Δευτέρα 9 Μαΐου 2016

Έρικ Γκέρετς: Το Λιοντάρι της Φλάνδρας

O Βέλγος δεξιός ακραίος αμυντικός και αργότερα προπονητής, Έρικ Γκέρετς (Eric Maria Gerets), γεννήθηκε στις 18 Μαΐου του 1954, στο Ρέκεμ του Λιμβούργου, στο βορειοανατολικό Βέλγιο. Ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του καριέρα του ως ερασιτέχνης για την τοπική Ρέκεμ, πριν να βρει την επιτυχία, πρώτα με την Σταντάρ Λιέγης και αργότερα σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό με την PSV Αϊντχόβεν στην Ολλανδία. Στην αιχμή της καριέρας του, στη δεκαετίας του 1980, θεωρήθηκε ως ένας από τους Κορυφαίους δεξιούς οπισθοφύλακες στην Ευρώπη και πραγματοποίησε μεγάλη και μακροχρόνια καριέρα σε υψηλότατο επίπεδο μέχρι τα 38 του χρόνια. Ο συνδυασμός της καρδιάς του πολεμιστή που τον διέκρινε, τα γένια και τα σκούρα μακριά μαλλιά, του χάρισαν το παρατσούκλι «Το Λιοντάρι της Φλάνδρας». Θεωρείται ένας από τους Κορυφαίους Αμυντικούς Όλων των Εποχών και ο Κορυφαίος που έβγαλε το βέλγικο ποδόσφαιρο. Διακρινόταν για την αντοχή του και τις προωθήσεις του, καθώς και για τις σέντρες ακριβείας που έβγαζε στους επιθετικούς του. Ένα ακόμη στοιχείο που τον διέκρινε ήταν ο ηγετικός του ρόλος μέσα στο παιχνίδι και έγινε διάσημος για το γεγονός ότι ήταν ο αρχηγός PSV Αϊντχόβεν στην πρώτη και μοναδική της μέχρι και σήμερα, κατάκτηση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1988. Ως προπονητής, είναι γνωστός για την προσήλωσή του και στην απαρέγκλιτη εφαρμογή των συστημάτων.

Τα πρώτα χρόνια

Ξεκίνησε την καριέρα του παίζοντας στην τοπική ομάδα ΑΑ Rekem πριν μεταπηδήσει στην τότε πρωταθλήτρια Βελγίου, Σταντάρ Λιέγης. Αρχικά ο Γκέρετς δεν μπόρεσε να βρει θέση στην ομάδα, μιας και αυτή ήταν φορτωμένη με απίστευτο ταλέντο, στελεχωμένη από παίκτες όπως ο Βίλφριντ βαν Μουρ (Wilfried Van Moer), ο Κριστιάν Πιο (Christian Piot), ο Νίκο Ντεβάλγκ (Nico Dewalque), ο Γιαν Τάισεν (Jean Thiessen) και ο Λέο Σέμελινγκ (Leon Semmeling). Ο Γκέρετς έκανε τελικά το ντεμπούτο του στις 16 Απριλίου του 1972, σε ματς πρωταθλήματος απέναντι στην  Ντιστ. Παρόλο που έκανε το ντεμπούτο του την σεζόν 1971/72, δεν μπόρεσε να βρει θέση στην ομάδα μέχρι την επομένη σεζόν, όταν και στην ουσία αντικατέστησε τον 29χρονο διεθνή Ζακ Μπουρλέ (Jacques Beurlet), γενόμενος έτσι η πρώτη επιλογή για τους "κόκκινους" στην θέση του δεξιού μπακ. Τα αρχικά του χρονιά στην Σταντάρ δεν στέφτηκαν από επιτυχία, μιας και στα μέσα των '70s, αυτή ήταν καταδικασμένη να τερματίζει στην τρίτη θέση πίσω από τις υπερομάδες της εποχής Κλαμπ Μπριζ και Άντερλεχτ.


Παρόλο που η Στανταρ δεν έκανε κάποια σημαντική επιτυχία τα πρώτα χρόνια του Γκέρετς στην ομάδα, ο ίδιος εξελίχθηκε σε έναν σκληρό, πειθαρχημένο και τακτικά πανέξυπνο δεξιό μπακ. Αυτή του η εξέλιξη θα έφερνε αναπόφευκτα και την κλήση του στην εθνική ομάδα, κάτι που συνέβη τον Οκτώβριο του 1975. Αύτη η πρώτη συμμετοχή ήταν το ξεκίνημα μιας μεγάλης διεθνούς καριέρας και θα τελείωνε με τον Γκέρετς να είναι ο πρώτος σε συμμετοχές στην εθνική ομάδα του Βελγίου με 86 συμμετοχές.


Έπαιξε σε 4 μεγάλα τουρνουά, με το πρώτο να είναι το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1980 στην Ιταλία. Ο Βέλγος αμυντικός σκόραρε μόλις 2 γκολ με την φανέλα της εθνικής ομάδας. Το πρώτο από αυτά, ήταν το 1ο  γκολ στο 2-1 επί της Ισπανίας, αποτέλεσμα που έδωσε και την πρόκριση στην επόμενη φάση σαν πρώτοι του ομίλου στου Βέλγους. Η εθνική ομάδα του Βελγίου του 1980, θεωρείται από πολλούς σαν το ξεκίνημα της χρυσής φουρνιάς των «κόκκινων διαβόλων», μιας και υπήρχαν στις τάξεις της οι επιθετικογενεις Έρβιν Βάντεμπεργκ (Erwin Vandenbergh), Γιαν Κέλεμανς (Jan Caulemans), Ζουλιέν Κουλς (Julien Cools), Φρανσουά βαν ντερ Έλστ (Francois van der Elst) και ο συμπαίκτης του στην Σταντάρ, ο βαν Μουρ. Η ομάδα του Ρεϊμόντ Γκέταλς (Raymond Goethals) έθελξε το κοινό και ξεπέρασε τις προσδοκίες, φτάνοντας στον τελικό εκείνη την χρονιά, αλλά έχασε από την Δυτική Γερμανία (2-1) με γκολ του Χορστ Χρούμπες (Horst Hrubesch) 2 λεπτά πριν την λήξη του 90λεπτου. Δυο χρόνια αργότερα, στο Παγκόσμιο κύπελλο της Ισπανίας, ο Γκέρετς ήταν ήδη ο αρχηγός της ομάδας. Παρά τη νίκη τους επί της κατόχου του τίτλου Αργεντινής, η ομάδα του έφτασε μόνο μέχρι τον 2ο γύρο του κυπέλλου. 

Οι πρώτοι τίτλοι

Τα '80s μπήκαν, με την φιλόδοξη Σταντάρ Λιέγης να θέλει να επαναλάβει τις επιτυχίες που είχε στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και τις αρχές αυτής του 1970. Για να το επιτύχουν αυτό οι "κόκκινοι", ξεκίνησαν να προσλαμβάνουν μια σειρά επιτυχημένων προπονητών όπως ο θρυλικός μάνατζερ της Φεγενορντ Ερνστ Χάπελ (Ernst Happel), πριν καταλήξουν στον κάτοχο του Κυπέλλου Κυπελλούχων ή αλλιώς γνωστό σαν "μάγο", Ρεϊμόντ Γκέταλς. Η αποφασιστικότητα της διοίκησης της Σταντάρ για επιτυχίες σήμαινε ότι ο Γκέταλς είχε την απαραίτητη χρηματοδότηση για να αγοράσει τους παίχτες που ήθελε, αλλά και να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τις ακαδημίες της Σταντάρ.


Παρά τις πολλές "νέες εισόδους" στην ομάδα ο Γκέρετς, όχι μόνο παρέμεινε βασικός, αλλά ορίστηκε και αρχηγός της ομάδας. Βρίσκοντας την τέλεια ισορροπία ανάμεσα σε ταλέντο και εμπειρία, η Σταντάρ Λιέγης τερμάτισε 2η το 1980, πριν κερδίσει το Κύπελλο Βελγίου το 1981, νικώντας 4-1 την Λοκερεν στον τελικό. Αυτή η ομάδα των αρχών του 1980 με την κατάκτηση του κυπέλλου, έσπασε την κακοδαιμονία και υπό την αρχηγία του Γκέρετς oι ¨κόκκινοι¨ κέρδισαν 2 συνεχόμενους τίτλους και έφτασαν σε έναν τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων όπου και έχασαν την κούπα από την Μπαρτσελονα. Ατομικά, ο Γκερετς είχε ήδη φτάσει σε τοπ απόδοση και για την καταπληκτική σεζόν που έκανε, τόσο αυτός όσο και η ομάδα του, του απονεμήθηκε ο τίτλος του καλύτερου ποδοσφαιριστή το 1982, μια χρονιά στην οποία, με το περιβραχιόνιο του αρχηγού, θα οδηγούσε την Σταντάρ στο 9ο της πρωτάθλημα και τελευταίο για τα επόμενα 25 χρόνια!


Το 1983 και ενώ ο Γκέρετς είναι 29 χρονών, πετυχαίνει αυτό που αναζητούσε εδω και καιρό. Την μεταγραφή στο εξωτερικό και μάλιστα στην Μιλαν. Η Ιντερ και η Μιλαν είχαν μεγάλη κόντρα στις μεταγραφές εκείνη την περίοδο. Η Ιντερ, για να απαντήσει στην απόκτηση των Ολλανδών Ρουντ Γκουλιτ (Ruud Gullit), Μάρκο Φαν Μπαστεν (Marco van Basten) και Φρανκ Ράικαρντ (Frank Rijkaard), απέκτησε τους Γερμανούς, Γιούργκεν Κλίνσμαν (Jürgen Klinsmann), Αντρέας Μπρέμε (Andreas Brehme) και Λόταρ Ματέους (Lothar Matthäus)! Έτσι η Μιλαν για να απαντησει στην αποκτηση του  Λούντο Κουκ (Ludo Coeck) από την Άντερλεχτ, υπέγραψε τον Γκέρετς από την Σταντάρ! Και ενώ ο Γκερετς και οι νέοι του συμπαίκτες πάλευαν να πάρουν τα πρωτεία από την Γιουβέντους, ένα μεγάλο σκάνδαλο ξεσπάει πίσω στο Βέλγιο!


Το σκάνδαλο της δωροδοκίας και η τιμωρία

Μια έρευνα γύρω από δωροδοκίες και διαφθορά διεξάγεται στο Βέλγικο ποδόσφαιρο και αποκαλύπτει ανεξήγητες και ύποπτες μεταφορές χρημάτων από τους τραπεζικούς λογαριασμούς της Σταντάρ Λιέγης κατά την περίοδο 1981/82. Ο προπονητής, Ρεϊμόντ Γκέταλς καθώς και πολλοί παίχτες της Σταντάρ εκείνης της περιόδου, συλλαμβάνονται και ανακρίνονται, παρόλο που αρκετοί από αυτούς βρίσκονταν σε προπονήσεις με την Εθνική ομάδα του Βελγίου! Ένας από αυτούς ήταν και ο Γκέρετς! Στις ανακρίσεις, αρκετοί ομολογούν ότι το 1982 δωροδόκησαν τους παίχτες της Βατερσκάι, με την σύμφωνη γνώμη του προπονητή, ο οποίος φοβόνταν ότι αν δε νικούσαν την  συγκεκριμένη ομάδα, ο τίτλος θα χανόταν! Ο Γκέταλς, μαζί με τους παίχτες της Σταντάρ Λιέγης και της Βατερσκάι, κριθήκαν ένοχοι και ως φυσικό επακόλουθο, τιμωρήθηκαν από την Βέλγικη Ομοσπονδία με αποκλεισμό! Ο Γκέρετς, τιμωρήθηκε με ένα χρόνο αποκλεισμό από τα γήπεδα και τέλειωσε έτσι την καριέρα του στην Μιλαν, παίζοντας μόλις σε 13 ματς. Ο αποκλεισμός αυτός, σήμαινε αυτόματα ότι θα έχανε και το επόμενο Euro που θα διεξάγονταν στην Γαλλία.


Μέχρι να τελειώσει ο αποκλεισμός του, ο Γκέρετς ήταν ήδη 30+ ετών, όταν και τον προσέγγισε η Μάαστριχτ. Η καριέρα του φαινόταν να έχει πάρει την κατιούσα και ήταν πασιφανές ότι θα έβρισκε ευκαιρίες μόνο σε χαμηλότερου επιπέδου ομάδες και κατηγορίες.  Ο Βέλγος δεξιός μπακ, δέχτηκε την πρόταση και βρήκε καταφύγιο στην Μάαστριχτ για 6 μήνες. Μέχρι που έπεσε ένα απροσδόκητο τηλεφώνημα από τον προπονητή της PSV Αϊντχόβεν, Γιαν Ρέκερ (Jan Reker)!


Η μεταγραφή στην PSV

H PSV βρισκόταν σε περίοδο στασιμότητας. Ήταν 8 χρόνια από το τελευταίο της πρωτάθλημα, 9 χρόνια από το τελευταίο της κύπελλο και 7 χρόνια από τον τελευταίο της ευρωπαϊκό τίτλο! Όταν ο Γιαν βαν Μπέβερεν (Jan van Beveren), σήκωνε την βραδιά της 26ης Απριλίου του 1978, το Κύπελλο  UEFA, δεν περίμενε ότι γι' αυτόν και τους συμπαίκτες αυτό το κύπελλο θα σήμαινε το τέλος μιας χρυσής εποχής και την απαρχή των πέτρινων χρονών για την PSV. Την επόμενη σεζόν, μια ήττα με 6-0 από την Σεντ Ετιέν για το κύπελλο UEFA, θα ήταν η αιτία για την απόλυση του Κίις Ράιβερς (Kees Rijvers), του προπονητή που οδήγησε την PSV σε 3 συνεχόμενους τίτλους και 2 κύπελλα Ολλανδίας!


To 1985, η χειμερία νάρκη στην οποία βρισκόταν η PSV ανάγκασε τους διοικούντες της ομάδας σε αλλαγή πλεύσης. Η νέα εποχή ξεκίνησε όταν ο  Χανς Κράι ο πρεσβύτερος (Hans Kraay Snr) διορίστηκε σαν γενικός κουμανταδόρος της ομάδας, συνοδευόμενος με την πρόσληψη του  Γιαν Ρέκερ σαν προπονητή. Αυτοί οι 2 δουλεύοντας μαζί, δημιούργησαν την ομάδα που θα ξανακυριαρχούσε στην Ολλανδία. Υπό το νέο πρίσμα, ένα διαφορετικό είδος παιχτών υπέγραψαν για την ομάδα.  Παίχτες, όπως ο Ρουντ Γκούλιτ από την Φέγενορντ,  ο Σόρεν Λέρμπι (Søren Lerby) από την Μονακό και ο Τζέραλντ Φάνεμπουργκ (Gerald Vanenburg) από τον Άγιαξ. Μια από τις πρώτες μεταγραφές αυτής της νέας περιόδου ήταν και ο Έρικ Γκέρετς, ο οποίος ήρθε στην ομάδα την ίδια μεταγραφική περίοδο με τους Φρανκ Άρνεσεν (Frank Arsnesen) και Γκούλιτ. Και ενώ η ομάδα είχε ήδη κάποιους ταλαντούχους ποδοσφαιριστές όπως οι Χουμπ Στέφενς (Huub Stevens) και Βίλι βαν ντερ Κέρκοφ (Willy van de Kerkhof), υπό την αρχηγία του Γκούλιτ, η ομάδα, ως φυσικό επακόλουθο, κατέκτησε το πρωτάθλημα της περιόδου 1985/86.Την επόμενη χρονιά, ο Γκουλιτ αναχωρεί για την Μιλαν, την PSV αναλαμβάνει ο 41χρονος τότε Γκούους Χίντινγκ (Guus Hiddink), ο οποίος καλύπτει το κενό του Γκουλιτ με την αποκτηση του Ρόναλντ Κούμαν (Ronald Koeman) από τον Αγιαξ και δίνει το περιβραχιόνιο του αρχηγού στον Γκέρετς!

BELGIUM 1986 WORLD CUP FOURTH PLACE
Standing: Ceulemans, Pfaff, Vervoort, Grün, Demol and Claesen.
Bended: Gerets, Veyt, Scifo, Renquin and Vercauteren.

Το κατόρθωμα του Μεξικού

To 1986, η χρυσή γενιά του Βελγίου, θα φτάσει στο απόγειο της. Η εθνική ομάδα που συστήθηκε στον κόσμο το 1980 υπό τις οδηγίες του Γκι Τάις (Guy Thys), πλέον έχει φτάσει ζενίθ της. Με τον Γκέρετς να καθοδηγεί την άμυνα και τον Ζαν-Μαρί Πφαφ (Jean-Marie Pfaff) στο τέρμα, η ομάδα έπαιρνε την απαιτουμένη αυτοπεποίθηση από τα μετόπισθεν. Το επίπεδο του Βέλγικου πρωταθλήματος ήταν τόσο καλό τότε, που μόνο οι 2 προαναφερθέντες αγωνίζονταν εκτός συνόρων! Και για να καταλάβετε το επίπεδο της ομάδας, αρκεί να πούμε ότι το Βέλγιο προκρίθηκε στο Μουντιάλ του Μέξικο, αποκλείοντας την ομάδα της Ολλανδίας η οποία είχε στις τάξεις της παίχτες όπως οι Γκούλιτ, Ράικαρντ και φαν Μπάστεν!


Οι "κόκκινοι διάβολοι", πέρασαν από το φάση των ομιλών και έπρεπε να αντιμετωπίσουν την πανίσχυρη τότε Σοβιετική Ένωση. Σε ένα καταπληκτικό ματς που έληξε 4-3, με τους Σοβιετικούς να προηγούνται 2 φορές, οι Βέλγοι τα κατάφεραν και προκρίθηκαν για πρώτη φορά στους 8 ενός Παγκοσμίου Κυπέλλου. Εκεί, συνάντησαν την Ισπανία, η οποία με ένα γκολ στο 85' ισοφάρισε το ματς και το οδήγησε στην παράταση και τα πέναλτι. Παρόλα αυτά, η πρόκριση ήρθε για το Βέλγιο, όπου στα ημιτελικά θα αντιμετώπιζε την Αργεντινή και τον παίχτη ο οποίος έγραψε το όνομα του με χρυσά γράμματα σε εκείνο το Μουντιάλ, το Ντιέγκο Αρμαντο Μαραντονα (Diego Armando Maradona). Δυστυχώς για τους Βέλγους, ηττήθηκαν με 2-0 από τους μετέπειτα παγκόσμιους πρωταθλητές αλλά η 4η αυτή θέση ήταν η μεγαλύτερη επιτυχία που είχαν σημειώσει ποτέ σε Παγκόσμιο Κύπελλο. 

Η χρυσή περίοδος με την φανέλα της PSV

Με τον Χίντινγκ να καθοδηγεί την ομάδα εκτός γραμμών και τον Γκέρετς εντός αυτών, η σεζόν 1987/88, αποδείχτηκε μια από τις πιο επιτυχημένες ολόκληρης της ιστορίας της PSV! Με 117 γκολ ενεργητικό, το πρωτάθλημα κατακτήθηκε 4 αγωνιστικές πριν από την λήξη του, ενώ και το κύπελλο είχε την ίδια κατάληξη, με τον Γκέρετς να σκοράρει 2 φορές (πρώτη και μοναδική φορά που το έκανε αυτό!), στο 3-2 επί της Ροντα.  Στο Κύπελλο Πρωταθλητριών, αφού απέκλεισε στους πρώτους γύρους την Φενερμπαχτσέ και την Ραπίντ Βιέννης, η Μπορντό και η Ρεάλ Μαδρίτης βρέθηκαν στον δρόμο της, στα προημιτελικά και τον ημιτελικό, αλλά και οι 2 αποκλείστηκαν από την μεγάλη ομάδα της PSV. Στον τελικό, αντίπαλος της θα ήταν η Μπενφίκα. Η κανονική διάρκεια του ματς, όσο και η παράταση έληξαν χωρίς γκολ και το ματς οδηγήθηκε στα πέναλτι. Εκεί, ο Χανς βαν Μπρόκελεν (Hans Van Breukelen) πιάνει το 6ο πέναλτι της Μπενφικα και η PSV σηκώνει το Κύπελλο, ολοκληρώνοντας έτσι ένα απίστευτο treble!


H επιτυχία της κατάκτησης του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, σήμανε και την έλευση του Ρομάριο (Romário de Souza Faria) στην ομάδα, αλλά η ομάδα είχε την απώλεια του Κοούμαν, ο οποίος πήρε μεταγραφή στην Μπαρτσελόνα του Γιόχαν Κρόιφ (Johan Cruyff). Παρά την απώλεια του Ko;yman η PSV έκανε το double στην Ολλανδία ενώ στο Κύπελλο Πρωταθλητριών αποκλείστηκε αυτή την φορά από την Ρεάλ Μαδρίτης στα προημιτελικά. Την επόμενη σεζόν η Αϊντχόβεν τερμάτισε στην δεύτερη θέση αλλά κέρδισε για 3η σερί φορά το Κύπελλο Ολλανδίας, νικώντας την Φίτεσε με 1-0 στον τελικό. Το 1990, ο Χίντινγκ έφυγε από την ομάδα για να πάει στην Φενερμπαχτσέ και αντικαταστάτης του ήταν ο Μπόμπι Ρόμπσον (Bobby Robson).


 H αποχώρηση

Το 1990, ο 36χρονος πλέον Γκέρετς,  πάει στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ιταλίας. Θα ήταν το τελευταίο του μεγάλο τουρνουά. Οι "κόκκινοι διάβολοι", αποκλείστηκαν στον δεύτερο γύρο από την Αγγλία, μετά από ένα απίστευτο βολέ του Ντέιβιντ Πλατ (David Platt). Μετά την συγκεκριμένη ήττα και τον αποκλεισμό,  ο Γκέρετς αποσύρθηκε από την εθνική ομάδα παραχωρώντας το περιβραχιόνιο του αρχηγού στον Φρανσουά βαν ντερ Έλστ. Συνολικά, πραγματοποίησε 86 συμμετοχές και σκόραρε 2 φορές με τα χρώματα της Εθνικής ομάδας της χώρας του.


Με τον Γκέρετς να παραμένει στην ομάδα του Ρόμπσον σαν αρχηγός, η PSV κέρδισε 2 ακόμα συνεχόμενους τίτλους, τον 1ο σε ισοβαθμία με τον Αγιαξ (στην διαφορά γκολ) και τον 2ο επικρατώντας την τελευταία αγωνιστική επί της Γκρόνιγκεν. Παρόλη την επιτυχία της ομάδας, ο σταρ της  Ρομαριο όπως και επί εποχής Γκουλιτ, παρόλο που λατρευόταν από τους φιλάθλους της ομάδας, δημιουργούσε προβλήματα στις τάξεις της, με κυριότερη τις διαφωνίες και τους καυγάδες με τον Ρόμπσον. Καυγάδες που οδήγησαν στην απομάκρυνση του Άγγλου προπονητή το 1992. Εκείνη την περίοδο, ο Γκέρετς, που είχε ήδη φτάσει τα 38, αποφάσισε ότι ήρθε η ώρα να κρεμάσει τα παπούτσια του. Το τελευταίο ματς του Βέλγου ήταν απέναντι στην Τότεναμ, όπου και σκόραρε μάλιστα. Η PSV κέρδισε πέναλτι και όλοι οι συμπαίκτες του τον οδήγησαν στο να το εκτελέσει αυτός. Στο 60' έγινε αλλαγή για να αποθεωθεί από τους φιλάθλους της ομάδας σε ένα απίστευτο standing ovation.


Αποχώρησε από τα γήπεδα εκείνη την μέρα και μέχρι και σήμερα θεωρείται ένας από τους καλυτέρους ποδοσφαιριστές που έχει βγάλει το βέλγικο ποδόσφαιρο, ενώ στο peak του θεωρούνταν ίσως ο καλύτερος δεξιός μπακ της Ευρώπης. Η συνεισφορά του στην επιτυχία της PSV θεωρείται ανυπολόγιστη. Πρόσφερε σταθερότητα, σεζόν με την σεζόν και αυτό επέτρεπε την ομάδα να χτίσει πάνω του. Η γενναιότητα του, το κουράγιο και η ψύχη που κατέθετε στον αγωνιστικό χώρο ήταν άλλωστε και η αιτία  για να του βγει το παρατσούκλι "Το Λιοντάρι της Φλάνδρας". 

Προπονητής

Ως προπονητής, εργάστηκε διαδοχικά για την FC Λιέγης, τη Λιρς, τη Κλαμπ Μπριζ , τη PSV Αϊντχόφεν, τη Καϊζερσλάουτερν και τη Βόλφσμπουργκ, πριν αναλάβει τη Γαλατασαράι, στο τέλος της σεζόν 2004/05. Την περίοδο 1996/97, κατέκτησε το πρωτάθλημα Βελγίου με την Λιρς, επαναλαμβάνοντας το κατόρθωμα την περίοδο 1998/99 με τη Κλαμπ Μπριζ. Κέρδισε επίσης το ολλανδικό πρωτάθλημα δύο φορές (1999-2000 και 2000/01) με την PSV Αϊντχόφεν. Το  2005/06, κέρδισε τη τουρκική Premier Super League με τη Γαλατασαράι. Τον Μάιο του 2007, έφυγε από το σύλλογο και στις 25 Σεπτεμβρίου αυτής της χρονιάς, έγινε προπονητής της Μαρσέιγ.


Στην πρώτη του χρονιά, το 2007, κατάφερε να πάρει την ομάδα από τα βάθη της βαθμολογίας και να τελειώσει τη σεζόν 2007/08 στη  3η  θέση. Στις 29 Απριλίου του 2009, ο ίδιος επιβεβαίωσε ότι ο ίδιος δεν θα είναι και τη νέα χρονιά στη Μαρσέιγ. Στις 26 Μαΐου του 2009, υπέγραψε συμβόλαιο για να αναλάβει ως επικεφαλής προπονητής της Αλ Χιλάλ, στη Σαουδική Αραβία, για δύο χρόνια και ετήσια αμοιβή € 1.800.000. Στις 6 Ιουλίου του 2010, υπέγραψε τετραετές συμβόλαιο με το Μαρόκο, παράλληλα με την Αλ Χιλάλ! Ήταν υπεύθυνος της εθνικής ομάδας του Μαρόκου για σχεδόν δύο χρόνια. Απολύθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου του 2012, μετά την ήττα με 2-0 από τη Μοζαμβίκη, στο πρώτο παιχνίδι των προκριματικών για το Κύπελλο Εθνών Αφρικής του 2013.

Λιγότερο από ένα μήνα μετά την αποχώρησή του από το Μαρόκο, δέχθηκε μια προσφορά για να γίνει ο προπονητής της πρωταθλήτριας του Κατάρ, Λεκχβίγια, στις 9 Οκτωβρίου του 2012. Στις 20 Μαΐου του 2014, ανέλαβε προπονητής της Αλ Τζαζίρα, ομάδας στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.


PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • 1964–1971: AA Rekem

Επαγγελματική καριέρα

  • 1971–1983: Royal Standard de Liège, 318 (23)
  • 1983/84: Associazione Calcio Milan, 13 (1)
  • 1984/85: Maatschappelijke Voetbal Vereniging Maastricht, 12 (0)
  • 1985–1992: Philips Sport Vereniging Eindhoven, 200 (8)

Σύνολο καριέρας: 543(32)

Διεθνής

  • 1975–1991: Βέλγιο, 86 (2)


Προπονητική καριέρα

  • 1992–1994: Royal Football Club de Liège
  • 1994–1997: Koninklijke Lierse Sportkring
  • 1997–1999: Club Brugge Koninklijke Voetbalvereniging
  • 1999–2002: Philips Sport Vereniging Eindhoven
  • 2002–2004: 1. Fußball-Club Kaiserslautern
  • 2004/05: Verein für Leibesübungen Wolfsburg Fußball
  • 2005–2007: Galatasaray Spor Kulübü
  • 2007–2009: Olympique de Marseille
  • 2009/10: Al-Hilal Saudi Football Club
  • 2010–2012: Μαρόκο
  • 2012–2014: Lekhwiya Sports Club
  • 2014/15: Al-Jazira Sports & Culture Club

Τίτλοι

Ως ποδοσφαιριστής

Συλλογικοί

Με την Standard Liège
  • Πρωτάθλημα Βελγίου: 2 (1981/82, 1982/83)
  • Κύπελλο Βελγίου: 1980/81
  • Σούπερ Καπ Βελγίου: 1981

Με τη PSV
  • Πρωτάθλημα Ολλανδίας: 6 (1985/86, 1986/87, 1987/88, 1988/89, 1990/91, 1991/92)
  • Κύπελλο Ολλανδίας: 3 (1987/88, 1988/89 1989/90)
  • Κύπελλο Πρωταθλητριών: 1987/88

Διεθνείς


Με το Βέλγιο
  • Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα: φιναλίστ το 1980
  • Παγκόσμιο Κύπελλο: 4η θέση το 1986



Ως προπονητής

Με τη Lierse
  • Πρωτάθλημα Βελγίου: 1996/97

Με τη Club Brugge
  • Πρωτάθλημα Βελγίου: 1997–98
  • Σούπερ Καπ Βελγίου: 1988

Με τη PSV
  • Πρωτάθλημα Ολλανδίας: 2 (1999–2000, 2000/01)
  • Σούπερ Καπ Ολλανδίας: 2 (2000, 2001)

Με την FC Kaiserslautern
  • Κύπελλο Γερμανίας: φιναλίστ 2002/03

Με τη Galatasaray
  • Πρωτάθλημα Τουρκίας: 2005/06

Με τη Al-Hilal
  • Πρωτάθλημα Σαουδικής Αραβίας: 2009/10
  • Saudi Crown Prince Cup: 2010

Με το Μαρόκο
  • Arab Nations Cup: 2012

Με τη Lekhwiya
  • Qatar Stars League: 2013–14
  • Crown Prince Cup: 2013

Προσωπικές Διακρίσεις

  • Καλύτερος Παίκτης Βελγικού Πρωταθλήματος: 1982
  • Καλύτερος Προπονητής της Χρονιάς για το Βέλγιο: 1996–97, 1997–98


Τρίτη 3 Μαΐου 2016

Ντένις Μπέργκαμπ: Ο Μη Ιπτάμενος -Τρομερός- Ολλανδός

Ο Ολλανδός μεσοεπιθετικός ή και δεύτερος επιθετικός, Ντένις Μπέργκαμπ, (Dennis Nicolaas Maria Bergkamp), γεννήθηκε στις 10 Μαΐου του 1969, στο Άμστερνταμ. Αρχικά ένας μέσος, μεταφέρθηκε ως κύριος επιθετικός και στη συνέχεια αγωνίστηκε ως δεύτερος επιθετικός, όπου και έγινε γνωστός σε όλη την ποδοσφαιρική του σταδιοδρομία. Έχει περιγραφεί από τον Jan Mulder ότι έχει «την καλύτερη τεχνική» από οποιονδήποτε άλλον Ολλανδό διεθνή και σαν ένα «όνειρο για έναν επιθετικό» από τον συμπαίκτη του Τιερί Ανρί (Thierry Henry).


Γιος ενός ηλεκτρολόγου, έπαιξε ως ερασιτέχνης στα κατώτερα πρωταθλήματα. Είχε εντοπιστεί από τον Άγιαξ σε ηλικία 11 ετών και έκανε το επαγγελματικό ντεμπούτο του το 1986. Οι καλές εμφανίσεις οδήγησαν στη διεθνή κλήση του ένα χρόνο αργότερα, προσελκύοντας την προσοχή αρκετών ευρωπαϊκών συλλόγων. Υπέγραψε για την Ίντερ του Μιλάνου το 1993, όπου είχε δύο απογοητευτικές σεζόν. Μετά την ένταξή του στην Άρσεναλ το 1995, ανανέωσε την καριέρα του, βοηθώντας την ομάδα να κερδίσει 3 τίτλους της αγγλικής  Πρέμιερ Λιγκ, 4 τρόπαια Κυπέλλου Αγγλίας και να φτάσει στον τελικό του UEFA Champions League του 2006, η οποία ήταν και η τελευταία του εμφάνιση ως παίκτης. Με την εθνική ομάδα της Ολλανδίας, ξεπέρασε το ρεκόρ του Φάας Βιλκς (Faas Wilkes) για να γίνει ο Κορυφαίος Σκόρερ της χώρας Όλων των Εποχών το 1998, ένα ρεκόρ που αργότερα καταρρίφθηκε από τον Πάτρικ Κλάιφερτ (Patrick Kluivert), τον Ρόμπιν φαν Πέρσι (Robin van Persie) και τον Κλάας-Γιαν Χούντελαρ (Klaas-Jan Huntelaar).


Ευρέως θεωρείται ως ένας από τους Μεγαλύτερους Παίκτες στην γενιάς του, τερματίζοντας δύο φορές 3ος στον διαγωνισμό για Παγκόσμιος Παίκτης της Χρονιάς της FIFA και επιλέχθηκε από τον Πελέ (Edson Arantes do Nascimento, “Pelé”) στον κατάλογο «FIFA 100» με τους 125 Εν Ζωή Καλύτερους Ποδοσφαιριστές του Κόσμου, στο πλαίσιο του εορτασμού της εκατονταετηρίδας της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας, τον Μάρτιο του 2004.. Το 2007, εγκαταστάθηκε στο αγγλικό ποδοσφαιρικό Hall of Fame, ο πρώτος και μέχρι στιγμής ο μοναδικός Ολλανδός παίκτης που λαμβάνει τέτοια τιμή. Λόγω του φόβου του στις πτήσεις, έχει το παρατσούκλι «Ο Μη Ιπτάμενος Ολλανδός» από τους οπαδούς της  Άρσεναλ.


Εντάχθηκε στις περίφημες ακαδημίες του Άγιαξ σε ηλικία 12 χρονών και τα πρώτα χρόνια μόνο εύκολα δεν ήταν. Αδύνατος και αδύναμος, πάλευε για να στεριώσει σε μια ομάδα γεμάτη από ταλέντο. Το 1986, κάνει ντεμπούτο με την φανέλα του Άγιαξ, σε έναν αγώνα απέναντι στην Ρόντα. Μετά τον αγώνα στα αποδυτήρια, ο Φράνκ Ράικαρντ (Frank Rijkaard) τον ρωτάει πόσο χρονών είναι. «Είμαι 17» για να πάρει την απάντηση από τον Ράικαρντ «τότε έχεις λαμπρό μέλλον». Έκανε ντεμπούτο στην πρώτη ομάδα υπό τις οδηγίες του Γιόχαν Κρόιφ (Johan Cruyff), συμπληρώνοντας εκείνη την σεζόν 14 συμμετοχές, παίζοντας δίπλα σε τεράστια ονόματα, όπως ο Μάρκο Φαν Μπάστεν (Marco van Basten).


Ο Ντένις προερχόταν από μια εξαιρετική οικογένεια, για την οποία η μόρφωση δεν ήταν ποτέ σε δεύτερο πλάνο. Έμενε με τους γονείς του, ακόμη κι όταν μετέπειτα έγινε διεθνής με την Ολλανδία και σε πολλά ταξίδια έπαιρνε μαζί του τα βιβλία του για να μελετά. Η οικογένεια του ήταν επίσης φανατικοί υποστηρικτές της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Το μικρό του όνομα (Ντένις) οι γονείς του το έδωσαν εμπνευσμένοι από τον θρύλο των κόκκινων διαβόλων, τον Ντένις Λο (Denis Law)! Ο ίδιος όμως δεν ήταν ποτέ φίλος της Γιουνάιτεντ. Η αδυναμία του ήταν ο Γκλέν Χόντλ (Glenn Hoddle) της Τότεναμ. Χρόνια αργότερα έλεγε: «Πολλοί λένε ότι είμαι οπαδός της Τότεναμ. Λάθος. Είμαι θαυμαστής του Χόντλ και για να τον βλέπω, έπρεπε να παρακολουθώ την Τότεναμ. Τόσο απλά.»

Ήδη από την 2η χρονιά του με την πρώτη ομάδα του Άγιαξ, η καριέρα του Ντένις εκτινάχθηκε. Μετατράπηκε σε έναν τρομερό σκόρερ, κάτι που για οποιονδήποτε ποδοσφαιριστή θα αποτελούσε τίτλο τιμής, αλλά τον Ντένις μάλλον θα τον αδικούσε ένας τέτοιος χαρακτηρισμός. Η διορατικότητα του και η ικανότητα του να ξέρει ανά πάσα στιγμή που βρίσκονται οι συμπαίκτες του στον αγωνιστικό χώρο, ήταν μνημειώδης. Ο Μπέργκαμπ ήταν κάτι περισσότερο από ένας απλός επιθετικός. Με τον Άγιαξ κέρδισε πολλές διακρίσεις, μεταξύ των οποίων και τον τίτλο του πρώτου σκόρερ στο πρωτάθλημα για τρεις συνεχόμενες χρονιές (1991, 1992, 1993) καθώς και τον τίτλο του καλύτερου Ολλανδού ποδοσφαιριστή, άλλες δύο (1992, 1993).


Το καλοκαίρι του 1993, η ιταλική Ίντερ άνοιξε την αγκαλιά της για να υποδεχθεί το παιδί θαύμα του ολλανδικού ποδοσφαίρου. Εικάζεται ότι ο Ντένις απέρριψε τότε προτάσεις από την Μίλαν και την Μπαρσελόνα για να πει το ναι στους νερατζούρι, την ώρα που ο Γιόχαν Κρόιφ ήταν αρνητικός στην μετακόμιση του στο καμπιονάτο, καθώς θεωρούσε ότι το στυλ ποδοσφαίρου στην γείτονα χώρα δεν θα ταίριαζε στον βιρτουόζο Ντένις. Ο Ιπτάμενος Ολλανδός αποδείχθηκε σωστός. Ο Ντένις δεν ταίριαξε ποτέ στην Ίντερ, είχε σοβαρά προβλήματα τόσο με τους δημοσιογράφους, όσο και με κάποιους συμπαίκτες του όπως ο Ουρουγουανός επιθετικός Ρούμπεν Σόσα (Rubén Sosa), που τον έβλεπε περισσότερο σαν αντίπαλο και λιγότερο σαν συμπαίκτη και έτσι το καλοκαίρι του 1995, ο κόμπος είχε φτάσει στο χτένι.


Τον Μπρούς Ρίοχ (Bruce Rioch), προπονητή τότε της Άρσεναλ, λίγοι τον θυμούνται. Έμεινε πάντως στην ιστορία, καθώς εκείνος ήταν ο άνθρωπος που πήρε τον Ντένις από το Μιλάνο στο Λονδίνο. Ο Μάσιμο Μοράτι (Massimo Moratti), πρόεδρος (μέχρι και σήμερα) της Ίντερ, σε μια επίδειξη μικροψυχίας είχε δηλώσει τότε πως «η Άρσεναλ θα είναι τυχερή, αν ο Μπέργκαμπ πετύχει έστω και 10 γκολ μέσα στην χρονιά». Το ξεκίνημα του με τους κανονιέρηδες ήταν μουδιασμένο, καθώς στα πρώτα επτά παιχνίδια της σεζόν εκείνης, ο Ντένις δεν κατάφερε να σκοράρει. Όταν όμως το έκανε, δεν κοίταξε ποτέ πίσω, συνθέτοντας μαζί με τον Ίαν Ράιτ (Ian Wright) ένα σπουδαίο επιθετικό δίδυμο. Ο Μπέργκαμπ με την άφιξη του στο Λονδίνο εξήγησε στους συμπαίκτες του: «Μην μου δίνετε κοντινές εύκολες πάσες. Να μου δίνετε δύσκολες, μακρινές, τρελές πάσες γιατί μπορώ να τις χειρίζομαι και να τις υποδέχομαι πανεύκολα.»


Η άφιξη του Αρσέν Βενγκέρ (Arsène Wenger) στο Λονδίνο, σηματοδότησε την έναρξη της καλύτερης περιόδου στην καριέρα του Ντένις. Κέρδισε με την Άρσεναλ πρωτάθλημα και κύπελλο (1997/98) και πετύχαινε γκολ – ποιήματα. Ακολούθησε άλλο ένα ντάμπλ την περίοδο 2001/02, χρονιά που πέτυχε και ένα από τα ομορφότερα γκολ της καριέρας του απέναντι στη Νιουκάστλ, σε μια φάση όπου συμπρωταγωνίστησε στον ρόλο του.. θύματος, ο Νίκος Νταμπίζας. Μετά την συνεργασία με τον Ίαν Ράιτ, ο Μπέργκαμπ συνέθεσε ένα ακόμη φονικό δίδυμο αυτή την φορά μαζί με τον Τιερί Ανρί (Thierry Henry). Πολλοί ισχυρίζονται ότι ο εξαιρετικός Γάλλος, δεν θα κατάφερνε να πετύχει τόσα γκολ με την φανέλα της Άρσεναλ, αν δεν είχε στο πλάι του τον Ντένις, που ήταν πάντα εξαιρετικά ομαδικός και αλτρουϊστής και τον εξίταρε περισσότερο μια εξαιρετική πάσα, παρά ένα γκολ.  Την περίοδο 2003/04 η Άρσεναλ κέρδισε το πρωτάθλημα χωρίς να χάσει ούτε έναν αγώνα, με τον Ντένις ξανά πρωταγωνιστή.


Το ντεμπούτο του στην εθνική ομάδα ήρθε το 1990. Αποτέλεσε αναπόσπαστο μέλος της μέχρι και το 2000, όταν αποφάσισε να σταματήσει από την εθνική ομάδα. Συμμετείχε σε 79 αναμετρήσεις των «οράνιε» και σημείωσε 37 γκολ. Στην ιστορία έμεινε το γκολ που πέτυχε στο τελευταίο λεπτό του προημιτελικού, στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998, απέναντι στην Αργεντινή και με το σκορ στο 1-1! το βίντεο της φάσης, το γκολ αυτό καθ’ αυτό, η εκστασιασμένη περιγραφή του Ολλανδού σπίκερ Τζακ βαν Γκέλντερ (Jack van Gelder) και φυσικά ο ίδιος ο Ντένις Μπέργκαμπ παραμένουν all-time classic της Παγκόσμιας Ποδοσφαιρικής Ιστορίας.



Τελευταίο λεπτό του αγώνα στον προημιτελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1998 και η Ολλανδία κατεβάζει την μπάλα …
  • / Nederland gaat in de halve finale komen ik heb opeens zo’n gevoel dat we in de halve finale gaan komen / …
Ο Φράνκ Ντε Μπουρ (Frank de Boer) κάνει ένα γέμισμα-πάσα προς τον κολλητό του φίλο Ντένις Μπέργκαμπ …
  • / met balbezit voor Frank de Boer, Frank de Boer speelt de bal /…
  • / heel goed naar Dennis Bergkamp /…
Παρόλο που μιλάμε για δυνατή μπαλιά 50 περίπου μέτρων και παρόλο που βρίσκεται εν κινήσει προς το σημείο που υπολογίζει ότι θα κατηφορίσει η μπάλα, ο Ολλανδός καταφέρνει το τέλειο πρώτο άγγιγμα, μια απαλή επαφή σήμα κατατεθέν της λεπτεπίλεπτης τεχνικής του η οποία κατεβάζει την μπάλα ακριβώς εκεί που θα την χρειαστεί στο επόμενο δευτερόλεπτο
  • / Dennis Bergkamp, Dennis Bergkamp neemt de bal aan / …
Με το που η μπάλα ακουμπάει στο έδαφος, με το ίδιο πόδι που πριν την είχε χαϊδέψει ο Μπέργκαμπ την “σπάει” γρήγορα αριστερά του – σαν πλέι μέκερ που επιχειρεί διαγώνια ντρίπλα για να αποφύγει το χέρι του κλεπτομανή αμυντικού – εξουδετερώνοντας ουσιαστικά μ’ ένα μόνο άγγιγμα τον προσωπικό του αντίπαλο που, για την Ιστορία και για να ανυψώσουμε περισσότερο και δικαιωματικά το κατόρθωμα του Μπέργκαμπ, είναι απαραίτητο να αναφέρουμε πως είναι ο Ρομπέρτο Αγιάλα (Roberto Ayala), ένας αμυντικός θρύλος, ο № 2 σε συμμετοχές στην εθνική Αργεντινής και ο παίκτης που φόρεσε περισσότερες φορές από οποιονδήποτε άλλο το ασήκωτο περιβραχιόνιο της …
  • / Dennis Bergkamp, Dennis Bergkamp /…
Ευρισκόμενος πλέον σε καθαρή θέση τετ-α-τετ αλλά από αρκετά πλάγια και από την λάθος, με βάση το καλό του πόδι πλευρά, ο Μπέργκαμπ ακουμπάει για τρίτη και τελευταία φορά την μπάλα σ’ όλη την φάση και με λίγο πασπάλισμα εξωτερικού φάλτσου την στέλνει στα δίχτυα στα δίχτυα του φουκαρά Κάρλος Ρόα (Carlos Roa)!
  • / Dennis Bergkamp/ …
Ο Ολλανδός σπίκερ φτάνει σε οργασμό “στον αέρα”, ο Μπέργκαμπ πανηγυρίζει, η Ολλανδία είναι στον ημιτελικό κι όλος ο κόσμος έχει δώσει πλέον εικόνα στο μυαλό του στην δύσκολα προσδιοριζόμενη λέξη «κουλ»: Αυτό ήταν το πιο διάσημο κουλ γκολ στην ιστορία του ποδοσφαίρου και δεν θα μπορούσε να το πετύχει κάποιος άλλος από τον πιο ντελικάτο παίκτη των τελευταίων πολλών χρόνων…
  • / Dennis Bergkamp / …
…τον Ντένις Μπέργκαμπ, που ακόμα κι αν τον πέταγες στο γήπεδο του Λεβαδειακού, μια μέρα με βροχή, που το χρώμα του αγωνιστικού χώρου θα προσέγγιζε περισσότερο το σκατί παρά το πράσινο και η λάσπη θα έφτανε στα κορδόνια του, αυτός θα κατέβαζε μια γιόμα από το πουθενά μ” ένα ανεπαίσθητο τσιμπηματάκι με την μύτη του ποδιού και πριν η μπάλα πνιγεί μέσα στον βούρκο θα την ακουμπούσε άλλη μια φορά χωρίς ιδιαίτερη δύναμη – στις ομορφότερες στιγμές της καριέρας του δεν χρειάστηκε ποτέ να βάλει αρκετή δύναμη στο τελείωμα – στέλνοντας την στα δίχτυα, την ίδια ώρα που αυτός θα πανηγύριζε ήδη, αγέλαστος όπως συνήθως αλλά στιλάτος όπως πάντα…
  • / Dennis Bergkamp, ooohhhhwwwoooo!!
Ήταν ένα από τα ωραιότερα γκολ που έχουν επιτευχθεί ποτέ σε τελική φάση μουντιάλ. Όταν αργότερα ρωτήθηκε για εκείνο το γκολ, ή απάντηση του ήταν αφοπλιστική: «Όχι δεν χρειάζεται να ξαναδώ σε επανάληψη την φάση για να συνειδητοποιήσω τι έκανα. Γνωρίζω πολύ καλά ακριβώς τι έκανα, αφού το είχα σχεδιάσει στο μυαλό μου!» Να τονίσουμε εδώ ότι μιλάμε για μια κίνηση που εξελίχθηκε και ολοκληρώθηκε μέσα σε 6 δευτερόλεπτα, τα 3 εκ των οποίων πέρασαν με την μπάλα να ταξιδεύει στον αέρα, από την μακρινή μπαλιά του Ντε Μπούρ…

Η Αεροφοβία

Ώρες-ώρες νόμιζες πως, εξαιτίας των δημοσιογραφικών κλισέ που αναφέρονται ξανά και ξανά στις τηλεοπτικές μεταδόσεις, ο Ολλανδός ήταν πιο διάσημος για το φόβο που έχει για τα αεροπλάνα παρά για την ποδοσφαιρική του αξία. Η τύχη πολλές φορές τα φέρνει έτσι, ώστε βιώνοντας κάποια γεγονότα να σε επηρεάζουν για το υπόλοιπο της ζωής σου. Σε αυτή λοιπόν την κατηγορία ανθρώπων μπήκε και ο Ντένις Μπέργκαμπ.


Μια τραγική απερισκεψία

Η πτήση 764 της εταιρείας "Surinam Airways" αναχώρησε στις 6 Ιουνίου του 1989 και ώρα 23:25 από το αχανές αεροδρόμιο "Schiphol" του Άμστερνταμ με προορισμό τη πρωτεύουσα του Σουρινάμ, Παραμαρίμπο, και το αεροδρόμιο του "Zanderij".  Το ταξίδι ήταν καλό και χωρίς κάτι το απροσδόκητο για τους 178 επιβάτες και το 9μελές πλήρωμα του τετρακίνητου αεροσκάφους. Τα γέλια έδιναν κι έπαιρναν εντός του αεροπλάνου και άπαντες ανέμεναν να νοιώσουν το ζεστό θερινό κλίμα της νοτιοαμερικανικής χώρας. Περίπου μισή ώρα πριν την προσγείωση, το πρωί της 7ης Ιουνίου, το δελτίο καιρού προβλημάτισε τον πιλότο. "Άνεμοι ήρεμοι, ορατότητα 900 μέτρα σε ομίχλη" έλεγε το ρεπόρτο.


Το πλήρωμα βρέθηκε σε αμηχανία. Το προηγούμενο δελτίο ανέφερε δυνατότητα όρασης 6 χιλιομέτρων και σίγουρα όχι καιρικά φαινόμενα που θα έβαζαν δυσκολίες στην κάθοδο. Οι κυβερνήτες πήραν μια απόφαση, όπως αποδείχτηκε μοιραία, και επέλεξαν να προσγειώσουν το αεροπλάνο υποθέτοντας ότι η ομίχλη ήταν καθαρά τοπική και σκεπτόμενοι ότι μπόρεσαν να διακρίνουν το αεροδρόμιο στην αρχική τους προσέγγιση. Το ένα λάθος φέρνει τ' άλλο και ο πιλότος έκρινε, αν και απρόθυμα όπως φάνηκε και εκ των συνομιλιών στο Μαύρο Κουτί, πως πρέπει να χρησιμοποιηθεί το σύστημα πλοήγησης ISL που αν και ακριβές, δεν ήταν ούτε κατάλληλο ούτε διαθέσιμο στο αεροδρόμιο της πόλης. Αυτό είχε συνέπεια να μη λαμβάνουν τα προειδοποιητικά μηνύματα του κέντρου ελέγχου στις διαδοχικές προσπάθειες προσγείωσης.


Στην τρίτη απόπειρα ο κινητήρας του αεροπλάνο τύπου DC-8 χτύπησε σε δέντρο, πετώντας μόλις 25 μέτρα πάνω από το έδαφος. Το δεξί φτερό προσέκρουσε σε άλλο δέντρο και το σκάφος κυλίστηκε στον αεροδιάδρομο 10 του "Zanderij", στοιχίζοντας τη ζωή σε 176 ανθρώπους. Η έρευνα της επιτροπής που δημιούργησε η κυβέρνηση του Σουρινάμ, έδειξε ότι η απροσεξία και η αψηφισιά του κινδύνου εκ μέρους του πληρώματος οδήγησε στο χειρότερο αεροπορικό δυστύχημα στην ιστορία της χώρας. Συν τοις άλλοις, ο πιλότος αποδείχτηκε ότι ήταν πάνω από το όριο ηλικίας των 60 ετών, και η έκθεση ανέφερε ότι είχε η επαγγελματική του επάρκεια δεν είχε τεσταριστεί πάνω στην διακυβέρνηση ενός DC-8.

   Το ψυχικό τραύμα ενός πιτσιρικά

Περίμενε καρτερικά στο αεροδρόμιο "Zanderij". Ξάφνου άπαντες αντιλήφθηκαν ότι κάτι δεν πηγαίνει καλά. Τα νέα διαδόθηκαν ταχύτατα. Ένα αεροπλάνο που ερχόταν από την πατρίδα του, κατέπεσε μερικές εκατοντάδες μέτρα μακριά σκορπώντας το θάνατο στη συντριπτική πλειοψηφία των επιβατών. Ο 20χρονος Ντένις Μπέργκαμπ, που ανέμενε εκείνη την στιγμή την πτήση που θα επέστρεφε στην Ολλανδία, βίωσε τότε το μεγαλύτερο σοκ της ζωής του. Εντός των νεκρών, βρίσκονταν 14 ποδοσφαιριστές, που ο Ντένις γνώριζε αφού τους αντιμετώπιζε συνεχώς στα παιχνίδια του πρωταθλήματος, και οι οποίοι έρχονταν από την Ολλανδία στην πατρογονική τους γη, το Σουρινάμ.


 Οι παίκτες αυτοί ήταν μέλη της αποκαλούμενης "Colourful 11", ομάδας που έδινε αγώνες φιλικού χαρακτήρα και αποτελείτο από παιδιά με σουριναμέζικη καταγωγή που είχαν μεγαλώσει στα γκέτο του Άμστερνταμ κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες, και έπαιζαν ποδόσφαιρο σε επαγγελματικά σωματεία της Ολλανδίας. Οι σταρ της εποχής Ρουντ Γκούλιτ (Ruud Gullit), Φρανκ Ράικαρντ και ‘Αρον Βίντερ (Aron Winter) δεν κατάφεραν να συνοδεύσουν την αποστολή καθώς οι σύλλογοι τους αρνήθηκαν τη συμμετοχή στο φιλικό της "Colourful 11" και έτσι γλύτωσαν από το μοιραίο περιστατικό.  Το τραγικό συμβάν χαράχτηκε στη ψυχή του νεαρού Ντένις Μπέργκαμπ. Με τα παιδιά αυτά (δύο μόλις ήταν πάνω από 25 ετών) ήταν αντίπαλος κάθε σαββατοκύριακο στους αγώνες της Eredivisie, και ήταν παρών στο σημείο που τα κατάπιε το σκοτάδι, λίγα μέτρα μακριά από εκεί που περίμενε το δικό του αεροπλάνο να τον πάει πίσω στην Ολλανδία. Εκείνη τη μέρα που ο νεαρός Ντένις μύρισε την οσμή του θανάτου, σίγουρα δεν θα τη ξεχάσει ποτέ.

 Ένα βλακώδες αστείο

Η Ολλανδία ταξιδεύει στα γήπεδα της Αμερικής για το Μουντιάλ του 1994 με πολλά εσωτερικά προβλήματα αλλά και με το ταλέντο να ξεχειλίζει. Οι "οράνιε" έχουν στις τάξεις τους Ράικαρντ, Μαρκ Όφερμαρς (Marc Overmars), Ρόναλντ Κούμαν (Ronald Koeman), αδερφούς ντε Μπουρ και παρά την απουσία των Γκούλιτ και φαν Μπάστεν φτάνουν μέχρι τα προημιτελικά, ωστόσο πέφτουν πάνω στη μετέπειτα πρωταθλήτρια Βραζιλία και αποκλείονται. Ο Ντένις Μπέργκαμπ παρά τις φοβίες του, πείθεται να κάνει το εναέριο ταξίδι και πραγματοποιεί εξαιρετικό τουρνουά, σημειώνοντας και τρία τέρματα, όμως εκείνο το Παγκόσμιο Κύπελλο θα το θυμάται για έναν τελείως διαφορετικό λόγο, που θα του ξύπναγε θλιβερές αναμνήσεις.


Στο παγκόσμιο κύπελλο των Η.Π.Α. το αεροπλάνο που μετέφερε την αποστολή των Οράνιε έπαθε μηχανική βλάβη και ένας δημοσιογράφος είχε την ατυχή έμπνευση να αστειευτεί, ισχυριζόμενος ότι έχει μια βόμβα στην βαλίτσα του. Αυτό ήταν. Αποτέλεσμα ήταν να επικρατήσει πανικός εντός του σκάφους και του αεροδρομίου. Η φάρσα (όπως αποδείχτηκε) αυτή, έφερε στο μυαλό του Μπέργκαμπ τις μνήμες από το γεγονός του "Zanderij" και αποφάσισε οριστικά πλέον, να μην ξαναπατήσει το πόδι του στο πιο ασφαλές μέσο μεταφοράς, καθώς όπως δήλωσε και ο ίδιος, δεν θα μπορούσε να συγκεντρωθεί στη δουλειά του μετά από την αγωνία μιας πτήσης. Έπαθε μια ασθένεια που ονομάζεται αεροφοβία και η οποία τον ανάγκασε να επισκέπτεται για μεγάλο διάστημα, ειδικούς ψυχολόγους.

 Απώλεια

Ποιος ξέρει πόσο πολύ στοίχισε η απουσία του από την Άρσεναλ και την εθνική ομάδα στους μακρινούς εκτός έδρας αγώνες. Ο όρος στα συμβόλαια που υπέγραφε ήταν σαφής, και του επέτρεπε να μην ακολουθεί την αποστολή όταν ταξίδευε με αεροπλάνο. Ακόμα και όταν μεταφερόταν οδικώς ή μέσω τρένου για κοντινά ευρωπαϊκά ματς, έπρεπε να χάσει τα παιχνίδια του σαββατοκύριακου! Η εφημερίδα "Guardian" είχε γράψει χαρακτηριστικά το μακρινό 1997, ότι η απουσία του από τον αγώνα της Θεσσαλονίκης με τον ΠΑΟΚ είχε στοιχίσει στους "κανονιέρηδες" την πρόκριση, σε εκείνη την αλησμόνητη σειρά αγώνων με το "Δικέφαλο του Βορρά". Στο Μουντιάλ του 2002 στα γήπεδα της Κορέας και της Ιαπωνίας ούτε καν μπορούσε να γίνει λόγος για τη συμμετοχή του. Ακόμα και υπό αυτές τις συνθήκες, η ποδοσφαιρική του ιδιοφυία έλαμψε στα ευρωπαϊκά γήπεδα στο διάστημα της 20ετούς καριέρας του, και βέβαιο είναι ότι αυτή του η φοβία με τα αεροπλάνα δεν ήταν τελικά καθόλου, μα καθόλου, αβάσιμη.



Ο Μπέργκαμπ σταμάτησε το ποδόσφαιρο το 2006, αφήνοντας πίσω του έναν τεράστιο μύθο. Πολλοί συμπαίκτες και αντίπαλοι ισχυρίζονται ακόμη και σήμερα, ότι δεν τον έβλεπαν ποτέ του να ιδρώνει κατά την διάρκεια των αγώνων. «Σου έδινε την εντύπωση ότι μπορεί να παίζει με ένα τσιγάρο στο ένα χέρι και ένα ποτήρι σαμπάνια στο άλλο». Κι όμως ήταν τέτοια η ευφυΐα του και τόσο γρήγορη η σκέψη του, που μπορούσε να ξεχαρβαλώνει οργανωμένες άμυνες με μια απλή κίνηση. Το  2013, παρουσίασε το νέο του βιβλίο. Εκεί λοιπόν, ο Αρσέν Βενγκέρ μιλώντας για τον Ντένις είπε κάτι πολύ σημαντικό, κάτι που αξίζει ιδιαίτερης προσοχής: «Μερικές φορές, οι μεγάλοι εγωισμοί στο ποδόσφαιρο, συνδέονται με το χάρισμα, με την έντονη προσωπικότητα. Όμως τις περισσότερες φορές, αυτό που οι άνθρωποι αποκαλούν χάρισμα, δεν είναι τίποτα περισσότερο από μεγάλοι εγωισμοί. Ο Ντένις ήταν ένας παίκτης που σεβόταν και αγαπούσε απεριόριστα το ποδόσφαιρο. Πιστεύω ότι οι μεγάλοι παίκτες οδηγούνται από το πώς πρέπει να παίζεται το ποδόσφαιρο και όχι από το πώς το ποδόσφαιρο θα τους υπηρετεί.» 



Ο ίδιος ο Ντένις λέει: «Πρέπει να παίζεις ποδόσφαιρο επειδή το αγαπάς, όχι επειδή θέλεις απλά να βγάλεις χρήματα. Μόνο τότε μπορείς να γίνεις πραγματικά μεγάλος. Μόνο τότε θα σε θυμούνται όταν σταματήσεις.»


 Τον Ντένις Μπέργκαμπ πάντως, είναι βέβαιο ότι θα τον θυμόμαστε για πάντα.

PALMARES
Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)
Εφηβική καριέρα

  • 1981–1986: Amsterdamsche Football Club Ajax

Επαγγελματική καριέρα
  • 1986–1993: Amsterdamsche Football Club Ajax, 185 (103)
  • 1993–1995: Football Club Internazionale Milano, 52 (11)
  • 1995–2006: Arsenal Football Club, 315 (87)

Σύνολο καριέρας: 552 (201)
Διεθνής
  • 1989: Εθνική Νέων Ολλανδίας, 2 (0)
  • 1990–2000: Ολλανδία, 79 (37)

Προπονητική καριέρα
  • 2011–       : Amsterdamsche Football Club Ajax (βοηθός)

Τίτλοι
Ως ποδοσφαιριστής
Συλλογικοί


Με τον Ajax
  • Πρωτάθλημα Ολλανδίας: 1989/90
  • Κύπελλο Ολλανδίας: 2 (1986/87, 1992/93)
  • Κύπελλό Κυπελλούχων: 1986/87
  • Κύπελλο UEFA: 1991/92

Με την Inter 
  • Κύπελλο UEFA: 1993/94

Με την Arsenal
  • Πρωτάθλημα Αγγλίας: 3 (1997/98, 2001/02, 2003/04)
  • Κύπελλο Αγγλίας: 4 (1997/98, 2001/02, 2002/03, 2004/05)
  • Κομιούνιτι Σιλντ: 3 (1998, 2002, 2004)

Διεθνείς
Με την Ολλανδία
  • Παγκόσμιο Κύπελλο: 4η θέση το 1998

Ως βοηθός προπονητή
Στον Ajax
  • Πρωτάθλημα Ολλανδίας: 4 (2010/11, 2011/12, 2012/13, 2013/14)
  • Σούπερ Καπ Ολλανδίας (Johan Cruijff Shield): 2013

Προσωπικές Διακρίσεις
  • Καλύτερος Πρωτοεμφανιζόμενος Παίκτης στην Ολλανδία: 1990
  • Πρώτος Σκόρερ Ολλανδικού Πρωταθλήματος: 3 (1990/91, 1991/92, 1992/93)
  • Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς για την Ολλανδία: 2 (1991, 1992)
  • Πρώτος Σκόρερ Διοργάνωσης Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος: 1992
  • Μέλος Ιδανικής 11άδας Διοργάνωσης Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος: 1992
  • Πρώτος Σκόρερ της Χρονιάς στον Κόσμο: 1992
  • Χρυσή Μπάλα: 3η θέση το 1992, επιλαχών το 1993
  • 3ος Καλύτερος Παίκτης στον Κόσμο από την FIFA: 2 (1993, 1997)
  • Πρώτος Σκόρερ Κυπέλλου UEFA: 1993/94
  • Παίκτης του Μήνα για την Premier League: 4 (Αύγουστος 1997, Σεπτέμβριος 1997, Μάρτιος 2002, Φεβρουάριος 2004)
  • Μέλος Ιδανικής 11άδας της Χρονιάς από την Ένωση Επαγγελματιών Ποδοσφαιριστών Αγγλίας: 1997/98
  • Παίκτης της Χρονιάς από την Ένωση Επαγγελματιών Δημοσιογράφων Αγγλίας: 1997/98
  • Παίκτης της Χρονιάς από την Ένωση Επαγγελματιών Ποδοσφαιριστών Αγγλίας: 1997/98
  • Καλύτερο Γκολ της Περιόδου για την Premier League: 2 (1997/98, 2001/020
  • Μέλος Ιδανικής 11άδας Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1998
  • Μέλος της λίστας των 125 Εν Ζωή Καλύτερων Παικτών του Κόσμου που συνέταξε το 2004 ο Πελέ για τα 100 Χρόνια της FIFA
  • Μέλος του  Hall of Fame του Αγγλικού Ποδοσφαίρου

Γιουπ Χάινκες: Ο κόκκινος Όσραμ

Ο (Δυτικο)-Γερμανός επιθετικός και αργότερα προπονητής Γιουπ Χάινκες (Josef "Jupp" Heynckes), γεννήθηκε στις 9 Μαΐου του 1945, στο Μενχενγκλάντμπαχ.  Ως παίκτης, πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του ως επιθετικός για την Μπορούσια του Μενχενγκλάντμπαχ, στην Χρυσή Εποχή της δεκαετίας του 1960 και του 1970, κατακτώντας πολλά εθνικά πρωταθλήματα και το Κύπελλο Γερμανίας, καθώς και το Κύπελλο UEFA. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η ομάδα έπαιξε επίσης τον μόνο της τελικό σε ευρωπαϊκή διασυλλογική διοργάνωση, του Κυπέλλου Πρωταθλητριών του 1977, χάνοντας από τη Λίβερπουλ. Είναι ο 3ος Υψηλότερο Σκόρερ στην ιστορία της γερμανικής Μπουντεσλίγκα, με 220 γκολ. Ήταν μέλος της εθνικής ομάδας της Δυτικής Γερμανίας που κατέκτησε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1972 και το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974. Ως προπονητής, κέρδισε 3 τίτλους της γερμανικής Μπουντεσλίγκα με την Μπάγερν Μονάχου και δύο UEFA Champions Leagues, ένα με την Ρεάλ Μαδρίτης τη σεζόν 1997/98 και ένα με τη Μπάγερν το 2012/13.


Δεν θα μπορούσε παρά να ξεκινήσει την καριέρα του, από το καμάρι της πόλης, την μεγάλη και τρανή Μπορούσια. Σε ηλικία 11 ετών, γιος ενός σιδερά και μίας υπαλλήλου ταχυδρομείου, με τη Γερμανία διαιρεμένη μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Γιουπ κάνει τα δικά του όνειρα -όμοια με αυτά των συνομηλίκων του- στη Βεστφαλία, στα δυτικά του Ρήνου, κοντά στα σύνορα με την Ολλανδία.


Τρίτος καλύτερος σκόρερ στη Γερμανία

Αρχικά εγγράφεται στην ομάδα Γκριν Βάιφ Χολτ, αλλά το ταλέντο του διακρίνεται και γρήγορα εντάσσεται στο "παιδομάζωμα" της Μπορούσια. Μετά τις δύο σεζόν στην ομάδα Νέων, έρχεται η προαγωγή το 1964, στην πρώτη ομάδα. Αυτή, των ανδρών. Οι "ντάι φόλεν" στη δεύτερη κατηγορία κι ο Γιουπ συνδυάζει την πρώτη του σεζόν με την άνοδο στην πρώτη, υπό την τεχνική καθοδήγηση του Χένες Βάισβαϊλερ (Hennes Weisweiler).  Πανηγυρικά, μάλιστα, καθώς σε 25 ματς πέτυχε 23 τέρματα. Έχοντας έμφυτο το χάρισμα του σκόρερ, ο Χάινκες πέτυχε τα πρώτα του γκολ στη Μπουντεσλίγκα μόλις μία εβδομάδα μετά το ντεμπούτο του κόντρα στη Μπορούσια Νέινκιρχεν στις 14 Αυγούστου του 1965, σκοράροντας δις απέναντι στην Τασμάνια του Βερολίνου. Το παρθενικό του χατ-τρικ σημειώθηκε την ίδια σεζόν με αντίπαλο τη Νυρεμβέργη.


Ο Γιόζεφ (το Γιουπ είναι υποκοριστικό), εγκαταλείπει το 1967 το Μενχενγκλάντμπαχ, πριν να επιστρέψει σ' αυτό. Γίνεται κάτοικος Ανοβέρου, μέχρι και το 1970. Σε μία τριετία στην Κάτω Σαξονία, σκοράρει 25 φορές σε 86 εμφανίσεις. Επιστροφή στο Μενχενγκλάντμπαχ και την Μπορούσια, τώρα πιο ώριμος, πιο "ψημένος". Με τα δύο τέρματα που πέτυχε στον 176ο αγώνα του για το γερμανικό πρωτάθλημα, στις 5 Ιουνίου του 1971, οδήγησε τη Γκλάντμπαχ στην κατάκτηση του τίτλου στη Μπουντεσλίγκα. Δεύτερος συνεχόμενος τίτλος για την ομάδα, καθώς είχε προηγηθεί αυτός της σεζόν 1969/70 (χωρίς τον ίδιο), με τον Χάινκες να βρίσκει το δρόμο προς τα αντίπαλα δίχτυα 19 φορές.


Δύο χρόνια μετά, το 1973, φτάνει κοντά, στην πρώτη ευρωπαϊκή διάκριση. Η Γκλάντμπαχ αποκλείει την ολλανδική, Τβέντε, και φτάνει στον τελικό του Κυπέλλου UEFA, με αντίπαλο τη Λίβερπουλ. Ο Χάινκες χάνει το πέναλτι στο "Άνφιλντ", η Μπορούσια χάνει με 3-0 από τη Λίβερπουλ και το 2-0 της ρεβάνς, δεν είναι ικανό για να δώσει στον Γιουπ, το τρόπαιο, παρά μόνο την ατομική ικανοποίηση του πρώτου σκόρερ της διοργάνωσης. Κατέκτησε δύο φορές τον τίτλο του πρώτου "κανονιέρη" στη Μπουντεσλίγκα ενώ με τα δύο γκολ του με αντίπαλο τη Μπάγερν Μονάχου την τελευταία αγωνιστική της σεζόν 1973/74, ολοκλήρωσε την πιο παραγωγική σεζόν στην καριέρα του με 30 τέρματα. Κατέκτησε τον τίτλο του γερμανικού Κυπέλλου, κόντρα στην Κολωνία. Με τον Βάισβαϊλερ να φεύγει και τον Λάτεκ (Udo Lattek) να έρχεται, τα μεγαλεία στο Μενχενγκλάντμπαχ επιστρέφουν, με τον Γιουπ να κατακτά το πρωτάθλημα για τρεις συνεχόμενες σεζόν, μέχρι και το 1977.


Το 1975, έρχεται κι ο πολυπόθητος ευρωπαϊκός τίτλος. Κόντρα στην Τβέντε και μετά το 0-0 της Γερμανίας, η κατάκτηση του Κυπέλλου UEFA έγινε στο Ένσεντε, με την Μπορούσια να νικά με 5-1.  Ο Χάινκες βγαίνει πρώτος σκόρερ στη διοργάνωση, όπως και την προηγούμενη σεζόν στο Κύπελλο Κυπελλούχων. Δεύτερος ευρωπαϊκός τελικός, το 1977 στο Κύπελλο Κυπελλούχων, δεύτερη απογοήτευση, από τη Λίβερπουλ, στο "Ολίμπικο" της Ρώμης. Το 1978, ο Χάινκες κάνει πράγματα και θαύματα – ξανά. Σε ένα από τα τελευταία ματς της ποδοσφαιρικής του καριέρας, στις 29 Απριλίου του 1978, βρήκε 5 (!!!) φορές το δρόμο προς τα δίχτυα στο 12-0 (!!!) με "θύμα" τη Ντόρτμουντ, με την επιτυχία αυτή της Γκλάντμπαχ να καταγράφεται ως η μεγαλύτερη νίκη ομάδας από καταβολής Μπουντεσλίγκα, αλλά δεν μπορεί να πανηγυρίσει τον τέταρτο συνεχόμενο τίτλο του.  


Στην Ευρώπη, η Λίβερπουλ βρίσκεται ξανά μπροστά του, ατυχώς για τον ίδιο όπως και τις προηγούμενες δύο φορές, και του κόβει το δρόμο προς τον τελικό, του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Κρέμασε τα παπούτσια του, το 1978. Όταν πέρασε την πύλη του Πανεπιστημίου της Κολωνίας για να σπουδάσει προπονητική, είχε κατακτήσει 4 πρωταθλήματα, ένα Κύπελλο Γερμανίας κι ένα Κύπελλο UEFA. Ο Χάινκες είναι ο τρίτος κρυφαίος σκόρερ όλων των εποχών στη Μπουντεσλίγκα με 220 γκολ σε 369 εμφανίσεις, πίσω από τον Γκερντ Μίλερ (Gerd Müller) με 365 τέρματα και τον Κλάους Φίσερ (Klaus Fischer) με 268, ενώ διατήρησε την εκτελεστική του δεινότητα και στα ευρωπαϊκά Κύπελλα, έχοντας απολογισμό 51 τερμάτων σε 64 αγώνες!


Το Euro, το Μουντιάλ και το... παράπονο

Φόρεσε συνολικά 39 φορές τη φανέλα της εθνικής Δυτικής Γερμανίας και σημείωσε 14 γκολ, μ' αυτήν. Έκανε ντεμπούτο σε ηλικία 21 ετών, τον Φλεβάρη του 1967 και με γκολ μάλιστα, στην επιβλητική νίκη με 5-1 επί του Μαρόκου. Κατέκτησε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1972, αγωνιζόμενος σε όλη τη διάρκεια του τελικού με τη Σοβιετική Ένωση. Μάλιστα, συμπεριελήφθη στην καλύτερη ενδεκάδα του τουρνουά. Ξεκινά βασικός στο Μουντιάλ του 1974, ωστόσο ο τραυματισμός μετά τα δύο πρώτα ματς, τον αφήνει στον πάγκο για όλο το υπόλοιπο του τουρνουά, το οποίο η Δυτική Γερμανία κατέκτησε. Ο ίδιος ο Χάινκες το χαρακτήρισε ως «τη μεγαλύτερη απογοήτευση της ζωής του, αλλά ταυτόχρονα και πηγή κινήτρου για τη συνέχεια». Όπως και να έχει, στο παλμαρέ του καταγράφονται ένα Μουντιάλ κι ένα Euro.


Από παίκτης... προπονητής

Από την επόμενη κιόλας σεζόν, περνά στην άλλη όχθη. Αυτή του προπονητή. Στο πλευρό του Ούντο Λάτεκ, βοηθός του. Σε ηλικία 34 ετών, γίνεται πρώτος προπονητής. Το αφεντικό στην τεχνική ηγεσία της Γκλάντμπαχ, ο νεότερος τεχνικός, μέχρι εκείνη τη στιγμή, στη μεγάλη κατηγορία. Στην πρώτη σεζόν, κολυμπά σε βαθιά νερά κι ανταπεξέρχεται με επιτυχία. Φτάνει στην πηγή, αλλά δεν πίνει νερό. Οδηγεί την ομάδα της γενέτειράς του, στον τελικό του Κυπέλλου UEFA αλλά, η Άιντραχτ Φρανκφούρτης, του κόβει το δρόμο, καθώς είναι αυτή που κατακτά το τρόπαιο. Τη σεζόν 1983/84, η Γκλάντμπαχ φτάνει ακόμη μία φορά στην πηγή, αλλά ακόμη μία φορά δεν ξεδιψά. Τρίτη στο πρωτάθλημα, χάνει στις λεπτομέρειες τον τίτλο, χάνει στον τελικό του Κυπέλλου από την Μπάγερν. Από το 1979, έως το 1987 στην Γκλάντμπαχ, ο Χάινκες στην τελευταία του σεζόν στον πάγκο αυτής, θα τερματίσει ξανά τρίτος στο πρωτάθλημα και θα φτάσει στα ημιτελικά του Κυπέλλου UEFA.


Το βιογραφικό έχει γεμίσει, ικανή και αναγκαία συνθήκη για να ρισκάρει πάνω του, η Μπάγερν Μονάχου. Πηγαίνει στη Βαυαρία το 1987 και στο πρώτο του παιχνίδι στον πάγκο της νίκησε 3-1 τη Ντόρτμουντ. Χάνει όμως τον τίτλο της πρώτης του σεζόν από τη Βέρντερ, κερδίζει ωστόσο τους δύο επόμενους. Ο Χάινκες είχε έντονη κόντρα με τον συνάδελφό του, Κριστόφ Ντάουμ (Christoph Daum), με τις Μπάγερν και Κολωνία να διεκδικούν επί ίσοις όροις τον τίτλο της σεζόν 1988/89. Αυτός κρίθηκε ουσιαστικά στις 25 Μαΐου του 1989, όταν και οι Βαυαροί επιβλήθηκαν των μεγάλων τους αντιπάλων με 3-1! Δεύτερη θέση, στην τελευταία σεζόν. Η επόμενη περίοδος όμως του επεφύλασσε δυσάρεστες εκπλήξεις. Το κάκιστο ξεκίνημα (4 νίκες σε 12 ματς) και η εντός έδρας συντριβή με 1-4 από την Στουτγκάρτερ Κίκερς βάζει φρένο στην παρουσία του στον πάγκο της Μπάγερν και φέρνει την απόλυσή του. Η κατηφόρα της Μπάγερν συνεχίστηκε και χωρίς τον Χάινκες, με τον Ούλι Χένες (Uli Hoeneß) να λέει χαρακτηριστικά αργότερα  «Η απόφαση για την απομάκρυνσή του, ήταν το μεγαλύτερο λάθος που έχω κάνει ποτέ»! Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η πορεία των Βαυαρών, είτε μιλάμε για Κύπελλο Πρωταθλητριών είτε για Κύπελλο UEFA, ανακοπτόταν στα ημιτελικά της εκάστοτε διοργάνωσης.


Και ξαφνικά, από Βαυαρός... Βάσκος. Η κλήση από το Μπιλμπάο δεν θα μείνει αναπάντητη. Γίνεται ο τρίτος -τότε- Γερμανός τεχνικός της La Liga πίσω από Βάισβαϊλερ και Λάτεκ. Στην πρώτη χρονιά του η Αθλέτικ τερματίζει όγδοη, στη δεύτερη πέμπτη κερδίζοντας μάλιστα και την έξοδο στο UEFA. Επιστροφή στη Γερμανία και τη Φρανκφούρτη, το 1994. Προβληματικό πέρασμα, με κόντρες με τις βεντέτες Άντονι Γεμπόα (Anthony Yeboah), Τζέι-Τζέι Οκότσα (Jay-Jay Okocha) και Μαουρίτσιο Γκαουντίνο (Maurizio Gaudino), κάκιστη πορεία της Άιντραχτ, απόλυση μέσα σε 8 μήνες. Επιστροφή στην Ισπανία, στο νησιωτικό κομμάτι αυτής. Στην Τενερίφη, ο Γιουπ Χάινκες οδηγεί την ομάδα στην πέμπτη θέση και στο Κύπελλο UEFA της επόμενης περιόδου. Σ' αυτήν η πορεία σταματά στα ημιτελικά από τη Σάλκε, ενώ στο πρωτάθλημα η κατάταξη τη βρίσκει στην 9η θέση.


Η δουλειά του δεν θα περάσει απαρατήρητη από τη Ρεάλ Μαδρίτης, η οποία τον φέρνει στην ισπανική πρωτεύουσα εν έτει 1997. Στη μία σεζόν στον πάγκο των "μερένγκες" κατέκτησε το Champions League απέναντι στη Γιουβέντους, ο πρώτος κορυφαίος ευρωπαϊκός διασυλλογικός τίτλος μετά από 32 χρόνια (από το 1966!), αλλά στη La Liga η πορεία δεν ήταν ανάλογη με αποτέλεσμα, να τελειώσει άδοξα αυτή η περιπέτεια. Μετά από ένα χρόνο διαλείμματος από τους πάγκους, ο Γερμανός έμεινε στην Ιβηρική, αλλά στην άλλη χώρα της χερσονήσου. Στην Πορτογαλία και την Μπενφίκα, λίγο ο επώδυνος αποκλεισμός από τη Θέλτα, λίγο η κόντρα με τον Ζοάο Πίντο (Joao Pinto), άλλη μία περιπέτεια για τον Γιουπ έλαβε τέλος, όχι με τον τρόπο που φανταζόταν όταν την ξεκινούσε. Θα τον αντικαταστήσει στην τεχνική ηγεσία της Μπενφίκα, ο Ζοζέ Μουρίνιο (Jose Mourinho) ...


Ο τελευταίος προπονητικός του σταθμός στην Ιβηρική, είναι ένας παλιός... νέος. Στο Μπιλμπάο και την Αθλέτικ, τούμπαλιν. Η υπέρβαση δεν θα έρθει αυτή τη φορά στη Χώρα των Βάσκων κι ο Χάινκες, μετά από δύο χρόνια στο Μπιλμπάο και αρκετά στην περιπλάνησή του στον ισπανικό Νότο, φτιάχνει τις βαλίτσες της επιστροφής στη Γερμανία. Οκτώ χρόνια ήταν πολλά κι η Σάλκε μοιάζει σαν... Ιθάκη.  Μοιάζει γιατί δεν είναι, με την ομάδα στην πρώτη του σεζόν να τερματίζει στην 7η θέση, στην έναρξη της δεύτερης να παραπαίει κι η διοίκηση αυτής να τον απομακρύνει, προκειμένου να αποφύγει τα χειρότερα.


Επιστροφή στην πατρίδα του και τη Σάλκε...
Επιστροφή στο σπίτι του και την Μπορούσια του Μενχενγκλάντμπαχ. Όλα μοιάζουν ιδανικά σ' ένα ακόμη ξεκίνημα αλλά τα 14 συνεχή ματς χωρίς νίκη, θα σπείρουν εμπόδια στο δρόμο του. Στις 31 Ιανουαρίου του 2007, με τη Γκλάντμπαχ να έχει καταβαραθρωθεί στην 17η θέση, θα επικαλεστεί απειλές για τη ζωή του, θα αρνηθεί την αποζημίωση και θα παραδώσει το αυτοκίνητο που του έδωσε η ομάδα, πλυμένο και πλήρως εφοδιασμένο με βενζίνη. Τον Απρίλη του 2009, ο Γιούργκεν Κλίνσμαν απομακρύνεται από την Μπάγερν, οι Βαυαροί απειλούνται με απώλεια εξόδου στο Champions League της ερχόμενης περιόδου, ο Γιουπ επιστρατεύεται, ως υπηρεσιακός, κι οδηγεί την ομάδα του Μονάχου, στη δεύτερη θέση.


Την επόμενη σεζόν, παίρνει τις... "ασπιρίνες" του κι εγκαθίσταται στο Λεβερκούζεν. Την πρώτη σεζόν τρομάζει την Μπάγερν, αλλά στο τέλος η Μπάγερ ξεφουσκώνει αδικαιολόγητα και τελειώνει την Bundesliga στην 4η θέση. Η σεζόν 2010/11, είναι ασφαλώς καλύτερη τόσο για τον ίδιο, όσο και για την Μπάγερ. Οι "ασπιρίνες" τελειώνουν τη σεζόν στη δεύτερη θέση και πανηγυρίζουν την έξοδο στο Champions League. Το διετές συμβόλαιο του Γιουπ Χάινκες εκπνέει, ο ίδιος αρνείται να υπογράψει την ανανέωσή του, για την... τρίτη φορά στο σταθμό του Μονάχου. Η πρώτη σεζόν, γεμάτη απογοητεύσεις. Η Μπάγερν φτάνει σε δύο τελικούς (Champions League κόντρα την Τσέλσι και γερμανικό Κύπελλο κόντρα στην Ντόρτμουντ) και τερματίζει δεύτερη στο πρωτάθλημα. Ουσιαστικά έφτασε μία ανάσα κι από τους τρεις τίτλους, ωστόσο οι λεπτομέρειες άφησαν τον Χάινκες και την Μπάγερν, με άδεια τα χέρια.


Με τον Γουαρδιόλα να έχει ανακοινωθεί για την επόμενη σεζόν, ο Γερμανός 68χρονος -τότε- τεχνικός δίνει τη δική του απάντηση στους όποιους αμφισβητίες του. Έγινε ο γηραιότερος head coach που κατακτά τον τίτλο του πρωταθλητή στη Μπουντεσλίγκα, σε μία χρονιά μάλιστα που έσπασε τα κοντέρ με τους Βαυαρούς.
  • Ρεκόρ βαθμών στη Μπουντεσλίγκα (91), 
  • ρεκόρ πρόωρης κατάκτησης τίτλου (6 αγωνιστικές πριν το φινάλε), 
  • ρεκόρ καλύτερης εκκίνησης ("8 στα 8"), 
  • ρεκόρ διαφοράς από τον 2ο (25 βαθμούς από τη Ντόρτμουντ), 
  • ρεκόρ διαφοράς τερμάτων (+80), 
  • ρεκόρ περισσοτέρων νικών (29), 
  • ρεκόρ περισσοτέρων εκτός έδρας νικών σε μία σεζόν (15) 
είναι... μερικά από τα πλέον εντυπωσιακά "παράσημα"! Παράλληλα, κατακτά το Champions League κόντρα στην Ντόρτμουντ κι ολοκληρώνει το τρεμπλ με το γερμανικό Κύπελλο, κόντρα στη Στουτγγάρδη. Στην γενέτειρά του και κόντρα στην ομάδα με την οποία δοξάστηκε ως παίκτης έμελε να δώσει το τελευταίο του ματς στη Μπουντεσλίγκα, υπ’ αριθμόν 1.011!. Ο εκτός έδρας αγώνας κόντρα στη Γκλάντμπαχ (νίκη με 4-3 για τους Βαυαρούς) αποτέλεσε ένα πανέμορφο ταξίδι αναμνήσεων για τον 68χρονο, ο οποίος έτυχε θερμής υποδοχής από το κοινό του "Μπορούσια Παρκ".


"Ευχαριστούμε Γιουπ" , έγραφε ένα πλακάτ σε σχήμα καρδιάς που ύψωσε μία φίλαθλος της Γκλάντμπαχ με αποδέκτη τον βετεράνο τεχνικό. Στο αντίο του στα γερμανικά γήπεδα, στις 18 Μαΐου, ο Χάινκες γιόρτασε και τυπικά με τη Μπάγερν την κατάκτηση του 23ου πρωταθλήματος της ιστορίας της.

"Θέλω να ευχαριστήσω τους οπαδούς για αυτή την πανέμορφη υποδοχή, η οποία μου δείχνει...",

ξεκίνησε να λέει μετά το ματς ο 68χρονος τεχνικός, ο οποίος όμως λύγισε σε εκείνο το σημείο από τη συγκίνηση και δεν μπόρεσε να κρύψει τα δάκρυά του. Για να ολοκληρώσει μετά από μισό λεπτό τη φράση του συμπληρώνοντας:

"... η οποία μου δείχνει πως εδώ είναι το σπίτι μου". 

Ακολούθησαν χειροκροτήματα στην αίθουσα από τους παριστάμενους δημοσιογράφους αλλά και εντός γηπέδου (!), με οπαδούς που δεν είχαν ακόμα αποχωρήσει από τις εξέδρες και έβλεπαν στα μάτριξ τη συνέντευξη Τύπου. Standing ovation για έναν πραγματικό Σερ των γηπέδων.

Το κλάμα του Χάινκες μετά το τελευταίο του ματς στη Bundesliga:


Όσραμ, ο "κόκκινος"

 Ο Χάινκες γίνεται κόκκινος. Από θυμό, από άγχος, από ένταση, από συναισθηματική φόρτιση. Αυτό ήταν το παρατσούκλι που του "κόλλησε" ο γερμανικός Τύπος, κι υιοθέτησε όλη η ποδοσφαιρική κοινότητα. Όσραμ, από τη γνωστή γερμανική βιομηχανία ηλεκτρικών λαμπών.


Ίρις η γυναίκα της ζωής του
"Πίσω από κάθε επιτυχημένο άνδρα, κρύβεται μία γυναίκα". Μύθος ή πραγματικότητα, εάν ισχύει η εφαρμογή του στην περίπτωση του Χάινκες έχει όνομα και λέγεται Ίρις. Παντρεύτηκαν το 1967, αλλά ο έρωτάς τους, κρατά από την παιδική των ηλικία. Ακόμη κι όταν η Ίρις πέρασε μία δύσκολη περιπέτεια υγείας αντιμετωπίζοντας τον καρκίνο, ο Γιουπ ήταν εκεί κι άφησε την καριέρα για να αφοσιωθεί κοντά της. Λέγεται, ότι ο Χάινκες στα πρώτα βήματα της προπονητικής του καριέρας ήταν ωμός και απότομος με τους παίκτες του και μετά την ασθένεια της Ίρις, έγινε ο ήπιος, χαμηλών τόνων, Γιουπ. Έχουν μία κόρη, την Κέρστιν.

PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • 1956–1962: Grün-Weiß Holt
  • 1962–1964: Borussia Verein für Leibesübungen 1900 Mönchengladbach

Επαγγελματική καριέρα

  • 1963–1967: Borussia Verein für Leibesübungen 1900 Mönchengladbach, 82 (50)
  • 1967–1970: Hannoverscher Sportverein von 1896, 86 (25)
  • 1970–1978: Borussia Verein für Leibesübungen 1900 Mönchengladbach, 226 (168)

Σύνολο καριέρας: 394 (243)

Διεθνής

  • 1966/67: Εθνική Ελπίδων Δυτικής Γερμανίας, 3 (1)
  • 1967–1976: Δυτική Γερμανία, 39 (14)

Προπονητική καριέρα

  • 1979: Borussia Verein für Leibesübungen 1900 Mönchengladbach (βοηθός)
  • 1979–1987: Borussia Verein für Leibesübungen 1900 Mönchengladbach
  • 1987–1991: Fußball-Club Bayern München
  • 1992–1994: Athletic Club Bilbao
  • 1994/95: Eintracht Frankfurt
  • 1995–1997: Club Deportivo Tenerife
  • 1997/98: Real Madrid Club de Fútbol
  • 1999–2000: Sport Lisboa e Benfica
  • 2001–2003: Athletic Club Bilbao
  • 2003/04: Fußballclub Gelsenkirchen-Schalke 04
  • 2006/07: Borussia Verein für Leibesübungen 1900 Mönchengladbach
  • 2009: Fußball-Club Bayern München (υπηρεσιακός)
  • 2009–2011: Bayer 04 Leverkusen Fußball
  • 2011–2013: Fußball-Club Bayern München

Τίτλοι

Ως ποδοσφαιριστής

Με την Borussia Mönchengladbach

  • Κύπελλο UEFA: 1974/75
  • Πρωτάθλημα Γερμανίας: 4 (1970/71, 1974/75, 1975/76, 1976/77)
  • Κύπελλο Γερμανίας: 1972/73

Διεθνείς

Με την Δυτική Γερμανία
  • Παγκόσμιο Κύπελλο: 1974
  • Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα: 1972

Ως προπονητής

Με την Bayern Munich
  • UEFA Champions League: 2012/13
  • Πρωτάθλημα Γερμανίας: 3 (1988/89, 1989/90, 2012/13)
  • Κύπελλο Γερμανίας: 2012/13
  • Σούπερ Καπ Γερμανίας: 1987, 1990, 2012

Με την Real Madrid
  • UEFA Champions League: 1997/98
  • Σούπερ Καπ Ισπανίας: 1997

Με την Schalke 04
  • UEFA Intertoto Cup: 2 (2003, 2004)

Προσωπικές Διακρίσεις

Ως ποδοσφαιριστής

  • Πρώτος Σκόρερ Γερμανικού Πρωταθλήματος: 2 (1973/74, 1974/75)
  • Πρώτος Σκόρερ Προκριματικών Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος: 1975/76
  • Πρώτος Σκόρερ Κυπέλλου Κυπελλούχων: 1973/74
  • Πρώτος Σκόρερ Κυπέλλου UEFA: 2 (1972/73, 1974/75)
  • Μέλος Ιδανικής 11άδας Διοργάνωσης Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος: 1972

Ως προπονητής

  • Καλύτερος Προπονητής της Χρονιάς από τη FIFA: 2013
  • Καλύτερος Προπονητής Συλλόγου της Χρονιάς από τον Διεθνή Οργανισμό Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου: 2013 και επιλαχών το 1998
  • Καλύτερος Προπονητής της Χρονιάς για την Γερμανία: 2013
  • Καλύτερος Προπονητής της Χρονιάς από το αγγλικό περιοδικό «World Soccer»: 2013

 ΠΗΓΕΣ: sport24.gr №: 1 και sport24.gr №: 2