν αρκετά «εξαιρετικά επείγουσα κατάσταση»!!!. Η οικογένειά του μένει στην πρωτεύουσα της Αργεντινής. Μαζί του, όσο καιρό βρισκόταν στην εθνική ομάδα της χώρας του, διέμενε μόνο μία ηλικιωμένη γυναίκα που τον βοηθούσε στις δουλειές του σπιτιού και του υπενθύμιζε καθημερινά τα βασικά: πως πρέπει να φάει, να πιει νερό, να κοιμηθεί και να φορέσει καθαρά ρούχα. Και το τελευταίο δεν το πετυχαίνει πάντα, αφού σε μία προπόνηση, ζωγράφισε το παπούτσι του για να δείξει στους παίκτες με ποιο μέρος του ποδιού πρέπει να σουτάρουν και ακολούθως φορούσε αυτά τα... χρωματιστά παπούτσια για μέρες.


Το ποδόσφαιρο είναι το οξυγόνο του Μπιέλσα, η ζωή του. Κι εργάζεται "πυρετωδώς" γι' αυτό. Το μυαλό του, όμως, είναι αυτό που τον έχει αναδείξει σε μία από τις κορυφαίες ποδοσφαιρικές προσωπικότητες του κόσμου. Όπως κι ο χαρακτήρας του, έτσι κι η δουλειά του, δεν μπορεί να περιοριστεί σε καλούπια. Κάθε Αργεντίνος προπονητής εντάσσεται σε μία από τις 2 σχολές της χώρας: σε αυτήν του Σέζαρ Λουίς Μενότι, ενός θιασώτη του όμορφου ποδοσφαίρου ή σε αυτήν του Κάρλος Μπιλάρδο, που είναι μανιακός με την τακτική. Ο Μπιέλσα άνοιξε μία 3η σχολή, δίπλα στις 2 παραδοσιακές. Προφανώς και είναι μανιακός, προφανώς και διαθέτει εμμονή με την τακτική, αλλά μόνο όταν προϊόν της είναι επιθετικό ποδόσφαιρο, αφού σιχαίνεται, σύμφωνα με ανθρώπους που τον γνωρίζουν καλά, εκείνο το είδος ποδοσφαίρου που δίνει έμφαση στο σταμάτημα του αντιπάλου, αντί για τη δημιουργία.


Το σύστημα Μπιέλσα

Εν αρχή ην το 3-3-1-3. Και μετά το χάος. Ο Αργεντίνος αποδέχεται, εφαρμόζει, μεταλλάσσει μόνο το συγκεκριμένο σύστημα. Τίποτε άλλο δεν τον ικανοποιεί. Και φυσικά, κάθε παραλλαγή του, όπως το 4-2-1-3 ή το 4-2-3-1 της Αθλέτικ Μπιλμπάο, βασίζεται στις αρχές του συστήματος που τον έκανε διάσημο στη Λατινική Αμερική, για λογαριασμό των Νιούελς Ολντ Μπόις, της Άτλας, της Αμέρικα (κατά την 5ετία του στο Μεξικό), της Βέλες Σάρσφιλντ και ακολούθως της Αργεντινής και της Χιλής. Ένα σύστημα στο οποίο αρχίζει ανάποδα. Η βασική έμφαση δίνεται στην τριπλέτα των επιθετικών. "Un enganche y tres puntas", δηλαδή ένας... έσω επιθετικός και τρεις "μπροστινοί". Ένα φορ, κάπως πιο βαρύ, που πλαισιώνεται από 2 εξτρέμ με δυνατότητα τόσο να εφορμούν στην αντίπαλη περιοχή, όσο και να σεντράρουν για το "φουνταριστό". Πίσω τους, ένας οργανωτής που διαφέρει από το "παλιάς κοπής" 10άρι, αφού πρέπει να κινείται γρήγορα και να διατηρεί την υψηλή ταχύτητα της ομάδας του Μπιέλσα.


Στο κέντρο, υπάρχουν 2 ακραίοι μέσοι, οι οποίοι προωθούνται ταυτόχρονα, σε αντίθεση με την κλασική λογική των φουλ μπακ, που ανεβαίνουν στην αντίπαλη περιοχή εναλλάξ. Με αυτόν τον τρόπο, δημιουργείται πάντα κατάσταση 2 εναντίον 1 προς τον αντίπαλο ακραίο μπακ, αφού υπάρχει πάντα κι η βοήθεια του εξτρέμ. Ο αμυντικός μέσος διαθέτει περισσότερα χαρακτηριστικά "κόφτη" ώστε να προστατεύει την άμυνα και λιγότερη τεχνική, που δεν κρίνεται απαραίτητη για το ρόλο του. Πρακτικά, είναι περισσότερο Κλοντ Μακελελέ (Claude Makélélé Sinda) από Τσάμπι Αλόνσο (Xabier "Xabi" Alonso Olano). Τελευταία μένει η πιο ευαίσθητη ζώνη στο σύστημα του Αργεντίνου, αυτή της άμυνας. Ο ίδιος υποστηρίζει χρόνια τώρα την άμυνα 3 παικτών, μιας και όλοι οι αντίπαλοί του μέχρι τώρα έπαιζαν με 2 επιθετικούς. Ως εκ τούτου, 2 αμυντικοί φυλάσσουν τους 2 αντιπάλους και ένας καλύπτει τους κενούς χώρους. Αυτός, κατά τον Μπιέλσα, οφείλει να είναι και πιο άνετος με την μπάλα στα πόδια, ώστε να αρχίζει γρήγορες και ορθολογικές επιθέσεις όταν η ομάδα του κερδίζει την μπάλα. Γι' αυτό και έναν εξαιρετικό αμυντικό μέσο, τον Χάβι Μαρτίνεθ (Javier "Javi" Martínez Aginaga), τον μετέτρεψε σε στόπερ, μία κίνηση που μετά από 8 μήνες εφαρμογής, του έχει βγει.


Όπως κι ο ίδιος παραδέχεται, το ποδόσφαιρο του είναι... made in Netherlands και συγκεκριμένα είναι δανεισμένο από τον Άγιαξ του 1995, του Λουίς φαν Χάαλ (Aloysius Paulus Maria "Louis" van Gaal). Ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο, στο οποίο σύσσωμη η ομάδα δουλεύει σκληρά για να κερδίσει την μπάλα κι όταν το καταφέρει ο απαράβατος κανόνας προϋποθέτει να δημιουργούνται σχηματισμοί για πάσες. Η ροή του παιχνιδιού είναι άμεση και κυλάει σε εξουθενωτική ταχύτητα. Στόχος του Μπιέλσα είναι να συμπιέσει το ουσιαστικό γήπεδο στα 25 μέτρα και εκεί να κατατροπώσει την αντίπαλη ομάδα με δύναμη και ταχύτητα. Μετά τη νίκη στο "Ολντ Τράφορντ" με 3-2, ο εμβρόντητος Άλεξ Φέργκιουσον (Sir Alex Ferguson) δήλωσε πως η Αθλέτικ Μπιλμπάο ήταν η ομάδα που έτρεξε περισσότερο σε εκείνο το γήπεδο τα τελευταία 10 χρόνια. Ο "μαθητής" του Μπιέλσα, Πεπ Γκουαρδιόλα (Josep "Pep" Guardiola Sala), χαρακτήρισε "ύμνο του ποδοσφαίρου" το 2-2 της Μπαρτσελόνα με τους Βάσκους στο "Σαν Μαμές" στον 1ο γύρο και παραδέχθηκε πως η Αθλέτικ "έτρεξε" την Μπαρτσελόνα περισσότερο από κάθε άλλη ομάδα στον επαναληπτικό του "Καμπ Νου" (2-0 οι Καταλανοί).


Οι αντιδράσεις στο σύστημα Μπιέλσα

Η μέθοδός του χαρακτηρίζεται "ευρωπαϊκή" από τους συμπατριώτες του. Και μία τέτοια μέθοδος δεν γίνεται αποδεκτή από τους "διαδόχους του Μαραντόνα". Οι Αριέλ Ορτέγα (Arnaldo Ariel Ortega), Χουάν Ρομάν Ρικέλμε (Juan Román Riquelme), Αντρές ντ' Αλεσάντρο (Andrés Nicolás D'Alessandro), Πάμπλο Αϊμάρ (Pablo César Aimar Giordano) και τα λοιπά αργά 10άρια, που βγάζει σε μαζική παραγωγή η Αργεντινή, είτε παραγκωνίστηκαν από τον Μπιέλσα όσο διετέλεσε ομοσπονδιακός τεχνικός, είτε εξοστρακίστηκαν στις πτέρυγες του γηπέδου, άνευ επιτυχίας. Γι' αυτό το λόγο, ο Μπιέλσα δεν αγαπήθηκε ποτέ από την πλατιά ποδοσφαιρομάζα της πατρίδας του κι η πλέον χαρακτηριστική περίπτωση είναι το αποχαιρετιστήριο παιχνίδι του Ντιέγο Μαραντόνα (Diego Armando Maradona) στο "Μπομπονέρα", όπου αποδοκιμάστηκε από ένα ολόκληρο γήπεδο με οπαδούς της Μπόκα, διότι δεν έπαιρνε μαζί του στις αποστολές της εθνικής τον τοπικό ήρωα, Ρικέλμε. Ο Μπιέλσα, ο παλαβός αυτός άνθρωπος, λάτρεψε αυτήν την αντιμετώπιση κι όταν ρωτήθηκε πως αισθάνθηκε, απάντησε αφοπλιστικά: "Ήταν υπέροχο, διότι αυτή είναι η ουσία του ποδοσφαίρου".


Αρκετοί είναι οι προπονητές στην Αργεντινή που στις δηλώσεις τους σπεύδουν να διευκρινίσουν ότι είναι... αντιμπιελσικοί και πως τους αρέσει "η παύση", δηλαδή αυτή η στιγμιαία αλλαγή ρυθμού που διατάζει το εκάστοτε πλέιμεϊκερ, μέχρι να επιλέξει τη σωστή επίθεση με την οποία η ομάδα θα προσπαθήσει να σκοράρει. Μία επιβράδυνση που εφόσον παρατηρηθεί σε ομάδα του Μπιέλσα, επιφέρει άμεση αντικατάσταση του ποδοσφαιριστή που είχε αυτήν την ατυχή έμπνευση. Ο Ρικέλμε, λοιπόν, δεν βρήκε θέση στην αποστολή της Αργεντινής για το Μουντιάλ του 2002, ούτε κι ο Χαβιέρ Σαβιόλα (Javier Pedro Saviola Fernández), μιας και ο Μπιέλσα είναι "σφιχτός" και με τους "φουνταριστούς". Με θέση μόνο για έναν στο περίφημο σύστημά του, ανάγκασε τον πιο δεινό σκόρερ της Serie A τη δεκαετία του '90, να περιμένει από τον πάγκο την ευκαιρία του, έναντι της πιο ακριβής μεταγραφής για την εποχή.


Ο λόγος για τον βασικό Ερνάν Κρέσπο (Hernán Jorge Crespo) και τον αναπληρωματικό Γκαμπριέλ Μπατιστούτα (Gabriel Omar Batistuta), ο οποίος, όμως, αναγνωρίζει απόλυτα τον προπονητή Μπιέλσα και τις πρακτικές του, όπως εξομολογήθηκε στην αυτοβιογραφία του. Εξάλλου, ο Μπιέλσα ήταν εκείνος που τον ανακάλυψε στα τέλη του 1980, όταν ήταν ένας ψηλός, ταλαντούχος και πολύ χοντρός επιθετικός. Τον έβαλε σε πρόγραμμα αυστηρής δίαιτας, του ενίσχυσε τα αποθέματα κουράγιου και ποδοσφαιρικού θράσους και τον μετέτρεψε στον "Μπατιγκόλ" που όλοι θυμόμαστε. Διαφορετικές γνώμες για τα συστήματά του ο Μπιέλσα συναντούσε και στους "κόλπους" των ποδοσφαιριστών. Ο Αργεντίνος τεχνικός, άριστος γνώστης της ανθρώπινης συμπεριφοράς, εμπνέει σεβασμό στη συντριπτική πλειοψηφία των παικτών με τη συμπεριφορά του ως προς αυτούς. Ακόμα και στις εθνικές ομάδες όπου εργάστηκε, ο αρχηγός εκλεγόταν με ψηφοφορία, με μοναδική εξαίρεση το 2007, όταν κάλεσε ξανά τον Μαρσέλο Σάλας (José Marcelo Salas Melinao) στην εθνική Χιλής και φυσικά το περιβραχιόνιο δικαιωματικά πήγε σε εκείνον.

Έτσι... δημοκρατικά λειτούργησε μαθαίνοντας για μία διαφωνία των παικτών πάνω στα πλάνα του, σε μία ιστορία που διηγείται ο Χουάν Σεμπαστιάν Βερόν (Juan Sebastián Verón). Όταν ο Μπιέλσα πρωτοανέλαβε την "αλμπιτσελέστε", δεν ήταν ευχαριστημένος με την απόδοση των παικτών του στις προπονήσεις και γρήγορα αντιλήφθηκε το λόγο. Ζήτησε, λοιπόν, από τους διεθνείς να του γράψουν σε ένα κομμάτι χαρτί εάν επιθυμούν η άμυνα να απαρτίζεται από 3 ή 4 άτομα. Όταν συγκέντρωσε όλα τα χαρτάκια στα αποδυτήρια, τα διάβασε ένα προς ένα φωναχτά και το αποτέλεσμα όλων ήταν μία άμυνα με 4 ποδοσφαιριστές. Κάνει μία παύση και ακολουθούν τα εξής λόγια: "Ναι, αυτό δείχνει ξεκάθαρα την προτίμησή σας, αλλά είμαι εδώ για να σας πω ότι θα παίξουμε με 3 αμυντικούς. Τα λέμε". Σηκώθηκε, αποχώρησε, η δημοκρατική διαδικασία έφτασε στο όριό της και τα αποτελέσματα της εκπληκτικής πορείας της εθνικής στα προκριματικά του Μουντιάλ τον δικαίωσαν πανηγυρικά."Ο Μπιέλσα είναι το 'μυστικό όπλο' της Αργεντινής. Πάνω απ' όλα, θα ήθελα να πω ότι είμαστε πολύ τυχεροί που έχουμε μαζί μας έναν τόσο εξαιρετικό άνθρωπο όσο ο Μπιέλσα", δήλωνε ο Βερόν εκείνη την εποχή, που κατανοούσε το ρόλο και τις ευθύνες που έχει ένας προπονητής σε μία τόσο "καυτή" καρέκλα, όσο αυτήν της εθνικής Αργεντινής.


Οι ιδιαίτερες προπονήσεις

Ένας τόσο ασυνήθιστος άνθρωπος δεν θα μπορούσε να επιβλέπει μία φυσιολογική προπόνηση. Οι ανάσες στερεύουν, ο ιδρώτας στάζει σαν ποτάμι από τα αναψοκοκκινισμένα πρόσωπα κι οι παλμοί ξεπερνούν σε ένταση ακόμα και τους αγώνες. Επαναλαμβανόμενες, ξεκάθαρες κινήσεις, οι οποίες γίνονται... βίωμα στους παίκτες και τις εφαρμόζουν στα παιχνίδια. Αυτό είναι το βασικό μυστικό του Μπιέλσα στο γήπεδο, που υπομένουν στωικά ακόμα και οι "αστέρες" που υπάρχουν σε κάθε σύνολο που έχει προπονήσει.  Έχοντας παρακολουθήσει εκατοντάδες βιντεοκασέτες, γνωρίζει επ' ακριβώς την τακτική που χρειάζεται να διδαχθούν οι παίκτες του και εφαρμόζοντας τις επικοινωνιακές αρετές του, μεταδίδει τις πληροφορίες με τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους. Ένας εξ αυτών είναι και η βιντεοθεραπεία, η οποία μπορεί να διαρκέσει συνολικά ακόμα και 4-5 ώρες. Οι παίκτες, δε, απαγορεύεται να χαζεύουν διότι κανείς εξ αυτών δεν θέλει η άκρη του πράσινου λέιζερ του Μπιέλσα να πέσει πάνω του για να δώσει εξηγήσεις, όταν κάνει κάποιο λάθος που δεν πρέπει στη διάρκεια ενός αγώνα.


Το σημαντικό, όμως, είναι πως κάνει το δικό του μοντάζ και δείχνει στον κάθε παίκτη όλα όσα εκείνος, ανάλογα με τη θέση του, χρειάζεται να μάθει. Όπως σημειώνει ο πρώην διεθνής στόπερ της Άρσεναλ και της Ίντερ, Νέλσον Βίβας (Nelson David Vivas), το "μάθημα" δεν είναι βαρετό κι ο ποδοσφαιριστής ακούει με ενδιαφέρον τρόπους με τους οποίους θα βελτιώσει το παιχνίδι του. Όταν έρχεται η ώρα να βγουν έξω στο γήπεδο για προπόνηση, ο Μπιέλσα αναλαμβάνει διαφορετικές ώρες τις γραμμές της επίθεσης, του κέντρου και της άμυνας, ώστε να δείξει ξεχωριστά τις κινήσεις που πρέπει να μάθει κάθε παίκτης και να επιμείνει σε όσους υστερούν. Για παράδειγμα, στους επιθετικούς εμμένει περισσότερο στον τρόπο με τον οποίο πρέπει να αμύνονται σε σχέση με τους αμυντικούς και αντιστοίχως στους αμυντικούς στον τρόπο με τον οποίο θα βγαίνουν μπροστά και θα αρχίζουν επιθέσεις, σε σχέση με τους μέσους. Είναι χαρακτηριστικό πως πολλές φορές οι παίκτες, λόγω της διαφοράς του ωραρίου, δεν συναντώνται μεταξύ τους! Το αποτέλεσμα, όμως, θυμίζει παρελάσεις Βόρειας Κορέας, με αμυντικές κι επιθετικές κινήσεις αρμονικά συγχρονισμένες.


Η επιμονή στη λεπτομέρεια τον οδηγεί στον επιμερισμό, μέσω σχοινιών, του γηπέδου σε μικρότερες ζώνες, ώστε σε αυτές οι παίκτες να επαναλάβουν συγκεκριμένες ρουτίνες, μέχρι να μπορούν να τις κάνουν και με κλειστά τα μάτια, σαν χορογραφία. Όταν τη μάθουν, τότε την... αλλάζει. Ποδοσφαιριστές που έχουν δουλέψει μαζί του διηγούνται πως έχουν εξασκηθεί για μισή ώρα διερευνώντας διαφορετικές επιλογές που έχει η ομάδα με την εκτέλεση πλαγίου από το ίδιο σημείο. "Το ποδόσφαιρο είναι συλλογικό παιχνίδι, ένα παιχνίδι συνεργασίας", υποστηρίζει ο  Αργεντίνος και γι' αυτό επιθυμεί οι παίκτες του να θυμίζουν αγέλη άγριων ζώων που κυνηγούν τα θηράματά τους, όταν εφαρμόζουν την πιο σημαντική εντολή του συστήματός του, την πίεση. "Η πίεση είναι συνώνυμη του ποδοσφαίρου", δηλώνει ο Μπιέλσα, ο οποίος απαιτεί από τους παίκτες του να πιέζουν ομαδικά τον αντίπαλο, να τον εξωθούν στο λάθος και στη συνέχεια να καρπώνονται την κατοχή της μπάλας. Όλοι μαζί αμύνονται, όλοι μαζί επιτίθενται. Όλοι μαζί πιέζουν για την μπάλα για 90 λεπτά, ακόμα κι όταν η ομάδα τους χάνει 2-0 στις καθυστερήσεις στο "Καμπ Νου", κάτι που συνέβη σ’ ένα παιχνίδι της Αθλετίκ με την Μπαρτσελόνα, μόλις 2 ημέρες μετά την εκτός έδρας νίκη της με 4-2 επί της Σάλκε για το Europa League (και την αντίστοιχη κόπωση), κερδίζοντας το θαυμασμό όλων. Και φυσικά, ούτε στις προπονήσεις αφήνει τίποτα στην τύχη. Όταν ήταν προπονητής της Αργεντινής, ζητούσε τα προπονητικά γήπεδα να βρέχονται εάν στο επόμενο παιχνίδι υπήρχε πρόγνωση για βροχή, ώστε οι παίκτες να προσαρμοστούν στις καιρικές συνθήκες.


Η διδασκαλία στον Γκουαρδιόλα

Παιχνίδι με ένα άγγιγμα, υψηλό τέμπο, ασφυκτικό πρέσινγκ, επηρεασμός από το total football των Ολλανδών, παίκτες που παίζουν σε πολλές θέσεις και κάνουν όλες τις δουλειές στο γήπεδο. Εάν αυτό θυμίζει κάτι από την κορυφαία ομάδα του κόσμου, την Μπαρτσελόνα, είναι διότι ένα... λιθαράκι της δουλειάς του Πεπ Γκουαρδιόλα ανήκει στις σκέψεις του Μαρσέλο Μπιέλσα. Όταν το καλοκαίρι του 2007 ο Καταλανός αμφιταλαντευόταν για το εάν θα πρέπει να κάνει το μεγάλο βήμα και από το γήπεδο να περάσει στην άκρη του πάγκου, επισκέφτηκε ορισμένους προπονητές που είχε σε εκτίμηση. Ένας εξ αυτών ήταν ο Μπιέλσα, ο οποίος προτού αρχίσει τη συζήτηση μαζί του εκείνο το βράδυ, επιχείρησε να διερευνήσει τις προθέσεις του (τότε) 36χρονου Γκουαρδιόλα με την εξής ερώτηση: "Σου αρέσει πραγματικά, τόσο πολύ το αίμα;".


Όταν ο Γκουαρδιόλα έγνεψε καταφατικά, άρχισε μία μανιώδης συζήτηση για τακτικές και συστήματα, για αυτοματοποιημένες κινήσεις και ιστορικά μοντέλα, για συμπεριφορές κι αντιδράσεις, που τους 2 άντρες τους πρόλαβε το πρωί. Έντεκα ώρες αργότερα, ο Καταλανός αποχώρησε από το σπίτι στο Ροζάριο, κυριολεκτικά πιο σοφός, διαφωτισμένος τόσο για το μέλλον του, όσο και για τον τρόπο με τον οποίο θα επιτύχει τους στόχους του. Ακόμα κι ο πιο... άπιστος Θωμάς, χρόνια αργότερα, έχει πειστεί για τη σημασία εκείνης της συζήτησης για τον Γκουαρδιόλα. Η μοναδική ομάδα που να συγκριθεί ρεαλιστικά σε τρόπο παιχνιδιού με τους πρωταθλητές Ισπανίας, Ευρώπης και κόσμου ήταν η Αθλέτικ του Μπιλμπάο. Αν και υπάρχουν διαφορές, η νοοτροπία είναι παρόμοια. Ακόμα και ορισμένα τρικ, όπως αυτό του Γκουαρδιόλα στην Μπαρτσελόνα με τον αμυντικό χαφ-στόπερ Σέρχιο Μπουσκέτς (Sergio Busquets Burgos), που ο Μπιέλσα το είχε εξελίξει σε πιο μόνιμο στην ενδεκάδα των Βάσκων, αφού ο Μαρτίνεθ (κατά σύμπτωση, ο αναπληρωματικός του Μπουσκέτς στην εθνική Ισπανίας) ξεκινούσε ως στόπερ, αλλά φυσικά από τα πόδια του άρχιζαν όλες οι επιθέσεις της Αθλέτικ.


Οι σχέσεις Μπιέλσα και Τύπου

Μία από τις συμβουλές του Μπιέλσα που εφαρμόζει πιστά ο Γκουαρδιόλα, αφορά στη σχέση με τα ΜΜΕ. Ο Καταλανός, ακολουθώντας τα χνάρια του πολύπειρου συναδέλφου του, δεν παραχωρεί ποτέ μα ποτέ αποκλειστικές συνεντεύξεις. Αντ' αυτού, λύνει όλες τις απορίες των δημοσιογράφων στις προγραμματισμένες συνεντεύξεις Τύπου. Κι όταν λέμε όλες, κυριολεκτούμε. Οι συνεντεύξεις Τύπου του Μπιέλσα μπορούν να κρατήσουν μία αιωνιότητα. Εάν αυτό μοιάζει υπερβολικό, σίγουρα υπάρχουν παραδείγματα που διήρκεσαν 4 ώρες. Η κατηγορηματική άρνηση του Μπιέλσα να μιλήσει τετ-α-τετ με έναν δημοσιογράφο, αναγκάζει τους εκπροσώπους των ΜΜΕ να λύνουν όλες τις απορίες τους στις συνεντεύξεις Τύπου. Όταν, δε, έχουν απέναντί τους έναν εραστή του ποδοσφαίρου, τότε η μπάλα χάνεται. "Όλες οι πλευρές των ΜΜΕ πρέπει να τύχουν της ίδιας προσοχής από μένα, είτε πρόκειται για το πιο μεγάλο κανάλι τις πρωτεύουσας, είτε για τη μικρότερη εφημερίδα της επαρχίας", υποστηρίζει ο ίδιος.

Χαρακτηριστική είναι η ιστορία που διηγούνται Αργεντινοί συνάδελφοι, όταν ο Μπιέλσα αποφάσισε να καθίσει off the record με έναν δημοσιογράφο, ώστε να του εξηγήσει κάποια πράγματα όσον αφορά στην τακτική που ακολουθεί. Ο ομοσπονδιακός τεχνικός της χώρας εξηγούσε για σχηματισμούς, για συστήματα, για αυτοματισμούς των παικτών κι όταν μετά από αρκετή ώρα τελείωσε τη ρητορεία του, αποφάσισε να βάλει ένα τεστ στο δημοσιογράφο για να δει εάν κατάλαβε το... μάθημα. Όταν αποδείχθηκε ότι ο δημοσιογράφος δεν είχε δώσει την απαραίτητη προσοχή, ο Μπιέλσα εξοργίστηκε και του ζήτησε να τον παρατήσει και να μην σπαταλά τον χρόνο του.

Ο άνθρωπος Μπιέλσα

Έχει μάθει να ζει με το προσωνύμιο "τρελός", χωρίς να το αποδέχεται 100%. "Ένας άντρας με νέες ιδέες είναι τρελός μέχρι να πετύχει", ισχυρίζεται κι η αλήθεια είναι πως έχει δικαιωθεί πολλάκις. Η πρώτη φορά που... διέψευσε το παρατσούκλι του, ήταν όταν το... απέκτησε. Ήταν το 1990, όταν τον αποκάλεσαν "τρελό" επειδή στη Νιούελς χρησιμοποιούσε 2 έφηβους στόπερ στην ενδεκάδα. Στο τέλος της σεζόν είπε την τελευταία λέξη, καθώς στέφθηκε πρωταθλητής.

Η αλήθεια είναι, όμως, ότι ζει στο δικό του κόσμο, έναν κόσμο που δεν περιλαμβάνει πολλές συνήθειες άλλων ανθρώπων κι αντιστοίχως περιλαμβάνει πολλές συνήθειες που τις έχει μόνο ο ίδιος. Ένα τυπικό παράδειγμα, είναι η συνέντευξη Τύπου μετά το ματς του Κόπα Αμέρικα το 1999 κόντρα στην Κολομβία, στο αξέχαστο παιχνίδι όπου ο Μάρτιν Παλέρμο (Martín Palermo) αστόχησε σε 3 πέναλτι. Ο Μπιέλσα είχε εκνευριστεί τόσο σε εκείνο το ματς, που αποβλήθηκε από το διαιτητή, ωστόσο τις εντυπώσεις τις έκλεψε ακολούθως, στη συνέντευξη Τύπου. Η πρώτη ερώτηση που κλήθηκε να απαντήσει, αφορούσε το διαιτητή. Εκείνος ανέκφραστος, με σκυμμένο κεφάλι και κοιτάζοντας ένα συγκεκριμένο σημείο στο κενό, άρχισε την απάντησή του: "Δεν έχω το συνήθειο να μιλάω για τους διαιτητές, αλλά...". Κάπου εκεί, όλοι σχημάτισαν νοητικά τη συνέχεια: "... αυτός δεν πρέπει να ξανασφυρίξει ποτέ στην ζωή του". Ο Μπιέλσα, όμως, δεν είναι ένας συνηθισμένος τύπος. Η συνέχεια πήγε κάπως έτσι: "... ο διαιτητής ήταν απόλυτα σωστός, γιατί διαμαρτυρήθηκα με απαράδεκτο τρόπο".

Το σκυμμένο κεφάλι είναι ίδιον του Μπιέλσα. Κατά τη διάρκεια του αγώνα, όταν δεν κοιτάζει τους παίκτες, περπατάει συνεχώς μουρμουρίζοντας ακαταλαβίστικα και κοιτάζοντας χαμηλά, σαν να ψάχνει τα κλειδιά του. Σ’ ένα παιχνίδι της Αθλέτικ με τη Βιγιαρεάλ στο "Μαδριγάλ", μάλιστα, σε κάθε επίθεση των Λεβαντίνων διένυε την απόσταση από τη μία άκρη της προπονητικής ζώνης στην άλλη με 13 βήματα, έκανε μία περιστροφή και μετά ξανά άλλα 13 βήματα. Όταν ρωτήθηκε στη συνέντευξη Τύπου για το εάν είναι σύμπτωση το ότι έκανε πάντα 13 βήματα (μία από τις γνωστές ιδιοτροπίες του είναι να μετράει με βήματά του το μήκος των γηπέδων που αγωνίζεται η ομάδα του), ο δημοσιογράφος έλαβε την απάντηση που του άξιζε. Ο Μπιέλσα δεν τον κοίταξε καθόλου, όπως συνηθίζει με όποιον του κάνει μία ερώτηση. Το κεφάλι παρέμεινε σκυμμένο και χαμηλόφωνα αποκρίθηκε ειρωνικά: "Αυτό που είναι σύμπτωση, είναι ότι σε ένα τόσο ωραίο παιχνίδι, κάποιος σπαταλά χρόνο για να μετρήσει τα βήματά μου".

Ο κόσμος του Μπιέλσα απαιτεί έναν άνθρωπο μεθοδικό, τελειομανή, αλλά και κλασικό μεσοαστό Αργεντίνο, που έχει περάσει αρκετές ώρες στον καναπέ του ψυχαναλυτή. Περήφανη κορμοστασιά, ανοιχτά μάτια και μαλλιά που θυμίζουν Γερμανό συνθέτη κλασικής μουσικής, φέρνει πιο πολύ στον δρ. Emmett Brown από το "Back to the Future", παρά σε κάποιον... ridiculously photogenic guy. Διαθέτει διδακτικό ύφος κι όλοι παραδέχονται πως πρόκειται για ένα διανοούμενο, ευφυή άνθρωπο. Ρήσεις όπως "είμαι πεπεισμένος ότι η φήμη και τα χρήματα είναι ασήμαντες αξίες" ή "μην επιτρέπεις σε μία αποτυχία να υποστείλει την αυτοπεποίθησή σου" ή "θα προτιμούσα να μη με γνωρίζει κανείς, παρά να με γνωρίζει λάθος", ανήκουν στη πλούσια, προσωπική συλλογή του.Ο Αργεντίνος δαπανά αρκετό από το χρόνο του αναλογιζόμενος μία φράση ή κάποιες λέξεις που πρέπει να χρησιμοποιήσει στην επικοινωνία του με τους παίκτες για να τους καθοδηγήσει τεχνικά ή ψυχολογικά. Πολλές φορές ανατρέχει σε λεξικά, ώστε να βρει τους ιδανικούς επιθετικούς προσδιορισμούς, ώστε να μιλήσει λιγότερο και με περισσότερη ουσία. Όπως ισχυρίζεται ο Βερόν "έχει την ικανότητα να κάνει κατανοητό τον εαυτό του με το ελάχιστο των λέξεων και έχει το χάρισμα να σου δίνει κίνητρο με το παραμικρό".


Ο Μπιέλσα δεν "διδάσκει" μόνο, αλλά και μαθαίνει. Ρουφάει σαν σφουγγάρι το καθετί, είτε είναι πληροφορία, είτε συμπεριφορά, είτε αντίδραση, με τη μέθοδο της παρατήρησης και με ερωτήσεις. Ο "κολλητός" φίλος του Αργεντινού τεχνικού και συμπατριώτης του από το Ροζάριο, Χόρχε Βαλδάνο (Jorge Alberto Francisco Valdano Castellanos), εξηγεί το πως: "Σε βομβαρδίζει με ερωτήσεις. Βρισκόμαστε σε ένα εστιατόριο και ρωτάει το σερβιτόρο 'έχετε τάρτα αχλάδι;'. 'Ναι'. 'Και είναι καλή;'. 'Πολύ καλή'. 'Τότε, μπορείτε να μου φέρεται μία μερίδα όχι πολύ μεγάλη, αλλά που να περιλαμβάνει ένα ολόκληρο αχλάδι;'. Και κάπως έτσι. Τέτοιος τύπος είναι, αλλά είναι κι ο πιο φανταστικός φίλος που έχω". Το αποτέλεσμα το υπογραμμίζει ο Μπατιστούτα: "Ο Μπιέλσα γνωρίζει τα πάντα, για όλα". Και δεν εννοεί μόνο για το ποδόσφαιρο, αφού συχνά στο πέρασμά του από τη Χιλή προσκλήθηκε σε εκπομπές πολιτικού περιεχομένου. Στην ιστορία έμεινε, μάλιστα, η άποψή του για το πλιάτσικο σε καταστήματα με ηλεκτρονικά είδη και τηλεοράσεις, που προκλήθηκε μετά το σεισμό στη χώρα. "Δεν γνωρίζω εάν αυτό είναι έγκλημα. Αυτό που γνωρίζω είναι ότι είναι έγκλημα να λες στον κόσμο ότι είναι ηλίθιος εάν δεν έχει τηλεόραση plasma και μετά να του λες ότι μπορεί να την πληρώσει σε 100 δόσεις".

Αξιοσημείωτος είναι κι ο συνδυασμός της αγάπης του για τα παιδιά και το ποδόσφαιρο. Σε ένα παιχνίδι σε επίπεδο νέων είχε εξοργιστεί βλέποντας την αντίπαλη ομάδα να παίζει μονίμως με σέντρες. "Αυτό δεν είναι ποδόσφαιρο. Όλο βαθιές μπαλιές στο № 9; Όχι, αυτό δεν είναι ποδόσφαιρο". Αυτό που ο ίδιος θεωρεί ποδόσφαιρο, φροντίζει να το μαθαίνουν από πολύ κοντά κι οι νεαροί φίλαθλοι, όταν παρευρίσκονται στις (σπάνιες) ανοιχτές προπονήσεις των ομάδων που βρίσκεται. Στην Αθλέτικ, μάλιστα, είχε φέρει ένα παιδί δίπλα του στη διάρκεια προπόνησης, του έδωσε τη σφυρίχτρα και του είπε να καθοδηγήσει τους παίκτες. Μια άλλη φορά, τον σταμάτησε μία ομάδα παιδιών και του ζήτησε να υπογράψει σε έναν άλμπουμ που κρατούσαν. Εκείνος απάντησε πως είχε μια καλύτερη ιδέα, άρπαξε το άλμπουμ και τους είπε να συναντηθούν την επόμενη μέρα, την ίδια ώρα, στο ίδιο σημείο. Όταν εμφανίστηκε, το άλμπουμ είχε την υπογραφή όχι μόνο του Μπιέλσα, αλλά όλων των παικτών της Αθλέτικ.

Η εργατικότητά του είναι απαράμιλλη και αξιοζήλευτη ακόμα και για τον πιο εργασιομανή Ιάπωνα. Όταν προσελήφθη από την ομοσπονδία της Αργεντινής, "διέταξε" τους φίλους του "να χάσουν τον αριθμό του τηλεφώνου" του. Και φυσικά, οι τεράστιες βιβλιοθήκες με βιντεοκασέτες, οι οποίες "κατασκοπεύουν" κάθε ποδοσφαιριστή που έπρεπε να έχει στα υπ' όψιν του όταν ήταν ομοσπονδιακός τεχνικός, όπως επίσης κι οι μεταφραστές που επιστρατεύει ώστε να έχει στην κατοχή του κάθε άρθρο που γράφτηκε γι' αυτούς ακόμα και στο εξωτερικό, αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Οι κόποι του αφενός έχουν καταρρίψει την πεποίθηση που ο ίδιος είχε, πως δεν θα τα κατάφερνε ποτέ σε εθνική ομάδα διότι χρειάζεται χρόνο για να εφαρμόσει τις ιδέες του, αφετέρου έχουν κερδίσει το σεβασμό του εκάστοτε συνόλου ποδοσφαιριστών που έχει υπό τις οδηγίες του. Η δουλειά, το μυαλό και απαντήσεις όπως αυτή που έδωσε σε έναν ποδοσφαιριστή του προ ετών, όταν το ρώτησε γιατί δεν διαμένει στο ξενοδοχείο που έχει καταλύσει η αποστολή πριν από ένα παιχνίδι και παραμένει στο γραφείο του: "Διότι όσο εσύ κοιμάσαι, εγώ είμαι ξάγρυπνος και σκέφτομαι τρόπους για να κερδίσουμε".

Όντας άνθρωπος χαμηλού προφίλ, αποφεύγει τις πολλές άσκοπες συναθροίσεις και τις εκδηλώσεις που ξεχειλίζουν από λάμψη, αλλά στερούνται ουσίας. Για παράδειγμα, αρνείται να παραστεί σε διαφημιστικές εκδηλώσεις με το πρόσχημα πως είναι απασχολημένος, ωστόσο ακόμα πιο γνωστή είναι η απουσία του τον Δεκέμβριο του 2001 από την κλήρωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας. "Δεν πήγα στην κλήρωση, διότι η παρουσία μου δεν θα συνεισέφερε σε τίποτα. Δεν μπορείς να συμβουλεύσεις, να δώσεις οδηγίες, να συμμετάσχεις ή να αξιολογήσεις. Μπορείς μόνο να αποδεχθείς την τύχη της κλήρωσης", εξήγησε στους συμπατριώτες του.


Οι αποχωρήσεις του Μπιέλσα

Είναι, όμως, και άνθρωπος των αρχών και του λόγου, κάτι που έχει αποδείξει πολλές φορές, έστω κι αν υπάρχει μία εξαίρεση στον κανόνα. Αυτή είναι η θητεία του στην Εσπανιόλ, η οποία διήρκεσε λίγους μήνες το φθινόπωρο του 1998, αφού μετά από τις 6 πρώτες αγωνιστικές (δίχως νίκη) άφησε τους Καταλανούς στα κρύα του λουτρού, διότι κλήθηκε να αναλάβει την εθνική Αργεντινής. Αυτή ήταν η μοναδική φορά που ο Μπιέλσα δεν υπήρξε πιστός στο λόγο και στην ηθική του, ένα συμβάν για το οποίο ακόμα και σήμερα μιλάει με δισταγμό. Από την πρώτη εμπειρία του, όμως, ως επαγγελματίας προπονητής, απέδειξε το άρτιον της προσωπικότητάς του. Ήταν το 1992, όταν μετά το 2ο πρωτάθλημα που κατέκτησε με τη Νιούελς, έδωσε άδεια στους παίκτες του να παραστούν σε ένα γάμο, με την προϋπόθεση να επιστρέψουν σπίτια τους μέχρι τη 1 το βράδυ, επειδή σε λίγες ημέρες υπήρχε ένας αγώνας κυπέλλου. Οι παίκτες δεν υπάκουσαν, γιόρτασαν μέχρι τις 5 τα ξημερώματα, και ο Μπιέλσα ζήτησε από τη διοίκηση να τους επιβάλλει πρόστιμο. Όταν οι διοικούντες αρνήθηκαν, την ίδια στιγμή ο Αργεντινός τεχνικός υπέβαλε την παραίτησή του.

Με ανάλογο τρόπο, με παραίτηση δηλαδή, αποχώρησε κι από την εθνική Αργεντινής, το καλοκαίρι του 2004, δύο χρόνια μετά από τότε που όλοι περίμεναν να αποχωρήσει. Όταν ανέλαβε την "αλμπιτσελέστε", είχε υποσχεθεί μία επιτυχία, η οποία δεν ήρθε στα Κόπα Αμέρικα του 1999 (αποκλείστηκε από τη Βραζιλία στα προημιτελικά), του 2001 (η χώρα αποσύρθηκε λόγω απειλών) και του 2004 (ηττήθηκε στον τελικό από τη Βραζιλία), ούτε φυσικά στο ταραχώδες Μουντιάλ του 2002. Μετά την περιπέτεια της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας, αρκετοί ήταν εκείνοι που ζήτησαν το κεφάλι του Μπιέλσα επί πίνακι κι ο ίδιος ευχαρίστως θα το προσέφερε, εάν δεν είχε ορκιστεί να οδηγήσει την ομάδα σε μία επιτυχία. Το κατάφερε στην Αθήνα, κατακτώντας το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες (το 1ο χρυσό από χώρα της Λατινικής Αμερικής μετά το 1928 και την Ουρουγουάη) και ακολούθως, προς έκπληξη όλων, υλοποίησε την επιθυμία που του γεννήθηκε το 2002 και αποχώρησε.


Το λόγο του κράτησε και το Νοέμβριο του 2010, όταν μετά την απολύτως πετυχημένη θητεία του στην εθνική Χιλής, όπου θεωρείται εθνικός αθλητικός ήρωας, παραιτήθηκε διότι στις προεδρικές εκλογές της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας της χώρας, ηττήθηκε ο άνθρωπος που τον έφερε στη δυτική πλευρά των Άνδεων, ο Χάρολντ Μέιν Νίκολς (Harold Alfred Mayne-Nicholls Secul). Ο αντίπαλός του, Χόρχε Σεγκόβια (Jorge Segovia Bonet), υποστηρίχθηκε από τους ισχυρούς συλλόγους της τοπικής λίγκας και εξελέγη, παρά τις "απειλές" του Μπιέλσα πως εάν δεν εκλεγεί ο Μέιν Νίκολς, εκείνος θα αποχωρήσει. Παρότι ο Σεγκόβια αντιμετώπισε κωλύματα κι εν τέλει δεν κάθισε ποτέ στον προεδρικό θώκο, ο Μπιέλσα ανακοίνωσε το τέλος εποχής, αψηφώντας τον κόσμο που είχε βγει στο δρόμο, πραγματοποιώντας καμπάνια για να κρατήσει στο "τιμόνι" τον Αργεντίνο που έδωσε ποδοσφαιρική ταυτότητα στη Χιλή.

Ακόμα κι η πρόσληψή του από την Αθλέτικ Μπιλμπάο οφειλόταν στο λόγο που έδωσε στον πρόεδρο Γιόσου Ουρούτια (Josu Urrutia Tellería) και γι' αυτό είχε απορρίψει την Ίντερ, πριν από τις προεδρικές εκλογές, ότι θα αναλάβει τους Βάσκους εάν εκλεγεί. Παρότι ο Χοακίν Καπαρός (Joaquín de Jesús Caparrós Camino) έκανε εξαιρετική δουλειά στην ομάδα, ο πρώην μέσος του συλλόγου αντιλήφθηκε πως για να πάει ένα επίπεδο παραπάνω χρειαζόταν ένας προπονητής κλάσης. Ο κόσμος πείστηκε πως ο Μπιέλσα ήταν ο "άνθρωπός τους", με συνέπεια να δώσει στον Ουρούτια την εκλογική νίκη και στον Μπιέλσα την προπονητική καρέκλα στο κέντρο της Λεθάμα, στο οποίο και ξημεροβραδιαζόταν  εκτός από τις ημέρες των αγώνων. Αποτέλεσμα; Η Αθλέτικ Μπιλμπάο βρέθηκε στον τελικό του κυπέλλου και μία νίκη μακριά από το πρώτο τρόπαιο μετά από 28 χρόνια, στον τελικό του Europa League, στην 5η θέση της Primera Division και στα στόματα όλων των ποδοσφαιρόφιλων. Εξαιτίας της δουλειάς του... τρελού του χωριού!

PALMARES
Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Επαγγελματική καριέρα

  • 1977/78: Club Atlético Newell's Old Boys, 25 (0)
  • 1978/79: Instituto Atlético Central Córdoba, 10 (0)
  • 1979/80: Club Atlético Argentino de Rosario, 30 (1)
Σύνολο καριέρας: 65 (1)

Προπονητική καριέρα

  • 1990–1992: Club Atlético Newell's Old Boys
  • 1992–1994: Atlas Fútbol Club
  • 1995/96: Club de Fútbol América S.A. de C.V.
  • 1997/98: Club Atlético Vélez Sarsfield
  • 1998: Reial Club Deportiu Espanyol de Barcelona
  • 1998–2004: Αργεντινή
  • 2007–2011: Χιλή
  • 2011–2013: Athletic Club Bilbao
  • 2014/15: Olympique de Marseille

Τίτλοι

Ως προπονητής

Με τη Newell's Old Boys
  • Πρωτάθλημα Αργεντινής: 2 (1991, Clausura 1992).
  • Copa Libertadores: φιναλίστ 1992.

 Με τη  Vélez Sarsfield
  • Πρωτάθλημα Αργεντινής: Clausura 1998

Με την  Athletic Bilbao
  • Europa League: φιναλίστ 2012.
  • Κύπελλο Ισπανίας: φιναλίστ 2012.

Διεθνείς

Με την Αργεντινή
  • Copa América: φιναλίστ 2004.
  • Ολυμπιακοί Αγώνες: Χρυσό Μετάλλιο 2004.

ΠΗΓΗ: contra.gr

Πέμπτη 7 Ιουλίου 2016

Εντουάρντ Στρελτσόφ: Αυτός που Γύρισε από το Κρύο

O Σοβιετικός, ρωσικής καταγωγής κεντρικός επιθετικός, Εντουάρντ Στρελτσόφ (Eduard Anatolyevich Streltsov), γεννήθηκε στις 21 Ιουλίου του 1937 στο Πέροβο, μια ανατολική συνοικία της Μόσχας. Έπαιξε για την Τορπέντο Μόσχας και την Σοβιετική εθνική ομάδα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950 και 1960. Ένα δυνατός και πολύ ικανός επιτιθετικός παίκτης, σκόραρε τον 4ο Υψηλότερο αριθμό γκολ για τη Σοβιετική Ένωση και έχει κληθεί ως «Ο Μεγαλύτερος Εντός Παιδιάς Ρώσος Παίκτης στην Ιστορία», ενώ μερικές φορές αποκαλείται ως «Ο Ρώσος Πελέ». Εντάχθηκε στη Τορπέντο στην ηλικία των 16 ετών και έκανε το διεθνές ντεμπούτο του δύο χρόνια αργότερα. Ήταν μέλος της εθνικής ομάδας που κέρδισε το Χρυσό Μετάλλιο στη Μελβούρνη τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1956 και ήρθε 7ος στον διαγωνισμό για τη Χρυσή Μπάλα το 1957. Νωρίς την επόμενη χρονιά, η πολλά υποσχόμενη καριέρα του διακόπηκε από ένα σκάνδαλο βιασμού.


Ο 20χρονος Στρελτσόφ, κατηγορήθηκε για τον βιασμό μιας γυναίκας λίγο πριν από το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958. Του είπαν ότι θα μπορούσε να παίξει ακόμα, αν ο ίδιος ομολογούσε την ενοχή του, παρά τα ασαφή στοιχεία εις βάρος του. Ήταν αυτό που τον καταδίκασε σε 12 χρόνια στα στρατόπεδα εργασίας, τα περίφημα γκουλάγκ. Απελευθερώθηκε μετά από 5 χρόνια στα στρατόπεδα και το 1965 συνέχισε την καριέρα του με την Τορπέντο Μόσχας. Στην πρώτη περίοδο της επιστροφής του, ο σύλλογος κατέκτησε το σοβιετικό πρωτάθλημα και το 1968 κέρδισε το Κύπελλο της ΕΣΣΔ. Αποκαταστάθηκε στη Σοβιετική εθνική ομάδα το 1966 και ονομάστηκε Σοβιετικός Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς το 1967 και το 1968. Αποχώρησε το 1970, έχοντας πρωτοπορήσει σε ενέργειες μέσα στον αγωνιστικό χώρο, όπως το πίσω τακουνάκι, το οποίο έγινε γνωστό στη Ρωσία ως «Πέρασμα Στρελτσόφ». Πέθανε στη Μόσχα το 1990. Έξι χρόνια αργότερα, η Τορπέντο  μετονόμασε την έδρα της σε «Eduard Streltsov Stadium» προς τιμήν του. Στον 21ο αιώνα, αγάλματα του στέκονται έξω από το γήπεδο που φέρει το όνομά του και στο Στάδιο Λουζνίκι, στο Ολυμπιακό Συγκρότημα στη Μόσχα.


Τα πρώτα χρόνια

Μεγάλωσε χωρίς πατέρα, αφού ο στρατιωτικός Ανατόλι Στρελτσόφ, επέλεξε να εγκαταλείψει την οικογένειά του μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, προτιμώντας να μείνει στο Κίεβο. Η μεταλλεργάτρια μητέρα του, Σοφία Φρόλοβνα, δεν είχε πολλές επιλογές και τον έπαιρνε μαζί της στο εργοστάσιο "Fraser Cutting Instruments" στο οποίο εργαζόταν. Εκεί, ο μικρός Εντουάρντ απολάμβανε την μοναδική αχτίδα φωτός της ζωής του, το ποδόσφαιρο. Οι άνθρωποι του εργοστασίου διέκριναν νωρίς το ταλέντο του νεαρού φανατικού φιλάθλου της Σπαρτάκ Μόσχας. Ο Στρελτσόφ έγινε ο πιο μικρός παίκτης που έπαιξε ποτέ στην ομάδα ποδοσφαίρου του εργοστασίου σε ηλικία 13 ετών και για 3 χρόνια το αστείρευτο ταλέντο του γοήτευε τους πάντες. Το 1953, σε φιλικό της "Fraser" με μία νεανική ομάδα της Τορπέντο Μόσχας, της ομάδας της αυτοκινητοβιομηχανίας «ΖΙΣ» (αρχικά που σημαίνουν: Εργοστάσιο Στάλιν), ο Στρελτσόφ, αφού πρώτα επέδειξε τα προσόντα του, εν συνεχεία γνωρίστηκε με τον τεχνικό των αντιπάλων, Βασίλι Προβόρνοφ (Vasily S. Provornov) και σε ηλικία 16 ετών είχε πάρει ήδη την πρώτη μεταγραφή του.


Το επαγγελματικό ντεμπούτο με την 4η ποδοσφαιρική δύναμη της ρωσικής πρωτεύουσας, μετά τη ΤσεΝτεΚα, μετέπειτα ΤΣΣΚΑ την ομάδα του Κόκκινου Στρατού, τη Ντιναμό, την ομάδα της αστυνομίας και τη Σπαρτάκ (η Λοκομοτίβ ακόμα δεν είχε αποκτήσει ισχύ), δεν άργησε να έρθει και στην πρώτη του σεζόν, το 1954, αγωνίστηκε σε όλα τα ματς της Τορπέντο, σημειώνοντας 4 γκολ. Αυτό ήταν. Το έναυσμα είχε δοθεί. Πριν κλείσει τα 17 του χρόνια, θα γίνει ο νεαρότερος σκόρερ του σοβιετικού πρωταθλήματος, οδηγώντας την Τορπέντο από την 9η, στην 4η θέση, με τον ίδιο να κατακτά τον τίτλο του πρώτου σκόρερ του πρωταθλήματος με 15 τέρματα!

Η καταξίωση με την εθνική και η αδικία

Η κλήση στην εθνική ομάδα, η οποία, μετά την οδυνηρή ήττα από τη Γιουγκοσλαβία στους Ολυμπιακούς του Ελσίνκι το 1952 («Τίτο-Στάλιν 3-1» έγραψαν οι εφημερίδες), βρισκόταν σε πλήρη αναδιοργάνωση, ήταν ζήτημα χρόνου και τον Ιούνιο του 1955 εκπροσώπησε για "παρθενική" φορά την πατρίδα του. Ήταν ένα φιλικό κόντρα στην εξαιρετική Σουηδία της εποχής, στην Στοκχόλμη. Ο Στρελτσόφ είχε τα χαρακτηριστικά του μοντέρνου σέντερ φόρ: ψηλός, δυνατός, τεχνικός, έξυπνος, καλός και με τα δυο πόδια, με αδυναμία στα τακουνάκια –κίνηση που στα ρώσικα σήμερα πλέον λέγεται  «στρελτσόφ»!–, δεινός σκόρερ αλλά και με πολύ καλά στατιστικά στις ασίστ! Ο ατρόμητος Στρελτσόφ σημείωσε χατ-τρικ στο πρώτο ημίχρονο και είχε και 3 ασίστ!  Σουηδία-Στρελτσόφ 0-6! Ο Σουηδός προπονητής θα πει: «Εμείς θα περιμένουμε πεντακόσια χρόνια για να δούμε τέτοιον παίκτη»! Επόμενο διεθνές παιχνίδι, εντός έδρας κόντρα στην Ινδία, άλλα 3 γκολ. Οι κλήσεις συνέχισαν να έρχονται, όπως και τα γκολ, σαν κι αυτό κόντρα στην πρωταθλήτρια κόσμου Δυτική Γερμανία, στη νίκη με 2-1. Το 1956, ο Νικίτα Χρουστσόφ (Nikita Sergeyevich Khrushchev), επικρατεί στον αγώνα διαδοχής του Στάλιν και καταγγέλλει την πολιτική του προκατόχου του στο 20ο  Συνέδριο του ΚΚΣΕ. Αρχίζει η αποσταλινοποίηση: η αυτοκινητοβιομηχανία «ΖΙΣ» μετονομάζεται σε «ΖΙΛ». Την ίδια χρονιά, σημείωσε 12 γκολ για λογαριασμό της Τορπέντο, προτού ταξιδέψει με την αποστολή της ΕΣΣΔ στην Αυστραλία για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μελβούρνης. Η ΕΣΣΔ, με αστέρια τον Λεβ Γιασίν (Lev Ivanovich Yashin) και το επιθετικό δίδυμο της Τορπέντο, Στρελτσόφ και Βαλεντίν Ιβάνοφ  (Valentin Kozmich Ivanov), τον σπουδαίο Ρώσο επιθετικό, πατέρα του Ρώσου παλαίμαχου ομώνυμου διαιτητή, είναι από τα αουτσάιντερ για το χρυσό μετάλλιο.


Εκεί, σε ανεπίσημο φιλικό προετοιμασίας πέτυχε ακόμα ένα χατ-τρικ στη νίκη 16-2 (!!!) επί των οικοδεσποτών. Η καταξίωση, όμως, ήρθε στο ολυμπιακό τουρνουά. Πρώτα ήταν το νικητήριο γκολ κόντρα στη Δυτική Γερμανία και στα ημιτελικά, απέναντι στην Βουλγαρία, ο Στρελτσόφ έγραψε το προσωπικό ποδοσφαιρικό έπος του. Το παιχνίδι έληξε δίχως σκορ στην κανονική διάρκεια. Ο δεξιός οπισθοφύλακας Νικολάι Τιστσένκο (Nikolai Ivanovich Tishchenko) είχε σπάσει τον σβέρκο του και ο παρτενέρ του Στρελτσόφ στην επίθεση της Τορπέντο και της Σοβιετικής Ένωσης, Βαλεντίν Ιβάνοφ, τραυματίστηκε κι αυτός και στην παράταση οι Σοβιετικοί πάλευαν με 9 ποδοσφαιριστές, καθώς δεν επιτρέπονταν οι αλλαγές. Ο Ιβάν Κόλεφ (Ivan Petkov Kolev) θα κάνει το 1-0 για τη Βουλγαρία στο 95’. Η κατάσταση μοιάζει απελπιστική για όλους εκτός από τον Στρελτσόφ, που σήμανε άμεσα το σύνθημα της αντεπίθεσης. Στο 112’ ισοφαρίζει σε 1-1 και 4 λεπτά αργότερα έβγαλε την ασίστ στον Μπόρις Τατούσιν (Boris Georgiyevich Tatushin) της Σπαρτάκ Μόσχας για να δώσει τη νίκη στην ΕΣΣΔ!


Δεν ήταν γραφτό να απολαύσει τους "καρπούς" των κόπων του, όμως, τουλάχιστον όχι άμεσα. Ο ομοσπονδιακός τεχνικός της Σοβιετικής Ένωσης, Γκαβριίλ Κατσάλιν (Gavriil Dmitriyevich Kachalin), είχε μία σταθερά στον καταρτισμό της ενδεκάδας, αφού το επιθετικό δίδυμο έπρεπε να αγωνίζεται στον ίδιο σύλλογο, για καλύτερη συνεννόηση. Ο τραυματισμός του Ιβάνοφ έθετε νοκ άουτ (και) τον Στρελτσόφ, με τον Νικίτα Σιμονιάν (Nikita Pavlovich Simonyan) να παίρνει τη θέση του και θα χειροκροτήσει, σαν απλός θεατής, τους συμπαίκτες του με το χρυσό μετάλλιο στο στήθος. Η ΕΣΣΔ νίκησε με 1-0 την Γιουγκοσλαβία και ο Σιμονιάν, αισθανόμενος ευγνωμοσύνη προς το πρόσωπο του Στρελτσόφ, του προσέφερε το χρυσό μετάλλιό του! Μέχρι πρόσφατα, η ΔΟΕ απένειμε μετάλλια μόνο στους ποδοσφαιριστές που αγωνίζονταν στον τελικό και οι αναπληρωματικοί δεν δικαιούνταν μετάλλιο, γι’ αυτό και ο Στρελτσόφ δεν έλαβε την διάκριση που του έπρεπε. Θα απαντήσει κάτι που έμοιαζε απόλυτα λογικό: «Δεν πειράζει Νικίτα, θα κερδίσω πολλά τρόπαια στο μέλλον», ήταν η απάντηση του 19χρονου Στρελτσόφ στον συμπαίκτη του, όταν αρνήθηκε το πολύτιμο δώρο...


Οι προσβολές στο πάρτι του Κρεμλίνου

Οι ενδείξεις αυτό άφηναν να εννοηθεί, αφού ήδη στο τέλος του 1956 έλαβε 2 ψήφους για τη Χρυσή Μπάλα. Από την άλλη, ο τρόπος ζωής του προκαλούσε το κοινό αίσθημα της εποχής και ήταν ο μοναδικός ανασταλτικός παράγοντας σε έναν κατά τα άλλα στρωμένο με ροδοπέταλα δρόμο προς την επιτυχία. Ο άσωτος εξωγηπεδικός βίος τον ακολουθούσε όπου κι αν πήγαινε. Ήταν ταλαντούχος ποδοσφαιριστής, όμορφος, με χτένισμα... τέντι-μπόι, όπως αναφέρουν δημοσιογράφοι της εποχής. Η υπερβολική δημοσιότητα σε χώρες τέτοιου πολιτικού καθεστώτος δεν ήταν ποτέ αρεστή. Ο Στρελτσόφ γινόταν celebrity από τα 19 του και απολάμβανε τους "καρπούς" της διασημότητάς του. Το κράτος και οι μυστικές υπηρεσίες είχαν αντίθετη άποψη, για το κατά πόσο είναι αποδεκτή μία τέτοια κατάσταση! Ο κίνδυνος ένα πανίσχυρο είδωλο της νεολαίας να προβάλλει πάνω του στοιχεία που μακροπρόθεσμα οδηγούν σε αντιδραστικές συμπεριφορές και εξεγέρσεις κρίθηκε μεγάλος. Γι’ αυτό, έγινε απόπειρα... συμμαχίας με τον εχθρό.


Αρχές του 1957 και το Κρεμλίνο διοργανώνει πάρτι προς τιμήν της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου που κατέκτησε το ολυμπιακό τουρνουά. Πρωταγωνιστής της εκδήλωσης φυσικά ο Στρελτσόφ, ο οποίος εκείνο τον καιρό φημολογούταν πως διατηρούσε δεσμό με την 16χρονη Σβετλάνα Φούρτσεβα, κόρη της πρώτης γυναίκας μετά το 1919, που μπήκε στο σοβιετικό Πολίτμπιρο (Politburo =Πολιτικό Γραφείο της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης γνωστό και ως Πρεζίντιουμ δηλαδή Προεδρείο), Εκατερίνα Φούρτσεβα (Yekaterina Alexeyevna Furtseva), η οποία αυτοκτόνησε το 1974. Η Φούρτσεβα ήταν η ισχυρότερη γυναίκα της ΕΣΣΔ, πρώην ερωμένη του Χρουστσόφ, αφεντικό του Κομμουνιστικού Κόμματος στη Μόσχα. Την εποχή που μεσουρανεί ο Στρελτσόφ, έχει σημαντική επιρροή στην KGB (ΚαΓκεΜπε)! Λέγεται ότι με δική της πρωτοβουλία έγιναν οι προσπάθειες να στρατολογηθεί από τις  μυστικές υπηρεσίες ο Λι Χάρβει Όσβαλντ, ο βασικός ύποπτος για τη δολοφονία του Τζον Φιτζέραλντ  Κένεντι. Η υπουργός πολιτισμού και στενότατη συνεργάτιδα του προέδρου Νικίτα Χρουστσόφ, είχε ένα τετ-α-τετ με τον Στρελτσόφ, στον οποίο πρότεινε να επισημοποιήσει τον δεσμό με την κόρη της μέσω γάμου. «Έχω ήδη μνηστή και δεν θα παντρευτώ τη Σβετλάνα», ήταν η απάντηση του επιθετικού της Τορπέντο.


Λίγο αργότερα, όμως, τα λόγια του αλκοόλ ήταν αυτά που πραγματικά έβαλαν "ταφόπλακα" στα ποδοσφαιρικά όνειρα του Στρελτσόφ, όπως αποδίδουν μελετητές της ιστορίας του. Σύμφωνα με διαφορετικές μαρτυρίες, ο Στρελτσόφ, μέσα στο μεθύσι του είπε σε φίλους του, είτε πως « ... ποτέ δεν θα παντρευόμουν αυτήν τη μαϊμού», είτε πως « ... θα προτιμούσα να με κρεμάσουν, παρά να παντρευτώ τέτοιο κορίτσι». Όποια εκδοχή κι αν ίσχυε, αμφότερες οι ρήσεις έφτασαν στα αυτιά της Φούρτσεβα κι έκτοτε ο Στρελτσόφ έγινε "μαύρο πανί" για την πανίσχυρη πολιτικό!

Αντιστροφή του κλίματος

Ο Στρελτσόφ αποδείχθηκε πως όντως ήταν αρραβωνιασμένος εκείνη την περίοδο, κάτι που δεν είχε διαδοθεί. Στις 25 Φεβρουαρίου του 1957, μάλιστα, ενώθηκε με τα δεσμά του γάμου με την αγαπημένη του, Άλα Ντεμένκο (Alla Demenko). Ένα ακόμα μοιραίο λάθος όπως εξελίχθηκε, αφού εκείνη η περίοδο ήταν αφιερωμένη στην προετοιμασία της Τορπέντο για τη νέα αγωνιστική περίοδο. Το Τμήμα Σοβιετικού Ποδοσφαίρου, μέσω ενός εσωτερικού memo, βρήκε την ευκαιρία να κριτικάρει τόσο τον ποδοσφαιριστή, όσο και τον σύλλογό του για τον κάκιστο συγχρονισμό της εκδήλωσης: «Ανακαλύψαμε ότι παντρεύτηκε πριν το σημαντικό φιλικό κόντρα στη Ρουμανία. Αυτό δείχνει πόσο αδύναμη είναι η εκπαιδευτική εργασία στην Τορπέντο»! Δεν ήταν ο μοναδικός κρατικός μηχανισμός που είχε βάλει επίσημα στο "στόχαστρό" του τον Στρελτσόφ. Το ίδιο το Κομουνιστικό Κόμμα έδειχνε να μην τον εμπιστεύεται και να τον θεωρεί εν δυνάμει αποστάτη, αφού οι εμφανίσεις του στη διάρκεια περιοδειών της Τορπέντο είχαν προσελκύσει το ενδιαφέρον συλλόγων από τη Γαλλία και τη Σουηδία και ο ίδιος δεν φρόντιζε να επιδεικνύει τον πατριωτισμό του τόσο συχνά, όσο "όφειλε". Ο φάκελός του στα αρχεία του Κόμματος αναφέρει μεταξύ άλλων: «Σύμφωνα με επιβεβαιωμένες πηγές, ο Στρελτσόφ είπε σε φίλους του το 1957 ότι πάντα λυπόταν όταν επέστρεφε στην ΕΣΣΔ, μετά από ταξίδια στο εξωτερικό».


Η πτώση του ειδώλου έχει δρομολογηθεί. Η Komsomolskaya Pravda, το επίσημο όργανο της Κομμουνιστικής Νεολαίας, δημοσιεύει ένα άρθρο: «Η πλάνη των ειδώλων». Στόχος ο Στρελτσόφ: απαριθμούνται όλες οι κραιπάλες, οι δημόσιοι τσακωμοί κλπ. Το τελευταίο πλήγμα στην προσπάθεια αποδόμησης της φήμης που αποκτούσε ο Στρέλτσοφ προέκυψε τον Απρίλιο του 1957, όταν αποβλήθηκε σε ένα παιχνίδι στην Οδησσό. Η επίσημη κυβερνητική αθλητική εφημερίδα «Sovetsky Sport» δημοσίευσε ένα άρθρο υπό τον πηχυαίο τίτλο: «Αυτός δεν είναι ήρωας», που συνοδεύονταν από γράμματα μελών του προλεταριάτου, τα οποία καταδίκαζαν τον Στρελτσόφ, παρουσιάζοντάς τον ως ενσάρκωση όλων των δεινών της δυτικής διαφθοράς και ως υπόδειγμα των κακών του δυτικού ιμπεριαλισμού.  Τον Ιανουάριο του 1958 φυλακίζεται για τρεις μέρες μετά από έναν τσαμπουκά εναντίον αστυνομικών. Του επιτρέπουν να επιστρέψει στην Εθνική μόνο αφού κάνει τη δημόσια αυτοκριτική του.


Οι κατηγορίες περί βιασμού

Στο αγωνιστικό σκέλος, το 1957 ήταν πολύ καλύτερο εντός γηπέδου, παρά εκτός για τον Στρελτσόφ. Είναι 20 μόλις χρονών και έχει τον κόσμο στα πόδια του: σκοράρει ασταμάτητα, συνολικά 31 γκολ σε 22 ματς από τις 21 Ιουλίου ως τις 26 Οκτωβρίου, σε όλες τις διοργανώσεις.  Συμμετείχε σε 15 παιχνίδια πρωταθλήματος με την Τορπέντο σκοράροντας 12 φορές, καθοδηγώντας την ομάδα του "θρυλικού" Βίκτορ Μασλόφ (Victor Aleksandrovich Maslov), του μετέπειτα δημιουργού της κραταιάς Ντιναμό Κιέβου και "δασκάλου" του Βαλερί Λομπανόφσκι (Valeriy Vasylyovych Lobanovskyi), πλέον στον πάγκο, στη 2η θέση του πίνακα της βαθμολογίας. Συνέχισε να "πυροβολεί" κατά ριπάς, όμως  και για λογαριασμό της Σοβιετικής Ένωσης, αποτελώντας αρωγό στην πρόκριση της χώρας στην τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1958, σημειώνοντας, μάλιστα, το πρώτο τέρμα και κάνει την ασίστ για το 2-0 στο μπαράζ με την Πολωνία που δίνει τη πρόκριση στα τελικά του Μουντιάλ. Αναδεικνύεται καλύτερος παίκτης του πρωταθλήματος και τα κατορθώματά του, τον πλάσαραν στην 7η θέση της λίστας για τη "Χρυσή Μπάλα" εκείνου του έτους, συγκεντρώνοντας 12 ψήφους, ενώ πριν την έναρξη του Μουντιάλ, το διεθνές ρεκόρ του αντιστοιχούσε σε 20 παιχνίδια και 18 γκολ. Αρνείται επανειλημμένα να μεταγραφεί στις κατεξοχήν καθεστωτικές ομάδες, την ΤΣΣΚΑ και την Ντιναμό, γλεντάει τη ζωή του όσο μπορεί πιο πολύ, πίνει, καπνίζει, είναι ομορφόπαιδο κι έχει φοβερή επιτυχία στις γυναίκες.


Η μουντιαλική σεζόν 1958 τον βρήκε να ξεκινά πάλι δυνατά, με 5 γκολ σε 8 παιχνίδια πρωταθλήματος. Στις 18 Μαΐου συμμετείχε στη φιλική ισοπαλία 1-1 με την Αγγλία στη Μόσχα, στο πλαίσιο της προετοιμασίας της Σοβιετικής Ένωσης για το Παγκόσμιο Κύπελλο της Σουηδίας. Μία εβδομάδα αργότερα, ο Στρελτσόφ δέχθηκε μία πρόσκληση σε ένα πάρτι που διοργάνωνε στο εξοχικό του ένας στρατιωτικός που μόλις είχε επιστρέψει από την Άπω Ανατολή, ο Εντουαρντ Καραχάνοφ (Eduard Karakhanov). Ο 20χρονος επιθετικός δεν έχασε την ευκαιρία για ακόμα μία βραδιά ξεγνοιασιάς και φάνηκε συνεπής στο ραντεβού με την προσωπική καταδίκη, όπως αποδείχθηκε.


Λόγω των συνθηκών προετοιμασίας στην οποία βρισκόταν η αποστολή της εθνικής ομάδας της ΕΣΣΔ, οι παίκτες βρίσκονταν σε ένα προπονητικό κέντρο στην Ταρασόβκα, έξω από τη Μόσχα, ωστόσο την ημέρα του πάρτι, στις 25 Μαΐου, είχε ρεπό. Στο τέλος αυτών των ημερών, οι ποδοσφαιριστές έδιναν αναφορά στις αρχές στο γήπεδο "Ντιναμό" στις 16:30 τοπική ώρα, ωστόσο ο Στρελτσόφ και δύο συμπαίκτες του στην εθνική και μέλη της Σπαρτάκ, οι Μίχαϊλ Ογκόνκοφ (Mikhail Pavlovich Ogonkov) και ο Μπόρις Τατούσιν, αποφάσισαν να αγνοήσουν τον κανονισμό και να παρευρεθούν στο πάρτι. Στον ίδιο πάρτι βρέθηκε και μία 20χρονη κοπέλα ονόματι Μαρίνα Λεμπέντεβα (Marina Lebedeva), κόρη ενός συνταγματάρχη του Κόκκινου Στρατού, την οποία ο Στρελτσόφ δεν γνώριζε μέχρι εκείνο το πάρτι. Το επόμενο πρωί  κι ενώ οι περισσότεροι από όσους είχαν παρευρεθεί στο πάρτι είχαν αποχωρήσει μεθυσμένοι, η Λεμπέντεβα κατήγγειλε βιασμό από τον Στρελτσόφ. Τόσο ο επιθετικός της Τορπέντο, όσο και οι Ογκόνκοφ και Τατούσιν συνελήφθησαν, με την κατηγορία του βιασμού και της συνέργειας!


Δίκη-παρωδία και αντικρουόμενα στοιχεία

Ο Στρέλτσοφ είχε ανοίξει το κουτί της Πανδώρας και πλέον έπρεπε να αντιμετωπίσει όλα τα δεινά. Εξαιτίας του άφθονου αλκοόλ που έρευσε στο πάρτι, ήταν πολύ δύσκολο να σχηματιστούν εικόνες και ορθός λόγος από τους παρευρισκομένους σχετικά με το τι συνέβη και τι είδε ο καθένας. Ακόμα και η ίδια η Λεμπέντεβα δεν είχε την καλύτερη δυνατή μνήμη για το συμβάν και μπέρδευε τα γεγονότα, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις έπεφτε σε αντιφάσεις. Σύμφωνα με τα αρχεία της δίκης, παρουσιάστηκαν 12 μαρτυρίες οι οποίες ανέφεραν ότι δεν είχαν κάποια σκηνή βιασμού να λαμβάνει χώρα στο πάρτι ή οτιδήποτε άλλο που θα μπορούσε να οδηγήσει εκεί, ωστόσο όλες αγνοήθηκαν από τον δικαστή. Η μνήμη των συμπαικτών του Στρελτσόφ στη Σοβιετική Ένωση δεν βοηθάει περισσότερο να ξετυλιχθεί το κουβάρι της αλήθειας. «Είναι μία σκοτεινή ιστορία. Το ποιος βίασε ποιον είναι δύσκολο να το πω. Νομίζω ότι εάν μία κοπέλα πηγαίνει στα προάστια για μια νύχτα... Μετά ένας άντρας την περιμένει... και αυτή είναι ίδια... αλλά δεν πιστεύω ότι είναι στημένη η υπόθεση. Ίσως ήταν ο ιδιοκτήτης του εξοχικού. Δεν γνωρίζω ποιος τη βίασε, αλλά αυτή είπε ότι ήταν ο Στρελτσόφ», προσπαθεί να θυμηθεί ο Ιβάνοφ στον δημοσιογράφο Τζόναθαν Γουίλσον (Jonathan Wilson) της αγγλικής εφημερίδας "Guardian". «Δεν θυμάμαι, αλλά άκουσα ότι είχε αρνηθεί να παντρευτεί την κόρη της Φούρτσεβα», υπεκφεύγει ένας άλλος παλαίμαχος διεθνής, ο Βίκτορ Σουστίκοφ (Viktor Mikhailovich Shustikov).


Μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι μνήμες του Νικίτα Σιμονιάν. «Τι συνέβη με τον Στρελτσόφ δεν μπορώ να το εξηγήσω. Είναι ένα μυστηριώδες πράγμα. Έγραψε στη μητέρα του πως αναλαμβάνει την ευθύνη για κάποιον άλλον. Ήταν το σύστημα που τιμώρησε τον Στρελτσόφ. Δεν γνωρίζω εάν υπήρξε βιασμός από πλευράς Στρελτσόφ, αλλά αυτός και το κορίτσι κοιμήθηκαν μαζί. Ήταν νεαρός και εργένης», δήλωσε, με τη μνήμη του να τον απατά τουλάχιστον εν μέρει, αφού ο Στρελτσόφ είχε παντρευτεί ένα χρόνο νωρίτερα. Ο Σιμονιάν, μάλιστα, έδειξε στον Άγγλο δημοσιογράφο μία εκτύπωση με 4 φωτογραφίες, εκ των οποίων στις 2 φιγουράρει η νεαρή μαυρομάλλα Λεμπέντεβα, στη μία εκ των οποίων κείτεται στο κρεβάτι του νοσοκομείου, κοιμισμένη, με τα μάτια πρησμένα από μελανιές. Στις άλλες 2 φωτογραφίες ποζάρει ο Στρελτσόφ και σε μία εκ των οποίων βρίσκεται σε στάση προφίλ, έχοντας 3 παράλληλες γρατζουνιές από το μάγουλο μέχρι τη μύτη. Φυσικά αυτές οι φωτογραφίες ενδέχεται να μην συμπίπτουν χρονικά, ωστόσο τα στοιχεία ήταν όλα ενοχοποιητικά για τον Στρελτσόφ!


Η ώρα της καταδίκης

Με το άκουσμα της σύλληψης του Στρελτσόφ, ο Κατσάλιν έσπευσε να διασώσει ότι μπορεί. Ο ομοσπονδιακός τεχνικός της Σοβιετικής Ένωσης, όπως αποκάλυψε λίγο πριν το θάνατό του στον ιστορικό ποδοσφαίρου Αξελ Βαρτανιάν (Aksel Tatevosovich Vartanyan), όταν επιχείρησε να τον βοηθήσει « … μου είπαν από την αστυνομία πως ο ίδιος ο Χρουστσόφ είχε ενημερωθεί για την υπόθεση. Μετά έτρεξα σε μία τοπική επιτροπή του Κομουνιστικού Κόμματος και ζήτησα από τον αρχιγραμματέα να αναβάλει την εκδίκαση για μετά το τέλος του Μουντιάλ. Μου είπε ότι δεν μπορούσε να γίνει κάτι και έδειξε με νόημα προς τα πάνω. Κατάλαβα τότε ότι αυτό ήταν το τέλος. Άκουσα ότι η Φούρτσεβα είχε στο στόχαστρο τον Στρελτσόφ, αλλά ποιος ξέρει επ’ ακριβώς τι συνέβη;»  Η σύζυγος του Στρελτσόφ, λίγο μετά την απαγγελία κατηγοριών, έκανε αίτηση για διαζύγιο. Ο κλοιός στένευε γύρω από τον νεαρό επιθετικό. Περίπου 100.000 εργάτες του αυτοκίνητο-εργοστασίου της Μόσχας "ZiL", που αποτελεί τη βάση της Τορπέντο, προγραμμάτισαν πορεία διαμαρτυρίας ως υποστήριξη για τον παίκτη, ωστόσο την ακύρωσαν μόλις έγινε γνωστό πως ο Στρελτσόφ δήλωσε ένοχος. Σύμφωνα με μαρτυρίες, ένας ανακριτής της KGB μπήκε στο κελί του Στρελτσόφ και του είπε πως εάν ομολογούσε τις κατηγορίες, τότε θα προλάβαινε το Μουντιάλ του 1958 στη Σουηδία. Ο νεαρός και αφελής Στρελτσόφ φέρεται να τον πίστεψε και ως εκ τούτου καταδικάστηκε.


Την ώρα που οι Ογκόνκοφ και Τατούσιν, οι οποίοι εμφανίστηκαν ως μάρτυρες στη δίκη, τιμωρούνταν με απαγόρευση κάθε αγωνιστικής δραστηριότητας για 3 χρόνια και δια βίου αποκλεισμό από την εθνική, ο Στρελτσόφ καταδικάστηκε με 12 χρόνια διαβίωσης στα περίφημα γκούλαγκ! Παρότι ο ίδιος δεν θέλησε ποτέ να μιλήσει για την εμπειρία του εκεί, όπως έγινε μετά από χρόνια γνωστό, τον πρώτο καιρό υπήρξε πολλές φορές θύμα ξυλοδαρμού ενός άλλου νεαρού εγκληματία. Μάλιστα ο Στρελτσόφ χρειάστηκε να περάσει 4 μήνες στο αναρρωτήριο λόγω τραυμάτων που προκλήθηκαν από μεταλλικό αντικείμενο!  Με το πέρασμα του καιρού, οι αρχές της φυλακής άρχισαν να διοργανώνουν ποδοσφαιρικούς αγώνες, ώστε να ηρεμούν τους κατάδικους σε ταραγμένες περιόδους. Βούτυρο στο ψωμί του Στρελτσοόφ, που ακόμα και υπό αυτές τις δυσμενείς συνθήκες, δεν ξεχνούσε την τέχνη του. «Λατρεύαμε τον Στρελτσόφ. Πιστεύαμε ότι θα επέστρεφε στο ποδόσφαιρο", δήλωνε ο Ιβάν Λουκιάνοφ, ένας συγκρατούμενός του.


Η επιστροφή στο ποδόσφαιρο

Στις 4 Φεβρουαρίου του 1963, έχοντας εκτίσει κάτι λιγότερο από 5 χρόνια της ποινής του, αφέθηκε ελεύθερος! Και εδώ θα αρχίσει, ίσως, η πραγματική εποποιία του. Καθώς είναι ακόμη ισόβια τιμωρημένος, δεν του επετράπη η επάνοδος στην ενεργό δράση για λογαριασμό της Τορπέντο ή σε άλλη ομάδα υψηλής κατηγορίας.. Έπιασε δουλειά στο εργοστάσιο κατασκευής αυτοκινήτων «Zil» όπου δούλευε μικρός και άρχισε να αγωνίζεται με την ποδοσφαιρική ομάδα του, στο πρωτάθλημα εργοστασίων. Προσπάθησε να επανασυνδεθεί με την σύζυγό του, αλλά απέτυχε και τον Σεπτέμβριο του 1963, παντρεύτηκε την Ραΐσα Μιχαΐλοβα.Οι θαυμαστές του δεν τον έχουν ξεχάσει και συρρέουν στα περιφερειακά γήπεδα να τον δουν και κάθε αγώνας αποτελούσε πόλο έλξης για πλήθος κόσμου, λόγω των ικανοτήτων και της ιστορίας του! Μερικές φορές, η πίεση της εξέδρας είναι τέτοια, που τον βάζουν και παίζει παράνομα με τη δεύτερη ομάδα της Τορπέντο και λίαν συντόμως το όνομά του άρχισε και πάλι να ακούγεται έντονα στον ποδοσφαιρικό κόσμο της Μόσχας. Τον Οκτώβριο του 1964, σε ηλικία 27 ετών, η στάση του νέου προέδρου της χώρας, Λεονίντ Μπρέζνιεφ (Leonid Ilyich Brezhnev), άλλαξε και ο Στρελτσόφ πήρε την άδεια να γυρίσει στην ενεργό δράση, λαμβάνοντας υποδοχή ήρωα. Αν και 28 πια ετών, με φανερά ταλαιπωρημένο σώμα και σαφώς λιγότερα μαλλιά, ο Στρελτσόφ επανήλθε δριμύτερος.

Λάμπει ξανά, σαν να μην έλειψε ποτέ, σαν να μην έχει πίσω του πέντε χρόνια καταναγκαστικά έργα και οχτώ χρόνια αποχή από το ποδόσφαιρο υψηλού επιπέδου. Από την πρώτη σεζόν κιόλας, κατάφερε να οδηγήσει την Τορπέντο στην κατάκτηση του πρωταθλήματος για πρώτη φορά από το 1960, παρότι είχε χάσει ορισμένη από τη δύναμη και την ελαστικότητά του. Με 12 γκολ σε 26 αγώνες, ήρθε 2ος στην ψηφοφορία για τον κορυφαίο Σοβιετικό ποδοσφαιριστή της χρονιάς πίσω από τον συμπαίκτη του Βαλερί Βορονίν (Valery Ivanovich Voronin).


Τον ξανακαλούν στην Εθνική λίγο πριν το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1966. Η βίζα για να ταξιδέψει στο εξωτερικό θα του δοθεί τρεις μήνες μετά το τέλος των αγώνων, με την ΕΣΣΔ να τερματίζει στη 4η θέση. Στις 16 Οκτωβρίου του 1966 πραγματοποίησε την επάνοδό του στην εθνική ομάδα, σε ένα εντός έδρας φιλικό με την Τουρκία, ενώ σημείωσε το πρώτο γκολ στην επάνοδό του μία εβδομάδα αργότερα, στην ισοπαλία 2-2 με την Ανατολική Γερμανία. Η απουσία του τόσα χρόνια από τις αποστολές της ΕΣΣΔ έγινε άμεσα φανερή. Ο παγκόσμιος Τύπος υποστήριζε πως δύο ομάδες επλήγησαν πριν το Μουντιάλ του 1958: η Αγγλία λόγω της τραγωδίας του Μονάχου και η Σοβιετική Ένωση λόγω της απουσίας του Στρελτσόφ! Χαρακτηριστικό είναι ότι οι Σοβιετικοί έφτασαν μέχρι τα προημιτελικά του Μουντιάλ, όπου αντιμετώπισαν την οικοδέσποινα Σουηδία δίχως τους τιμωρημένους Στρελτσόφ, Ογκόνκοφ και Τατούσιν και ηττήθηκαν 2-0. Την ίδια ομάδα, τρία χρόνια νωρίτερα, την είχαν διαλύσει στην Στοκχόλμη με 6-0, στο ντεμπούτο του Στρελτσόφ όπου είχε σημειώσει χατ-τρικ! Το 1966 ο Στρελτσόφ σημείωσε άλλα 12 γκολ στο πρωτάθλημα, ενώ η Τορπέντο έφτασε στον τελικό του κυπέλλου, όπου ηττήθηκε 2-0 από την Ντιναμό. Είχε ξαναβρεί τη θέση του στην εθνική ομάδα και σε διασυλλογικό επίπεδο κατάφερε να κατακτήσει τον τίτλο του κορυφαίου Σοβιετικού ποδοσφαιριστή του 1967 (παρότι σκόραρε μόλις 6 φορές στο πρωτάθλημα)!


Στις 4 Μαΐου του 1968, στα προημιτελικά του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος και στην ήττα στο πρώτο ματς από την Ουγγαρία με 0-2, ο Στρελτσόφ πραγματοποίησε την τελευταία εμφάνισή του με την ΕΣΣΔ, έχοντας σημειώσει 7 γκολ κατά τη δεύτερη θητεία του. Στον επαναληπτικό οι Σοβιετικοί νίκησαν 3-0 χωρίς τον Στρελτσόφ και συνέχισαν στην τελική φάση δίχως τον γερασμένο, πλέον, επιθετικό, που ολοκλήρωσε τη διεθνή καριέρα με 38 αγώνες και 25 γκολ. Αν και για 8 χρόνια ήταν αποκλεισμένος από το εθνικό συγκρότημα, ήταν ο 4ος σκόρερ του στην ιστορία. Στο πρωτάθλημα, η Τορπέντο κατέκτησε το Κύπελλο επικρατώντας 1-0 της Παχτακόρ και ο Στρελτσόφ διατήρησε τον τίτλο του Κορυφαίου Σοβιετικού Ποδοσφαιριστή της Χρονιάς, έχοντας καταρρίψει το προσωπικό ρεκόρ σκοραρίσματος με 21 γκολ στο πρωτάθλημα. Συνέχισε να αγωνίζεται με την Τορπέντο μέχρι το 1970 δίχως να σκοράρει στα 23 παιχνίδια που έδωσε τα τελευταία 2 χρόνια. Και ενώ οι θαυμαστές του κρατούν μια κρυφή ελπίδα μήπως και καταφέρει αυτή τη φορά να παίξει στο Παγκόσμιο Κύπελλο, παθαίνει ρήξη αχίλλειου τένοντα και τερματίζει την καριέρα του, μόλις στα 33 του χρόνια, με προσωπική επίδοση 222 παιχνίδια και 99 τέρματα, όντας ο 2ος σκόρερ του συλλόγου, πίσω από τον Ιβάνοφ.

Ο θάνατος του Στρέλτσοφ και το μυστήριο της Λεμπέντεβα

Το τέλος της καριέρας του ως ποδοσφαιριστή, διαδέχθηκε μία πολύ σύντομη ως προπονητής. Πήρε το πτυχίο από το Ινστιτούτο Φυσικής Διαπαιδαγώγησης χάρη σε μισθολογική ενίσχυση από την Τορπέντο, όπου επέστρεψε αναλαμβάνοντας τις "μικρά" τμήματα του συλλόγου. Είχε μία πολύ μικρή εμπειρία στον πάγκο της πρώτης ομάδας, προτού επιστρέψει το 1982 στα τμήματα νέων. Συχνά λάμβανε μέρος και σε αγώνες παλαιμάχων.

Ο Εντουάρντ Στρελτσόφ "έσβησε" από καρκίνο του λάρυγγα, στις 22 Ιουλίου του 1990, μια μέρα αφού είχε κλείσει τα 53 του χρόνια. Η αρρώστια του ίσως να συνδέεται με ένα φιλικό ματς που έδωσε στο Τσερνομπίλ υπέρ των θυμάτων, λίγους μήνες μετά το πυρηνικό ατύχημα. Μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε πεισματικά να αποκαλύψει τι συνέβη εκείνο το βράδυ στην Ταρασόφκα. Λίγες στιγμές πριν αφήσει την τελευταία πνοή του, κάλεσε τη πρώην σύζυγο του στο πλευρό του και της εξομολογήθηκε την αθωότητά του. Φημολογείται ότι κρατούσε το στόμα του κλειστό επί τόσες δεκαετίες διότι η σοβιετική κυβέρνηση απειλούσε πως θα σκότωνε τόσο τον ίδιο όσο και ολόκληρη την οικογένειά του εάν έλεγε ποτέ την αλήθεια για τη δίκη! Μία δίκη που σύμφωνα με μαρτυρίες, η Λεμπέντεβα προσπάθησε να διακόψει κάποια στιγμή, λέγοντας ότι τον συγχωρεί, ωστόσο δεν τα κατάφερε. Επτά χρόνια μετά τον θάνατο του Στρελτσόφ, μάλιστα, μία ανέκδοτη ιστορία αναφέρει ότι η, εξαφανισμένη μέχρι εκείνη τη στιγμή,  Λεμπέντεβα εθεάθη την επομένη του μνημοσύνου του πάνω από τον τάφο του στη Μόσχα να αφήνει λουλούδια. Όσοι την εντόπισαν, ισχυρίζονται ότι ήταν δακρυσμένη και ότι τράπηκε σε φυγή όταν τους είδε!


Όπως και να ‘χει, ακόμα και σήμερα όλοι στη Ρωσία υποστηρίζουν ότι έχουν δει 2 σούπερ σταρ στην ιστορία του αθλήματος στη χώρα, τον Λεβ Γιασίν και τον Εντουάρντ Στρελτσόφ. Ακόμα και η πάσα με τακουνάκι έχει πάρει το όνομα του επιθετικού της Τορπέντο, ενώ το όνομά του δόθηκε στο στάδιο της το 1996. Τρία χρόνια αργότερα, ένα άγαλμα του, με τη φανέλα με το Τ στο στήθος, τοποθετήθηκε έξω από το γήπεδο, ενώ υπήρχε ήδη ένα γλυπτό του μέσα στο Ολυμπιακό Στάδιο Λουζνίκι της Μόσχας από το 1998. Η ίδια η Ρωσική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία τον είχε αναγνωρίσει το 1997, όταν εισήγαγε τα βραβεία "Strelyets", ως τις μέγιστες ατομικές τιμές στο ποδόσφαιρο της χώρας. 


Κάθε χρόνο μέχρι το 2003 (όταν και η διαδικασία διεκόπη) οι κορυφαίοι μάνατζερ και προπονητές από όλη τη χώρα ψήφιζαν για τον καλύτερο ποδοσφαιριστή σε κάθε θέση, καθώς και για τον καλύτερο προπονητή και οι νικητές λάμβαναν βραβείο με το όνομα του Στρελτσόφ. Το 2006, η Ρωσική Ολυμπιακή Επιτροπή έδωσε στην οικογένειά του το χρυσό μετάλλιο που του χρωστούσε η ιστορία, πενήντα χρόνια μετά τους Ολυμπιακούς της Μελβούρνης. Το 2010, η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας, εξέδωσε νομίσματα των 2 ρουβλιών, στα οποία απεικονίζεται η φυσιογνωμία του Εντουάρντ Στρελτσόφ, του Λεβ Γιασίν και του Κονσταντίν Μπέσκοφ (Konstantin Ivanovich Beskov). Στα 2001, μία επιτροπή επώνυμων Ρώσων με επικεφαλής τον παγκόσμιο πρωταθλητή στο σκάκι Ανατόλι Καρπόφ (Anatoly Yevgenyevich Karpov), ξεκίνησε εκστρατεία, προκειμένου να πετύχει και την επίσημη αποκατάσταση του Στρελτσόφ.


«Ο Στρελτσόφ, θεωρώ, διαθέτει τεράστια συμβολική αξία. Θα έλεγα ότι αντιπροσωπεύει τίποτα λιγότερο από την ακηλίδωτη ψυχή του ρωσικού ποδοσφαίρου», υπογραμμίζει ο Τζόναθαν Γουίλσον στο βιβλίο του "Behind The Curtain". «Το αγόρι αυτό μας ήρθε από τη γη των θαυμάτων», διατρανώνει ο Σοβιετικός ποδοσφαιρικός συγγραφέας, Αλεξάντερ Νίλιν (Aleksandr Nilin)...


PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • 1950–1953: Fraser Cutting Instruments Factory

Επαγγελματική καριέρα

  • 1953–1958: Football Club Torpedo Moscow, 89 (48)
  • 1965–1970: Football Club Torpedo Moscow, 133 (51)

Σύνολο καριέρας: 222 (99)

Διεθνής

  • 1955–1958: Σοβιετική Ένωση, 21 (18)
  • 1966–1968: Σοβιετική Ένωση, 17 (7)

Σύνολο Διεθνών Εμφανίσεων: 38 (25)

Τίτλοι


Συλλογικοί

Με τη Torpedo Moscow
  • Πρωτάθλημα Σοβιετικής Ένωσης: 1965 και επιλαχών 1957
  • Κύπελλο Σοβιετικής Ένωσης: 1968 και φιναλίστ 1966

Διεθνείς

  • Ολυμπιακοί Αγώνες: Χρυσό Μετάλλιο το 1956

Προσωπικές Διακρίσεις

  • Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς για τη Σοβιετική Ένωση: 2 (1967, 1968)
  • Πρώτος Σκόρερ Σοβιετικού Πρωταθλήματος: 1955, με 15 γκολ
  • Χρυσή Μπάλα: 13η θέση το 1956, 7η θέση το 1957


ΠΗΓΕΣ: contra.gr - sombrero.gr

Σάββατο 2 Ιουλίου 2016

Η κοινή μοίρα των Escobars

Στις 22 Ιουνίου 1994 στην Καλιφόρνια, απειλητικά μηνύματα φθάνουν στο ξενοδοχείο που έχει καταλύσει η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Κολομβίας, με αφορμή τη συμμετοχή της στο Παγκόσμιο κύπελλο, που εκείνη τη χρονιά διεξαγόταν στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Δεκαπέντε (15) ημέρες αργότερα, ξημερώματα της 3ης Ιουλίου, ο αρχηγός της ομάδας, Andrés Escobar, δολοφονείται εν ψυχρώ στη γενέτειρα του, το Medellin της Κολομβίας. Ήταν μόλις 27 χρονών. Στην ίδια πόλη έξι μήνες νωρίτερα, είχε χάσει τη ζωή του ένας άλλος Escobar, ο διαβόητος Pablo, γνωστός και ως "Ο βασιλιάς της κοκαΐνης". Ας ταξιδέψουμε νοερά στην Κολομβία.

Ο Andrés Escobar μεγάλωσε στη συνοικία Calasanz της πόλης Medellin. Ήρεμος και πράος χαρακτήρας, πειθαρχικός μαθητής επίσης και με ταλέντο στο ποδόσφαιρο στο οποίο αφιερώθηκε όταν αποφοίτησε από το κολλέγιο, έχοντας χάσει πρόωρα την μητέρα του από την επάρατη νόσο. 

Η πρώτη ομάδα της επαγγελματικής του καριέρας, ήταν η Atletico Nacional του Medellin. Αγωνιζόταν ως αμυντικός και διακρινόταν για την αυτοσυγκέντρωση και την σοβαρότητα του. Άρπαξε από τα μαλλιά την ευκαιρία που του έδωσε ο προπονητής του, Francisco Maturana και έγινε ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους της. Η Atletico Nacional του Medellin, έγινε το 1989 η πρώτη ομάδα από την Κολομβία που κατέκτησε το Copa Libertadores, με τον Andrés μάλιστα να πρωταγωνιστεί στον τελικό. Ο πραγματικός όμως πρωταγωνιστής για λογαριασμό του κολομβιανού συλλόγου εκείνη την εποχή, ήταν άλλος. 

Ο Pablo Escobar, βαρόνος των ναρκωτικών που θεωρείται μέχρι και σήμερα, ο πλουσιότερος κακοποιός στην παγκόσμια ιστορία, με μια αμύθητη περιουσία που ανάγκασε κάποτε το περιοδικό Forbes να τον συμπεριλάβει στη λίστα με τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο, είχε λατρεία στο ποδόσφαιρο και ανάγκη να ξεπλύνει μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια. Κάπως έτσι η Nacional μετατράπηκε σε ένα τεράστιο, προσωπικό του πλυντήριο. 

Μετά την κατάκτηση του Copa Libertadores, o Pablo κάλεσε όλη την ομάδα στην έπαυλή του, για να συγχαρεί τους ποδοσφαιριστές. Όλοι τους γνώριζαν ποιος ήταν ο πραγματικός εργοδότης τους. Ο Andrés, παρότι ο τρομερός συνονόματος του, τον είχε σε μεγάλη εκτίμηση, ήταν διστακτικός απέναντι του, (κάτι που ομολόγησε δημόσια η αδερφή του, χρόνια αργότερα) ωστόσο έδωσε κανονικά το παρόν στους εορτασμούς. Άλλωστε για πολλούς από τους ποδοσφαιριστές, ο Pablo Escobar ήταν σχεδόν ένας σωτήρας.
● Κατηγορούσαν τον Pablo ότι διακινεί ναρκωτικά, αλλά εμείς ήμασταν χαρούμενοι γιατί αποκτήσαμε αξιοπρεπή ποδοσφαιρικά γήπεδα, αφιερωθήκαμε στο ποδόσφαιρο και μπορέσαμε να μείνουμε μακριά από τα ναρκωτικά.
Leonel Alvarez (Πρώην διεθνής ποδοσφαιριστής) 
● Το ποδόσφαιρο δεν είναι ένα απροσπέλαστο νησί. Αποτελεί μέρος της κοινωνίας και τα καρτέλ μοιάζουν με ένα τεράστιο χταπόδι. Απλώνουν τα πλοκάμια τους παντού. Το μαύρο χρήμα μας βοήθησε να διατηρήσουμε το επίπεδο του πρωταθλήματος υψηλό και κρατούσαμε στη χώρα τους καλύτερους παίκτες. Αυτή ήταν η πραγματικότητα.
Francisco Maturana (Πρώην Ομοσπονδιακός προπονητής)
O Pablo δεν ήταν ο μόνος που μέσω της αγάπης του για το ποδόσφαιρο, ξέπλενε μαύρο χρήμα. Το ίδιο συνέβαινε και με άλλα καρτέλ. Κάπως έτσι ξεκίνησε στην Κολομβία η εποχή του NarcoFootball. Το καρτέλ του Escobar ήλεγχε την Nacional και την Medellin, το καρτέλ του “El Mexicano” José Gonzalo Rodríguez Gacha πατρονάριζε την Millonarios και το καρτέλ του Miguel Rodríguez Orejuela την America de Calli. Όλες τους, ομάδες με πολλούς φιλάθλους και υψηλή δημοφιλία.

Στην έπαυλη του Pablo, διοργανώνονταν μικρά τουρνουά με σημαντικούς ποδοσφαιριστές της εποχής, όχι μόνο κολομβιανούς, (τα ονόματα των οποίων δεν διέρρευσαν ποτέ, για ευνόητους λόγους) στα πλαίσια στοιχημάτων που έβαζε ο ίδιος με τον “El Mexicano”, με τον οποίο διατηρούσε καλές σχέσεις, παρά τον μεταξύ τους ανταγωνισμό. Το έπαθλο για τους ποδοσφαιριστές, που ταξίδευαν εκεί με ιδιωτικά ελικόπτερα, ήταν χρηματικά ποσά πολύ υψηλότερα και από τα ετήσια συμβόλαια τους.     
● Πρώτα βλέπεις την ομάδα στην οποία επενδύεις σαν παιχνίδι, αλλά μετά θέλεις το δικό σου παιχνίδι να είναι το καλύτερο.

Fernando Rodriguez Modragon (πρώην μέλος καρτέλ)


Στο πρωτάθλημα του 1989, η Medellin αγωνιζόταν με την America de Calli. Παρότι φαβορί, ηττήθηκε έχοντας φρικτά παράπονα από την διαιτησία του Alvaro Ortega. Ο Pablo Escobar, εξοργισμένος διέταξε την εκτέλεση του άτυχου άντρα. Όπερ και εγένετο. Ο άνθρωπος που είχε λάβει την εντολή για την δολοφονία του Ortega, ήταν γνωστός στην πιάτσα με το προσωνύμιο "Popeye". 
● Έχω σκοτώσει πάνω από 250 ανθρώπους, αλλά από ένα σημείο και μετά, μόνο αν είσαι ψυχοπαθής συνεχίζεις να τους μετράς. Ήμουν το δεξί χέρι του Pablo Escobar.

Jhon Jairo Velásquez Vásquez "Popeye"


Ενώ τα καρτέλ έκαναν κουμάντο στο ποδοσφαιρικό γίγνεσθαι της χώρας, η εθνική ομάδα προήλαυνε προς το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994. Έχοντας μείνει μακριά από τον κορυφαίο ποδοσφαιρικό θεσμό για 28 χρόνια, η παρέα των Carlos Valderrama, Faustino Asprilla, Adolfo Valencia, René Higuita και του Andrés Escobar, έμοιαζε ασταμάτητη. Η απευθείας πρόκριση για το USA ‘94, ήρθε με μια εμφατική νίκη με τελικό σκορ 5-0, μέσα μάλιστα στην Αργεντινή. Πίσω στην πατρίδα, οι προσδοκίες του κόσμου ήταν υψηλές.


Στο μεταξύ ο Pablo (ουσιαστικά με δική του πρωτοβουλία) είχε φυλακιστεί. Οι διεθνείς τον επισκέπτονταν στη φυλακή κρυφά και έπαιζαν ποδόσφαιρο μαζί του! Μια απρόσεκτη σχετική επίσκεψη του René Higuita, (βασικού τερματοφύλακα της εθνικής) έμελλε να στοιχίσει την θέση του στο παγκόσμιο κύπελλο. Δεν ήταν καν στην αποστολή για το Παγκόσμιο Κύπελλο. Ο τότε ομοσπονδιακός προπονητής και πρώην της Nacional, Francisco Maturana, υπερασπίζεται μέχρι και σήμερα εκείνη την επιλογή των παικτών του, λέγοντας:"Ποιος θα τολμούσε να αρνηθεί μια πρόσκληση σε δείπνο, από τον Don Vito Corleone."

Στις 2 Δεκεμβρίου του 1993 ο Pablo Escobar, που στο μεταξύ είχε δραπετεύσει, σκοτώνεται μετά από μια τρομερά αιματηρή επιχείρηση που διήρκεσε σχεδόν έναν χρόνο και ένας νέος κύκλος τρομακτικής βίας ξεσπά στη χώρα, την ώρα που η εθνική ομάδα ετοιμάζεται για τη συμμετοχή της στο παγκόσμιο κύπελλο. Ο Pablo Escobar ήταν κακοποιός, αλλά όταν βρισκόταν στα πράγματα, καμία παραβατική ενέργεια δεν λάμβανε χώρα, χωρίς την δική του άδεια. Και ο Pablo Escobar λάτρευε τους ποδοσφαιριστές. Με τον θάνατο του, εκατοντάδες μικρότερες οργανώσεις άρχισαν να δρουν ανεξέλεγκτα.

Η Κολομβία ταξιδεύει στις Η.Π.Α. και ο Andrés Escobar, που στο μεταξύ φαίνεται να έχει συμφωνήσει με την ιταλική AC Milan, κάνει τις πρώτες δηλώσεις: "Βιώνουμε πολύ δύσκολες καταστάσεις στη χώρα μας και ο μόνος τρόπος να πετύχουμε κάτι καλό εδώ, είναι να μείνουμε συγκεντρωμένοι στο ποδόσφαιρο" λέει, συμπληρώνοντας ότι διαβάζει καθημερινά αποσπάσματα από τη Βίβλο για να ηρεμεί. Ωστόσο η ηρεμία δεν πρόκειται να συντροφεύσει την αποστολή της ομάδας, ούτε για μία ημέρα.

Η Κολομβία, που λογιζόταν από τα φαβορί για την κατάκτηση του τροπαίου, χάνει στο εναρκτήριο παιχνίδι της από τη Ρουμανία με 3-1 και τα γεγονότα που ακολουθούν, αγγίζουν τα όρια της παραφροσύνης. Με την επιστροφή της ομάδας στο ξενοδοχείο, γίνεται γνωστό ότι ο αδερφός ενός ποδοσφαιριστή, του Luis Fernando “Chonto” Herrera, έχει δολοφονηθεί. Ο Andrés προσπαθεί να τον παρηγορήσει. Πολύς κόσμος πίσω στην πατρίδα, έχασε πολλά λεφτά από την ήττα της εθνικής και έτσι ο επόμενος αγώνας, εκείνος απέναντι στην διοργανώτρια Αμερική, απέκτησε κυριολεκτικά, σημασία ζωής ή θανάτου. Οι ποδοσφαιριστές ήταν τρομοκρατημένοι.
● Όλοι καλέσαμε τις οικογένειες μας. Η αστυνομία πήγε στα σπίτια μας. 

Faustino Asprilla

Λίγη ώρα πριν την αναμέτρηση με την Αμερική, στα αποδυτήρια των κολομβιανών επικρατούσε νεκρική σιγή. Ο προπονητής μπήκε στα αποδυτήρια κλαίγοντας. Νωρίτερα, είχε δεχθεί ξεκάθαρη προειδοποίηση ότι ένας παίκτης κλειδί, ο Gabriel Jaime “Barrabas” Gómez, ΔΕΝ θα έπρεπε να αγωνιστεί. Σε διαφορετική περίπτωση, οι εκβιαστές απείλησαν ότι θα σκότωναν όλα τα μέλη της αποστολής. Ο Maturana δεν είχε επιλογή. Ο Barrabas δεν αγωνίστηκε, η Κολομβία αν και καλύτερη έχασε και το χειρότερο ήταν, ότι η ήττα ήρθε με ένα αυτογκόλ του Andrés Escobar στο 34ο λεπτό του αγώνα. Μέχρι εκείνον τον αγώνα, ο Andrés δεν είχε πετύχει ποτέ αυτογκόλ στη καριέρα του. 
● Όταν ο γιος μου, είδε το αυτογκόλ του θείου του στην τηλεόραση, μου είπε χωρίς δισταγμό ότι, τώρα μαμά θα τον σκοτώσουν τον θείο.

Maria Esther Escobar (αδερφή του Andrés)
Η ομάδα επέστρεψε στην Κολομβία και ο Andrés προσπάθησε με την βοήθεια της οικογένειας του, να προσπεράσει την άτυχη στιγμή που έμοιαζε να τον στιγματίζει, παρότι η γενικότερη εκτίμηση των συμπατριωτών του, προς το πρόσωπο του, ήταν δεδομένη. Δυο εβδομάδες μετά την επιστροφή από την Αμερική, στις 2 Ιουλίου του 1994, αποφάσισε να βγει με μερικούς φίλους του, παρότι η σύντροφος του Pamela Cascardo, αλλά και ο προπονητής του, τον συμβούλεψαν να μην το κάνει. Ο ίδιος πίστευε ότι έπρεπε να ορθώσει ανάστημα, για χάρη των δικών του ανθρώπων.

Επισκέφθηκε ένα nightclub το “El Indio” στη γενέτειρα του, το Medellin και όλα έμοιαζαν να κυλάνε ομαλά, μέχρι την στιγμή που κάποιοι θαμώνες άρχισαν να τον περιπαίζουν, με αφορμή το περιβόητο αυτογκόλ του. Χωρίς να διστάσει, προσπάθησε να μιλήσει μαζί τους. "Ήταν ένα ειλικρινές λάθος" τους είπε. Ενοχλημένος, έφυγε από το μαγαζί και καθώς κατευθυνόταν στον χώρο όπου βρισκόταν σταθμευμένο το αυτοκίνητό του, βρέθηκε μπροστά σε τρεις άνδρες οι οποίοι άρχισαν να τον πυροβολούν. Ο Escobar δέχθηκε 6 σφαίρες. Διακομίστηκε στο νοσοκομείο της πόλης αλλά 45 λεπτά αργότερα ανακοινώθηκε ο θάνατός του. 

Η δολοφονία του συγκλόνισε την χώρα και η τραγική είδηση έκανε τον γύρο του κόσμου. Στο τελευταίο αντίο, παραβρέθηκαν περισσότεροι από 120.000 άνθρωποι. Την ίδια νύχτα της δολοφονίας, συνελήφθη για την υπόθεση ο Humberto Castro Muñoz, ο οποίος ομολόγησε τελικά την ενοχή του την επομένη. Ο Muñoz εργαζόταν για λογαριασμό διαφόρων καρτέλ της χώρας, ενώ είχε εργαστεί ως οδηγός των αδελφών Peter David “Pedro” και Juan Santiago Gallón, οι οποίοι φέρονταν να έχουν στοιχηματίσει και να έχουν χάσει σημαντικά ποσά στο Μουντιάλ των ΗΠΑ. Ο Muñoz τελικά έμεινε στο απυρόβλητο. Το 1995 καταδικάστηκε σε 45 χρόνια φυλάκισης, τα οποία το 2001 μειώθηκαν σε 26. Αποφυλακίστηκε τελικά το 2005, έχοντας συμπληρώσει 11 χρόνια φυλάκιση, λόγω καλής διαγωγής. Πραγματική παραφροσύνη.

Παρότι οι φήμες οργίασαν και έλεγαν ότι η δολοφονία είχε να κάνει με εμπλοκή του Andrés σε παράνομο στοιχηματισμό, κάτι τέτοιο δεν αποδείχθηκε ποτέ και από πουθενά. Ο Andrés Escobar ήταν ένας καλά αμειβόμενος ποδοσφαιριστής, γόνος αρκετά πλούσιας οικογένειας. Πατέρας του ήταν ο τραπεζίτης Darío Escobar. Ο ίδιος ετοιμαζόταν για το ποδοσφαιρικό άλμα στην Ευρώπη. Ποτέ δεν είχε δώσει δικαιώματα. Ο θάνατος του, ήταν αποτέλεσμα της εγωπάθειας ορισμένων κακοποιών, που δεν μπορούσαν να δεχθούν, ότι ένας απλός ποδοσφαιριστής θα τολμούσε να τους αντιμιλήσει. Αυτό ήταν το κοινωνικό καθεστώς στην Κολομβία στα μέσα της δεκαετίας του 90.

Μετά την δολοφονία του Escobar, το ποδόσφαιρο στη Κολομβία δεν θα ήταν ποτέ ξανά το ίδιο. Ο Carlos Valderama σταμάτησε το ποδόσφαιρο, ο Faustino Asprilla δεν έπαιξε ποτέ ξανά για την εθνική, πολλοί άλλοι διεθνείς ακολούθησαν τον δρόμο της απόσυρσης. Το ίδιο έκανε και ο προπονητής της ομάδας. 
● Πολλοί από την κοινωνία μας, λένε ότι το ποδόσφαιρο σκότωσε τον Andres. Η αλήθεια είναι όμως, πως ο Andres ήταν ποδοσφαιριστής που σκοτώθηκε από την κοινωνία μας.

Franscisco Maturana
O Pablo Escobar και ο Andrés Escobar, ήταν δυο προσωπικότητες τελείως διαφορετικές, που η μοίρα δεν υπήρχε περίπτωση να τους φέρει πρόσωπο με πρόσωπο, αν δεν μεσολαβούσε το ποδόσφαιρο. Ακόμη και η απλή συνωνυμία τους, έμοιαζε παράταιρη σε σχέση με τον χαρακτήρα των δύο ανδρών. Κι' όμως, ακόμη και σήμερα υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι στην Κολομβία, μεταξύ των οποίων και πολλοί επώνυμοι, που πιστεύουν ότι αν ο Pablo ζούσε, κανένας δεν θα τολμούσε να αγγίξει τον Andrés.

Λίγες ημέρες πριν την δολοφονία του, ο Andrés Escobar παρακινούμενος από έναν καλό του φίλο, δημοσιογράφο, είχε απευθυνθεί μέσω μιας ανοικτής επιστολής του σε εφημερίδα, στους συμπατριώτες του. 
● Ή θα συνεχίσουμε στον κύκλο της βίας, ή θα αποφασίσουμε να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλο, ως κοινωνία. Το παγκόσμιο κύπελλο ήταν μια τρομερή εμπειρία. Θα τα πούμε σύντομα. Γιατί η ζωή, δεν τελειώνει εδώ.
Andres Escobar


ΠΗΓΗ: Ballacticos.com